Πέμπτη, Μαΐου 29, 2014

Η μικρή γιορτή

«Δεν υπάρχει σήμερα καμία μεγάλη γιορτή»
έλεγε -σχεδόν ενοχικά- το μάτριξ στο μετρό.
Κι όμως, το ίδιο βράδυ στην ταβέρνα,
όλες εκείνες οι μεγάλες γυναίκες,
άλλες φορώντας μαύρα, άλλες όχι,
χωρίς άντρα κανένα ανάμεσά τους,
(άλλοι θα είχαν προ πολλού πεθάνει, άλλοι ίσως όχι)
έπιναν από τα μπυροπότηρά τους
κάτι σίγουρα γιορτάζοντας,
κάποια μικρή δική τους γιορτή,
όπως
τη γιορτή του να έρχεται το καλοκαίρι,
του να ζεις ακόμα,
του να έχεις να πας σε μια ταβέρνα,
του να δροσίζει η κρύα μπύρα
τα γερασμένα σου χείλια,
του να κυλά πισω από τον γερασμένο σου λαιμό,
του να σε ευφραίνει σαν να
μην έρχεται ένα ακόμα καλοκαίρι,
αλλά και μια ακόμη νιότη σου.
Κι όμως, το ίδιο βράδυ στην ταβέρνα,
όλες εκείνες οι μεγάλες γυναίκες
γιόρταζαν την όντως νιότη τους,
την όντως νιότη τους για εκείνο το βράδυ,
καθώς η δική τους μικρή γιορτή
δεν ήταν αυτή της απώθησης
αλλά αυτή της κατάφασης.

Δευτέρα, Μαΐου 26, 2014

Στις 25 ψηφίσαμε. Στις 26 τι κάνουμε;

Αν το δει κανείς μη επαρχιώτικα, αλλά συγκριτικά με την μεγάλη ευρωπαϊκή εικόνα, δεν μπορούμε παρά να είμαστε περισσότερο από ικανοποιημένοι για το ότι ένα αριστερό κόμμα είναι πλέον πρώτη δύναμη στη χώρα.
Αν το δει κανείς μη ξεκομμένα από το παρελθόν και μη μαξιμαλιστικά, αυτό που εντελώς ανέλπιστα αναδείχθηκε ως αποτέλεσμα για τον ΣΥΡΙΖΑ στις κάλπες τον Μάιο του 12, αποδείχθηκε πως δεν ήταν πυροτέχνημα, αλλά η αρχή μιας πορείας, που τον Ιούνιο του 12 τον έφερε μια ανάσα από την πρωτιά και που δυο χρόνια μετά τον φέρνει καθαρά πρώτο. 
Όλα αυτά λοιπόν καλά και ωραία είναι.
Ωστόσο παρά τους διαρκείς κλυδωνισμούς και τις διαρκείς καθιζήσεις τους τέσσερα χρόνια τώρα, βρίσκουν πάντα τον τρόπο τελικά να αντέχουν.
Ανερυθρίαστα, παρά φύση, αλλά αντέχουν.
Και θα συνεχίσουν να μας εξουσιάζουν ανομιμοποίητα και νομιμοποιημένα μαζί, με αυτό το μπάσταρδο κράμα εκλογικής αποδοκιμασίας τους, αλλά ακόμη και τώρα έλλειψης απόφασης για ολική συντριβή τους.
Σε προσωπικό επίπεδο, μια φορά ήμουν κι εγώ αισιόδοξος για μια εκλογική μάχη (της Αθήνας) και διαψεύστηκα και, οκ, είναι οδυνηρό, αλλά αν μπορώ να βγάλω ένα τελικό συμπέρασμα είναι πως είναι προτιμότερη η πίκρα που προέρχεται από την μη τελεσφόρηση μιας προσπάθειας στην οποία ενεπλάκης συναισθηματικά, από την κουλ αποστασιοποίηση και το διαρκώς υψωμένο δάχτυλο.
Μόνο με την προσωπική μας εμπλοκή θα αλλάξουν τα πράγματα.
Εμείς είμαστε τα πράγματα. Τα πράγματα δεν είναι κάποια θεωρητικά σχήματα έξω από εμάς και εμείς δεν είμαστε οι σχολιαστές τους.
Η εκλογική αλλαγή μπορεί να συμβεί ή να μη συμβεί στο μέλλον.
Αλλά η ουσιαστική αλλαγή θα συμβεί μόνο όταν πάψουμε να είμαστε αποστασιοποιημένοι και καταγγέλλοντες.

Σάββατο, Μαΐου 24, 2014

Είναι με τον Καμίνη

Η καταμέτρηση αναφορικά με τα δύο τελευταία χρόνια μόλις ολοκληρώθηκε.
Έλαβον:
Μνημόνια που έσκισε ο Αντώνης Σαμαράς 730
  Φαλλοί που έριξε ο λαγός στο λιοντάρι 725
Καταλληλότερος για σκίστης:
Μνημονίων, Αντώνης Σαμαράς 57%
Λεόντων, Λαγός 44%

Πέμπτη, Μαΐου 22, 2014

Με χρυσά γράμματα

Όλη αυτή η λύσσα για την προέλευση των ψήφων στο β' γύρο των δημοτικών στην Αθήνα, στοχεύει πολύ λιγότερο στο να αποτρέψει τη νίκη της Ανοιχτής Πόλης και πολύ περισσότερο στο να τη δυσφημίσει, λερώσει κι απαξιώσει. Τα φρι πρες μνημόσυνα έχουν αρχίσει ήδη να υφαίνονται, ο Καμίνης θα ζωγραφιστεί ως ο υπερβολικά ευρωπαίος και υπερβολικά δημοκράτης δήμαρχος στον οποίο άξιζε τελικά μια καλύτερη πόλη κι ένας καλύτερος λαός. Η δημαρχία του θα τοποθετηθεί με χρυσά γράμματα στο μνημονιακό φαντασιακό δίπλα στην ματαιωμένη μεταρρύθμιση Γιαννίτση και σε παλιές επαναστατικές τομές του Στέφανου Μάνου, για να καταλήξει στο πάγιο πολιτικό συμπέρασμα της δυστυχίας του να είσαι Έλληνας.

