Τρίτη, Απριλίου 30, 2013

Tαράξτε τους στην μουσικότητα

427 ευρώ. Μέχρι να γίνεις 25. Αν είχαμε πάρει οποιονδήποτε άλλο δρόμο, τώρα θα ήταν είκοσι πέντε ευρώ μέχρι να γίνεις τετρακοσίων είκοσι επτά ετών. Για αυτό και ο Βαγγέλης Βενιζέλος θέλει επιτέλους να αρχίσει να δρέπει καρπούς από την επιτυχία των προγραμμάτων. Τρία χρόνια τώρα το ΠΑΣΟΚ επωμίστηκε δυσανάλογο κόστος και δεν αντέχεται τόση αδικία. Και να και ο Μάκης Βορίδης που απαντά στις κατηγορίες της αντιπολίτευσης για αντισυνταγματικότητα του τρόπου με τον οποίο ήρθε στη Βουλή το πολυνομοσχέδιο, με κάτι σαν «Ελάτε που σας έπιασε και ο πόνος και για το Σύνταγμα τώρα». Αυτόνομα αφοπλιστικό ως επιχείρημα, λατρεμένα σουρεαλιστικό όταν βγαίνει από το στόμα του Βορίδη, με το βάρος μιας ιστορικής διαδρομής βαθέος πόνου για το Σύνταγμα και τη δημοκρατία. Kαι να και ο Στέλιος Ράμφος που έρχεται σε μια ακόμη στιγμή φιλοσοφικού οργασμού να υπογραμμίσει ότι η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα προσβάλλει την έννοια της ισότητας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και τέλος μια από τις κορυφαίες στιγμές της τελευταίας τριετίας ανήκει στο Protagon και την ατάκα: «Όλοι αθώοι για το ροζ DVD και τις φωτογραφίες Ζαχόπουλου! Όλοι! Αυτή είναι η Ελλάδα, μωρέ! Περασμένα-ξεχασμένα! Αυτό θέλουν να μας χαλάσουν οι τοκογλύφοι».
Με τέτοιο επίπεδο βαθμιαίας αποθράσυνσης του μνημονιακού λόγου, προσπαθούν ίσως να σε φέρουν στη φάση που θα καταδικάζεις το λόγο από οπουδήποτε κι αν προέρχεται, που θα καταδικάζεις δηλαδή κάθε προσπάθεια να αντιλέξεις στο λόγο τους ως μάταια και υποτιμητική της νοημοσύνης σου.
Κι επειδή σπεύδεις να πεις ότι πάω να σιγοντάρω τη βία ως μόνο μέσο απάντησης, πάψε να είσαι καχύποπτος, δεν εννοούσα αυτό, δεν ήθελα να αντιδιαστείλω το λόγο με τη βία, αλλά το λόγο με τη μουσική. Μουσική, φίλοι μου. Πνίξτε τους στην μουσική. Να δούνε και να μάθουνε τι εβέσθητοι είμαστε εμείς. Θα τους ταράξουμε στην μουσικότητα.
Δες στο 1:29 πώς κάνει για σκάρτα δύο δευτερόλεπτα. Σαν να πήρε μόλις τη δόση του κάνει ενώ τραβάει το «ο». «Να μ' αγαπάς πως τοοοοθελα». Μουσική είναι να τραβάς τα φωνήεντα στις λέξεις. Μουσική είναι να τραβάς το όμικρον για να δώσεις έμφαση στη θέλησή σου. Δεν το 'θελες απλώς. Αυτό είναι πεζός λόγος. Τοοοοθελες. Αυτό είναι μουσική. Όχι άλλος λόγος, όχι άλλη πεζότητα. Μουσική. Καταδικάστε το λόγο από οπουδήποτε κι αν προέρχεται.

Σάββατο, Απριλίου 27, 2013

Ανάμεσα στις επετείους

Με άλλους φίλους σου συζητάς καιρό για τα προβλήματά τους και το ενδεχόμενο του χωρισμού τους, για άλλους μαθαίνεις εντελώς αιφνιδιαστικά ότι είναι σε διάσταση. Το πληροφορείσαι στο κινητό σου ενώ περπατάς προς το αυτοκίνητο, οπότε σταματάς να προχωράς, καθώς στο πρώτο άκουσμα ακινητοποιείσαι και στη συνέχεια μιλάς κάνοντας κύκλους, προσπαθώντας να καταλάβεις το πώς και το γιατί. Όταν το τηλεφώνημα κι οι κύκλοι ολοκληρωθούν συνεχίζεις την πορεία σου. Συμπτωματικά έχεις παρκάρει σε ανηφόρα. Ίσως δηλαδή όχι ακριβώς συμπτωματικά, ίσως όλοι σε ανηφόρες παρκάρουμε. Κι ίσως για αυτόν ακριβώς τον λόγο ο δρόμος στη ζωή να μην ορίζεται από την κλίση του, αλλά από το τι τον νοηματοδοτεί, από το τι φωτίζει αυτή τη συγκεκριμένη ανηφόρα διαφορετικά από όλες τις πιθανές υπόλοιπες.

Πριν λίγες μέρες η επέτειος του μνημονίου κι η επέτειος της χούντας. Ποιά διάσταση έχει η μία επέτειος στη ζωή μας, ποιά η άλλη, σπαρμένη επετείους η ζωή μας κι ανάμεσά τους άνθρωποι που θα ενώνονται κι άνθρωποι που θα βρίσκονται σε διάσταση. Μια από τις φράσεις που πάντα σιχαινόμουν -επειδή σιχαίνομαι τα κλισέ αλλά και από μόνη της- είναι το «τα πάντα είναι πολιτική». Από την άλλη η φράση του συρμού των τελευταίων δύο δεκαετιών ήταν αντίθετης φοράς, ήταν το «δεν ασχολούμαι με την πολιτική»· το οποίο επίσης σιχαινόμουν, ως φράση όμως μόνο, αφού ως πρακτική δεν ήμουν και τόσο μακριά της. Δεν ασχολείσαι λοιπόν με την πολιτική μέχρι να ασχοληθεί αυτή μαζί σου. Και τρία χρόνια αργότερα, δεν είμαι καθόλου σίγουρος πως η κοινωνία μας έχει στα αλήθεια αλλάξει ριζικά νοοτροπία και ασχολείται πραγματικά με την πολιτική.

