Σάββατο, Σεπτεμβρίου 28, 2013

Σαν την αρκούδα

Keep
Perp
Walking
---
Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι σήμερα είναι μέρα νίκης για την ελληνική δημοκρατία (και αυτή είναι μια υπόθεση που ούτε δέχομαι εξ ορισμού αλλά εξίσου και δεν αποκλείω εξ ορισμού), πιστεύω ότι σήμερα είναι και μέρα ξεφτίλας για την ελληνική δικαιοσύνη. Δεν γίνεται να της βαράνε το ντέφι και αυτή να χορεύει σαν αρκούδα. Όφειλε να είχε επιδείξει άλλη στάση απέναντι στη Χρυσή Αυγή πάρα πολύ νωρίτερα. Όφειλε να είχε προστατεύσει το πολίτευμα πάρα πολύ νωρίτερα. Ξαφνικά και μόλις της δίνουν τη σχετική οδηγία ανακαλύπτει με τρελό ζήλο την Αμερική και δη αναδρομικά από το 1987. Και μια Δικαιοσύνη που πηγαίνει όπου φυσάει ο άνεμος, είναι μια Δικαιοσύνη που τελικά τρομάζει για το τι άλλο μπορεί να κάνει και ως πού μπορεί ακόμα να φτάσει. Δεν γίνεται όταν ο άνεμος φυσάει στο τραλαλό να αθωώνει τον Κασιδιάρη και λίγους μήνες μετά να συλλαμβάνει τον ίδιο και τους συντραμπούκους του επειδή ο άνεμος άλλαξε αιφνιδιαστικά -και άγνωστο ακόμα για ποιούς ακριβώς λόγους- κατεύθυνση. Τελικά γίνεται όμως. Όπως π.χ. γινόταν επτά χρόνια στη δικτατορία, όπου δικαστικά δεν κουνήθηκε φύλλο. Ο άνεμος που φυσά στην καρδιά των Ελλήνων Δικαστών και Εισαγγελέων είναι ο άνεμος του κονφορμισμού, ο άνεμος της εξάρτησης, ο άνεμος μιας δικαστικής βούλησης που είναι παρακολούθημα της εκάστοτε πολιτικής.

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 27, 2013

To μαντηλάκι

Οι δυο ομάδες παρατάσσονταν η μια απέναντι στην άλλη και έπαιρναν οι παίκτες της καθεμιάς τα νούμερά τους. Στο μέσο της απόστασής τους υπήρχε κάποιος που κρατούσε ένα μαντηλάκι και σε κάποια στιγμή φώναζε ένα νούμερο. Τότε ο παίκτης της κάθε ομάδας που είχε αυτό το νούμερο πήγαινε στο κέντρο για να πάρει το μαντηλάκι. Έπρεπε να προσέχει όμως. Το μαντηλάκι έπρεπε να το πάρει και να επιστρέψει στην ομάδα του, χωρίς να τον πιάσει ο παίκτης της άλλη ομάδας που είχε το ίδιο νούμερο και βγήκε κι αυτός να διεκδικήσει το μαντηλάκι. Διαφορετικά το μαντηλάκι το έπαιρνε αυτός.
Έχω ξεχάσει το όνομά της· από τότε που εφευρέθηκε το google άρχισε να φυλλοροεί η μνήμη. Yπάρχουν όμως πράγματα που δεν μπορείς να γκουγκλάρεις, υπάρχουν πράγματα που είτε τα θυμάσαι είτε όχι. Κι αυτή τη στιγμή δεν το θυμάμαι. Θυμάμαι να κρατάω τις αναμνηστικές φωτογραφίες που έβγαζε όλη η τάξη και να κοιτάζω το πρόσωπό της αχόρταγα μεν, ντροπαλά και κρυφά δε, κοιτώντας δηλαδή κρυφά εκείνην, την ώρα που φανερά κοιτούσα την φωτογραφία όλων μας. Δεν θυμάμαι καν για ποιά τάξη μιλάμε. Ή για νηπιαγωγείο ή για πρώτη ή για δευτέρα. Μετά άλλαξα περιοχή και σχολείο. Στο επόμενο σχολείο, από Τρίτη έως Έκτη αγαπούσα σταθερά όχι μια συμμαθήτρια, αλλά μια κοπέλα από το σχολικό. Αυτή την έλεγαν Σόνια. Κι επειδή δεν ερωτευόμαστε μόνο ανθρώπους, αλλά μαζί και τα ονόματά τους, με χαλάει ακόμη περισσότερο που δεν θυμάμαι τώρα το δικό της. Θυμάμαι όμως εκτός από τις φωτογραφίες όλης της τάξης και φωτογραφίες από επιδείξεις στο τέλος της χρονιάς. Πρέπει να ήταν το ταίρι μου σε κάποιο από τα χορευτικά, και αντί να κοιτάζω προς τον κόσμο, κοιτούσα προς εκείνη. Εννοείται πως ήταν το ταίρι μου στις επιδείξεις και μόνο. Δεν ήμουν το παιδί που θα είχα ταίρι στο νηπιαγωγείο, το δημοτικό, το γυμνάσιο, το λύκειο ή το πανεπιστήμιο.
Και κάπως έτσι η πρώτη έντονα χαραγμένη ανάμνηση για την πρώτη μου αγάπη είναι να περπατάω με τον πατέρα μου στη Φωκίονος Νέγρη και να του περιγράφω το ανδραγάθημά μου από το «μαντηλάκι». Είχα κερδίσει -εγώ ο τελευταίος σε όλα τα αθλητικά παιχνίδια,-τον αντίπαλό μου. Και τι σχέση έχει αυτό με την πρώτη αγάπη; Δεν είμαι σίγουρος. Μάλλον είχα κάνει κάποιο λογικό άλμα και του είχα πει πως άρα βλέποντάς με να κερδίζω εκείνη ... Όχι. Λάθος ποστ ξεκίνησα να γράφω. Μπέρδεψα τις μνήμες. Γειτνιάζουν φαίνεται τόσο που παρά λίγο να συναιρεθούν. Με θυμάμαι πάλι στο ίδιο σημείο (που άρα τελικά είναι εντελώς πιθανό να μην είναι το αυθεντικό σημείο ούτε στην μία ούτε στην άλλη ιστορία, να είναι απλά ένα σημείο που έχει αυτονομήσει η μνήμη, το έχει κάνει copy paste και το έχει πλαισιώσει σε ό,τι άξιζε να διασωθεί από τα παλιά, γιατί τo γούσταρε ιδιαίτερα, ίσως γιατί ήμουν πλέον σε ηλικία που μπορούσα να προσδιορίσω ακριβώς τον εαυτό μου και τον χώρο που ζούσα και το χέρι που με κρατούσε από το χέρι και το κομμάτι εκείνο της πλατείας, που όταν τελείωνε η Λήμνου μοσχοβολούσε ολόκληρο από τις μυρωδιές της κοντινής πιτσαρίας), με θυμάμαι λοιπόν πάλι στο ίδιο σημείο να λέω στον πατέρα μου ότι είχα δει τη συμμαθήτρια αυτή στον ύπνο μου. Και την είχα δει πριν από κάποιον αντίζηλο, με τον οποίο το συζητούσαμε το θέμα; Ή μάλλον πως εκείνος μου μιλούσε μεν για αυτήν, αλλά εγώ είχα κάνει την υπέρβαση και την είχα δει και σε όνειρο; Πώς έχει εμπλακεί έτσι ο ανταγωνισμός σε αυτές τις αναμνήσεις; Και πώς εξηγείται τότε ότι μεγαλώνοντας είχα μηδενικά ανταγωνιστική νοοτροπία σε ερωτικά ζητήματα; Δεν ξέρω. Και για το ότι ο ανταγωνισμός ήταν κομμάτι της αληθινής ιστορίας δεν είμαι έτοιμος να πάρω όρκο. Είμαι όμως μάλλον έτοιμος να πάρω όρκο για το ότι ήταν κομμάτι της η ενοχή. Πρέπει δηλαδή αφού αφηγήθηκα τα του ονείρου να ένιωσα κάπως αμήχανα. Και με καρφιτσωμένη στο στήθος αυτή την μαθημένη ή μη ενοχή να πορεύτηκα μια πορεία που πιθανώς να είχε ξεκινήσει πολύ πριν την αφήγηση του ονείρου, μια πορεία που πιθανότατα είχε ξεκινήσει γενιές πριν, με τη διαφορά ότι η μια γενιά δεν επηρεάζει την επόμενη κι αυτή την μεθεπόμενη γραμμικά, αλλά μπορεί κάλλιστα να είναι κι ένα ασταμάτητο μπρος - πίσω, ένα δράση - αντίδραση - πάλι δράση - πάλι αντίδραση, μια μακρά αλυσίδα όπου ο κάθε κρίκος επηρεάζει τον επόμενο είτε ωθώντας τον προς την ίδια πλευρά είτε προς την ακριβώς αντίθετη.
Την είχα δει πάντως στον ύπνο μου. Κι ας μην θυμάμαι τώρα τ' όνομά της.
 ---
Ποστάκι γραμμένο για το διϊστολογικό αφιέρωμα με τίτλο «Η πρώτη αγάπη», στο οποίο μπορείς ακόμη να διαβάσεις τα εξής:
Βιβλιοθηκάριος:  Η κα Τζίνα: η πρώτη αγάπη
Ο ήχος του ανέμου: ο πρώτος έρωτας
Η ποδηλάτισσα: Πρώτη αγάπη
Kidscloud: Η πρώτη αγάπη αλλά και η πρώτη απογοήτευση
Το καραντί: Αγάπη
Rubies  and Clouds (RubinakiM): Έρωτες
Rubies  and Clouds (Nefosis): Σ' αγαπώ μα δεν το κχέρεις
Κυνοκέφαλοι: Ο Ταρζάν κι η αβωνιάρα
Ερυθρό καγκουρώ: Ραβασάκι και σκαμπίλι
Αναγεννημένη: πρώτο σκίρτημα
Kos Panti: Δυο αγάπες κι ένα ταξίδι στο μέλλον
Τσαλαπετεινός: Αχ Ελισσάκι
EvZin: Η Τριανταφυλλένη
Kizilkum: Αν ήσουν
Polyanna' s days:  Όταν πηγαίναμε μαζί σχολείο
Χαμένα επεισόδια: And burn your bridges down
Μια καπότα γράφει: η πρώτη αγάπη
Μπανάνα: Η λάθος μπλούζα

