Πέμπτη, Νοεμβρίου 30, 2006

Δεν υπάρχουν άγγελοι

Κάνω εκπομπή για την διαφθορά των πολιτικών. Ποιός είναι ένας εκ των καλεσμένων μου; Ο Πέτρος Μαντούβαλος. Ο Πέτρος Μαντούβαλος ως κριτής και τιμητής της διαφθοράς. Αφού τον καλώ, στη συνέχεια τον εγκαλώ, όχι στη βάση της προσωπικής του υπόθεσης αλλά στη βάση της κομματικής του ιδιότητας. Όχι «μιλάτε εσείς που έχετε την προσωπική σας φωλιά χεσμένη», αλλά «μιλάτε κι εσείς που έχετε τη συλλογική σας φωλιά χεσμένη, μιλάτε κι εσείς της Νέας Δημοκρατίας με τα μαύρα χρήματα». Δεν σε κατηγορώ επειδή εκκρεμούν εις βάρος σου σοβαρές κατηγορίες, αλλά σε κατηγορώ επειδή ανήκεις σε ένα κόμμα. Η ατομική ευθύνη λίγη σημασία έχει πια, αφού όλοι είναι συλλογικά ένοχοι σε ένα περιβάλλον συλλογικής σαπίλας. Αριστούργημα.
Για το ένα πεντηκοστό των ενδείξεων εις βάρος του Μαντούβαλου άλλοι καταβροχθίζονται στις εκπομπές μου.
Για τον Μαντούβαλο όμως θα κάνω ειδική εκπομπή όπου θα ακούσω με προσοχή όλους τους υπερασπιστικούς του ισχυρισμούς χωρίς οργή, χωρίς να εξανίσταμαι, χωρίς να βγαίνω από τα ρούχα μου όπως συνήθως.
Για τον Κώστα Κεντέρη ακριβώς το ίδιο.
Για την Καίτη Χατζηβασιλείου, που είτε είναι βρωμερή συκοφάντης είτε από τα χειρότερα κατακάθια της κοινωνίας, ώστε να λαδώνει στα πλαίσια μιας υπαλληλικής σχέσης με τα ίδια της τα χέρια τον Μητσοτάκη, δεν θα περιοριστώ να παρουσιάσω στην εκπομπή μου τις κατηγορίες της, αλλά θα μου ξεφύγει να πω και ότι «οι Έλληνες ταυτίζονται μαζί της». Αριστούργημα.
Ακούω το όνομα Τεγόπουλος στην εκπομπή μου; Ποιος Τεγόπουλος; Της «Mediatel» με τα ροζ τηλέφωνα; Να μην ακούω για τον Τεγόπουλο, να ευχαριστήσω δημοσίως όμως τον Γιώργο Κουρή που μου δίνει βήμα (και φυσικά να βάζω και σοφτ πορνό στο «Πρώτο Θέμα»). Για τον Τεγόπουλο γίνομαι πυρ και μανία, τον Γιώργο Κουρή τον ευχαριστώ. Αριστούργημα.
Μα πρώτα απ' όλα και πάνω απ' όλα, δεν θα περάσει εκπομπή που να μην πω ή υπονοήσω δέκα με δώδεκα φορές πόσο τεράστιος είμαι, πόσο εξυγιαντής είμαι, πόσο αδιάφθορος είμαι, δεν θα περάσει εκπομπή που να μην λιβανίσω τα γένια μου.
Δεν τα λιβανίζω τυχαία όμως. Το μήνυμά μου είναι εν τέλει μεσσιανικό και αργά ή γρήγορα θα σταθώ απέναντί από τον λαό μου ζητώντας του να μου δώσει τη δύναμη να καθαρίσω το τοπίο και να οδηγήσω τη χώρα μπροστά.
Κι αν κάτι λειτουργεί ενισχυτικά στον απώτερο σκοπό μου, είναι όταν παύουν να με αντιμετωπίζουν ψύχραιμα, όταν παύουν να μου απαντούν και να με κατακρίνουν με συγκεκριμένα επιχειρήματα και αρχίζουν να με δαιμονοποιούν.
Όταν δηλαδή γράφουν βαθύτατα αντιδημοκρατικής αντιλήψεως φράσεις όπως αυτή «Όσοι βουλευτές, πολιτικοί, συνδικαλιστές νομιμοποιούν με την παρουσία τους τηλεοπτικές εκπομπές που παράγουν τον φασισμό, να θεωρούνται φίλοι της τυραννίας. Με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τα κόμματά τους, τους συναδέλφους τους βουλευτές, τους αρχηγούς τους και τους πολίτες» ή όταν τρέχουν σαν το Νίκο Κωνσταντόπουλο σε κάθε θεσμική αρχή του τόπου για να ζητηθεί συμπαράταξη απέναντι στο τέρας.
Γιατί όση προφανέστατη εμπάθεια και όση προϊστορία να υπάρχει στις επιθέσεις Τριανταφυλλόπουλου κατά Κωνσταντόπουλου, δεν παύει να εγείρεται ένα πολιτικό θέμα στο πόσο διακριτοί μπορεί να είναι τελικά οι ρόλοι του δικηγόρου μεγαλοεπιχειρηματιών και του αρχηγού ενός αριστερού κόμματος. Για μένα ο Κωνσταντόπουλος παραμένει ηθικά διαφανής (το νομικά διαφανής το θεωρώ αναμφισβήτητο), ωστόσο πιστεύω ότι είναι πάντα προτιμότερο, εάν και εφόσον συκοφαντείσαι, να βγαίνεις κατ' αρχήν να απαντάς στην εκπομπή του συκοφάντη σου για να μην αιωρούνται οι εντυπώσεις και στη συνέχεια φυσικά να τον αντιμετωπίζεις και δικαστικά.
Όσο ο Τριανταφυλλόπουλος αντιμετωπίζεται όπως ο διάβολος τόσο θα μεγαλώνει η απήχησή του στον κόσμο, ακριβώς γιατί όταν λες διάβολο τον άλλο φαίνεται να κρατάς τον ρόλο του αγγέλου για τον εαυτό σου.
Παραδόξως είναι ο ρόλος που και ο ίδιος ο Μάκης προτιμά για την πάρτη του.
Έτσι όμως η πολιτική αντικαθίσταται από την ηθικολογία και από τις δύο πλευρές, έτσι οι πολιτικοί χωρίζονται σε αυτούς που τα παίρνουν και σε αυτούς που δεν τα παίρνουν και οι δημοσιογράφοι στους κοινούς συκοφάντες και τους λειτουργούς του Τύπου.
Ο Τριανταφυλλόπουλος δεν είναι ούτε ο ρομαντικός κυνηγός της διαφθοράς ούτε η ελεεινή συκοφαντική μηχανή.
Ο Τριανταφυλλόπουλος είναι ένας άνθρωπος που η επιλεκτική του ευαισθησία, η επιλεκτική του αναισθησία και οι δημοσιογραφικές του μέθοδοι δημιουργούν σωρεία ενστάσεων και αντιρρήσεων, είναι ένας άνθρωπος που θρέφεται από τη διαφθορά· θρεφόταν χθες αμιγώς δημοσιογραφικά, σήμερα και εκδοτικά, αύριο πολιτικά. Το ότι θρέφεται όμως τόσα χρόνια από αυτήν, σημαίνει ότι η διαφθορά είναι βαθιά ριζωμένη στη ζωή της χώρας.
Corruption is why he wins, που θα 'λεγαν και στη Syriana.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 29, 2006

Ετυμολογίες

- Μαμά, από πού βγαίνει η λέξη «loyalty»;
- Από τη λέξη «λόγια» παιδί μου, από τη λέξη «λόγια».

Ο ΛΥΚΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ

OXI ΣΤΟ ΜΑΓΑΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ ΑΠ' ΤΟΝ «ΛΥΚΟ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ», ΤΟΝ ΑΡΧΙΑΙΡΕΣΙΑΡΧΗ ΒΕΝΕΔΙΚΤΟ.
Η ΒΕΒΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΡΕΠΕΙ ΠΑΣΗ ΘΥΣΙΑ ΝΑ ΑΠΟΤΡΑΠΕΙ, ΓΙ' ΑΥΤΟ ΣΥΝΥΠΟΓΡΑΦΟΥΜΕ ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΕΠΑΝΑΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΩΣ ΤΖΑΜΙ.
(Εκ του Θινκ Τανκ «Λουκάς ο Νοταράς»).










Πολώνιο-210, το αποτέλεσμα μετράει.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 27, 2006

Ο Πρόεδρος

Συμβαίνει ένα έγκλημα που προσδίδει στο επίθετο «πρωτοφανές» κάτι από το χαμένο του κύρος, ένα έγκλημα που έρχεται από τα βαθιά σκοτάδια της ανθρώπινης φύσης και γεννά απορίες επί αποριών.
Mεταβαίνει επί τόπου ο επί εκατόν ογδόντα οκτώ χρόνια αστυνομικός συντάκτης, ο καλούμενος και «Πρύτανης του Αστυνομικού Ρεπορτάζ», ο άνθρωπος που τίμησαν και επέλεξαν οι συνάδελφοί του ως Πρόεδρο της ΕΣΗΕΑ και τον ακούς να λέει και να ξαναλέει επικαλούμενος την πείρα του, ότι «αφού λοιπόν οι πέντε κυνηγοί πυροβολήθηκαν από κυνηγητικό όπλο, εγώ από την πρώτη στιγμή απέκλεισα το ενδεχόμενο οι δράστες να είναι έμποροι ναρκωτικών» και ότι «οι χαριστικές βολές αποδεικνύουν ότι ο δράστης είχε μίσος για τα θύματα».
Βλακεία δεν είναι να λες τη γνώμη σου· η γνώμη σου μπορεί να αποδειχθεί σωστή ή λανθασμένη. Βλακεία είναι να μιλάς με απόλυτη σιγουριά για πράγματα που σε ξεπερνούν.
Ολοένα και περισσότερο αρχίζω και φοβάμαι στη ζωή μου τους σίγουρους, τους απόλυτους, τους κατηγορηματικούς.