Ένας άλλος φίλος, που ζει στο εξωτερικό, είναι σε μια εκδήλωση με κόσμο και βγαίνει σε ένα μπαλκόνι για να κλάψει μόνος του για την ΑΕΚ. Σκέφτομαι τον ποδοσφαιριστή της ΑΕΚ που έβαλε το μοιραίο αυτογκόλ. Είναι απαρηγόρητος, έχει ξαπλώσει με το κεφάλι στο χορτάρι, μέχρι που ακούει το ποδοβολητό και τις κραυγές αυτών που έχουν μπουκάρει, οπότε τινάζεται αστραπιαία πάνω και τρέχει με σπριντ στα αποδυτήρια. Αυτό σημαίνει ότι υποκρινόταν τον συντετριμμένο ή ότι τα κλάμματα των παικτών ήταν υποκριτικά; Όχι. Σημαίνει όμως πως τέτοιου είδους λύπες είναι πάντα πολυτέλεια μπροστά σε πιο άμεσα ζητήματα αυτοσυντήρησης και επιβίωσης. Αλλά όσο κι αν είναι πολυτέλειες, ο άνθρωπος δεν γίνεται να ζει με μόνο θέμα στον ψυχικό του ορίζοντα την επιβίωσή του. Δεν ήταν και δεν θα είναι ποτέ τα πάντα πολιτική, ακόμα και αν λόγω της πολιτικής έχει αλλάξει ριζικά η ζωή σου ή δεν έχεις πια να ζήσεις. Εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες, άνθρωποι, ανάμεσα στις επετείους έκλαψαν για την ΑΕΚ το ολόδικό τους πολυτελές κλάμα.

Όποιος δεν έχει αγαπήσει από παιδί μια ομάδα δεν μπορεί να καταλάβει πόσο θεμελιώδες είναι αυτό το ψυχικό δέσιμο. Δεν θα μπορούσε να συναισθανθεί ας πούμε τη συλλογική εμπειρία της ατμόσφαιρας στα δυο παιχνίδια του Παναθηναϊκού με την Μπαρτσελόνα. Δεν είναι τα πάντα πολιτική· ανάμεσα στις επετείους άλλοι κρατούν το μωράκι τους στον αέρα, άλλοι περιμένουν επιτέλους μωρό, άλλοι κάνουν μια βόλτα με το παιδί τους μέσα στην άνοιξη. Η άνοιξη ως άνοιξη, αυτό το συγκλονιστικό φαινόμενο. Σιχαίνομαι τα κλισέ και τώρα λέω πράγματα τόσο αυτονόητα που φλερτάρουν με το κιτς; Ναι, γιατί ο άνθρωπος είναι περισσότερο αντίφαση, παρά κατάφαση. Το κουβάρι της ψυχής μας που όλο προσπαθούμε να ξετυλίξουμε κι όλο παραμένει μπερδεμένο. Σε τι βαθμό είμαστε καθορισμένοι από την αρχή; Πότε είναι πια πολύ αργά να αλλάξουμε χαρακτήρα; Και τι ενδιαφέρουν τον αναγνώστη μιας εφημερίδας όλα αυτά; Δεν με ενδιαφέρει αν τον ενδιαφέρουν. Δεν με ενδιαφέρει αν μιλώντας για τους φίλους μου και εμένα αδυνατώ να μιλήσω κάπως και για εκείνον. Θα το ήθελα δηλαδή, θα μου άρεσε δηλαδή, αλλά όσα περισσότερα χρόνια γράφεις, τόσο περισσότερο συνειδητοποιείς ότι δεν γράφεις για να προκαλέσεις ψυχικούς σεισμούς σε όσους σε διαβάζουν. Γράφεις σαν να μιλάς με τον εαυτό σου στο κινητό, κάνοντας κύκλους και προσπαθώντας να καταλάβεις τα πώς και τα γιατί. 
(Kείμενο γραμμένο για την Ελευθεροτυπία) 

Δεύτερος ο Κορνέλιουκ

Η πρώτη φορά ήταν πριν από χρόνια.
   
Το Μεγάλο Σάββατο και την Κυριακή του Πάσχα γινόταν στο Σότσι της τότε Σοβιετικής Ένωσης –εκεί που του χρόνου θα διοργανωθούν οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες- το πρωτάθλημα στίβου της Σοβιετικής Ένωσης!
Οι διοργανωτές είχαν προσκαλέσει και 10-20 αθλητές από όλο τον κόσμο για να υπάρχει μεγαλύτερος συναγωνισμός, μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Προσκάλεσαν και μένα. Αμέσως είπα ναι.
Ήθελα να πάω να συναντήσω τον φίλο μου, Ολυμπιονίκη Βαλερύ Μπορζώφ, τον φίλο και τέταρτο Ολυμπιονίκη Κορνέλιουκ και άλλους πολλούς.
Λίγο πριν από τον αγώνα με πλησίασε ο Βαλερύ, μου ευχήθηκε καλή επιτυχία, μου μετέφερε χαιρετισμούς από την σύζυγό του την αξεπέραστη Τουρίσεβα -14 Ολυμπιακά μετάλλια κατέκτησαν οι δυο τους- και μου είπε ότι δεν θα αγωνιζόταν διότι ήταν λίγο αδιάθετος.
Καθίσαμε στους βατήρες, Έτοιμοι. Μπαμ. 
Ήμουν σε μεγάλη φόρμα. Τερμάτισα πρώτος. Δεύτερος ο Κορνέλιουκ. Ένας Έλληνας είχε κερδίσει το πρωτάθλημα της Σοβιετικής Ένωσης! Έγινε και αυτό!..
Στην απονομή των επάθλων οι Σοβιετικοί προς τιμήν μου ύψωσαν την Ελληνική Σημαία. Που τη βρήκαν σκέφθηκα καθώς το στήθος μου φούσκωνε από υπερηφάνεια.
Όταν γύρισα στο ξενοδοχείο, ρώτησα που ήταν η πιο κοντινή εκκλησία για να πάω το βράδυ για την Ανάσταση. Με κοίταξαν με απορία. Οι εκκλησίες μου είπαν δεν λειτουργούσαν! Ήταν κλειστές για δεκαετίες…
Ήταν το πρώτο Πάσχα στην ζωή μου που δεν έκανα Ανάσταση. Και τώρα το δεύτερο!
 Επισημαίνω όμως στο μόνο κατ΄ όνομα σημερινό ΠαΣοΚ, ότι επί σαράντα χρόνια η ζωή μου ήταν μια διαρκής προσφορά στο ίδιο και στην Ελλάδα. Στην ιστορική συγκρότηση, ενδυνάμωση, στη δημοκρατική, προοδευτική, αριστερή λειτουργία και δράση του, για να είναι το ΠαΣοΚ κόμμα του λαού.

