Κυριακή, Νοεμβρίου 30, 2008

Προεξοφλώντας την ενοχή

Bλέπω εδώ την φωτογραφία από τη Βομβάη και με αγγίζει λίγο περισσότερο, αφού το μωρό φαίνεται να είναι περίπου στην ηλικία του δικού μου.
Ο τρόπος που το μωρό γραπώνεται κι εναποτίθεται σε μια αγκαλιά που το ξεπερνά, το χωράει και το υποδέχεται - το θαύμα του προσώπου του που μισοσχηματίζεται πίσω από τα ανοικτά προστατευτικά δάκτυλα της πατρικής παλάμης.
Ωστόσο, αν όλα τα μωρά είναι εξ ορισμού αθώα, τμήμα της αθωότητας των λευκών μωρών χάνεται από τη στιγμή που τα δικά τους προβλήματα φωτογραφίζονται, ενδιαφέρουν και συγκινούν,
αντιδιαστελλόμενα έτσι με τα προβλήματα των αλλόχρωμων μωρών σε άλλες πλευρές του πλανήτη (ή και στην ίδια ακριβώς πλευρά), που είτε μένουν εντελώς εκτός κάδρου είτε και να φωτογραφιστούν ελάχιστα μας αφορούν,
κι αν ακόμα μας αφορούν μας αφορούν ως στατιστική τύψη, η οποία ανακουφίζεται μια στάλα, όταν με κάθε αγορά Αriel Alpine, εκτός από εκπτωτικούς πόντους στην κάρτα σου, προσφέρεις κι ένα εμβόλιο στη Unisef.
Όχι, τα μωρά του δικού μας κόσμου δεν είναι αθώα· κι αν τυχόν βρεθούν σε ανώμαλες καταστάσεις, απλώς προεξοφλούν τη δική μας ενοχή, που σύντομα θα γίνει και δική τους.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 28, 2008

Το σκυλάκι ο Ασπγούλης


Το σκυλάκι ο Ασπγούλης

είναι φύλακας πιστός. Να μας ζήσεις Μαριγώ.

Που μας φέρνεις το αυγό.

Η φωνή των κρίνων που τυγχάνουν διάφανα: ή πώς η έλλειψη μέτρου στην ερμηνεία μπορεί να καταστρέφει κάτι όμορφο και δυνατό, μετατρέποντας το σε σχεδόν κωμικό.

κρίμα ς.

Ας μαθαίνουμε τουλάχιστον από τα λάθη των άλλων αποφεύγοντάς τα στη δικιά μας φωνή: όσο το δυνατόν μακρύτερα από τον στόμφο (όχι τόσο δύσκολο) και την αυταρέσκεια (κάπως πιο δύσκολο).

Η σημερινή στήλη του Χρήστου Μιχαηλίδη. Σε μεγάλες φόρμες. Πιο καίριος και εύστοχος από ποτέ. Άκου να γράφουν ότι «Ο ΠΑΟ ταπείνωσε τον Μουρίνιο», άκου να λένε ότι ο Εφραίμ ανήκει στη φυλακή. Ντιου Πρόσες και τίτλοι μετριοπαθείς. Τίτλοι μετριοπαθείς και Ντιου Πρόσες. Το τεκμήριον της αθωότητος. Το τεκμήριον της ευγενούς άμιλλας. Το τεκμήριον της λογοκλοπής. Σεισμός - σεισμός - καθωσπρεπεισμός.

Σαν σε βιβλίο του Μπρυκνέρ με κατούρησαν χθες βράδυ στο κρεβάτι: ο λαβύρινθος της πάνας.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 26, 2008

Νεκροφιλία

O «Δεσμώτης του Ιλίγγου» κλείνει τα πενήντα του κι ένα διπλό dvd με πλούσια πρόσθετα και επανεπεξεργασμένη (επί διετία) κόπια με ζαλίζει τις τελευταίες νύχτες.
Ο Τζέιμς Στιούαρτ ερωτεύεται την Κιμ Νόβακ. Αυτή είναι μισότρελη και αυτοκτονική και αναλαμβάνει να την προσέχει. Δεν τα καταφέρνει κι αυτή αυτοκτονεί. Παθαίνει νευρική κατάθλιψη και κλείνεται σε νοσοκομείο. Ένα χρόνο μετά ξαναβγαίνει. Είναι υποτίθεται πια καλά.
Ξανασυναντά τυχαία μια γυναίκα που είναι φτυστή η γυναίκα που ερωτεύτηκε.
Για την ακρίβεια θα ήταν φτυστή αν δεν ήταν έτσι τα μαλλιά της,
έτσι το μέικ απ της,
έτσι τα ρούχα της,
έτσι τα παπούτσια της.
Της ζητά να αλλάξει.
Να αλλάξει τα μαλλιά της.
Να αλλάξει το μέικ απ της.
Της παραγγέλνει ακριβώς τα ίδια φορέματα.
Της παραγγέλνει ακριβώς τα ίδια παπούτσια.
Όταν η μεταμόρφωση είναι σχεδόν ολοκληρωμένη εκείνη γυρνά από το κομμωτήριο. Όχι. Γιατί τα μαλλιά σου δεν είναι περασμένα πίσω; Δεν μου πήγαιναν. Πέρασε τα πίσω όπως σου έδειξα, σε παρακαλώ. Τότε επιτέλους θα με αγαπάς; Ναι. Δέχεται. Πηγαίνει στο μπάνιο. Ο Χίτσκοκ λέει στις συνομιλίες του με τον Τριφό, ότι αυτή η τελευταία απαίτηση είναι σαν να της ζητά να ολοκληρώσει το στριπτήζ της πετώντας και το εσώρουχο. Γι΄αυτό και πάει στο μπάνιο. Για να του γυρίσει γυμνή. Ο Χίτσκοκ λέει ακόμα ότι όλη αυτή η εμμονή είναι σχεδόν νεκροφιλία.
Ο Χίτσκοκ κάνει λάθος. Η εμμονή του Στιούαρτ δεν είναι διαστροφική, η εμμονή του Στιούαρτ δεν είναι καν πρωτότυπη. Προτού συναντησει την γυναίκα με τα μαύρα μαλλιά, μόλις έχει βγει από το νοσοκομείο και μια σειρά από πλάνα μας τον δείχνουν να γυρνά στα μέρη που τον συνέδεαν με εκείνη. Στην γκαλερί ζωγραφικής που την παρακολουθούσε. Στο εστιατόριο που την πρωτοείδε. Γυρνά και ξαναγυρνά στα μέρη που τον συνδέουν με τον έρωτα που έχασε. Για να ξανανιώσει το αίσθημα. Για να πειράξει την πληγή. Για να θυμηθεί. Για να νοσταλγήσει. Όχι μόνο δεν κάνει κάτι διαφορετικό, αντίθετα κάνει αυτό που κάνουν όλοι. Και νά που εκεί που γυρνά βλέπει έξαφνα μια που είναι τόσο μα τόσο όμοια.
Αν πρόκειται για νεκροφιλία, πρόκειται για την οικουμενική νεκροφιλία των νεκρών ερώτων.
Παραδομένος στην γλυκόπικρη απελπισία του ο Στιούαρτ βρίσκεται -εντελώς προσδοκώμενα μα και εντελώς απροσδόκητα- εκεί που ο καθένας που βρέθηκε κάποτε στη θέση του λαχτάρησε να βρεθεί: την έχει πάλι κοντά του, πάλι πρόθυμη.
Μόνο που είναι λίγο διαφορετική. Να μην την αλλάξει; Ποιός δεν θα την άλλαζε; Ποιός δεν θα πείραζε το τώρα αν μπορούσε να το μετατρέψει στο παρελθόν της αρχής του τρελού του έρωτα; Την έχει δική του. Ε και; Δεν του αρκεί. Θέλει όλα να ξαναγίνουν όπως πρώτα.
Αν πρόκειται για νεκροφιλία, πρόκειται για την οικουμενική νεκροφιλία του νεκρού παρελθόντος, η οποία δεν αφορά μόνο τους έρωτες αλλά τα πάντα που ανήκουν στο παλιά, για την νεκροφιλία που την φωνάζουμε ευφημιστικά νοσταλγία.
Να μπορούσαμε να γυρίσουμε πίσω τον χρόνο και να του φορέσουμε τα ρούχα και το πρόσωπο των αναμνήσεών μας. Ο Στιούαρτ μπορεί. Εξού κι η λάμψη στο μάτι του, εξού και η παράδοσή του σε αυτό το όραμα της μεταμόρφωσης. Η παράλογη λαχτάρα του Στιούαρτ είναι η παράλογη λαχτάρα του καθενός μας, η αντικειμενικά αδύνατο να πραγματοποιηθεί λαχτάρα του καθενός μας είναι η λαχτάρα του Στιούαρτ που αυτήν τη στιγμή θα ικανοποιηθεί:
η Κιμ Νόβακ βγαίνει από το μπάνιο με τα μαλλιά της περασμένα πίσω,
επιστρέφει από τους νεκρούς,
επιστρέφει μέσα σε μια κόκκινη ομίχλη,
ολοκληρωμένη, άρτια, τέλεια,
φτιαγμένη όχι όπως ήταν στ' αλήθεια,
αλλά όπως ακριβώς την θυμόταν
κι είναι έρωτας και παρελθόν μαζί,
έρωτας και παρόν μαζί.

Is that more than one thing?