Κυριακή, Νοεμβρίου 26, 2006

Να μ' αγαπάς


Κι όμως, γίνεται. Σπανιότατα, αλλά γίνεται. Λίγες στιγμές αυθεντικής συγκίνησης μπροστά στον τηλεοπτικό φακό. Χθες βράδυ, στην εκπομπή του Σπύρου Παπαδόπουλου στη ΝΕΤ, τιμώμενο πρόσωπο ήταν ο Γιάννης Κούτρας. Ένας από τους καλεσμένους ο Ανδρέας Θωμόπουλος. Ο Κούτρας λέει, ότι στις δεκαετίες που συνεπεία των κακών επιλογών του είχε εξαφανιστεί απ' το προσκήνιο, ο Θωμόπουλος τού είχε ανοίξει την πόρτα του σπιτιού του και του είχε σταθεί πραγματικός φίλος. Ο Θωμόπουλος έχει γράψει μουσική και στίχους στο «Να μ' αγαπάς» του Παύλου Σιδηρόπουλου. Ο Κούτρας καλεί τον Θωμόπουλο να το τραγουδήσουν μαζί. Αυτός αρνείται. Αρνείται στ' αλήθεια. Τότε επεμβαίνουν άλλοι καλεσμένοι και τον παρακαλούν να το κάνει. Τον παρακαλούν στ' αλήθεια. Εκείνος τότε υποχωρεί. Υποχωρεί στ΄αλήθεια. Ανεβαίνει. Τραγουδούν. Ο Κούτρας του χαϊδεύει το κεφάλι με λατρεία κι ευγνωμοσύνη, ο Θωμόπουλος, πειθαρχώντας με μεγάλη δυσκολία τη συγκίνησή του ώστε να περιοριστεί μέσα του και να μην τον κάνει κουρέλι, δέχεται το χάδι και τραγουδά με το φως ενός ανθρώπου που έγραψε ένα τραγούδι που θα ζήσει πολύ μετά από αυτόν, με το φως ενός ανθρώπου που σε ώρες δύσκολες βοήθησε έναν φίλο χωρίς να περιμένει ανταπόδοση και να που χρόνια μετά η ανταπόδοση ήρθε απροσδόκητα, απροσδόκητα όπως κάθε τι το καλό.
Σου γράφω πάλι από ανάγκη
Η ώρα πέντε το πρωί
Το μόνο πράγμα που 'χει μείνει
Όρθιο στον κόσμο είσαι εσύ

Τι να τις κάνω τις τιμές τους
Τα λόγια τα θεατρικά
Μες στην οθόνη του μυαλού μου
Χάρτινα είδωλα νεκρά

Να μ' αγαπάς
Όσο μπορείς, να μ' αγαπάς

Κοιτάζοντας μες στον καθρέφτη
Βλέπω ένα πρόσωπο γνωστό
Κι ίσως η ασχήμια του να φύγει
Μόλις πλυθώ και ξυριστώ

Βρωμάει η ανάσα απ' τα τσιγάρα
Βαραίνει ο νους μου απ' τα πολλά
Στον τοίχο κάποια Μόνα Λίζα
Σε φέρνει ακόμα πιο κοντά

Να μ' αγαπάς
Όσο μπορείς, να μ' αγαπάς

Αν και τελειώνει αυτό το γράμμα
Η ανάγκη μου δε σταματά
Σαν το πουλί πάνω στο σύρμα
Σαν τον αλήτη που γυρνά

Θέλω να 'ρθείς και να μ' ανάψεις
Το παραμύθι να μου πεις
Σαν μάνα γη να μ' αγκαλιάσεις
Σαν άσπρο φως να ξαναμπείς

Να μ' αγαπάς
Όσο μπορείς, να μ' αγαπάς

Σάββατο, Νοεμβρίου 25, 2006

Η ανώδυνη χροιά

Απ' το ημερολόγιο της Αναΐς Νιν, 22 Νοεμβρίου 1928:

Παρασκευή, Νοεμβρίου 24, 2006

Personally

(Μπλόγκερ μοιράζει την ιστολογική του κάρτα, που περιλαμβάνει ψευδώνυμο, διεύθυνση του μπλογκ του και e-mail)
------
H πιο καλή περσόνα είμαι 'γω,
γιατί ποστάκια συνεχώς ξερνώ.
Κι όλοι μου λέν', μαλάκα μου, εσύ,
είσαι η περσόνα σου ή μήπως είσαι εσύ;
------
Στα πεταχτά, να κι άλλο ένα ποστ,
μασώντας ένα τοστ,
σαλάμι και τυρί.
Κι αφού ούτε 'συ δεν δίνεις πουρμπουάρ,
σου λέω ορεβουάρ,
μην πω κάτι βαρύ.
------
(Μπλόγκερ που τον έχει εγκαταλείψει η περσόνα του)

Μητσοτάκης

Σύμφωνα με έναν αστικό μύθο, η αγαπημένη κινηματογραφική σκηνή του Κώστα Μητσοτάκη είναι από το «ΝΙΧΟΝ» του Όλιβερ Στόουν. Βρισκόμαστε στους διαδρόμους του Λευκού Οίκου, στην περίοδο κορύφωσης του γουώτεργκέιτ και συζητούν το δεξί με το αριστερό χέρι του Νίξον, Bob Haldeman και John Ehrlichman. Έχουν μόλις βγει από το Οβάλ Γραφείο, όπου ο Νίξον τους έχει πει εξοργισμένος ότι στην τελική δεν έχει κάνει κάτι διαφορετικό από ό,τι έκαναν οι προκάτοχοι του.
Ehrlichman: Δεν έχει δίκιο, ξέρεις, σ' αυτό που λέει για τον Κένεντι, τον Τζόνσον και τον Τρούμαν.
Haldeman: Τι θες να πεις;
Ehrlichman: Εννοείται ότι έκαναν κι εκείνοι κάμποσα, αλλά καμία σχέση με αυτά που έκανε αυτός.
Haldeman: Απλά ο Νίξον ασκεί πολιτική με μέσα που άλλοι θα δίσταζαν να χρησιμοποιήσουν.
Ehrlichman: Πολιτική; Θεωρείς ότι αυτό εξακολουθεί να είναι πολιτική και όχι κάτι άλλο; Πόσα χρόνια τον ξέρεις, Μπομπ; Είκοσι; Έχετε ανταλλάξει ποτέ χειραψία; Είχατε ποτέ μια αληθινή συζήτηση; Δεν έχουμε ποτέ ιδέα τι σκέφτεται και κοίτα τι έχουμε φτάσει να κάνουμε για πάρτη του.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 23, 2006

Μέσα σ' ένα Ποταμόπλοιο

Και φυσικά, όταν τα πράγματα χάνουν το βάρος τους αρχίζουν να αιωρούνται σαν σε διαστημόπλοιο. Λαγοκοιμάσαι; Όχι, ποτέ. Κοιμάσαι πάντοτε συνειδητά και βαθύτατα, προσπαθώντας να φτάσεις όσο πιο κάτω κι όσο πιο μέσα γίνεται. Είναι μετά, όταν ξυπνάς, που ξυπνάς το ξύπνιο του λαγού και παραμένεις λαγοξυπνητός, με το ένα μάτι στον κόσμο και το άλλο στον κόσμο του μυαλού σου, μέχρι επιτέλους να ξανακλείσεις τα μάτια και να επιστρέψεις στον μόνο πραγματικό κόσμο.
Και φυσικά, όταν τα πράγματα χάνουν το βάρος τους, όταν αποσυναρμολογείται ό,τι σε περιβάλλει κι εσύ μαζί, όταν επανασυναρμολογείς τις αρθρώσεις σου όσο πιο χαλαρά γίνεται, όσο πιο χύμα γίνεται, όσο πιο άυλα γίνεται, όταν η βαρύτητα όσων ποζάρουν για σημαντικά χάνει οριστικά (με απόδοση 4,50, μονό αποδεκτό), τότε σου φαίνεται φυσικό και αυτονόητο το γεγονός ότι μπορείς στα σύννεφα που πετάς να 'χεις και συ μπαρμπουτάδικο, παίζοντας ζάρια με τον Θεό και θύοντας στο ενδεχόμενο να κάτσει το ζάρι έτσι ή αλλιώς, αφού όταν το ζάρι κάτσει όπως και να κάτσει είναι πια πολύ αργά, όλα έχουν τελειώσει, όλες οι απαντήσεις έχουν δοθεί, όλα τα μυστήρια λυθεί, και ένας κόσμος χωρίς μυστήρια, χωρίς αβεβαιότητες, χωρίς την έξαψη του τζόγου, χωρίς την παράδοση στο ιδιοσυγκρασιακό πάθος του καθενός, χωρίς αμαρτία, χωρίς χάσιμο, είναι ένας κόσμος που δύσκολα θα βρεις μέσα του αγωνία κι ελπίδα για λύτρωση.
Άλλοι σφίγγουν κι αγωνίζονται, άλλοι χύνονται κι αγωνιούν.
Μ' αγωνίες κατακτάμε τους μετεωρισμούς μας.

Αντί

Κοιτάζω τη φωτογραφία του προηγούμενου ποστ και έχω κολλήσει. Ο Τομ Γουέιτς και η Λίλι Τόμλιν, αντρόγυνο στο «Short Cuts», σε μια σκηνή που τα χνώτα της μυρίζουν μεθύσι, αγάπη, ελευθερία, ένωση, παρακμή, ελπίδα κι απελπισία, απελπισία κι ελπίδα.
Η πρώτη - πρώτη λέξη όμως που μου έρχεται στο μυαλό βλέποντας τη φωτογραφία, είναι η λέξη «χύμα».
Όσο περνάνε τα χρόνια, αντί να απομακρύνομαι πηγαίνω πιο κοντά σ' αυτό το «χύμα», λες και είναι ιδανικό.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 22, 2006

The Long Goodbye

Death: What took you so long?
Robert Altman: Traffic was a bitch.

Τρίτη, Νοεμβρίου 21, 2006

Απαράδεκτο

Υπάρχει η αστυνομική βία, για την οποία αντιδρούν κάποιοι ελάχιστοι γραφικοί (και όχι, εγώ δεν συγκαταλέγομαι ανάμεσά τους).
Υπάρχει και η αστυνομική βία που θα τύχει να καταγραφεί από τις κάμερες, για την οποία αντιδρούν και εξανίστανται σχεδόν όλοι.
Άριστα κάνουν και αντιδρούν και εξανίστανται. Η αγανάκτησή τους είναι γνήσια και δεν αποτελεί υποκρισία, ενώ παράλληλα λειτουργεί -σε ένα βαθμό- αποτρεπτικά για παρόμοια μελλοντικά περιστατικά.
Ωστόσο, το γεγονός παραμένει πως μια βιντεοσκοπημένη κλωτσιά μάς εξοργίζει περισσότερο από εκατό μη βιντεοσκοπημένες.
Υπό μία έννοια δηλαδή, δεν θεωρούμε απαράδεκτο να χτυπάνε οι αστυνομικοί, θεωρούμε απαράδεκτο να χτυπάνε και να το βλέπουμε.