Δευτέρα, Μαΐου 19, 2014

Το γκροτέσκ τουρλού

Ποιός είπε ότι δεν έχει και την λυτρωτική της διάσταση η απαισιοδοξία; Εξ αρχής ήμουν σίγουρος ότι ο Κασιδιάρης θα συγκέντρωνε υψηλό ποσοστό, ενώ την παραμονή οι φήμες ότι μπορεί να μπαίνει δεύτερο γύρο απέκτησαν στο μυαλό μου μια εφιαλτική διάσταση, έτσι ώστε τα τελικά αποτελέσματα να μου φαίνονται μέχρι και ανακουφιστικά.
Μα ανακουφιστικό να παίρνει 36.000 ψήφους και 16,12 %; Προφανώς και όχι. Εκτός και αν δούμε το 16,12% ως το ταβάνι τους. Το ταβάνι των νεοναζί είναι η Αθήνα και ο ταβανάρχης τους προφανώς ο Κασιδιάρης και όχι ο Μιχαλολιάκος. Θα μπορούσαν να το ξεπεράσουν ενδεχομένως στις επόμενες δημοτικές. Αλλά αυτές ευτυχώς αργούν πολύ.
Κι αφού διευκρινίσω ότι δυστυχώς σοβαρολογώ και δεν ειρωνεύομαι, βρίσκω από μόνη της μεν φρικώδη την εκλογή Ψινάκη, αλλά σε συνδυασμό με τα ποσοστά Κασιδιάρη, την βρίσκω και αυτή λυτρωτική.
Λυτρωτική ως εργαλείο ανάλυσης του Κασιδιάρη. Ο Ψινάκης είναι η πίσω πλευρά του Κασιδιάρη ή μάλλον λάθος, αντίθετα πάει, ο Κασιδιάρης είναι η πίσω πλευρά του Ψινάκη.
Είναι ο πολιτισμός της ιδιωτικής τηλεόρασης, είναι ο πολιτισμός του απολιτίκ και του λάιφ στάιλ που οδηγούν τόσο στον Ψινάκη όσο και στον Κασιδιάρη. Και αυθεντικότερος εκφραστής του είναι ο Ψινάκης. Η βίαιη και αιμοβόρα εκδοχή αυτού του πολιτισμού μπορεί να απελευθερώθηκε στα χρόνια του μνημονίου και η ως πρότινος αδιανόητη μεγέθυνση του να οφείλεται στην κρίση, αλλά η δυνατότητα του Κασιδιάρη ενυπήρχε ως πολιτικό παύλα πολιτιστικό σπέρμα στα 25 τελευταία χρόνια. Ο Μπαλτάκος είναι που κρατάει από τη χούντα και από την ιστορία της ελληνικής Δεξιάς. Η απήχηση της Χρυσής Αυγής και των Κασιδιάρηδων είναι περισσότερο απολιτίκ παρά πολιτική απόφυση της ελληνικής ακροδεξιάς.
Άρα μπορεί πράγματι ούτε ένας από αυτούς που ψήφισαν Χρυσή Αυγή να μην ήξερε πια τι πρεσβεύουν και ποιοί είναι, αλλά από την άλλη κι αυτό το παραμυθάκι της άγνοιας είχε κατ' εμέ ήδη τελειώσει στο διάστημα ανάμεσα στις πρώτες και τις δεύτερες εκλογές του 12.
Μα μεσολάβησε έκτοτε κι ο Φύσσας. Μα μεσολάβησαν έκτοτε και τα υπόλοιπα. Ωραία, ναι. Αλλά αφού δεν ήταν δικό μας αίμα αυτό του Φύσσα, ο Φύσσας παρέμεινε ξένος. Δεν είναι θέμα ελληνικότητας. Είναι θέμα ιδιωτικότητας. Ο καθένας για το αίμα του, την πάρτη του, τον τηλεοπτικό του δέκτη, το τηλεοπτικό του σόου, την εκδίκησή του, την μικρή του ανέξοδη και εκ του ασφαλούς ιδιωτική του επανάσταση.
Τελικά δηλαδή πράγματι δεν υπάρχει ψηφοφόρος της ΧΑ που να μην ξέρει ότι είναι νεοναζί, αλλά αυτό δεν σημαίνει και ότι την ψηφίζει ο ίδιος ως νεοναζί, σημαίνει περισσότερο ότι πολλοί από αυτούς που την ψηφίζουν, την ψηφίζουν με τον ίδιο τρόπο που ψηφίζουν και πολλές εκατοντάδες χιλιάδες ή ίσως και εκατομμύρια συμπολιτών μας άλλα κόμματα και συνδυασμούς: με τον τρόπο του ό,τι να ΄ναι.
Ένα γκροτέσκ τουρλού είναι το εκλογικό μας σώμα, ένα γκροτέσκ τουρλού είναι η κοινωνία μας.
Κι αν το φαινόμενο γαβροσύνη θα μπορούσε ίσως να αποτελεί εξαίρεση τέτοια, ώστε να σε βάζει σε υπόνοιες ότι και την εποχή του θηριώδη δικομματισμού της δεκαετίας του ογδόντα και του ενενήντα να κατέβαινε στον Πειραιά ο Ολυμπιακός, είτε στην μπράβικη εφοπλιστική εκδοχή του είτε όχι, πάλι θα έσκιζε, έρχεται το φαινόμενο Μπέου στον Βόλο να δείξει πως τα πάντα μπορεί να συμβούν και τα πάντα είναι πλέον πιθανά, anything goes, έχει δημιουργηθεί ένα τεράστιο πολιτικό χάσμα μετά το τέλος των ογδονταριών και ενενηνταριών τοις εκατό που συγκέντρωναν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ και μέσα του χωράνε τα πάντα, ο Μπέος με το σακκίδιο του Θεοδωράκη στην πλάτη, ο Ψινάκης αγκαλιά με τον Κασιδιάρη σε ένα τηλεοπτικό πλατό ενώ σε κάποιο πίσω στενό θα μαχαιρώνονται αλλοδαποί ή ημεδαποί, οι κακοί είναι στη φυλακή, ο Μπέος βγήκε και ο Ηλίας δεν μπήκε, αλλά και να μπε, μη νομίζετε ότι θα γίνει κανένας εμφύλιος, τα ποσοστά τηλεθέασής του θα πάνε κάπου αλλού, άντε το πολύ πολύ να μεγαλώσει η αποχή, άντε το πολύ πολύ να φτιαχτεί κανένα κίνημα από νεαρούς φασίστες, που είτε το κράτος θα το αφήσει να διογκωθεί ως χρήσιμο και σταντ μπάι παρακράτος είτε θα το συντρίψει, κράτος είναι, ό,τι γουστάρει θα κάνει.
Και η Ευρώπη, κύριε; Είναι καλύτερα στην Ευρώπη; Εδώ δεν είναι που η Αριστερά παίρνει μακράν τα μεγαλύτερα ποσοστά; Εδώ δεν είναι που κινείται κάτι προς τα αριστερά; Εδώ δεν είναι που πιθανότατα την επόμενη Κυριακή θα είναι πολύ μπροστά από τη ΝΔ ο ΣΥΡΙΖΑ;
Εδώ είναι. Και θα τον ψηφίσουν και πολλοί από αυτούς που ψήφισαν Μπέο και Ψινάκη, ακόμη και ναζί και Μαρινάκη. Όλα παίζουν στο γκροτέσκ τουρλού μας.
Κι αν στην Αθήνα ο συνδυασμός της Ανοιχτής Πόλης πήγε τόσο καλά, δεν πήγε επειδή ο κόσμος ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ, πήγε τόσο καλά επειδή η Ανοιχτή Πόλη είναι μια από τις καλύτερες εκδοχές του ΣΥΡΙΖΑ, πήγε τόσο καλά και θα φτάσει ως το τέλος του δρόμου στον επόμενο γύρο και θα κερδίσει, επειδή ο συνδυασμός και ο επικεφαλής του εξέπεμψαν κάτι που είναι στην απέναντι πλευρά του απολιτίκ, εξέπεμψαν κάτι που προτείνει ως καίρια και αναγκαία την επαναδιεκδίκηση του αληθινά πολιτικού απέναντι στο ψευδεπίγραφα ακομμάτιστο και στο με σαφέστατα συντηρητικό -όπως αποδείχθηκε στην εκλογική θητεία Καμίνη- πρόσημο παρόν της πόλης.

Κυριακή, Μαΐου 18, 2014

Δίκοπη ζωή


Είτε ξημερώνει μέρα ιστορικής ελπίδας για την Αθήνα, είτε μέρα ιστορικής ντροπής, καλώς να μας ξημερώσει, γιατί είτε το ένα συμβεί είτε το άλλο, τελικά θα το δικαιούμαστε, γιατί ακόμα πιο τελικά αυτό είναι η δημοκρατία. Διαλέγουμε τι θέλουμε. Αθωότητα δεν υπάρχει στη δημοκρατία. Ούτε ενοχή. Μόνο συνειδητές πολιτικές αποφάσεις.

