Πέμπτη, Αυγούστου 31, 2006

Τι του είπαν οι γονείς του

Ένας επαγγελματίας παίκτης χτυπάει εσκεμμένα την ώρα του αγώνα έναν άλλο επαγγελματία παίκτη, με αποτέλεσμα να του προξενήσει σοβαρό πρόβλημα, να τον στείλει νοσοκομείο και να χάσει τη συνέχεια του τουρνουά. Ο επαγγελματίας παίκτης που έδωσε το χτύπημα είναι 24 ετών, Βραζιλιάνος και παίζει μπάσκετ μακριά από τη χώρα του (στις ΗΠΑ), ενώ αυτός που χτυπήθηκε είναι 23 ετών, Έλληνας και παίζει μπάσκετ μακριά από τη χώρα του (στην Ιταλία). Διαβάζοντας τα όσα γράφει ο Νίκος Ζήσης σχετικά με τα συναισθήματα που του προξένησε ο τραυματισμός του, μένω στην ακόλουθη φράση για τον άνθρωπο που τον χτύπησε:
«Ήθελα να ήξερα τι του είπαν οι γονείς του όταν γύρισε σπίτι του.
"Μπράβο καμάρι μας";».
Λες και πρόκειται για δυο εντεκάχρονους που τσακώθηκαν στην αλάνα της γειτονιάς τους.
Ξενίζει, ξενίζει ως παρωχημένη και ντεμοντέ αυτή η αίσθηση ντροπής που δεν πηγάζει μόνον από εσωτερικούς ηθικούς κώδικες, αλλά και από έξω, από την οικογένεια.
Η φράση του Ζήση με συγκινεί γιατί περιγράφει έναν κόσμο καλύτερο απ' τον αληθινό, έναν κόσμο που το σωστό είναι ακόμη διακριτό από το λάθος, έναν κόσμο που δεν έχει ακόμη ενηλικιωθεί, που δεν έχει όμως ακόμη ενηλικιωθεί με την κακή έννοια του όρου, με την έννοια του κυνισμού και των συμβιβασμών, γιατί ο Νίκος έχει χάσει τον αδελφό του και έχει σίγουρα ενηλικιωθεί με την (επώδυνη αλλά) θετική έννοια του όρου.
Ο Νίκος είναι λοιπόν άντρας, αλλά εγκαλεί τον Βραζιλιάνο με κατηγορητήριο παιδιού, ίσως επειδή ανάμεσα σε ενηλίκους η ντροπή για κάτι κακό εξαρτάται πάντα από τη συνείδηση ενός εκάστου, ενώ ανάμεσα σε παιδιά η ντροπή για κάτι κακό δεν φαίνεται να είναι διαπραγματεύσιμη.

Τετάρτη, Αυγούστου 30, 2006

Νικητές και Χαμένοι


Κατά τις δύο προηγούμενες δεκαετίες ο Γιάννης Ιωαννίδης δεν ήταν ένας απλός προπονητής μπάσκετ. Προβλήθηκε ως ένα συγκεκριμένο πρότυπο νεοέλληνα και πράγματι αποτέλεσε ένα συγκεκριμένο πρότυπο νεοέλληνα. Το δόγμα Ιωαννίδη με το οποίο γαλουχηθήκαμε, ήταν το δόγμα της νίκης με κάθε τίμημα. Μόνο η νίκη έχει σημασία, the winner takes it all, μόνο η νίκη σε κάνει μάγκα και είσαι μάγκας επειδή νικάς. Ο Ιωαννίδης ταίριαξε απόλυτα με το κύμα του Πετροκωστοπούλειου περιοδικού τύπου που αναδύθηκε την ίδια περίπου περίοδο: οι κανόνες είναι για τα κορόιδα, τους δειλούς και τους συμβιβασμένους, εκείνο που μετράει είναι η επικράτηση, ο ισχυρότερος επικρατεί και οι ανίσχυροι μιζεριάζουν και θρηνούν γιατί απλά δεν έχουν τα γκατς για να πετύχουν. Η αξιοκρατία της ζούγκλας.
Στα δεκάδες πορτρέτα του προπονητή - νικητή πάντα περιλαμβανόταν και η ιστορία του τίτλου του πανεπιστημιακού πρωταθλήματος που κέρδισε ως φοιτητής της Γεωπονικής. Η Γεωπονική είχε φτάσει στον τελικό όπου θα έπαιζε με τα ΤΕΦΑΑ, η ομάδα των οποίων ήταν γεμάτη με παιχταράδες και λογικά η Γεωπονική θα έχανε με κάτω τα χέρια. Τότε ο Ιωαννίδης άρχισε τις προκλήσεις προς τους αντιπάλους: «Την Κυριακή θα σας πατήσουμε - την Κυριακή θα σας διαλύσουμε» και λοιπά και λοιπά. Την Κυριακή η ομάδα των ΤΕΦΑΑ κατέβηκε να τιμωρήσει τον ανάγωγο «ξανθό», ο οποίος όμως τους περίμενε στο γήπεδο αγκαλιά με το κύπελλο. Ο αγώνας ήταν για το Σάββατο και η Γεωπονική το πήρε άνευ αγώνος. Αυτή η -σε πρώτη ανάγνωση δύσκολο να γίνει πιστευτή- ιστορία προβαλλόταν ως ένδειξη καπατσοσύνης ενός ανθρώπου που σιχαινόταν να χάνει και όχι ως αναίρεση της ίδιας της ουσίας του αθλητισμού.
Η προπονητική καριέρα του Ιωαννίδη δεν στερείται γκρίζων σημείων σχετικών με τις μεθόδους του, αλλά ακόμη και αν λειτούργησε πάντοτε απόλυτα νόμιμα, η όλη εικόνα και παρουσία του στα γήπεδα και στις συνεντεύξεις τύπου ήταν αποκρουστική: αντιδράσεις νευρόσπαστου, αέναη γκρίνια από το πρώτο έως το τελευταίο δευτερόλεπτο του κάθε αγώνα, μπινελίκια προς τους παίχτες, σόου με τους διαιτητές, συστηματική απαξίωση των αντιπάλων. Τον έβλεπες και νόμιζες ότι κάθε παιχνίδι ήταν γι' αυτόν ένα δαντικό μαρτύριο, ένα βασανιστήριο. Η χαρά ήταν πάντοτε απούσα. Αν το πρώτο χαρακτηριστικό του «ψυχισμού» του Ιωαννίδη ήταν το «ΘΕΛΩ ΝΑ ΝΙΚΗΣΩ», το δεύτερο ήταν αυτή ακριβώς η κλάψα: ο ξανθός κουβαλούσε το γονίδιο του Καζαντζίδη και το μετέφερε σε μια νεότερη γενιά Ελλήνων, ο ξανθός πόζαρε ως το αιωνίως κατατρεγμένο παλικάρι, ως ο μαχητής που τα βάζει με το σύστημα, τη στιγμή που αποτελούσε το κατ' εξοχήν (μπασκετικό) κατεστημένο.
Κι ερχόμαστε στο μεγάλο παράδοξο: ο άνθρωπος νικητής, ο άνθρωπος που δεν άντεχε να χάνει, στην εκτός των συνόρων καριέρα του έχασε και ξαναέχασε και ξαναέχασε και ξαναέχασε. Για την ακρίβεια μόνο έχασε. Έχασε ως φαβορί, έχασε ως αουτσάιντερ. Έχασε με τον Άρη, έχασε με τον Ολυμπιακό, έχασε με την ΑΕΚ, έχασε με την Εθνική. Το οποίο δεν είναι κακό. Γίνεται κακό όμως όταν έχεις βασίσει όλο σου το είναι στη νίκη. Η προπονητική του αξία είναι δεδομένη και η ιστορία θα καταγράψει ασφαλώς έναν μεγάλο προπονητή. Αλλά θα καταγράψει επίσης και έναν μεγάλο λούζερ. Και ήταν πιθανότατα αυτή η τόσο έντονη λαχτάρα για την με κάθε μέσο νίκη, που τον οδηγούσε σε παντελή έλλειψη ηρεμίας και καθαρού μυαλού την ώρα της κρίσης, με αποτέλεσμα να μεταδίδει την ταραχή του στην εκάστοτε ομάδα που προπονούσε. Ο Ιωαννίδης αποδείχθηκε βαθύτατα ανασφαλής, αποδείχθηκε ανίκανος να χαλιναγωγήσει στο πέρασμα των χρόνων τους δαίμονές του, μπας και κατορθώσει να δει τα παιχνίδια για έναν διεθνή τίτλο ως παιχνίδια όπως όλα τ' άλλα.
Δεν μου αρέσει ο Γιαννάκης επειδή νικάει. Μου αρέσει για όσα λέει. Μου αρέσει γιατί πιστεύει όσα λέει. Μου αρέσει η γλυκύτητα στην έκφρασή του. Μου αρέσει γιατί ο παίκτης με το ωμό πάθος, ο παίκτης που κατέθετε στο γήπεδο πρώτα ψυχή και μετά μυαλό, έχει δώσει τη θέση του σε έναν προπονητή κατασταλαγμένο και φιλοσοφημένο, σε έναν προπονητή με αρχές, σε έναν προπονητή που μιλάει για την ομορφιά του αγώνα και το εννοεί.
Όχι, δεν θέλει ο Γιαννάκης λιγότερο τη νίκη απ' ότι ο Ιωαννίδης.
Όχι, δεν είναι λιγότερο «νικητής» ο Γιαννάκης απ' τον Ιωαννίδη.
Όχι, δεν στεναχωριέται λιγότερο όταν χάνει.
Αλλά ξέρει ότι, όταν χάνει, έχει αποτύχει στο συγκεκριμένο παιχνίδι και όχι στη γενικότερη προσπάθειά του να φτιάξει μια καλή ομάδα.
Κοιτάζω τον Ιωαννίδη και εισπράττω τα νοσηρά vibes μιας ξινισμένης μούρης, τον κοιτάζω και ταράσσομαι.
Κοιτάζω τον Γιαννάκη του 2006 και ηρεμώ.
Όταν σε ενδιαφέρει μόνο η νίκη χάνεις. Αν όχι το παιχνίδι, σίγουρα το νόημα.
Όταν σε ενδιαφέρουν και άλλα πράγματα εκτός της νίκης, μπορεί και να κερδίσεις μπορεί και να χάσεις.
Αλλά κερδίζεις τον σεβασμό και ίσως - ίσως και την αγάπη.