Ο Κρις ή Για Μια Χούφτα Δολάρια

«Ό,τι μου ζητούσε ο εργοδότης μου».
Καίτη Χατζηβασιλείου (απαντώντας στην ερώτηση, τί ακριβώς περιλαμβανόταν στα καθήκοντά της, ώστε να δικαιολογεί μπόνους 400 εκατομμυρίων δραχμών).
«Οι Έλληνες με την Χατζηβασιλείου ταυτίζονται».
Μάκης Τριανταφυλλόπουλος (σε άλλο -μεταγενέστερο- σημείο της εκπομπής).
- Μπορεί -κατά τα λεγόμενά μου- να ετοιμάζω τα σακ βουαγιάζ με τις μίζες προς τον Πρωθυπουργό, μπορεί να βάζω με τα ίδια μου τα χέρια τα λεφτά μέσα στα σακ βουαγιάζ για τον Μητσοτάκη, μπορεί να χειραγωγώ κατ΄εντολήν του εργοδότη μου τις μετοχές των εταιριών του στο χρηματιστήριο, μπορεί να ξέρω ότι βουλιάζει μόνος του τα πλοία του για να εισπράττει ασφάλιστρα, μπορεί να λέω ότι γνωρίζω κι άλλα πολλά που δεν αποκαλύπτω ακόμα, μπορεί να τα έχω κάνει όλα αυτά ή να λέω ότι τα έχω κάνει όλα αυτά, μπορεί η συνείδησή μου, η τιμή και η υπόληψή μου να τα δέχονται και να τα ανέχονται όλα αυτά, αλλά όλα κι όλα, Αλαφούζο, δεν θα με πεις «τσόκαρο» εμένα μπροστά στις άλλες γραμματείς. Δεν είμαστε όλοι οι άνθρωποι χοντρόπετσοι. Ο απλός άνθρωπος έχει ακόμα αρχές και αξιοπρέπεια. Αχάριστο γουρούνι, δεν ήξερες με τι τρελή έχεις να κάνεις, τώρα θα το πληρώσεις.
- Μπορεί να είσαι ένα από τα τρία - τέσσερα πιο έμπιστά μου πρόσωπα, μπορεί να σε ξέρω είκοσι χρόνια και να δουλεύω μαζί σου καθημερινά, μπορεί να ξέρεις τα πιο βρώμικα μυστικά μου, μπορεί να σε έχω αχυράνθρωπο στις εταιρίες μου, αλλά είμαι διατεθειμένος να τα ξεχάσω όλα, να τα διακινδυνεύσω όλα, να βγουν στην φόρα όλα, αφού με εξέθεσες και με ξεφτίλισες στον Φιλιππινέζο μου. Όχι σε έναν οποιοδήποτε Φιλιππινέζο μου. Στον άνθρωπό μου, σε αυτόν που κάνει όλα μου τα θελήματα, στον άνθρωπο που με κοιτάζει με ευγνωμοσύνη για τη ζωή που του παρέχω, στον φίλο μου τον Κρις. Και επειδή εσύ είσαι ηλίθια και έγραψες το ποσό της αμοιβής του στη σύμβαση αντί να το αφήσεις κενό και είδε ότι γράφει πως παίρνει επισήμως 1.300 δολάρια το μήνα, ενώ του δίνω 1.000, επειδή εσύ είσαι ηλίθια και απρόσεκτη, τώρα, για 300 κωλοδολάρια που ήθελα να γλιτώσω, ο Κρις (ο ευεργετηθείς - ο φίλος μου) με κοιτάζει σαν να τον κορόιδευα. Μου χάλασες τη σχέση μου με τον Κρις, μωρή μαλάκω, η ματιά του θα είναι πια καχύποπτη, με τον Κρις ένιωθα όμορφα - ένιωθα κιμπάρης. Έβαλες τις ενοχές μου και μέσα στο ίδιο μου το σπίτι, κι αν κάτι προσπαθούσα, ήταν κλείνοντας την πόρτα να τις αφήνω απ' έξω.
Για τριακόσια κωλοδολάρια, για μια χούφτα δολάρια.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 20, 2006

Θυμάσαι;

Μια φορά κι ένα καιρό που εξελλήνιζαν τα ξένα ονόματα, ο Φέρεντς Πούσκας θα γινόταν κάτι σαν Φερέντιος Πούσκας. Το Σαββατοκύριακο κρατήθηκε εις μνήμην του Φέρεντς, που πέθανε την Παρασκευή, ενός λεπτού σιγή σε γήπεδα της Ουγγαρίας, σε γήπεδα της Ισπανίας, σε γήπεδα της Ελλάδας, ίσως και σε γήπεδα άλλων χωρών. Ο Φέρεντς γεννήθηκε το 1927 και μεσουράνησε ως ποδοσφαιριστής πριν τον ερχομό της τηλεόρασης. Ο θρύλος του μεταφέρθηκε από γενιά σε γενιά με το στόμα, απ' όσους τον είδαν με τα μάτια τους μέσα στα γήπεδα. Μάρτυρας του μεγαλείου του δεν είναι ο φακός (αν και έχουν διασωθεί κινηματογραφημένα στιγμιότυπα αγώνων του), αλλά η προφορική παράδοση. Κάπως σαν έπος δηλαδή. 79 χρόνια μετά τη γέννησή του και μισό αιώνα μετά την ακμή του, εξήντα δευτερόλεπτα διεθνικής σιωπής πάνω απ' την Ευρώπη.
Ελπίζοντας να μην γίνομαι μακάβριος, όταν μετά από πολλές - πολλές δεκαετίες αποδημήσει εις Κύριον ο Χρήστος Φερεντίνος, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα τύχει ανάλογων τιμών.

Αν το βασίλειο του Φέρεντς ήταν προτηλεοπτικό, το βασίλειο του Φερεντίνου είναι τηλεοπτικό. Με μια σημαντική διαφορά όμως: ο Φέρεντς θα μεσουρανούσε ακόμη και αν υπήρχε τηλεόραση (γιατί ακριβώς η τηλεόραση αφομοιώνει και φέρνει στα μέτρα της τα πάντα πλην του αθλητισμού, γιατί στον αθλητισμό η τηλεοπτική κάμερα παραμένει το μέσο καταγραφής και δεν παίρνει τα αισθητικά ηνία), ενώ ο Φερεντίνος θα μπορούσε να μεσουρανήσει οπουδήποτε αλλού εκτός από την τηλεόραση; Ποιό είναι το job description για έναν παρουσιαστή τηλεπαιχνιδιών, ποιά τα απαιτούμενα προσόντα; Να είναι επικοινωνιακός, ευχάριστος, χιουμορίστας, ετοιμόλογος, μονίμως ευδιάθετος, φιλγκουντικός και θετικενεργίτης; Τι σόι παράξενη εξειδίκευση είναι αυτή; Υπάρχει επάγγελμα πιο κοντά στον όρο αεριτζής; Κι αν ναι, ποιό; Τι θα έκανε ο Χρήστος Φερεντίνος αν δεν υπήρχε τηλεόραση; Τι θα μείνει στη μνήμη από τον Χρήστο Φερεντίνο όταν πάψει να εμφανίζεται στην τηλεόραση; Τι απομένει από την Μαρία Αλιφέρη ή τον Γιώργο Πολυχρονίου όταν τα τηλεπαιχνίδια σταματούν; Υπάρχει μια εμφανής αναλογία ανάμεσα στην ποσότητα του τηλεοπτικού φωτός που πέφτει πάνω στον τηλεπαιχνιδιάρη τα χρόνια της επιτυχίας του και στην ποσότητα του αμνησιακού σκότους που τον καλύπτει μετά. Αν ο τηλεπαιχνιδιάρης ξεχνιέται είναι γιατί δεν υπάρχει οτιδήποτε να θυμηθείς από αυτόν. Όσα καπρίτσια κι αν κάνει, η μνήμη είναι πολυτελής λειτουργία του εγκεφάλου, χωρίς χώρο για ανθρώπους που γίνονται ένα με το πλατό, για ανθρώπους που είναι λειτουργικοί και τίποτε άλλο, για ανθρώπους που η λειτουργικότητά τους συνίσταται στο ότι επιτρέπουν στο εκάστοτε τηλεπαιχνίδι να εξελίσσεται χωρίς πραγματική ανθρώπινη παρουσία, όσο κι αν αυτή η ανθρώπινη διάσταση υποτίθεται ότι αποτελεί την δική τους πινελιά, το σήμα κατατεθέν τους. Υποδύονται τον ανθρώπινο παράγοντα στην εξίσωση ακριβώς για να διασφαλισθεί ότι τέτοιος παράγοντας δεν θα μεσολαβήσει, ακριβώς για να διασφαλισθεί ότι τον ρόλο του ανθρώπινου παράγοντα θα τον παίξει ένας τηλεοπτικός παράγοντας. Ο τηλεπαιχνιδιάρης προσκομίζει ενώπιον του φακού το κορμί του, την επιφάνεια του κορμιού του, την επιφάνεια του εαυτού του, προσκομίζει την απουσία εαυτού προκειμένου να μην υπάρξει με την μεσολάβηση βάθους οποιαδήποτε εμπλοκή και βραχυκυκλώσουν οι κάμερες. Κι αν ο τηλεπαιχνιδιάρης είναι επιφάνεια, αδυνατώ να καταλάβω πώς ένας ηθοποιός, που εξ ορισμού υποτίθεται ότι είναι βάθος, μπορεί να συνδυάζει και τις δύο ιδιότητες. Δεν είμαι πουρίστας, δεν πιστεύω στα στεγανά στη ζωή, κατανοώ τις πάσης λογής νοθείες και αναμίξεις, δεν είμαι πουρίστας, αλλά ειδικά σ' αυτό το θέμα είμαι. Κι όσο κι αν μου άρεσε πολύ στο σινεμά το «FESTEN» κι όσο κι αν διαβάζω εξαιρετικές κριτικές για το θεατρικό, δεν θα πάω να το δω, γιατί αν ο Μαρκουλάκης θέλει να κονομάει και να λούζεται με τηλεοπτικό φως, προτιμώ να κρατήσω στο μυαλό μου το «FESTEN» με το ανόθευτο σκοτάδι που το γνώρισα.