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 26, 2013

Emcee

Τον Σεπτέμβρη του 2013 δεν είχε μόνο μαχαιρώματα και αντιφασιστικά τόξα. Είχε ας πούμε μια ακόμη απεργία, αυτή των εκπαιδευτικών, να μην αντέχει στη δεύτερη βδομάδα της, είχε και τον Άδωνη σε ρόλο emcee να ρίχνει στο τραπέζι προτάσεις όπως το 25ευρω για νοσηλεία σε δημόσια νοσκομεία και να τις ρίχνει πουλώντας την καλλιτεχνική τρέλα του κομπέρ, μιλώντας για λογαριασμούς αλληλεγγύης και λέγοντας πως όποιος δεν έχει τα 25 να έρχεται στο γραφείο του να του το λέει και θα τον εξυπηρετεί τον ξεφτίλα, αντιμετωπίζοντας την κοινωνία σαν τηλεπερσόνα, σαν λίγο γραφικός αλλά πάντα αξιαγάπητος ριζοσπάστης που σκέφτεται out of the box. Βρισκόμαστε σε εποχή Μπους τζούνιορ και η Ελλάδα είναι το δικό τους Ιράκ, όπου κάνουν τις πιο κραυγαλέες μπίζνες, τώρα που τους παίρνει, τώρα που μπορούν, τώρα που όλοι είναι μουδιασμένοι, σαστισμένοι, παραλυμένοι. Πιστεύω ότι το 25 ως νούμερο δεν προκύπτει από κάποια λογιστική μελέτη, πιστεύω ότι θα έπεσε ως πρόταση ένα μικρότερο, κι αυτό διστακτικά, και ο Άδωνις θα πλειοδότησε, έτσι για να εντυπωσιάσει τους επιτελείς του, ή τους δανειστές μας, ή τις εταιρίες ιδιωτικής ασφάλισης, ή επειδή έβαλε ένα στοίχημα ρε αδελφέ καμιά μποτίλια ουίσκι ότι δεν θα κωλώσει να πει 25 ευρώ, και να που τελικά μαλακία έκανε, γιατί και 35 και 45 και 55 και 255 να έλεγε, τίποτα δεν θα συνέβαινε, η πατρίδα συνεχίζει να μεταρρυθμίζεται και τα ταμπού συνεχίζουν να σπάνε κι όλα κατεδαφίζονται ησύχως.