Τρίτη, Νοεμβρίου 25, 2008

Η βαρύτητα είναι βία

Δεν θυμόταν πια τι πρωτομίσησε· το σώμα του, τη γη ή απευθείας την μεταξύ τους σχέση. Σε κάθε περίπτωση ήξερε από πρώτο χέρι ότι επρόκειτο για μια σχέση νοσηρή, νοσηρή όπως κάθε εξουσιαστική σχέση. Αυτό δεν σημαίνει ότι ήθελε ντε και καλά να πετά. Ήθελε όμως να μπορεί να επιλέξει μόνος του αν προτιμά αυτό ή να μένει κολλημένος στο έδαφος, με βαρίδια στα πόδια του. Την επιλογή στερούνταν κι όχι το πέταγμα. Εξίσου θα αντιδρούσε αν ήταν καταδικασμένος σε μια εναέρια ζωή. Όλα αυτά δε του ήταν τόσο μα τόσο προφανή, που απορούσε γιατί δεν εξόργιζαν κανέναν άλλο. Εντάχθηκε σε αντιεξουσιαστικές ομάδες και προσπαθούσε να τους εξηγήσει ότι αν δεν ξεκινήσουν την αντίσταση από τη θεμελιωδέστερη μορφή βίας επάνω τους, από τη βαρύτητα, όλα τα υπόλοιπα περίττευαν, αλλά τον κοιτούσαν σαν γραφικό. Όπως και να τον χαρακτήριζες όμως, το σίγουρο ήταν πως δεν ήταν άνθρωπος της θεωρίας αλλά της πράξης, το σίγουρο ήταν πως δεν ήταν διατεθειμένος να παραδοθεί αμαχητί. Αντιστεκόταν χρόνια λοιπόν, χρόνια στα οποία έσπαγε πλευρά και ποδάρια, αφού η βαρύτητα τον κέρδιζε διαρκώς. Μέχρι που το σώμα του και μεγάλωσε και κουράστηκε. Απελπισμένος άρχισε να γράφει στους τοίχους «Η ΒΑΡΥΤΗΤΑ ΕΙΝΑΙ ΒΙΑ». Μια μέρα είδε το σύνθημα γραμμένο σε έναν τοίχο που ήταν σίγουρος ότι δεν το είχε γράψει εκείνος. Άρχισε τότε να γυρνά την πόλη και να το βλέπει γραμμένο κι αλλού κι αλλού κι αλλού. Μπήκε στο ίντερνετ, έκανε γκουγκλ και βρήκε ένα φόρουμ. Μετά το έβαλε και σε άλλες γλώσσες. Είχε αρχίσει να σχηματίζεται μια παγκόσμια κοινότητα που έβλεπε επιτέλους την αλήθεια. Η βία της βαρύτητας δεν ήταν μονόδρομος. Αρκεί να εξαφανιζόταν ένας από τους δύο παράγοντες της σχέσης. Άλλοι πρότειναν την εξάλειψη του πλανήτη, άλλοι της ανθρωπότητας. Άλλοι αντέτειναν ότι κι αυτές οι προτάσεις εμπεριείχαν βία, ωστόσο γρήγορα συμφώνησαν πως εμπρός στην άλλη, την προαιώνια και πανανθρώπινη βαρυτική βία, δεν ήταν τίποτα. Φυσικά οι συνομιλίες τους παρακολουθούνταν από καιρό και θα είχαν γίνει συλλήψεις, αν οι Αρχές δεν είχαν πειστεί πως είχαν να κάνουν με άκακους τρέλους. Όπως αποδείχτηκε -όχι μετά από πολύ καιρό- λανθασμένη εντύπωση είχαν σχηματίσει, αφού η γη με όλα της τα μπαγάζια ανατινάχθηκε στα εξ ων συνετέθη. Η τυρρανία είχε λάβει τέλος. Η έκρηξη έγινε αισθητή και σε άλλα ηλιακά συστήματα, ξεκινώντας έτσι ένα ντόμινο μιμητικών αντιδράσεων στους πλανήτες εκείνους που υπήρχε ζωή και βία επάνω της. Ζωή και βία τέλειωσαν παντού μαζί.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 24, 2008

Ο τρόπος

Το ζήτημα ανακύπτει κατά κύματα (και) τον τελευταίο καιρό:
1) Στη μουσική:
Ποιος μίλησε για εμπορικούς και ποιοτικούς; Με συγχωρείτε, αλλά ο εμπορικότερος δίσκος μετά τη μεταπολίτευση ήταν ο "Σταυρός του Νότου". Το ζήτημα είναι ιδεολογικό-αισθητικό. Δεν θα ξεχάσω εκείνο το πρωινό του '53 -έξι χρονών ήμουνα- που άκουσα στο ραδιόφωνο την είδηση για την εκτέλεση "του κομμουνιστή Νίκου Μπελογιάννη", κι αμέσως μετά, καπάκι, το "Ασε τα μαλλάκια σου ανακατεμένα"... Κι αυτές τις διαφορές επεσήμανα τις προάλλες στον "Ιανό", στη διάρκεια μιας εκδήλωσης για τον Χρήστο Θηβαίο παρουσία του Μάνου Ελευθερίου, κι είδα έπειτα τα λόγια μου να μεταδίδονται αποσπασματικά και διαστρεβλωμένα από τις μεσημεριανές εκπομπές! Ακούγοντας έναν από τους κορυφαίους μας στιχουργούς να αποδίδει εύσημα στη Ζήνα, τον Καραφώτη και τον Νίνο, θεώρησα πως έπρεπε να τον προστατεύσω, αντιμετωπίζοντάς τον ως προβοκάτορα και σουρεαλιστή. Γιατί είναι σίγουρο, μιλάμε για δύο διαφορετικούς κόσμους. Κι όποιος από εμάς αλλάξει στρατόπεδο, αποκλείεται να είναι πειστικός, θα βγει ζημιωμένος.
2) Στα βιβλία:
Κατά την αναψηλάφηση της περιπέτειας που οριοθετώ, χρονικά και συμβολικά, ανάμεσα στην έκρηξη της δημοτικότητας της Κικής Δημουλά, αφενός, και αφετέρου, στον ελαχιστοποιημένο αντίκτυπο του έργου Σύσσημον ή τα κεφάλαια, του Νίκου Παναγιωτόπουλου, υποχρέωσή μου είναι κατ' αρχάς να δείξω ότι η ποιοτική στάθμιση ενός έργου αποδεικνύεται, στο 99% των περιπτώσεων, αντιστρόφως ανάλογη της εμπορικής του επιτυχίας: Θα φανεί έτσι ότι η Δημουλά, περίπτωση κάθε άλλο παρά αμελητέα, που διεκδίκησε αυτό το 1%, αδικήθηκε τρόπον τινά επί της ουσίας, ακριβώς λόγω της ανούσιας επιτυχίας της στα ΜΜΕ.
3) Στα μπλογκ:
Η μέθοδος μετρήσεως αμφισβητείται, αλλά γεγονός παραμένει ότι στο τρέχον Top 50 των ελληνόφωνων μπλογκ λίγα είναι τα λεγόμενα ποιοτικά, όσα θα μπορούσαν να διεκδικήσουν τις δάφνες του Νέου Μέσου, της Νέας Δημοσιογραφίας, της Δημοσιογραφίας των Πολιτών κ.ο.κ. Γεγονός είναι επίσης ότι τη δυναμική του νέου μέσου έσπευσαν πολύ γρήγορα να εκμεταλλευτούν δημοσιογράφοι των «παλαιών μέσων», χαμηλού δυναμικού και αισθητικής, πολιτικοί ξύλινης γλώσσας, πικραμένοι και φανατικοί – το εν γένει οικοσύστημα της εγχώριας δημοκρατίας.
---
Αν τώρα με ρωτήσεις τη δική μου γνώμη, αν μεν είσαι συνθέτης σαν τον Μικρούτσικο το στοίχημα είναι να γράφεις τον «Σταυρό του Νότου», αν δε είσαι λογοτέχνης σαν τον Ελευθερίου το στοίχημα είναι να χαμογελάς με όσα ακούς και να προσπαθείς να νιώσεις την αλήθεια όσων βρίσκονται στο άλλο «στρατόπεδο», να προσπαθείς να νιώσεις ακόμη - ακόμη κι αυτόν τον ιερό ζήλο του Μικρούτσικου.
Αν είσαι η Δημουλά το στοίχημα είναι να γράφεις τα ποιήματα που γράφεις· όσο περισσότεροι τώρα σε διαβάσουν έχει καλώς, ακόμη κι αν η επιτυχία σου οφείλεται σε παρεξήγηση, ακόμη και αν δεν ξέρουν αν αγαπούν όντως τα ποιήματά σου ή κάτι άλλο που δεν είναι πάντως τα ποιήματά σου. Είναι δηλαδή προτιμότερη η παρεξηγημένη αναγνώριση από την παρεξηγημένη αδιαφορία. Γιατί η αδιαφορία του κόσμου σε οδηγεί σχεδόν αναπόφευκτα στο να αγκιστρωθείς επάνω της σαν τάχα αυτή μόνη της να σε δικαιώνει.
Στο δε μπλογκολογικό επίπεδο, όσο σωστό κι αν είναι να λέμε ότι ο κόσμος διαβάζει τα τρωκτικά και όλα τα υπόλοιπα μέλη της πανίδας επειδή αυτά γουστάρει και αυτά του αναλογούν, άλλο τόσο σωστό είναι αντί να σφιχταγκαλιάσουμε την αδιαφορία σαν ελιτίστικη καταξίωση, να δεχθούμε πως το στοίχημα είναι να διαβάσουν κι εμάς.
Το στοίχημα όμως δεν είναι να μας διαβάσουν επειδή θα αρχίσουμε να αλλάζουμε εμείς, αλλά επειδή θα αρχίσουν να αλλάζουν αυτοί.
Και ίσως να αρχίσουν να αλλάζουν όσο δεν πτοούμαστε, όσο εξακολουθεί ο καθένας από εμάς να προτείνει τον δικό του τον τρόπο, έναν τρόπο που πρέπει -όσο δύσκολο κι αν είναι- να συνεχίσει να πιστεύει κι αγαπά, είτε κατορθώσει να τον κοινωνήσει στους άλλους είτε όχι.

