Πέμπτη, Ιουνίου 30, 2011

Kαλώς ήρθατε στη Μεσοπρόθεσμη Ελλάδα

29.6.2011: μέσα στη Βουλή ψηφίζεται το Μεσοπρόθεσμο κι έξω από αυτή σου απαγορεύεται να αναπνεύσεις. Πώς να αποκαλέσεις ένα πολίτευμα που σου απαγορεύει να αναπνεύσεις; Πώς να αποκαλέσεις ένα πολίτευμα με τέτοιου είδους επιβολή της τάξης (και της αταξίας), του νόμου (και της παρανομίας), της προστασίας του πολίτη (και του ανοίγματος του κεφαλιού του); Αν το «Χούντα» το βρίσκεις ακόμη και τώρα υπερβολικό (άλλωστε προ μηνών κι εγώ αυτό υποστήριζα), να συμφωνήσω μαζί σου. Συμφώνησε όμως κι εσύ μαζί μου, πως πια και το «Δημοκρατία» ηχεί υπερβολικό. Βρισκόμαστε μάλλον κάπου ανάμεσά τους, σε ένα πολίτευμα κρυμμένο μέσα στο χημικό σύννεφο που καλύπτει το Κοινοβούλιό του, το οποίο άλλωστε έχει μετατραπεί από πέρσι σε επικυρωτή απαιτήσεων δανειστών.



Επίσης: 1, 2, 3, 4 και γενικότερα στο Buzz για άμεση ροή.

Τρίτη, Ιουνίου 28, 2011

Plan B or no Plan B? There is no question.

Δεν μπορούσε να τα βγάλει πια πέρα. Παρηγορήθηκε με τη σκέψη πως η δική του χρεοκοπία, οικονομική καταστροφή, πτώχευση, αδυναμία να τα βγάλει πια πέρα (όπως θες το λες) δεν συνιστούσε πιστωτικό γεγονός. Στα μάτια των αγορών ήταν αόρατος. Μόνο η χώρα του ήταν ορατή. Και παρηγορήθηκε διπλά με τη σκέψη πως μπορεί μετά το μνημόνιο και σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας του εκείνος να χρεοκόπησε, καταστράφηκε οικονομικά, πτώχευσε, αδυνατούσε να τα βγάλει πια πέρα (όπως θες το λες), αλλά τουλάχιστον μετά το μνημόνιο δεν είχε χρεοκοπήσει, καταστραφεί οικονομικά, πτωχεύσει, αδυνατήσει να τα βγάλει πια πέρα (όπως θες το λες) η χώρα του. Η χώρα του πέρσι σώθηκε, οπότε αν μη τι άλλο η δική του μη σωτηρία ήταν μια θυσία που άξιζε τον κόπο να γίνει για το γενικότερο καλό. Και τις ίδιες πάνω κάτω σκέψεις έκαναν πολλοί άλλοι που βρέθηκαν στην ίδια ακριβώς θέση με εκείνον. Δεν θα ήθελαν καν να σκεφτούν τι θα είχε συμβεί αν δεν είχε μπει η χώρα στο μνημόνιο. Δηλαδή για εκείνους πιθανότατα να μην είχε συμβεί τίποτα χειρότερο, αφού το χειρότερο τους βρήκε. Αλλά η χώρα το είχε αποφύγει το εφιαλτικό σενάριο. Και το γενικότερο καλό είχε υπηρετηθεί.

Τώρα η χώρα πρέπει να σωθεί ξανά. Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας, κάποιοι από αυτούς που δεν καταστράφηκαν αλλά απλά κλονίστηκαν από το μνημόνιο, τώρα θα χρειαστεί να καταστραφούν από το μεσοπρόθεσμο. Γιατί αν δεν ψηφιστεί το μεσοπρόθεσμο δεν θέλουμε καν να σκεφτούμε τι θα συμβεί στη χώρα. Για τους ίδιους πιθανότατα να μην συμβεί τίποτα χειρότερο, από το χειρότερο που θα τους βρει τους επόμενους μήνες. Αλλά η χώρα πρέπει να αποφύγει το εφιαλτικό σενάριο. Και το γενικότερο καλό πρέπει να υπηρετηθεί.