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 23, 2013

Ένα προβληματάκι μεγάλο



 «... εάν υπάρχει συστημική διασύνδεση (μεταξύ ΕΛ.ΑΣ και Χρυσής Αυγής) τότε υπάρχει ένα προβληματάκι μεγάλο. Και όχι μόνο για έναν πολιτικό προϊστάμενο, υπάρχει μάλλον, θα έλεγα, ένα προβληματάκι για τη δημοκρατία» 
«Η απάντησή μου είναι κάθετα όχι. Δεν υπάρχει συστημική διασύνδεση»
 ---
Επίσης με εντολή του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη Νίκου Δένδια ανατέθηκε σήμερα από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, Αντιστράτηγο Νικόλαο Παπαγιαννόπουλο στον Διευθυντή της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας, Ταξίαρχο Παναγιώτη Στάθη, «ευρύτατη έρευνα σχετικά με τα καταγγελλόμενα στον Τύπο για ενεργό εμπλοκή αστυνομικών στη δραστηριότητα του κόμματος «Λαϊκός Σύνδεσμος - Χρυσή Αυγή» και την τυχόν συμμετοχή τους στη διάπραξη αδικημάτων», όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση. Ο Αρχηγός του Σώματος «μετέφερε στον επικεφαλής της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων τη βούληση του κ. Υπουργού να μην υπάρξει οιαδήποτε σκιά στο Σώμα» σημειώνεται στην ίδια ανακοίνωση. Και συμπληρώνεται ότι προκειμένου επίσης να διασφαλιστεί κατά απόλυτο τρόπο η αντικειμενικότητα στην έρευνα της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων, αντικαθίστανται και μετακινούνται σε άλλες υπηρεσίες: - Ο Υποστράτηγος, Προϊστάμενος του Κλάδου Ασφάλειας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας. - Ο Αστυνομικός Διευθυντής, Διοικητής και ο Αστυνομικός Υποδιευθυντής, Υποδιοικητής της Ε.Κ.Α.Μ. - Ο Αστυνομικός Διευθυντής, Προϊστάμενος της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής - Ο Αστυνομικός Υποδιευθυντής, Προϊστάμενος του Τμήματος Όπλων και Εκρηκτικών της Υποδιεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής - Ο επικεφαλής της διμοιρίας της Υ.Α.Τ. στο Κερατσίνι, τα μέλη της οποίας φέρονται σύμφωνα με φωτογραφίες και καταγγελίες να πετούν πέτρες κατά τη διάρκεια των επεισοδίων της 18/9/2013, χωρίς να παρεμποδίζονται και χωρίς να συλλαμβάνονται . - Ο Αστυνόμος, Διοικητής της Ομάδας Δ.ΕΛ.Τ.Α. - Ο Αστυνόμος, Διοικητής του Αστυνομικού Τμήματος Νίκαιας. 
---
Από τη θεωρία ότι οι μούντζες, τα γιαούρτια ή η αντιμνημονιακή ρητορική οδήγησαν στα μαχαιρώματα των νεοναζί ίσως λοιπόν πειστικότερη είναι η θεωρία πως η ανοχή στη σύνδεση αστυνομίας - φασιστών οδήγησε στα μαχαιρώματα των νεοναζί, ίσως πειστικότερη είναι η θεωρία ότι αν ο αρμόδιος υπουργός είχε ενδιαφερθεί λίγο νωρίτερα «να μην υπάρξει οποιαδήποτε σκιά στο σώμα», τότε είναι εξαιρετικά πιθανόν ο Παύλος Φύσσας να ζούσε και να μην είχε προσφέρει το σώμα του βορά στον φασίστα μαχαιροβγάλτη στο δρόμο και στον φασίστα εφημεριδοβγάλτη Θέμο Αναστασιάδη στο περίπτερο.  
Κι επειδή η αστυνομία δεν είναι το μοναδικό ως τώρα σκέλος του προβλήματος, αλλά έχει και η Δικαιοσύνη το δικό της σεβαστό μερίδιο, μια μικρή αναδρομή στην υπόθεση της δίκης του Ηλία Κασιδιάρη, μια υπόθεση που αφορούσε ληστεία, ξυλοδαρμό και επίθεση με (τι άλλο;) μαχαίρι, υπόθεση που θα μπορούσε να είχε αποδειχθεί κομβική για την ανάδειξη της ευθέως εγκληματικής τους δράσης στο ανώτερο επίπεδο, υπόθεση που περιέργως δεν αναφέρεται στο μπαράζ όλων των τηλεοπτικών καναλιών που κάνουν τις τελευταίες ημέρες αναδρομική προβολή υλικού για τη Χρυσή Αυγή. Ίσως επειδή έχουν ενοχές για τη περίπου μηδενική κάλυψη της υπόθεσης, ίσως επειδή δεν θέλουν να την προβάλλουν επειδή αθωώθηκε, ίσως όμως -για να πω τη θεωρία συνωμοσίας της βδομάδας- επειδή πρέπει να προκύψει μια σοβαρότερη Χρυσή Αυγή, όπου θα ξεχωρίσει η ήρα από το στάρι, το σκέλος της εγκληματικής οργάνωσης από αυτό των ιδεολόγων, οι Λαγοί και οι λοιποί μπρουτάλ τύποι από τα παιδιά με το σεξ απίλ, τις γκόμενες μοντέλα και τα τρελά δημοσκοπικά ποσοστά στον Δήμο της Αθήνας. 

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 22, 2013

Ψάχνοντας για τους μαλάκες

Bγαίνω να πετάξω τα σκουπίδια, βλέπω μια πατημένη μαύρη γάτα. Πίσω της στην άσφαλτο το αποτύπωμα του αίματος, η διαδρομή που έκανε το χτυπημένο ζώο από το μέσο του οδοστρώματος μέχρι το σχεδόν πλάϊ του, εκεί που τώρα βρίσκεται με το κεφάλι ανοιγμένο κι ένα περίεργο απόστημα να εξέχει από αυτό. Σκέφτομαι πως αν δεν την μαζέψουν εγκαίρως -ποιός είναι άραγε αρμόδιος για την αποκομιδή των πατημένων γατιών; ο εντεταλμένος υπάλληλος του Δήμου; εγώ;- μπορεί να την δει ο γιος μου και να φρικάρει. Μετά αναρωτιέμαι πόσο κακό τελικά θα είναι να έχει και μια τέτοια εικόνα χαραγμένη μέσα του. Τι θα πειράξει να δει έναν εφιάλτη ή και να του μείνει πιο μόνιμα; Ως πότε θα ζει σε τεχνητούς κόσμους, ως πότε θα προφυλάσσεται από την εικόνα της βιαιότητας και της ασχήμιας και του θανάτου;
Κι ύστερα σκέφτομαι αυτό που μάλλον σκέφτονται όλοι, αν δηλαδή το μαχαιρωμένο κορμί του Φύσσα που κυκλοφορεί στα περίπτερα και τους υπολογιστές όλης της χώρας από χθες είναι το τέλος μιας κατάμαυρης περιόδου ή το έναυσμα μιας ακόμη πιο μαύρης. Εκτός από τα κορμιά νεκρών γατιών θα συνηθίσουμε -γιατί, ας μην έχουμε την παραμικρή αμφιβολία, όλα συνηθίζονται- και στα κορμιά νεκρών ανθρώπων στους δρόμους; Κι αυτό δεν είναι ακριβώς το πιο ύπουλο σχέδιο, η πιο δόλια ατζέντα; Ο φόβος για τα χειρότερα; Το χάος της δραχμής των προηγούμενων εκλογών να μετατραπεί στο χάος της σύγκρουσης «των άκρων»; Ως πότε θα πιάνουν όλα τα πόστα του μυαλού μας, ως πότε θα μας μανιπουλάρουν, ως πότε θα μας κερδίζουν από τα ψυχολογικά αποδυτήρια, ώστε να χάνουμε χωρίς αγώνα;
Τείνουμε να λέμε ότι τον αμιγώς φασίστα τον νομιμοποιεί ο νοικοκυραίος που θέλει πάνω απ' όλα την ησυχία του, που θέλει τάξη και ασφάλεια και στα αρχίδια του τι γίνεται έξω από το σπιτάκι του. Συγγενής όμως -αδελφός για την ακρίβεια- αυτού του νοικοκυραίου, είναι ο νοικοκυραίος ή μη νοικοκυραίος εκείνος, που στη θεωρία τον ενδιαφέρει τι γίνεται έξω από το σπιτάκι του, αλλά όταν έρχεται η ώρα της πράξης είναι τσακωμένος με την έννοια του προσωπικού κόστους και της θυσίας, εκείνος που όταν έρχεται η ώρα της πράξης λογικεύεται και εκλογικεύει και σχετικοποιεί και, όχι, δεν θα αναλάβει εκείνος να πληρώσει τις ιδέες του και για τις ιδέες του, θα εξακολουθήσει να λέει και να λέει και να λέει αλλά να μην κάνει τίποτα, θα εξακολουθήσει να υποχωρεί τακτικά και συνειδησιακά, θα εξακολουθήσει να αποδέχεται το έξωθεν επιβαλλόμενο μικρότερο κόστος αντί να αναδεχθεί τον κίνδυνο του ολικού, γιατί δεν είναι μαλάκας εκείνος να προσπαθήσει να αλλάξει μόνος του έναν κόσμο που αρνείται να αλλάξει, γιατί καλές και άγιες οι αρχές και τα πιστεύω, αλλά τα πιστεύω δεν βάζουν φαγητό στο τραπέζι σου.