Κυριακή, Νοεμβρίου 23, 2008

To αμφισβητούμενο ρουά

Αδημοσίευτες ακόμη έρευνες αποδεικνύουν σημαντικές μεταβολές στην ψυχοσύνθεση και στη συμπεριφορά των ελληνοπαίδων. Συγκεκριμένα, όταν έρχεται η ώρα να παίξουν μπάλα, τα παιδιά δεν τσακώνονται πια για να μην κάτσουν τέρμα, αλλά για άλλους λόγους. Όλοι θέλουν να κάνουν τον διαιτητή και τα καταφέρνει τελικά εκείνος που έχει φέρει την μπάλα ή ο αρχηγός της παρέας (που θα ορίσει και ως πλάγιους τους δυο κολλητοτέρους του). Σε κάθε παιχνίδι θα υπάρξει τέταρτος, ακόμη και αν παίζουν όλα τα παιδιά και ελλείψει πάγκων στερείται αρμοδιοτήτων. Άλλα παιδιά επιφορτίζονται με την κάλυψη του αγώνα, καθώς τρέχοντας πάνω κάτω τον βιντεοσκοπούν με τα κινητά τους. Όσο περισσότερα παιδιά βιντεοσκοπούν τόσο το καλύτερο, αφού έτσι θα υπάρχουν περισσότερες οπτικές γωνίες των επίμαχων φάσεων, αν και πολλές φορές απ’ τον συνωστισμό προξενούνται τρακαρίσματα των κινητών καμεραμέν με τους παίκτες ή τον διαιτητή. Καθόλου σπάνιο δεν είναι να συμπληρώνονται όλες οι υπόλοιπες θέσεις αλλά να μην συμπληρώνονται ομάδες. Σε αυτήν την περίπτωση γίνεται κλήρωση και τα παιδιά που έχασαν είναι εκείνα που αναγκάζονται να παίξουν ποδόσφαιρο. Μόλις το παιχνίδι λήξει αρχίζει η πραγματική διασκέδαση: όλοι μαζί σχολιάζουν τις αμφισβητούμενες φάσεις από τις διάφορες γωνίες λήψης των κινητών.
Τον τελευταίο δε καιρό έχει αρχίσει να παρατηρείται το φαινόμενο όταν γίνεται φάση που μυρίζει πέναλτι ή οφσάιντ, τα παιδιά να αρχίσουν να κινούνται από μόνα τους σε αργή κίνηση ή και να παγώνουν εντελώς. Όταν ας πούμε δίνεται η ύποπτη οφσαϊντισμού πάσα, σταματά αυτόματα τόσο το επιτιθέμενο όσο και το αμυνόμενο παιδί, ενώ ο τέταρτος για να δικαιολογήσει την παρουσία του τραβά με κιμωλία γραμμή στην ευθεία τους, ώστε να δουν όλοι ποιος είναι μπροστά και ποιος πίσω. Αν όμως αυτό το φαινόμενο μπορεί να εξηγηθεί οριακά ως ψυχολογικής αιτίας, εκείνο που παραβιάζει ευθέως τους νόμους της φυσικής είναι αυτό που συμβαίνει όταν ένα παιδί ρίχνει κάτω το άλλο και ζητείται πέναλτι: το πεσμένο παιδί ξανασηκώνεται προς τα πίσω, κάνοντας συνεχή μπρος - πίσω στον αέρα και επαναλαμβάνοντας την ανατροπή του, για να δούμε αν ο αμυνόμενος βρήκε πόδια ή αν, αντίθετα, έβαλε τα πόδια του στο έδαφος και πήγε κι βούτηξε πάνω τους ο επιτιθέμενος.
Με τη λήξη του αγώνα και της επισκόπησης των αμφισβητούμενων φάσεων, τα παιδιά επιστρέφουν πανευτυχή σπίτια τους, όπου τους τοίχους των δωματίων τους δεν καλύπτουν πια αφίσες ποδοσφαιριστών, αλλά του Βαρούχα και του Βασιλάκη. Ποδοσφαιριστές δεν καλύπτουν πια ούτε τις θέσεις των προέδρων, αφού η αποχώρηση του Ντέμη σηματοδοτεί την αρχή του τέλους και για τον Ζαγοράκη. Τις ομάδες θα αναλάβουν εξ ολοκλήρου διαιτητές: ο Αγγελάκης τον Άρη, ο Μποροβήλος τον Αστέρα Τρίπολης και στα ρεπά του την Σούπερ Λίγκα (η ΕΠΟ ως μη έχουσα σχέση με τη διαιτησία θα παραμείνει ανέπαφη), ενώ ο Κασναφέρης δεν θα περιοριστεί να αναλάβει τα ηνία της Ξάνθης, αλλά θα τεθεί επικεφαλής και της Σκόντα εν γένει. Φέρνοντας δε άμεσα συγκλονιστικά αποτελέσματα στους ισολογισμούς της θα δημιουργήσει τρεντ και η μια μετά την άλλη οι χειμαζόμενες από την οικονομική κρίση αυτοκινητοβιομηχανίες θα περάσουν στα χέρια Ελλήνων πρώην διαιτητών.
Σε αντίποινα, τέλος, για την προσπάθεια εισαγωγής του Φρισκ, άνθρωποι σαν τον Κώστα Φινοκαλιώτη που δεν στέριωσαν στην ελληνική τηλεοπτική διαιτητοκριτική, θα πάρουν τον δρόμο της ξενιτιάς και θα αρχίσουν να σχολιάζουν αμφισβητουμενες φάσεις από αναμετρήσεις όπως Τρέλεμποργκ – Έρεμπρο και Χάρου – Ιππότη στην «Έβδομη Σφραγίδα» του Μπέργκμαν.
Ωστόσο ας μην γελιόμαστε· ναι μεν πρέπει να είμαστε η μόνη χώρα της υφηλίου που αμέσως μετά το τέλος του τελικού του φετινού Euro είχε απίκο διαιτητοκριτικό να πει ότι στο γκολ έκανε φάουλ ο Τόρες, αλλά το χάρισμα αυτό υπήρχε στα γονίδια μας ακόμη και σε εποχές που ο Βαρούχας ήταν τζόβενο: μου έχει καρφωθεί στο μυαλό η σκηνή στο Μουντιάλ του 86, αμέσως μετά το γκολ που έβαλε ο Μαραντόνα στην Αγγλία. Βλέπαμε το ματς σε φιλικό σπίτι, όταν η πρώτη αντίδραση πατέρα φίλου μου ήταν να φωνάξει ότι ο Μαραντόνα έκανε φάουλ. Α, ναι· δεν μιλάω για το γκολ με το χέρι, αλλά για το άλλο, εκείνο με το πόδι.

(Κείμενο γραμμένο για το «SMS» της «SportDay»)

Σάββατο, Νοεμβρίου 22, 2008

Πέμπτη, Νοεμβρίου 20, 2008

Πεντακαθαρίδης

Αντί να αναζητώ τον Ερμή του κειμένου αποδεικνύομαι έρμαιο της επικαιρότητας ξανά, οπότε έμπλεος σοβαροφάνειας αποφαίνομαι:
1) Το να εμφανίζεσαι καθημερινά στις ειδήσεις ως εκπρόσωπος κομματικής αλήθειας σε καθιστά συντομότατα αντιπαθέστατο, ανεξαρτήτως του τι λογής άνθρωπος όντως είσαι. Αν ας πούμε είσαι ο Ρουσόπουλος, δεν αντέχεσαι επειδή είσαι δεν είσαι -που μπορεί και να είσαι- παριστάνεις τον εξυπνότερο απ΄όλους, αν είσαι ο Αντώναρος δεν αντέχεσαι επειδή και είσαι και παριστάνεις τον χαζότερο απ' όλους. Αν τώρα είσαι ο Παπακωνσταντίνου, δεν αντέχεσαι για το ζεν υφάκι σου και την μειλίχια προπαγάνδα σου, όσο εν πάση περιπτώσει μπορεί να οριστεί ως προπαγάνδα ο καθημερινός επίσημος λόγος κάθε κόμματος, όπου σε κάθε μα κάθε ζήτημα που προκύπτει πρέπει να αναδεικνύεται η διαφορετική οπτική γωνία, είτε με την με κάθε τίμημα δικαιολόγηση των αδικαιολογήτων είτε με την πάση θυσία καταγγελία των ορθών (εξαιρουμένου φυσικά του ΚΚΕ, όπου σε κάθε μα κάθε ζήτημα, μια και μοναδική είναι η οπτική γωνία). Με άλλα λόγια, αν το παιχνίδι συμπολίτευσης - αντιπολίτευσης εξακολουθεί να έχει ανάγκη αυτή την κοροϊδία του ασταμάτητου μπλα - μπλα, είναι τελικά τα εκάστοτε πρόσωπα που υποδυόμενα τους άχαρους αυτούς ρόλους δίνουν πρόσωπο στον ρόλο τους. Έτσι, είτε το ήθελε είτε όχι, ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου προσωποποίησε τη νέα παπανδρεϊκή ορθοδοξία, η οποία αποτελούνταν σε μεγάλο βαθμό από ανεπίληπτο ήθος, από μη άφημα να πέσει οτιδήποτε κάτω, από υπεράνω κατεδάφιση κάθε αμφιλεγόμενης ενέργειας ή παράλειψης κυβερνητικού στελέχους. Προξενεί έτσι ιδιαίτερη ευχαρίστηση σε χαιρέκακους ανθρώπους όπως εγώ, το να τον βλέπεις να προσπαθεί να εξηγήσει με τον ίδιο τόνο φωνής, με το ίδιο μηχανικό στυλ, με την ίδια άσπιλη ανωτερότητα τις αμφιλεγόμενες ιστορίες που αφορούν το δικό του πρόσωπο. Δεν πρόκειται για το μπούμερανγκ της ηθικολογίας, πρόκειται μάλλον για το μπούμεραγκ της επίσημης αλήθειας, το μπούμερανγκ της έλλειψης φωτοσκιάσεων στον επίσημο λόγο, το μπούμερανγκ της προβολής της πολιτικής πραγματικότητας ως ένα αδιάκοπο παιχνίδι καλών - κακών ή ικανών - ανίκανων, το ίδιο κάνει.
2) Βλέποντας, ακούγοντας και διαβάζοντας τα όσα έλεγε ο δικηγόρος στον άνθρωπο του επιχειρηματία, ο τρόπος της έκφρασής του, η χροιά της φωνής του, όλα πάνω του μου θύμισαν ανθρώπους με τους οποίους έχω παλιότερα συναλλαχθεί, ανθρώπους που μολονότι δεν τους βάραινε κάποια υποψία ποινικού αδικήματος, με έναν παρόμοιο τρόπο μιλούσαν και φέρονταν.
Το στατιστικό μου δείγμα είναι εντελώς μικρό και η γενίκευση πιθανότατα λανθασμένη, ωστόσο έχω την εντύπωση ότι πρόκειται για βορειοελλαδίτικο ιδίωμα, για ένα ιδίωμα τρόπου σκέψης και συμπεριφοράς που υπερεκδηλώνει ένα και καλά ντομπριλίκι, μια και καλά τσακαλιά, ένα και καλά δεν θα πιαστώ κορόιδο εγώ, εγώ είμαι αυθεντικός άνθρωπος και περπατημένος άνθρωπος και ντιπ για ντιπ μάγκας εγώ.
3) Ο τρόπος με τον οποίο, η ίδια η Βουλή που ψηφίζει κατά των κρυφών καμερών χρησιμοποιεί τις κρυφές κάμερες, είναι ένα έξοχο παράδειγμα αφενός της αντιδιαστολής νομίμου και ηθικού (με την απαραίτητη διευκρίνιση ότι σε ένα περιβάλλον αισθητής μείωσης του ηθικού πήχυ και κατακλυσμού ψεμμάτων, ως ηθικό μπορεί να νοείται και το να αναγκάζεσαι να κάνεις χρήση του μόνου μέσου που σου δίνει τη δυνατότητα να ξεφύγεις λίγο απ' τα ψέμματα) και αφετέρου του ότι νόμοι που δεν εσωτερικεύονται ως δίκαιοι είναι τελικά νόμοι που δεν πρόκειται να φτουρήσουν (εκτός βέβαια αν η εσωτερίκευση αφορά τους φτωχομπινέδες, όπου ό,τι κι αν εσωτερικεύσουν ό,τι κι αν εξωτερικεύσουν, όλα κι όλα, dura lex sed lex).
4) Το οποίο μας φέρνει στην αντιδιαστολή της υπερβολικής κάλυψης από τα κανάλια σκανδάλων και παρασκανδάλων με την μηδενική κάλυψη της απεργίας πείνας στις φυλακές. Γιατί ακριβώς και στα σκάνδαλα και στα παρασκάνδαλα υπάρχουν δυο κατηγορίες ανθρώπων: εκείνοι που μπορούν να μπουν φυλακή (η Τσέκου χθες, ο Κουκουβίνος ίσως αύριο) κι εκείνοι που δεν μπορούν να μπουν φυλακή (ενώ οριακά ενδιάμεσες κατηγορίες σαν τον Νικολουτσόπουλο αντιδρούν εξίσου οριακά, αφού θεωρούσαν ότι ανήκαν στην μία κατηγορία και βρέθηκαν ξαφνικά να ανήκουν στην άλλη, οπότε πώς να μην σαλτάρεις;). Η φυλακή δεν είναι για τους Θέμους, για τους Θέμους είναι οι εκπομπές, κι εκπομπές όπως οι ειδήσεις δεν έχει νόημα να ασχολούνται με τους φυλακισμένους, αφού αυτοί δεν αφορούν ως άνθρωποι διαφορετικοί, διαφορετικοί τόσο από τους ανθρώπους των Μέσων και των μέσων όσο και από τον μέσο τηλεθεατή.
Με τη διαφορά ότι ο δεύτερος νομίζει ότι είναι διαφορετικός από τους φυλακισμένους.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 19, 2008

