Πέμπτη, Μαΐου 31, 2007

The Bonfire of the Vanities

Μπράβο Βαγγέλη, αλλά την επόμενη φορά που θα κάνεις το καλό, ρίχ'το κατ' εξαίρεση στον γιαλό και μην το βροντοφωνάξεις.

Γεροντική Άνοια

Με μέιλ που αναδημοσιεύω αυτούσιο παρακάτω, πληροφορήθηκα ότι η «Ελευθεροτυπία» δεν θα φιλοξενεί άλλο τους «Schooligans».
Εύχομαι η «Ελευθεροτυπία» να ξεκινήσει καινούριο ένθετο για τους έφηβους μαθητές, να το αναλάβει εξ' ολοκλήρου ο μικρός Αλέξανδρος και να ονομαστεί «Alexandrians».
Οτιδήποτε αυθεντικό σε αυτή την χώρα πρέπει να περνάει πρώτα από σαράντα κύματα. Ας είναι· ίσως τα σαράντα κύματα να είναι τελικά η απόδειξη ότι κάτι διαφορετικό πρεσβεύεις και φέρνεις στο τοπίο.
---
«Οι Schooligans φεύγουν απ' την «Ελευθεροτυπία»
Πριν λίγες μέρες η «Ελευθεροτυπία» (
elef@enet.gr), μέσω του εκπροσώπου της, Χρήστου Μπλέτα, μας ανακοίνωσε την απόφαση της εφημερίδας να μπει τέλος στη συνεργασία με τους Schooligans. Στην ερώτησή μας «για ποιο λόγο;», ο κ. Μπλέτας απάντησε:
1. «Όπως ξέρετε, γίνονται περικοπές».
2. «Το Schooligans δεν έφερνε αρκετές διαφημίσεις και δεν υπήρχε αύξηση της κυκλοφορίας».
3. «Το Schooligans έχει χάσει τον πολιτικό του χαρακτήρα - δεν παίρνει πια συνεντεύξεις από πρόσωπα όπως τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή την Μπακογιάννη».
4. «Το Schooligans απευθύνεται σε πολύ μικρές ηλικίες».
Μετά από αυτήν την αιφνιδιαστική απόφαση, θέλουμε πριν φύγουμε να πούμε τα εξής:
1. Ευχαριστούμε την «Ελευθεροτυπία» για τη φιλοξενία επί τρία χρόνια χωρίς καμία απολύτως παρέμβαση στο περιεχόμενο και στον σχεδιασμό του περιοδικού μας.
2.Λυπούμαστε για το ξαφνικό και άκομψο της απόφασης (είχε ήδη προγραμματιστεί το επόμενο τεύχος), αλλά έχουμε κατανόηση για τα οικονομικά προβλήματα της εταιρείας. Στο πλαίσιο της ίδιας κατανόησης φτάσαμε στο σημείο να βρούμε εμείς χορηγίες για την «Ελευθεροτυπία» για το dvd του Schoolwave που κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2006, χωρίς να βάλει ούτε ένα ευρώ η εφημερίδα και πετυχαίνοντας αύξηση της κυκλοφορίας της κατά 6%.
3. Απορούμε με την άγνοια της διοίκησης της Ελευθεροτυπίας σχετικά με την απήχηση των Schooligans. Οι διαφημίσεις και οι πωλήσεις είναι θέμα marketing και δε μας αφορούν. Εμείς ξέρουμε ότι έχουμε πάρει πάνω από 4.000 γράμματα ως τώρα από μαθητές, φοιτητές, καθηγητές, γονείς, άσχετους...
4. Μας φαίνεται αστείο να θεωρείται "πολιτικός χαρακτήρας" η συνέντευξη με έναν πολιτικό και όχι τα δικαιώματα των μαθητών ή ο "Διάλογος με έναν μπάτσο" (θέματα του τελευταίου τεύχους).
5. Τέλος, ευχαριστούμε όλους τους (...μικρής ηλικίας!) εργαζόμενους της "Ελευθεροτυπίας" που μας σταματούσα συχνά στο διάδρομο αυτά τα τρία χρόνια για να μας συγχαρούν για τη "φρεσκάδα" του περιοδικού. Υποσχόμαστε ότι θα κρατήσουμε την ίδια φρεσκάδα και στο επόμενο τεύχος, όπου κι αν βγει αυτό.
Schooligans
Y.Γ. 1.: Η εξέλιξη αυτή σημαίνει ότι το τεύχος του Ιουνίου που ετοιμάζαμε δεν θα βγει.
Υ.Γ. 2: Το Schoolwave, εννοείται, δε θίγεται καθόλου απ’ όλα αυτά. Αντίθετα απ’ ό,τι πίστευε πολύς κόσμος, η «Ελευθεροτυπία» δεν είχε ποτέ καμία σχέση με το φεστιβάλ. Το πλήρες πρόγραμμα του SCHOOLWAVE 2007 (23-24-25 Ιουνίου, Τεχνόπολη) και η παρουσίαση των συγκροτημάτων που μετέχουν σε αυτό θα γίνει σε ειδικό ένθετο-αφιέρωμα που θα κυκλοφορήσει μέσα στον Ιούνιο και φυσικά στο site».
UPDATE: Αν τα πράγματα έχουν όπως ακριβώς τα περιγράφουν οι Schooligans, αν δηλαδή όντως ειπώθηκαν οι φράσεις «Το Schooligans έχει χάσει τον πολιτικό του χαρακτήρα» και «Το Schooligans απευθύνεται σε πολύ μικρές ηλικίες», πρόκειται για ατάκες μνημειώδους αστοχίας. Οι Schooligans ήταν ίσως το μόνο βήμα των κατεστημένων ΜΜΕ μέσα από το οποίο μπορούσε να περάσει η αληθινή φωνή των εφήβων και μετεφήβων, να δοθεί μια -αμυδρή ίσως, πάντως ενδεικτική- εικόνα των αληθινών τους προβλημάτων και ανησυχιών. Αν αυτό δεν συνιστά κατεξοχήν πολιτικό χαρακτήρα, τότε οι λέξεις έχουν χάσει την έννοια τους. Αλλά φαίνεται ότι η αληθινή φωνή ξεβολεύει και δεν ταιριάζει στον κόσμο που έχουν στο κεφάλι τους «οι μεγάλοι». Οι μεγάλοι θέλουν να πιστεύουν ότι ο κόσμος των εφήβων φωτογραφίζεται στη Βουλή των Εφήβων και όχι στις επιστολές των μαθητών προς τους Schooligans. Υπό αυτήν την έννοια η ψευδεπίγραφη επιστολή του μικρού Αλέξανδρου ήταν εντελώς χαρακτηριστική μιας παγιωμένης νοοτροπίας: τα παιδιά μας θέλουμε να σκέφτονται όπως εμείς και τίποτα δεν μας λιγώνει περισσότερο από το να διαβάζουμε τα δικά μας λόγια μέσα από το δικό τους στόμα. Θεωρώ την αναγνωσιμότητα των Schooligans δεδομένα υψηλή, αλλά μάλλον η αναγνωσιμότητα έχει περάσει πλέον σε δεύτερη μοίρα, μάλλον σημασία στις εφημερίδες έχουν πια πρωτίστως οι διαφημιστές. Τότε πράγματι, είναι πιθανό ότι το κομμάτι αληθινής εφηβικής ζωής που παρουσίαζαν οι Schooligans δεν κολλούσε αισθητικά με το αποστειρωμένο σύμπαν που κάθε προϊόν χρειάζεται για να διαφημιστεί και προβληθεί.

Τετάρτη, Μαΐου 30, 2007

Στο μυαλό του Χάρλεϊ

Είδα τις τελευταίες μέρες στο dvd τον δεύτερο κύκλο του «LOST» και το «VΟLVER». Όσο κι αν το ένα είναι σίριαλ και το άλλο Αλμοδοβάρ, θεωρώ ότι τα κριτήρια του έργου τέχνης τα πληροί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό το πρώτο από το δεύτερο· γιατί πρόκειται για Αλμοδοβάρ ψιλοβαριεστημένο, ψιλοτσαπατσούλικο, ψιλοηθικοπλαστικό, που σώζει βέβαια τελευταία στιγμή στο τέλος την παρτίδα εξαιτίας του μεγέθους του ταλέντου του στο σενάριο, αλλά πάντως για έναν Αλμοδοβάρ που φαίνεται να ψιλοσκοντάφτει, μην επιδεικνύοντας την «misma pasión», το ίδιο πάθος, που υποσχέθηκε στο τέλος της προηγούμενης ταινίας του. Ανθρώπινο (όπως θα έλεγε κι ένας φίλος), απολύτως ανθρώπινο και καθόλου ανησυχητικό, απλά προξενεί λίγο έκπληξη ότι η δύναμη της αδράνειας συμπαρασύρει και φέρνει εγκωμιαστικές κριτικές και βραβεία σε μια από τις πιο αδύναμες ταινίες του δημιουργού της.
Όσο για τον δεύτερο κύκλο του «LOST», επιβεβαιώνει κι αυτός την υποψία ότι ζούμε σε μια εποχή που τα πρωτεία των ταινιών μυθοπλασίας στην καρδιά μας βάλλονται και αμφισβητούνται τόσο από τα ντοκιμαντέρ όσο και από ορισμένες τηλεοπτικές σειρές· όχι βέβαια πως κινδυνεύουν σε καμία περίπτωση να τα χάσουν· αλλά φαίνεται πως τόσο τα ντοκιμαντέρ όσο και οι σειρές έχουν πολύ περισσότερα ακαλλιέργητα εδάφη, πολύ περισσότερα εδάφη πρόσφορα για να βγάλουν καρπούς που δεν έχουμε συνηθίσει, άρα καρπούς ικανούς να μας αιφνιδιάσουν, να μας γοητεύσουν, να μας συγκινήσουν.
Αν οι ιστορίες καμιά φορά ασφυκτιούν στην υπερκαλλιέργεια του σινεμά των ειδών που οδηγεί στην τυποποίηση και στην απουσία εκπλήξεων, αν o τρόπος αφήγησης μιας ιστορίας στο σινεμά μυθοπλασίας είναι πια -και μέχρι νεωτέρας- λίγο πολύ αναμενόμενος, τα ντοκιμαντέρ και οι σειρές έρχονται να μας αφηγηθούν τις δικές τους ιστορίες, σε φόρμες έως πρότινος σχετικά υποτιμημένες και παραμελημένες, σε φόρμες άρα πιο ανοιχτές σε πειραματισμούς και αναπροσαρμογές, σε φόρμες που προσφέρονται περισσότερο για δημιουργία και άρθρωση νέων αισθητικών γλωσσών.

Τρίτη, Μαΐου 29, 2007

Role Play

Έχεις ανάγκη να γράφεις. Ανοίγεις ένα μπλογκ. Γράφεις σ' αυτό για ό,τι σε τσιτώνει, σε εξοργίζει, σε φτιάχνει, σε συγκινεί. Αυτό που σε τσιτώνει, σε εξοργίζει, σε φτιάχνει, σε συγκινεί, άλλοτε προκύπτει από την ιδιωτική σου σφαίρα κι άλλοτε από τη δημόσια. Κι αν για τα της ιδιωτικής σφαίρας έχεις από την αρχή ξεκαθαρίσει μέσα σου τον τρόπο με τον οποίο θα μιλάς για αυτά που σε καίνε χωρίς να σπας τα όρια της ιδιωτικότητας, για τα της δημόσιας σφαίρας έρχεται μια μέρα (όσο κι αν αργήσει να έρθει, έρχεται), που συνειδητοποιείς ότι ούτε ως προς αυτήν τα πράγματα είναι απαλλαγμένα από επιπλοκές και εσωτερικές συγκρούσεις. Δηλαδή όταν εξακολουθητικά ασκείς κριτική ή ειρωνεύεσαι ή απαξιώνεις συμπεριφορές, πρακτικές, νοοτροπίες και καταστάσεις, έρχεται η στιγμή που ρωτάς τον εαυτό σου: «Κι εσύ τι ακριβώς κάνεις, μαλάκα μου, τι άλλο κάνεις από το να κάθεσαι στη ηλεκτρονική γωνιά σου και να δείχνεις με το δάχτυλο;».
Λένε ότι σημασία έχει το φεγγάρι κι όχι το δάχτυλο που το δείχνει. Αν αυτό ισχύει, ισχύει για τους άλλους κι όχι για εκείνον που δείχνει. Εκείνος που δείχνει πρέπει κάποια στιγμή να αναρωτηθεί ποιός τον ανέβασε στον άμβωνα, με τι ηθική νομιμοποίηση λέει όσα λέει, με τι κίνητρα τελικά δείχνει το φεγγάρι και μήπως ο πραγματικός λόγος που το δείχνει είναι επειδή θέλει να κρατήσει πάση θυσία το δάχτυλο μακριά από τον εαυτό του, μακριά από τον ρόλο που διαδραματίζει εκείνος στην κοινωνία, στη ζωή, στη σχέση του με τους άλλους ανθρώπους.
(Update: Κι επειδή είδα στα σχόλια ότι μπορεί να θεωρηθεί πως αναφέρομαι σε κάποιον άλλον, για μένα μιλάω και εμένα εννοώ).