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 20, 2013

Το όριο του μαχαιριού



Το «Ε, όχι και μαχαίρι» είναι ίσως το μόνο αληθινό όριο που χωρίζει τη Χρυσή Αυγή από τον τρόπο που πάρα πολύ καιρό τώρα λειτουργεί τεράστια μερίδα της Ελληνικής Αστυνομίας (και πάντως οι δυνάμεις της που βρίσκονται στο δρόμο), το μόνο αληθινό όριο ανάμεσα στο κράτος και το παρακράτος. Κι αν το μαχαίρι και ο φόνος είναι το όριο διαφορετικής δράσης, το όριο ανοχής πάει πιο πέρα, καθώς δεν είναι το σκέτο μαχαίρι, αλλά το μαχαίρι μπροστά στα μάτια μας (κι αυτό ίσως μόνο αν είσαι γυναίκα και έχεις εκ φύσεως μεγαλύτερες αντίστασεις στην κτηνοποίηση). Το μαχαίρι πάντως στα σκοτεινά και κατά μη Ελλήνων το αίμα και την καταγωγή είναι μαχαίρι που έχει κάνει θραύση.
Δεν πήγαινα ποτέ σε πορείες. Έτσι είχα μάθει, έτσι την είχα δει, δεν έχει τόσο σημασία ο λόγος. Περισσότερη σημασία έχει πόσο συνήθισα πλέον και πόσο δεδομένο θεωρώ πως όποτε πάω, θα βρεθεί η στιγμή που θα τρέξω κι εγώ και όλοι δίπλα μου να καλυφτούμε από τα χημικά και τα αστυνομικοκυνηγητά. Όποτε βρίσκομαι σε πορεία η Ελληνική Αστυνομία είναι ο κίνδυνος και η απειλή κατά της σωματικής μου ακεραιότητας και εν γένει της υγείας μου με όλα αυτά που ψεκάζουν. Δεν έχω ασκήσει ποτέ την παραμικρή πράξη βίας, έχω δεχθεί και ξαναδεχθεί όμως πως το στάτους μου ως πολίτη που ασκεί συνταγματικό του δικαίωμα, είναι το στάτους του εσωτερικού εχθρού. Αλλά τουλάχιστον δεν φοβάμαι ότι θα με μαχαιρώσει κανένας αστυνομικός. Ή αν με περικύκλωναν ποτέ χρυσαυγίτες θα τους άφηναν μεν να με πλακώσουν, το μαχαίρι όμως θα ήταν το όριο που θα τους έκανε να επέμβουν. Έστω και κατόπιν εορτής. Δεν το λες και λίγο για μια ευνομούμενη πολιτεία και μια ευρωπαϊκή δημοκρατία.  

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 18, 2013

Αδιάρρηκτα

Δεν με εξοντώνουν τόσο οι δολοφόνοι και οι λάτρεις του Χίτλερ, όσο οι εκατοντάδες χιλιάδες που τους ψήφισαν και εξακολουθούν να λένε ότι θα τους ψηφίσουν.
Δεν με εξοντώνει τόσο ο φόνος, όσο ο Λαζαρίδης μετά τον φόνο.
Δεν είναι ο φονιάς το δεξί χέρι του Πρωθυπουργού της χώρας, ο Λαζαρίδης είναι.
Απόγνωση· όχι για τους χρυσαυγίτες φονιάδες, αλλά για τους ψηφοφόρους τους, για τον Πρωθυπουργό της χώρας, για όλο το θεσμικό οικοδόμημα που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τους χρησιμοποιεί.
Χθες βράδυ δολοφόνησαν οι φασίστες κι απόψε βράδυ ο στενότερος πρωθυπουργικός σύμβουλος συνέδεσε αδιάρρηκτα το όνομα του Αντώνη Σαμαρά με αυτό της νεοναζιστικής συμμορίας δολοφόνων: βαθιά μέσα στα σκατά γράφει πλέον Λαζαρίδης και Σαμαράς.

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 16, 2013

Ταξισυνειδησία

Eλλάς 2015: η χώρα κυβερνάται πλέον από τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς. Οι μεγαλοεκδότες έχουν εγκαταλείψει άρον άρον τα ΜΜΕ τους κι έχουν διαφύγει σε εξωχώριους παραδείσους για να γλιτώσουν τη διώξη, τη δήμευση, τη διαπόμπευση. Τα τηλεοπτικά κανάλια έχουν περάσει στα χέρια των εργαζομένων, που απαλλαγμένοι πλέον από την ασφυκτική πίεση των αφεντικών τους, μπορούν να μεταδίδουν το δελτίο που πάντα ονειρεύονταν. Ο λαός από την πλευρά του έχοντας συνειδητοποιήσει πως η ανάδειξη μιας αληθινά αριστερής κυβέρνησης δεν είναι παρά μόνο το πρώτο βήμα, συνεχίζει να σπρώχνει με διαρκείς απεργίες και κινητοποιήσεις την ατζέντα προς τα αριστερότερα και κομμουνιστικότερα. Αλλά κι η κυβέρνηση απ' τη δική της την πλευρά στέκεται στο ύψος της και αναγνωρίζει τη δίκαιη ταξική πάλη των απεργών. Όλοι πια μιλούν για την εργατική τάξη και τους κεφαλαιοκράτες, με τρόπο που καθιστά την απουσία του 902 απαρατήρητη. 

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 13, 2013

Wag the Dog


Σήμερα επανέρχεται με άρθρο του στην Καθημερινή που ξεκινά ως εξής: «Υπάρχει ένα σοβαρό ελάττωμα στη δημόσια συζήτηση. Προτιμούμε να μην αναφερόμαστε σε θέματα που ενοχλούν. Το εμπεδώσαμε στη χούντα, όταν έπρεπε να χαμηλώνεις τη φωνή πριν αναφερθείς σε «ανατρεπτικά» ζητήματα. Στη μεταπολίτευση, τη διάκριση μεταξύ όσων μπορούμε να συζητούμε «ανοικτά» και εκείνων που πρέπει να αποφεύγονται, τη δίδαξαν οι πολιτικές νεολαίες της «Αριστεράς»» 
και καταλήγει ως εξής: «Ομως, μια αριστερή αλλαγή καθεστώτος, μέσω μιας σοσιαλιστικής Ελλάδας, θα προκαλέσει σοβαρότατη αντίδραση. Ο σημερινός χώρος των εθνικιστών και άλλων πολιτών που αναδεικνύουν, δημοσκοπικώς, τη Χ.Α. σε ρυθμιστικό παράγοντα, εύκολα θα συμπαραταχθεί σε μια Συντηρητική Συμμαχία, εγκαταλείποντας ορισμένες ακραία αποτρόπαιες συμπεριφορές. Ας το ξανασκεφτούν όσοι, στην ευρύτερη Αριστερά, συνεχίζουν να παίζουν με τη φωτιά, υποσχόμενοι στον λαό παροχές και ανατροπές που δεν θα μπορούσαν ποτέ να πραγματοποιήσουν. Σε τελευταία ανάλυση, ο εθνικισμός δεν είναι ντροπή!».