Σάββατο, Μαΐου 17, 2014

Τα χιλιάδες τελευταία δεκάλεπτα

Έλεγχε πάντα από πριν πόσο διαρκούσε η ταινία που θα έβλεπε.
Και σταματούσε να τη βλέπει γύρω στο δεκάλεπτο πριν τελειώσει.
Αν ήταν σινεμά έφευγε, αν την έβλεπε σπίτι έφευγε κι απ' αυτό.
Έτσι· για να φεύγει.
Έτσι· γιατί για κάτι πρέπει να ξεχωρίζει κανείς.
Ήταν έφηβος όταν είδε για τελευταία φορά ταινία ως το τέλος της.
Έκτοτε είχε να επαίρεται
πως είχε δει χιλιάδες ταινίες
αλλά κυρίως
πως του έλειπαν χιλιάδες τελευταία δεκάλεπτα.
Με όλη αυτή την εκκρεμότητα 
να σωρεύεται στους ώμους του ταινία την ταινία,
περπατούσε έξω από τα σινεμά ή έξω από το σπίτι του
και προσπαθούσε να φανταστεί
τι να γινόταν άραγε στο τέλος





της δικής του ζωής
που άλλη άξια λόγου ιδιαιτερότητα
δεν είναι να πεις πως είχε.

Πέμπτη, Μαΐου 15, 2014

να σου λερώνω το φιλί

να ξεφορτώνω τους πιστούς.
 ---
 Yikes! Angelina Jolie suffered a major makeup malfunction on the red carpet
Πρόσωπα λευκά και πρόσωπα μαύρα.
Πρόσωπα λευκά λίγο παραπάνω απ' ό,τι πρέπει
γιατί κάτι πήγε στραβά.
Πρόσωπα μαύρα λίγο παραπάνω απ' ό,τι πρέπει
γιατί κάτι πήγε στραβά.
Μέιτζορ Μαλφάνκσιονς.
Σιτ Χάπενς.
Το φιλί που λερώνεται
για τη ζωή που συνεχίζεται.
Σέλφις με μπανάνες στα ορυχεία.
Ο πρόεδρος των Κλίπερς στα ορυχεία.
Βυζιά.
Όσοι ανήκουν βαθιά μέσα στη γη.
Όσοι ευλογήθηκαν με πρόσωπα λαμπρά.
Τα σκουριασμένα μας χείλη.
Ο ταξικός σταρχιδισμός κι η ταξική βλακεία.
Η σκουριασμένη μας γλώσσα.
Η σκουριασμένη μας σιωπή.
Η γη που μας καταπίνει σιγά σιγά.
Μέχρι να μαυρίσουν όσο πρέπει τα πρόσωπά μας.
Μέχρι να μάθουμε να κοιτάμε μόνο προς τα κάτω.
Προς τους πιο κάτω.
Προς αυτούς που ανατινάσσονται
σε ατυχήματα που συμβαίνουν.
Προς αυτούς που αν σωθούν 
θα τους φιλήσουμε μόνο αν είναι παιδιά μας
ώστε να μη λερώνουμε για ξένους το φιλί μας.

Τρίτη, Μαΐου 13, 2014

Κι ανοίγουν επιτέλους τα μυαλά


 Ποιός είπε ότι η Ευρώπη δεν σε αφήνει να αποφασίζεις μόνος σου;


 Για τον Παπαδήμο όμως τότε ήξερες τι να πεις στα παιδιά σου.
Και κουστούμι φορούσε και μούσια δεν είχε.
Παρενδυσία δεν εντόπισες καμιά.
Η αισθητική σου δεν πειράχτηκε
κι αηδία δεν σου ήρθε.
Χάρηκες.
Για το άνοιγμα στη διαφορετικότητα.
Για το πώς αλλάζουν οι καιροί και τα ήθη
κι ανοίγουν επιτέλους τα μυαλά.
Και μετά τον Μάιο του 12 μπορεί να ψιλοέκανες το κομμάτι σου,
αλλά σοβαρεύτηκες ευτυχώς εγκαίρως.
Και ξαναψήφισες Ευρώπη
και Euro
και Eurovision.
Τώρα να ψηφίσεις και Καμίνη
ή να πας για μπάνιο
τώρα που έφτιαξε και ο καιρός.
Την απόφασή σου την πήρες τον Ιούνιο του 12
και τώρα το Ποτάμι δεν γυρίζει πίσω.
Όποιος πνίγηκε στο μεταξύ πνίγηκε
κι όποιος είναι να πνιγεί ακόμα, θα πνιγεί.

Τρίτη, Μαΐου 06, 2014

Το αυτί της Σκάρλετ

110 μήνες μπλόγκιν, ποστ υπ' αριθμόν 2.546, το πρώτο, τον Μάρτιο του 2005, μιλούσε για ηλεκτρονικούς ψιθύρους και τον κίνδυνο να μείνουν τελικά ανεπίδοτοι ή να χαθούν στην μετάφραση. Έχουμε όλοι μας ανάγκη να μην μείνουμε αμετάφραστοι στη ζωή μας, έχουμε όλοι μας ανάγκη να μας καταλάβουν, έχουμε όλοι μας ανάγκη να καταλάβουν ποιοί είμαστε. Αλλά ποιοί στα αλήθεια είμαστε; Αυτοί που νομίζουμε εμείς ή αυτό που νομίζουν οι άλλοι για μας; Η απάντηση είναι μάλλον αυτονόητη: ούτε το ένα ούτε το άλλο. 
Κι αν υπάρχει μια θεμελιώδης ηδονή στη γραφή είναι αυτή: ο καθένας από εμάς είναι και θα παραμείνει ως το τέλος αν όχι ένα μυστήριο, πάντως ανεξιχνίαστος ως ένα βαθμό, πάντως αμετάφραστος ως ένα βαθμό, και άρα το υλικό για να γράφεις θα υπάρχει πάντα εκεί, μπροστά στα μάτια σου, είτε αυτά κοιτάζουν τον καθρέφτη είτε τα μάτια των άλλων.
Και το κάθε ένα μεμονωμένο ανθρώπινο μυστήριο, η κάθε μία μεμονωμένη ανθρώπινη ιστορία, είναι ψηφίδες του μεγαλύτερου μυστηρίου που μας περιβάλλει, και το οποίο μέχρι η επιστήμη να κατορθώσει ενδεχομένως κάποτε να μεταφράσει μέχρι την τελευταία του λέξη, όλα θα είναι δεκτικά γραφής, δεκτικά ατομικών μεταφράσεων σε λέξεις.
Και αν με τις λέξεις υπάρχει ένα παιχνίδι, αν οι λέξεις γίνονται συχνά πλέι μολέξεις, είναι ίσως για να απελευθερώσει η γλώσσα συνειρμούς που κανονικά δεν θα δημιουργούνταν, ώστε να στηθούν μέσω αυτών πολύ μικρές ιστορίες, που ακόμα και αν δεν αξίζει αντικειμενικά να αναβάλεις τον θάνατό σου για να τις διαβάσεις, άξιζε και με το παραπάνω υποκειμενικά να αναβάλω τον δικό μου θάνατο για να στις πω, αφού μέσω αυτών έζησα κι υπήρξα με τρόπο ευφορικό, ακόμα και στις περιπτώσεις που οι ιστορίες εξέπεμπαν πόνο.
Θέλω λοιπόν να πω ένα πάρα πολύ μεγάλο ευχαριστώ στον Βάσο Γεώργα, που όχι μόνον κάνει ένα -μάλλον ξεχασμένο και αφημένο στην άκρη πια- όνειρό μου πραγματικότητα προτείνοντάς μου την έκδοση αυτού του βιβλίου, αλλά και που επιτρέποντάς μου να επιλέξω εγώ τα κείμενα που τελικά συμπεριελήφθηκαν, μου δίνει την ικανοποίηση να ξέρω ότι ένα κομμάτι του εαυτού μου που με εκφράζει και με αντιπροσωπεύει θα βρίσκεται πλέον εκεί, σε εβδομήντα μικρά κομμάτια, σε εβδομήντα ποστ που γράφτηκαν όλα αυτά τα χρόνια εδώ και με τα οποία προσπάθησα να βρω ένα προσωπικό ιδίωμα ή να αφήσω αυτό να με βρει.