Μιράντα, έχεις κερατάκια, το ξέρεις;

Βλέποντας στο dvd αυτό το σοκαριστικό σκουπίδι που λέγεται «Sex and the City», κατάλαβα ότι είχα αδικήσει κατάφωρα την Μαρία την Άσχημη.
Φαντάζομαι ότι δεν είναι του συρμού να στραβώνεις με την Κάρι και τις φίλες της, φαντάζομαι ότι του συρμού είναι να διασκεδάζεις απενοχοποιημένα μαζί τους, εν όψει και του ημισιντερελικού πλαισίου στο οποίο κινούνται.
Ωστόσο ειλικρινά αναρωτιέμαι αν μπορεί να βρει κανείς στη γύρα πιο μειωτικά πρότυπα γυναικών, πιο ξεφτιλισμένους ανθρωπολογικούς τύπους, ωστόσο ειλικρινά αναρωτιέμαι αν μπορεί να βρει κανείς στη γύρα πιο κλαυσιγελική υστερία καταναλωτισμού.
Μαλάκα, αυτό δεν είναι οι γυναίκες, αυτό δεν μπορεί να είναι οι γυναίκες, αυτό δεν μπορεί να είναι οποιαδήποτε εκδοχή του κόσμου τους, οσοδήποτε ακραία και τραβηγμένη.
Πίσσα και πούπουλα στα τέσσερα φρικώδη golden girls, πίσσα και πούπουλα στο πάρτυ τους, που μακάρι να είναι όβερ για πάντα, όπως περίπου προφητεύει μέσα στο ίδιο το έργο και το εξώφυλλο του περιοδικού.
Που να καταρρεύσει η γουώλ στριτ ολόκληρη, το Μανχάταν ολόκληρο, που να φυλακιστούν όσες έχουν πάνω από τέσσερα ζευγάρια παπούτσια, που να πάθει όλος ο κόσμος της μόδας καρκίνο του μαστού, που να σας παρατάνε πάντοτε σύξυλες στα σκαλοπάτια του γάμου των ονείρων σας, που να καταργηθεί ο γάμος, που να απαγορευτούν δια νόμου τα νυφικά, που να στα φοράει Μιράντα ο άντρας σου περισσότερες φορές απ' τα φορέματά σου, που η μόνη Μιράντα που δεν θα προδώσει ποτέ άντρας να λέγεται Παπαδοπούλου.
Μόνη λύτρωση από αυτό το εκατό τοις εκατό γυναικείο σύμπαν, η μυσταγωγική καταβύθιση σε αυτό το εκατό τοις εκατό αντρικό, η μετάβαση δηλαδή από την βροντώδη παρακμή της Δύσης στο σταδιακό ημέρωμα της Άγριας Δύσης.

Τρίτη, Νοεμβρίου 18, 2008

γχ

Για πολλοστή φορά αισθάνομαι την ανάγκη να αναφωνήσω ένα ουρανομήκες respect για την μανούλα μας την ελληνική γλώσσα, που έχει ποιήσει όλες της τις λέξεις εν σοφία. Παίρνω για παράδειγμα τη λέξη άγχος και τη γεύομαι στο στόμα μου, τη γεύομαι αρκετές μέρες τώρα, κι όσο τη γεύομαι καταλαβαίνω ότι ενώ ξεκινά από έναν αναστεναγμό, ενώ ξεκινά από ένα αχ, αντιλαμβάνεται ότι το αχ είναι υπερβολικά απλό, υπερβολικά ελλιπές, χρειάζεται το γάμα να μπει πριν το χι για να δημιουργήσουν ένα αγχώδες ηχητικά γχ, ένα γχ αποχρώσεως σαφώς μελανής, ένα γχ που είναι δεμένο σαν κόμπος, με αποτέλεσμα το άγχος να είναι κάτι σαν αναστεναγμός ανίκανος να λύσει έναν κόμπο, έναν κόμπο που θα λυθεί μόνο αφού κληθείς να αντιμετωπίσεις το γεγονός που σε αγχώνει, και παραδόξως όσο περισσότερο πλησιάζεις στη στιγμή που θα το αντιμετωπίσεις τόσο καλύτερα είναι, αφού το χειρότερο όλων είναι η αναμονή, η αναμονή είναι που δεν παλεύεται και όχι αυτά καθαυτά τα γεγονότα, στα γεγονότα ή ανταποκρίνεσαι ή όχι, πάντως συμβαίνουν και μετά δεν είσαι πια αγχωμένος, ό,τι είναι να συμβεί έχει συμβεί και είσαι ή καταπλακωμένος ή λυτρωμένος, πάντως όχι αγχωμένος, το γάμα έχει λυθεί από το χι και στην θέση που καταλάμβανε το άγχος βρίσκεται πια ή ένα άγος ή ο αχός της ανακούφισής σου.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 17, 2008

Πατησίων & Παραμύθας γωνία

Είναι ψέμα ότι η επέτειος του Πολυτεχνείου έχει μπαγιατέψει και ότι έχει πλέον ελάχιστο ψυχικό αντίκτυπο: κάθιδροι και τρεμάμενοι οι Αθηναίοι ναρκομανείς περιμένουν την ολοκλήρωση των εορταστικών εκδηλώσεων, προκειμένου να επιστρέψουν στον πεζόδρομο της Τοσίτσα, όπου καταθέτουν καθημερινά αντί για στεφάνια φιξάκια. Ο λευκός θάνατος δεν γεμίζει με κόκκινες πιτσίλες τη γαλανόλευκη, γεγονός που αποτελεί ένος είδους παρηγοριά για το μέσο πρεζόνι, αφού το προφυλάσσει από την βρυκολακικώ δικαίω αέναη φύλαξη του αίματός του από την ΠΑΣΠ.