Ενδεχομένως μετά το μνημόνιο και το μεσοπρόθεσμο η χώρα να χρειαστεί να σωθεί ξανά και στο κοντινό μέλλον. Ενδεχομένως τότε να χρειαστεί να υποκύψουν και κάποιοι από εκείνους που θα διασωθούν ακόμη και από το μεσοπρόθεσμο. Αλλά το δίλημμα θα είναι πάλι το ίδιο. Και η χώρα πρέπει να συνεχίσει να διασώζεται και το γενικότερο καλό πρέπει να συνεχίσει να υπηρετείται. Όσο για εκείνους που σταδιακά στην πορεία δεν θα αντέχουν και θα καταστρέφονται, θα ξέρουν ότι τουλάχιστον δεν καταστράφηκαν τον Μάιο του 2010 ή τον Ιούνιο του 2011. Θα ξέρουν ότι επικράτησε η σύνεση και η ωριμότητα και πως δεν αφεθήκαμε στην αυτοκαταστροφή.

Κι αν στην πορεία πουληθεί ό,τι είναι να πουληθεί από περιουσιακό στοιχείο, αποδομηθεί ό,τι είναι να αποδομηθεί ακόμη από αυτό το άθλιο κρατικίστικο και συντεχνιακό μεταπολιτευτικό οικοδόμημα, υποτιμηθεί ό,τι άλλο είναι να υποτιμηθεί και καεί ό,τι άλλο λίπος είναι να καεί, και έρθει η ώρα να δουν πως το χρέος που το παρέλαβαν οι διεθνείς οικονομικοί σόφοι Χ, τώρα το παραδίδουν Χ επί 2, άρα πως πια δεν την παλεύουμε με τίποτα, και έρθει η ώρα για γεγονότα πιστωτικά και απίστωτα, για κουρέματα και ξυρίσματα, για αλλαγή νομίσματος ή νομιμότητας,

αν μη τι άλλο θα ξέρει και η πολιτική μας ηγεσία και εμείς σαν υπεύθυνοι πολίτες, πως αγοράσαμε όσο περισσότερο χρόνο μπορούσαμε, πως σώσαμε τη χώρα όχι μία, αλλά δύο και τρεις φορές, πως τουλάχιστον αγωνιστήκαμε τον τίμιο αγώνα για το γενικότερο καλό.

ΟΧΙ ΣΤΟ ΕΝΣΤΙΚΤΟ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ

ΝΑΙ ΣΤΟ ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΟ

ΟΧΙ ΣΤΟ ΧΑΟΣ

ΝΑΙ ΣΤΟΝ ΕΦΑΡΜΟΣΤΙΚΟ

ΟΧΙ ΣΤΑ ΤΑΝΚΣ

ΝΑΙ ΣΤΑ ΔΑΚΡΥΓΟΝΑ

ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΛΑΪΚΙΣΜΟ

ΝΑΙ ΣΤΟ ΣΙΓΟΥΡΟ ΧΕΡΙ ΤΗΣ ΕΞΟΔΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ

Δευτέρα, Ιουνίου 27, 2011

Tanks for Banks

Στην δική μας παραλλαγή, μπροστά στα τανκς θα σταθεί ο Λουκάνικος, που πολλά έχουν δει τα μάτια του και ακόμη περισσότερα δακρυγόνα έχουν μπει στα πνευμόνια του όλα αυτά τα χρόνια, αλλά τανκς σε επιχειρησιακή δράση δεν είχε αξιωθεί να δει, καθώς πρόκειται για αμιγώς μεταπολιτευτικό σκυλί. Το παροιμιώδες θάρρος του greek riot dog, που θα γαβγίζει εκστασιασμένο τα τεθωρακισμένα, θα αφυπνίσει τους πανικόβλητους καταθέτες, οι οποίοι θα πετάξουν τα νουμεράκια τους στον αέρα, συνειδητοποιώντας μια και καλή πως όσοι πρόλαβαν να βγάλουν τα λεφτά τους έξω πρόλαβαν, και απελευθερωμένοι πλέον τελείως και από την τελευταία ρανίδα καπιταλιστικού ονείρου θα καβαλήσουν επαναστατημένοι τα τανκς.Η 3η και τελευταία Ελληνική Δημοκρατία (1η 1981-89, 2η 1993-2004, 3η 2009-2011) θα καταρρεύσει μέσα στην οχλαγωγία, τη λαοκρατία, τη δραχμοκρατία και τη Νέα Δημοκρατία. Ο Αντώνης Σαμαράς, άλλωστε, είναι ο καταλληλότερος να διαχειριστεί την επόμενη μέρα της χρεοκοπίας. Να παρουσιάσει την Ελλάδα της Νέας Δραχμής, την Ελλάδα της πτώχευσης δηλαδή, της καταστροφής, της ήττας της κοινωνίας, αμπαλαρισμένη με πατριωτικές κορόνες και εθνικοπατριωτικούς πύρινους λόγους κατά των ξένων κατακτητών, ως περήφανη επιλογή, νίκη του λαού, απάντηση στα αιτήματα της πλατείας. Για να το πετύχει αυτό θα χρησιμοποιήσει τα παλιά δεξιά τανκς του διλήμματος του 1974. Η μάχη με τα ευρωκεντρικά και προοδευτικά τανκς του διλήμματος του 2011 θα είναι σφοδρή. Περισσότερο έμπειρα και εκ ιδεολογικής φύσεως περισσότερο ανάλγητα, τα δεξιά τανκς θα επικρατήσουν. Επαναφέροντας μας άμεσα στη δραχμή ο Σαμαράς κατορθώνει να μας απαλλάξει άμεσα από το πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης. Τα γκέτο των Αθηνών αδειάζουν από μόνα τους, καθώς εκατοντάδες χιλιάδες παράνομοι μετανάστες φεύγουν με κάθε μέσο από την πόλη, τη χώρα, το οπτικό μας πεδίο. Τα νέα όμως δεν είναι μόνο ευχάριστα, αφού την ίδια ώρα σκηνές φρίκης εξελίσσονται με θύματα συνεργάτες του παλαιού καθεστώτος. Ο Απόστολος Δοξιάδης σύρεται από πλήθος μουστακαλήδων με αμερικάνικα μπλουζάκια και μουσάτων με σορτς, οι οποίοι τον τοποθετούν απέναντι στη Βουλή, καλώντας τον να την μουτζώσει. Ο Απόστολος με τις παλάμες του πεισματικά κλειστές, στερνή φορά κι ανώφελα ξορκίζει τον τυφώνα που μας τραβάει για τη στεριά με τους ναυαγιστές. Οι αντιαισθητικοί ναυαγιστές του τραβούν ένα ένα τα δάκτυλα. Σφαδάζει. Το μαρτύριό του μπορεί να συγκριθεί μόνο με αυτό του μωρού στην ταινία της Φρίντας Λιάππα. Η παλάμη ανοίγει, η επάρατη μούτζα σχηματίζεται. Το κακό έχει γίνει και δεν μπορεί να παρθεί πίσω. Τον αφήνουν πεσμένο στην άσφαλτο και παντελώς ταπεινωμένο. Ο Λουκάνικος τον γαβγίζει νομίζοντας πως πρόκειται για παιχνίδι και αγνοώντας την τραγικότητα της στιγμής. Λίγο πιο κάτω τα ζαχαροπλαστεία απλώνουν τις καρέκλες τους να χαρεί ο κόσμος την καλοκαιρινή βραδιά. Όσοι έβγαλαν τα ευρώ τους εγκαίρως στις ξένες τράπεζες θα μπορούν εφεξής να χαίρονται διπλά τις καλοκαιρινές, φθινοπωρινές, χειμερινές και ανοιξιάτικες βραδιές. Στους υπόλοιπους δεν φταίει κανένας. Αν είχαν λεφτά ας πρόσεχαν, βγάζοντάς τα έξω. Αλλά αυτά πάνε μάλλον μαζί. Για να είχες τόσα, πάει να πει ότι ήσουν φτιαγμένος από την πάστα που ξέρει και να τα βγάζει εγκαίρως, ώστε να αγοράζει στη συνέχεια τις πάστες και τα ζαχαροπλαστεία στη μισή τιμή. Γαβ.