Την Παρασκευή 9 Μαϊου, στις 20:30 το βράδυ, αυτό το πανηγύρι της κενοδοξίας μου θα έρθει σε κλάιμαξ με πιθανότητες σκουίρτ, καθώς θα γίνει παρουσίαση του βιβλίου στον πανέμορφο νέο χώρο της Βιβλιοθήκης Βολανάκη, Στουρνάρη 11, στα Εξάρχεια. Θα με τιμήσουν με την παρουσία τους -και τους ευχαριστώ από καρδιάς- ο Νίκος Ξυδάκης, ο Οδυσσέας Ιωάννου, ο Θεόφιλος Τραμπούλης και ο Σπύρος Παπαδόπουλος (ο κανονικός δυστυχώς δεν μπορούσε, οπότε αναγκαστικά στη θέση του θα έρθει να πει δυο λόγια αυτός που έχει το μπλογκ Βυτίο). Αμέσως μετά, ο αναγεννησιακός άνθρωπος Βάσος Γεώργας έχει κανονίσει να υπάρχουν και μουσικές που θα βάζει ο Άκης Καπράνος, μήπως και λίγο η μουσική, λίγο το αλκοόλ, πάνε τα φαρμάκια και οι πλέι μολέξεις κάτω.
Ελάτε λοιπόν, ωραία θα είναι :)

Δευτέρα, Μαΐου 05, 2014

Να καίγεσαι στην Σάμο, να πνίγεσαι στην Οδησσό.

Έξω έχει αυτή τη στιγμή μουντό ουρανό. Και σκέφτομαι ότι αν έξω αυτή τη στιγμή είχε λιακάδα, δεν θα είχαμε απλώς ένα διαφορετικό καιρικό φαινόμενο, αλλά μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα. Ότι δηλαδή το τι ακριβώς παίζει στον ουρανό, δεν συνιστά απλώς περιβάλλον, δεν περιβάλλει απλώς την πραγματικότητά μας, αλλά σε μεγάλο βαθμό την καθορίζει. Πράγματα συμβαίνουν ή δεν συμβαίνουν αυτή τη στιγμή και διαθέσεις επηρεάζονται έτσι ή αλλιώς, επειδή η πραγματικότητα αυτής της στιγμής είναι η πραγματικότητα του μουντού ουρανού.
Μιλάω προφανώς για αυτή τη στιγμή κατά την οποία γράφω αυτές τις λέξεις. Η στιγμή κατά την οποία εσύ θα τις διαβάσεις θα είναι μια άλλη στιγμή, ενώ και ο ουρανός κάτω από τον οποίο εσύ βρίσκεσαι θα είναι πιθανώς ένας άλλος ουρανός. Εκτός λοιπόν από την πραγματικότητα της ηλιοφάνειας και την πραγματικότητα της έλλειψής της, υπάρχει και η πραγματικότητα της λέξης όταν γράφεται και η πραγματικότητα της λέξης όταν διαβάζεται, η πραγματικότητα του πομπού και η πραγματικότητα του δέκτη.
Αλλά ο καθένας μας λογοδοτεί μόνο για τις δικές του στιγμές, για το δικό του χρόνο και χώρο, για τις δικές του λέξεις.
Ή μήπως πάλι όχι; 
Μήπως αντί για την αντιδιαστολή της ηλιόλουστης και της συννεφιασμένης πραγματικότητας ή αντί για την αντιδιαστολή της πραγματικότητας αυτού που γράφει κάτι κι αυτού που διαβάζει το ίδιο ακριβώς κάτι (αλλά ταυτόχρονα και κάτι εντελώς διαφορετικό), να πρέπει να λογοδοτήσουμε για την αντιδιαστολή της πραγματικότητας του πολίτη του Οχυρού Ευρώπη με την πραγματικότητα των πολιτών άλλων, χειρότερων κόσμων, που θαλασσοπνίγονται έξω από την Σάμο στην προσπάθεια να προσεγγίσουν και να καταστήσουν αυτό το Οχυρό τον δικό τους τόπο, τον τόπο που θα ζήσουν και θα θελήσουν ίσως με τη σειρά τους να περιφράξουν από αυριανούς άλλους, οι οποίοι θα διεκδικήσουν μερίδιο στο δικό τους κομμάτι ζωής;
Υπάρχει πάντα η πραγματικότητα εκείνου που έχει κι εκείνου που δεν έχει. Κι αν εκείνος που ζει εκτός του Οχυρού μπορεί να ρισκάρει τη ζωή του ελπίζοντας ότι εδώ θα βρει να έχει, εκείνος που ζούσε πάντα εντός του Οχυρού και είχε συνηθίσει να βλέπει τους απ' έξω σαν κατοίκους μιας άλλης πραγματικότητας, μαθαίνει ίσως να ζει και με τα ολοένα και πιο λίγα, μαθαίνει ίσως να κατανοεί πως ακόμα κι έτσι ευλογημένος και προικισμένος είναι, ό,τι δουλειά του καθίσει και εάν του καθίσει, όσο κι αν του πουν ότι θα την πληρωθεί και εάν την πληρωθεί, πάλι καλά είναι, πάλι τυχερός είναι, οι παλιές εποχές πέρασαν, τώρα και τις Κυριακές να δουλέψουμε αν είναι, και τις νύχτες να δουλέψουμε αν είναι, και την παιδική εργασία να ξαναδούμε σιγά σιγά χωρίς ταμπού, και τους αιγιαλούς μας να χτίσουμε επιτέλους, και το νερό να ιδιωτικοποιήσουμε επιτέλους, πάντα ο κόσμος έξω από εδώ χειρότερος θα είναι, πάντα θα πνίγονται στην προσπάθεια εδώ να 'ρθουν να ζήσουν.
Κι όσο για εκείνους που πηδούν φλεγόμενοι από το κτίριο στην Οδησσό, ούτε μπας και σωθούν πηδούν, ούτε από πανικό πηδούν, ούτε από απόγνωση πηδούν, πολύ συνειδητά πηδούν, καθώς ο λόγος που πηδάει κανείς εκείνη την ώρα είναι ο ίδιος ακριβώς λόγος που καθορίζει εξαιρετικά μεγάλο ποσοστό της συνειδητής και ασυνείδητης συμπεριφοράς όλων μας στην καθημερινότητά μας: δεν αντέχει να πονάει. Η απομάκρυνση από τον πόνο είναι θεμελιώδης κινητήρια δύναμη των ανθρώπων. Και ενίοτε, όταν ο πόνος είναι τόσο φρικιαστικός όσο όταν σε καίνε στην Οδησσό εκείνοι που το Οχυρό Ευρώπη κοιτάζει με συμπάθεια, όταν δηλαδή πρόκειται για έναν πόνο τόσο ριζικά σωματικό, αποδεικνύεται ότι δεν επαρκούν τα πνευματικά τεχνάσματα και οι ψυχικές καταφυγές όλων ημών που αν καιγόμαστε στην καθημερινότητά μας καιγόμαστε μόνο μεταφορικά, αποδεικνύεται ότι η ζωή και ο θάνατος συνιστούν υποδεέστερο διακύβευμα: να πάψει να πονάει θέλει ο άνθρωπος και μπροστά σε αυτή του τη βούληση όλα τα υπόλοιπα δευτερεύοντα είναι.