Ο Παπαδημητρίου εξισώνει λοιπόν την μεταπολίτευση με την χούντα στα προσκόμματα που προκαλούσαν στη δημόσια συζήτηση, ωσάν η δημόσια συζήτηση για τα πολιτικά θέματα να είναι ισόκυρη και εξίσου προστατευόμενο αγαθό σε μια δικτατορία και σε μια δημοκρατία και ωσάν να υπάρχουν μόνο λίγες τεχνικές διαφορές στο είδος των εμποδίων που θέτει το κάθε πολίτευμα.
Κι ακόμη κι αν είναι γούστο του και καπέλο του να μην έχει νεοναζιστικές ενστάσεις ή να τον ενοχλούν μόνο ορισμένες «ακραία αποτρόπαιες συμπεριφορές» -και εκείνος να μπορεί να κάνει προφανώς σκόντο μέχρι τις μετριοπαθώς αποτρόπαιες- πιο ενδιαφέρον για το τι ρόλο βαράει στα αλήθεια η Χρυσή Αυγούλα είναι πως ενώ εμφανίζεται με καραμπαμπάμ αντιμνημονιακό προσωπείο, αυτό δεν μοιάζει να ενοχλεί τον ιεροκηρυκότερο των μνημονιακών ιεροκηρύκων, δεν χρειάζεται καν να το αναφέρει ως ένα θέμα που θα ξεπεραστεί, αφού δεν υπάρχει στα αλήθεια τέτοιο θέμα, δεν υπάρχει στα αλήθεια αντιμνημονιακή Χρυσή Αυγή, αφού ό,τι γέρνει προς τα δεξιά μπλέκεται στο μυαλό του γλυκά, και αφού στο μυαλό του -ή και στην πραγματικότητα- ο νεοφιλελευθερισμός έχει συγγενικούς δεσμούς ακόμη και με τον εθνικισμό που δεν είναι ντροπή, τον φασισμό και το ναζισμό, ενώ ό,τι γέρνει προς τα αριστερά ήταν, είναι και θα είναι ο υπέρτατος, αν όχι και ο μοναδικός, εχθρός.
Οι φωνές για την -καιρό υπό συζήτηση- συμμαχία ΝΔ και ΧΑ θα προέλθουν από δύο κατευθύνσεις. Από τα μη ενοχικά δεξιά θα έχουν το πρόσημο του λόγου του Μπάμπη και από το εκσυγχρονιστικά, λοβερδικά, πραταγκοναθενσβοϊσικά το πρόσημο θα πάει περίπου κάπως έτσι: καλύτερα να τους πάρουμε με το μέρος μας παιδιά, καλύτερα να συνεργαστούμε μετεκλογικά μαζί τους για να τους ελέγχουμε κιόλας σε ένα βαθμό, καλύτερα έτσι ώστε να αναγκαστούν να βάλουν κι αυτοί λίγο νερό στο κρασί τους, ο μόνος τρόπος να σώσουμε τη δημοκρατία μας είναι να πάψουμε να απαξιώνουμε τη βούληση του κυρίαρχου λαού και να συνεργαστούμε με αυτό το κόμμα, μόνο έτσι θα συνεχίσουμε να απολαμβάνουμε ευρωπαϊκή δημοκρατία και δεν θα διολισθήσουμε στον φασισμό, κι όποιος δεν αντιλαμβάνεται ετούτες τις κρίσιμες ώρες πως το να προβάλλει μαξιμαλιστικές απαιτήσεις και να επικαλείται ιδεολογικούς λόγους και να τσινάει για τη συνεργασία μας με τη Χ.Α είναι ο υπ΄αριθμόν ένα χορηγός του φασισμού, είναι ο ηλίθιος εκείνος που θα φέρει μια μέρα τους ναζί να μας κυβερνούν μόνοι τους. Ή μόνοι τους οι ναζί ή όλοι εμείς οι σοβαρευμένοι αντικομμουνιστές μαζί. 
Η θεωρία των άκρων, τα συνταγματικά τόξα και τα άλλα λόγια να μισιόμαστε. Με τις δημοσκοπήσεις στο χέρι, βγάζουν μεθοδευμένα σαν λαγούς, πρώτα τον Τράγκα, τώρα τον Μπάμπη, μετά τον Παπαχελά, αφενός να αρχίσουν να νομιμοποιούν το φασιστικό τους δεκανίκι και αφετέρου να τσεκάρουν αντιδράσεις, να δουν με τι ένταση και σε τι συχνότητα όλα εμείς τα σκυλιά του Παβλώφ θα γαβγίσουμε. Αυτή είναι και η καταλυτικότερη στην πράξη διαφορά: η από εδώ πλευρά γαβγίζει, η από εκεί δαγκώνει. 

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 12, 2013

Η αναπροσαρμογή των προφητειών

Διακοποδάνεια με τα οποία οι μικροαστοί πήγαιναν διακοπές στο Μπαλί,
οι τυφλοί της Ζακύνθου κι οι μαϊμού αναπηρικές συντάξεις,
είχαμε αφήσει «τους Γότθους και τους Τεύτονες να φτιάχνουνε μπουλόνια» κι εμείς περνούσαμε ζωή χαρισάμενη και δανεική,
το -κυριολεκτικό- ξεβράκωμα ενός συνδικαλιστή επί σκηνής, αφού έχει πρώτα προηγηθεί το μεταφορικό και του ίδιου και των σωματείων του,
συνεχείς αναφορές στο «πονηρό κόμμα» και καμία στο μη πονηρό - εικάζει κανείς εξ αντιδιαστολής- με το οποίο συγκυβερνά,
χαρά και ευτυχία είναι η δουλειά και η δημιουργία βρε, χαρά και ευτυχία και πλούτος είναι τα λίγα και καλά, η οικονομία, το μέτρο, να ξαναμάθουμε να παράγουμε και να αμειβόμαστε με ό,τι μας αναλογεί βάσει της ανταγωνιστικότητας,
εκείνος προσπάθησε να μας τα εξηγήσει στα χρόνια που είχαμε χάσει τον ηθικό μας μπούσουλα, αλλά δεν πολυθέλαμε να τα ακούσουμε τα δυσάρεστα λόγια που είχε να μας πει, και έτσι για να κερδίσει κι αυτός την εύνοιά μας και την αγάπη μας -κάνει την αυτοκριτική του- ψιλοϋπέκυψε και μας τα έλεγε λιγότερο αιχμηρά, εισάγοντας έτσι την έννοια του καλλιτεχνικού κόστους, που είναι το ακριβές αντίστοιχο του πολιτικού κόστους για όλα αυτά τα χρόνια που οι πολιτικοί μας ήθελαν μεν να κάνουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις αλλά ο αδιόρθωτος λαός τσινούσε,
ωστόσο η παράσταση τελειώνει με το «Μέρες καλύτερες θα 'ρθουν» γιατί το κλειδί δεν είναι η αμνησία, το κλειδί είναι η αναπροσαρμογή των προφητειών, κάποια στιγμή θα ΄ρθουν οι καλύτερες μέρες - το λέει το ένστικτό του, δεν έχει σημασία που στο μεταξύ δεν ήρθαν καλύτερες μέρες αλλά χρεοκοπία, 
ούτε βέβαια οι καλύτερες ήταν η ισχυρή, εκσυγχρονιστική Ελλάδα ή το καλοκαίρι του 2004 -το μνημονεύει στην αρχή αυτό, για τα γιούρο του και τις ολυμπιάδες- του, ο εθνικός καλλιτέχνης έχει πάντα δίκιο και πάντα ένα επιμύθιο να μας πει σε κάποια τελετή, ο εθνικός καλλιτέχνης είναι εδώ για να εκπροσωπεί την Ελλάδα στην κάθε στιγμή της, στα πάνω της και στα κάτω της, όταν χρειαστεί υμνητικά κι όταν χρειαστεί κριτικά,
κι αν χρειαστεί κάνοντας και καρικατούρα τον Ιωάννη Μελισσανίδη, γιατί είναι πάντα πιο εύκολο να βγάλεις γέλιο από αυτόν παρά από τον Δημήτρη Μελισσανίδη, που πιθανώς δεν έχει πάει ποτέ διακοπές στο Μπαλί, ακόμα όμως κι αν έχει, δεν έχει πάει με διακοποδάνεια, αλλά απολαμβάνοντας τους καρπούς της δουλειάς και της δημιουργίας του, όπως πρέπει πλέον να κάνει κάθε Έλληνας.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 07, 2013