Κυριακή, Νοεμβρίου 16, 2008

Το παιδί του Σόμερσετ

Ενώ το «Seven» είναι μια ταινία που μιλάει για έναν κόσμο, όπου το αν αξίζει να ζεις παρουσιάζεται ως ζητούμενο και καθόλου ως δεδομένο, είναι ταυτόχρονα και ένα από εκείνα τα έργα που σε κάνουν να νιώθεις ότι άξιζε να ζήσεις και να τα δεις. Αυτό το παράδοξο του μετασχηματισμού της ασχήμιας σε ομορφιά και του πόνου σε ανακούφιση ονομάζεται ως γνωστόν «Τέχνη», αλλά αντί για τέχνη ας μιλήσουμε για τον Γουίλιαμ Σόμερσετ, τον ντετέκτιβ -που υποδύεται ο Μόργκαν Φρίμαν- ο οποίος ετοιμάζεται να βγει στη σύνταξη και τα μάτια του έχουν δει πάρα πολλά.
Σε μια σκηνή της ταινίας η Γκουίνεθ Πάλτροου -που παίζει τη γυναίκα του συνεργάτη του Σόμερσετ- του ζητά να βγουν να μιλήσουν κρυφά από τον άντρα της. Ο Σόμερσετ παραξενεύεται αλλά δέχεται. Πίνοντας καφέ του εκμυστηρεύεται ότι είναι έγκυος και ότι δεν ξέρει τι πρέπει να κάνει. Ο Σόμερσετ της απαντά ότι πριν πολλά χρόνια έπεισε τη δική του σύντροφό να διακόψουν την εγκυμοσύνη της. Δεν έχει αμφιβολία ότι πήρε τη σωστή απόφαση, αλλά έκτοτε δεν έχει περάσει ούτε μια μέρα που να μην έχει μετανιώσει για αυτή του την απόφαση. Σε άλλο σημείο της ταινίας ο Σόμερσετ λέει ότι μόλις βγει στη σύνταξη θα φύγει μακριά, επειδή δεν θέλει να ζει σε ένα μέρος που έχει καταστήσει την απάθεια αρετή (κι επειδή έχω βίτσιο με τις ατάκες των ταινιών, λέει κατά λέξη: «Ι just don't think I can continue to live in a place that embraces and nurtures apathy as if it was virtue»).
Έχοντας αυτό το βίτσιο, η λέξη «apathy» είχε σφηνωθεί για χρόνια στο κεφάλι μου, μέχρι που άκουσα τον Μπαράκ Ομπάμα στον λόγο του στο Σικάγο το βράδυ της εκλογής του να μιλά για τους νέους που διέψευσαν τον μύθο περί απάθειας της γενιάς τους («the young people who rejected the myth of their generation's apathy»). Έτσι είναι όλα στη ζωή, δανεικά: δανείστηκαν κάποτε τις λέξεις μας, κάνοντας το απάθεια - apathy, δανείστηκαμε κάποτε από την κουλτούρα τους ως τον τρόπο ζωής τους, με εξίσου ανεπαίσθητες διαφοροποιήσεις.
Ο ελληνικός λαός υποστήριζε σύμφωνα με τις μετρήσεις τον Ομπάμα με δικτατορικά ποσοστά, με τα ποσοστά με τα οποία τον ψήφισαν όντως οι αφροαμερικάνοι. Φυσικά το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό αλλά παγκόσμιο. Ποτέ άλλοτε στην ιστορία της ανθρωπότητας δεν ενώθηκαν ταυτόχρονα τόσα πολλά χείλη στον σχηματισμό τριών απλούστατων συλλαβών: Ο – μπά – μα. Την ημέρα της εκλογής του αυτός ο ήχος πρέπει να σχημάτιζε ένα παγκόσμιο βουητό, σαν ο πλανήτης να μπαμπάλιζε τους πρώτους του φθόγγους. Οι φθόγγοι αυτοί είναι αναμφίβολα φθόγγοι ελπίδας.
Διατυπώνονται, βέβαια, ενστάσεις που λένε ότι η ελπίδα αυτή συνιστά αφέλεια και ότι η πολιτική της Αμερικής δεν μπορεί να αλλάξει. Κατά τη γνώμη μου όμως, αφέλεια είναι να ισοπεδώνεις ό,τι συνέβη κρίνοντας τα πράγματα απ' έξω, κρίνοντας δηλαδή το πακέτο «ΗΠΑ» ως σύνολο και μην κρίνοντας τι είναι προτιμότερο να συμβεί εντός του πακέτου αυτού. Αφέλεια είναι να κρίνεις τις εξελίξεις στην βάση του ρόλου που θα επιθυμούσες εσύ να έχουν οι ΗΠΑ, αντί να τις κρίνεις στην βάση του δεδομένου τους ρόλου. Αφέλεια είναι η υπενθύμιση των ακραίων ορίων των ΗΠΑ ως αρχή και τέλος της κουβέντας. Αφέλεια είναι να μην προτιμάς την κίνηση προς το ένα άκρο από την κίνηση προς το άλλο. Και όχι, δεν είναι αφέλεια να νιώθεις ευχαριστημένος με την εκλογή Ομπάμα, γνωρίζοντας ότι δεν είχε αντίπαλο τον νεκραναστημένο Τσε Γκεβάρα, αλλά τον Μακέιν και την Σάρα Πέιλιν.
Επιστροφή στον Σόμερσετ. Στο τέλος της ταινίας ο Σόμερσετ αναφέρει μια φράση του Έρνεστ Χέμινγουεϊ, σύμφωνα την οποία ο κόσμος είναι ένα όμορφο μέρος, για το οποίο αξίζει κανείς να αγωνίζεται. Ο Σόμερσετ μας πληροφορεί ότι συμφωνεί με το δεύτερο σκέλος της φράσης.
Είναι δεν είναι όμορφο μέρος, είναι δεν είναι αυταπάτη ότι ο κόσμος θα γίνει λιγότερο σκατά με τον Ομπάμα, είναι δεν είναι αυταπάτη ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει, αξίζει να αγωνίζεσαι για αυτόν, αξίζει να ξεφύγει κανείς από την απάθεια και την παραίτηση.
Μην νομίζεις, τα γράφω μπας και ψήσω εμένα πρώτα. Γιατί, όχι, η απάθεια δεν ήταν μύθος των τελευταίων γενιών, αλλά πραγματικότητα και ψυχικό καθεστώς.
(Κείμενο γραμμένο για το «SMS» της «SportDay»)

Oι πραγματικά υπερόπτες

Ο Κάμμινγκς δεν παραδοξολογούσε όταν υπονόησε ότι οι πραγματικά υπερόπτες δεν ήταν οι αριστοκράτες ας πούμε, αλλά ο μέσος άνθρωπος. Αυτός ο τύπος ατόμου, για να ακριβολογούμε, ήταν σνομπ μόνο με τη λογοτεχνία. Όντως, κάθε που ο μέσος άνθρωπος άνοιγε κατά λάθος ένα σύγγραμμα χημείας, το ξανάκλεινε αναγνωρίζοντας αυθόρμητα, όσο και λογικά, ότι τα αινίγματα αυτής της κατηγορίας δεν ήταν δική του αρμοδιότητα· αν ωστόσο ξεφύλλιζε ένα μυθιστόρημα και διαπίστωνε ότι η αίσθησή του της κατανόησης άρχιζε να ταλαιπωρείται, αποσυρόταν σχεδόν προσβεβλημένος, με την υποψία ότι ο συγγραφέας επεδίωκε σαδιστικά να αποδείξει την ανεπάρκειά του (εκείνου, του αναγνώστη). Η στειρότητα μιας τέτοιας στάσης γεννούσε στους ανθρώπους τη διάθεση να σαρκάσουν τη «δυσκολία», συγκρίνοντάς τη με κρούσμα απάτης ή με κάποιου είδους ελιτίστικη πόζα και απαντώντας με μια δική τους πόζα συνειδητής περιφρόνησης ...
Εν ολίγοις, το πρόβλημα θύμιζε το αδιέξοδο των ΜΜΕ, που επωμίζονται κατά καιρούς την υποχρέωση να κατακεραυνώσουν μιαν ολοφάνερα ανίκανη και διεφθαρμένη Κυβέρνηση, χωρίς ωστόσο να θίξουν την παιδαριώδη ευπιστία ή την ιδιοτέλεια εκείνων που της χάρισαν την ψήφο τους, εφόσον αυτοί απαρτίζουν και τη δική τους ευρύτερη πελατεία (των Μέσων), οπότε καταλήγουν σε παραδοξότητες, όπως λ.χ. ο αμήχανος χειρισμός της έκπληξης απ' την επιβίωση του δικομματισμού. Εξυπακούεται πως η πελατεία δεν θα δεχόταν εύκολα τέτοια κακοήθη συμπεράσματα σε βάρος της.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 14, 2008

O Πέρσις

Δεν ήταν Πέρσης, δεν τον λέγαν Percy, ήταν από 'δω και τον λέγαν Πέρσι. Ο Πέρσις ανυπομονούσε να παίξει τον ρόλο του, τον τωρινό του ρόλο, έστω κι αν αυτός ήταν κομπάρσου, αφού ήξερε καλά ότι τα πρωταγωνιστιλίκια ανήκουν στο παρελθόν. Ρωτούσε συνεχώς στα παρασκήνια: «Πότε βγαίνω; Πότε βγαίνω;», μα όλο του έλεγαν να περιμένει. Περίμενε λοιπόν κι αυτός, περίμενε αφού άλλη επιλογή δεν είχε, περίμενε να του πουν το «Βγαίνεις». Μόλις άκουγε την πολυπόθητη λέξη θα σήμαινε ότι επιτέλους έβρεχε, κι αυτός πιστός στον γραμμένο ρόλο, χωρίς αυτοσχεδιασμό κανένα, θα έβγαινε στη βροχή, θα έβγαινε να γίνει μούσκεμα, αφού δεν θα κρατούσε ανοιχτή ομπρέλα, αλλά μια ανοιχτή βαλίτσα, μια βαλίτσα με τα έργα του, τα περσινά του έργα, αφού όλα πάνω του ήταν περσινά, από το όνομά του ως τον τρόπο που εισέπρατταν το όνομά του κι όσα εκείνο έλεγε, μια που τελικά δεν είχαν σημασία όσα έλεγε, αλλά το ότι τα έλεγε πέρσι, πέρσι που ήταν μια εποχή διατεθειμένη να τον ακούσει, αλλά οι εποχές περνούν, περίπου σαν την μαγεία των λέξεων, αφού η μαγεία έχει ημερομηνία λήξης, λήγοντας πρώτα απ' όλα μέσα σου, και δεν σε παραμυθιάζει πια όπως πέρσι, αφού ναι μεν όλα τα παραμύθια ξεκινούν με το «μια φορά κι ένα καιρό», μερικά όμως με «το μια φορά κι ένα καιρό» τελειώνουν κιόλας.
Τέτοια σκεφτόταν περιμένοντας να βρέξει, μα δεν έβρεχε. Ο ουρανός τού αρνιόταν ακόμη κι αυτόν τον τελευταίο του ασήμαντο ρόλο. Έτσι, χωρίς νερό απ' έξω, αποφάσισε να μην μείνει άνυδρος. Δηλαδή δεν το αποφάσισε ακριβώς, αλλά αποφασίστηκε σαν από μόνο του, σαν από μέσα του, και μια βροχή εντελώς προσωπική άρχισε να πέφτει πάνω του και μόνο πάνω του, ακολουθώντας τον όπου πήγαινε, κι αυτό ήταν ένα θέαμα που ο κόσμος έπρεπε να δει, βγήκε λοιπόν χωρίς να τον φωνάξουν, βγήκε με την ανοιχτή του βαλίτσα και με την ατομική του βροχή, βγήκε κι άρχισε να τραγουδά, μετατρέποντας την μελαγχολική μπαλάντα σε γιορτινό αρχέτυπο και η μετατροπή αυτή τον έκανε να ξεχάσει για λίγο τις φορές και τους καιρούς, τα πέρσι και τα φέτος, τα τώρα και τα αύριο και να επικεντρωθεί στην ήδη λίγο πιο βαριά -ίσως απ' το νερό, ίσως όχι μόνο- ανοιχτή του βαλίτσα.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 13, 2008