  Όμως δεν γίνεται αλλιώς.
Οι βολεμένοι θα ξεβολευτούν. Οι άνθρωποι θα ξαναδουλέψουν.

Τετάρτη, Απριλίου 24, 2013

Κατηγορίες

Υπάρχουν άνθρωποι που βρίσκονται κάτω από σύννεφα, είναι ωστόσο τόσο γεμάτοι με την εικόνα του εαυτού τους, τόσο θεμελιακά γοητευμένοι με το εγώ τους, που φαντάζονται πως ακόμα κι ο ήλιος που λάμπει πιο πέρα, στην πραγματικότητα λάμπει πάνω τους. Κλείνουν λοιπόν τα μάτια και λιάζονται και αφήνουν τις ακτίνες να διαπεράσουν το εγώ τους και να το κάνουν ακόμη πιο αυτογοητευτικό.
Yπάρχουν άνθρωποι που βρίσκονται κάτω από τον ήλιο, η εικόνα του εαυτού τους όμως είναι τόσο ευάλωτη, τόσο έτοιμη να διαλυθεί άνα πάσα στιγμή σε θραύσματα, που δεν τον αφήνουν σε ησυχία τον ήλιο, κάνοντας ό,τι μπορούν για να τον διώξουν και να βρεθούν επιτέλους ξανά στη βροχή. Κλείνουν λοιπόν τα μάτια κι όταν η καταιγίδα έρχεται αφήνουν το νερό της να μπει μέσα από τα θραύσματα και να ποτίσει αυτό που βρίσκεται πίσω από την εικόνα, πίσω από το εγώ, την πηγή δηλαδή ποιός ξέρει τίνος πόνου.
Υπάρχουν άνθρωποι που πάνε με όποιον καιρό τους τύχει. Που το κύριο γνώρισμά τους είναι ότι αν τους τύχει βροχή, στη βροχή θα κάτσουν, κι αν τους τύχει ήλιος σε αυτόν. Που μπορεί να περνάνε μια ζωή εξετάζοντας το τι και το πώς βρίσκεται πάνω απ' το κεφάλι τους, αλλά ως αναλυτές καιρικών φαινομένων και μόνο, όχι ως ενεργά υποκείμενα που θα πάνε λίγο πιο κει για να μη βρέχονται ή ακόμη λίγο πιο δω για να τους πάρει ο ήλιος κι από άλλη πλευρά.
Υπάρχουν κι άνθρωποι που νομίζουν ότι οι άνθρωποι χωρίζονται σε γενικές κι αφηρημένες κατηγορίες.

Τρίτη, Απριλίου 23, 2013

Διαφημίσεις

Δυο διαφημίσεις κινητής τηλεφωνίας που συμπίπτουν χρονικά και μια ενδιαφέρουσα αντίστιξη. Στην πρώτη μια χιουμοριστική καρικατούρα ενός μοντέλου γάμου στηριγμένου στην καταπίεση, την επιβολή, την παντόφλα, τον ευνουχισμό. Στη δεύτερη ένα εντελώς ιδεατό πρότυπο ζευγαριού που αρχίζει να φιλιέται από σχεδόν παιδιά και δεν σταματά ούτε στα βαθιά γεράματα. Αν υπάρχει ένα ενδιαφέρον στοιχείο στην πρώτη, είναι πως, πίσω από το στοιχείο της πλάκας, βγάζει πολλή ματαίωση και παράδοση. Αν υπάρχει ένα ενδιαφέρον στοιχείο στη δεύτερη, είναι πως τα φιλιά γίνοται πιο παθιασμένα και οι σκηνές μετατρέπονται σε σεξουαλικές όταν το ζευγάρι γερνάει. Ο ερωτισμός της φθοράς, το γήρας ως σώμα λαγνείας, το βλέμμα που μετά από δεκαετίες μαζί σε κοιτάζει με ακόμη μεγαλύτερη επιθυμία, ακριβώς επειδή είναι ένα βλέμμα εμπλουτισμένο με τις μνήμες από δεκαετίες κοιτάγματός σου, ένα βλέμμα εμπλουτισμένο με μνήμες όσφρησης, αφής, ακοής και γεύσης σου. Απέναντι στην εσκεμμένη ουτοπία της μίας διαφήμισης και την μάλλον αθέλητη δυστοπία της άλλης υπάρχει η πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα δεν γίνεται να συνοψίζεται μέσα στο αυτοκίνητο που εκείνος είναι ο παθητικός συνοδηγός και το φτηνό πεδίο βολής, αλλά θα έχει βαλβίδες εκτόνωσης και φυγής. Όπως επίσης η πραγματικότητα κάθε άλλο παρά αποκλείει αυτό το είδος του βλέμματος και του φιλιού, απλά δεν «κόβει» από φιλί σε φιλί, αλλά μεσολαβεί το δικό της σώμα ανάμεσα τους. Αλλά ναι, αν υπάρχει μια πραγματική πραγματικότητα αυτή δεν μπορεί παρά να μας λέει ότι τα πιο ερωτικά χρόνια είναι αυτά που θα είσαι γέρος και θα είναι γριά, όταν η λαγνεία θα είναι πιο γυμνή από ποτέ, πιο ξεδιάντροπη από ποτέ, πιο βαθιά από ποτέ, πιο αληθινή και πιο υπαρξιακή από ποτέ. Ζούμε σωρεύοντας επιθυμία στο βλέμμα.