Τρίτη, Αυγούστου 29, 2006

«Ζεις παθιασμένα, πατέρα;»


«Μπορείτε να συνοδεύετε χορευτές και τραγουδιστές.
Αυτά που θα γράφετε θα αρέσουν,
αλλά δεν θα καταπλήξουν ποτέ.
Θα ζήσετε απ' την μουσική, θα σας περιβάλλει η μουσική,
αλλά δεν θα είστε μουσικός.
Έχετε καρδιά που νιώθει;
Αναγνωρίζει μουσικές που δεν γράφτηκαν
για συνοδεία χορών ή για τέρψη των αυτιών του βασιλιά;».

Μην με φωτογραφίζεις


Γιατί πέθανε εξαιτίας μου ο άντρας που αγαπώ.
Γιατί πέθανε εξαιτίας μου ο άντρας που μισώ.
Γιατί ποτέ δεν θα ξαναγαπήσω έτσι.
Γιατί ποτέ δεν θα ξαναμισήσω έτσι.
Γιατί ήταν για μένα τα πάντα, και τα κακά και τα καλά.
Γιατί μου στέρησε τον κόσμο κι έγινε ο κόσμος μου.
Γιατί με έδεσε και δεθήκαμε, όπως δεν κάνει να δένονται οι άνθρωποι.
Γιατί ήταν άρρωστος και με κόλλησε και μένα.
Γιατί είχα ασφάλεια και τώρα έχω μόνο χάος.
Γιατί έπρεπε να του προσποιούμαι την υπάκουη και τώρα πρέπει να προσποιηθώ το θύμα.
Γιατί ίσως δεν θέλω να προσποιηθώ άλλο το θύμα.
Ήμουν για χρόνια, ως τα 14 ή τα 15, δεν θυμάμαι πια.
Και κάποια στιγμή κουράστηκα να νιώθω θύμα.
Κι ίσως αφέθηκα στη νοσηρή του αγάπη.
Και να που πρέπει πάλι, ξανά, ενώ είχα ξαναγίνει η Νατάσα, να ξαναγίνω το θύμα.
Νατάσα - Θύμα - Νατάσα - Θύμα.
Το θύμα ως το τέλος της ζωής μου.
Κουράστηκα να με λυπάμαι και τώρα με λυπούνται όλοι.
Γι' αυτό σου λέω, μην με φωτογραφίζεις.
Ίσως καταφέρω να το σκάσω, άγνωστη μεταξύ αγνώστων.
Κι έτσι, αντί για θύμα να είμαι 18, μόνο 18.

Δευτέρα, Αυγούστου 28, 2006

Φωτογράφησέ με

«Οι δυο τους, όμως, δεν μοιράστηκαν πάντοτε ευτυχισμένες στιγμές. Υπήρξαν περίοδοι που ο φωτογράφος ανέλαβε χρέη ψυχοθεραπευτή στην εύθραυστη Μέριλιν. «Ενα βράδυ θυμάμαι με πήρε και μου εκμυστηρεύτηκε ότι ήταν αδύνατον να κοιμηθεί», γράφει ο Ντιέν. «Μου πρότεινε, λοιπόν, να πηγαίναμε για φωτογράφηση σε κάποιο σκοτεινή αλάνα του Μπέβερλι Χιλς. Ηθελε να ποζάρει μοναχική και λυπημένη. Πετάχτηκα από το κρεβάτι, μάζεψα πρόχειρα τον εξοπλισμό μου και φύγαμε μέσα στη νύχτα. Δυστυχώς, δεν πήρα μαζί μου τα φλας αλλά τη βρήκαμε τη λύση. Οπως λένε η αναγκαιότητα είναι η μήτηρ της εφευρέσεως κι έτσι άναψα τα φώτα του αυτοκινήτου και την απαθανάτισα. Είχε εξαιρετικά τραγικό ύφος. Τόσο που αναρωτιόμουν: Παίζει δράμα; Συνειδητοποιεί ότι κάτι πάει στραβά στην ζωή της; Η μήπως κάτι τραγικό ετοιμαζόταν να της συμβεί;».
- Νιώθω άσχημα, είμαι στεναχωρημένη.
- Θες να μιλήσουμε;
- Όχι, να με φωτογραφήσεις θέλω.
Η Μέριλιν πονάει και αποφασίζει να αντιμετωπίσει την ψυχική της κατάσταση φωτογραφίζοντας τον τρόπο που αυτή αποτυπώνεται στο πρόσωπό της, ο άνθρωπος Μέριλιν πονά και ψάχνει την ανακούφιση στην εικόνα Μέριλιν, νιώθοντας ίσως ότι το ένα αναιρεί το άλλο, νιώθωντας ίσως ότι μόλις εμφανιστεί η εικόνα Μέριλιν ο άνθρωπος Μέριλιν θα υποχωρήσει, νιώθοντας ίσως ότι ποζάροντας τον πόνο της θα κατορθώσει να τον απονεκρώσει, νιώθοντας ίσως ότι άπαξ και στηθεί μπροστά στον φακό θα δραπετεύσει από τις οδύνες του πραγματικού κόσμου και θα ξαναβρεθεί στο βασίλειο της προσομοίωσης, εκεί που απαθανατίζεται η επιφάνεια και θανατώνεται το βάθος, εκεί που τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται, άρα αφού φωτογραφίζεται θλιμμένη δεν μπορεί παρά να μην είναι θλιμμένη, δεν μπορεί παρά να προσποιείται τη θλίψη, τη θλίψη που δεν αισθάνεται στ' αλήθεια.