Η προσωπική μνήμη για το Φέστεν, η παραδομένη συλλογική μνήμη για τον Φέρεντς, η μεγάλη φετινή τηλεοπτική επιτυχία του Φερεντίνου, αυτά που θυμόμαστε κι αυτά που θα ξεχάσουμε.

Σάββατο, Νοεμβρίου 18, 2006

Silencio!

«Τώρα ξαναγυρίζω στη σιωπή μου. Παρακαλώ τον Θεό να μην με φέρει άλλη φορά σε παρόμοια ανάγκη να ξαναμιλήσω». Σεφέρης, 1969.
Αλέξανδρε, κλείνεις την αποστομωτική σου απάντηση στους αμφισβητίες σου με αυτήν την γεμάτη νόημα αναφορά στα λόγια του νομπελίστα μας.
Αλέξανδρε, ενόψει του γεγονότος ότι και να θέλει να λύσει πια τη σιωπή του ο Σεφέρης υπάρχουν συγκεκριμένα δυσεπίλυτα τεχνικά προβλήματα, μην κάνεις το λάθος και σωπάσεις κι Εσύ.
Αλέξανδρε, διαπιστώνω όμως με πικρία, ότι η «Ελευθεροτυπία» δεν βρήκε τώρα ούτε μια γωνίτσα να σε χωρέσει στο πρωτοσέλιδό της.
Αλέξανδρε, επειδή, όπως βλέπεις κι εσύ, τα μίντια είναι αδυσώπητα και επειδή συνεπώς ενδέχεται να μην σου παρασχεθεί εξίσου φιλόξενο βήμα την «άλλη φορά που θα σε φέρει ο Θεός σε παρόμοια ανάγκη να ξαναμιλήσεις», πες στην μαμά σου (ή σε όποιον εν πάση περιπτώσει χρησιμοποιεί το όνομά σου για να πει τα δικά του) να υπογράψει την επόμενη επιστολή της ως Γεώργιος Σεφέρης.
Το σπάσιμο της σιωπής Σεφέρη είναι βέβαιο ότι και της αντίστοιχης πρωτοσέλιδης προβολής θα τύχει και τα νερά θα ταράξει, όχι μόνο σε κοινωνικό, αλλά πλέον και σε μεταφυσικό επίπεδο.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 17, 2006

Η Πλύστρα

Άκουσα χθες στην εκπομπή του Κούλογλου, ότι ένα από τα συνθήματα της εξέγερσης ήταν το «Παπαδόπουλε φασίστα, παρ΄ τη Δέσποινα την πλύστρα, παρ' τη Δέσποινα και μπρος, δεν σε θέλει ο λαός». Δεν γνωρίζω αν η γυναίκα του Παπαδόπουλου υπήρξε όντως πλύστρα ή αν η χρήση του όρου ήταν μεταφορική. Το σύνθημα όμως μου κινεί το ενδιαφέρον για δύο λόγους:
Πρώτον, γιατί πιστεύω ότι, αν το ξύσεις, φανερώνεται από πίσω η εικόνα μιας κοινωνίας που 33 χρόνια πριν είχε πολλή περισσότερη δημόσια συστολή, ήταν πολύ περισσότερο κόσμια και «καθώς πρέπει», ήταν -μου φαίνεται παράδοξο και που το γράφω- πολύ λιγότερο ευέξαπτη, οργισμένη και άγρια από σήμερα. Ίσως επειδή είχαν λιγότερη κίνηση οι δρόμοι, ίσως επειδή η τηλεόραση δεν είχε καθόλου ή είχε ελάχιστες διαφημίσεις. Το σύνθημα αυτό εν έτει 2006 φαντάζει ταιριαστό για γαλαρία δημοτικού σχολείου. Το 1973, άλλωστε, στα γήπεδα τραγουδούσαν «Ρου-λα-λά-ρου-λα-λά-ρού-λα-ρού-λα-λά» και τα μπινελίκια δεν είχαν γίνει αναπόσπαστο και αυτονόητο τμήμα του ηχητικού περιβάλλοντος ενός ποδοσφαιρικού αγώνα.
Δεύτερον, γιατί οι διαδηλωτές και καταληψίες δείχνουν πειραγμένοι από την ταπεινή καταγωγή και την έλλειψη class της Δέσποινας. Πρόκειται δηλαδή για σύνθημα που πιθανότατα θα έκανε τον Χρήστο Ζαμπούνη να φουσκώνει από περηφάνια και να το σιγοντάρει από το σαλέ του.
Δέκα πέντε χρόνια αργότερα -έχοντας πια στερηθεί επί μακρόν τις παραστάσεις βασιλικού μεγαλείου- η κοινωνία έδειξε πολύ περισσότερο ανεκτική στο έσχατο παραστράτημα του Μεγάλου Μπερμπάντη - Αρχηγού της.
Ένας λαός (και δη το de facto πιο προοδευτικό τμήμα του) που φώναζε κατά μιας πλύστρας, άνοιξε την αγκαλιά του φαντασιακού του κάνοντας νεύμα στην πληθωρική αεροσυνοδό να κατέβει από τα σκαλιά του αεροπλάνου και να τον ακολουθήσει στο κρεβάτι, την αποδοχή, το βάθεμα και το πλάτεμα της δημοκρατίας.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 16, 2006

Η Πόρτα του Πολυτεχνείου

Χρόνο με το χρόνο, επετειακό αφιέρωμα με το επετειακό αφιέρωμα, αργά αλλά σταθερά, αυξάνεται και πληθαίνει ο αριθμός των επωνύμων που ήταν είτε μέσα είτε ακριβώς έξω από το Πολυτεχνείο τα μοιραία ξημερώματα της 17ης Νοεμβρίου 1973.
Αποδεικνύεται έτσι εκ των υστέρων ότι στην περίφημη πύλη του Πολυτεχνείου υπήρχε «πόρτα» και face control διενεργούμενο από ειδικούς γορίλες - προφήτες, οι οποίοι διέβλεπαν ενορατικά το μέλλον σου, επιτρέποντάς σου να μπεις μόνο εάν έφερες εντός σου το γονίδιο της επωνυμίας. Εάν δεν το έφερες είχες ατυχήσει: το Πολυτεχνείο ήταν ένα πριβέ κλαμπ για αυριανούς επώνυμους.
Ένα τμήμα της πραγματικής διαχωριστικής γραμμής που θα χώριζε την χώρα στα δύο τις επόμενες δεκαετίες (της γραμμής μεταξύ επωνύμων και ανωνύμων) φαίνεται να τραβήχτηκε Στουρνάρη και Πατησίων, συνεπώς είναι απολύτως θεμιτό και εξηγήσιμο το ότι η αναδρομική συμμετοχή στο Πολυτεχνείο έγινε must, με τους ίδιους ακριβώς όρους που είναι must όλες οι υπόλοιπες εκδηλώσεις που ξεχωρίζουν την ανώνυμη ήρα απ' το επώνυμο στάρι.
Δηλαδή, αν ίσχυσε κάποτε και για μερικούς (τους οποίους τιμώ και σέβομαι, ό,τι κι αν έκαναν στη συνέχεια) ότι το Πολυτεχνείο τους έκανε επώνυμους, η φορά των πραγμάτων έχει εδώ και καιρό αντιστραφεί και είναι πλέον η επωνυμία που σου εξασφαλίζει δικαιωματικά θέση V.I.P. (Very Important Protester) μερικά εκατοστά δίπλα από τις ερπύστριες του τανκ.
Ωστόσο, επειδή στην Ελλάδα ζούμε, στη χώρα των τζαμπατζήδων, των λαθρεπιβατών και όσων τρυπώνουν απρόσκλητοι, η αλήθεια είναι ότι στο πριβέ κλαμπ είχαν κατορθώσει να χωθούν τότε και κάποιοι ελάχιστοι ανώνυμοι.
Αυτά τα μουνάκια τα περιποιήθηκε -ευτυχώς- η Ιστορία.

Τρίτη, Νοεμβρίου 14, 2006

Κοκτέιλ

Τελικά πρέπει να είναι θέμα ενστίκτων. Ο τσακωμός, το μανούριασμα, το ξεμάλλιασμα, η αγριότητα, πάντα θα μας τραβάνε κοντά τους και θα μας κάνουν να κολλάμε. Αν αύριο φτιάξει μπλογκ κάποιος που θα ανεβάζει πανέμορφα και συνταρακτικά ποστ, εκφραζόμενος είτε μέσω κειμένων είτε μέσω εικόνων είτε μέσω μουσικών, θα επισκέπτεσαι το μπλογκ του με μικρότερη αδημονία απ' ό,τι ένα μπλογκ στο οποίο διεξάγεται καυγάς.
Από την άλλη το ερώτημα παραμένει αν είναι μόνο η μυρωδιά του αίματος ή και η μυρωδιά του δικαίου (του δικαίου κατά τη δική σου άποψη) που σε καλεί να γίνεις και συ μαλλιοκούβαρο.
Νομίζω ότι είναι ένα κοκτέιλ και των δύο.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 13, 2006