Λουκάνικα Φρανκφούρτης

Από πρόσφατη συνέντευξη του Γούντι Άλεν: «Είναι κάτι τυχαίο το ότι βρισκόμαστε στη γη και χαιρόμαστε τις ανόητες, μικρές στιγμές μας, προσπαθώντας να ξεχνιόμαστε όσο πιο συχνά γίνεται, ώστε να μη χρειάζεται να σκεφτόμαστε το γεγονός ότι είμαστε προσωρινές υπάρξεις με πολύ λίγο χρόνο στη διάθεσή μας, σε ένα σύμπαν που και αυτό κάποτε θα εξαφανιστεί εντελώς. Και πως όλα όσα θεωρούμε πολύτιμα -είτε πρόκειται για τον Σαίξπηρ, είτε για τον Μπετόβεν, είτε για τον Νταβίντσι είτε για οτιδήποτε άλλο- θα εξαφανιστούν. Η γη θα εξαφανιστεί. Ο ήλιος θα εξαφανιστεί. Δεν θα μείνει τίποτα. Το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε για να τα βγάλουμε πέρα με τη ζωή είναι να ξεχνιόμαστε. Ο έρωτας λειτουργεί ως μια περίσπαση. Η δουλειά λειτουργεί ως μια περίσπαση. Μπορεί κανείς να περισπάται με ένα σωρό διαφορετικούς τρόπους. Αλλά το κλειδί είναι να καταφέρνεις να περισπάσαι».

Τί τον έμαθε ο πατέρας του: «Όχι πολλά, ούτε καν να ξυρίζομαι· oδηγίες για να ξυρίζομαι σωστά μου έδωσε κάποτε ένας ταξιτζής. Το μεγαλύτερο μάθημα που μου έδωσε ο πατέρας μου είναι πως αν δεν έχεις την υγεία σου τότε δεν έχεις τίποτα. Πως όσο σπουδαία και αν σου τα έχει φέρει όλα η ζωή, αρκεί ένας πονοκέφαλος, ένας πονόλαιμος, μια ναυτία -για να μην πούμε, θεός φυλάξοι, τίποτα σοβαρότερο- και όλα έχουν καταστραφεί».

Τί συνεπάγεται αυτό; «Πως ένα χάμπουργκερ θα ήταν υπέροχο ή ένα μεγάλο λουκάνικο Φρανκφούρτης, ξέρεις, από αυτά με την μουστάρδα. Αλλά δεν τρώω τέτοια πράγματα. Έχω να φάω λουκάνικο Φρανκφούρτης καμιά 45αριά χρόνια. Δεν τρώω τροφές που μου δίνουν ευχαρίστηση. Τρώω για την υγεία μου. "Ι don't eat enjoyable food. I eat for my health".».

Τί τον έμαθε η μητέρα του: «Την αρχή της αυστηρής πειθαρχίας. Ο πατέρας μου δεν έβγαζε αρκετά χρήματα και η μητέρα μου φρόντιζε και για τα λεφτά και για την οικογένεια, έτσι δεν της έμενε καιρός για ελαφρότητες. Πάντα έβλεπε το ποτήρι όχι μισοάδειο, αλλά άδειο κατά τα δύο τρίτα. Με έμαθε να δουλεύω και να μη σπαταλώ τον χρόνο μου».  

Τί συνεπάγεται αυτό;  (Δικά μου είναι αυτά, όχι της συνέντευξης): Μια ολοκληρωμένη ταινία κάθε χρόνο, κάθε χρόνο με μαθηματική ακρίβεια, κάθε χρόνο απαρέγκλιτα· πως μέσα σε ένα χρόνο έχει ξεκινήσει από το μηδέν και ολοκληρώσει μια ταινία· πως έχει γυρίσει 45 ως τώρα ταινίες, αντί 10, 15 ή 20.

Λέει ακόμα στη συνέντευξη, πως όταν τελειώσει μια ταινία του δεν ξαναβλέπει ποτέ σκηνή της. Πως δεν θυμάται καν πολλά από όσα συμβαίνουν στις ταινίες του. Πως αν πέσει στο ζάπινγκ σε κάτι δικό του αλλάζει αμέσως κανάλι, γιατί δεν αντέχει να δει τα λάθη που θα εντόπιζε. Πως κριτικές διάβασε μόνο μετά το "Τake the money and Run" και τις βρήκε τόσο αντικρουόμενες (αφού ο ένας αποκαλούσε την ταινία αριστούργημα, ο άλλος το πιο βλακώδες πράγμα που είχε δει στη ζωή του, και όλοι τα έγραφαν έξυπνα και πειστικά) με αποτέλεσμα να του φανεί όλο αυτό χωρίς νόημα. Πως έπαψε έκτοτε να ασχολείται με τις κριτικές και τις κρίσεις των άλλων και πως χάρη στην μητέρα του έπαψε να τον απασχολεί το θέμα αν είναι σπουδαίος ή ασήμαντος. Πως δεν βγάζεις απολύτως τίποτα με το να κολλάς σε αυτήν την αμφιβολία. Άλλωστε, «αν έχεις γεννηθεί με ένα χάρισμα, δεν είναι σωστό να συμπεριφέρεσαι σαν να είναι επίτευγμα».

"Work works as a distraction". Περισπαστείτε γιατί χανόμαστε. Ο ψυχαναγκασμός της παραγωγικότητας. Ο ψυχαναγκασμός της δημιουργίας. Εργασιομανία αντί τελειομανίας. Ποιός είμαι ποιός δεν είμαι, τι σημασία έχει τελικά; Και τι νόημα έχει να πηγαίνω σε τελετές βράβευσης; Κι ό,τι έφτιαξα θα εξαφανιστεί μια μέρα. Τι νόημα θα είχε να το έφτιαχνα καλύτερα, να έφτιαχνα μία ταινία στο διάστημα που έχω ήδη φτιάξει τρεις; Και αν είμαι όντως κάποιος, είναι επειδή έχω ένα χάρισμα. Ένα εγώ εκτός θέματος. Ένα καλλιτεχνικό εγώ εκτός θέματος. Αν το καλλιτεχνικό εγώ ήταν το θέμα του θα είχε γυρίσει 10, 15 ή 20 ταινίες και όχι 45. Λόγω του πατέρα του 45 χρόνια χωρίς λουκάνικο Φρανκφούρτης, λόγω της μητέρας του 45 ταινίες. Που δεν τις ξαναβλέπει και ποτέ. 