Παρασκευή, Απριλίου 19, 2013

Ρετροσπεκτίβα

Πέμπτη, Απριλίου 18, 2013

Τhe new black

Ι. Aντιγράφω ένα κειμενάκι από παλιότερο Unfollow:
To βίντεο από τη σφαγή των μεταλλωρύχων στη Νότια Αφρική θυμίζει ανατριχιαστικά (από το νοτιοαφρικάνικο φως και τοπίο, ως τη γωνία λήψης και την κάμερα στο χέρι) το «District 9», μια ιδιόμορφη ταινία επιστημονικής φαντασίας του 2009. Σε αυτήν ένα διαστημόπλοιο που έχει εγκατασταθεί πάνω από το Γιοχάνεσμπουργκ, έχει αφήσει στο έδαφός του ένα σωρό εξωγήινους, οι οποίοι ζουν πλέον έγκλειστοι σε κάτι μεταξύ γκέτο και στρατοπέδου συγκέντρωσης. Οι εξωγήινοι της ταινίας είναι εξαθλιωμένοι και αδύναμοι. Η αξία της ζωής τους είναι πολύ συζητήσιμη. Αν σε ένα επίπεδο η ταινία λειτουργούσε ως αλληγορία για το απαρτχάιντ αλλά και τους λαθρομετανάστες, αν ο εξωγήινος απόκληρος συμβόλιζε τον μαύρο επί απαρτχάιντ και τον λαθρομετανάστη επί οποιουδήποτε καθεστώτος, ίσως είναι λοιπόν καιρός να σκεφτούμε πως υπάρχει ένας ακόμη πιο πάγιο εξωγήινο τέρας, το οποίο όταν τολμά να αντιδρά και να διαμαρτύρεται, η εκάστοτε έννομη τάξη δικαιούται να σκοτώνει σαν τις κατσαρίδες: αυτό που νομιμοποιούμαστε να το κοιτάξουμε ως κάτι διαφορετικό από μας και ως κάτι επικίνδυνο, εκτός από τον αλλόχρωμο και γενικά τον ξένο, είναι κι ο εργάτης που παύει να υπακούει και αρχίζει να διεκδικεί δυναμικά τα δικαιώματά του. Ακόμα κι όταν ο ρατσισμός φεύγει, η ανάγκη διαφύλαξης των ταξικών συμφερόντων ζει και βασιλεύει. Ίσως αυτό που είδαμε να κάνει η αστυνομία στη Νότια Αφρική να μην είναι σκηνή από το παρελθόν αλλά από το μέλλον, να μην είναι φρικτός αναχρονισμός αλλά φρικτό προμήνυμα. Ίσως αυτό που είδαμε να κάνει εκεί η αστυνομία εκτελώντας δεκάδες ανθρώπους, να συνιστά την επίλυση των συλλογικών εργατικών διαφορών στην πιο ακραία αλλά και στην πιο ανυπόκριτη μορφή 
II. Kαι το συμπληρώνω με το ηθικό δίδαγμα:
Mην μιλάς, μην ζητάς, κι έξι μήνες να σου χρωστάνε σκάσε, κάνε υπομονή, περίμενε μήπως και στο τέλος φιλοτιμηθούν να σου δώσουν κάτι. 
Ειδάλλως έχεις ασφαλώς το δικαίωμα να διαμαρτυρηθείς και να διεκδικήσεις, αλλά να ξέρεις πως αντί για τους έξι μήνες σου θα πάρεις
σφαίρες από την έμπρακτη εργασιακή τάξη
 και απέλαση από την έννομη τάξη.

Τετάρτη, Απριλίου 17, 2013

Οι νεκροί μας νεκροί μας κι οι νεκροί σας νεκροί σας

Βρέχει φράουλες απόψε στα «μέσα κοινωνικής δικτύωσης». Στα της από εδώ πλευράς τουλάχιστον. Είπα κι εγώ κάνα δυο ευαίσθητα και κάνα δυο κυνικά, έφτασα μέχρι και να λογοκρίνω ως ανάρμοστο για την ώρα και το στάτους μου (pun ιντέντιντ) αστειάκι για το ματς του θρύλου με την ΑNADOLU EFES σε σύνδεση με την πληροφορία πως «Ο πρώην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ενόψει της επίσκεψής του στην Κωνσταντινούπολη, ως προσκεκλημένος της λέσχης Bab-I Ali, παραχώρησε συνέντευξη στο Τουρκικό Πρακτορείο Ειδήσεων ANADOLU», άρα στο ύψος μου ως πολίτης στάθηκα και το καθήκον μου το εκτέλεσα και με το παραπάνω.
Δεν ξέρω τι βρέχει απόψε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης της από εκεί πλευράς. Με τη Μανωλάδα μας πάντως απαντούμε στη Βοστώνη τους. Ας είναι αυτοί όλοι Βοστωνέζοι, εμείς είμαστε όλοι αλλοδαποί εργάτες που μας πυροβολούν επειδή ζητήσαμε δεδουλευμένα μηνών. Αυτές οι ψυχάρες είμαστε. Και θα μποϊκοτάρουμε και τα προϊόντα σας ελληναράδες μανωλαδαράδες. Κι αν στο μεταξύ μας απελάσετε επειδή πυροβοληθήκαμε χωρίς χαρτιά, θα πάμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης της πατρίδας μας -ανοικτά λογικά θα είναι- και θα σας την λέμε από εκεί. Θα κάνουμε κι ένα τελευταίο πάρτι για το θάνατο της Θάτσερ. Εσείς ας την θάβετε με 11,6 εκατομμύρια ευρώ, δεν πεθαίνει κάθε μέρα κανείς, πριγκιπικοί γάμοι, θατσερικές κηδείες, έλα μωρέ πρωτόκολλο και τελετή και αθάνατη πεθαμένη αυτοκρατορία, κλας ρε, κλας, και τα Σάββατα άουρ κλας πίνει και πλακώνεται για την κάθε Μίλγουολ, στα στενάκια όμως, αφού τα γήπεδα τα έκανε Καντέρμπουρι η Μάγκι.
Εμείς Μαδουρικοί, εσείς Καπριλιστές, στο τσακ σας πήραμε πάλι, και νεκρός σας πηδάει ο Τσάβες, κι αν στις Σκουριές είχε φράουλες και στη Μανωλάδα χρυσό, όλα θα ήταν εντελώς διαφορετικά, σωστά; Δεν κοιτάει η κάθε τοπική κοινωνία τα του τόπου της, η κάθε τοπική κοινωνία ανήκει ιδεολογικά εδώ ή εκεί.
Και κάπως έτσι μοιρασμένοι εμείς κι εσείς, κραδαίνουμε τους νεκρούς και τους τραυματίες μας, κατανέμοντάς τους με τρόπο οιονεί αυτόματο. Κι οι πιο δικοί σας νεκροί, οι πιο εμβληματικοί, αυτοί για τους οποίους μας μιλάτε μέρα παρά μέρα, οι νεκροί φυσικά της Μαρφίν. Με τη διαφορά πως είναι δικοί σας μόνο αναφορικά με τις κατηγορίες για τους δολοφόνους με τις μολότωφ και κατ΄επέκταση τους διαδηλωτές, τους απεργούς, τους μη μεταρρυθμιστές. Σήμερα που ξεκίνησε η δίκη των υπευθύνων της τράπεζας, στα αρχίδια σας οι νεκροί της Μαρφίν, στο μουνί σας οι νεκροί της Μαρφίν, όπως στα αρχίδια μας και στο μουνί μας αυτοί που πυροβολήθηκαν στη Μανωλάδα.
Σε δουλειά να βρισκόμαστε, να την λέμε ο ένας στον άλλο, να περάσει η ώρα, να ξαπλώσουμε, να κοιμηθούμε, κι αύριο να τσακωθούμε για κάτι καινούριο. Κρίση είναι θα περάσει.