O Kύριος Παρασκευαϊδης Vol. II

Θέλω να ευχαριστήσω προσωπικά τον Αρχιεπίσκοπο, που με την ντιρεκτίβα του να μην ψηφίζουμε Συνασπισμό, μου δίνει την ευκαιρία να γράψω το σίκουελ παλιότερου ποστ και να του ζητήσω να κάτσει στα θρησκευτικά αυγά του.
Eικάζω ότι το παρόν σίκουελ δεν θα «αξίζει ιδιαίτερης μνείας» από τον «Ιό», o oποίος είχε πάντως την ευγενή καλοσύνη να αναφερθεί στο παλιότερο ποστ εδώ, επειδή το είχε αναδημοσιεύσει η «Ρήξη».

Δευτέρα, Μαΐου 28, 2007

Η Παράδοση Φυλιούσε Υπέροχα

Πρωτοείδα την Φυλιώ κολλημένη σε κάτι κολώνες μακρινές. Μετά σε κοντινότερες. Ολοένα και πλησίαζε στο σπίτι. Το μεσημέρι εμφανίστηκε στο σαλόνι. Την βάζω στο μπλογκ πριν μπει από μόνη της. Φυλιώ τα ρούχα μου για να 'χω τα μισά.

Τέτοια ζωή

2) Από συνέντευξη στον Οδυσσέα Ιωάννου (στο «Κ» της 20.5.07) του Γιώργου Μέγγουλη, επιστήθιου φίλου του Μάνου Λοίζου:
«Κάποτε του είπα να αγοράσει ένα μικρό κομμάτι γης, εδώ στην Κερατέα, γιατί προέβλεπα ότι θα ανέβουν οι τιμές κι εκείνος μου απάντησε: «Ωραία ιδέα! Θα το αγοράσουμε σήμερα 50, του χρόνου θα κάνει 100, σε δυο χρόνια 500 και σε δέκα 1.000! Κι αυτό θα σημαίνει πως πετύχαμε; Τέτοια ζωή θα κάνουμε, βρε Γιώργο;».

Κυριακή, Μαΐου 27, 2007

Oι Δυο Πίνακες

Όταν κατάλαβε ότι ήταν ζωγράφος, κατάλαβε επίσης ότι δεν μπορούσε να είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από ζωγράφος και πίστεψε ότι οτιδήποτε άλλο δεν είχε παρά δευτερεύουσα εν τέλει σημασία. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τα βόλεψε οικονομικά και κατόρθωσε να μην είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από ζωγράφος, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τα βόλεψε συναισθηματικά και κατόρθωσε να βάλει κάθε τι άλλο στο περιθώριο της σκέψης του: αργά αλλά σταθερά αποξενώθηκε από τους ανθρώπους και αφοσιώθηκε στους πίνακές του και μόνο. Στις ολοένα και με μικρότερη συχνότητα επισκέψεις της συνείδησής του, που τον εγκαλούσε για την αδιαφορία του για τους ανθρώπους, απαντούσε πως ήταν υπόλογος μόνο απέναντι στην αλήθεια του έργου του· και πράγματι, κανείς δεν μπορούσε να πει ότι το έργο του ήταν ψεύτικο. Απαρτιζόταν στη συντριπτική του πλειοψηφία από αυτοπροσωπογραφίες, που στη μεγάλη τους πλειοψηφία τον παρουσίαζαν με διαστρεβλωμένα χαρακτηριστικά, τα οποία τον έκαναν αποκρουστικό έως απόκοσμο.
Ένα βράδυ που περπατούσε για να ξεκουραστεί και να καθαρίσει το μυαλό του, έπεσε σε στέκι ναρκομανών και το θέαμα που είδε τον έκανε να συνειδητοποιήσει πως ήταν καιρός το έργο του να βγει από τον εαυτό του. Από τότε άρχισε να γυρνά στην πόλη μανιωδώς, συγκεντρώνοντας στο μυαλό του παρόμοιες εικόνες, σκιτσάροντάς τες πρόχειρα σε ένα μπλοκ και αποφασίζοντας μετά στο ατελιέ του ποιές θα μετέτρεπε σε πίνακες.
Η μικρή φήμη που είχε αποκτήσει μεταξύ των ειδικών με τις αυτοπροσωπογραφίες του, μετατράπηκε σε ευρεία απήχηση όταν έκανε την πρώτη του έκθεση με τους πίνακες των ναρκομανών. Τώρα τα ΜΜΕ μιλούσαν για αυτόν και μάλιστα όχι τόσο όσο θα ήθελε για την τέχνη του, αλλά περισσότερο για την σπάνια ευαισθησία κι ανθρωπιά του.
Η φήμη έχει και τις επιπλοκές της κι έτσι κάποια ξημερώματα χτύπησε το κουδούνι του. Από το ματάκι είδε ότι ήταν ένα πρεζόνι. Τον ρώτησε τι θέλει. Του απάντησε λίγα λεφτά. Του είπε πως δεν έχει. Τον παρακάλεσε. Δεν του απάντησε. Τότε λιποθύμησε και σωριάστηκε έξω από την πόρτα του. Έμεινε να τον κοιτάει για ώρα, αλλά δεν άνοιξε. Έπεσε για ύπνο ελπίζοντας ότι το πρωί δεν θα τον έβλεπε εκεί. Άργησε πολύ να κοιμηθεί. Όταν ξύπνησε κατευθύνθηκε τρέμοντας προς το ματάκι. Είχε φύγει.
Πήγε στο ατελιέ του κι άρχισε να ζωγραφίζει εκείνον όπως τον είχε δει παραμορφωμένο μέσα από το ματάκι και ταυτόχρονα μια ακόμη αυτοπροσωπογραφία του, την πιο παραμορφωμένη από όλες τις άλλες, τις παλιές: ήταν το πρόσωπό του αλλά και το πρόσωπο ενός τέρατος, ήταν τα σύνορα δύο προσώπων ζωγραφισμένα σε ένα. Από ένα σημείο και ύστερα δεν ήταν σίγουρος αν ζωγραφίζει ένα πρόσωπο ή δύο, δύο πίνακες ή έναν.
Παρασύρθηκε τόσο που ξέχασε ότι εκείνη την μέρα είχε να δώσει συνέντευξη στην τηλεόραση.
Όταν το θυμήθηκε, δεν τον πολυένοιαξε· ζωγράφιζε κάτι καλό, κάτι δυνατό, κάτι αληθινό, ήταν, με τον τρόπο του, ευτυχισμένος.

Πέμπτη, Μαΐου 24, 2007

Κυτταρική Λαχτάρα 1 - Τεχνογνωσία 2

H ιστορία του ποδοσφαίρου μπορεί να έγραψε ότι η Μίλαν πήρε το έβδομο πρωταθλητριών της, αλλά η ιστορία της πόλης θα γράψει ότι τον Μάιο του επτά η Αθήνα είχε μια στενή επαφή τρίτου τύπου με το φαινόμενο «Λίβερπουλ». Ίσως μια μέρα ξεχάσουμε ποιός πήρε το κύπελλο, αλλά πώς να ξεχάσουμε ότι στον τελικό έπαιξε η Λίβερπουλ; Πώς;
Καταρχήν θα το θυμάται η μύτη μας. Η πόλη νοτίστηκε τόσο με μπύρα, που η μπυρίλα διαπότισε κάθε πόρο του δέρματός της. Οι οπαδοί έφυγαν, αλλά η μπυρίλα δεν θα φύγει ποτέ. Πάντα θα μένουν μικρές γωνιές όπου η όσφρησή μας θα συναντά τα ανεξίτηλα αποτυπώματα των Λιβερπούλιανς.
Ντύνομαι στα κόκκινα - πίνω μπύρες - μεθάω - τραγουδάω συνθήματα· δεν ξέρω τι κάνω στην κανονική ζωή μου, αλλά είτε εργάτης είμαι είτε μεγαλοστέλεχος, το πιθανότερο είναι ότι όλο αυτό το σκηνικό είναι η πραγματική κανονική ζωή μου· δεν είμαι ένας υπάλληλος γραφείου, που στην ερώτηση «Τι ομάδα είσαι;» απαντά «Λίβερπουλ», αλλά μάλλον ένας οπαδός της Λίβερπουλ που κάνει και μια δουλειά για να ζήσει· σημασία έχει ότι είμαι Λίβερπουλ: αυτό με οριοθετεί, αυτό με χαρακτηρίζει και όχι το επάγγελμά μου.
Ντύνομαι στα κόκκινα - πίνω μπύρες - μεθάω - τραγουδάω συνθήματα· δεν είμαι τόσο ο Τζων ή ο Φιλ όσο ένας οπαδός της Λίβερπουλ· έχω φορέσει τη στολή μου, το κεφάλι μου έχει έρθει στη σωστή του θέση, μπαίνω στο γήπεδο, είναι όλο κόκκινο, εδώ είμαι, εδώ ανήκω, εδώ έχει μεγαλείο και είμαι τμήμα του, είμαι κομμάτι μεγαλείου, είμαι μέρος της φωνής προς τον ουρανό, έχω ιστορία, έχω μνήμες, γράφω ιστορία, είμαι εδώ, ήμουν εκεί, πάντα ήμουν εδώ, ποτέ δεν θα βαδίζεις μόνη σου, ποτέ.
Δεν υπήρχε ουδέτερος χθες που να μπει στο γήπεδο και να συνεχίσει να είναι ουδέτερος. Μπροστά στο θρησκευτικό φαινόμενο της εξέδρας της Λίβερπουλ, το χτυπητό κοντράστ των Μιλανέζων, που με τον ξενέρωτο ύμνο τους, τις αλήστου μνήμης πλαστικές μπανάνες και την όλη φλώρικη οπαδική τους διαγωγή, έμοιαζαν με ανθρώπους που ήρθαν να παρακολουθήσουν παράσταση, να χαρούν εντός πλαισίου σε περίπτωση νίκης και μετά να επιστρέψουν στην πατρίδα για τζελάτι και έρωτα ραματζότι.
Η ορμή με την οποία εισέβαλαν στη ζωή μας οι οπαδοί της αντικατοπτρίστηκε και στο παιχνίδι της Λίβερπουλ. Ορμή σκέτη, ορμή χωρίς ποιότητα. Μια ομάδα με κυτταρική λαχτάρα πρωταθλητισμού απέναντι σε μια ομάδα με τεχνογνωσία πρωταθλητισμού. Εν αντιθέσει με τους τιφόζι τους, τα γεροντοπαλίκαρα της Μίλαν δεν ξέρουν τι θα πει κορεσμός. Ανατρέποντας τα δεδομένα του σύγχρονου ποδοσφαίρου η Μίλαν παραμένει οικογένεια, μια οικογένεια ευπατρίδων, όπου πας παιδάκι και στα 40 σου σηκώνεις ακόμη κούπες. Κι αν είναι τελικά για κάτι υπόλογος ο Μουρίνιο είναι για το ότι έχει κάνει τριάντα μεταγραφές, που και οι τριάντα μαζί αξίζουν όσο ο αριστερός όρχις του Κακά. Γραφικός - ξεγραφικός, ο Μπερλουσκόνι έχει φτιάξει έναν οργανισμό που δεν χορταίνει να κερδίζει. Αν, τηρουμένων των αναλογιών, το ίδιο συμβαίνει και στο μπάσκετ του Παναθηναϊκού, τελικά οι γραφικοί ιδιοκτήτες μπορεί να είναι και υπερεπιτυχημένοι ιδιοκτήτες.
Συγχαρητήρια Μίλαν, αλλά αν ο Κακά ανήκει στον Ιησού, για τους τύπους με τα κόκκινα Ιησούς και Μωάμεθ είναι η ομάδα με τα κόκκινα.

Run, Jimmy, Run

Όταν τον έπιασαν και τον έβγαζαν πισθάγκωνα έξω, το πρόσωπο του Τζίμυ έλαμπε σαν μετά από οργασμό, τον οργασμό ενός τρελού.
Αν ένας τελικός είναι καταπώς λένε «γιορτή του ποδοσφαίρου», οι μπούκες του Τζίμυ Τζαμπ είναι η γιορτή της τρέλας, της αναρχίας και της ελευθερίας, είναι ο θρίαμβος της ατομικής λόξας πάνω στην τάξη, την οργάνωση, τα μέτρα ασφαλείας, την ασφυκτική πρόβλεψη κάθε λεπτομέρειας της βραδιάς.
Aν οι μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις αποκτούν πια και χαρακτήρα πάρτυ, κάθε πάρτυ χρειάζεται τον Πήτερ Σέλερς του.
Μερικοί βαρεμένοι είναι ιδιοφυώς και λυτρωτικά βαρεμένοι and Jimmy will never jump alone, γουιλ νέεεεεβερ τζαμπ αλόοοουν.