Κυριακή, Αυγούστου 27, 2006

Ωραία

Η φωτογραφία είναι μικρή, αλλά η ομάδα πολύ μεγάλη. Χαίρεσαι να τους βλέπεις. Χαίρεσαι να τους βλέπεις κι ας μην είσαι Έλληνας. Αν δεν κάνω λάθος, το επίθετο «ωραίος» ετυμολογείται από την «ώρα» και ωραίος είναι αυτός που βρίσκεται στην καλή του ώρα. Η εθνική μας ήταν ωραία πέρσι και είναι ωραία φέτος, ό,τι κι αν γίνει στη συνέχεια του τουρνουά.

Σάββατο, Αυγούστου 26, 2006

Οι τρεις μορφές

Υγρή. Ήσουν υγρή. Και τότε εγώ.
Αέρια. Είχα αέρια.
Στέρεα. Πώς ν' αντέξει να μείνει η σχέση μας έκτοτε;

Υπέρ του 1981


«Μετά τις εκλογές του 2000 τα κάναμε μπάχαλο σε πολλούς τομείς, διαλύσαμε τη χώρα», φέρεται ότι είπε ο πρώην υπουργός στη χθεσινή συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ. Με κατάπληξη τον άκουσαν τα άλλα μέλη του οργάνου, αλλά μόνο ο τέως πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χρ. Πολυζωγόπουλος αντέδρασε, επισημαίνοντάς του δηκτικά: «Τι είναι αυτά που λες; Εσύ δεν ήσουν υπουργός;». Ο Γιώργος Παπανδρέου τον άκουσε χωρίς να αντιδράσει εκείνη τη στιγμή. Στο τέλος της συνεδρίασης, συνοψίζοντας τα συμπεράσματα, είπε μια φράση η οποία θεωρήθηκε απάντηση στην αιχμή Πάγκαλου. «Είμαστε -είπε- περήφανοι για το έργο μας, αλλά τώρα κάνουμε μια νέα αρχή». Συνεργάτες του προσπαθούσαν το βράδυ να υποβαθμίσουν το θέμα, έλεγαν κατηγορηματικά ότι «ουδείς συμφώνησε με αυτά που είπε ο Πάγκαλος» ...
Οι ίδιοι συνεργάτες του Προέδρου, απαντώντας σε σχετική ερώτηση του όλντμπόιμπλογκσποτκόμ, διευκρίνισαν ότι «ουδείς συμφώνησε με αυτά που είπε ο Πάγκαλος, καθώς κάθε μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου τοποθετεί σε διαφορετική χρονική περίοδο την αφετηρία διάλυσης της χώρας (άλλοι κάνουν λόγο για το 1996, άλλοι για το 1993, ενώ ο Πρόεδρος τάσσεται μάλλον υπέρ του 1981)». Σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες, ο Πρόεδρος έχει φορτώσει ιδιαιτέρως με το ξέσπασμα Πάγκαλου και δεν πρέπει να αποκλείεται καθόλου το ενδεχόμενο διαγραφής. Του Γιάννου Παπαντωνίου.
Το Πολιτικό Συμβούλιο πάντως, απόψε, Σάββατο 26.8.06, στις 21:00, ανοίγει το φετινό Φεστιβάλ του Δήμου Παπάγου, συνεδριάζοντας στο Δημοτικό Θέατρο Παπάγου, οδός Κορυτσάς, 6η Στάση Παπάγου.
Είσοδος: 20 € . Παιδικό – Φοιτητικό: 12 €.
Προπώληση Εισιτηρίων:
- Δημαρχείο Παπάγου: Αναστάσεως 90, Τηλ. 210-65 40700-4, εργάσιμες ημέρες & ώρες
- Κατάστημα ΔΑΝΑΟΣ: Μεσογείων 230 – Χολαργός, Τηλ. 210-65 28 301& 3, εργάσιμες ημέρες και ώρες
- Κατάστημα VIVA VIDA: Λ. Κηφισίας 109, Αμπελόκηποι, Τηλ. 210- 69 22 659, εργάσιμες ημέρες και ώρες
- Ταμείο Θεάτρου: Τηλ. 210-65 20 412, την ημέρα της παραστάσεως από 6:00μ.μ.
- Ticket Shop: Τηλεφωνικές παραγγελίες μέσω πιστωτικής κάρτας στο 211- 95 59 900, on line παραγγελίες από την διεύθυνση www.ticketshop.gr ή πανελλαδικά από σταθερό τηλέφωνο με αστική χρέωση στο 801 – 100 5000.

Παρασκευή, Αυγούστου 25, 2006

Kαναπέδες και Δέντρα

Τετάρτη, Αυγούστου 23, 2006

Οι Τυφλοί

Ακούω φωνές. Γίνεται καυγάς και μάλιστα μεγάλος. Τσακώνονται ο Μάικλ και η Κέυ Κορλεόνε. Η Κέυ του ανακοινώνει ότι φεύγει από το σπίτι και παίρνει μαζί της και τα δυο τους παιδιά. Ο Μάικλ προσπαθεί να την μεταπείσει. Στην αρχή με το καλό. Μετά με το κακό: «Δεν με ξέρεις, Κέυ; Είναι ποτέ δυνατόν να σε αφήσω να μου πάρεις τα παιδιά;». Λίγο καιρό πριν η Κέυ είχε αποβάλλει το τρίτο παιδί τους. «Ξέρω ότι κατηγορείς εμένα που απέβαλες, αλλά δεν είναι λόγος αυτός για να φύγεις. Όλα θα φτιάξουν», της λέει. H Κέυ τον κοιτά με οίκτο και του απαντά: «Oh, Michael. Michael, you are blind. Ήταν έκτρωση, όπως έκτρωμα είναι και αυτός ο γάμος. Κάτι ανίερο και κακό. It was a son Michael! A son! Και τον σκότωσα because all this must end. Δεν μπορούσα να φέρω στον κόσμο άλλον έναν γιο σου». Τα μάτια του Πατσίνο όσο την ακούει, παίζουν με τον τρόπο που απ' όλα τα μάτια των ανθρώπων μόνο τα μάτια του Πατσίνο μπορούν να παίξουν. Η έκφραση παραμένει ίδια, μόνο τα μάτια κάνουν κύκλους, ενώ το καζάνι βράζει, μέχρι να ξεχειλίσει και να της ρίξει ένα χαστούκι, που 32 χρόνια μετά πρέπει να πονά ακόμα τη Ντάιαν Κήτον κάθε που πιάνει νοτιάς. Ω, Μάικλ, είσαι τυφλός! Είκοσι πέντε αιώνες Μετά Οιδίποδα, ένας ακόμη τυφλός. Ο άνθρωπος που κάποτε, σε εποχές αθώες, σε εποχές που ήταν ακόμη ένας ήρωας πολέμου, καθησύχαζε την Κέυ λέγοντάς της «Τhat’s my family Kay, it’s not me», o άνθρωπος που μπαίνει στο λούκι και γίνεται η οικογένειά του προκειμένου να προστατέψει τον χτυπημένο πατέρα του, o άνθρωπος που γίνεται γκάνγκστερ προκειμένου να προστατέψει την οικογένειά του, είναι τυφλός, τυφλός στην προδοσία της ίδιας του της οικογένειας. Ο αδελφός του -από αφέλεια και για να νοιώσει κι αυτός σημαντικός- τον προδίδει στους αντιπάλους, που γαζώνουν το σπίτι του και το δωμάτιό του μπροστά στα παιδιά του. It was you Fredo, του λέει ο Μάικλ, you broke my heart, καθώς είναι πρωτοχρονιά στην επαναστατημένη Αβάνα και του δίνει το φιλί του Ιούδα. Η κάθοδος στον Άδη έχει αρχίσει, ο τυφλός Οιδίποδας αρχίζει να ψυχανεμίζεται με ποιά γυναίκα κοιμάται. Το ένα μάτι για την προδοσία του αδελφού ανοίγει και λίγο μετά ανοίγει και το άλλο για την προδοσία της γυναίκας που σκότωσε τον σπόρο του. Χωρίς Τειρεσία να τον προϊδεάσει για τα τρομερά μυστικά. Μόνος του κατάφατσα στο κτήνος. Μα αν η Ιοκάστη είναι μητέρα μου, τότε τα παιδιά μου είναι αδέλφια μου. Αυτός ο γάμος είναι ανίερο έκτρωμα θα επαναλάβει η Κέυ. «Τυφλός τα τ’ ώτα, τον τε νουν, τα τ’ όμματ’ ει» κραύγαζε προς τον μάντη ο Οιδίπους. Κι όμως τυφλοί είναι οι ισχυροί, οι βασιλιάδες της Θήβας και του υποκόσμου, όσοι παραζαλισμένοι από τη δύναμή τους δεν βλέπουν το φθόνο και τη φρίκη που προξενούν στους οικείους τους, δεν βλέπουν ότι δεν υπάρχει λευτεριά από τους εις βάρος τους χρησμούς, δεν υπάρχει λευτεριά από την μοίρα. Σου λέει ο χρησμός ότι θα παντρευτείς την μάνα σου και θα σκοτώσεις τον πατέρα σου. Παντρεύεσαι μια πολύ μεγαλύτερή σου της οποίας ο άντρας μόλις σκοτώθηκε. Έχεις σκοτώσει έναν άντρα λίγο πριν. Δεν πήγε ποτέ ο νους σου; Ήσουν όντως τυφλός, ήσουν όντως τόσο αθώος ή ήταν πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού σου; Δεν ευκαίρησες ποτέ να καταλάβεις Μάικλ, ότι η γυναίκα σου έφτασε να σε σιχαίνεται, ότι στον μεγάλο σου αδελφό φέρεσαι σαν να 'ταν παιδί; Ή τα είχες στο πίσω μέρος του μυαλού σου και έλεγες πως όταν βρεις χρόνο θα ασχοληθείς; Ή μήπως απολάμβανες αυτή την εξουσία, αυτή τη δύναμη κι όλα τα άλλα ήταν δεύτερα; Ή μήπως ανέβαζε την καύλα σου η κρυμμένη κι από σένα υπόνοια ότι η μαντάμ που γαμάς είναι η μανούλα σου; Αν είναι έτσι, είσαι πιο προχωρημένος κι απ΄τον Ο-ντε-σού, γιατί κατά βάθος ήξερες ή πάντως υποψιαζόσουν, ενώ εκείνος επέλεξε να μην ξέρει, επέλεξε να ζήσει με τον αδιανόητο τρόπο χωρίς όμως να τον διανοείται, επέλεξε να ξεφορτωθεί την γνώση για χάρη εκείνης που μολυσμένα αγαπά. Οιδίποδα, βγάλε τώρα τα μάτια σου, μπας και λυτρωθείς λιγάκι. Μάικλ, ζήσε πια μόνος σου, χωρίς γυναίκα, χωρίς αδελφό, παρέα με τη δύναμη, παρέα με το φόνο. Σουρουπώνει. Η οθόνη γίνεται σκούρα μπλε. Ο Fredo μπαίνει στη βάρκα να ψαρέψει. Να’ τος στο βάθος με το καλάμι του. Αντίο Fredo, αντίο John Cazale. Mην ακούς όσα σου λένε, δεν πέθανες νέος. Θ’ αναστηθείς και πάλι την επόμενη φορά που θα ξεχάσεις τα κυνηγετικά σου παπούτσια, την επόμενη φορά που θα βάλεις κοριούς, την επόμενη φορά που θα αποπειραθείς να ληστέψεις τράπεζα και η μέρα θα αποδειχθεί σκυλίσια, την επόμενη φορά που θα τρώτε στο τραπέζι όλοι μαζί οι Κορλεόνε.