Τρίτη, Απριλίου 16, 2013

Αίμα

Αίμα στη Βοστώνη, αίμα στο Γουέμπλεϊ,
όταν το δυτικό αίμα χύνεται, εξακολουθεί, σε κραυγαλέα αντίθεση με τα υπόλοιπα, να κατακτά περίοπτη θέση στις οθόνες μας, τις συζητήσεις μας, τα σοκ μας.
Στο Γουέμπλεϊ οι θρυλικοί οπαδοί της Μίλγουολ πλακώνονται μεταξύ τους, τιμώντας την πολιτιστική κληρονομιά τους,
στη Βοστώνη σώματα που έχουν φτάσει στο ανθρώπινο όριο της εξάντλησης ανατινάζονται λίγο πριν ή λίγο μετά την υπέρβαση του ορίου, λίγο πριν ή λίγο μετά τη γραμμή του τερματισμού
και καθώς βλέπεις τις ματωμένες φωτογραφίες, υποπτεύεσαι πως ίσως το πιο βαθύ υπαρξιακό κίνητρο κάθε βίας
είναι το ίδιο το αίμα,
είναι το σκάνδαλο του αίματος που ασφυκτιά ταξινομημένο μέσα μας
και ζητά να ελευθερωθεί,
να βγει στο φως,
να αποδείξει πως υπάρχει,
πως όσο κι αν προσπαθούμε να το κρύψουμε κάτω από πρόσωπα κι επιφάνεια και σάρκα,
είμαστε αιμάτινα πλάσματα,
είμαστε σε μεγάλο βαθμό αίμα,
και άρα είμαστε και σε μεγάλο βαθμό βία που ασφυκτιά ταξινομημένη μέσα μας.
Σαν τα παιδιά που σπάνε τα παιχνίδια για να δουν από τι είναι φτιαγμένα,
έτσι κι οι μεγαλύτεροι σπάνε ο ένας τον άλλο για να δουν από τι είναι φτιαγμένοι,
με τη βία άλλοτε χαϊδευτικό της βιασύνης, της βιασύνης για απόδειξη της θνητότητας,
κι άλλοτε απλά απόδειξη του βίου, απόδειξη πως ο άλλος δεν είναι θνητός, αλλά ζωντανός,
ζει,
και το αίμα τρέχει κατακόκκινο από τα ρουθούνια του.

Δευτέρα, Απριλίου 15, 2013

ΑΕΚ

Μολονότι η οικονομική κατάρρευση της ΑΕΚ, που οδήγησε τελικά και στην αγωνιστική, δεν είναι ένας ακόμη καρπός της μετά τρόικα εποχής, αλλά είναι αντίθετα αποτέλεσμα σκασμένης φούσκας των αγιασμένων χρόνων της εκσυγχρονιστικής ανάπτυξης, έχω την αίσθηση πως ο υποβιβασμός της θα αποτελέσει ένα από τα σημειολογικά ορόσημα της τελευταίας τριετίας. Ήσσονος συγκριτικά σημασίας; Ναι. Αλλά ίσως όχι και εντελώς ήσσονος. Τμήμα της ταυτότητας της πλειοψηφίας των ανδρών δεν παύει να είναι και η ομάδα τους, το «τι ομάδα είναι». Έτσι, το να συμβαίνει το αδιανόητο και να πέφτει η ομάδα σου κατηγορία, συνιστά ένα ακόμη ισχυρό πλήγμα στα όσα ως τώρα σε συγκροτούσαν και σου έλεγαν ποιός είσαι, συνιστά μια ακόμη επί τα χείρω αναδιάταξη της συνολικής εικόνας. Έχεις μετατραπεί σε πολίτη, εργαζόμενο και καταναλωτή Β' εθνικής κατηγορίας, μιας χώρας που έχει υποβιβαστεί στη Β' εθνική κατηγορία, τώρα πλέον θα είσαι και οπαδός ομάδας Β' εθνικής κατηγορίας. Είσαι ένας από τις δεκάδες χιλιάδες που πήγε χθες στο γήπεδο για να πεις πως ναι, η ΑΕΚ παραμένει μεγάλη ομάδα, πως κι αν αλλάζουν όλα αυτό τουλάχιστον δεν έχει αλλάξει και πως δεν πρόκειται να πέσει. Κι όμως έπεσε.
Ποιός όμως σου έδωσε τη χαριστική βολή; Με μια φωνή όλοι οι δημοσιογράφοι και δημοσιολογούντες θα συμφωνήσουν πως στην έδωσαν αυτοί που μπούκαραν στο γήπεδο. Με σχεδόν την ίδια φωνή θα αποδώσουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης και στον διαιτητή που τήρησε επαμφοτερίζουσα στάση μετά τη διακοπή και δεν συνέχισε το ματς. Οι μπουκαδόροι κι ο Τριτσώνης, αυτοί σε έριξαν κατηγορία, σου εξηγούν. Ενώ ήταν τόσο απλό: αν δεν μπούκαραν ή αν ο Τριτσώνης έβγαζε τις ομάδες στο γήπεδο για να σφυρίξει τη λήξη του αγώνα, πήγαινες κέρδιζες τον Ατρόμητο στο Περιστέρι και κατά πάσα πιθανότητα σωνόσουν. Είναι τόσο δίκαιο: ο Άρης στη Βέροια τα ίδια έκανε, όμως ο διαιτητής εκεί δεν το διέκοψε το παιχνίδι. Είναι τόσο κρυστάλλινο: ένα παιχνίδι που είχε με τις καθυστερήσεις από την προηγούμενη διακοπή πάνω από δεκάλεπτο, θα πήγαιναν να το παίξουν μισό λεπτό για να λήξει και να μην τιμωρηθεί η ομάδα, μετά θα καθόταν να χάσει ο Ατρόμητος, και θα την έσωνες την κατηγορία.
Πρέπει να είμαστε η μόνη χώρα που ακόμη και οι πλιατσικολόγοι χουλιγκάνοι πατούν σε αντικειμενικά λιγότερο αμφισβητήσιμο ηθικά έδαφος από όλους εκείνους που τους κατηγορούν ηθικολογικά. Επίσης τα γήπεδα πρέπει να είναι το αληθινό γαλατικό χωριό στο οποίο η αστυνομία του Νίκου Δένδια ξεχνά να συμπεριφερθεί ως αστυνομία του Νίκου Δένδια, επειδή δεν έχει ιδεολογικούς εχθρούς απέναντί της, επειδή δεν έχει να προστατεύσει καμία επένδυση ή να διαλύσει καμία διαδήλωση, με αποτέλεσμα τα ντου, τα μπου και τα σκου μπι ντου, να είναι ανεμπόδιστα.
Και κάπως έτσι πιθανότατα το τελευταίο γκολ της ΑΕΚ στην Ά Εθνική ήταν αυτό που πανηγυρίστηκε με ναζιστικό χαιρετισμό, και κάπως έτσι ο αδηφάγος λαός του Ολυμπιακού φωνάζει «Έκανες τον θρύλο αεκάκι, Μαρινάκη Μαρινάκη», λησμονώντας ίσως πως όταν μαθαίνεις να επιδιώκεις να καθιστάς τους μεγάλους σου αντιπάλους αεκάκια, όταν μαθαίνεις επί κοντά είκοσι χρόνια τώρα να επικρατείς με κάθε τρόπο, έρχεται το πλήρωμα του χρόνου που έχεις μια κατηγορία γεμάτη αεκάκια, και τότε οι βαθμολογικοί σου θρίαμβοι καθίστανται μπούμερανγκ, καθώς με το ζόρι παίρνεις ισοπαλία από το αεκάκι με τα πράσινα από το οποίο σε χωρίζουν 37 βαθμοί φέτος και ίσως -γιατί όχι;- μια κατηγορία του χρόνου.