Σάββατο, Μαΐου 03, 2014

Λίγη αποσιώπηση ακόμα

Την Δευτέρα, στις 9 το πρωί, στο κτίριο 12 της Ευελπίδων, εκδικάζεται μήνυση του Κασιδιάρη κατά της πανεπιστημιακού Μαίρης Βαβαγιάννη - Μαυρή, για τα αδικήματα της ψευδορκίας και της συκοφαντικής δυσφήμισης. Η δήθεν ψευδορκία και δήθεν συκοφαντική της δυσφήμιση αφορά την κατάθεσή της για την επίθεση ομάδας ροπαλοφόρων και μαχαιροβγαλτών τον Οκτώβριο του 2007 εναντίον μεταπτυχιακού φοιτητή στο χώρο του Τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Η εκδίκαση της υπόθεσης εκείνης και τα πραγματικά της περιστατικά, μισό χρόνο πριν η ελληνική δικαιοσύνη και η ελληνική πολιτεία δουν το φως το αληθινό, περιγράφονται γλαφυρά σε παλιότερο ρεπορτάζ της Έφης Γιαννοπούλου και της Μαρινίκης Αλεβιζοπούλου που δημοσιεύτηκε στο Unfollow του περασμένου Μαϊου:

«Πέμπτη 7 Μαρτίου 2013. Στο Εφετείο Αθηνών δικάζεται, κατόπιν άρσης της βουλευτικής του ασυλίας, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Χρυσής Αυγής Ηλίας Κασιδιάρης. Τρεις μέρες πριν, στην τελευταία αναβολή της δίκης, ο παθών, η μάρτυρας κατηγορίας και οι συνήγοροι της πολιτικής αγωγής βρίσκονται τραγικά μόνοι σε μια αίθουσα γεμάτη μαύρα ρούχα, αρβύλες, ξυρισμένα κεφάλια. Την Πέμπτη η αναλογία είναι κάπως καλύτερη, αν και πάλι υπερισχύουν τα ξυρισμένα κεφάλια, συντριπτικά εντός της αίθουσας τουλάχιστον.

Στα δικαστήρια φτάνουμε στις οκτώ παρά τέταρτο. Ανεβαίνοντας τις σκάλες, μια παρέα, δεχόμαστε κάποιους προπηλακισμούς, με σεξουαλικά υπονοούμενα, από ομάδα χρυσαυγιτών συγκεντρωμένων στην είσοδο του κτιρίου. Έξω από την αίθουσα όμως, ανακαλύπτουμε πως είναι ήδη αργά. Η αίθουσα, που, όπως πληροφορηθήκαμε αργότερα, ανοίγει στις 7 π.μ., είναι κατειλημμένη από χρυσαυγίτες. Παρόντες, οι περισσότεροι βουλευτές του κόμματος, γνωστά στελέχη, η κόρη του Μιχαλολιάκου… Απ’ έξω τα πράγματα είναι μόνο λίγο καλύτερα. Περισσότεροι, ακροβολισμένοι στο χώρο, οι χρυσαυγίτες, και στο κέντρο εμείς οι «άλλοι», αντιφασίστες, δημοσιογράφοι, φίλοι του παθόντα και της μάρτυρα που έχουν έρθει να τους στηρίξουν στη… δοκιμασία.

Οι δύο συνήγοροι της πολιτικής αγωγής Κλειώ Παπαπαντολέων και Μαρίνα Δαλιάνη κάνουν προσπάθειες να βελτιώσουν τις συνθήκες διεξαγωγής της δίκης. «Δεν είναι δυνατόν να δικάζουμε υπό συνθήκες τρομοκρατίας» ακούγονται να λένε. Πράγματι, το γεγονός ότι η δίκη είναι ανοιχτή στο κοινό δεν σημαίνει ότι μια συμμορία δικαιούται να καταλαμβάνει όλες τις θέσεις του ακροατηρίου με σκοπό τον εκφοβισμό έδρας και μαρτύρων. Οι πρώτες πληροφορίες είναι ενθαρρυντικές. Ακούγεται ως βέβαιο σχεδόν, και μάλιστα από το περιβάλλον του υπουργού Δικαιοσύνης, ότι ο Α. Ρουπακιώτης θα ζητήσει να εκκενωθεί η αίθουσα και να γεμίσει πάλι από την αρχή. «Και ο πρόεδρος της έδρας» ψιθυρίζεται «δεν θα δεχτεί να δικάσει με 100 ξυρισμένους σβέρκους να έχουν καταλάβει την αίθουσα και άλλους 200 έξω απ’ αυτήν».

«Θα γίνει μεταφορά σε μεγαλύτερη αίθουσα», κυκλοφορεί μια δεύτερη εναλλακτική. Το ίδιο είχε συμβεί και στη δίκη του τότε πρωτοπαλίκαρου της οργάνωσης Αντώνη Ανδρουτσόπουλου, γνωστού ως «Περίανδρου», όταν δικάστηκε σε δεύτερο βαθμό για την δολοφονική επίθεση εναντίον του Δημήτρη Κουσουρή. Είχαν προηγηθεί έκτροπα στο άκουσμα της καταδικαστικής πρωτόδικης απόφασης, με τους χρυσαυγίτες να πετάνε κέρματα και μπουκάλια νερού σε ενόρκους, δικαστές και δικηγόρους, και την αστυνομία σε ρόλο θεατή.

Σήμερα η αστυνομία έχει λάβει τα μέτρα της. Τουλάχιστον έξω από το κτίριο. Οι ενθαρρυντικοί για τη δημοκρατία οιωνοί, δίχως ποτέ να καταλάβουμε το πώς και το γιατί, ωστόσο διαψεύδονται. Η δίκη έχει ήδη ξεκινήσει. Η διμοιρία που φράζει την είσοδο ζητά δημοσιογραφικές ή δικηγορικές ταυτότητες. «Αλλιώς δεν μπαίνετε». «Γιατί;» ρωτάμε. «Γιατί… δεν χωράτε». Δεν είχαμε άλλωστε και την ειδική άδεια του Η. Κασιδιάρη, που φαίνεται να διευθύνει τη διαδικασία. Κάποια στιγμή, ενώ ο παθών κι η μάρτυρας κατηγορίας στέκονται όρθιοι μέσα στην αίθουσα, ο υπεύθυνος αστυνομικός τον πλησιάζει: «Οι μάρτυρες ζητούν να καθίσουν. Ποιους να σηκώσουμε;» τον ρωτά. Τελικά οι δύο παραμένουν όρθιοι στο διαδρομάκι όπου στεκόμαστε όσοι δεν είμαστε μέλη της οργάνωσης. Αρνούνται να καθίσουν κατόπιν αδείας του κατηγορουμένου.