Τρίτη, Αυγούστου 22, 2006

Ο Λογιστής

Δουλεύει στο Δημόσιο· οπότε τηλεφώνησαν πως είχε μπει βόμβα· οπότε γύρισε σπίτι της μια ώρα νωρίτερα απ' το κανονικό· οπότε έκανε τσακωτό τον άντρα της· στο κρεβάτι τους· με τον λογιστή του· ο οποίος έντρομος το έβαλε στα πόδια· σε αντίθεση με τον άντρα της που έμεινε μαρμαρωμένος να την κοιτά· οπότε η ερώτηση ήταν τρόπον τινά αναπόφευκτη:
«Τι με θωρείς ακίνητος; Πού τρέχει ο λογιστής σου;».

Παρά Λίγο

«Με πήρε ο ύπνος στο τιμόνι και παρά λίγο να καρφωθώ στον μπροστινό. Μαλάκα, από θαύμα σώθηκα». Οδηγούσε κι αυτός τώρα και σκεφτόταν συνέχεια τα παραπάνω λόγια που του είχε πει νωρίτερα το απόγευμα ένας φίλος του.
«Πρόσεχε ρε, ανεβοκατεβαίνεις Αθήνα συχνά, πρόσεχε την κωλοεθνική». Κάτι τέτοιο του είχε απαντήσει. Και τώρα σκεφτόταν ότι ο φίλος του ανεβοκατέβαινοντας συχνά στην Αθήνα, σε βάρβαρες μάλιστα ώρες, διέτρεχε έναν άλφα στατιστικό κίνδυνο. Έφτασε σπίτι, παρκάρισε, αλλά αντί να μπει μέσα προτίμησε να περπατήσει.
Τι θα είχε γίνει αν ο φίλος του είχε καρφωθεί στον μπροστινό; Πώς θα το μάθαινε, ποιός θα τον ειδοποιούσε; Το πιθανότερο θα τον έπαιρνε κλαίγοντας ένας κοινός φίλος και των δύο. Θα σοκαριζόταν, δεν θα μπορούσε να το χωνέψει, θα 'βαζε κι αυτός τα κλάμματα. Την άλλη μέρα στην κηδεία θα ήταν δύσκολα. Θα ήταν δύσκολα αλλά καθαρά και όμορφα. Η τραγωδία του φίλου του -που δεν ήταν άλλωστε και ο καλύτερος του, που η απώλειά του δεν θα ήταν δα και ανυπέρβλητη- θα ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να λυπηθεί τον εαυτό του χωρίς αναστολές, να συμπονέσει τον εαυτό του για ένα αυθεντικό κακό, να αγαπήσει για λίγο αυθεντικά τον εαυτό του. Ο θάνατος του φίλου του θα του προσέφερε ένα προσωρινό συναίσθημα εξαγνισμού και το είχε ανάγκη να νιώσει ξανά αγνός. Ο θάνατος του φίλου του, με την απολυτότητα της αμετάκλητης φύσης του, θα ξεκούραζε και θα παρηγορούσε προσωρινά το μυαλό του από τα πήγαινε - έλα του σχετικισμού.
Με αυτές τις σκέψεις, με τη νοσταλγία ενός πόνου που δεν θα είχε προξενήσει ο ίδιος, με ένα γλυκό χαμόγελο, ξεκλείδωσε και μπήκε σπίτι.

Δευτέρα, Αυγούστου 21, 2006

Νύχτα

«Με τη δύση του ηλίου, σκοτάδι αναμένεται ν' αρχίζει να καλύπτει απ' άκρο σ' άκρο την χώρα. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, όσο περνά η ώρα το σκοτάδι θα γίνεται ολοένα και πιο πηχτό. Η έλλειψη του φυσικού φωτός θα προξενήσει σημαντικά προβλήματα σε όλους τους τομείς της ζωής των πολιτών, προβλήματα που είναι σχεδόν αδύνατο να αντιμετωπιστούν χωρίς τη χρήση τεχνητού φωτός (κεριά, τζάκι, οθόνες κινητών, αλλά κυρίως ηλεκτρικό ρεύμα), καθώς το φως που θα στέλνει η σελήνη δεν κρίνεται επαρκές. Εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, το φυσικό φως θα επανέλθει πλήρως τις πρώτες πρωινές ώρες, οπότε και επιτροπή εμπειρογνωμόνων θα προβεί σε άμεση εκτίμηση των συνεπειών που προκλήθηκαν από την έλλειψή του».
Απλά μια ιδέα για πρώτο θέμα των καναλιών μόλις λήξει κι ο καύσωνας. Στο κάτω - κάτω, γιατί να είναι πιο φοβιστικό το γεγονός της ζέστης το καλοκαίρι, απ' το γεγονός της νύχτας τη νύχτα;