Το Δέκατο Τρίτο Καλοκαίρι

Ολοσέλιδη διαφήμιση της «Ιnteramerican» στις εφημερίδες με το εξής περιεχόμενο:
«Αυτά συμβαίνουν μόνο στους άλλους».
Όμως «άλλοι» είμαστε όλοι μας.
Αν έχει κάτι καλό η ατυχία, είναι πως είναι δίκαιη.
Δεν κάνει διακρίσεις.
Κι απέναντί της, κανείς δεν είναι άτρωτος.
Εννοείται φυσικά ότι άτρωτος δεν είναι ούτε ο εμπνευστής αυτού του διαφημιστικού, στον οποίο εύχομαι προσωπικά και ολόκαρδα να τον βρει το ταχύτερο δυνατό κάθε κακό, ει δυνατόν και αυτή τη στιγμή που γράφω την κατάρα μου. Ας λειτουργήσει δηλαδή το ποστ ως βουντού και κάθε του λέξη ως καρφί στα σωθικά του.
Καπιταλισμέ, τα παιδιά σου έχουν ξεσαλώσει τελείως. Μάζεψε τα λίγο, καλέ μου Κάπι, σε παρακαλώ θερμά.
Άσε που μεγαλύτερο ψέμμα απ' αυτό δεν υπάρχει. Άκου η ατυχία είναι δίκαιη και δεν κάνει διακρίσεις. Αν κάτι κάνει η ατυχία είναι διακρίσεις. Νυχθημερόν. Νον στοπ. Χωρίς ρεπό.
Απλά υπάρχουν και άνθρωποι σαλοί, άνθρωποι με πειραγμένο το κεφάλι, που δεν αντέχουν την αδικία στη ζωή και θέλουν να παίξουν τον ρόλο του «φύλακα στη σίκαλη». Ο Τίμοθι Τρέντγουελ για 13 καλοκαίρια πήγαινε στην Αλάσκα και ζούσε δίπλα στις αρκούδες. Για να τις προστατέψει, έλεγε. Φυσικά δεν τις προστάτευε από τίποτα και όταν εμφανίζονταν λαθροκυνηγοί αυτός κρυβόταν. Ένα από τα 13 καλοκαίρια είχε ξηρασία και οι αρκούδες δεν είχαν να φάνε και ο Τίμοθι άρχισε να κλαίει και να προσεύχεται, ώστε να αρχίσει επιτέλους να βρέχει, γιατί ήταν άδικο να μην έχουν οι αρκούδες τροφή. Το δέκατο τρίτο καλοκαίρι ο Τίμοθι πέτυχε επιτέλους αυτό που κατά βάθος ποθούσε και κατασπαράχθηκε από μια αρκούδα. Ο Τίμοθι έθρεψε μια αρκούδα, ενώθηκε με μια αρκούδα, έγινε τμήμα μιας αρκούδας. Κι αν ο Τίμοθι φαίνεται -και ήταν- σαλταρισμένος, δες στο dvd το καταπληκτικό «Grizzly Man» (το ντοκιμαντέρ για τη ζωή του) και κοίτα πώς μιλάει ένας ιατροδικαστής, ένας άνθρωπος του ανθρώπινου πολιτισμού και των σλόγκαν της «Ιnteramerican».
Ο σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ Βέρνερ Χέρτζογκ, λέει ότι κατά τη γνώμη του κακώς ο Τρέντγουελ προσπάθησε να βρει στην φύση την αρμονία και τη δικαιοσύνη που δεν έβρισκε στην κοινωνία, ότι κατά τη γνώμη του το χάος έχει το πάνω χέρι στο σύμπαν και όχι η αρμονία. «Αυτό που με στοιχειώνει περισσότερο απ' όλα» λέει «είναι ότι σε όλα τα πρόσωπα των αρκούδων που φιλμάριζε επί χρόνια ο Τρέντγουελ, δεν μπορώ να διακρίνω κανένα σημάδι αναγνώρισης, οίκτου, κατανόησης. Το μόνο που μπορώ να διακρίνω είναι η συγκλονιστική αδιαφορία της φύσης. Η άδεια τους ματιά προς τον Τίμοθι δεν δείχνει τίποτε άλλο παρά ένα μισοβαριεστημένο ενδιαφέρον για τροφή».
Όπως όμως φαίνεται από το ντοκιμαντέρ, ο δαίμονας του Τρέντγουελ ήταν όντως ο καλύτερος του φίλος, γιατί ο Τρέντγουελ δηλώνει συνεχώς πόσο νιώθει ότι ανήκει εκεί, πόσο ευτυχισμένος είναι που ζει με τις αρκούδες.
Ο Τίμοθι Τρέντγουελ σάλεψε πολύ, βγήκε τόσο πολύ από το κέλυφος του, που πόνεσε για την αδικία της ζωής, εξειδικεύοντας την στην αδικία των ανθρώπων κατά των ζώων και πηγαίνοντας στη φύση για να πονέσει για συγκεκριμένες αρκούδες που ένα καλοκαίρι δεν είχαν φαγητό, για να πονέσει επειδή δεν έβρεχε, και πονώντας πολύ ήταν ταυτόχρονα κι ευτυχισμένος πολύ, καθώς μας λέει ότι άνα πάσα στιγμή μπορούν να τον σκοτώσουν, αλλά he «will die for these animals, will die for these animals, will die for these animals».
Eσύ θα μπορούσες να πεθάνεις για κάτι;
Από τον συγκλονιστικό κυνισμό της «Interamerican» προτιμώ τη συγκλονιστική αδιαφορία της φύσης.
Από την τρέλα της αποδοχής τέτοιων διαφημίσεων προτιμώ την τρέλα της συμβίωσης με τις αρκούδες.
Η πρώτη φέρνει υγιή κατάθλιψη - η δεύτερη άρρωστη ευτυχία.

Κυριακή, Νοεμβρίου 12, 2006

Μπλακ Άουτ

Στην Αμερική των Ευαγγελιστών το «Shortbus» αντιπαραθέτει την Αμερική των Ηδονιστών, που τραγουδάει εν παρτούζα τον εθνικό ύμνο μέσα σε ένα κώλο και με μικρόφωνο ένα πέος. Τα στρατόπεδα είναι χωρισμένα και διακριτά υποστηρίζει ο Τζων Κάμερον Μίτσελ: από την μια οι «αδιαπέραστοι» και τρελαμένοι και από την άλλοι οι «ανοιχτοί» και νηφάλιοι. Όταν δεν ανοίγεσαι συναισθηματικά και σεξουαλικά, όταν επιλέγεις να ζήσεις σε ένα κέλυφος που σε προστατεύει από την ηδονή, τον πόνο, την επαφή, τις ουλές, την αλήθεια, την επικοινωνία, την έκθεση, τότε το κέλυφος σε οδηγεί στη νεύρωση, στην πνευματική διαταραχή, στο μίσος για τον άλλο, τον διαφορετικό, ή τον μη διαφορετικό, τον ίδιο με σένα που έχει σπάσει όμως το κέλυφος. Στη Νέα Υόρκη των τρομοκρατικών - αντιτρομοκρατικών μπλακ άουτ, το «Shortbus» αντιπαραθέτει ένα πανοργασμικό μπλακ άουτ και τραγουδά στο τέλος ότι «ο δαίμονάς σου είναι ο καλύτερος σου φίλος». Το «Shortbus» κάνει το δρομολόγιο Σόδομα - Γόμορρα και αν γυρίσεις να το κοιτάξεις με άλλο μάτι τότε δεν θα μείνεις στήλη άλατος, αλλά θα σκεφτείς ότι ούτε τα Σόδομα ούτε τα Γόμορρα έμειναν στην ιστορία για τους πολέμους τους.

Σάββατο, Νοεμβρίου 11, 2006

(σ.σ. χθες)

Όπως ακριβώς το έλεγε το παλιό διαφημιστικό σλόγκαν: από τις απολαύσεις που μπορείς να απολαύσεις. Μόνο με ένα ευρώ παίρνεις οποιαδήποτε αθλητική εφημερίδα και πας απευθείας στις δηλώσεις προπονητών και παικτών, ιδίως μετά από παιχνίδι.
«Σήμερα (σ.σ. χθες) δεν παίξαμε καθόλου καλά, αλλά πρέπει να ξεχάσουμε αμέσως αυτόν τον αγώνα και να συγκεντρωθούμε για τον επόμενο», διαβάζεις ότι δήλωσε ο ένας προπονητής, ενώ ο συνάδελφός του είπε με τη σειρά του:
«Θέλω να ευχαριστήσω τα παιδιά γιατί τα έδωσαν όλα μέσα στο γήπεδο, με αποτέλεσμα την πολλή μεγάλη σημερινή (σ.σ. χθεσινή) μας νίκη».
Πες το αν θέλεις βίτσιο, αλλά αναζητώ μανιωδώς αυτά τα (σ.σ χθες) κι όταν τα βρίσκω αγαλλιάζω, γιατί η ύπαρξή τους αποδεικνύει την επαγγελματικότητα και τη δεοντολογία του Έλληνα αθλητικογράφου, το ύψηλο αίσθημα ευθύνης του που του υπαγορεύει αφενός μεν να μεταφέρει εντελώς πιστά και με ιερό σεβασμό τα λόγια ενός Βασίλη Βούζα ή ενός «Δον Λορένσο» -λόγια άλλωστε που η παραμικρή αλλοίωση στην ακριβή διατύπωσή τους μπορεί να οδηγήσει σε ανεξακρίβωτες στο μέλλον συνέπειες· φαντάσου π.χ (αλλά και π.Χ. τώρα που το σκέφτομαι) να μην ήταν προσεκτικοί κατά την μεταφορά των λόγων του Κυρίου και να ξεχνούσαν το «Ου» πριν το «Μοιχεύσεις»-, αφετέρου δε να αποσαφηνίζει αμέσως για την αποτροπή παρεξηγήσεων, ότι, ναι, ο ποδοσφαιριστής μπορεί να δήλωσε σήμερα, αλλά ο χρόνος γρήγορα κυλά και το δικό του σήμερα είναι το δικό σου χθες αναγνώστη, γιατί όλα είναι σχετικά, όλα είναι ρέοντα, όλα αλλάζουν, τίποτα δεν μένει το ίδιο, κάθε στιγμή είναι στιγμή μίλκο, γι΄αυτό άδραξε την μέρα, κάρπε την ντίεμ σου, τώρα, τώρα, αυτή τη στιγμή, κλείσε το κομπιούτερ, καλύτερα σπάστο το γαμημένο και πήγαινε πες στον άνθρωπο σου ότι τον λατρεύεις, πες στους φίλους σου ότι τους αγαπάς, πες στους γονείς σου πόσο ανάγκη τους έχεις τώρα και μην κάνεις το λάθος να το αφήσεις γι αύριο (σ.σ. σήμερα, για όσους τυχόν διαβάσουν το ποστ Κυριακή και χθες, για όσους τυχόν διαβάσουν το ποστ Δευτέρα).