Έκαστος στο είδος του

Περνώντας τον πρώτο έλεγχο των εισιτηρίων και μπαίνοντας στον περίβολο του σταδίου είδα συγκεντρωμένους καμιά δεκαπενταριά σκουρόχρωμους, πιθανότατα Πακιστανούς, με καρτελάκι διαπίστευσης κρεμασμένο στο λαιμό. Φυσικά παραξενεύτηκα· μέχρι να παρατηρήσω και τις μαύρες πλαστικές σακκούλες δίπλα τους. Κάποιος τότε τους έδωσε εντολή και κινήθηκαν όλοι μαζί προς το γήπεδο, σαν σιωπηλός και αστοίχητος στρατός.
Pakistanoi, UEFA CHAMPIONS LEAGUE Official Skoupidiarides.

Τετάρτη, Μαΐου 23, 2007

Σύνταγμα, πριν μερικά λεπτά.
Προπύλαια, πριν μερικά λεπτά.

Τρίτη, Μαΐου 22, 2007

Ο Πάνος και η Πάνια

Ομόλογα - Βιβλίο ιστορίας έκτης - Je t' aime: ίσως τα τρία πιο πολυσυζητημένα θέματα του 2007, αλλά μόνο το τρίτο με εξιτάρει.
Στο θέμα των ομολόγων δεν υπάρχει καμία πραγματική διάσταση απόψεων. ΝΔ και ΠΑΣΟΚ είναι από κοινού ιδεολογικά κατά της διαφθοράς και υπέρ της χρηστής διοίκησης. Το ΠΑΣΟΚ έφυγε ως διεφθαρμένο, η ΝΔ ήρθε ως αδιάφθορη και τώρα το ΠΑΣΟΚ θέλει να ξανάρθει ως αδιάφθορο στη θέση της διεφθαρμένης ΝΔ. Κλέβετε - δεν κλέβουμε - οι κλέφτες θα παραπεμφθούν στη δικαιοσύνη - ξεχάσατε τις δικές σας τις κλεψιές; Καλοί εναντίον κακών, ηθικολογία εναντίον πολιτικής, Κώστας εναντίον Γιώργου, ο «Βαριέμαι» εναντίον του «Δεν Κάνω», άνθρωποι που δεν τους έφερε στην κορυφή της πυραμίδας η φιλοδοξία τους και οι ικανότητές τους αλλά το κληρονομικό δίκαιο, δηλαδή το μόνο σεβαστό και πανίσχυρο δίκαιο σε κάθε τομέα της ζωής στην χώρα, ένα δίκαιο οι συνέπειες του οποίου καθρεφτίζονται π.χ. στην σημερινή ΠΑΕ Παναθηναϊκός του Τζίγγερ ή θα καθρεφτίζονται στην αυριανή ΠΑΕ Ολυμπιακός του Πέτρου Κόκκαλη. Είναι κάπως διαφορετικό το να κατακτάς (με θεμιτά ή αθέμιτα μέσα) τον κόσμο από το να σου τον παραδίδουν στο πιάτο.
Στο θέμα της ιστορίας της έκτης υπήρξε μεν πραγματική διάσταση απόψεων, αλλά ήταν μια διάσταση προϋπάρχουσα, με το βιβλίο να μην είναι παρά η αφορμή, μια αφορμή μάλιστα εντελώς αναντίστοιχης επίδρασης στην αληθινή ζωή με το μέγεθος του ντόρου που προκλήθηκε και του ιερού ζήλου που επιδείχθηκε από τα αντιμαχόμενα στρατόπεδα.
Στο θέμα του Je t' aime όμως, αφενός έχουμε να κάνουμε με ένα θέμα που αφορά πολύ κόσμο και αφετέρου με ένα θέμα που -επειδή ακριβώς δεν είναι εκ των προτέρων χρωματισμένο ιδεολογικά- δίνει την ευκαιρία στον καθένα να κάνει κάτι σπάνιο, να κάτσει δηλαδή να σκεφτεί από μόνος του ποια θέση τον εκφράζει καλύτερα και πού τελικά τοποθετείται ο ίδιος.
Πριν 15 χρόνια μεσουρανούσε το άστρο του Βασίλη Λεβέντη. Έχω παρευρεθεί σε τεράστια (μεταφορικά και κυριολεκτικά) προεκλογική συγκέντρωση της Ένωσης Κεντρώων στη Χαλκοκονδύλη, που κατέληξε σε πορεία των οπαδών του προς την Ομόνοια, ομού με τους οπαδούς του ΚΚΕ, που είχαν την ίδια ημέρα και ώρα συγκέντρωση στο Πεδίο του Άρεως. Η Πατησίων ήταν γεμάτη με το νόημα που 'χει κάτι απ' τις φωτιές, ήταν γεμάτη ανθρώπους που είχαν κόκκινες σημαίες δίπλα σε διάφορους άλλους, όπως αυτός που κρατούσε χαρτονένιο ευμεγέθες ομοίωμα του Σακίλ Ο Νιλ, με κολλημένη τη φάτσα του Λεβέντη στη θέση της φάτσας του Σακ. Όλοι αγαπούσαν τον Βασίλη, όλοι έκαναν χαβαλέ με τον Βασίλη. Όταν ο μετέπειτα Υπουργός και τότε τηλεστάρ Πάνος Παναγιωτόπουλος κάλεσε σε εκπομπή του τον Βασίλη όμως και τον ειρωνευόταν (με ειρωνεία υποτίθεται λεπτή στην πραγματικότητα όμως αφ΄υψηλού), αμέσως ο κόσμος τσίνισε, γιατί ο χαβαλές έχει τους δικούς του κώδικες. Ο Λεβέντης με τον οποίο την βρίσκαμε, έγινε ξαφνικά ο Λεβέντης που θέλαμε να υπερασπιστούμε, επειδή κάποιος τον κορόιδευε με όρους σταρ σίστεμ. Ο υπερπετυχημένος - πανέξυπνος - μπριγιαντινούχος τηλεστάρ δούλευε το αστέρι της τηλεόρασης των πρωινών ωρών. Ο χαβαλές είχε δώσει τη θέση του στον κανιβαλισμό. Άλλο να παίρνεις εσύ τηλέφωνο να πάνε πίτσα στο κανάλι 67 κι άλλο να του την προσφέρει στο κυριλάτο στούντιό του ο Πάνος.
Θεωρώ ότι η Αννίτα Πάνια δεν έχει αντιμετωπίσει ποτέ καλεσμένο της με τον τρόπο που αντιμετώπισε εκείνο το βράδυ ο Παναγιωτόπουλος τον Λεβέντη. Η Πάνια κατέχει τους κώδικες του χαβαλέ και δεν ξεπερνά το όριο. Από εκεί και πέρα είναι πολιτισμένο, είναι σωστό να γελάμε με τον Κατέλη ή τον Κολλημένο; Τέτοιου είδους ενστάσεις είναι σε μεγάλο βαθμό βάσιμες.
Ωστόσο, ένα κρίσιμο, κατά τη γνώμη μου, ερώτημα είναι αν ο Κατέλης θα ήταν πιο ευτυχισμένος αν δεν υπήρχε η Πάνια στη ζωή του. Μας νοιάζει η ευτυχία του Κατέλη ή απλά η αστοχία της φύσης ενοχλεί την αισθητική και την ευαισθησία μας και θέλουμε να την εξαφανίσουν από τα μάτια μας το συντομότερο δυνατόν;
Δεν λέω ότι την Πάνια την νοιάζει η ευτυχία του Κατέλη, ούτε λέω ότι κάνει κανενός είδους αντάρτικο κατά των τηλεοπτικών ηθών. Η Πάνια την εκπομπή της κάνει, τα νούμερα τηλεθέασης τη νοιάζουν και πιθανόν να μη δίνει δεκάρα για το τι θα γίνει αύριο στη ζωή του ο Κατέλης. Εκείνο που λέω είναι ότι η Πάνια, για τους δικούς της ιδιοτελείς σκοπούς, δίνει μια ευκαιρία στον Κατέλη να ζήσει πιο ενδιαφέρουσα ζωή από αυτή που θα ζούσε. Είναι τσίρκο η εκπομπή της; Είναι. Οι Κατέληδες όμως αυτού του κόσμου αν δεν πρωταγωνιστούν στο μεγάλο τηλεοπτικό τσίρκο, θα πρωταγωνιστούν σε ιδιωτικά τσίρκα, στο καφενείο ή στην πλατεία της γειτονιάς.
Ο κόσμος είναι σκληρός, αλλά ταυτόχρονα ο κόσμος είναι ειλικρινής και αληθινός. Την βρίσκει με τον Κατέλη, αλλά στο πλαίσιο του Je t' aime. Αν αύριο τον καλούσε για να γελάσει εις βάρος του ένας σημερινός Πάνος Παναγιωτόπουλος, πάλι θα ενεργοποιούνταν τα ίδια αντανακλαστικά του κόσμου, τα αντανακλαστικά προστασίας του ζαβού.
Είναι δυσάρεστο το ότι του κάθε Κατέλη δεν του κόβει.
Αν ο κάθε Κατέλης όμως είναι ευτυχισμένος μέσα στο δικό του κόσμο, τότε ίσως σε τελική ανάλυση να είναι πιο τυχερός από εμάς.
Τους Κατέληδες μπορείς να τους κρύψεις ή να μην τους κρύψεις.
Αλλά κρύβοντάς τους δεν θα πάψουν να υπάρχουν.
Μπορεί δηλαδή κανείς να διορθώσει την πολιτιστική μουτζούρα, αν και εφόσον την θεωρεί τέτοια.
Τη φυσική μουτζούρα όμως δεν μπορεί να τη διορθώσει και σίγουρα δεν μπορεί να τη διορθώσει με όλες αυτές τις πολιτικά ορθές και βαθύτατα χαζοζαρούμενες ρητορικές που έχουν αναπτυχθεί τις τελευταίες δεκαετίες, τις ρητορικές περί υπάρξεως ατόμων με «ειδικές ικανότητες» και ατόμων «που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από μας».
Η φύση είναι άδικη. Ίσως ο (ηθελημένα ή αθέλητα) πιο εύστοχος τρόπος για να την εκδικηθείς που έκανε τον Κατέλη Κατέλη, να είναι να του δώσεις το δικαίωμα να στεφθεί βασιλιάς για μια νύχτα.
Εγώ δεν του το αρνούμαι αυτό το δικαίωμα, ένα δικαίωμα κάθε άλλο παρά κληρονομικό, ένα δικαίωμα βασισμένο σε μια παραξενιά του συστήματος, στη νεκρή γωνία του λάιφ στάιλ, στο τυχηρό του έρωτα και της συνεργασίας του σουξεδιάρη με την τηλεξενοδόχο των λούμπεν.
Δεν του το αρνούμαι, αναδεχόμενος τον υπαρκτό κίνδυνο να γίνομαι «πνευματώδης υποστηρικτής του κάθε νεκροθάφτη μου».

Κυριακή, Μαΐου 20, 2007



Χορός των φοιτητών της ίδιας σχολής στο ξενοδοχείο «Οverlook».

Παρασκευή, Μαΐου 18, 2007

Βαρώντας Μύγες

Είναι μια μύγα. Πέταγε χθες βράδυ στο κέντρο της πόλης. Διασχίζει την Πανεπιστημίου ανάποδα, αλλά δεν φαίνεται να ενοχλείται. Ή να ενοχλεί. Αμερικής στρίβει αριστερά. Μπαίνει στο θέατρο «Χορν». Έχει παράσταση. Περνά πάνω από το κεφάλια των θεατών. Εισέρχεται στη σκηνή. Ένας τύπος με μαύρα ρούχα μιλά σε έναν άλλο τύπο με μαύρα ρούχα. Ο τύπος που μιλά υποδύεται τον Μεγάλο Ιεροεξεταστή της Ιεράς Εξέτασης και ο τύπος που ακούει τον Χριστό. Η μύγα αποφασίζει να μείνει λίγο. Αρχίζει και κόβει βόλτες γύρω από το κεφάλι του Μεγάλου Ιεροεξεταστή. Εκείνος τότε, ενώ λέει τα δικά του στον Χριστό, την κοπανά με τσαντίλα. Ως σωστός θεατής, από τη στιγμή της έναρξης της παράστασης έχω αναστείλει τη δυσπιστία μου. Κλυδωνίζομαι. Ποιός βαρά την μύγα; Ο Ιεροεξεταστής ή ο ηθοποιός που τον υποδύεται; Κατά συνέπεια που πετά η μύγα; Στην Αθήνα του 2007 ή στη Σεβίλλη του Μεσαίωνα; Πού διαδραματίζονται όσα βλέπω μπροστά μου; Αν δεχθώ ότι διαδραματίζονται στην Αθήνα του επτά, τότε δεν πρόκειται για θέατρο αλλά για καθαρή κοροϊδία και δεν έχω κανένα λόγο να συνεχίσω να παρακολουθώ δυο ανθρώπους που παριστάνουν κάτι που δεν είναι, με τον έναν μάλιστα εξ αυτών να έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο παραισθήσεων μεγαλείου ώστε να παριστάνει τον Χριστό. Αν δεχθώ ότι διαδραματίζονται στη Σεβίλλη της Ιεράς Εξέτασης, τότε η μύγα από τη στιγμή που πέταξε πάνω στη σκηνή μεταφέρθηκε στο χρόνο και τον τόπο. Βρίσκομαι μεταξύ σφύρας και άκμονος, μεταξύ της παραδοχής ότι η σκηνή είναι τρελλάδικο και της παραδοχής ότι η σκηνή είναι χωροχρονομηχανή. Το σκέφτομαι από δω, το σκέφτομαι από εκεί κι άκρη δεν βγάζω. Μόνη λύση να μην αναστείλω την δυσπιστία μου ειδικά ως προς την μύγα. Η παράσταση έτσι παραμένει παράσταση και οι νόμοι της φυσικής παραμένουν στη θέση τους. Ουφ. Τελικά ήταν απλό.
Μια μύγα πετά στο κέντρο της Αθήνας το 2007 και την βαράει ένα χέρι στη μεσαιωνική Σεβίλλη. Η μύγα ξεφεύγει στο τσακ.