Παρασκευή, Αυγούστου 18, 2006

Πετώντας

Αγαπητέ Στάθη,
γράφεις σήμερα για έναν λογοτέχνη που απέκρυπτε πάνω από εξήντα χρόνια τα νεανικά του κρίματα: «πετάω τα βιβλία του απ' τη βιβλιοθήκη μου».
Αγαπητέ Στάθη,
ασφυκτιώ από το σημερινό σου άρθρο, δεν μπορώ να αναπνεύσω μέσα σε τόση ηθικολογία· για μένα περιβάλλον χωρίς αμφιβολίες, κατανόηση, συγχώρεση, λάθη, είναι περιβάλλον χωρίς οξυγόνο.
Αγαπητέ Στάθη,
σήμερα αφόρισες σαν παπάς και καταδίκασες σαν δικαστής· με διαδικασίες, μάλιστα, συνοπτικές, με φανατισμό, μάλιστα, αφιονισμένου.
Αγαπητέ Στάθη,
όσο γλυκανάλατο κι αν ακούγεται, η στήλη σου και η εν γένει παρουσία σου είναι φάρος και καταφύγιο, όσο γλυκανάλατο κι αν ακούγεται, ο κόσμος (μου) είναι καλύτερος με σένα τμήμα του.
Αγαπητέ Στάθη,
γι' αυτό δεν θα πετάξω τη στήλη σου απ' την καρδιά μου, θα πετάξω όμως το σημερινό σου κείμενο, θα το πετάξω όπως πετάνε και συγχωρούν -ή έστω προσπαθούν να κατανοήσουν- τα λάθη, και στη θέση του θα βάλω ένα κείμενο που έγραψες πριν λίγα χρόνια, θα το βάλω για να τιμήσει και να ομορφήνει το μπλογκ μου.
Αγαπητέ Στάθη,
για μένα σήμερα δεν πέταξες κανένα βιβλίο, για μένα σήμερα έγραψες:
Μια φορά κι έναν καιρό στο Μοναστηράκι πλανόδιος κάποιος, πουλούσε ανάμεσα σ' άλλα μικροπράγματα δυο-τρεις αρμαθιές κλειδιά. Μυστήριον! Τι να κάνει κανείς ένα κλειδί που δεν θυμάται σε ποιο σπίτι ανήκε, από ποια πόρτα χάθηκε! Παρά ταύτα, αγόρασα ένα. Από τότε άλλαξα φορεσιές, χρόνια, παντελόνια, τσέπες. Σέρνω το ορφανό κλειδί κοντά μου - ποτέ δεν ξέρεις...
Χρόνια τώρα μέτοικος στις μεγάλες πόλεις, κάτω απ' το βενζόλιο και το διοξείδιο, ίσως απέκτησα δεξιότητες πολλές
κυρίως επιβίωσης στα χαρακώματα των συνοικιών και τα περάσματα απ' τη μια στην άλλη, αλλά ομοίως νομίζω κράτησα κι αδεξιότητες μερικές απ' τα φοιτητικά μου χρόνια κι αμηχανίες
όπως αυτές που προσπαθούν επιμελώς να κρύψουν οι έφηβοι, νεοσύλλεκτοι στο τσιγάρο, τα φουαγιέ των σινεμά, το αγκαζέ και το μπιλιάρδο - ώσπου
με τον καιρό να συνηθίσει κανείς τα πρωτοβρόχια και να 'ναι οι βροχές του χειμώνα ένα φαινόμενο φυσικό από νερό κι όχι ένα θαύμα ανεξήγητο από δάκρυ.
Μάλιστα αμβλύνει το πέρασμα του καιρού τόσον πολύ τη φώτιση, που, ώριμος πολίτης πια, στην ακμή σου, πτυχιούχος σχέσεων (αλλά ανύποπτος ότι προσορμίζεσαι ήδη στα στερνά των ερώτων σου) αναζητάς σε τυχαίαν τινά εκδρομή με τη θεά σου τσίγκο· να στάξει πάνω του η βροχή και να τη νοιώσεις απ' τον ήχο
να νοιώσεις τον έρωτα απ' τον ήχο της βροχής πάνω στον τσίγκο!
Κλισέ του κερατά! Προς το οποίον, βους, επί χρόνια εβάδισες
Από 'κείνην την εποχή πάντα δίσταζα μπροστά στις πόρτες που πρόθυμα γράφουν πάνω τους «έλξατε», «ωθήσατε»!
Πάντα ή συχνά λάθευα σπρώχνοντας αντί να έλκω και τανάπαλιν· πάντα ή συχνά εμφανιζόταν κάποιας μορφής δυσλειτουργία στις πόρτες ή στο μυαλό μου.
Ακόμα πιο αμήχανος στέκω μπρος στις πόρτες που μόλις σε αντιλαμβάνονται ανοίγουν από μόνες τους. Πόρτες τραπεζών, μεγάλων ξενοδοχείων και -υποθέτω- του Παραδείσου.
Μου λείπει η προσπάθεια για το άνοιγμα των θυρών. Κάποια μικρή πολιορκία, πόρτες καστρόπορτες, κερκόπορτες, παραμυθένια πορτόνια για τους κήπους με τα άρρητα· εσώθυρες αγέρωχες γυναικών που στις κρεββατοκάμαρές τους μοσχοβολάει το άβατον για τους χυδαίους.
Αντιθέτως.
Οι εύκολες είσοδοι. Και οι εύκολες έξοδοι
Ωσπου ηδύ πάλι το Φθινόπωρο. Ηδύτατος και ο Σεπτέμβριος, ο μήνας μου. Φέτος ήρθε με το σκάκι που παίζαμε παιδιά υπό μάλης. Καθήσαμε· το ανοίξαμε -στο μεταξύ τα πιόνια μεγάλωσαν, ελειάνθησαν ετών και ετών· φέγγει τώρα το ελεφαντόδοντό τους, ώριμα ένα-ένα και ωχρά, ωσάν βυζαντινοί κάτοχοι της σοφίας του κόσμου- παίξαμε...
(UPDATE: Ευτυχώς, φαίνεται ότι τελικά πετάει και ο Στάθης την επίμαχη φράση).

Η δημοκρατία των τριών λωρίδων

Αν μη τι άλλο, είναι παρήγορο το ότι λειτουργούν ακόμη τα αντανακλαστικά των δημοκρατικών εφημερίδων, που ξεσηκώθηκαν κατά της νέας απόπειρας στραγγαλισμού του δικαιώματος του συνέρχεσθαι. Η μάχη που θα δοθεί κατά του κυβερνητικού αυταρχισμού είναι η πιο οριακή απ' όλες. Η μάχη που θα δοθεί είναι η πιο κρίσιμη για τον πυρήνα του πολιτεύματος, η μητέρα όλων των μαχών, η μάχη για τη συνδικαλιστική Μίνας Τίριθ. Διαδηλωτή και διαδηλώτρια, αν σήμερα κατορθώσουν και μας περιορίσουν σε μια λωρίδα, αύριο θα ξανανοίξουν την Μακρόνησο και μεθαύριο θα κάνουν κανονικές εργάσιμες στο Δημόσιο και τις παραμονές των αργιών. Διαδηλωτή και διαδηλώτρια, η μεσαία και η αριστερή λωρίδα σου άνηκε, σου ανήκει και θα σου ανήκει. Διαδήλωτη και διαδηλώτρια, οι λωρίδες αυτές δεν σου χαρίστηκαν, τις κατέκτησες με τους αγώνες σου και τις έβαψες με το αίμα σου. Όχι στη χούντα της μιας λωρίδας, όχι στη χούντα του λεωφορειόδρομου. Διαδηλωτή και διαδηλώτρια, οι δρόμοι δεν φτιάχτηκαν για τα γιώτα χι και τα παπάκια, οι δρόμοι φτιάχτηκαν για να τους κλείνεις και θα συνεχίσεις να τους κλείνεις, αρέσει δεν αρέσει στα πάσης λογής φασιστοειδή. Αν η Αθήνα παραλύει όποτε έχεις διαδήλωση, πρόβλημά της. Να πάει αλλού αν δεν της κάνει εδώ. Κανείς δεν την αναγκάζει να μείνει. Δεν επεμβαίνουμε στην ελευθερία της, να μην επεμβαίνει κι αυτή στη δική μας. Διαδηλωτή και διαδηλώτρια, οι λωρίδες που τίμησε με το βάδισμά του ένας Λάμπρος Κανελλόπουλος, ένας Χρήστος Πρωτόπαπας, ένας Πιπεριάς, ένας Γιατράς και τόσοι άλλοι, δεν θα παραδοθούν στην αντίδραση των τροχοφόρων. Κανονικά οι λωρίδες αυτές πρέπει τιμής ένεκεν να αποσυρθούν εντελώς από την κυκλοφορία, όπως το 23 στη φανέλα των Μπουλς. Κρεμάστε την αριστερή λωρίδα της Κηφισίας πάνω από την αμερικάνικη πρεσβεία. Διαδηλωτή και διαδηλώτρια, τρόμε του ιμπεριαλισμού, του καπιταλισμού και της δεξιάς, πάνε να σου φάνε το δικαίωμα του συνέρχεσθαι, δεν θα σε αφήνουν να συνέρχεσαι, θα σε χτυπάνε και θα σε ξαναχτυπάνε κι εσύ θα πέφτεις νοκ ντάουν και μόλις πας να συνέλθεις και να σηκωθείς, άλλη μια θα σου ρίχνουν μέχρι επιτέλους να μετρήσει το δέκα ο διαιτητής, οπότε και να συνέλθεις και να μη συνέλθεις τότε, τον αγώνα θα τον έχεις χάσει πια. Και τότε κρύψου, διαδηλωτή και διαδηλώτρια, γιατί θα σου χτυπούν το κουδούνι στις έξι το πρωϊ και θα δεν θα είναι ο γαλατάς αλλά ο δακρυάς, ο δακρυάς που θα σου ρίχνει δακρυγόνα στο κρεβάτι σου, έτσι για καλημέρα, για γνώση και συμμόρφωση.