Οι γονείς μας μας καθορίζουν μέχρι αηδίας. Εξαντλητικά. Και αντιφατικά. Η αντίφαση ανάμεσα στο να έχεις μια κοσμοθεωρία που βασίζεται στην προσωρινότητα των πάντων και στο να δίνεις υποχονδριακά τόσο πρωτεύοντα ρόλο στο να μην αρρωστήσεις. Η υγεία ως ένα ιδανικό. Ως ένα υποκατάστατο λειτουργικότητας σε μια ζωή που αργά ή γρήγορα θα βγει εκτός λειτουργίας. Μείνε υγιής μέχρι να πεθάνεις. Μην αρρωστήσεις. Και εκμεταλλεύσου τον χρόνο σου. Μην τον αφήσεις να πάει χαμένος. Το ποτήρι είναι σχεδόν άδειο. Δεν υπάρχει καιρός για να χαλαρώσεις. Υπάκουσε τον πατέρα σου και την μητέρα σου. Καν' το όπως σε έμαθαν. Ζήσε όπως σε έμαθαν. Έρχεσαι στη ζωή και αυτοί οι δύο άνθρωποι, η ενότητα αυτών των δύο ανθρώπων, το σύμπλεγμα αυτών των δύο ανθρώπων, σου εξηγεί τι έχει σημασία και τι όχι, ως αυθεντικοί ερμηνευτικές και νομοθέτες του κόσμου. Στο εξηγούν είτε με τα λόγια τους είτε με τις πράξεις τους, πάντως με τον τρόπο τους. Αυτή η ερμηνεία του κόσμου θα σε ακολουθεί για πάντα. Είτε την ενστερνιστείς και την ακολουθήσεις, είτε την απορρίψεις και προσπαθήσεις να πας όσο πιο μακριά της γίνεται, σε έχει πάντως οριοθετήσει. Κι όσο κι αν το λαχταράς το γαμημένο το λουκάνικο Φρανκφούρτης -ξέρεις, από αυτά με τη μουστάρδα- ξέρεις επίσης ότι δεν πρέπει να το φας.

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 05, 2013

Mονολογώντας σε άλλους

Η Τζάνις και η Τζίντζερ είναι γεννημένες από διαφορετικούς γονείς, υιοθετήθηκαν όμως και μεγάλωσαν από τους ίδιους. Η Τζάνις άλλαξε το όνομά της σε Τζάσμιν γιατί ήταν πιο σικ και ρομαντικό. Η Τζάσμιν εγκατέλειψε τις σπουδές της όταν την ερωτεύτηκε και την παντρεύτηκε ο πρίγκιπας του παραμυθιού, ένας μερικά χρόνια μεγαλύτερός της και πολύ πλούσιος άνδρας, που της προσφέρει έκτοτε μια ονειρική σε υλικές συνθήκες ζωή. Η Τζίντζερ, που δεν άλλαξε το όνομά της ποτέ, παντρεύτηκε όχι πρίγκιπα, αλλά εργάτη. Όταν η Τζίντζερ έρχεται ταξίδι στη Νέα Υόρκη με τον άντρα της, η Τζάσμιν την θεωρεί βάρος και δεν την φιλοξενεί στο σπίτι της, μολονότι είναι έπαυλη και έχει επαρκέστατο χώρο. Όταν ο άντρας της Τζάσμιν αποδεικνύεται μεγαλοαπατεώνας και φυλακίζεται, η Τζάσμιν χάνει τα πάντα. Η εφορία τους παίρνει το σπίτι και όλα τους τα υπάρχοντα. Η Τζάσμιν αναγκάζεται να αλλάξει πόλη, στάτους και κοινωνική τάξη. Η αδελφή της στο Σαν Φρανσίσκο τη δέχεται σπίτι της και δεν τη θεωρεί βάρος, μολονότι μεγαλώνει δύο παιδιά από τον γάμο της που έχει στο μεταξύ λυθεί και μολονότι ετοιμαζόταν να συγκατοικήσει με το νυν φίλο της, που είναι κι αυτός μέλος της εργατικής τάξης. 
Στην πρώτη σκηνή της ταινίας η Τζάσμιν μιλάει για τον εαυτό της σε μια γιαγιά που κάθεται δίπλα της στο αεροπλάνο. Στην προσγείωση η γιαγιά θα πει στον άντρα της πως μπήκε στη συζήτηση επειδή νόμιζε ότι η Τζάσμιν μιλούσε σε εκείνη. Τα νεύρα της Τζάσμιν έχουν κλονιστεί, με αποτέλεσμα να μονολογεί ενίοτε παραληρηματικά. Σε δυο τρεις σκηνές ακόμη ο Γούντι Άλεν θα δείξει με εξαιρετικό τρόπο την εξαιρετικά λεπτή τελικά γραμμή ανάμεσα στο να μιλάς σε έναν άλλο άνθρωπο και στο να μιλάς στον εαυτό σου. Η απόσταση από τη νόρμα ενός ανθρώπου για τον οποίον ο εκάστοτε συνομιλητής του είναι απλά ένα πρόσχημα για να λέει τα δικά του, ως την ψυχολογική κατάρρευση και τη ψυχική διαταραχή του παραληρηματικού μονολόγου, δεν είναι τόσο μεγάλη. Υπάρχουν πράγματι άνθρωποι που μιλάνε στους άλλους ανθρώπους αδιαφορώντας παντελώς για τους άλλους ανθρώπους, που μιλάνε ανηλεώς για τον εαυτό τους και που οι διάλογοι τους είναι ουσιαστικά μονόλογοι. Οι άνθρωποι που έχουν ανάγκη να μιλάνε για τον εαυτό τους θα το κάνουν τόσο σε γνωστούς όσο και σε αγνώστους. Και η Τζάσμιν είναι άνθρωπος κατεξοχήν εγωκεντρικός.
Η Τζάσμιν βλέπει την αδελφή της σαν κατώτερή της και γενικά βλέπει τους άλλους από ψηλά. Και μπορεί ο πρώην άντρας και ο νυν φίλος της Τζίντζερ να μην αποδέχονται αυτό το βλέμμα, τη Τζίντζερ όμως σχεδόν την καθορίζει. Το αποδίδει στο ότι η Τζάσμιν έχει ισχυρότερα γονίδια, δεν αποκλείεται όμως το κόμπλεξ αυτό να της το δημιούργησε η ίδια, με το να της φερόταν πάντα ως κατώτερη. Κόμπλεξ κατωτερότητας της Τζίντζερ, κόμπλεξ ανωτερότητας της Τζάσμιν. Οι άνθρωποι της εργατικής τάξης είναι για την Τζάσμιν εξ ορισμού κατώτεροι. Λούζερς τους αποκαλεί. Η εργατική τάξη είναι η τάξη των λούζερς. Η Τζάσμιν πιέζει την Τζίντζερ να βρει κάποιον καλύτερο. Αυτά είναι τα αληθινά λαχεία της ζωής. Και όσο και αν σπεύδει κανείς να δει θετικά την Τζίντζερ, τον τρόπο που φέρεται στην Τζάσμιν, τον τρόπο που όταν ο κόσμος της καταρρέει, της ανοίγει το σπίτι της και την αγκαλιά της, όσο και αν είναι προτιμητέα αυτή η στάση από μια στάση εκδίκησης ή ακόμα και απόλυτα δικαιολογημένης αδιαφορίας, δεδομένου του τρόπου που της έχει φερθεί στο παρελθόν, δεν παύει να τίθεται το ερώτημα πού σταματάει η καλοσύνη και πού αρχίζει η θυματοποίηση.  
Αν η Μπλανς Ντυμπουά στο «Λεωφορείον ο Πόθος» στηριζόταν πάντα στην καλοσύνη των ξένων, η Τζάσμιν έζησε αρχικά στηριζόμενη στην εκμετάλλευση των ξένων από τον άντρα της και στη συνέχεια, όταν αυτός βγήκε εκτός εικόνας, στηρίχθηκε στην εκμετάλλευση της αδελφής της, ψάχνοντας μια δεύτερη ευκαιρία παραμυθιού σαν την πρώτη. Κι όταν τα πλούτη και η καλή ζωή ξανάρχονται με την μορφή ενός διπλωμάτη με φιλοδοξίες πολιτικού, τα ερωτεύεται ξανά, όντας έτοιμη να επιστρέψει στον μόνο κόσμο που την ενδιαφέρει και στον οποίο ανήκει. Η Τζάσμιν ζει για τον εαυτό της και για τον γυάλινο πύργο της. Kαι στον πρώτο γυάλινο πύργο που ζούσε δεν είχε κανένα πρόβλημα να «κoιτά από την άλλη πλευρά». Δεν ήθελε να ξέρει ούτε για οικονομικές απάτες ούτε για απιστίες. Υπάρχει ένα όριο όμως στο να κοιτάς αλλού. Όταν αναγκάζεσαι να δεις εκεί που δεν ήθελες, όταν το παραμύθι γκρεμίζεται, τότε καταλαβαίνεις πως το να εξαπατάει ο άλλος όλη την κοινωνία μπορείς να το ανεχθείς, αλλά το να εξαπατά εσένα όχι. Το παράδοξο όμως και συνάμα μια βασική επιτυχία της ταινίας -τόσο του τρόπου με τον οποίο είναι γραμμένος ο ρόλος της Τζάσμιν, όσο και του τρόπου με τον οποίο τον ενσαρκώνει η Μπλάνσετ- είναι πως ενώ είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρεις ένα καλό στοιχείο στην Τζάσμιν, είναι και ένας άνθρωπος που τελικά περισσότερο συμπονάς παρά αντιπαθείς, ένας άνθρωπος που δεν θες την τιμωρία του, αλλά μάλλον τη λύτρωσή του. 
Ο Γούντι Άλεν με τη «Θλιμμένη Τζάσμιν» υπογράφει τη 45η ταινία του, την καλύτερη των αρκετών τελευταίων χρόνων. Στους δεύτερους ρόλους κάνει ασυνήθιστες αλλά εξαιρετικά επιτυχημένες επιλογές, όπως αυτή του χαρισματικού Μπόμπι Καναβάλε, υποψήφιου για Έμυ για το Βoardwalk Empire, και δυο stand up κωμικών, του Λούις Σι Κέι και του Άντριου Ντάις Κλέι. To ότι τους βάζει σε δραματικούς ρόλους είναι ίσως ενδεικτικό και της αέναης παλάντζας του ανάμεσα στο δραματικό και το κωμικό. Η Σάλι Χόκινς είναι εξαιρετική ως Τζίντζερ και η Κέιτ Μπλάνσετ παίρνει τον ρόλο της Τζάσμιν και τον πηγαίνει με τις αποχρώσεις στην ερμηνεία της μερικές σκάλες πιο πάνω από ό,τι θα φανταζόταν και ο ίδιος ο Άλεν όταν τον έγραφε. 
(Kείμενο γραμμένο για το ελculture)