Η 18η αυτοκτονία

ΒΟΗΘΕΙΑ!!!!
Θέλω να βάλω τέρμα στη ζωή μου.
Δεν έχει πια νόημα να ζω.
Αν ξέρει κανείς κάποιο φάρμακο που θα με βοηθήσει
να φύγω όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα,
παρακαλώ ας μου το πει.
1, 2, 3.
(Και κάπως έτσι δίνεται μια πρώτης τάξεως ευκαιρία στο Τμήμα Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος να εντοπίσει τα στοιχεία μου και να με προλάβει εγκαίρως, ώστε να αυξήσει από 17 σε 18 τον αριθμό των αυτοκτονιών που έχει αποτρέψει.
Κι επειδή -παρά τα φαινόμενα- δεν θέλω να το παίξω εξυπνάκιας, μπράβο στο Τμήμα Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, ακόμη κι αν ο ζήλος του είναι υπερβάλλων, ακόμη κι αν υπερβαίνει τα εσκαμμένα, ακόμη κι αν κινείται σε γκρίζες νομικά ζώνες: στις ελληνικές δημόσιες υπηρεσίες το πρόβλημα δεν είναι ο υπερβάλλων ζήλος, αλλά η γενικευμένη έλλειψη ζήλου, το πρόβλημά δεν είναι το να κινείσαι άτυπα, αλλά, αντίθετα, η τυπολατρία και η ευθυνοφοβία.
Εκείνο που αναρωτιέμαι, όμως, είναι αν υπάρχει κάποιο φίλτρο στο ποιά γνωστοποίηση πρόθεσης αυτοκτονίας είναι σοβαρή και ποιά όχι, ποιά είναι όντως επικίνδυνο να μετατραπεί σε πράξη και να μην παραμείνει μια σκέψη που σχεδόν όλοι οι άνθρωποι έχουν κάνει (ειδικά σε εφηβική ηλικία, ακόμη ειδικότερα για ερωτικές απογοητεύσεις).
Γράφω το ποστ επειδή, όπως άκουσα την είδηση στην τηλεόραση και όπως τη διαβάζω στα παραπάνω λινκ, δεν προκύπτει με ιδιαίτερη σιγουριά τέτοιο φίλτρο, αντίθετα προκύπτει μάλλον μια αμετροέπεια στη χρήση των όρων («αποτροπή αυτοκτονίας»), όπως και μια έλλειψη προβληματισμού για το αν παρόμοιες δράσεις συγκρούονται -και σε ποιό βαθμό- με τα όρια της ιδιωτικότητας. Γιατί αν δεν υπάρχει τέτοια σύγκρουση, τότε θα πρέπει μάλλον να ιδρυθεί και Τμήμα Ανάγνωσης Εφηβικών Ημερολογίων, ημερολογίων όπου πιθανολογείται ότι θα βρίθουν από προαναγγελίες όχι μόνο αυτοκτονιών, αλλά και δολοφονιών.
Τελικά καταλήγει εξυπνακίστικο το ποστ και καταγγελτικό. Ωστόσο δεν είναι η πρόθεσή μου να πω ότι δεν πρέπει να συνεχίσει να ενεργεί με παρόμοιο τρόπο το Τμήμα Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. Πρόθεσή μου είναι να πω ότι ίσως πρέπει να είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί στο πως αναμεταδίδουμε ως μέσα την είδηση ή ενδεχομένως και στο πως την μοιράζουμε στα μέσα, γιατί ακόμη κι αν πεις μπράβο για το ζήλο, δεν μπορείς παρά να αναρωτηθείς ταυτόχρονα για τις ευρύτερες συνέπειες αυτού του ζήλου, τόσο πρακτικά όσο και ιδεολογικά).

Τετάρτη, Νοεμβρίου 12, 2008

Σαν βγω απ' αυτήν την τράπεζα

Άκαρπη απέβη η συνάντηση του υπουργού Δικαιοσύνης με την συντονιστική επιτροπή της πρωτοβουλίας για τα δικαιώματα των κρατουμένων.











Οι κρατούμενοι δήλωσαν ότι θα συνεχίσουν την απεργία πείνας, όσο η κυβέρνηση εμμένει στην ανάλγητη απόφαση χορήγησης του πακέτου των 28 δις ευρώ για την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στα σοφρωνιστικά καταστήματα της χώρας. Kι η κυβέρνηση ωστόσο απ' την πλευρά της δεν φαίνεται διατεθειμένη να υποχωρήσει, όσο η απεργία παραμένει πείνας και δεν μετατρέπεται σε πρέζας. Αν τα πράγματα φτάσουν σε τόσο οριακό σημείο ώστε οι κρατούμενοι να σταματήσουν να παίρνουν και τη δόση τους, τότε η κυβέρνηση θα επανεξετάσει τη στάση της, η οποία ενδεχομένως να την οδηγήσει και στην τρίτη κατά σειρά επανεκατονπενηνταδυοποίηση προσωρινά εκατονπενηνταενοποιημένου βουλευτή της. Ως παντελώς ανακριβείς ελέγχονται, τέλος, οι φήμες κι οι διαδόσεις που συνδέουν τις δόσεις των κρατουμένων με τις δόσεις των δανειοληπτών, την τοξικομανία με τα τοξικά ομόλογα, καθώς και την εξάρτηση του αριθμού αυτοκτονιών στις φυλακές από τις διακυμάνσεις του Εuribor. Εκεί όπου ανοίγει ένα σχολείο κλείνει μια φυλακή, εκτός αν κοντά στο σχολείο ανοίξει και τράπεζα, οπότε η φυλακή παραμένει ανοικτή.

Τρίτη, Νοεμβρίου 11, 2008

Σώπα σαν

Σαν το παράπονο στη φράση «Change we need»
Σαν την ελπίδα στα γηρατειά του Κλιντ
Σαν το καμμένο το γήπεδο, σαν το αίμα της Λαυρίου
Ακούω τη ψυχή σου μέσα απ΄το σκοτάδι του Δικαστηρίου
---
Πάντα υπάρχει ένα τοπίο μυστικό, αντικριστά στο κήτος
Μα ο ψυχαναγκασμός με κράτησε στο δικό του το μήκος
---
Μου 'στειλαν μηνύματα οι βιαστικοί σου οι νάνοι
Με Πρώτο Θέμα τους τον Γιάννη Παπαγιάννη
Τρεις και μισή ξημερώματα, σαν συμπέρασμα που πήζει
Ο κόσμος επιλέγει αυτό που του αξίζει
---
Και στου αναστημένου το σφυγμό, στο φως του υπολογιστή σου
Κάτι που έμοιαζε με την ηχώ του αγριμιού στην ψυχή του λογιστή σου
---
Οι ρυθμοί μου σώπασαν και πια δεν βγάζουν ήχο
Όταν παύεις να διψάς δεν χτυπάς στον τοίχο
Μες της αυγής το μισόφωτο, νοσταλγία γραμμένης ύλης
Η σελίδα κατάλευκη, μα πού λαχτάρα να ανατείλεις;
---
Ένα παρανάλωμα φωτός η βρεφική σαγήνη
Σαν φωτογραφία ενός παιδιού που μου λέει: όλα έχουν πια γίνει
---
Θύρα επτά και θύρα κάτω από τις ερπύστριες
Όλα διαβήκαν απ' τις γλώσσες τις στραγγαλίστριες
Κι όμως εγώ σ’ αφουγκράστηκα σα λεξούλα ενός αγνώστου
Κι όχι σαν μέρος του λόγου μου και του δικού μου πόστου
---
Για να σ’ αγκαλιάσω με καημό και τόσο να σε νοιώσω
Όσο ήταν τοπίο μυστικό τούτο κει, που ποθούσα ν' αποδώσω

Δευτέρα, Νοεμβρίου 10, 2008

To νησί

Ο μαύρος καπνός από τα καμμένα πανό απλώνεται πάνω από το ΟΑΚΑ και διακόπτει προσωρινά το παιχνίδι. Έχοντας δει πρόσφατα τον –απογοητευτικό- τέταρτο κύκλο του «Lost», τρομοκρατούμαι συνειδητοποιώντας ότι είναι φτυστός ο μαύρος καπνός του νησιού του Lost. Την ώρα λοιπόν που ο καπνός με καλύπτει είμαι προετοιμασμένος για τα χειρότερα. Ευτυχώς αυτά δεν συμβαίνουν και φεύγω από το γήπεδο σώος και αβλαβής, όπως σώοι και αβλαβείς φεύγουν και οι προπονητές των δύο ομάδων. Αφού δεν έχασαν.
Έχουν προλάβει και οι δυο τους να καταλάβουν ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι σαν το νησί του Lost: όσοι προσγειώνονται επάνω του καλούνται να εγκαταλείψουν τις βεβαιότητες που είχαν πριν συναντηθούν με την χλωρίδα και την πανίδα του. Εδώ όλα είναι διαφορετικά και το νησί υπαγορεύει τους δικούς του κανόνες. Εδώ σε βάζουν στο κλίμα οι ντόπιοι, σαν τον «Άλλο» Σάββα Θεοδωρίδη, αυτό το γεροντοπαλίκαρο με την ακατάβλητη γραφικότητα. Εδώ ο αθλητικός Τύπος θα σε κατεδαφίσει αν χάσεις προσπαθώντας να παίξεις ποδόσφαιρο διαφορετικό από αυτό που έχει συνηθίσει, θα σε κατεδαφίσει κι αν χάσεις παίζοντας το ποδόσφαιρο που ως χθες σου υποδείκνυε. Λογικό είναι λοιπόν, προπονητές οι οποίοι έχουν κάτσει τα τελευταία χρόνια σε πάγκους συλλόγων που έπαιξαν τελικούς τσάμπιονς λιγκ και ουέφα, να έχουν το νου τους κυρίως στην προστασία των οπισθοφυλάκων τους, γιατί αν δεν φυλάξουν με προσήλωση τα οπίσθιά τους, πάνε – φύγαν - έφυγαν.
Έξω από το νησί του Lost λένε ότι ποδόσφαιρο είναι το άθλημα όπου παίζουν έντεκα εναντίον έντεκα και στο τέλος κερδίζουν οι Γερμανοί.
Στο νησί του Lost ποδόσφαιρο είναι το άθλημα όπου παίζουν έντεκα εναντίον έντεκα, προκειμένου να γίνουν φάσεις τις οποίες στο τέλος θα κρίνει ο Βαρούχας.
(Κείμενο γραμμένο για το «Εxodos»)