Πέμπτη, Αυγούστου 17, 2006

Ο χορός του τρολέ

Η Τάνια δουλεύει ως γκαρσόνα τα τελευταία οκτώ χρόνια. Η Τάνια κρατιέται από την χειρολαβή του όπως πάντα γεμάτου τρόλεϊ. Ο τρολές πέφτει, ο τρολές χάσκει ακανόνιστα και κουρασμένα στον αέρα, θα έχασκε σε σλόου μόσιον και με υπόκρουση το βασικό μοτίβο του σάουντρακ αν ήτανε ταινία, αλλά δεν είναι, και η Τάνια επιτέλους χωνεύει ότι δεν παίζει να κάνει άλλη δουλειά στην ζωή της, επιτέλους χωνεύει ότι δεν δουλεύει ως γκαρσόνα, αλλά ότι είναι γκαρσόνα. Το ίδιο βράδυ, τελειώνοντας την βάρδια της, γυρνά στα τραπέζια που εξυπηρέτησε και χαμογελώντας επαγγελματικά ρωτά «Μπορείτε να με πληρώσετε, γιατί κλείνω ταμείο;». Την επόμενη ημέρα, πηγαίνει στο σπίτι του φίλου της και χαμογελώντας επαγγελματικά τον ρωτά «Μπορούμε να χωρίσουμε, γιατί κλείνω ταμείο;»· και από εκεί καπάκι στο σπίτι του πατέρα της, όπου χαμογελώντας επαγγελματικά τον ρωτά «Μπορείς να με αγκαλιάσεις, γιατί κλείνω ταμείο;»· και από εκεί καπάκι στο νεκροταφείο, όπου στέκεται πάνω από έναν τάφο και χαμογελώντας επαγγελματικά ανακοινώνει σε μια κορνιζαρισμένη φωτογραφία «Κλείνω ταμείο, μαμά, κλείνω ταμείο»· και από εκεί καπάκι στο διαμέρισμά της, όπου κλείνει μια βαλίτσα, αφήνει την πόρτα όχι απλά ξεκλείδωτη αλλά ανοιχτή και φεύγει.
Από εκεί καπάκι θα πάει κάπου αλλού, μόνο που δεν ξέρω το πού, όπως δεν το ξέρει και εκείνη, καθώς τελευταία φορά την βλέπουμε να βγαίνει από την πολυκατοικία της με μια βαλίτσα στο χέρι, μην έχοντας ιδέα για οτιδήποτε άλλο σχετικά με το μέλλον της, παρά μόνον για το ότι έκλεισε ταμείο.

Τετάρτη, Αυγούστου 16, 2006

Ανεπιθύμητες Επιθυμίες

- Χρόνια σου Πολλά και ό,τι επιθυμείς.
- Το εννοείς αλήθεια αυτό τώρα;
- Μα και βέβαια.
- Ωραία, εσένα επιθυμώ, εσένα.
- Το εννοείς αλήθεια αυτό τώρα;
- Μα και βέβαια.
- Δεν ξέρω τι σ' έπιασε, φεύγω.
- Σε θέλω.
- Δεν πρέπει.
- Μου ευχήθηκες αυτά που θέλω, όχι αυτά που πρέπει.
- Μερικά πράγματα δεν πρέπει να τα θέλεις.
- Χρόνια μου Πολλά λοιπόν και ό,τι επιθυμώ· αρκεί να επιτρέπεται. Τα ανεπίτρεπτα να μην τα επιθυμώ καν.
- Ή τουλάχιστον να μην μάθει ποτέ κανείς άλλος πως τα επιθυμείς. Ναι, τώρα που το σκέφτομαι, υπό αυτήν την προϋπόθεση, ό,τι επιθυμείς να το επιθυμείς.
- Κι ας μην είναι σωστό που το επιθυμώ;
- Κι ας μην. Αμαρτία μη εξομολογούμενη δεν είναι αμαρτία.
- Το αντίθετο δεν λένε;
- Αν ίσχυε ό,τι λέγαμε, θα είχα ενδώσει και στην επιθυμία σου, έτσι δεν είναι;

Τρίτη, Αυγούστου 15, 2006

Μουλτιμίντια


Tραγουδάκι. Παραδοσιακό δεκαπενταυγουστιάτικο, σε ειδική προσφορά για αποενοχοποιημένες ακροάσεις τώρα με την εκεχειρία. Άκου το πριν ξαναρχίσουν τα μπαμ και τα μπουμ.
Άκου το και μετά δηλαδή, δεν θα σε κρίνω.
Όχι πως δεν θέλω· απλά δεν με παίρνει να κριθώ.

Δευτέρα, Αυγούστου 14, 2006

Πεθαίνοντας στις Καθυστερήσεις

Γιατί, ως γνωστόν, το παιχνίδι ποτέ δεν τελειώνει πριν το τελευταίο σφύριγμα του διαιτητή, γιατί η είδηση αυτή -εφόσον είναι ακριβής- αποτυπώνει τον παραλογισμό της ανθρώπινης κατάστασης σε όλο του το μεγαλείο.

Κρύβονται αμέσως

Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα
που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Όχι να πούνε.
Εκείνοι τότε μετέρχονται το μεσαίου μεγέθους Θα Δούμε,
κατορθώνοντας έτσι, ούτε μ' επιλήψιμο ναι πέρα

να πηγαίνουν στην τιμή και στην πεποίθησί τους,
ούτε να τους καταβάλλει το όχι -το σωστό- εις όλην την ζωή τους.