Κυριακή, Απριλίου 14, 2013

H ευτυχία έρχεται

Σε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ταινίες των τελευταίων μηνών, το «Νο» του Πάμπλο Λαρέν, το θέμα είναι το δημοψήφισμα του 1988 στη Χιλή. Ο -αγαπημένος δικτάτορας της αγαπημένης πρωθυπουργού των απανταχού νεοφιλελεύθερων, Μάργκαρετ Θάτσερ- Αουγκούστο Πινοσέτ προκηρύσσει δημοψήφισμα για την παραμονή του στην εξουσία. Για σχεδόν ένα μήνα παραχωρεί στην αντιπολίτευση ένα βραδυνό τηλεοπτικό δεκαπεντάλεπτο. Μετά από δέκα πέντε χρόνια πλήρους ελέγχου των ΜΜΕ, δίνεται επιτέλους η ευκαιρία να μιλήσει κανείς δημόσια για τα εγκλήματα του καθεστώτος του. Αυτονόητα λοιπόν, τα πρώτα βίντεο που φτιάχνει η αντιπολίτευση καταγράφουν όσα αποτρόπαια διέπραξε, μιλούν για τους χιλιάδες νεκρούς, εξαφανισμένους, βασανισμένους. Όταν όμως τα δείχνουν στον πρωταγωνιστή της ταινίας (έναν νεαρό διαφημιστή τον οποίο έχουν καλέσει να αναλάβει την καμπάνια του «Όχι»), εκείνος διαφωνεί εντελώς. Δεν μπορούμε να τα πουλήσουμε αυτά, τους εξηγεί. Αν πάμε από αυτόν τον δρόμο θα ενισχύσουμε τον φόβο, με αποτέλεσμα οι ψηφοφόροι να μην πάνε να μας ψηφίσουν. Η καμπάνια δεν πρέπει να στηριχθεί στην τραγωδία των περασμένων χρόνων, αλλά στην ευτυχία των επόμενων.
Όταν μετά από λίγο καιρό τους παρουσιάζει το πρώτο δικό του κλιπάκι, με κεντρικό σλόγκαν «Χιλή, η ευτυχία έρχεται», ένας άντρας θα σηκωθεί οργισμένος, θα του πει πως μπέρδεψε τη δημοκρατία με την κόκα κόλα και ουρλιάζοντας πως αυτό είναι μια εκστρατεία αποσιώπησης θα αποχωρήσει. Την ώρα που τα λέει αυτά συμφωνώ απόλυτα με τη στάση του. Μα αν δεν μπορεί η δημοκρατία να κερδίσει στο επίπεδο των ιδεών, μα αν η δημοκρατία δεν μπορεί να κερδίσει ως αυταξία παρά μόνο ως ένα ακόμη καταναλωτικό αγαθό, ως ένα υποκατάστατο δηλαδή φαντασιωτικής ευτυχίας, μα αν αν ένας λαός δεν έχει συντριπτική απάντηση στο δίλημμα να μείνει ή να φύγει ένας αιματοβαμμένος δικτάτορας, τότε τι;
Τότε μάλλον πρέπει να αποδεχτούμε πως η δημοκρατία δεν είναι ντε και καλά τόσο ψηλά στην αξιολογική κλίμακα όλων των ανθρώπων. Πως μεγάλο τμήμα του πληθυσμού ενδιαφέρεται περισσότερο να έχει ήσυχο το δικό του κεφάλι, από το τι κυρώσεις επιβάλλονται στους συμπολίτες του που το δικό τους κεφάλι σκέφτεται διαφορετικά. Πως επίσης δεν είναι νομοτελειακό ότι κάθε τραγωδία πρέπει να λύνεται με κάθαρση. Πως ίσως ο κόσμος προτιμά κι από την κάθαρση και τη δικαιοσύνη, το να ξεχνά και να αφήνει πίσω. Πως αν η δημοκρατία είναι δευτερεύον αγαθό, η ευτυχία είναι πάντα πρωτεύον.
Μήπως λοιπόν κι εμείς, αντί να μιλάμε για τη δημοκρατία που τρία χρόνια τώρα το σώμα της υφίσταται διαδοχικές στρεβλώσεις ή αντί να επικεντρωνόμαστε στην καταγγελία των μνημονιακών δεινών, πρέπει με κάποιον τρόπο να επενδύσουμε σε ένα όραμα ευτυχίας; Μήπως το σκοτάδι της τριετίας είναι γνωστό σε όλους και αντί να επισημαίνεται διαρκώς, πρέπει να δώσει τη θέση του στην υπόσχεση κάτι διαφορετικού που θα το αντικαταστήσει;
Και ίσως παρά τις ενστάσεις περί κόκα κόλας, υπάρχει ένα σημείο που η δημοκρατία με το αίτημα για ευτυχία τέμνονται. Τρόμο πουλάνε τα απολυταρχικά καθεστώτα. Οι δημοκρατίες πουλάνε -ναι, ενίοτε και στον αέρα- ελπίδα, ευτυχία και υπόσχεση για ευημερία. Και μια δημοκρατία είναι τελικά και αυτό: το πολίτευμα με το οποίο μια κοινωνία προσπαθεί να ρυθμίσει συλλογικά τα του οίκου της με τέτοιο τρόπο ώστε να ζει καλύτερα. Όταν αντίθετα μια κοινωνία έχει εν μέρει μόνο στα χέρια της τη ρύθμιση του οίκου της, όταν τελώντας υπό διαρκή εξωτερικό έλεγχο παύει να έχει ως σκοπό το να ζει καλύτερα, όταν αποδέχεται ως νέο της σκοπό το ότι τώρα τιμωρείται για τα αμαρτήματά της, καθώς είναι προτιμότερη αυτή η τιμωρία από την εναλλακτική της απόλυτης καταστροφής, τότε θα προσπαθήσει ένα χρόνο, θα προσπαθήσει δύο, θα προσπαθήσει τρία, αλλά δημοκρατία και τρόμος δεν γίνεται να συνυπάρχουν επ' άπειρον. Πρόκειται για μια δομική αντίφαση. Κάτι από τα δύο θα καταρρεύσει πρώτο: ή η δημοκρατία ή ο ζόφος. Ίσως λοιπόν η πιο αποτελεσματική απάντηση στο εκ μέρους των κυβερνώντων εμπόριο του ζόφου, να είναι το εμπόριο της ευτυχίας, έστω και αν είναι σε μεγάλο βαθμό απατηλή, έστω και αν πρέπει να πουληθεί με όρους αναψυκτικού, αφού στην καρδιά μας οι περισσότεροι από εμάς παραμένουμε πρώτα καταναλωτές και μετά πολίτες.
(Κείμενο γραμμένο για την Ελευθεροτυπία)