Παρασκευή, Νοεμβρίου 10, 2006

Υπόγεια

Αν σε ρωτούσαν να σκεφτείς και να απαριθμήσεις δέκα στοιχεία που έχουν συντελέσει στη διαμόρφωση του εαυτού σου, του να είσαι αυτός ή αυτή που είσαι σήμερα, το πιθανότερο είναι ότι θα σκεφτόσουν και θα απαριθμούσες μόνο «σοβαρά» γεγονότα: π.χ. το γεγονός ότι πήγες στο τάδε σχολείο και γνώρισες τον τάδε φίλο, το γεγονός ότι οι γονείς σου χώρισαν ή αντιθέτως δεν τσακώθηκαν ποτέ μπροστά σου, το γεγονός ότι μια σειρά συμπτώσεων οδήγησαν στο να συναντήσεις ένα βράδυ τη γυναίκα της ζωής σου και μητέρα σήμερα των παιδιών σου. Ανάμεσα στα δέκα, δύσκολα θα χωρούσες και κάτι εκ πρώτης όψεως δευτερεύον ή μη βαρυσήμαντο. Ποιός ξέρει γιατί· ίσως δεν θα πήγαινε το μυαλό σου, ίσως το μυαλό μας έχει μάθει να σκέφτεται με έναν ορισμένο τρόπο, αντιμετωπίζοντας τη ζωή βαρύγδουπα και δραματικά.
Βλέποντας ότι η τηλεόραση του Σκάι μεταγλωττίζει τα προγράμματά της, σκέφτομαι ότι έναν άλφα ρόλο στον σχηματισμό του μέσα παζλ μου έπαιξε το γεγονός ότι στην Ελλάδα -σε αντίθεση λ.χ. με την Ιταλία ή τη Γερμανία- οι ταινίες και τα σίριαλ προβάλλονταν υποτιτλισμένα και όχι μεταγλωττισμένα. Ναι, πιστεύω ότι το γεγονός πως μεγάλωσα βλέποντας υποτιτλισμένο σινεμά είναι ένα από τα δέκα στοιχεία που με έκαναν να είμαι αυτό που είμαι.
Είδες; Σου φαίνεται γελοίο και ασόβαρο. Άσε που στην Αφρική τα παιδάκια λιμοκτονούν.
Κι όμως, καλώς ή κακώς, τις ταινίες που αγαπώ τις κουβαλάω πάντα μέσα μου. Κι αυτό δεν είναι σχήμα λόγου ή μεταφορά· τις έχω μέσα μου τώρα που γράφω, θα τις φέρω μέσα μου σε λίγο στο μετρό και θα διασχίζουμε παρέα υπόγεια την πόλη.
Και είναι μεγάλη τύχη κι ευλογία ότι κατοικούν μέσα μου με τον φυσικό τους ήχο, είναι μεγάλη τύχη κι ευλογία ότι είδα και άκουσα τις ταινίες όπως γυρίστηκαν, χωρίς την μεσολάβηση του κονσερβαρισμένου στόμφου ντόπιων φωνών, οι οποίες μετατρέπουν το σινεμά σε κουκλοθέατρο και τον Τζιν Χάκμαν σε Μπάρμπα Μυτούση που ανοιγοκλείνει το στόμα του για να ακουστούν αυτές. Η επέμβαση στον ήχο μιας ταινίας, η στέρηση από τον ηθοποιό του βασικού υποκριτικού του εργαλείου και η υποκατάσταση του με το υποκριτικό εργαλείο ενός ασύγκριτα λιγότερο ταλαντούχου -και σε κάθε περίπτωση ενός άλλου- είναι ανεπίτρεπτη επέμβαση στην ψυχή και στο σώμα της ταινίας, στο ήθος της και την αισθητική της.
Ναι, μεγάλο μέρος της αισθητικής μου, άρα και μεγάλο μέρος της γενικότερης ματιάς μου και στάσης μου απέναντι στον κόσμο, έχει καθορισθεί από το γεγονός ότι στα αυτιά μου ακούω την κραυγή του Πατσίνο και το γέλιο του Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν, ακούω τον Πωλ Σκόφιλντ να φωνάζει στον γιο του «Υour name is mine» και τον Τζων Τορτούρο να απολογείται στον μεγαλοκαρχαρία του χόλιγουντ λέγοντας του παραιτημένα «Ι tried to show you something beautiful».

Πέμπτη, Νοεμβρίου 09, 2006

Τα Παιδιά των Ανθρώπων

Σχεδόν όλες οι ταινίες που η υπόθεσή τους διαδραματίζεται στο μέλλον το παρουσιάζουν ζοφερό. Το γεγονός αυτό φαίνεται να αποτυπώνει και μια γενικότερη αίσθηση: πράγματι, ο αυριανός και ο μεθαυριανός κόσμος προξενεί φόβο· φόβο όπως κάθε τι άγνωστο. Όχι ότι δεν υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις που να οδηγούν στην αίσθηση αυτή. Ο πλανήτης αργά αλλά σταθερά αρχίζει να μην αντέχει το οικονομικό μοντέλο του πρώτου κόσμου. Από την άλλη όμως, όπως και να το πάρει κανείς, είναι δύσκολο να ισχυριστεί ότι ο κόσμος δεν πραγματοποιεί στο πέρασμα των αιώνων συνεχόμενα βήματα προς τα μπρος. Ίσως το τέρμα αυτού του εμπρός, το τέρμα αυτού του δρόμου να είναι ο γκρεμός και η άβυσσος. Ίσως.
Γύρισε όμως στα μέσα της δεκαετίας του 80 και ρώτα πόσους πίστευαν ότι ο ψυχρός πόλεμος δεν θα τελείωνε με το πάτημα μερικών πυρηνικών κουμπιών. Ο ερχομός του Μαντ Μαξ ήταν κάτι περισσότερο από ταινία, ήταν η οιονεί βεβαιότητα της επόμενης μέρας.
Και ξαφνικά μια μέρα ο ψυχρός πόλεμος τέλειωσε σαν να 'ταν αυτός ταινία. Και δεν θυμάμαι κραυγές ανακούφισης για την απαλλαγή από τον κίνδυνο αμερικανοσοβιετικού πυρηνικού ολέθρου. Αντιθέτως, τα ριζωμένα άγχη για το μέλλον μεταλλάχθηκαν και ντύθηκαν άλλες φορεσιές.
Καθόλου δεν αποκλείεται να είναι ακριβώς αυτή η ανθρώπινη ανησυχία, αυτό το ανικανοποίητο για το παρόν μας που αποτρέπει τα χειρότερα, καθόλου δεν αποκλείεται αυτό το ανικανοποίητο για το παρόν μας να είναι η βασικότερη αιτία δημιουργίας και βελτίωσης της ζωής.
Ωστόσο, το γεγονός παραμένει πως η ματιά στο παρελθόν είναι παγίως εξιδανικευμένη, πως το παρελθόν, οσοδήποτε άθλιο και αν υπήρξε, θα ειδωθεί νοσταλγικά, το γεγονός παραμένει πως το παρόν παγίως θα απαξιώνεται συγκριτικά με το παρελθόν και πως το μέλλον παγίως θα φαντάζει πιο επικίνδυνο απ' το παρόν.
Με μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα διαφορά όμως: ενώ είμαστε πάντοτε απαισιόδοξοι για το μέλλον του κόσμου, είμαστε πάντοτε αισιόδοξοι για το προσωπικό μας μέλλον.
Το πρότζεκτ άνθρωπος είναι ρυθμισμένο με ψυχολογικούς μηχανισμούς που συνδυάζουν την ελπίδα μιας μελλοντικής προσωπικής ευτυχίας με τον τρόμο μιας μελλοντικής συλλογικής καταστροφής.
Διπλά ωφέλιμο, αφού μας προσφέρει όμορφα όνειρα και όμορφες ταινίες.
Σχετικά είναι και αυτά τα παλιότερα ποστ: 1, 2, 3.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 08, 2006

Παράλληλο Σύμπαν

Είναι φορές που νιώθω μαλάκας.
Διαβάζοντας και το σημερινό φύλλο της Ελευθεροτυπίας αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν κάτι που φαίνεται κραυγαλέα ψεύτικο σε εμάς να αντιμετωπίζεται με κάθε σοβαρότητα από ανθρώπους όπως ο Γραμματικάκης, ο Σαββόπουλος, ο Τριβιζάς, ο Μαχαιρίτσας. Δηλαδή, δεν γίνεται να έχουμε το μονοπώλιο του κοινού νου και όλοι οι υπόλοιποι να έχουν τυφλωθεί. Δεν μπορώ λοιπόν παρά να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι είμαι μαλάκας που είμαι τόσο σίγουρος ότι η επίμαχη επιστολή δεν έχει γραφτεί από παιδί και δεν αντανακλά παιδικές σκέψεις.
Και όχι, το ποιός την έχει γράψει δεν είναι δευτερεύουσας σημασίας. Η επιστολή πλασαρίστηκε ως παιδική κραυγή και ως τέτοια έκανε σάλο. Αν εμφανιζόταν ως επιστολή γονέα θα καταλάμβανε τη θέση της μαζί με όλες τις υπόλοιπες επιστολές αναγνωστών. Πιθανότατα πετσοκομμένη για να μην πιάνει και πολύ χώρο.
Άλλο το «αυτοί νομίζω ότι είμαστε» και άλλο το «κοίτα πώς μας βλέπουν τα παιδιά μας». Εντελώς άλλο.
Αν το άκριτα νοσταλγικό βλέμμα στο πάντοτε παραδεισένιο παρελθόν είναι κιτς, η απατηλή προβολή του δικού σου βλέμματος μέσα από τα μάτια του παιδιού σου είναι κιτς εις τη νιοστή, είναι η μεγάλη γιορτή του κιτς.