Κυριακή, Νοεμβρίου 09, 2008

Η Στιγμή της Αλήθειας

Παραμονή Πρωτοχρονιάς 2002: το πανελλήνιο αλλάζει χρόνο με την τελική αναμέτρηση ανάμεσα σε Πρόδρομο και Τσάκα. Ήμουν με Πρόδρομο. Και με φρίκη σκέφτομαι τώρα -όπως με φρίκη το συνειδητοποιούσα κι εκείνη τη στιγμή που το ένοιωθα- ότι την ώρα που ανακοινωνόταν το αποτέλεσμα είχα τρελό καρδιοχτύπι, ένα καρδιοχτύπι σχεδόν –κι όσο κι αν πονάει η λέξη πρέπει να το παραδεχτώ- πρωτόγνωρο.
Την εποχή που προβαλλόταν το πρώτο «Big Brother» γράφτηκαν αναλύσεις επί αναλύσεων για τα ριάλιτι και τα ολέθρια τους επακόλουθα. Ωστόσο όσο ξαφνικά προσγειώθηκαν στην καθημερινότητά μας και απογειώθηκαν σε τηλεθέαση, άλλο τόσο ξαφνικά τα πήρε ο αέρας κι εξαφανίστηκαν. Πάει να πει ότι αφενός εκεί που οι ιδεολογικές και ηθικής φύσεως ενστάσεις αποδεικνύονται ανίσχυρες, η έλλειψη ενδιαφέροντος και η βαρεμάρα του κοινού αποδεικνύονται αποτελεσματικότατες και αφετέρου ότι πάρα πολλές φορές το μέλλον μπορεί να φαντάζει ζοφερό αλλά τελικά οι φόβοι διαψεύδονται και μπορεί π.χ. ο ψυχροπολεμικός κόσμος να μην καταστραφεί από ατομική βόμβα ή ο δικός μας να μην οδηγηθεί σε οικολογικό αρμαγεδδώνα.
Μαζί με τον θάνατο της πρώτης γενιάς ριαλιτοπαιχνιδιών, νεκρή φαντάζει σήμερα και η προβληματική γύρω από αυτά ή και γύρω από τις επόμενες, πιο ακραίες, γενιές τους. Ωστόσο, επειδή δεν πρόλαβα τότε να προβληματιστώ εγγράφως και επειδή ανακαλύπτουμε τις αληθινές μας σκέψεις για κάτι μόνο όταν αρχίζουμε να γράφουμε για αυτό, θα αραδιάσω μερικές ακόμη λέξεις για να μη χάσει η Βενετιά βελόνι, η Βενέτσια από τη Βερόνα και ο Βενετίδης τον εξτρέμ που θα μαρκάρει σήμερα.
Στο «Big Brother» οι παίκτες ήταν διάφανοι 24 ώρες το 24ώρο, ωστόσο μέσα στην απόλυτη παρακολούθηση και στην απόλυτη έλλειψη ιδιωτικότητας, υπήρχε ένας χώρος που παρέμενε ολότελα δικός τους, ένας χώρος που η τηλεόραση δεν μπορούσε να διεισδύσει: το μυαλό τους.
Μέσα στο μυαλό μας δεν μπορεί να μπει κανείς, μέσα στο μυαλό μας αναπνέουμε ελεύθεροι. Μπορούμε να είμαστε παγιδευμένοι σ' ένα κελί, σε μια δουλειά, στο στρατό, σε κάθε φύσης σχέσεις, αλλά οι σκέψεις μας είναι αποκλειστικά δικές μας. Ο νους μας είναι απροσπέλαστος. Σε ρωτούν «Τι σκέφτεσαι;» ακριβώς γιατί δεν μπορούν να ξέρουν. Μπορούν να σου μιλούν και να χαζεύεις, μπορείς να κάνεις πως παρακολουθείς και να ταξιδεύεις. Έχεις έναν χώρο στην αποκλειστική σου δικαιοδοσία, ένα δωμάτιο κλειδωμένο για όλους τους υπόλοιπους. Στο δωμάτιο αυτό μπαίνει η « Στιγμή της Αλήθειας» και τα κλειδιά τα δίνουν εκούσια οι παίκτες.
Ο αντίλογος είναι ότι για ένα κομμάτι ψωμί πρέπει να αντέξεις πολλά και δεν φτάνει μόνο η δουλειά: πρόκειται για σοφία ζωής επικυρωμένη όχι από έναν αλλά από δύο αδελφούς Κατσιμίχα. Δεν μπορεί λοιπόν να παραγνωρίσει κανείς ότι για να βγάλεις 10 ή 20 χιλιάδες ευρώ ίσως χρειαστεί να κάνεις άλλου τύπου εκπτώσεις, καθημερινές και μακροχρόνιες, νομιμοποιημένες και κοινωνικά αποδεκτές. Στο «Do the Right Thing» του Σπάικ Λι, όταν ο υπάλληλος λέει στο αφεντικό του να του φέρεται καλά αφού ζουν σε ελεύθερη χώρα, παίρνει την -πληρωμένη- απάντηση: «Τι σχέση έχει η ελευθερία; Εδώ είναι η δουλειά σου».
«Έχεις κάνει πάνω από δέκα φορές one night stand;». Η απάντηση είναι ναι και είναι αλήθεια. Απέναντι στην παίκτρια κάθεται ο φίλος της, η αδελφή του φίλου και η αδελφή της παίκτριας. H αδελφή του φίλου ρωτάει ψιθυριστά την αδελφή της παίκτριας αν το ήξερε. Δεν της απαντά, έχοντας με χαρακτηριστικά παγερό τρόπο καρφωμένο το βλέμμα της εμπρός. «Εμ, πώς να μην το ήξερες, αφού ίδιες είστε», ακούγεται ο νέος ψίθυρος.
Νιώθεις ότι βγαίνοντας από την εκπομπή θα επιστρέψουν στα «Σπιρτόκουτά» τους, με την «Ψυχή στο Στόμα» τους. Η παίκτρια θα φύγει πλουσιότερη κατά λίγες χιλιάδες ευρώ, το κανάλι θα γίνει πλουσιότερο κατά πάρα πολλές χιλιάδες ευρώ. Η παίκτρια κάτι διακύβευσε και κάτι έχασε, είχε μέσα της αλήθειες κι ενοχές. Αν έβαζες τα τηλεοπτικά κανάλια στην καρέκλα της δεν θα μπορούσες να τους εκμαιεύσεις οτιδήποτε αντίστοιχο. Η στιγμή της δικής τους αλήθειας δεν θα ενδιέφερε κανέναν, γιατί δεν έχουν μυστικά να εκπορνεύσουν, όντας παντελώς διάφανα στο μηχανιστικό τους νταβατζιλίκι.
(Κείμενο γραμμένο για το «SMS» της «SportDay»)

Παρασκευή, Νοεμβρίου 07, 2008

Αδόλφος Αβραμόπουλος

Πέμπτη, Νοεμβρίου 06, 2008

Δύο

Την ώρα που στα αθηναϊκά σινεμά παίζονται τα «Γόμορρα», οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η ναπολιτάνικη Μαφία έχει εκδώσει συμβόλαιο θανάτου, με στόχο να έχει δολοφονηθεί ως τα Χριστούγεννα ο Ρομπέρτο Σαβιάνο, ο συγγραφέας του ομώνυμου βιβλίου.
Εδώ και δυο χρόνια που έγραψε τα «Γόμορρα», ο Σαβιάνο -που δεν έχει κλείσει ακόμη τα τριάντα του- ζει με μόνιμη αστυνομική προστασία. Πριν λίγες ημέρες δήλωσε ότι σκοπεύει να φύγει για ένα διάστημα από την Ιταλία, για να μπορέσει όχι μόνο να επιζήσει, αλλά να ζήσει και ως άνθρωπος.
Κατά παράδοξο τρόπο υπάρχει κάτι το παρήγορο σε αυτήν την κατά τ΄ άλλα εντελώς δυσοίωνη είδηση: ο λόγος -ιδιαίτερα ο λόγος που σπάει τις πάσης λογής ομερτά- έχει ακόμη δύναμη, οι λέξεις μπορούν ακόμη να καρφώνονται σαν πρόκες.
Στα καθ΄ ημάς Γόμορρα –αν και ευτυχώς Νάπολι δεν έχουμε ακόμα γίνει- τον τόνο δεν δίνει κανείς Σαβιάνο, αλλά μια εντός πάμπολλων εισαγωγικών αποκαλυπτική δημοσιογραφία. Ένα δημοσιογραφικό-πολιτικό-επιχειρηματικό οικοσύστημα παίζει νυχθημερόν το εξουσιαστικό του παιχνίδι, στο οποίο καταλυτική σημασία έχει η ανεύρεση αληθινών, αληθοφανών ή και εντελώς ψεύτικων σκελετών στην ντουλάπα του άλφα πολιτικού, του βήτα επιχειρηματία, του γάμα ανταγωνιστή δημοσιογράφου: οι κυνηγοί του κρυμμένου σκελετού.
Ωστόσο είναι ακριβώς σε εποχές γενικευμένου κυνισμού που αποκτά εξ αντιδιαστολής μεγαλύτερη σημασία η ατομική στάση, το ατομικό παράδειγμα, το να μην υποχωρεί και συμβιβάζεται ο καθένας στο μικρό κομμάτι που του αναλογεί: έτσι δυο δημοσιογράφοι έψαξαν και αποκάλυψαν στοιχεία για το σκάνδαλο της Siemens, δυο αστυνομικοί κατέθεσαν στο δικαστήριο και καταδικάστηκε πρωτοδίκως ο πρωθυπουργικός σύμβουλος Γιάννης Κεφαλογιάννης, δυο εισαγγελείς με την παραίτησή τους έφεραν το σκάνδαλο του Βατοπεδίου στη Βουλή.
(Κείμενο γραμμένο για το «Exodos»)