Παρασκευή, Αυγούστου 11, 2006

Saving the Day

Των αναμάρτητων οι αναμνήσεις κρατούν ένα λεπτό. Σκάρτο.
Των σκάρτων τις αναμνήσεις να προτιμάς·
κι όταν στις διηγηθούν,
όταν ακούσεις όλες τους τις ιστορίες,
σήκωσε την πέτρα και τσάκισέ τους.
Μετά πέσε πάνω τους,
πάνω στο κούτελό που αιμορραγεί
κι άρχισε αχόρταγα να πίνεις,
σαν βαμπίρ που μεταλαμβάνει την Αμαρτωλή τους Κοινωνία,
σαν άνθρωπος που καταλαβαίνει,
πως πρέπει να πάει κάτι λάθος για να υπάρξει μια ιστορία,
σαν άνθρωπος
που κουράστηκε να θέλει
και τώρα θέλει να κουραστεί,
να καταβληθεί
και να νικηθεί
από τα λάθη που δεν είχε ως τώρα τολμήσει,
από τα λάθη που καταβαραθρώνουν ανθρώπους
γεννώντας αναμνήσεις,
αναμνήσεις ερειπίων,
που ζηλόφθονα ερείπια ακούν,
κρατώντας απ' το γερασμένο τους καρπό
έναν άλλο γερασμένο καρπό,
την ώρα που οι καρποί τους
ετοιμάζονται να κάνουν τις δικές τους οριακές επιλογές,
ανάμεσα στο λάθος και το σωστό,
ανάμεσα στις ιστορίες και τη λαχτάρα τους.

Πέμπτη, Αυγούστου 10, 2006

Η μαμά της γηράσκουσας

Αν κάτι αποκαλύπτουν συγκρατημένου σπαραγμού ρεφρέν τύπου «Μαμά, Γερνάω», είναι πως στο μυαλό κάθε κόρης και κάθε γιου τα νιάτα των γονιών του είναι εξ ορισμού απαλλοτριωμένα, αυτονόητα χαμένα, αδιαπραγμάτευτα εξαφανισμένα.
- Μαμά, γερνάω.
- Φαντάσου τι λέει αυτό για τη δική μου ηλικία, εγωκεντρική καρακάξα.

Αυγουστιάτικο - Ρομαντικό


Καθείς κι ο σεληνιασμός του· εγώ ούτε αλλάζω τρίχωμα ούτε γρυλλίζω σπαραξικάρδια στην άκρη γραφικών γκρεμών. Κάθε πανσέληνο τριγυρνώ σε κατάσταση αμόκ στην πόλη χαζεύοντας μαγαζιά με είδη υγιεινής. Και πάντα μέσα στην σεληνιακή μου έκσταση αναρωτιέμαι γιατί σε όλες τις βιτρίνες των μαγαζιών με ρούχα να φιγουράρουν κούκλες που φορούν κοστούμια ή φορέματα και ποτέ -μα ποτέ όμως- να μην έχω δει κούκλα αφοδεύουσα σε απαστράπτουσα λεκάνη. Γιατί; Δεν έχουν ψυχή και φυσικές ανάγκες κι αυτές; Στο πηγάδι κατούρησαν; Εκεί εξακολουθούν να κατουρούν;

Τετάρτη, Αυγούστου 09, 2006

Xημεία

Χημεία

Χημεία

Χημεία

Ανάστροφος τόκος

Η εταιρία «DiDi MUSIC» ενημερώνει τους 43.000 αγοραστές των προπωληθέντων εισιτηρίων για την ματαιωθείσα συναυλία των Rolling Stones, ότι η μη επιστροφή του 10% του αντιτίμου αγοράς των εισιτηρίων (γνωστή επίσης και ως «ανάστροφος τόκος»), θα συμψηφιστεί με την προσφορά εντελώς δωρεάν εισόδου (με την αυτονόητη βέβαια εξαίρεση της χρέωσης του ticketing), σε ειδική μονοασματική συναυλία του Γιάννη Μηλιώκα, στην οποία ο γνωστός καλλιτέχνης θα ερμηνεύσει 43 συναπτές φορές (40 + 3 ανκόρ) τη διαχρονική επιτυχία του «Να δεις που κάποτε θα μας πούνε και μαλάκες». Χορηγός επικοινωνίας του ιβέντ είναι οι ελεγκτικές υπηρεσίες του Υπουργείου Ανάπτυξης.
Γιατί τον Αύγουστο μπορεί να μην υπάρχουν ειδήσεις, οι μαλάκες όμως αφθονούν.

Τρίτη, Αυγούστου 08, 2006

Η πρόδηλη ηλιθιότητα

Από τότε που γεννήθηκε μπορούσες να διακρίνεις λίγα εκατοστά μπροστά από το σαγόνι του μια ελαφριά γαλάζια αύρα σε σχήμα ημισέληνου. Όσο μεγάλωνε, μεγάλωνε αντίστοιχα και η αύρα, ώστε να είναι πάντα ισομεγέθης του σαγονιού του. Άλλη ιδιαιτερότητα δεν είχε· και αν θέλουμε να είμαστε αντικειμενικοί και η συγκεκριμένη δεν του προξενούσε προβλήματα μη αντιμετωπίσιμα· όχι βέβαια πως δεν του προξενούσε και καθόλου προβλήματα. Στο σχολείο είχε γίνει δέκτης αναρίθμητων πειραγμάτων και είχε δυσκολευθεί πολύ να ενταχθεί στις παρέες των πολλών. Στο δρόμο πάντα συγκέντρωνε τα ξαφνιασμένα βλέμματα των περαστικών. Είχε προσπαθήσει κάθε δυνατή μέθοδο αφαίρεσής της αλλά ματαίως. Μόνο όταν βουτούσε στη θάλασσα εξαφανιζόταν. Εκείνο που βασικά τον ενοχλούσε δεν ήταν τόσο το γεγονός της ύπαρξης της αύρας, όσο η πρόδηλη ηλιθιότητα της τοποθεσίας της. Οι γιατροί είχαν σηκώσει τα χέρια ψηλά, οι απόψεις ποικίλλαν, με επικρατέστερη -αν και όχι αμιγώς επιστημονική- αυτήν που υποστήριζε πως δεν έχει στ' αλήθεια την αύρα, αλλά πως αντιθέτως δημιουργούσε σε όλους την εντύπωση ότι την έχει. Βασισμένοι σε αυτήν ακριβώς την διάγνωση (της προκλήσεως συλλογικής παραίσθησης), στον στρατό τον τάραξαν στα ποινολόγια, καθώς δεν είχε υπακούσει σε επανειλημμένες εντολές να την ξεφορτωθεί και θεωρούσαν πως την χρησιμοποιούσε προκειμένου να βγει γιώτα πέντε. Τέλος πάντων, απολύθηκε κι απ΄ το στρατό και συνέχισε τη ζωή του, βρίσκοντας πως εκτός σχολείου και εκτός στρατού η ιδιαιτερότητά του δεν έπαιζε και τόσο καθοριστικό ρόλο. Είχε προτιμήσει όμως να εργάζεται μόνος του, πίσω από ένα κομπιούτερ, καθώς αυτό ελάττωνε αρκετά τις δυσκολίες. Παρέμενε βέβαια το ζήτημα της κοινωνικής ζωής του, αλλά εκεί από μικρός είχε διαπιστώσει ότι η αύρα λειτουργούσε μαγνητικά για τα κορίτσια. Ήταν 28 ετών και είχε ήδη κοιμηθεί με 77 γυναίκες. Αρκούσε να περπατήσει στη νύχτα ή να πάει να κάτσει για λίγο σε ένα μπαρ και αμέσως κάποια γυναίκα με μάτια ορθάνοιχτα ερχόταν προς το μέρος του. Όλες τους είχαν να λένε πως όταν έκανε έρωτα, η αύρα του από γαλάζια γινόταν βαθυκόκκινη. Όλες τους είχαν να το λένε αλλά ελάχιστες το έλεγαν, γιατί δεν ήξεραν αν είχε συμβεί στ΄αλήθεια και γιατί προτιμούσαν να έχουν κρατημένο ένα σαν παραμύθι μυστικό μέσα τους.
Παντρεύτηκε την 78η γυναίκα που κοιμήθηκε μαζί του. Κοιμήθηκε μαζί του αφού παντρεύτηκαν. Δεν είχε μαγνητισθεί εκείνη από αυτόν αλλά αυτός από εκείνη. Eκείνη δεν είχε μαγνητισθεί γιατί ήταν ο μόνος άνθρωπος που δεν μπορούσε να δει την αύρα του. Αυτός είχε μαγνητισθεί γιατί εκείνη ήταν ο μόνος άνθρωπος που δεν μπορούσε να δει την αύρα του.
Έτσι του 'λεγε, τουλάχιστον.

Σαντορίνη, καλοκαίρι 2006.