Σάββατο, Απριλίου 13, 2013

Επίορκοι


Η ευτελέστερη μορφή όρκων
είναι αυτοί που δεν πατήθηκαν ποτέ
κι η πιο περιδεής κατηγορία ανθρώπων
αυτή που δεν τόλμησε ποτέ να τους πατήσει.
Γιατί ο όρκος δεν έχει δικαιοδοσία στο μέλλον,
αλλά δίνεται για να σου νοηματοδοτήσει το παρόν.
Για τους όρκους που αφορούν το αύριο,
έχουν εφευρεθεί οι συμβάσεις, τα συμβόλαια, οι ρήτρες κι οι σφραγίδες.
Με τον αληθινό όρκο
-εκείνον δηλαδή που κάποτε θα σπάσεις-
λες στον άλλον
«Σε αγαπώ απόλυτα, τώρα, αυτή τη στιγμή»
ή
«Σε μισώ απόλυτα, τώρα, αυτή τη στιγμή»
ή
«Δεν σε αντέχω άλλο, τώρα, αυτή τη στιγμή»
και εξυψώνεις την αλήθεια αυτής της στιγμής
σε ιερή και όσια.
Επίορκος είναι αυτός που δεν δέχεται
να εκπέσει σε δημοσιοϋπαλληλίκι
μια αλήθεια που έφτασε να γίνει όρκος.

Τρίτη, Απριλίου 09, 2013

Σ' ένα καρέ τυφλών

Άκουγα τον Πρετεντέρη να επαινεί χθες βράδυ τον εαυτό του κι αναρωτήθηκα αν τα πιστεύει αυτά που λέει ή όχι. Κατέληξα πως άλλοι μπορεί να κοροϊδεύουν τον εαυτό τους, αλλά αυτός όχι. Είναι εξόχως συμβολικό πως το εμετικό του άρθρο δημοσιεύτηκε ελάχιστες μέρες μετά την παρουσίαση του βιβλίου του, στην οποία παρέστη σύσσωμη -σύσσωμη όμως- η κορυφή της οικονομικής και πολιτικής πυραμίδας. Δεν έχει υπάρξει διαχρονικότερο βαποράκι του συστημικού μίσους από τον Γιάννη Πρετεντέρη, κι όμως ήταν όλοι εκεί για να αποτίσουν τιμές. Σε ανταπόδοση έγραψε το άρθρο - καθρέφτη, όχι μόνο του ίδιου, αλλά τελικά και αυτής ακριβώς της κορυφής.
Τέσσερεις επιφανείς χρυσαυγίτες, κι ο Τράγκας δίπλα τους πέντε. Έχουμε μπει για τα καλά στην δεύτερη φάση του μνημονίου, όπου τα καθ' όλη τη διάρκεια της πρώτης φάσης φαινομενικά ακλόνητα ιδεολογικά χαρακτηριστικά, έχουν δώσει τη θέση τους σε προχαοτικά συμπτώματα. Όπως ακριβώς λοιπόν σήμερα ενώνουν την Εθνική με την Εurobank κι αύριο την ξε-ενώνουν, έτσι κι ο Σκάι δίνει εκπομπή στον Τράγκα, γιατί κατάλαβε πως τα καλά επικοινωνιακά χρόνια του Μπάμπη Παπαδημητρίου και του Ανδρέα Λοβέρδου πέρασαν, γιατί κατάλαβε πως όταν τελειώνουν τα αποθέματα μεταρρυθμιστικής ανόρθωσης που μπορείς να πουλήσεις, πρέπει η εποχή των χαλασμάτων που πέφτουν σαν το χαλάζι να μην σε βρει εντελώς απροετοίμαστο. Οι τράπεζες ετοιμάζονται να περάσουν σε γερμανικά χέρια, οπότε σε μια επιχείρηση αντίπραξης παίρνουμε το ναζισμό στα δικά μας ελληνικά χέρια, μέσω του Ταμείου Νεοναζιστικής Σταθερότητας.
Ο Δημήτρης Μελισσανίδης όπως είναι γνωστό τοις πάσι δεν έχει καμία σχέση με την Αegean, κάνει λοιπόν αγωγή και ζητάει μισό εκατομμυριάκι από τον Λευτέρη Χαραλαμπόπουλο, ο οποίος περνά τα βράδια του δεχόμενος απειλές από αγνώστους.
Εγώ πάλι, που δεν τολμά να με απειλήσει κανείς, γιατί ξέρει πως το επόμενο πρωί θα τον τσιμεντώσω, περνώ τα βράδια μου βλέποντας ταινιούλες, σειρούλες, ντοκιμαντεράκια, όπως αυτό εδώ για τον Κιούμπρικ, στο οποίο σε μια φάση (στο 48:20 για την ακρίβεια), ο Άρθουρ Κλαρκ λέει, πως πίσω από τον καθένα μας στέκονται τριάντα φαντάσματα, αφού αυτή είναι η αναλογία μεταξύ των ανθρώπων που έζησαν στο παρελθόν και των ανθρώπων που ζουν τώρα. Η φράση είναι απόσπασμα από το «2001». Ωραία πρόζα: "Behind every man now alive stand thirty ghosts, for that is the ratio by which the dead outnumber the living". Από όταν το έγραψε η αναλογία θα έχει αλλάξει ελαφρώς, πάντως κάπου εκεί γύρω θα είναι. Τρεις δεκάδες νεκροί νοματαίοι πίσω μου. Τους πιάνω κουβέντα. Τους ρωτάω για τον μεσαίωνα, την αρχαιότητα, τη βιομηχανική επανάσταση, για τότε που ζούσαν σε σπηλιές. Ο καθένας τους έχει να μου διηγηθεί κάτι ενδιαφέρον. Εγώ τους λέω για γκρίζα μαλλιά και μπλε κάρτες, τους μιλάω για την αφρικανική σκόνη που έκρυβε τον όμορφο ελληνικό ουρανό μας, τον υπέροχο ελληνικό μας ήλιο. Μου απαντούν πως όταν έρθει η Χρυσή Αυγή στα πράγματα η σκόνη θα φύγει φοβισμένη από μόνη της και δεν θα χρειαστεί καν να τη διώξει η νέα κυβέρνηση. Πως από τη Ζωή μπορεί κανείς να γλιτώσει, όπως κι από τον Κασιδιάρη, αλλά από τη Ζωή Κασιδιάρη κανείς. Ο Φώτης Κουβέλης χειροκροτά νηφάλια κι ο Σπύρος Λυκούδης εξηγεί πως η Ελλάδα δεν παράγει τίποτα και πως οι Έλληνες ζεσταίνονται με το πετρέλαιο των ξένων. Ολοένα και συχνότερα πλέον, ένας αόρατος τοίχος ματαιότητας ορθώνεται μπροστά σε ποστάκια που δεν βρίσκουν το λόγο να γραφτούν, αλλά αφού η σκόνη έφυγε και βγήκε ο ήλιος, τα ποστ διαπασών. 