Τετάρτη, Νοεμβρίου 05, 2008

Αφέλεια

Aφέλεια δεν είναι να είσαι ευχαριστημένος που κέρδισε ο Ομπάμα, αφέλεια δεν είναι να νιώθεις ότι κάτι πολύ θετικό συνέβη στην Αμερική, αφέλεια δεν είναι να συμμερίζεσαι το πνεύμα ανάτασης και αισιοδοξίας που επικρατεί παγκόσμια.
Αφέλεια είναι να επισημαίνεις γραπτά ή προφορικά πληροφορίες ήδη γνωστές.
Την πληροφορία ότι ο Ομπάμα εξελέγη πρόεδρος των ΗΠΑ με ένα από τα δύο κόμματα του αμερικάνικου πολιτικού κατεστημένου την έχουμε και εμείς.
Την πληροφορία ότι δεν εξελέγη με κάποιο δικό του κίνημα, ότι έπαιξε με τους όρους του παιχνιδιού και ότι χρηματοδοτήθηκε από ένα σημείο κι ύστερα από τους ίδιους που χρηματοδότησαν τον Μακέιν την έχουμε και εμείς.
Ακόμη περισσότερο, την πρόβλεψη ότι καθόλου δεν αποκλείεται κάποια στιγμή στο μέλλον να βομβαρδίσει κι αυτός μια καινούρια χώρα και να ξεκινήσει έναν δικό του πόλεμο, ναι, μπορούμε να την κάνουμε κι εμείς.
Αφέλεια είναι να ισοπεδώνεις αυτό που έγινε και τις προσδοκίες που γεννά, κρίνοντας τα πράγματα απ' έξω, κρίνοντας το πακέτο «ΗΠΑ» ως σύνολο και μην κρίνοντας τι είναι προτιμότερο να συμβεί εντός του πακέτου αυτού.
Αφέλεια είναι να κρίνεις τις εξελίξεις στην βάση του ρόλου που θα επιθυμούσες εσύ να έχουν οι ΗΠΑ, αντί να τις κρίνεις στην βάση του δεδομένου τους ρόλου.
Αφέλεια είναι η υπενθύμιση των ακραίων ορίων των ΗΠΑ ως αρχή και τέλος της κουβέντας.
Αφέλεια είναι να μην προτιμάς την κίνηση προς το ένα άκρο από την κίνηση προς το άλλο, όσο πολύ κι αν απέχουν σε ορισμένους τομείς κι όσο ελάχιστα σε άλλους.
Αφέλεια, τέλος, είναι να μην βλέπεις ότι ακόμη κι αν ο Ομπάμα ξεκινήσει σε μερικά χρόνια παγκόσμιο πόλεμο, δεν είναι σήμερα και με βάση τα ως τώρα δεδομένα αφελής η ικανοποίηση για την εκλογή του.

Τρίτη, Νοεμβρίου 04, 2008

Election Day

Your movies are our movies.
Your TV series are our TV series.
Your songs are our songs.
Your google is our google.
Your blogspot.com is our blogspot home.
Your windows are our windows.
Your culture is our culture.
Your stock market crash is our stock market crash.
Your «it's ok that government rescues free market»
is our «it's ok that government rescues free market».
Your way of thinking is our way of thinking.
Your world is our world.
Your elections are our elections.
Why don't you let us vote?

Κάτι που γίνεται

Μια φορά κι ένα καιρό ήταν οι Τράπεζες.
Και όσο τα χρόνια περνούσαν έπαψαν να είναι απλά Τράπεζες και μετατράπηκαν σε Ταμπού.
Αυτό κάθε άλλο παρά σήμαινε ότι δεν γινόταν κριτική σε επιμέρους ενέργειές τους.
Σήμαινε όμως ότι και όσοι ασκούσαν την κριτική και όσοι την άκουγαν, γνώριζαν ότι βάλλεται μια Ανώτερη Δύναμη.
Η δε πηγή αυτής της Δύναμης λεγόταν Αυτονόητο: το μυαλό μας δεν μπορούσε πια να σκεφτεί από μόνο του - μερικά πράγματα νοούνταν από μόνα τους - ήταν δοσμένα από έξω - έτσι ήταν και αλλιώς δεν μπορούσε να ήταν - ήταν Δόγματα.
Και κριτικάροντας το Δόγμα ήσουν εκ των προτέρων ακυρωμένος ως γραφικός.
Στην απίθανη δε περίπτωση που η κριτική σου γινόταν επικίνδυνη, ακυρωνόταν τότε ως Ύβρις.
Όταν λοιπόν οι Τράπεζες τα βρήκαν σκούρα, το Κράτος είπε εδώ είμαι, μην έχετε έγνοια καμιά.
Γράφτηκαν τότε και ειπώθηκαν διάφορα κατά βάθος, πλάτος και ύψος χλιαρά.
Γιατί -όπως και να το κάνουμε- ήταν δυνατόν να μη στηριχθεί ο πυλώνας της οικονομίας μας, η ραχοκοκαλιά του συστήματός μας;
Καλή λοιπόν η κριτική, αλλά για την τιμή των όπλων.
Το Κράτος μας άλλωστε δεν είχε άλλη επιλογή: όλα τα Κράτη το ίδιο έκαναν.
Μέχρι που βγήκε ένας Αρχιερέας από την κάστα των Ελέω Αυτονόητου Ιερέων, μέχρι που βγήκε ένας Τραπεζίτης, κι άρχισε να λέει λόγια που ως τότε έλεγαν άλλοι.
Οπότε τώρα, αφού τα λέει αυτός, παίζει το ενδεχόμενο να μπούμε όλοι σε μια διαδικασία επώδυνη, παίζει το ενδεχόμενο να χρειαστεί να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε ξανά, να θυμώνουμε ξανά, να αποφασίζουμε ξανά, να απαιτούμε ουσιαστικές αλλαγές ξανά.
Γιατί αν τα λόγια του Αλέκου και της Αλέκας είναι a priori απαξιωμένα, τα λόγια ενός Τραπεζίτη δεν έχουν απλώς κύρος, αλλά -πολύ περισσότερο- όταν ένας Τραπεζίτης λέει ότι μπορούμε να αγοράσουμε μερικά τανκ λιγότερα ή να ανασταλούν οι πληρωμές μερικών δανείων, τότε είναι κάτι που γίνεται.
Αν στην Αριστερά είχε παραχωρηθεί για να παίζει ο χώρος της Ουτοπίας, τα λόγια του Τραπεζίτη μας επαναφέρουν στον χώρο του Εφικτού.
Εξ ορισμού.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 03, 2008

Σύντομο Κουίζ Αθλητικής Κυριακής

To όνομά μου είναι Βεκρής ... Τζώνυ Βεκρής.
1) Ο Τζώνυ Βεκρής είναι:
α) Ονοματεπώνυμο ήρωα από σίριαλ του Φώσκολου
β) Οφαλμίατρος που παρέστησε τον αντιπρόεδρο της ΠΑΕ ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ
γ) Όντως αντιπρόεδρος της ΠΑΕ ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ
2) Ο Νίκος Οικονομόπουλος:
α) Κατάφερε να καταντήσει αφόρητα βαρετή την περιγραφή των φάσεων ενός παιχνιδιού που για το τέλος του μπορείς να γράψεις ψυχόδραμα
β) Για σπάσιμο στον ενδυματολογικό νατουραλισμό των «Γομόρρων» είχε ντυθεί Σόνυ Κορλεόνε
γ) Το έχει
3) Η Άννα Καραμανλή:
α) Μεταδίδοντας τα αποτελέσματα του βόλει προσέθετε στο τέλος κάθε αγώνα -για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις- το διευκρινιστικό «σετ» (π.χ. Ηρακλής - ΕΑ ΠΑΤΡΩΝ 3-1 σετ, ΠΑΟ- Μίλωνας 3-0 σετ κ.ο.κ.)
β) Παρέλειψε όμως ασύγγνωστα να κάνει το αντίστοιχο στην μετάδοση των αποτελεσμάτων του ποδοσφαίρου (ενώ θα όφειλε να πει ότι τα ματς ήρθαν ΑΕΚ - Αστέρας Τρίπολης 2-1 γκολ, Ηρακλής - ΠΑΟΚ 1-1 γκολ κ.ο.κ.)
γ) Λάθος που επανέλαβε και στο μπάσκετ (μην εξηγώντας ότι τα ματς ήρθαν Αιγάλεω - Ολύμπια 72-81 πόντοι, Πανελλήνιος - Καβάλα 74 - 61 πόντοι κ.ο.κ)
4) Ο Πουρουπουπού την έκανε κατά την 01:00 επειδή:
α) Πετούσε το πρωϊ για την Βρέμη και είχε ξεχάσει να φτιάξει βαλίτσες
β) Πετούσε το πρωϊ για την Βρέμη και θα πήγαινε με το πόδι στο αεροδρόμιο γιατί οι καιροί είναι χαλεποί
γ) Το προέβλεπαν τα στατιστικά του Κώστα Γαλάνη
5) Ο Ντέμης παραιτήθηκε απεγνωσμένος από την μενταλιτέ των Αεκτζήδων:
α) Επειδή ένας φίλαθλος στα VIP έκλασε στις καθυστερήσεις
β) Επειδή δεν τις πέταξε έξω όλο το γήπεδο στην ισοφάριση του Μαϊστόροβιτς συμμεριζόμενο την τρελή χαρά του Σουηδού σκόρερ
γ) Για να κλείσει με πιασάρικο τρόπο την τηλεφωνική του παρέμβαση ο Τζώνυς ο Βεκρής.

Κυριακή, Νοεμβρίου 02, 2008

Το ποστ του Μητσάρα

Μεγάλη φωτογραφία, μεγάλο χαρτόνι, μεγάλο κοκτέιλ συνθημάτων, μεγάλη ευφορία.
Το μέσο, το μήνυμα κι ο αποδομιστής Μητσάρας.
Ο Μητσάρας δεν τρολάρει,
ο Μητσάρας ποστάρει,
ο Μητσάρας φτάνει με την αυθεντικότητα της λόξας του
εκεί που κανένα τρολ δεν μπορεί,
γιατί λόξα και επιτήδευση είναι ντεμέκ συνδυασμός,
ενώ το να ωρύεσαι προ εικοσαετίας στο Ελ Πάσο
«Ποιός σκότωσε τη Τζένη Γκάλη;»
είναι τρέλα πεντακάθαρη,
τρέλα που δεν έχει ανάγκη καμία μα καμία κάμερα,
την ώρα που το τρολ ζει και αναπνέει για να το διαβάσουν
στα μπλογκ που προσπαθεί να ματαιώσει,
και είναι ακριβώς αυτή η αδιαφορία για τις κάμερες
που νομιμοποίησε τον Μητσάρα
να κολλάει τις τελευταίες δεκαετίες πίσω από συνεντευξιαζόμενους
σαν σαλός προφήτης,
αποκαλύπτοντάς μας έργω τι σημαίνει
φακός, τηλεόραση και ψώνισμα.
Κόκκινη κάρτα στους τραπεζικούς και στις εξαρτήσεις.