Χάιφα, καλοκαίρι 2006.

Σαντορίνη, καλοκαίρι 2006.

Nότιος Λίβανος, καλοκαίρι 2006.

Δευτέρα, Αυγούστου 07, 2006

Εξάλογος της Εβδόμης Ογδόου

1) Τουλάχιστον αν ζούσα στην Κούβα θα ήξερα ότι τον αδελφό Κάστρο θα μου τον είχαν επιβάλλει. Ζώντας στην Ελλάδα ξέρω ότι τους κάθε λογής συγγενείς τους ψηφίζω εγώ, ελεύθερα και δημοκρατικά.
2) Γι' αυτό, στο πλαίσιο του απηνούς αγώνα του κατά της οικογενειοκρατίας, το μπλογκ αυτό θα αρχίσει σύντομα καμπάνια υπέρ του υποψηφίου δημοτικού συμβούλου Αθηνών (με τον συνδυασμό του Νικήτα Κακλαμάνη) Φώτη Σεργουλόπουλου. Τρελές νύχτες στη Νέα Υόρκη πέρασες;
3) Βρίσκομαι σε διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση του Ισραήλ, ώστε εγώ μεν να διασφαλίσω ότι παγκοσμίως δεν θα ξαναγίνει η παραμικρή αναφορά, σύνδεση, παρομοίωση ή αναλογία των πολεμικών πρακτικών του Ισραήλ με τις ναζιστικές θηριωδίες, εκείνη δε σε αντάλλαγμα θα ομολογήσει πως, μολονότι μη συγκρινόμενη με τους ναζί, η διαγωγή της δεν παύει να είναι ολέθρια, τρισάθλια και κατάπτυστη.
4) «Στα χρόνια της Κατοχής η Εμπορική Τράπεζα θα αναλάβει την τήρηση των λογαριασμών εισπράξεων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και, ακόμη, να εκμεταλλευθεί τις συνθήκες υπερπληθωρισμού επενδύοντας σε επιχειρήσεις, γη και κτίρια. Στη διάρκεια της Κατοχής η Εμπορική θα εξαγοράσει πλήρως τον «Φοίνικα», δύο κντρικά ακίνητα στην Αθήνα, καθώς και μετοχές της Εθνικής και των Ηλεκτρικών Σιδηροδρόμων, ενώ θα ιδρύσει την εταιρεία «Αχιλλεύς», μέσω της οποίας αγοράστηκαν οικόπεδα στο Ψυχικό». Bήμα, 30.7.06.
Αν τα 'χε κάνει αυτά ο παππούς σου, θα ντρεπόσουν που ήταν αίμα σου. Αλλά ό,τι είναι ντροπή για τους ανθρώπους, είναι επιχειρηματική ευκαιρία για τις τράπεζες.
5) Ο Δήμος Καλλιθέας καταδίκασε τον πόλεμο. Ανάμεσα στις συμπληγάδες της γραφικότητας αφενός και της απάθειας αφετέρου, η απάντηση είναι αποτελεσματικότητα. Όποιος την βρει ας μου στείλει ένα μέιλ, για να τον τερματίσουμε τον ρημάδι τον πόλεμο, γιατί, όχι τίποτα άλλο, είναι και κρίμα (αν και έχει και παράπλευρα οφέλη, όπως αβίαστα προκύπτει από το τηλεοπτικό σποτ του υποψήφιου Νομάρχη Αθηνών Αργύρη Ντινόπουλου).
6) Πέτα κάθε βαρίδι από την γραφή σου· προπαντός το βαρίδι του κύρους.

Κυριακή, Αυγούστου 06, 2006

Στον Αιγιαλό του Διαστήματος

Eπίδαυρος - Αντιγόνη - Σοφοκλής. Στην επιστροφή στάση στα Λουτρά της Ωραίας Ελένης. Ταβερνάκι στη θάλασσα. Καλαμαράκια. Τρώω καλαμαράκια στη συγκεκριμένη ταβέρνα και τα λεφτά μου πηγαίνουν στο συγκεκριμένο ταβερνιάρη εξαιτίας λέξεων που έγραψε κάποιος 25 αιώνες πριν. Βγάζω κομπιουτεράκι και υπολογίζω πόσες πιθανότητες υπάρχουν το 4.500 μ.Χ. κάποιος άλλος ταβερνιάρης, σε κάποιον άλλον πλανήτη, να σερβίρει καλαμαράκια στον αιγιαλό του διαστήματος εξαιτίας λέξεων που γράφω εδώ. Χμ. Τα ψάρια φαίνονται πεινασμένα και τα ταϊζω με το κομπιουτεράκι.
Τραγωδίες έχω δει λίγες και οι γνώσεις μου είναι σχολικές. Έχω την εντύπωση όμως πως ο Βογιατζής κι οι συνεργάτες του προσέγγισαν τον χορό ως γόρδιο δεσμό και κατόρθωσαν αντί να τον κόψουν με ξίφος να τον λύσουν αργά και μεθοδικά, ώστε μετά ελεύθερος να αρχίσει να κινείται δεξιά κι αριστερά, πάνω και κάτω, να καθηλώνεται και να τρέχει, να ξαπλώνει και να κυκλώνει, να αρχίσει να κινείται ως ένα σώμα συντεθειμένο από είκοσι δύο σώματα, να είναι σώμα της παράστασης, η παράσταση η ίδια, να φτιάχνει διαρκώς σχηματισμούς αρμονικούς και ακανόνιστους, να πετά σαν σμάρι πουλιών και να σκορπίζει σαν παιδιά στην σχολική αυλή την ώρα του διαλείμματος.
Ο χορός καταπληκτικός, οι βασικοί πρωταγωνιστές θαυμάσιοι, το ίδιο κι η μουσική, ο λόγος σε γενικές γραμμές σημερινός (εκφερόμενος δε από τον Βογιατζή με τον ιδιότυπο τρόπο που τονίζει τις συλλαβές και χρονίζει τις παύσεις ανάμεσα στις λέξεις είναι πάντα απολαυστικός), το περίγραμμα των αργολικών βουνών στο σούρουπο υποβλητικό, σε έκανε να φαντάζεσαι αλαφιασμένους Σάτυρους πάνω τους, το θέατρο κατάμεστο, η αρχαία τραγωδία μπορεί ακόμα να μας μιλά.
Μπορεί στ' αλήθεια όμως;
Εσύ συγκινείσαι όταν βλέπεις αρχαία τραγωδία;
Εγώ όχι· ούτε χθες συγκινήθηκα.
Υ.Γ. Μια σειρά πολύ σημαντικών κειμένων από τον Thas εδώ.

Παρασκευή, Αυγούστου 04, 2006

Πάλι Καλά

Δεν μπορώ να καταλάβω τι λάθος έκανα. Προφανώς και δεν θα φωτογράφιζα ένα ραδιόφωνο αυτοκινήτου· τόσο αφελής δεν είμαι. Φωτογράφισα ένα τραγούδι και για την ακρίβεια το ραδιόφωνο την ώρα που έπαιζε το τραγούδι. Ήμουν πολύ προσεκτικός, εστιάζοντας τον φακό και πατώντας το κουμπάκι την ώρα του ρεφρέν. Τώρα γιατί δεν ακούω την μελωδία; Πού πήγε; Χάθηκε; Αφού δεν πάτησα το mute. Είτε φωτογραφίζεις ανοικτό είτε κλειστό ραδιόφωνο, ένα και το αυτό είναι; Δεν είναι απόλυτως παράλογο;

Αν από την προηγούμενη φωτογραφία χάθηκε η μουσική, απ' αυτήν χάθηκε η ευθυμία, το ελαφρύ μούδιασμα στο κεφάλι που προξενεί το κρασί, ειδικά όταν σε βαράει κι ο ήλιος κατακούτελα. Από την μηχανή μου αποδρούν οι νότες και η ζάλη. Σιωπηλές εικόνες τραγουδιών και νηφάλιες εικόνες μέθης. Απώλειες αναπεικόνιστων αισθήσεων ή Εικόνες - Ζωή 0 - 2 (με διαιτητή την Μνήμη).

Πάλι Καλά.