Τετάρτη, Απριλίου 03, 2013

Η παράδοση


Κι οι Αλέξανδροι δεν σταματούν να μας κρύβουν τον ήλιο. Προκειμένου να τους πουν Μεγάλους, πείθουν τον εαυτό τους πως ο ήλιος δεν είναι αρχή, μέση και τέλος, αλλά κάτι σαν λαμπατέρ ας πούμε, που απλά μας επιτρέπει να βλέπουμε και να κάνουμε αυτά που είναι «αληθινά σημαντικά». Απωθούν λοιπόν την σημασία του, ψάχνοντας να τη βρουν αλλού: κάποιον ακόμα να πολεμήσουν, κάτι ακόμα να κατακτήσουν, κάπου πιο πέρα να επεκταθούν· μια διαρκής βαβούρα, μια ανελέητη παραγωγή ποδοβολητού. Αν τους ρωτήσεις γιατί τα κάνουν όλα αυτά, θα σου πουν πως έτσι αλλάζει ο κόσμος, πως αν δεν ήταν αυτοί δεν θα είχε εφευρεθεί ούτε το πιθάρι στο οποίο αράζει η τσογλανοπαρέα μας ασκώντας κριτική. Όσο και να έχουν αλλάξει τον κόσμο όμως, ο ήλιος παραμένει εκεί. Θα σου απαντήσουν πως αν τους δώσεις αρκετό χρόνο και αρκετές γενιές δεν αποκλείεται κάποτε να φτάσουν κι εκεί. Αυτός πρέπει να είναι κι ο τελικός σκοπός τους: η επίδρασή τους πάνω στον ήλιο να πάψει να περιορίζεται στο απλό κρύψιμό του μπροστά από το πιθάρι μας και να γίνει καθολική· να μεταφέρουν το ψυχαναγκασμό της επεκτατικότητάς τους όσο πιο ψηλά γίνεται· επεμβαίνοντας στην σχέση ήλιου - γης, είτε πειράζοντας τις τροχιές τους είτε με άλλο τρόπο, να μεγαλώσουν τις μέρες και να μικρύνουν τις νύχτες, όχι όμως για να περνάμε περισσότερο χρόνο με τον ήλιο, αλλά για λόγους αύξησης της παραγωγικότητας, εξασφάλισης περισσότερου ωφέλιμου χρόνου, καθώς η περίεργη σχέση τους με αυτό που είναι φυσικό κάθε άλλο παρά στον ήλιο εξαντλείται: η τόσο μεγάλη νύχτα τούς φαίνεται σπατάλη. Θεωρούν τον χρόνο του ύπνου χαμένο, κοιμούνται ελάχιστα, πετάγονται στο άκουσμα του ξυπνητηριού ή και πριν αυτό χτυπήσει: έχουν τόσα να κάνουν, τόσους ακόμα να πολεμήσουν, τόσα ακόμα να κατακτήσουν, τόσο πιο πέρα να επεκταθούν.
Εκείνο που δεν θα καταλάβουν ποτέ είναι πως το να κοιμάσαι τη νύχτα και το να κοιτάζεις τον ήλιο την μέρα είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος νιρβάνας, πως το ανθρώπινο μυαλό ένα πράγμα λαχταράει, να πιέζεται όσο το δυνατόν λιγότερο, να λειτουργεί όσο περισσότερο γίνεται στο αυτόματο, στο από μόνο του, όπως ακριβώς κάνει όταν κοιμάται, όπως σχεδόν κάνει όταν το κεφάλι μέσα στο οποίο βρίσκεται λιάζεται, όπως περίπου κάνει όταν γράφει ημιαυτόματα, όχι δηλαδή όταν γράφει ένα κείμενο που πρέπει να παραδώσει, αλλά όταν γράφοντας είναι το ίδιο που παραδίνεται.