Τρίτη, Νοεμβρίου 07, 2006

Η Αίσθηση των Πραγμάτων

«Η επιστολή αποπνέει την αθωότητα ενός παιδιού 13 χρόνων, έχει ορθογραφικά και συντακτικά λάθη που διορθώθηκαν, είναι όμως γεμάτη αλήθειες που θα φέρουν σε δύσκολη θέση όλους εκείνους στους οποίους ο Αλέξανδρος απευθύνεται. Ο μικρός περιγράφει μ' έναν δικό του τρόπο τις αιτίες που τον οδήγησαν να γράψει αυτό το γράμμα που περιγράφει τον «άρρωστο κόσμο που κατοικεί στο ελληνόφωνο κρατίδιο με χαμένη μνήμη». Χρειάστηκε μία εβδομάδα να τελειώσει το κείμενο που έστειλε στην «Ε». «Είμαι παιδί και χρειάζομαι χρόνο. Γράφω ένα κομμάτι κάθε ημέρα», λέει αφοπλιστικά».
Είναι τουλάχιστον ανησυχητικό το γεγονός ότι μια από τις μεγαλύτερες και πιο έγκυρες εφημερίδες της χώρας χάνει τόσο πολύ το ένστικτό της και την αίσθηση των πραγμάτων, ώστε να θεωρεί πράγματι πως «αφιερώνει την πρώτη της σελίδα σε μια γνήσια όσο και τολμηρή φωνή ενός παιδιού».
Η φωνή αυτή είναι τόσο γνήσια και τόσο «μη πειραγμένη» όσο οι φωνές των τραγουδιστών στα cd.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 06, 2006

Καζαντζιδική Κυριακή

Υπάρχει μια αθλητική εκπομπή στο «EXTRA CHANNEL» (κάθε Δευτέρα βράδυ, αν δεν κάνω λάθος), στην οποία πράγματι ταιριάζει όχι μόνον ο Αχιλλέας Ασλανίδης, αλλά τόσο ο πρόεδρος του «Συλλόγου Φίλων Στέλιου Καζαντζίδη» όσο και ο παππούς (αυτός που οι πίττες του κάνουν θραύση)· στην οποία πράγματι ταιριάζει όχι μόνον ο αντιπρόεδρος της Βουλής Τραγάκης, αλλά και πλήθος άλλων επιφανών πολιτικών ανδρών.
Το να γυρνάς όμως από το γήπεδο μετά από ντέρμπι Παναθηναϊκού - Ολυμπιακού κατακαυλωμένος για αθλητική εκπομπή και να προλαβαίνεις να ξενερώσεις και να βαρεθείς στο πεντάλεπτο κάθε άλλο παρά εύκολο είναι, συνεπώς αξίζουν θερμότατα συγχαρητήρια στους υπευθύνους της «Αθλητικής Κυριακής» που κατόρθωσαν να κακομεταχειριστούν τόσο δραστικά ένα από τα πιο δημοφιλή τηλεοπτικά προϊόντα.
Η μόνη σοβαρή κουβέντα στην εκπομπή ακούστηκε από τον Γιώργο Αμανατίδη*, ο οποίος, επικαλούμενος την ιδιότητά του ως αυτόπτης μάρτυρας («Ήμουν εκεί», όπως χαρακτηριστικά επισήμανε), έβαλε τα πράγματα στη θέση τους και αποκατέστησε την ιστορική αλήθεια τονίζοντας ότι «Στη Ριζούπολη δεν άνοιξε μύτη - Στη Ριζούπολη δεν άνοιξε μύτη».
[11.5.03, Ριζούπολη, Αττική, Ελλάς, οι εικονιζόμενοι Ολισαντέμπε (πίσω) και Μπασινάς (μπροστά) προσπαθούν να επιστρέψουν στην φυσούνα]

* Τον Γιώργο Αμανατίδη έντυσε ο Σόνυ Κορλεόνε.

Σάββατο, Νοεμβρίου 04, 2006

Καίριος Όσο Ποτέ

Η πιο οξυδερκής παρατήρηση που έχω διαβάσει εδώ και μήνες:
«Και κρατήστε κάτι σημαντικό: ο στοματικός έρωτας δεν είναι μόνο αποφυγή εγκυμοσύνης. Διατηρεί την παρθενία, πράγμα απαραίτητο για τον μέλλοντα μικροαστικό γάμο που προϋποθέτει αδιάτρητο υμένα!!».
Κώστας Γεωργουσόπουλος, καίριος όσο ποτέ, αναλύοντας το θέμα του μαθητικού σεξ στα χθεσινά «Νέα».
Από τις ευτυχείς στιγμές που ένας γραφιάς αφουγκράζεται και συντονίζεται πλήρως με τον παλμό της εποχής του.

Μόνος σου

Έλαβα το εξής μέιλ: «Αγαπητέ Οld Boy, μόλις έφτιαξα ένα ιστολόγιο. Η διεύθυνσή του είναι: http://bernardosoares.blogspot.com. Θα το εκτιμούσα πολύ αν γνωστοποιούσες την ύπαρξή του μέσω του δικού σου. Φιλικά, Μπερνάρντο».
Μπερνάρντο, όπως βλέπεις το έκανα. Από δω και πέρα είσαι μόνος σου. Ελπίζω να γράφεις τακτικά. Θα σε παρακολουθώ.

Λόγια της Πόλης Vol. 2

Aπροσδιορίστου λόγω της πρέζας ηλικίας, εντελώς καμπουριαστή, μπουφάν αντιανεμικό κροκί, τα μαύρα απ' τη βρώμα δάχτυλά της επιδεικνύουν ένα πράσινο βιβλιάριο, που έχει δίπλα - δίπλα τη φωτογραφία της και τη φωτογραφία ενός παιδιού:
«Σας παρακαλώ, βοηθήστε την κορούλα μου. Φύσημα στην καρδιά έχει. Είναι δύο χρονών. Πηγαίντε στο «Έλενα» αν δεν με πιστεύετε. Σας παρακαλώ. Έχει φύσημα στην καρδιά».

Παρασκευή, Νοεμβρίου 03, 2006

Ατελείς

Η «αντικειμενικότητα» ηχεί ωραία ως λέξη, δεν βλέπω όμως πώς μπορεί κανείς να είναι αντικειμενικός στην αληθινή ζωή. Θα μπορούσε ίσως να είναι, αν έπρεπε να εκφέρει γνώμη για πρόσωπα και πράγματα τελείως έξω από αυτόν, για πρόσωπα και πράγματα τα οποία πρώτη φορά υπέπιπταν στην αντίληψή του με αποτέλεσμα να μην είχε ήδη σχηματισμένη μια θετική ή αρνητική προκατάληψη απέναντί τους.
Βλέπεις, η διαπλοκή δεν είναι απαραίτητα οικονομική. Μπορεί να είναι και συναισθηματική: συμπαθώ τον άλφα, αντιπαθώ τον βήτα, ο γάμα έχει μιλήσει επανειλημμένα με καλά λόγια για μένα, ο δέλτα το ακριβώς αντίθετο. Ωστόσο, αφού δόξα τω Θεώ οικονομικά δεν διαπλέκομαι με κανέναν (όχι επειδή είμαι υπεράνω, αλλά επειδή κανείς δεν έχει αξιολογήσει τα γραπτά μου ως έχοντα οικονομική αξία) και αφού από μικρός είχα το κουσούρι να «δικάζω» τους ανθρώπους απονέμοντας δίκιο κι άδικο (δείγμα ασφαλώς επιφανειακής θεώρησης της ζωης - και δεν το λέω ειρωνικά), ας πω τη γνώμη μου για το τελευταίο επεισόδιο της (μακράν της δεύτερης) πιο επεισοδιακής εβδομάδας που έχει γνωρίσει ως τα τώρα η ελληνική μπλογκόσφαιρα. Ας την πω, αφενός γιατί τα κουσούρια δεν μας εγκαταλείπουν ποτέ και αφετέρου γιατί πρόκειται για θέμα αναμφιβόλως εμπορικό, που θα οδηγήσει σε αυξημένη αναγνωσιμότητα του μπλογκ με τα αυτονόητα παρεπόμενα ευεργετικά στυτικά αποτελέσματα στον γράφοντα.
Η αναγνωσιμότητα όμως με πιασάρικα ποστ σαν αυτό θα είναι πρόσκαιρη, γιατί, όπως έγραφε ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος στην «Ελευθεροτυπία» της περασμένης εβδομάδας, άλλη είναι η προϋπόθεση της επιβίωσης: «Πολλά θα αλλάξουν στα χρόνια που έρχονται. Ενα όμως αξίωμα θα ισχύει παντοτινά: επιβιώνει αυτός που έχει ποιότητα. Η πίστη και η διορατικότητα έρχονται μετά». Αυτό είναι ένα εξαιρετικά εύστοχο κείμενο.
Όπως, κατά τη γνώμη, εξαιρετικά άστοχο ήταν το editorial του στην τελευταία Lifo (το παραθέτει εν μέρει εδώ ο τυφώνας Pascal). Άστοχο πρωτίστως από πλευράς timing. Η ιστορία blogme.gr δεν προσφερόταν ως αφορμή για κείμενο επί προσωπικού. Αν ο υπεύθυνος του blogme είχε κατηγορηθεί ως συντάκτης δυσφημιστικού κειμένου τότε ίσως και να προσφερόταν. Αν ο υπεύθυνος του blogme δεν είχε συλληφθεί στο σπίτι του, κρατηθεί στην Ασφάλεια, χάσει τον σκληρό του δίσκο για κάτι που δεν έγραψε ο ίδιος, αν ο υπεύθυνος του blogme είχε δεχθεί μια αγωγή ή μια μήνυση που απλά εκκρεμούσε εις βάρος του και η αγωγή ή η μήνυση αυτή αφορούσε δικά του γραφόμενα, τότε ίσως θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς όσους αντέδρασαν «εξεγερμένες και σφαδάζουσες κλαψομαρίες». Η υπόθεση blogme είναι μια υπόθεση στην οποία οι Αρχές είχαν να αντιμετωπίσουν καινούρια για αυτές δεδομένα, μια υπόθεση που ο τρόπος αντίδρασής τους είχε σημασία, όπως σημασία είχε και ο τρόπος αντίδρασης των μπλόγκερς. Πράγματι, εξαιτίας της μαζικής αντίδρασης των μπλόγκερς το θέμα έφτασε στα μεγάλα ΜΜΕ και στη Βουλή, το θέμα πήρε διαστάσεις και αν οι διαστάσεις αυτές έχουν ως συνέπεια την δημιουργία μιας συνείδησης στις Αρχές, ότι εδώ υπάρχει ένας χώρος που θα δημιουργήσει σούσουρο αν του συμπεριφερθείς άδικα και δυσανάλογα, τότε είναι ένα θέμα που ειδικά ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος και η Lifo θα έπρεπε να προβάλει και να σχολιάσει θετικά. Γιατί, κακά τα ψέμματα, όσο έχουν ασχοληθεί και αναδείξει ο Τσαγκαρουσιάνος και η Lifo τα ελληνικά μπλογκς δεν το έχουν κάνει όλα τα υπόλοιπα ελληνικά ΜΜΕ μαζί.
Το timing λοιπόν του editorial (με δύο στις πέντε αγγλικές λέξεις νιώθω σαν συντάκτης του παλιού «ΚΛΙΚ») ήταν τόσο άστοχο όσο η σφαίρα του μηνυτή του blogme, τόσο άστοχο όσο η σφαίρα που κάποτε στη Δύση βρήκε τον Τζέισον Ρόμπαρντς στο στομάχι.
Καλά το timing. Επί της ουσίας; Επί της ουσίας δεν θα διαφωνήσω ότι ο Τσαγκαρουσιάνος έγινε στόχος μονομανών επιθέσεων (χωρίς να υπεισέρχομαι στα συγκεκριμένα περιστατικά των επιθέσεων που αναφέρει, τα οποία και ειλικρινά δεν ξέρω). Ωστόσο, δεν πιστεύω τόσο στο δίπολο «καλοί» - «κακοί». Όταν γράφεις σχεδόν καθημερινά, όλο και σε κάποια φάουλ θα υποπέσεις, εν τέλει όλο κάποια ράμματα θα υπάρχουν και για τη δική σου γούνα. Δεν λέω ότι όλοι είμαστε ίδιοι. Δεν λέω ότι όλοι είμαστε σκάρτοι. Λέω ότι όλοι είμαστε ατελείς, ότι όλοι κατά καιρούς ζηλεύουμε, επαιρόμαστε, υπεραντιδρούμε, χτυπάμε σε σημεία που ίσως δεν θα έπρεπε. Επίσης, εν αντιθέσει νομίζω με οποιοδήποτε άλλο γνωστό ως σήμερα μέσο, ένα μπλογκ που ανανεώνεται συχνά, δεν μπορεί παρά να αποκαλύπτει εν τέλει σε ικανοποιητικό βαθμό τον ψυχισμό του ιδιοκτήτη του. You can post but you can't hide.
Αν τα μπλογκς μάς διδάσκουν κάτι είναι ότι κανείς δεν είναι τέρας και ότι κανείς δεν είναι άγιος. Διαβαθμίσεις του πόσο αξιοπρεπώς συμπεριφέρεσαι δημοσίως ασφαλώς και υπάρχουν. Άσπρο - μαύρο, όχι. Μέσα στον καθένα μας εναλλάσσονται τα άσπρα με τα μαύρα δωμάτια, με διαφορετική βέβαια συχνότητα και αναλογία. Τελικά ο καθένας μας είναι μια απόχρωση - ποτέ ένα χρώμα.
Και το πιο σίγουρο απ' όλα είναι ότι μετά από κάθε επιθετικό χτύπημα, όπως και μετά από κάθε αμυντικό αντιχτύπημα, θα βρεις πίσω από μια οθόνη υπολογιστή ανθρώπους που πληγώνονται και πονούν.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 02, 2006