Η δίκη

Ο Ηλίας Κασιδιάρης είναι κατηγορούμενος για συνέργεια σε ληστεία, ξυλοδαρμό και επίθεση με μαχαίρι σε βάρος του τότε μεταπτυχιακού φοιτητή Κώστα Διαλυνά. Ο σημερινός διδάκτορας, τον Οκτώβριο του 2007, είχε δεχτεί απρόκλητη επίθεση εντός της Πανεπιστημιούπολης Ζωγράφου από πέντε οπλισμένα μέλη της Χρυσής Αυγής. Τους έμοιασε αναρχικός. Για καλή του τύχη –και κακή δική της μάλλον– μια καθηγήτρια του Πανεπιστημίου, η Μαίρη Βαβαγιάννη, τους βλέπει να βγαίνουν από το αυτοκίνητο στο πάρκινγκ της Πανεπιστημιούπολης. Τα ξυρισμένα κεφάλια και τα κλομπ που βγάζουν από τα μπουφάν τους τη βάζουν σε υποψίες. Προλαβαίνει να σημειώσει τον αριθμό του αυτοκινήτου. Η αστυνομία θα ανακαλύψει ότι το αυτοκίνητο ήταν καταχωρημένο σε φαρμακευτική εταιρεία. Από την προανακριτική διαδικασία αποκαλύπτεται ότι η εταιρεία το είχε παραχωρήσει μόλις πριν 20 ημέρες στον νεοπροσληφθέντα ιατρικό επισκέπτη Η. Κασιδιάρη.

Εκείνος διατείνεται ότι το μεσημέρι της επίθεσης βρισκόταν για δουλειά στο νοσοκομείο Metropolitan στο Φάληρο. Επίσης υποστηρίζει πως ούτε το αυτοκίνητο ήταν στον τόπο του συμβάντος. «Η ρουφιάνα του ΣΥΡΙΖΑ», που όμως σήμερα για τις επικοινωνιακές ανάγκες της δίκης χαρακτηρίζεται επί τω ηπιότερω «η μάρτυς», είδε την πινακίδα του αναρτημένη στο indymedia, που «παγίως στοχοποιεί τον πολιτικό του χώρο ανεβάζοντας στοιχεία για τα μέλη του». Αν όχι η ίδια, κάποιος ομοϊδεάτης της. Και, στοχοποιημένος λόγω της πολιτικής του ιδιότητας, δέχεται πόλεμο. «Δεν το έχω λύσει μέσα μου. Ίσως η μάρτυς να μην είχε πρόθεση. Ίσως της υπέδειξαν να δώσει τη δική μου πινακίδα. Ίσως πάλι της είπαν και της ίδιας ψέματα, ότι δηλαδή αυτή ήταν η πινακίδα του αυτοκινήτου από το οποίο βγήκαν οι δράστες κι ότι με την κατάθεσή της θα κάνει καλό» είπε στην απολογία του, σε τόνο εντελώς διαφορετικό από αυτόν που τον έχουμε συνηθίσει.

Αυτό τον ισχυρισμό έχει κληθεί να ενισχύσει, η διαπιστευμένη δημοσιογράφος του υπουργείου Δημόσιας Τάξης Νάντια Αλεξίου. Η παρουσία της στη δίκη σήκωσε θύελλα αντιδράσεων στα κοινωνικά δίκτυα. Η ίδια απαντούσε ότι βρέθηκε εκεί κατόπιν κλήσης της ανακρίτριας. Ο ανακριτής όμως καλεί κατόπιν υπόδειξης κάποιου διάδικου. Όπως πληροφορηθήκαμε, αυτός που την υπέδειξε ήταν ο ίδιος ο Κασιδιάρης. «Ότι οι πινακίδες του αυτοκινήτου μου ήταν αναρτημένες στο indymedia μου το είπε η δημοσιογράφος Ν. Αλεξίου».

Ποτέ ωστόσο δεν προσκομίστηκε ανάρτηση του indymedia με τις πινακίδες του συγκεκριμένου αυτοκινήτου, αν και η υπεράσπιση παρουσίασε στο δικαστήριο πολλές τυπωμένες σελίδες από τον εν λόγω ιστότοπο με άλλες καταγγελίες, άλλους αριθμούς αυτοκινητών κτλ.

Αν για τη φυσική παρουσία του Ηλία Κασιδιάρη στην επίθεση δεν υπάρχει καμία μαρτυρία και ο ίδιος παρουσιάζει επαρκές άλλοθι, δεν συμβαίνει το ίδιο με το αυτοκίνητο. Ούτε η υποτιθέμενη δημοσίευση στο indymedia επιβεβαιώνεται, ούτε φαίνεται πιστευτή η ιστορία για το πάρκινγκ της καφετέριας του ΣΕΦ, όπου ο κατηγορούμενος παρκάρει το αυτοκίνητό του, καθ” υπόδειξη της εταιρείας, προκειμένου να τον ελέγχει καλύτερα. Πώς να πιστέψεις πως περπατάει 15 λεπτά από την καφετέρια μέχρι το Metropolitan φορτωμένος ιατρικό υλικό; Απόδειξη από το πάρκινγκ δεν υπάρχει, διότι το πάρκινγκ δεν κόβει νόμιμα παραστατικά, ο παρκαδόρος δεν τον θυμάται και λέει ότι το πάρκινγκ ήταν ελεύθερο, χωρίς εισιτήριο, το τυχαίο χαρτάκι υποτίθεται πως το κρατά η εταιρεία για ένα μήνα, και μετά πετιέται, επιστρατεύεται ένας οικογενειακός φίλος που κατά σύμπτωση τον συναντά έξω από το πάρκινγκ.

Κι όμως όλα αυτά ακούγονται πιστευτά, ή μάλλον αναδεικνύουν, για το δικαστήριο, τις αντιφάσεις της μάρτυρα κατηγορίας. «Η μάρτυρας έχει όλα τα χαρακτηριστικά του αυθόρμητου και ειλικρινούς μάρτυρα» θα μας πει η δικηγόρος Κλειώ Παπαπαντολέων. «Τοποθετεί το εαυτό της στο συμβάν μόνο μερικώς, αποσπασματικά, περιγράφει μόνο όσα πρόλαβε να δει. Δεν κατασκευάζει μια αφήγηση. Όλοι οι μάρτυρες έχουν κενά. Είναι πολύ σπάνιο σε αιφνίδιο συμβάν ο αυτόπτης μάρτυρας να καταγράψει τα πάντα, θα εστιάσει σε κάτι. Η συγκεκριμένη μάρτυρας δίστασε να δώσει ακόμα και τη μάρκα του αυτοκινήτου, ακριβώς γιατί εστίασε στην πινακίδα. Εάν πράγματι ήθελε να στοχοποιήσει τον οποιονδήποτε, θα είχε κάνει περιγραφή προσώπου, θα είχε προβεί σε αναγνώριση, θα είχε καταθέσει ότι τον είδε να προβαίνει στον ξυλοδαρμό. Όμως της αποδίδουν δόλο λόγω μιας υποτιθέμενης σχέσης με τον ΣΥΡΙΖΑ, από ένα κείμενο που έχει συνυπογράψει για συλλήψεις φοιτητών. Ο Κασιδιάρης της κάνει μήνυση για ψευδορκία που δεν έχει ακόμη εκδικαστεί, ακόμα και μετά την αθώωση. Η Χρυσή Αυγή τη στοχοποιεί στο διαδίκτυο.

