Πέμπτη, Φεβρουαρίου 16, 2017

Eρωτικό

 
Κάθε Βαλεντίνου συζητάμε για το αν ο Άγιος είναι μια ακόμη ευπρόσδεκτη αφορμή για να γιορτάζεται ο έρωτας, ή αν ο έρωτας είναι για να γιορτάζεται κάθε μέρα και όχι επετειακά. Όποια θέση κι αν παίρνεις στη συζήτηση, δεν αμφισβητείς δύο πράγματα: 1) ότι ο Βαλεντίνος είναι ένα αμιγώς εμπορικό κατασκεύασμα και 2) ότι ο έρωτας είναι ένα αμιγώς φυσικό μη κατασκεύασμα.
Κάθε που συζητάμε για το αν ο Βαλεντίνος αξίζει ή δεν αξίζει στους όντως ερωτευμένους, θέτουμε ως αυτονόητη βάση της συζήτησης ότι ο έρωτας (αυτό τουλάχιστον που εννοούμε ως έρωτα) είναι μια πανίσχυρη, πανανθρώπινη και διαχρονική αλήθεια και όχι μια ιδέα που φυτεύτηκε κάποτε στο φαντασιακό των ανθρώπων, καταγοητεύοντάς το και αιχμαλωτίζοντάς το, με αποτέλεσμα έκτοτε κανείς να μην τολμά να την αμφισβητεί. Να μην τολμά όχι τόσο γιατί θα θεωρηθεί ιερόσυλος και βλάσφημος, όσο γιατί όλοι οι υπόλοιποι θα γελάσουν με συγκατάβαση για τις ανοησίες του: αφού όλοι ξέρουμε ότι ο έρωτας υπάρχει και φωτίζει τη ζωή μας και τη νοηματοδοτεί, είτε ως ανάμνηση, είτε ως παρουσία, είτε ως προσδοκία. Όχι;
Από μια ηλικία και ύστερα παύουμε να πιστεύουμε στον Άγιο Βασίλη και αρχίζουμε να πιστεύουμε στον έρωτα, απόλυτα πεπεισμένοι πως μόνο ο τροφαντός γενειοφόρος παππούλης με την κόκκινη στολή που πετούσε με έλκηθρα κι έμπαινε από καμινάδες ήταν σύμβολο, μύθος, κατασκευή, μεταφορά, σχήμα λόγου.
Αν κάποιος θελήσει να μας πείσει ότι ο Άγιος Βασίλης υπάρχει, θα αντιμετωπιστεί ως περίπου το ίδιο γραφικός με εκείνον που θα θελήσει να μας πείσει ότι ο έρωτας (αυτό τουλάχιστον που εννοούμε ως έρωτα) είναι κι αυτός ένα είδος Άγιου Βασίλη ή Αγίου Βαλεντίνου, είναι κι αυτός μια ιστορία που φτιάξαμε κι αρχίσαμε να διηγούμαστε ο ένας στον άλλον, μέχρι που τα παιδιά πίστεψαν στον Άη Βασίλη και τα μεγαλύτερα παιδιά στον έρωτα.
Μερικές ιστορίες παραείναι ακαταμάχητες για να τις αρνηθείς. Πώς θα περνούσε καλύτερα τα θνητά της χρόνια η ανθρωπότητα; Με ένα είδος κυνισμού της φυσικής έλξης που πάσχει εξ ορισμού από σύνδρομο διάσπασης της προσοχής, καθώς ελκύεται από οποιοδήποτε άλλο πλάσμα βρει ελκυστικό; Ή με τον λυρισμό της μοναδικότητας της ερωτικής σχέσης, με το αυτοπαραμύθιασμα του ότι επιτέλους βρήκες τον αληθινό -τον αληθινό, μαλάκα μου- έρωτα, βρήκες τον άνθρωπο με τον οποίο κλειδώσατε, κλειδαμπαρωθήκατε, μπήκατε ο ένας στα κατάβαθα του άλλου, γιατί σας έκανε το κάτι, μίλησε στην ψυχή σας, στην καρδιά σας, στο μυαλό σας, στο κορμί σας, στο πρόσωπό σας, στα μάτια σας, στη γλώσσα και τα αυτιά σας;
Αν έλεγες παλιά ότι ο Θεός δεν υπάρχει και ότι τον έφτιαξε ο άνθρωπος για να μπορεί να την παλεύει, σε έκαιγαν στην πυρά. Αν πεις σήμερα ότι ίσως κι ο έρωτας (αυτό τουλάχιστον που εννοούμε ως έρωτα) δεν υπάρχει και ότι τον έφτιαξε ο άνθρωπος για να μπορεί να την παλεύει, κανείς δεν θα σε κάψει πουθενά.
Θα σε λυπηθεί μόνο και ταυτόχρονα θα σε ζηλέψει που δεν έχεις καεί ποτέ αληθινά στις βαθιά αληθινές του φλόγες, εκείνες που σε μετατρέπουν σε φωτιά όταν ζεις τον έρωτα και σε στάχτες όταν δεν τον ζεις πια, όταν εσύ ακόμη καίγεσαι κι ο άλλος πια όχι, ή όταν νομίζεις ότι ο άλλος δεν καίγεται, ενώ στην πραγματικότητα θέλει από σένα να είστε μαζί και η φωτιά και το νερό και ο αέρας και η γη και ο χρόνος και ο χώρος και οι λέξεις και οι εικόνες και τα πάντα, κλάσμα των οποίων βαθύτατα ασήμαντο είναι αυτό τουλάχιστον που εννοούμε ως έρωτα και ακέραια μονάδα των οποίων βαθύτατα σημαντική είναι αυτό που εμπεριέχει μέσα του και τον έρωτα και κάθε άλλη ανθρώπινη κατάσκευη και κάθε άλλη ανθρώπινη ανάγκη και κάθε άλλη ανθρώπινη ιστορία.