Φ for Φαρισαϊσμός

Όταν έγινε εδώ κι εδώ πριν λίγους μήνες συζήτηση για τα βίντεο με το σεξ στα σχολεία, έγινε ακριβώς αυτό: συζήτηση. Η συζήτηση δεν υποστηρίχθηκε από οπτικό υλικό. Υπήρξαν διάφοροι που μου ζήτησαν να τους στείλω τα βίντεο. Φυσικά δεν τα έστειλα σε κανέναν. Κι ας μην υπήρχε κάποιος «Κώδικας Δεοντολογίας των Μπλόγκερς».
Αυτή τη στιγμή βλέπω στον Ευαγγελάτο τα δύο βίντεο για τα οποία μιλούσα και πολλά άλλα παρόμοια. Τα βίντεο είναι φιλτραρισμένα «ma non troppo», είναι φιλτραρισμένα λιγότερο από τα βίντεο με τα πρόσωπα άλλων παιδιών που απλά παίζαν στην αυλή, είναι φιλτραρισμένα όσο πρέπει για να θρέψουν το ηδονοβλεπτικό βλέμμα του μέσου τηλεθεατή, είναι φιλτραρισμένα όσο πρέπει για να σκανδαλίσουν και να καυλώσουν ταυτόχρονα τον μέσο τηλεθεατή.
Όχι ότι δεν υπάρχουν εξαιρέσεις, ωστόσο αυτή είναι η κρατούσα ηθική της σημερινής ελληνικής τηλεόρασης: αυτός ο ελεεινός φαρισαϊσμός της καταδίκης του σχολικού σεξ και της ταυτόχρονης φιλτραρισμένης προβολής του.
Κάτι σαν διαρρηγνύω τα ιμάτιά μου για να την παίξω γυμνός.

Λόγια της Πόλης Vol. 1

Κοπέλα, κοντούλα, μαλλιά πιασμένα πίσω, ζακέτα μαύρη, ενθουσιασμένη στο κινητό της:
«Άκου! Στο μάθημα της συσκευασίας μάς χώρισαν σε τάξεις. Είμαι στην πιο τέλεια, τέλεια, τέλεια τάξη!».

Τετάρτη, Νοεμβρίου 01, 2006

Mπλόγκερ, αυτός ο Άγνωστος.

Από το μπλογκ του Αστέρη Μασούρα, απόσπασμα των δηλώσεων του Κυβερνητικού Εκπροσώπου, Θοδωρή Ρουσόπουλου, στην 1η Παγκόσμια «Διάσκεψη για τη Διακυβέρνηση του Διαδικτύου» (το κείμενο υπάρχει και μεταφρασμένο στο nylon.gr):
«But what I can state is that over the last period, we have had to face various bloggers who make any kind of references really untrue statements. In fact, these lies get on television and on other media which are widely followed in my country. So we have a problem with bloggers who spread lies through television. What we need to guarantee in a democratic environment is to respect professional codes of ethics and international rights guaranteeing the rights of everyone, but also giving the opportunity to freedom of expression, but also to the truth. Because there are people who are not politicians or business representatives but is the victim of slandering or defamation. How can this person deal with statements, untrue statements, made by a blogger against him?».
Tα ελληνικά ΜΜΕ γενικότερα και η ελληνική τηλεόραση ειδικότερα, έχoυν αλωθεί τους τελευταίους μήνες από μπλόγκερς που διατηρούν εκπομπές οι οποίες σαρώνουν στις μετρήσεις της AGB.
Η ελληνική κοινωνία δονείται στους ρυθμούς των μπλόγκιν.
Δυστυχώς όμως, πολλοί από αυτούς τους τηλε-μπλόγκερς αντί να αρθούν στο ύψος της ελληνικής τηλεόρασης (μιας τηλεόρασης που πανθομολογούμενα κοσμείται από τον ανθό των Ελλήνων και των Ελληνίδων, μιας τηλεόρασης που προάγει και υπηρετεί τον πολιτισμό του καθεμέρα, την πολιτική σκέψη του καθεμέρα και το ήθος του καθεμέρα), μεταγγίζουν τη νοσηρή ατμόσφαιρα της μπλογκόσφαιρας στον καθαρό τηλεοπτικό αέρα, ξερνώντας ψέμματα, ύβρεις και συκοφαντίες κατά των ανυπεράσπιστων από το μένος τους πολιτών.
Μπλόγκερ, βγάλε την κουκούλα σου.
Ποιός είσαι μπλόγκερ και τι ήρθες να κάνεις εδώ;
Πώς διεκδικείς μερίδιο απ΄τον δημόσιο λόγο;
Σε ξέρω; Σε έχω ελέγξει; Σε έχω τσεκάρει;
Ποιός είσαι τελικά;
Δώσε τα στοιχεία σου κι αποκαλύψου.
Μπλόγκερ, κοινέ συκοφάντη, βγάλε την κουκούλα σου.
Το φοβάμαι το άγνωστο.
Το φοβάμαι, όχι για αυτό που είναι τώρα, αλλά για αυτό που μπορεί δυνάμει να γίνει.
ΥΓ 1. Θα μπορούσα να γράψω ένα ψύχραιμο ποστ. Προτιμώ να γράψω ένα θερμόαιμο.
ΥΓ 2. Το να είσαι μπλόγκερ είναι το πιο απλό πράγμα στον κόσμο. Το να είσαι μπλόγκερ δεν σου επιτρέπει να είσαι ασύδοτος και να δυσφημείς επειδή δεν γράφεις επώνυμα. Όποιος τυχόν το κάνει, αφενός δυσφημεί και το ίδιο το μέσο, το οποίο τώρα διαμορφώνεται και τώρα κάνει τα πρώτα του βήματα, αφετέρου πρέπει αυτονόητα να έχει τις ίδιες ακριβώς νομικές κυρώσεις με κάθε άλλον πολίτη.
ΥΓ 3. Όσο για τον Κώδικα Δεοντολογίας των Μπλόγκερς, θα ήταν όμορφο να έχει ένα και μόνο άρθρο: Αν γράφεις με ψευδώνυμο, να σέβεσαι το ψευδώνυμό σου σαν να ήταν το όνομα του πατέρα σου.

Σε είδα

Απόψε κατά τις εννιά. Κατεβήκαμε στον ίδιο σταθμό του μετρό. Σε ακολούθησα για λίγο. Έκανα να σου μιλήσω, αλλά την ώρα εκείνη ήρθε κάποιος να σε πάρει.
Σε είχα προσέξει μια στάση πριν κατέβουμε. Άρχισα να σε κοιτάω επίμονα. Ίσως και αγενώς. Εσύ δεν πειράχτηκες, εσύ δεν κατάλαβες καν ότι σε κοιτάω.
Το κάνω καμιά φορά, ξέρεις. Οι τυφλοί απενοχοποιούν το βλέμμα μου επιτρέποντάς του να διοχετεύει τον οίκτο του. Απέναντι στους τυφλούς η ματιά μου μπορεί επιτέλους να μην κρατάει τίποτα κρυμμένο. Απέναντι στους τυφλούς μπορώ να είμαι σιωπηλά ειλικρινής εκμεταλλευόμενος -ίσως αθέμιτα, ίσως θεμιτά- το συγκριτικό μειονέκτημα με το οποίο τους προικοδότησε η ζωή.
Κι αν δεν υπήρχε Θεός, θα έπρεπε να τον εφεύρουμε ειδικά για τους τυφλούς.
Σε είδα απόψε.
Εσύ δεν με είδες.
Σκοτάδι.