Κι ενώ η δίκη συνεχίζεται, έξω από την αίθουσα παίζεται ένα άλλο θέατρο του παραλόγου. Χρυσαυγίτες και αντιφασίστες συνυπάρχουν για περισσότερες από επτά ώρες στον ίδιο χώρο, σε μια φαινομενικά ήρεμη ατμόσφαιρα που ξεχειλίζει ωστόσο υπόγεια βία. Ακόμα και η χωροθέτηση είναι ενδεικτική: οι χρυσαυγίτες έχουν ακροβολιστεί στο χώρο εκτός από ένα παράθυρο μπροστά στο οποίο έχει παραταχθεί μια διμοιρία ΜΑΤ. Περικυκλωμένοι λοιπόν, οι υπόλοιποι νιώθουμε διαρκώς κάποιο βλέμμα να καρφώνεται πάνω μας, να μας σκανάρει, να μας προκαλεί. Οι περισσότεροι είναι ντυμένοι πανομοιότυπα, λίγες γυναίκες με ρούχα θεούσας ή πιο έξαλλα, κάποιοι συγγενείς του κατηγορουμένου. Γινόμαστε ωτακουστές συζητήσεων. Μια κυρία που θα μπορούσε λίγους μήνες πριν να βρίσκεται έξω από το Χυτήριο συζητά με έναν από τους ελάχιστους μη μαυροφορεμένους για το συμμοριτοπόλεμο και την κηδεία του Ντερτιλή. Κάποιος μεγαλύτερος, καθοδηγητής ίσως, λέει σε έναν νεότερο τη μυστηριώδη φράση «Αυτά που λέγαμε πλύθηκαν το πρωί και μοιράστηκαν». Να πρόκειται τάχα για μπλουζάκια;

Η παρουσία της Ιωάννας Κούρτοβικ, που εμφανίζεται κάποια στιγμή στο δικαστήριο, προκαλεί αναταραχή στις τάξεις των χρυσαυγιτών. Έχουνε, βλέπεις, παλιούς λογαριασμούς.

Η ετυμηγορία

Κατά τη διάρκεια της δίκης του, ο Κασιδιάρης αναφέρθηκε ουκ ολίγες φορές στον «πολιτικό του χώρο». Σε αυτόν δηλαδή τον πολιτικό χώρο που έχει εκπρόσωπό του τον Η. Κασιδιάρη, αυτόν δηλαδή που λίγες βδομάδες νωρίτερα είχαμε παρακολουθήσει να απειλεί με νεκρούς τον αστυνομικό στην Κρήτη και να δηλώνει λίγο αργότερα ότι «το βουλευτιλίκι δεν το γουστάρει, αλλά εκμεταλλεύεται το δικαίωμα που του δίνει αυτό να οπλοφορεί νόμιμα». Σήμερα όμως το δικαστήριο τον ακούει να δηλώνει ότι τόσο ο ίδιος όσο και η οργάνωσή του καταδικάζουν κάθε μορφή βίας. Οι 100 ξυρισμένοι σβέρκοι χαμογελούν, αλλά η έδρα δεν δίνει σημασία. Ο κατηγορούμενος κηρύσσεται αθώος διότι οι σε βάρος του καταθέσεις παρουσιάζουν κενά και αντιφάσεις.