Πέμπτη, Μαΐου 17, 2007

Το παιχνίδι σήμερα και χθες

«Αν παρατηρήσει κανείς τα παιδιά στα διαλείμματα στο σχολείο, μπορεί να διαπιστώσει, χωρίς υπερβολή, ότι δεν γνωρίζουν πώς να παίξουν. Έχουν φοβερό άγχος να προλάβουν να παίξουν, δεν οργανώνονται σωστά, υπάρχει νευρικότητα στο παιχνίδι τους, ο σκοπός του παιχνιδιού τους δεν είναι να χαρούν απ' αυτό αλλά η νίκη με κάθε τρόπο. Γίνονται συχνά τσακωμοί, ενώ υπάρχουν πολλά παιδιά απομονωμένα που δεν παίζουν καθόλου. Πριν από είκοσι χρόνια διέκρινε κανείς λιγότερο άγχος και νευρικότητα. Σήμερα εμφανίζουν μεγαλύτερη επιθετικότητα. Τα παιδιά είναι πιο σκληρά, παίζουν για να νικήσουν, δεν δέχονται εύκολα την ήττα. Βάζουν το "εγώ" πρώτα και όχι το "εμείς". Είναι εγκλωβισμένα περισσότερο στο να νικήσουν και σε σχέση με το παρελθόν είναι μειωμένη η φαντασία και η δημιουργικότητά τους. Επιλέγουν, επίσης, παιχνίδια με βία και το θεωρούν φυσιολογικό αυτό γιατί έχουν δει τους ήρωές τους να το κάνουν. Οταν τους μιλήσεις μπορεί να παραδεχτούν πως η βία δεν είναι κάτι σωστό, είναι κάτι επικίνδυνο, αλλά την επόμενη στιγμή στο διάλειμμα θα ξαναπαίξουν το ίδιο λέγοντας: «Τώρα παίζουμε, δεν τσακωνόμαστε πραγματικά»».
Βλέπουμε λοιπόν ότι δεν είναι μόνο το κλίμα που έχει αλλάξει, αλλά και ο άνθρωπος· δεν είναι μόνο η φύση, αλλά και η ανθρώπινη φύση. Σκιαγραφείται μια εικόνα πρωτόγνωρη και εξαιρετικά ανησυχητική με:
παιδιά που δεν οργανώνουν ορθώς τα παιχνίδια τους,
παιδιά που δεν παίζουν για την χαρά του παιχνιδιού, αλλά για να νικήσουν,
παιδιά που τσακώνονται,
παιδιά με επιθετικότητα,
παιδιά απομονωμένα,
παιδιά που βάζουν το «εγώ» μπροστά από το «εμείς».
Στην δική μου την εποχή ήταν αλλιώς:
- Κάθε παιχνίδι είχε μια οργανωτική δομή τελειοποιημένη στο πέρασμα των αιώνων από τους προκατόχους μας στη θέση των παιδιών. Σε κάθε επί μέρους παιχνίδι, το παιδί - συντονιστής ήταν επιφορτισμένο να έχει μαζί του το οργανόγραμμα, αναθέτοντας βάσει αυτού τις αρμοδιότητες του καθενός και εξηγώντας όχι μόνον τους κανόνες του παιχνιδιού, αλλά και τις εξαιρέσεις - παραθυράκια τους.
- Παίζαμε ποδόσφαιρο ή μπάσκετ, όχι για να κερδίσουμε, αλλά για να χαρούμε κι απολαύσουμε μια ωραία ντρίπλα, ένα δυνατό σουτ, μια εντυπωσιακή εκτίναξη. Αν θυμάμαι καλά -και καλά θυμάμαι- δεν κρατούσαμε καν σκορ. Οι περισσότεροι αντίπαλοι ποδοσφαιριστές είναι φίλοι έξω από τα γήπεδα, εμείς παραμέναμε φίλοι και μέσα σε αυτά.
- Τσακωμοί ποτέ και με κανέναν. Την όποια επιθετικότητα είχαμε -αναπόφευκτη ίσως δεδομένης της ηλικίας- την εκτονώναμε μαλακιζόμενα.
- Στα παιχνίδια μας έπαιζαν όλοι, όλοι ανεξαιρέτως, ποτέ κανείς δεν έκατσε στην άκρη, δεν υπήρχε παιδί που δεν το παίζαμε και όσους τυχόν δεν ήθελαν να παίξουν, όντας υπερβολικά εσωστρεφείς ή με ύποπτη ροπή προς την ονειροπόληση, τους κάναμε εμείς να παίξουν, είτε με το καλό είτε με το κακό.
- Σε κάθε παιχνίδι, όπως κι αν χωριζόμαστε, ξέραμε ότι σημασία δεν είχε ποιός θα βάλει το γκολ, σημασία είχε να κερδίσει η ομάδα. Μπορεί να είχαμε χωριστεί πριν μισό λεπτό, αλλά η στιγμή του χωρισμού ήταν μια μυσταγωγική στιγμή, μια ιερή στιγμή όπου μια νέα οντότης είχε αποκτήσει σάρκα και οστά, η οντότης της ομάδος μας, η οντότης στην οποία πρόθυμα εκχωρούσαμε προσωρινά το «εγώ» μας για χάρη του νεογέννητου «εμείς», για χάρη του συλλογικού αυτού μορφώματος, μέσα από το οποίο κοινωνικοποιούμαστε και συναισθανόμαστε τις ευθύνες μας ως αυριανοί φορολογούμενοι πολίτες.

Τετάρτη, Μαΐου 16, 2007

Η Λεμονάδα του Πνεύματος

H (αγαπημένη) «Βιβλιοθήκη» της Ελευθεροτυπίας έφτιαξε μπλογκ.
Στο ποστ με τίτλο «Κριτική Εναντίον Blogs και Αντιστρόφως», στην ερώτηση σχολιαστή: «Τι πιστεύετε για τα blogs που εκδίδονται σε μορφή βιβλίου;», η απάντηση μεταξύ άλλων λέει: «Θεωρώ ότι η δημοσίευση των blogs σε βιβλίο ακυρώνει την λειτουργία των ιστολογίων ως χώρων ελεύθερης (και συχνά ανεπεξέργαστης) έκφρασης ... Εκτός πλαισίου, τα ιστολογικής καταγωγής κείμενα κινδυνεύουν να χάσουν τη δροσιά, τη φρεσκάδα, τον αυθορμητισμό τους».
Η γνώμη η δική μου είναι ότι τα ιστολογικής καταγωγής κείμενα όσο κι αν καθορίζονται σε ένα βαθμό από το πλαίσιο τους, όσο κι αν καθορίζονται δηλαδή σε ένα βαθμό από το γεγονός ότι γράφονται σε μπλογκ, πρέπει εν τέλει να κρίνονται αυτόνομα και ανεξάρτητα από το πού τα βρίσκουμε γραμμένα.
Με άλλα λόγια, αν ξεχάσουμε ότι αυτό που διαβάζουμε είναι «ποστ», θα μπορούσε να σταθεί κάπου αλλού ή επειδή είναι «ποστ» σημαίνει εκ προοιμίου ότι δεν είναι και για πολλά - πολλά;
«Δροσιά, φρεσκάδα, αυθορμητισμός», οι λέξεις αυτές μπορούν να έχουν δυο αναγνώσεις, την αυτονόητα θετική, αλλά και την πατερναλιστική - συγκαταβατική, σύμφωνα με την οποία τα μπλογκ δεν είναι παρά η λεμονάδα του πνεύματος.

Τι κοιτάς;