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 02, 2013

Ο δρόμος

Kυκλοφορεί την Τρίτη το νέο τεύχος του Unfollow και το εξώφυλλό του είναι μάλλον το πιο αγαπημένο μου ως τώρα, γιατί εκτός από το πολιτικό μήνυμα που απευθύνεται στον υποψήφιο αναγνώστη αλλά και στον πολίτη που θα το δει στο περίπτερο ή στο διαδίκτυο, υπάρχει και μια κρυμμένη κι αγαπησιάρικη -στα μάτια μου τουλάχιστον- διάσταση που αφορά τους συντελεστές του περιοδικού: ο δρόμος της φωτογραφίας είναι ο δρόμος των γραφείων του, άρα εξ ορισμού κι ένας δρόμος με συναισθηματική φόρτιση. Και δεν θα ντραπώ να πω, πως 21 μήνες τώρα είναι μέσα στην γενική μιντιακή και πολιτική εικόνα ένας δρόμος καλός και έντιμος και άξιος· πως εν πάση περιπτώσει είναι ένας δρόμος τον οποίο αισθάνομαι όμορφα να περπατάω. 
Σκέφτομαι πως η φωτογραφία μού αρέσει επιπλέον επειδή έχει μια υλικότητα και μια σωματικότητα και μια αλήθεια που ξεπερνάει την αλήθεια της πολιτικής θέσης. Σκέφτομαι πως η φωτογραφία θα μου άρεσε ούτως ή άλλως, ακόμα και αν ήταν ένας τυχαίος αθηναϊκός δρόμος· πως έχει αποτυπώσει την παραγνωρισμένη και δυσφημισμένη αστική ομορφιά, την ομορφιά των στενών της πόλης· την ομορφιά που έχουν όταν τα φωτίζει ο ήλιος με αυτό το συγκεκριμένο φως ή την ομορφιά που έχουν όταν τα φωτίζει η ζωή της νύχτας· την ομορφιά της καθημερινότητας.
Τα μέρη που ζούμε είναι και οι ζωές που ζούμε, είναι και το νόημα που τους δίνουν οι αναμνήσεις μας. Οι ζωές που ζούμε είναι βέβαια -εκτός από τα μέρη- και οι εποχές που ζούμε. Και το παράδοξο με την εποχή στην οποία ζούμε, είναι πως όσο πιο ευδιάκριτο και αναμφίβολο καθίσταται το νόημά της, όσο πιο ευδιάκριτο και αναμφίβολο καθίσταται το τι συνιστά ο δρόμος που έχουμε πάρει, τόσο λιγότερα εμπόδια και τόσο μικρότερη αντίδραση συναντά.

Πρωτάθλημα ξανά

Όχι στις φούσκες όλων εκείνων που ζουν πάνω απ' τις δυνάμεις τους.
Όχι στην ύβρη της αλόγιστης σπατάλης σε έναν κόσμο που πένεται.
Όχι στους Βale του σήμερα και τα Bailout του αύριο
Nαι σε ένα άλλο, υγιές μοντέλο ανάπτυξης.
Ναι στην εξυγίανση και το χτίσιμο απ' την αρχή.
Ναι στον αγώνα κατά του εχθρικού περιβάλλοντος, ναούμ.
Όχι στα Βed Peace και τα Ηair Peace και τους χίπικους ακτιβισμούς.
Όχι στην αφέλεια των πασιφιστών και την ελαφράδα των συνθημάτων.
Όχι στη κουλτούρα των ναρκωτικών και των παραισθήσεων.
Ναι στα Pope Peace και τα Jesus Peace και τους ποντιφικικούς ακτιβισμούς.
Ναι στους Τζον Λένον του σήμερα με τα παπικά δακτυλίδια.
Ναι στον Χριστιανισμό, ναι στη Δημοκρατία, ναι στη Δύση.
Ναι στον κοινοβουλευτισμό που σκίζει ξανά σταλινικά κωλαράκια.
Ναι στη Δυσάρα που ένα ανθρωπιστικό βομβαρδισμό θέλει να κάνει
και την πλακώνουν οι τύψεις, οι δεύτερες σκέψεις και το ντιού πρόσες.
Όχι στην αγανάκτησή σας, τον λαϊκισμό σας, τις μούντζες σας.
Όχι στους εχθρούς της νεωτερικότητας και τη νοοτροπία του όχλου.
 Όχι στο δρόμο, τις πορείες, τις διαδηλώσεις, τις εξεγέρσεις
όχι στα Τζίγγερ πούλα και πούλο,
γιατί μετά οδηγούν, με ενδιάμεση στάση τους Βγενόπουλους,
στον Παναθηναϊκό του Γιάννη Αλαφούζου,
που όταν η Ρεάλ του Μπέιλ θα κηρύττει πτώχευση
αυτός θα παίρνει θριαμβευτικά το πρωτάθλημα Τύπου.