Η δικηγόρος Κλειώ Παπαπαντολέων έχει υπάρξει μία εκ των τριών συνηγόρων πολιτικής αγωγής στη δίκη του Περίανδρου. Μια δίκη που, όπως προαναφέραμε, συνοδεύτηκε και στους δύο βαθμούς από φυσική βία. Σήμερα δεν υπήρξε φυσική βία κι όμως λίγες μέρες μετά μας ομολογεί: «Καμία δίκη στη μεταπολιτευτική Ελλάδα δεν έχει διεξαχθεί υπό αυτούς τους όρους (εκτός ίσως από δίκες με βεντέτες) και σε καμία άλλη δίκη δεν παραχώρησε το κράτος σε κατηγορούμενο την αρμοδιότητα να “διευθύνει” τη δικαστική αίθουσα. Η απόφαση είναι προφανώς σεβαστή αλλά βεβαίως και επιδεκτική κριτικής, όπως κάθε απόφαση. Πέρα όμως από την ουσία της υπόθεσης, δεν μπορεί να μην σχολιάσει κανείς τον Εισαγγελέα της έδρας ο οποίος στην πρότασή του δήλωσε ότι “ο κατηγορούμενος και η οργάνωσή του και όσοι βρίσκονται σε αυτή την αίθουσα καταδικάζουν τη βία”. Κι αυτά, στην Ελλάδα του 2013, των ρατσιστικών επιθέσεων και δολοφονιών και της δημόσιας βίαιης δράσης των μελών της ΧΑ. Δεν μπορώ να μην αναρωτηθώ το είδος του μηνύματος που περνάει μια τέτοια φράση στο επόμενο θύμα, στον επόμενο μάρτυρα που θα τολμήσει να στραφεί στη δικαιοσύνη ως εγγυητή των δικαιωμάτων του, αλλά και σε όλους εμάς που βλέπουμε αίφνης τον πίνακα του Μαγκρίτ: Αυτό δεν είναι μια πίπα».
Η δίκη του Ηλία Κασιδιάρη τέλειωσε αναγορεύοντας τον κατηγορούμενο άσπιλο και αθώο, έτοιμο να επιστρέψει στη Βουλή. Οι συνθήκες όμως της διεξαγωγής της και η έμμεση τρομοκρατία που ασκήθηκε στο χώρο του δικαστηρίου, η συγκρατημένη αν και εμφανής μεροληψία των αρχών, συνιστούν ένα κακό προηγούμενο, και ίσως μια ήττα της δικαιοσύνης. Η Χρυσή Αυγή αναγνωρίζεται ως ένα πολιτικό κόμμα που καταδικάζει τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται, και εμείς περιμένουμε, ιδιαιτέρως ανήσυχοι, τη συνέχεια».
 ~~~

Έστω όμως ότι μετά τη δολοφονία Φύσσα συγκεντρώθηκαν ένα βράδυ του Σεπτέμβρη σε ένα τραπέζι οι σύμβουλοι του πρωθυπουργού μας, έκατσαν κι αναμετρήθηκαν οι Μπαλτακικοί που δεν πρόφτασαν να χαρούν τσεκούρια στα νιάτα τους και τους έμεινε απωθημένο από την μια, με τους ανανήψαντες Βοριδικούς που τα χόρτασαν αυτά νέοι και είπαν να αλλάξουν πια πίστα από την άλλη, και είπαν τώρα τι να κάνουμε με δαύτους: να συγκυβερνήσουμε σήμερα - αύριο - μεθαύριο ή να εξηγήσουμε στην ίδια δικαιοσύνη που τους πήγαινε ως με το σεις και με το σας, ότι, ξυπνάτε, εδώ έχουμε να κάνουμε με εγκληματική οργάνωση;
Έστω ότι άλλαξαν πια τα πράγματα και ότι αν δικαζόταν σήμερα η υπόθεση της επίθεσης του 2007, οι αμφιβολίες για τον Κασιδιάρη δεν θα υπήρχαν. 
Τι μας λέει τότε άραγε ότι η είδηση για τη δίκη της Δευτέρας δεν παίζει και τόσο στα καθεστωτικά ΜΜΕ, ενώ υποτίθεται πως πλέον ψειρίζουν και προβάλλουν το κάθε τι εις βάρος των χρυσαυγιτών; Η κατηγορούμενη πανεπιστημιακός, που έκανε πριν χρόνια το λάθος να καταθέσει για την πινακίδα του  αυτοκινήτου από το οποίο βγήκαν οι τραμπούκοι και το οποίο αποδείχθηκε ότι ήταν εταιρικό και το οδηγούσε εκείνη την εποχή ο Κασιδιάρης, τυχαίνει να ανήκει σε λάθος πολιτικό χώρο και να είναι υποψήφια δημοτική σύμβουλος στην Αθήνα με τον συνδυασμό του Σακελλαρίδη. Και έτσι αν έγινε τώρα εχθρός μας ο χρυσαυγίτης, διαχρονικός εχθρός μας πάντως είναι ο αριστερός. Και δεν θα τον προβάλλουμε θετικά. Και ας βγάλει άκρη μόνος του αν διώκεται, όπως έβγαζε μια ζωή. Μια ζωή που προφανώς δεν ήταν αυτός ο έμπρακτα και με τίμημα υπερασπιστής της δημοκρατίας απέναντι στον φασισμό και των ανθρώπινων δικαιωμάτων απέναντι στην κτηνώδη βία.
Η Ιστορία καλό είναι να αποσιωπά όσα είναι να αποσιωπήσει, καλό είναι να ξεχάσει εντελώς εκείνη την υπόθεση Κασιδιάρη, που ποιός ξέρει, αν είχε διαφορετική δικαστική κατάληξη μπορεί και ο Φύσσας να ζούσε σήμερα, η Ιστορία καλό είναι να κατασταλάξει ανάμεσα στις τρεις κρατούσες καθεστωτικές εκδοχές του ποιός τόλμησε να τα βάλει πρώτος με την Χρυσή Αυγή, όταν όλοι -μα όλοι- οι άλλοι σιωπούσαν: Ο Γιώργος Καμίνης; Το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου και της Αλ Σάλεχ; Ο Αντώνης Σαμαράς και ο Νίκος Δένδιας;

Πέμπτη, Μαΐου 01, 2014

Αϋλιές

Βρίσκομαι χθες βράδυ σε γιορτή γάμου και παρατηρώ τους ανθρώπους στα διπλανά τραπέζια και στο μπαρ. Έτσι, όπως και λόγω απόστασης και επειδή η μουσική τα σκεπάζει όλα δεν μπορώ να ακούσω τι λένε, είναι σαν να συμμετέχουν σε παντομίμα, σαν να είναι κομπάρσοι σε κάποια σκηνή από σίριαλ που διαδραματίζεται σε καφέ και βρίσκονται στα πίσω τραπέζια από αυτά που μιλούν οι πρωταγωνιστές, ανοιγοκλείνοντας το στόμα τους και κινώντας τα χέρια τους προσποιούμενοι ότι συμμετέχουν σε μια συζήτηση με μεγάλο ενδιαφέρον, σε μια συζήτηση που τους αφορά και τους συναρπάζει. Παίζουν τον ρόλο τους άψογα. Επικεντρώνω την προσοχή μου σε ένα τραπέζι και τους παρατηρώ για ώρες. Τέσσερεις άνθρωποι -δυο ζευγάρια κατά πάσα πιθανότητα- που δεν σταματούν να ανοιγοκλείνουν στόματα, να κάνουν χειρονομίες, να χαμογελούν και γελούν αντιδρώντας στην παντομίμα των υπολοίπων. Μαγικό. Και κυρίως θλιβερό, σκέφτομαι. Γιατί δύο είναι οι θεμελιώδεις μου απορίες. Πόσα πολλά θέματα προς προφορική συζήτηση μπορούν να προκαλούν τόσο αδιάλειπτο ενδιαφέρον; Αλλά ακόμη κυριότερα, έστω και ότι το προκαλούν· πόσο μπορεί να τους καλύπτει αυτά τα τόσο ενδιαφέροντα θέματα που αναλύουν, να τα αναλύουν με μόνους αποδέκτες άλλους τρεις ανθρώπους; Τι σόι διαστροφή είναι αυτή που σε κάνει να αρκείσαι επί ώρες να τα λες σε άλλους τρεις; Που μοιάζει να μην τους γνώρισες κι απόψε, που πιθανότατα γνωρίζεστε καιρό. Άρα τι; Το εγώ σου πώς μπορεί να είναι τόσο ολιγαρκές και να φωτίζεται από το βλέμμα μόνο άλλων τριών; Πώς δεν ανοίγεις το κινητό σου να κάνεις ποστ, στάτους και τουίτ αυτό που μόλις σκέφτηκες και είπες; Πώς γίνεται να μένεις ακοινοποίητος; Δεν είναι σαφές ότι η κοινοποίηση είναι η νέα κοινωνικοποίηση; Δεν είναι σαφές ότι μη κοινωνικός είναι ο μη κοινοποιούμενος; Δεν θα έπρεπε σιγά σιγά να αρχίζουμε να απαλλαγόμαστε από το άγος των προφορικών συζητήσεων; Τι σημαντικό προσφέρει στα αλήθεια αυτή η παντομίμα του συγκεκριμένου; Πόσο στενό πράγμα είναι το συγκεκριμένο; Η μόνη αξία του συγκεκριμένου και του περιπτωσιολογικού έγκειται στο να σου δίνει πάτημα για γενικεύσεις κι αφηρημενοποιήσεις. Για κοινοποιήσεις. Για πράγματα που ενδιαφέρουν κι αυτούς που δεν σε ξέρουν. Κατάλαβες; Π.χ. τρακάρεις πριν λίγες μέρες. Ε και; Τι έγινε; Να το πεις προφορικά σε τρεις φίλους σου, κουνώντας και το χέρια σου; Άντε και τα κούνησες. Άντε και το είπες. Ενώ αν σπάσεις τα δεσμά του προφορικού και του συγκεκριμένου και κοινοποιήσεις την γενίκευση ότι, περιμένοντας την ασφάλεια να έρθει, σκεφτόσουν ότι τελικά έτσι το γουστάρεις το αυτοκίνητό σου, με όλη την αρχαία ιστορία του, με όλα τα στραπατσαρίσματά του, με όλη τη φθορά του χρόνου πάνω του, με όλα αυτά που όμως συνιστούν ταυτόχρονα και μια επιμονή, μια αφοσίωση, μια στάση ζωής, μια επιμονή στη σχέση με κάτι που μπορεί να έχει ένα σωρό στραπάτσα από το χρόνο, αλλά ταυτόχρονα είναι και η ζωντανή σου ιστορία, τότε ο άλλος μπορεί να μασήσει. Και το κλειδί εδώ δεν είναι τόσο το «μασήσει», όσο το ότι ο «άλλος» δεν είναι οι τρεις που κάθονται στο μικρό σου τραπέζι, αλλά δυνητικά ένα ευρύ αφηρημένο κοινό, με το οποίο κάθεστε σε ένα μεγάλο, δυνητικό, ευρύ κι αφηρημένο τραπέζι, και σε απόσταση ασφαλείας από την αληθινή οικειότητα και εγγύτητα -ή ίσως και όχι εξ΄ορισμού, ποιός μπορεί στα αλήθεια να ξέρει;- κάνετε τη δική σας πνευματική παντομίμα, ανταλλάσσοντας ιδέες, συναισθήματα, εξυπνάδες, αϋλιές.