Τρίτη, Μαΐου 15, 2007

1265

Ακολουθεί ένα ακόμη αμιγώς ποδοσφαιρικό ποστ, προς δικαίωση προχθεσινού σχολιαστή που εύστοχα παρατήρησε ότι ασχολούμαι κυρίως με το ποδόσφαιρο.
~~~
~~~
2) Ο έμπειρος παράγοντας συμπεριφέρθηκε με αλαζονεία. Όπως «σκούπισε» τον Μπάγιεβιτς και τον Ιωαννίδη, όπως «έστειλε» τον Σιγάλα και τον Τζιοβάνι, την ίδια συμπεριφορά επεφύλασσε και στον σπουδαίο Ριβάλντο. Τι κάνει ο Κόκκαλης με μαθηματική ακρίβεια; Όταν επιθυμεί να αποφύγει κάποιον, δεν του βγαίνει στο τηλέφωνο! ΄Η αλλάζει τον αριθμό του κινητού του. Η τακτική του ποτέ δεν τον πρόδωσε και ο λόγος ήταν ένας και μόνος: ουδείς έδειξε κότσια και σθένος να αντιπαραταχθεί με τον Κόκκαλη. Κανένας δεν έδειξε περίσσευμα ψυχής.
~~~
Το δεύτερο δημοσίευμα μιλά για αλαζονική συμπεριφορά. Πράγματι, δεν φαίνεται άδικος ο χαρακτηρισμός. Για τι είδους αλαζονεία πρόκειται όμως; Στην καθαρόαιμη αλαζονεία ο αλαζόνας όχι μόνο πιστεύει ότι αυτός είναι κι άλλος δεν είναι, αλλά δεν θα διστάσει να διατρανώσει την υπεροχή που θεωρεί ότι έχει. Αν ο Κόκκαλης ήταν καθαρόαιμα αλαζόνας θα σήκωνε το κινητό του και θα έλεγε: «Ρίμπο, αγόρι μου, μείνε με τα μισά ή φύγε, γιατί είσαι και 36 πια. Take it or leave it. Και σχετικά σύντομα, γιατί έχουμε και δουλειές να κάνουμε». Ο Κόκκαλης κρύβεται. Και η τακτική του αυτή είναι κατά τα φαινόμενα πάγια στους χωρισμούς με συναισθηματικό κόστος. Η αλαζονεία του Κόκκαλη είναι αλαζονεία δειλή, αλαζονεία αυτιστική: δεν μπορώ να αντέξω να αντιπαρατεθώ με το πρόβλημα ευθέως, δεν μπορώ να το κοιτάξω στα μάτια, να το λύσω και να ησυχάσει το κεφάλι μου. Τα μάτια μου τα κλείνω, τα αυτιά μου τα κλείνω και το πρόβλημα θα εξαφανιστεί κάποια στιγμή από μόνο του. Και, ω του θαύματος, το πρόβλημα κάποια στιγμή εξαφανίζεται. Μέχρι τότε όμως θα μου λένε: «Κύριε Πρόεδρε, σας πήρε ο Ιωαννίδης 123 φορές, ο Σιγάλας 158, ο Μπάγιεβιτς 164, ο Ζιοβάνι 204».
Έχουμε στο μυαλό μας τους μεγαλοεπιχειρηματίες ως ανθρώπους θετικούς, πρακτικούς, αποφασιστικούς, ανάλγητους. Νομίζουμε ότι το να μη σηκώνεις το τηλέφωνο ή να το κλείνεις όταν σε παίρνουν, είναι γνώρισμα μόνο ανθρώπων της παραίτησης, μόνο ανθρώπων που η ζωή τούς φαίνεται βαριά κι ασήκωτη.
Η ζωή αποδεικνύει διαρκώς ότι ο άνθρωπος είναι πλάσμα τόσο θαυμαστά πολύπλοκο, που θα έπρεπε να καταργηθούν δια νόμου τα κάθε λογής στερεότυπα.
Ο Σωκράτης κρύβεται, ο Σωκράτης δεν σηκώνει το τηλέφωνο γιατί του είναι δυσάρεστο, ανακαλύπτω -όχι χωρίς έκπληξη- πως πίσω από το προσωπείο του καρχαρία ο Σωκράτης είναι αδελφός μου.

Δευτέρα, Μαΐου 14, 2007

Μετά το κατ' αρχήν

Κυριακή, 13 Μαϊου, άννο ντόμινι 2007. Η θερμοκρασία αρκετά πάνω από τους 30, αλλά ευτυχώς και αρκετά κάτω από τους 40. Τηλέφωνο. Φίλος. «Έχει έκθεση αυτοκινήτου, πάμε;». Το θέμα με αφήνει μάλλον αδιάφορο, αλλά σκέφτομαι ότι με τον ρυθμό αυτό τον Ιούλιο θα έχει 50 βαθμούς, αρχές Αυγούστου θα φτάσει κατά τόπους τους 65 και από τον Δεκαπενταύγουστο και εντεύθεν η φύση, απελπισμένη που δεν δίνουμε σημασία στις αλλαγές της, θα καταργήσει εντελώς τη νύχτα, μπας και πάρουμε χαμπάρι ότι όσο να 'ναι κάτι σημαντικό παίζει, οπότε, με τα ύστερα του κόσμου επί θύρας, δεν είναι σώφρον να χαλάς χατίρι σε έναν φίλο και να διακινδυνεύεις ακόμη θερμότερο καζάνι στην κόλαση (της οποίας, πάντως, η θερμοκρασία δεν έχει διευκρινιστεί ακόμη αρμοδίως αν θα αυξηθεί αντιστοίχα με τη γήινη, προκειμένου η ποινή να εξακολουθήσει να είναι ανάλογη του αμαρτήματος).
Φτάνουμε. Διαπιστώνω ότι έχει είσοδο. 9 ευρώ. Προτείνω να δούμε τα εκατοντάδες παρκαρισμένα στο τεράστιο πάρκιν αυτοκίνητα. Είναι εννιά ευρώ φθηνότερα. Συμφέρει. Δεν πείθω. Πληρώνω (πάντα πληρώνουμε όταν δεν πείθουμε, ενίοτε δε και όταν πείθουμε). Για να μην πάνε εντελώς χαμένα, αποφασίζω τότε να ποστάρω τους βαθυστοχασμούς μου, εφαρμόζοντας δηλαδή το ίδιο ακριβώς κόλπο που εφαρμόζω και ως προς την άλλη έκθεση, την έκθεση της ζωής μου. Το ίδιο ακριβώς κόλπο με το ίδιο ακριβώς κίνητρο.
Τι είδα στην έκθεση; Αυτοκίνητα. Πολλά αυτοκίνητα. Πάρα πολλά αυτοκίνητα. Και μοντέλες. Πολλές μοντέλες. Πάρα πολλές μοντέλες. Στέκουν δίπλα ή κάθονται μέσα στα αυτοκίνητα, συμβολίζοντας με τον πλέον εύγλωττο τρόπο τη γονιδιακή προδιάθεση του ετεροφυλόφιλου άνδρα στον τρόπο που βλέπει το άλλο φύλο: δεν υπάρχει άντρας που να μην αντιμετωπίζει κατ' αρχήν τις γυναίκες ως μοντέλα αυτοκινήτων. Αυτό το κατ' αρχήν δεν παλεύεται. Οι διαφοροποιήσεις αρχίζουν από το πώς πορεύεται ο καθένας μετά από αυτό το κατ΄αρχήν και είναι εν τέλει οι διαφοροποιήσεις αυτές που εξηγούν (σε συνδυασμό βέβαια και με τον αναπόφευκτο -και τρομακτικό για τις πιο υποψιασμένους- ρόλο του τυχαίου, του συμπτωματικού και του μοιραίου στη ζωή) το προσωπικό στάτους του καθενός.
Μπροστά σε κάθε μοντέλο μια ταμπελίτσα με τα τεχνικά χαρακτηριστικά και την τιμή. Οι μοντέλες ενσωματώνουν και προσωποφορούν τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους, αλλά η τιμή τους δεν αναγράφεται κάπου εμφανώς. Νεοέλληνες που ποθούν τα μοντέλα φανερά και τις μοντέλες ημιφάνερα. Μην αγγίζετε. Τις μοντέλες. Τα μοντέλα αγγίξτε τα και μπείτε και καθίστε στο τιμόνι του οδηγού. Σας φωτογραφίζουν κιόλας. Στο τιμόνι ενός αυτοκινήτου που δεν θα οδηγήσετε ποτέ. Προσομοιώσεις. Ο καπιταλισμός δεν θριαμβεύει βασιζόμενος στις ανάγκες αλλά στις επιθυμίες. Να είχα αυτό το αυτοκίνητο. Να το είχες γιατί; Το δικό σου δεν σου κάνει; Για να το οδηγείς; Για να ξεχωρίζεις; Για να σε κοιτάνε και να σε ζηλεύουν; Το έχεις ανάγκη ή το επιθυμείς; Έχεις ανάγκη να επιθυμείς; Να επιθυμείς τι, όμως; Οι επιθυμίες μας τρυπήσανε το όζον.
Το αυτοκίνητό μου κλείνει δεκαετία του χρόνου. Το αυτοκίνητό μου = το εφάπαξ του πατέρα μου. Ζω μαζί του, πριν χρόνια παραλίγο να πεθάνω μαζί του, με πάει εκεί που θέλω, εκπληρώνει τις ανάγκες μου και δεν επιθύμησα ποτέ το αυτοκίνητο του πλησίον μου.
Αυτοκίνητα που αγαπάμε σαν ανθρώπους, άνθρωποι που αγαπάμε σαν αυτοκίνητα και τελικά αυτό είναι το κλειδί, αυτό είναι το επόμενο βήμα του κάθε κατ' αρχήν, όταν δηλαδή επιλέγεις τον άνθρωπό σου παρά τα αναπόφευκτα τεχνικά ελαττώματά του και αποφασίζεις να πληρώσεις πάση θυσία το τίμημα για να τον έχεις, όπως κι αυτός επιλέγει εσένα παρά τα δικά σου αναπόφευκτα τεχνικά ελαττώματα και αποφασίζει να πληρώσει πάση θυσία το τίμημα για να σε έχει.
Δηλαδή αυτός που μένει μόνος δεν είναι τελικά αυτός που ψάχνει το ιδεατό, αλλά αυτός που ψάχνει το ιδεατό με όρους χιλιομέτρων ανά ώρα και κυβισμού, δεν είναι δηλαδή αυτός που σκέφτεται με πρότυπα αθεράπευτα ρομαντικά, αλλά αυτός που σκέφεται με πρότυπα αθεράπευτα καταναλωτικά κι αθεράπευτα αγοραία. Η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στους δύο είναι ο τυφλός υλισμός του δευτέρου και είναι αυτός ο υλισμός που επιστρέφει και τον χτυπά σαν μπούμερανγκ, όταν περνούν τα χρόνια και σώνονται οι συναισθηματικές αντοχές του, σώνονται οι αντοχές του να επενδύει στην ελπίδα ανεύρεσης της πιο φανταχτερής ύλης που μπορούν να αγοράσουν τα λεφτά του.
Στη ζωή σου δεν γίνεται να δίνεις την καρδιά σου επ' άπειρον. Από ένα σημείο και ύστερα δεν θα σου 'χει απομείνει καρδιά να δώσεις.

Κυριακή, Μαΐου 13, 2007

LYNCHLAND EMPIRE

Στο εντελώς εύλογο ερώτημα «Επιτέλους, τι πίνει ο Ντέιβιντ Λιντς και δεν μας δίνει», η πιο πιθανή απάντηση είναι «Απολύτως τίποτα». Δεν υπάρχει μεγαλύτερος μαστούρης από τον άνθρωπο που είναι δία βίου βυθισμένος στις σκέψεις του. Όταν το να σκέφτεσαι σου γίνεται τρόπος ζωής, όταν σκέφτεσαι και σκέφτεσαι και σκέφτεσαι, μέρες, μήνες, χρόνια, δεκαετίες, όταν σκέφτεσαι ενεργητικά, εξετάζοντας το καθετί από την αρχή προκειμένου να τo αποδεχθείς και νομιμοποιήσεις ή αντίθετα να τo αρνηθείς και ξεπεράσεις, να τo αποδεχθείς ή αρνηθείς με τα δικά σου κριτήρια και όχι επειδή έτσι το βρήκες και επειδή έτσι λένε όλοι ότι πρέπει να είναι, όταν αποφασίζεις πως περισσότερη σημασία έχει ο εσωτερικός σου διάλογος από τις κουβέντες με ανθρώπους που μιλούν για να μιλήσουν, όταν με άλλα λόγια αφοσιώνεσαι στον κόσμο του μυαλού σου χρησιμοποιώντας τον εξωτερικό κόσμο περισσότερο ως ερέθισμα για το πνεύμα σου και λιγότερο για οτιδήποτε άλλο, όταν παραδίδεσαι στους λαβυρίνθους του εγκεφάλου σου, τότε μπορεί κάποια στιγμή να ταξιδεύεις όπως ο Λιντς στις ταινίες του από το ένα δωμάτιο στο άλλο, χωρίς ο υπόλοιπος κόσμος να διακρίνει στο ταξίδι σου αυτό λογική, ειρμό και νόημα.
Για το νόημα του «ΙΝLAND EMPIRE» δεν θα πάρω όρκο, αλλά για τον ειρμό θα πάρω. Ο ειρμός που διαφεύγει στους θεατές δεν είναι ένας ειρμός που λείπει από τον Λιντς. Και δεν πρόκειται ακριβώς για τον ειρμό ενός ονείρου, αλλά μάλλον για τον ειρμό ενός χρονίως ονειροπόλου. Είτε υπάρχει παζλ που αποδομείται σε εκατομμύρια κομματάκια και στη συνέχεια διακλαδώνεται σε άλλα παζλ με αποτέλεσμα να μένουν όλα μετέωρα, είτε δεν υπήρξε ποτέ παζλ, είτε παρά τα φαινόμενα τελικά όλα μπορούν να εξηγηθούν στο μυαλό του Λιντς, εκείνο που έχει σημασία είναι πως ο Λιντς είναι ο μοναδικός σκηνοθέτης με παγκόσμια αποδοχή, που μόνο τον «πούτζον του τον ίδιον» ρωτάει και μόνο σ΄αυτόν λογοδοτεί, για το τι θα γυρίσει και με τι σειρά θα το μοντάρει.
Πώς λέγεσαι εσύ; Υπεραιωνόβιος κινηματογραφικός κανόνας αφήγησης; Σε γράφω.
Πώς λέγεσαι εσύ; Κριτικός κινηματογράφου; Σε γράφω.
Πώς λέγεσαι εσύ; Θεατής που πληρώνει εισιτήριο; Σε γράφω.
Γυρνάω αυτό ακριβώς που θέλω, κι ας μην καταλάβει κανένας τίποτα, κι ας σιχτιρίσουν όλοι την ώρα και τη στιγμή.
Εγώ την καταβρίσκω; Πέρας. Είμαι Καλλιτέχνης και παίρνω τα ρίσκα μου το όραμά μου να θεωρηθεί απάτη, η υστεροφημία μου να πληγεί, χρηματοδότη για ταινία να μην κατορθώσω να ξαναβρώ.
Κι αν η ένσταση είναι ότι έχει πια κοινό που θα τον ακολουθήσει και θα θεωρήσει μεγαλοφυές ό,τι κι αν κάνει, η αντένσταση είναι πως με το «ΙΝLAND EMPIRE» κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να φέρει στα όριά του και τον πιο φανατικό θαυμαστή του.
Μεγάλο αριστούργημα ή παταγώδης αποτυχία, ο χρόνος θα το δείξει και τα αποτυπώματα που θα αφήσει μέσα μας, αλλά ακόμη κι αν δεν μας αφήσει ισχυρά αποτυπώματα, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα γονιμοποιήσει κάτι σε φύσεις ξεχωριστές (όπως ο Δημήτρης Παπαϊώαννου που ήταν απόψε στο «ΑΣΤΥ»), γιατί έργα τόσο γενναία, ακόμη κι αν τελικά αποτυγχάνουν να μιλήσουν στον μέσο θεατή, μιλούν πάντως στους καλλιτέχνες, που βλέπουν τις νόρμες να αμφισβητούνται, τα πράγματα να αναταράσσονται, τον κόσμο των παραδομένων συμβάσεων να καταρρέει και τον κόσμο του καλλιτέχνη να τολμά να αναδυθεί στη θέση του, να τολμά να διεκδικήσει τη δική του αλήθεια, με τον κίνδυνο της δικής του κατάρρευσης.

Σάββατο, Μαΐου 12, 2007

Aπορίες

Όποιος είναι ερωτευμένος με τον εαυτό του, μήπως είναι κρυπτοομοφυλόφιλος;
Κι αν ναι, τότε μήπως όποιος απεχθάνεται τον εαυτό του είναι κρυπτοομοφοβικός;

Παρασκευή, Μαΐου 11, 2007

Τακόνες Αλεχάνος

Συνελήφθη τις πρώτες πρωινές ώρες, με την κατηγορία της προσβολής της δημοσίας αιδούς, άνδρας, αγνώστων λοιπών στοιχείων, ο οποίος στεκόταν έξω από μαγαζιά γυναικείων υποδυμάτων και ικανοποιούσε αρειμανίως τον εαυτό του, αφήνοντας πάνω στις βιτρίνες δαχτυλιές αριστερής χειρός και γενετικό υλικό. Ο δράστης επικαλέστηκε βρασμό ψυχικής ορμής, το αρμόδιο τμήμα της αστυνομίας όμως έχει συγκεντρώσει στοιχεία, που καταδεικνύουν ότι τα τελευταία χρόνια δεκάδες άλλες παρόμοιες βιτρίνες έχουν πέσει θύμα των διεστραμμένων του ορέξεων. Εκτιμάται πως, υπό το φως του αποδεικτικού αυτού υλικού, η μόνη αξιοπρεπής υπερασπιστική γραμμή που του απομένει είναι εκείνη που συνοψίζεται στις λέξεις «Μου κουνήθηκαν».

Τα Βατραχοπέδιλα του Μωάμεθ

Ο Μωάμεθ ήταν να πάει στο βουνό.
Αλλά δεν πήγαινε.
Είδε και απόειδε το βουνό και πήγε αυτό στον Μωάμεθ.
Μα εκείνος είχε ήδη πάει θάλασσα.
(ΥΓ. Συνήθως, όταν γράφω τέτοιες σαχλαμάρες, κάτι θέλω να πω, κάτι που δεν θέλω να πω ευθέως. Γράφοντάς το, το βγάζω από μέσα μου και προσωρινά ησυχάζω. Αν ξαναπέσει στο μέλλον το μάτι μου σε τέτοια κείμενα, θα θυμηθώ ότι «αυτό εννοούσα» - ότι «έτσι ένιωθα τότε» και θα σχηματιστεί ένα ακόμη κομματάκι του παζλ της ιστορίας μου. Το συγκεκριμένο ποστ δεν έχει κρυμμένα προσωπικά νοήματα. Μπορεί λοιπόν το ποστ αυτό να διαφοροποιείται από τα ομοειδή του ως προς την υποκειμενική μου ερμηνεία, προφανώς όμως δεν διαφοροποιείται από τα ομοειδή του ως προς την αντικειμενική του ερμηνεία, ως προς την ερμηνεία που του δίνει ο τρίτος αναγνώστης.
Και είναι ακριβώς αυτό το ανοικτό νόημα των λέξεων,
που μπορεί από την μια να εμποδίζει την μετάδοση στον αναγνώστη της συγκίνησης που τυχόν νιώθει αυτός που γράφει,
αλλά από την άλλη καθιστά την γραφή ένα υποκατάστατο βασίλειο ελευθερίας, υποκατάστατο του μόνου αληθινού βασιλείου ελευθερίας, του απροσπέλαστου βασιλείου των σκέψεων, το οποίο γίνεται μερικώς προσπελάσιμο μέσα από κείμενα αμφίσημα, μέσα από κείμενα που κινούνται στο ερμηνευτικό ημίφως,
ένα ημίφως που μπορεί να σημαίνει ότι χαράζει ή σουρουπώνει,
σουρουπώνει ή χαράζει).

Πέμπτη, Μαΐου 10, 2007

Ο Πολιούχος Άγιος

Στα πρώτα του σεμνά και ταπεινά βήματα, ετούτο εδώ το ιστολόγιο, αποπειρώμενο προ διετίας να εξερευνήσει τα απόκρυφα αίτια του βραχνιάσματος του Ταμπάκη, έγραψε μεταξύ άλλων: «το trash της Αννίτας Πάνια είναι μακράν πιο συμπαθητικό από τα υπόλοιπα. Αφενός πρωτοπόρησε όταν οι υπόλοιποι ακόμη μεγαλοπιάνονταν, καθωσπρέπειζαν ή ακκίζονταν με κορομήλεια σόου, αφετέρου δεν αρνήθηκε ποτέ τον εαυτό του, δεν απέκρυψε ποτέ και δεν διεκδίκησε για τον εαυτό του τίποτα άλλο από το status του σκουπιδιού και κυρίως, μολονότι είχε ως πρώτη ύλη τα πάσης φύσεως ψώνια, μολονότι τράφηκε και κονόμησε απ΄ αυτά, ποτέ δεν τα αντιμετώπισε αφ’ υψηλού, ποτέ δεν τα διακωμώδησε χυδαία, αντίθετα, μάλλον διέξοδο εκτόνωσης τους πρόσφερε».
Η Αννίτα το εξετίμησε δεόντως και απέστειλε αμέσως μέιλ, το οποίο ούτε λίγο ούτε πολύ είχε ως ακροτελεύτια φράση ένα ξερό: «Ζήτα μου ό,τι θες. Εσύ». Χορτασμένος ων σεξουαλικώς αλλά πεινασμένος για φήμη και χρήμα (φήμη και χρήμα που διαπίστωνα ότι δεν μπορούσα να καρπωθώ δια της γραφής), αιτήθηκα να εμφανιστώ στην εκπομπή της. «Επειδή σε εκτιμώ, δεν είναι ακόμη η ώρα σου», μου είπε, «κάνε λοιπόν υπομονή, ταλεντάρα μου, μέχρι να έχω κάτι δυνατό να σου δώσω».
Κι ενώ ο καιρός περνούσε και είχα πιστέψει ότι η Αννίτα ήταν μια ακόμη αναίσθητη γυναίκα και κοινή, προ μηνός μου εμήνυσε πως επιτέλους είχε κάτι που ταίριαζε στο φιζίκ και την ιδιοσυγκρασία μου. Η πολυπόθητη αναγνώριση έφτασε, καθώς το τραγούδι μου έγινε πράγματι μεγάλη επιτυχία. Θα προτιμήσω να διατηρήσω την ψευδωνυμία μου και να μην αποκαλύψω ποιό απ' όλα τα παιδιά (ή τα κορίτσια) του «Je t' aime» είμαι. Δεν έχει και τόση σημασία άλλωστε. Δυο πράγματα έχουν σημασία:
1) Βγαίνουν σήμερα ταυτόχρονα στους κινηματογράφους η καινούρια ταινία του Ντέιβιντ Λιντς και η πρώτη ταινία του Σάκη Ρουβά, που τιτλοφορείται «Αlter Ego». Πρόκειται ασφαλώς για τίτλο - σινεφίλ αναφορά στην προηγούμενη ταινία του Λιντς, «Μulholland Drive». Τα τραγούδια του Σάκη έγραψε ο Άγγελος Μπανταλαμέντης. Όσο για την επίλυση του μυστηρίου, του πώς γίνεται ψυχοσυναισθηματικά να είναι επί χρόνια το νο 1 σύμβολο του σεξ στον κοριτσογυναικόκοσμο ένας γκέι, αυτή εναποτίθεται στην αρμοδιότητα των σημειολόγων του μέλλοντος.
2) Εάν ερχόμαστε όλοι οι καλλιτέχνες του «Je t' aime» να τραγουδήσουμε στο φάιναλ φορ, είναι σίγουρο ότι ο κόσμος θα μας αποθέωνε. Ο Σαρμπέλ που το έκανε, έφαγε σχεδόν όση γιούχα και ο Παπαλουκάς. Μόνο που εν αντιθέσει με την άρρωστη γιούχα στον Θοδωρή, η γιούχα στον Σαρμπέλ ήταν σαφές σημάδι υγείας. Σαρμπέλ, θυμάσαι την Ντόλυ Μπελ; Την Κλάραμπέλ έστω; Τον Οράτιο; Αν ναι, πες μας ένα ορατόριο με το βελούδινο εργαλείο σου. Από τον εθνικό Σαρμπέλ του κρατικού καναλιού, χίλιες φορές βας-βας-βας ο Παρασκευάς, να το ξέρεις. Ζήτω ο Παρασκευάς, κάτω ο Σαρμπελώνας Κρούσος, ζήτω ο Πολιούχος Άγιος των Νεοελλήνων, ο Άγιος Χαβαλές, κάτω η λάιφ στάιλ ωραιοπαθής σοβαροφάνεια των σκουπιδιών, αισθητικό σκουπίδι είναι ο Σαρμπέλ και όχι ο Κατέλης, σκουπίδι γίνεται η ΕΡΤ και όχι το Αlter (όχι, όσο το διακηρύσσει ευθέως ότι είναι σκουπίδι - δεν λέω για σένα Νίκο, εσύ έχεις Κύρος), κι απ' το να γίνουμε Σαρμπέλληνες (που λέει κι ο Πασκάλ), χίλιες φορές να γίνουμε Κατέλληνες.
Yassas - yassas, gamo ta protypa sas.

Μικρός και δεν χωράς ή Ποιός Γεννηματάς.

Aντιγράφω από τη χθεσινή «Sportday»: «Στο διάστημα της παραμονής του στην Ελλάδα όλοι είχαν να το λένε. Μεγάλο ταλέντο, αλλά μυαλό κουκούτσι. Ο Ιγκόρ Σιπνιέφσκι μετά το πέρασμά του από Καβάλα, Παναθηναϊκό, ΟΦΗ και Καλλιθέα πήγε να βρει την τύχη του στην Σουηδία. Εκεί, όμως, τον Οκτώβρη του 2006 πιάστηκε να οδηγεί τύφλα στο μεθύσι, καταδικάστηκε και σχεδόν απελάθηκε από τη χώρα. Επέστρεψε στην Πολωνία, μπήκε σε κλινική αποτοξίνωσης από το αλκοόλ, αλλά και σε ψυχιατρική κλινική για να θεραπευτεί από την κατάθλιψη. Τώρα ήρθε το τελειωτικό χτύπημα. Ο Πολωνός επιθετικός, που έχει μείνει πλέον χωρίς ομάδα, συνελήφθη ως κοινός χούλιγκαν, έχοντας διαπράξει επεισόδια μαζί με τους οπαδούς της Λοτζ στο παιχνίδι με την Λεχ Πόζναν! Μόνο που δεν σταμάτησε εκεί. Όντας σε κατάσταση μέθης, κατηγορείται ότι μετά τη σύλληψή του επιτέθηκε σε όργανο της τάξης και πλέον απειλείται με πενταετή φυλάκιση! Και μη χειρότερα».
Και όταν εκδικαστεί η υπόθεσή του ο Ιγκόρ θα βρίσει τον δικαστή. Μετά στη φυλακή θα τον μαχαιρώσουν και θα μαχαιρωθεί. Θα αναρρώσει και θα φάει κι άλλη φυλακή. Όσο είναι φυλακή θα γίνει ταινία. Η ταινία θα ξεκινάει με το ονειρικό σλάλομ με το οποίο ισοφάρισε την Άρσεναλ ένα βράδυ του χειμώνα του 98 στην Καλογρέζα. Η ταινία δεν θα δείξει καθόλου το πρεζωμένο ζευγάρι που κατηφόριζε απόψε κατά τις 9 την Θεμιστοκλέους, με τη γυναίκα να κρατά τεντωμένο το αριστερό της χέρι και τον προπορευόμενο άντρα να της φωνάζει: «Ποιός Γεννηματάς; Δεν εφημερεύει απόψε ο Γεννηματάς, βρε μαλάκα». Η ταινία δεν θα κλείνει με γκρο πλαν στα θολά μάτια του πρόωρα γερασμένου Ιγκόρ την ώρα που αυτός θα τραγουδά:
«Είσαι μικρός και δεν χωράς
την αυτοκαταστροφή μου».
Η ταινία δεν θα καταλάβει στ' αλήθεια τον Ιγκόρ, εγώ δεν θα καταλάβω στ' αλήθεια τον Ιγκόρ, ο μελαγχολικός και σόμπερ ποιητής του προηγούμενου ποστ δεν θα καταλάβει στ΄αλήθεια τον Ιγκόρ.
Τον Ιγκόρ τον καταλαβαίνει στ' αλήθεια μόνο ο Μιχάλης Φιλόπουλος (που ίσως πανηγύριζε κι αυτός το 98 στην Καλογρέζα) κι εκείνος που τον σκότωσε στη Λαυρίου.

Τρίτη, Μαΐου 08, 2007

Ιt's nine in the evening, the beginning of May

~~~
~~~
είναι 9 το βράδυ, αρχές Μάη και μου γράφω πάλι από ανάγκη,
από την μία και μόνη ανάγκη, από την ανάγκη να κρυφτώ, να κρυφτώ δημόσια, να κρυφτώ από την διπλή ανικανότητα, την ανικανότητα αφενός να αφηγηθώ την ιστορία οποιουδήποτε άλλου και αφετέρου να σταματήσω να επιδίδομαι στην διαρκή αφήγηση της δικής μου ιστορίας, γεγονός που μας οδηγεί -όπως φαντάζομαι θα έχεις ήδη καταλάβει- σε μια χοντρική κατηγοριοποίηση τριών ειδών γραφής και τεσσάρων ειδών ανθρώπων:
- Ποιητής είναι ο μη φυσιολογικός άνθρωπος που δεν έχει την ικανότητα να αφηγηθεί την ιστορία του, καθώς στο μυαλό του το παρελθόν του είναι ένα στρώμα γεμάτο κενά που καταστρέφουν την συνοχή και την γραμμικότητα μιας ιστορίας, αλλά κι ένα στρώμα διάσπαρτο από λάμψεις και σπαράγματα ανάμεσα στα κενά, από λάμψεις και σπαράγματα που στη συνέχεια αποτυπώνονται σε ποιήματα, σε ποιήματα που τα χαρακτηρίζουν έτσι οι άλλοι και όχι ο ίδιος.
- Συγγραφέας είναι ο φυσιολογικός άνθρωπος που έχει την ικανότητα να αφηγηθεί την ιστορία του, αλλά όχι μόνο αυτή, έχει τη δυνατότητα να αφηγηθεί και τις ιστορίες άλλων, ενεργοποιώντας την φαντασία του, συναισθανόμενός τους, σωπαίνοντας τη δική του φωνή, ακούγοντας τη δική τους και μιλώντας με αυτή.
- Άνθρωπος που δεν γράφει είναι ο φυσιολογικός άνθρωπος που έχει την ικανότητα να αφηγηθεί την ιστορία του, αλλά όλως παραδόξως χωρίς τη συντροφιά της ανάγκης γραπτής αφήγησής της.
- Μπλόγκερ είναι ο μη φυσιολογικός άνθρωπος που έχει ανικανότητα μεν να πει την ιστορία άλλων με τη φωνή τους, ικανότητα και ανάγκη δε να πει τη δική του με τη δική του, ανάγκη μάλιστα τέτοιας υστερικής εντάσεως, που συχνά πυκνά τον κάνει να αναρωτιέται αν ζει για να ζήσει ή για να έχει υλικό για να γράφει και αν εν τέλει η ζωή είναι αναγκαίο κακό προκειμένου να μπορεί να ποστάρει.
Sincerely, Old Boy.

Δευτέρα, Μαΐου 07, 2007

Ολά

Όταν στην επινίκεια ομιλία του ο νεοκλεγείς Πρόεδρος της Γαλλίας αναφέρθηκε στη Σεγκολέν Ρουαγιάλ, οι ψηφοφόροι του άρχισαν τις γιούχες, με αποτέλεσμα ο Σαρκοζί να τους πει «Δεν θέλω ΟΥ» και να δηλώσει αμέσως μετά ότι θα είναι Πρόεδρος όλων των Γάλλων, κατορθώνοντας έτσι να υποδυθεί μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα και τον Γιώργο Ράλλη και τον Ανδρέα Παπανδρέου, αποδεικνύοντας ταυτόχρονα ότι η μικρή πατρίδα μας είναι πολιτικά 26 χρόνια μπροστά από τους Φράγκους.
Αθλητικά είναι ακόμη περισσότερα κι έτσι το σύνθημα του ευτυχούς, αλαλάζοντος πλήθους «Νικολά - Νικολά» δεν συνοδεύτηκε από το (θα ΄λεγε κανείς απολύτως απαραίτητο σε αυτές τις περιστάσεις) «γάμησέ τα ολά».

****

Τριφυλλάρα είσαι τρέλλα
με το τέταρτο αστέρι στην φανέλλα.
ΥΓ. Θοδωρή, δεν σε βρίζαμε όλοι. Κι όσοι σε έβριζαν σε έβριζαν γιατί μας έπαιζες μόνος σου, στην πιο συγκλονιστική ίσως βραδιά σου. Είσαι πολύ μεγάλος παίκτης κι έχεις κάνει την ομάδα σου σχεδόν εξίσου μεγάλη, αλλά σήμερα έχασες από μια ακόμη μεγαλύτερη, από την τέσσερεις φορές Πρωταθλήτρια Ευρώπης, σε έναν καταπληκτικό τελικό, όπου τα δυο μεγάλα πλέι μέικερ της Ευρώπης έτυχε να είναι Έλληνες και έτυχε να βρεθούν αντιμέτωπα.
Απόψε ήταν όλοι εκεί, οι θρύλοι του χθες και οι θρύλοι του σήμερα, ο Γκάλης, ο Παπαλουκάς, ο Διαμαντίδης, ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς, αυτός που κάποτε έλεγαν Γκαστόνε, αλλά την αξία στον αθλητισμό θα τη δυσφημήσεις μία, θα τη δυσφημήσεις δύο, αλλά αυτή τελικά θα φανεί και θα καταυγάσει.
Το μπάσκετ με τους Γιαννακόπουλους γράφει ιστορία, γιατί το ζήτημα είναι μεν τα λεφτά, αλλά ποτέ μόνο τα λεφτά: είναι τα λεφτά, συν την τεχνογνωσία, συν τη συνολική ατμόσφαιρα που αποπνέει όλος ο οργανισμός. Κι ο οργανισμός του μπάσκετ αποπνέει εξακολουθητικά υγεία, τη στιγμή που τα όποια λεφτά βάζει ο Τζίγγερ είναι λεφτά ορφανά, λεφτά που δεν συνοδεύονται από τεχνογνωσία, σε μια ατμόσφαιρα που αποπνέει εξακολουθητικά αρρώστια, σε έναν οργανισμό που μέσα του μικραίνουν όσοι έρχονται, τη στιγμή που μέσα στον οργανισμό του μπάσκετ όσοι έρχονται μεγαλώνουν.
Και στην Μαδρίτη θα είναι ωραία, με το πε - με το πέμπτο για παρέα.
Ή και χωρίς αυτό. Τα τέσσερα είναι ωραία, οι αναμνήσεις είναι ωραίες, ο ιδρώτας στο γήπεδο είναι ωραίος, το διαχρονικό μεγαλείo που βιώνουμε με αυτήν την ομάδα είναι ωραίο, ο Αλβέρτης με τον οποίο ανδρωθήκαμε όλοι μας παρέα είναι ωραίος, ο Αλβέρτης έφηβος στον «Tάφο του Ινδού» κι εμείς έφηβοι να τον παρακολουθούμε, ο Αλβέρτης να σηκώνει το τέταρτο ευρωπαϊκό 17 χρόνια μετά κι εμείς να τον παρακολουθούμε, να παρακολουθούμε αυτόν που επέλεξε σοφά να μην φύγει ποτέ από τον υγιή οργανισμό, μεγαλώνοντας μέσα του κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Είναι μερικές αθλητικές βραδιές που σε γεμίζουν.
Παναθηναϊκός - ΤΣΣΚΑ Μόσχας, 93 - 91.
Παρίσι - Θεσσαλονίκη - Μπολόνια - Αθήνα.
Το be continued.

Παρασκευή, Μαΐου 04, 2007

24. Ώρα Δέκατη.

Πρίβιουσλι oν τουέντυ φορ: 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7,8,9.
16:00 - 17:00
Δε φόλοουιν ιβέντς τέικ πλέις μπιτουίν φορ πι εμ εντ φάιβ πι εμ:
«Φτάσαμε. Πρέπει να σου δέσω τα μάτια».
Καθώς του τα έδενε ένιωσε το χέρι της να ακουμπά το πρόσωπό του. Ήταν ό,τι πιο μακρινό από χάδι, η επαφή ήταν στιγμιαία και σχεδόν βίαιη, ωστόσο ήταν η πρώτη επαφή της γυμνής της σάρκας με τη γυμνή του σάρκα από τότε. Η μύτη του δεν μπορούσε να επαληθεύσει το άρωμα που φορούσε, ήταν όμως διαφορετικό από το παλιό της, από το παλιό της που τις δυο φορές που το είχε ξαναμυρίσει έκτοτε (μια σε ασανσέρ και μια περιμένοντας να έρθει η σειρά του στα ΕΛΤΑ) είχε νιώσει βαθύτατα προσβεβλημένος, καθώς οι γυναίκες αυτές οικειοποιούμενες μια ξένη οσμή είχαν εισβάλλει βάναυσα σε έναν αυστηρά προσωπικό χώρο παραβιάζοντας το άβατο των αναμνήσεών του.
Τα μάτια του ήταν πλέον δεμένα αλλά αυτό δεν διαφοροποιούσε ιδιαίτερα το οπτικό του πεδίο, καθώς εξακολουθούσε να έχει μπροστά του την εικόνα της, την νέα εικόνα της, την μετέλπιστα αναστημένη εικόνα της, την εικόνα της τέσσερα και πλέον χρόνια μεγαλύτερη, τέσσερα και πλέον χρόνια διαφορετική, με διαφορετικό άρωμα, διαφορετικό χτένισμα, διαφορετικό χρώμα μαλλιών, ίδιο χρώμα ματιών, ίδια κατατομή προσώπου, ίδια φωνή, ίδια κι απαράλλακτη επίδραση στον ρυθμό του χτύπου της καρδιάς του.
Το φορτηγάκι σταμάτησε κι από μέσα του βγήκαν ο οδηγός, ο άντρας με το περίστροφο, η Νίνα κι ο Ιάκωβος (η Νίνα κι ο Ιάκωβος, ο Ιάκωβος κι η Νίνα, Νίνα+Ιάκωβος, Ιάκωβος+Νίνα, Ν+Ι, Ι+Ν). Το κινητό του Ιάκωβου χτύπησε και οι τρεις συνοδοί του άρχισαν να φωνάζουν ο ένας στον άλλο που δεν του το είχαν αφαιρέσει, κλείσει και πετάξει. Η Νίνα το πήρε στα χέρια της, κοίταξε την οθόνη και απενεργοποιώντας το είπε στον Ιάκωβο «Δεν λέει να αλλάξει συνήθειες με τίποτε η μανούλα σου, ε;».
«Μερικοί άνθρωποι παραμένουν σταθεροί, Νίνα, μερικοί άλλοι δεν έχουν καμία σχέση με τη σταθερότητα».
«Έλα, αφήστε τις συζητήσεις», διέταξε μια αντρική φωνή, που πρέπει να ανήκε στον οδηγό, γιατί ο άντρας με το όπλο ήταν νεαρής ηλικίας και η φωνή σχετικά γερασμένη.
Η ατμόσφαιρα δεν μύριζε καυσαέριο, οι ήχοι της πόλης δεν ακούγονταν, πρέπει να ήταν χώμα αυτό που περπατούσαν, αυτά ήταν σίγουρα κλειδιά που ξεκλείδωναν μια πόρτα, αυτή ήταν σίγουρα μια πόρτα που πρώτα άνοιξε και μετά έκλεισε, αυτή ήταν σίγουρα μια καρέκλα στην οποία τον κάθισαν, αυτό ήταν σίγουρα σχοινί γύρω από τα χέρια του, αυτά ακόμη πιο σίγουρα δεν ήταν τα χέρια της Νίνας στο πρόσωπό του, τώρα έβλεπε ξανά, ήταν σαν μεγάλη αποθήκη ο χώρος, σαν την αποθήκη από το «Reservoir Dogs» κι αυτός δεμένος σε μια καρέκλα σαν τον συνάδελφό του στην ταινία, αλλά δεν πίστευε ότι θα του έκοβαν κι εκείνου το αυτί, όχι, η δική του ιστορία δεν ήταν τέτοιου είδους, κι εν πάση περιπτώσει το αυτί ας του το έκοβαν, τα μάτια να άφηναν στη θέση τους κι εκείνη απέναντί τους, αλλά κι αυτά να του έβγαζαν είχε πια να θυμάται, είχε να ανατροφοδοτεί για μπόλικο ακόμα καιρό το υπαρξιακό του κενό με την ψευδαίσθηση του έρωτά του, είχε να γεμίζει το κενό αυτό, την πλήξη αυτή, την παραίτηση αυτή με τα άρλεκιν οράματά του, ένας τριανταοχτάρης αρλεκίνος, ένας ήρωας μιας δυσλειτουργικής ιστορίας, ενός δυσλειτουργικού εικοσιτετραώρου, μιας δυσλειτουργικής ζωής.
Ένας πυροβολισμός ακούστηκε.

Πέμπτη, Μαΐου 03, 2007

O Γκατούζο της Δεξιάς

Φανατικός ποδοσφαιρόφιλος, ο Πρωθυπουργός ενθουσιάστηκε από το καινούριο σύστημα της Ουέφα, το οποίο μετρά και καταγράφει τον συνολικό αριθμό των χιλιομέτρων που διανύει κάθε ποδοσφαιριστής στο γήπεδο και αποφάσισε να το υπενοικιάσει εφαρμόζοντάς το στα στελέχη του κόμματός του, παραχωρώντας σε αντάλλαγμα (δια μεσαζόντων) στην ευρωπαϊκή ποδοσφαιρική ομοσπονδία τρια νέα δομημένα ομόλογα με τα οποία θα πριμοδοτούνται οι ομάδες που περνούν γύρους στο τσάμπιονς λιγκ. Tα ομόλογα αυτά εκδόθηκαν στο 92% της ονομαστικής τους αξίας και κατέληξαν τελικά στην αγοράστρια Ουέφα στο 100%. Ο πρώτος αγώνας στον οποίο τέσταρε τους βουλευτές του ήταν το μεγάλο ντέρμπι της τσιτουριδοφαγίας. Δεν προξενεί καμία έκπληξη το γεγονός ότι τα περισσότερα τηλεοπτικά χιλιόμετρα, μακράν του δευτέρου, αποδείχθηκε πως κάλυψε ο (και «Γκατούζο της Δεξιάς» αποκαλούμενος) Μάκης Γιακουμάτος, ο οποίος, πραγματικό μηχανάκι, δεν άφησε σπιθαμή στούντιο απάτητη, μην διστάζοντας παρόλες τις αντίξοες για την παράταξή του συνθήκες να μαρκάρει ταυτόχρονα δυο και τρεις αντιπάλους εμποδίζοντάς τους να κάνουν παιχνίδι, όπως τις προάλλες τους (κατά σειρά πασοκότητος) Καψή - Πρετεντέρη - Λοβέρδο, να κερδίζει χρόνο πέφτοντας από την καρέκλα του και υποδυόμενος τον τραυματία, να ωρύεται ημιπτύων προς τους αντιπάλους «FAIR PLAY - FAIR PLAY» όταν αυτοί δεν επέστρεφαν τον λόγο αλλά εκδήλωναν αθέμιτη επίθεση, κι όλα αυτά με το μάτι της τίγρης στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, με το μάτι του παροξυσμένου μαχητή, με το μάτι του ανθρώπου που πήρε το καλοκαίρι ένα μουντιάλ και ετοιμάζεται να πάρει τώρα καπάκι κι ένα τσάμπιονς λιγκ.
Μάκης Γκατούζο - Γενάρης Γιακουμάτος, η ζωή ανήκει στα αλάνια, η ζωή ανήκει στους πολεμιστές.

Kλειστόν λόγω αυστηρής λογοκρισίας


«Φαντάσου ότι είσαι ένας νέος 25 χρονών που μένεις σε μια χώρα, η οποία συστηματικά καταπιέζει την ελευθερία της έκφρασης. Οι περισσότερες ιστοσελιδες με θέμα τα ανθρώπινα δικαιώματα “μπλοκάρονται” από ένα εθνικό φίλτρο και δεν εμφανίζονται ποτέ στην οθόνη σου. Θέλεις να επικοινωνείς με ανθρώπους από όλο τον κόσμο κι έτσι χρησιμοποιείς το PalTalk, ένα chat room που αν και η έδρα του είναι στην Νεά Υόρκη αλλά πολλοί χρήστες του μιλάνε τη γλώσσα σου. Στην ουσία είναι το παράθυρο του απομονωμένου κόσμου σου.
Μια μέρα που έχετε μαζευτεί στο σπίτι σου με φίλους και μιλάτε με άλλους χρήστες στο chat room, εισβάλλουν ξαφνικά στις τρεις το πρωί 50 αστυνομικοί, σας χτυπάνε και σε φυλακίζουν σε πλήρη απομόνωση για 9 ολόκληρους μήνες χωρίς ποτέ να σου απαγγελθούν κατηγορίες.
Περνάνε αυτοί οι μήνες και αφήνεσαι «ελεύθερος». Δε φοβάσαι να κατακρίνεις δημόσια την κυβέρνηση και υποστηρίζεις την αναγκαιότητα ειρηνικής αλλαγής της πολιτικής κατάστασης (στη χώρα σου είναι νόμιμο μόνο ένα πολιτικό κόμμα). Περίπου έξι βδομάδες μετά όμως, εκεί που κάθεσαι σε ίντερνετ-καφέ παρέα με τον αδερφό σου και διαβάζεις τα email σου και ειδησεογραφικά sites, σε πλησιάζουν άντρες της Ασφάλειας, σου φοράνε χειροπέδες και σε αναγκάζουν να τους οδηγήσεις σπίτι σου, όπου βρίσκουν και κατάσχουν, μία κάμερα, ένα κασετόφωνο, 2 CD και ένα βιβλίο που για κακή σου τύχη είναι απαγορευμένο επειδή υποστηρίζει την αναγκαιότητα δημοψηφίσματος για πολυκομματισμό στη χώρα.
Αν σε έλεγαν Truong Quoc Tuan και έμενες στο Βιετνάμ, τι νομίζεις ότι θα συνέβαινε μετά;
Θα ήσουν σε ένα κελί σε πλήρη απομόνωση χωρίς καμιά επαφή με δικηγόρους ή συγγενικά πρόσωπα. Θα σε κατηγορούσαν για προπαγάνδα εναντίον του κράτους και θα αναρωτιόσουν, στα αλήθεια για ποιο λόγο και για πόσα κλικ του ποντικιού σου αντιμετωπίζεις 20 χρόνια κάθειρξη…
Ή φαντάσου να δουλεύεις ως δημοσιογράφος σε κινέζικη εφημερίδα.
Τις παραμονές της 15ης επετείου από τη σφαγή στην πλατεία Τιενανμέν, σε συνάντηση του προσωπικού της εφημερίδας, σάς δείχνουν ένα μέμο από το Κεντρικό Τμήμα Προπαγάνδας για το πώς θα πρέπει να καλύψετε τις επετειακές εκδηλώσεις. Σε αυτό δίνονται οδηγίες στους εργαζόμενους στα ΜΜΕ να «κατευθύνουν σωστά την κοινή γνώμη», να «μην δημοσιεύουν ποτέ απόψεις που δεν είναι σύμφωνες με την επίσημη πολιτική» και να καταδίδουν στις αρχές τυχόν υποψίες που έχουν για συναδέλφους τους που επικοινωνούν με δημοκρατικά στοιχεία στο εξωτερικό.
Εσύ κρατάς σημειώσεις από αυτό το μέμο και το στέλνεις με email από τον προσωπικό σου yahoo! λογαριασμό σε κάποιον γνωστό σου στην Αμερική που διαχειρίζεται ένα πολύ γνωστό κινέζικο website, το Δημοκρατικό Φόρουμ. Το email δημοσιεύεται την ίδια μέρα με το ψευδώνυμο “198964” στα ανεξάρτητα κινεζόφωνα websites του εξωτερικού που έτσι κι αλλιώς είναι απαγορευμένα στη χώρα.
Σε συλλαμβάνουν μερικούς μήνες αργότερα. Η εταιρία Yahoo! θα έχει πολύ απλά δώσει τα στοιχεία του λογαριασμού της ηλεκτρονικής σου διεύθυνσης και την ακριβή τοποθεσία από την οποία στάλθηκε το επίμαχο email.
Αν το όνομά σου ήταν Shi Tao και έμενες στην Κίνα, τι νομίζεις ότι θα συνέβαινε μετά;
Θα καταδικαζόσουν με την κατηγορία της προδοσίας κρατικών μυστικών σε 10ετή κάθειρξη. Η γυναίκα σου θα ανακρινόταν καθημερινά από τις αρχές και η δουλειά θα της πίεζε να σε χωρίσει, πράγμα που τελικά θα έκανε. Θα είχες ελάχιστη επαφή με την οικογένειά σου. Θα μεταφερόσουν σε φυλακές υψίστης ασφάλειας και θα σου απαγόρευαν γράφεις ή να διαβάζεις. Η Επιτροπή Προστασίας Δημοσιογράφων θα σου απένειμε το Διεθνές Βραβείο Τύπου για την Ελευθερία, το οποίο φυσικά δε θα μπορούσες να παραλάβεις.
Φαντάσου να μπορούσες να απελευθερώσεις τον Truong Quoc Tuan και τον Shi Tao. Μπορείς!
Μπες στο http://www.amnesty.org.gr/ και πάρε μέρος στην εκστρατεία της Διεθνούς Αμνηστίας για την ελευθερία της έκφρασης στο ίντερνετ!».
(Παγκόσμια Ημέρα της Ελευθεροτυπίας σήμερα και το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Αμνηστίας ανεβάζει το παραπάνω κείμενο στα μπλογκ).

O Αντρέας

Ο Αντρέας ήταν συμφοιτητής της αδελφής μου. Πάνε έξι – επτά χρόνια τώρα από την τελευταία φορά που τον είδα στη σκηνή. Στο τέλος κάθε χρονιάς η σχολή τους έδινε μια θεατρική παράσταση Οι παραστάσεις ήταν συλλογικές και σπονδυλωτές κι έτσι έπαιζαν πολλά παιδιά από λίγη ώρα. Το σύντομο χρονικό διάστημα που ήταν στην σκηνή ένιωθα πως συνέβαινε κάτι εντελώς διαφορετικό απʼ αυτό που ένιωθα βλέποντας τους άλλους. Γελούσα και που τον έβλεπα. Ευφορία είναι μάλλον η σωστή λέξη: μου προξενούσε αστραπιαία ευφορία με δυο σχεδόν ανεπαίσθητες κινήσεις του σώματός του, με δυο σχεδόν ανεπαίσθητες εκφράσεις του προσώπου του. Και κρίνοντας από τα γέλια του κοινού δεν ήμουν ο μόνος. Στα δραματικά σκετς ήταν τόσο συγκινητικός όσο αστείος στα κωμικά. Τον ρωτούσα αν θα ασχοληθεί επαγγελματικά με την ηθοποιία, προτρέποντάς τον παράλληλα να το κάνει, αλλά ήταν από τότε σεμνός, ντροπαλός, διστακτικός κι απαισιόδοξος. Πέρσι, συμπτωματικά, τον ξανασυνάντησα. Μου είπε πως ασκούσε μεν το επάγγελμά του, αλλά ταυτόχρονα θα έπαιζε και σε μια «κανονική» παράσταση η οποία θα ανέβαινε σύντομα. Αμέλησα να πάω να τον δω, αμέλησε να με ενημερώσει ότι η παράσταση ξεκίνησε. Ρώτησα κι έμαθα πως φέτος δεν έπαιζε πουθενά.
Δεν παριστάνω τον ειδικό και δεν είμαι ειδικός. Τι σχέση έχει όμως η εξειδίκευση με τα συναισθήματα που σου μεταδίδει ένας ηθοποιός; Έχει, αν ο Αντρέας είναι το αντίστοιχο των μπαλλαδόρων συμμαθητών, που ντριμπλάροντάς μας στην σχολική αυλή μάς φαίνονταν σαν Μαραντόνα, αλλά σε επίπεδο υψηλού ανταγωνισμού το μέγεθός τους μίκραινε απελπιστικά. Από την άλλη το ωμό ταλέντο δεν κάνει μπαμ όταν το βλέπεις; Αλλά αν κάνει μπαμ γιατί δεν είχε την αντίστοιχη συνέχεια;
Μπορεί να την έχει στο μέλλον. Μακάρι. Αλλά και πάλι. Γιατί να είναι τόσο δύσκολο; Γιατί να μην αρκεί το ταλέντο;
Ταλέντα φιμωμένα, ταλέντα ματαιωμένα, ταλέντα αποσιωπημένα.
Είναι πράγματι μεγάλη αμαρτία να παρατάς το ταλέντο σου, αλλά δεν είναι ακόμη μεγαλύτερη προστυχιά να μην αρκεί το ταλέντο σου;
Nαι, χρειάζεται η πίστη, ο αγώνας, η επιμονή, αλλά τι γίνεται αν η επιμονή είναι κι αυτή ένα ταλέντο, ένα ταλέντο που στερείσαι;
Ίσως σε κάθε άνθρωπο που δεν αφοσιώνεται ολόψυχα στο ταλέντο του, επειδή τελικά αυτό δεν ήταν τόσο ζωτικής σημασίας για τον ίδιο, να αντιστοιχεί κι ένας άνθρωπος που ακριβώς επειδή το ταλέντο του είναι ζωτικής σημασίας για τον ίδιο, δεν αντέχει και να το βλέπει να μην έχει την αναγνώριση που θεωρεί πως του αξίζει.
Ίσως δηλαδή η αφοσίωση στο ταλέντο να χρειάζεται γαϊδουριά και όχι υπερευαισθησία, αδιαφορία για τη γνώμη των άλλων και εμμονή στη γνώμη τη δική σου, με τον υπαρκτό όμως τότε κίνδυνο, αυτό που έχεις να μην ονομάζεται στην πραγματικότητα ταλέντο αλλά ψώνιο.
(Κείμενο γραμμένο για το «Hotel Memory»).

Τετάρτη, Μαΐου 02, 2007

Πιτυρίδα ή Τανκς

- Γκιούλαινα, έχεις πιτυρίδα το ξέρεις;
- Άσε, έχω δοκιμάσει τα πάντα.
- Με Ultrex λούστηκες;
- Σου είπα τα πάντα.
- Πας και για Πρώτη Κυρία. Ντροπή. Μαντήλα έβαλες;
- Όχι.
- Ε, βάλε μαντήλα και θα δεις.
Γαρύφαλλο στ’ αυτί και στα μαλλιά μαντήλα,
το ευρωπαϊκό σου πρόσωπο έβγαλε καντήλα.
Λυσ' τα μαλλιά σου τσίφτισσα, τσιγγάνα τουρκογύφτισσα.
Καληνύχτα Κεμάλ, αυτή η χώρα δεν θα αλλάξει ποτέ.