Παρασκευή, Ιουνίου 24, 2011

Εντάξει, αγορίνα μου (UPDATED)

Την 20.6.2011 άτομο με τα αρχικά Γ.Α.Π, αγνώστων λοιπών στοιχείων, συνομιλεί με την Άγκελα Μέρκελ, καγκελάριο της Γερμανίας και αναφέρουν:


Γ: Κυρία Αγκέλα, καλημέρα, τι κάνετε;
Μ: Καλημέρα. Συγχαρητήρια αγόρι μου να πούμε για την ψήφο εμπιστοσύνης.
Γ.: Ευχαριστώ πάρα πολύ. Ναι, κυρία Αγκέλα, καλά, δεν έχω κοιμηθεί τα τελευταία βράδια. Μια η συναίνεση, μια ο ανασχηματισμός, μια η συζήτηση στη βουλή.
Μ.: Το ίδιο παθαίνουν κι οι άλλοι, οι δικοί μου, δεν μπορούν να κοιμηθούνε.
Γ. Τόσο πολύ, κύρια Αγκέλα;
Μ: Κι όσο περισσότερη δημοσιονομική πειθαρχία επιβάλλω, τόσο γίνεται. Κατ' αρχάς έλα να σου πω, εχθές κοιτάγανε, βλέπαμε τη συνεδρίαση με τον Βόλφανγκ και τον Μπαρόζο στο ξενοδοχείο το Sofitel. Ξέρεις τι είπαν όλοι; «Ο μόνος που αγορεύει με ψυχή και είναι έτοιμος να τους φάει όλους είναι ο Γιώργος», χωρίς να ξέρουνε τίποτε…. (γέλια).
Γ: Α, δεν ξέρουν, έχουν (ακατάληπτο)… (γέλια)
Μ: Ολοι οι άλλοι παίζανε σε δεύτερο βαθμό από εσένα να πούμε. Και από το ΠΑΣΟΚ και από τη Δεξιά. Δηλαδή, εσύ έπαιζες μία, μη σου πω δύο πιο δυνατά. Αφού κάποια στιγμή που βάρεσες αυτήν την κορώνα στο τελευταίο δίλεπτο της ομιλίας για τη σωτηρία της πατρίδας, σηκωθήκανε οι βενιζελικοί και χοροπηδάγανε, τους έδειχνε η τηλεόραση.
Γ.: Ηρθαν και οι βλάκες από κάτω, ήρθαν να μου μιλήσουνε, αλλά εγώ έκανα τον μ…, έφυγα. Κύρια Αγκέλα, μόνο ότι τελείωσε το φάρμακο να ξέρετε! Δεν θα έχω πάλι να πληρώσω μισθούς και συντάξεις.
Μ: Εντάξει, αγορίνα μου, θα σου φέρω εγώ. Πότε θέλεις εσύ άλλο;
Γ: Ε, τώρα θέλω την πέμπτη δόση.
Μ: Πότε θέλεις αγόρι μου;
Γ.: Αρχές Ιουλίου.
Μ: Ε καλά ρε παιδάκι μου, έχεις τρελαθεί; Θα σου έχω ετοιμάσει να πούμε, εντάξει. Θα σου έχω φτιάξει αγόρι μου. Το μεσοπρόθεσμο μόνο να έχεις ψηφίσει και τον εκτελεστικό.
Γ.: Εντάξει κύρια Αγκέλα. Φεύγετε για Φρανκφούρτη ή θα σας δούμε Βρυξέλλες;
Μ: Όχι, δεν πάω στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, να τους δώσω και την τιμή να πάω στους μπινέδες αυτούς. Μάλλον μεθαύριο θα φύγω για Βρυξέλλες για 1-2 μέρες για να πάω να σας πληρώσω να πούμε.
Γ.: Έγινε, θα τα πούμε.
Μ: Έγινε αγόρι μου, συγχαρητήρια λεβέντη μου.

---

Νέα στοιχεία έρχονται διαρκώς στο φως της επικαιρότητας. Διάλογος ανάμεσα στα ανωτέρω πρόσωπα, ξημερώματα 17.6.2011:


Μ: Ρε Γιώργο, δεν ήθελα να σου στείλω μήνυμα αυτή τη φορά, ήθελα να σε πάρω τηλέφωνο να σου πω καλή επιτυχία.
Γ: Καλά κάνατε, είχαμε έκτακτη Κοινοβουλευτική Ομάδα, κυρία Αγκέλα. Τώρα τελειώσαμε.
Μ: Λοιπόν, Γιώργο, ένα θα σου πω αγόρι μου, ξέχασε ότι έχει γίνει την προηγούμενη μέρα, ξέχασε αν σε έχει στεναχωρήσει κανένας πρώην συμφοιτητής σου στο Χάρβαρντ και τέτοια. Παίξε για πάρτη σου σήμερα. Μ’ ακούς;
Γ: Σας ακούω, κυρία Αγκέλα.
Μ: Κυβέρνησε για σένα αγόρι μου, κυβέρνησε για πάρτη σου. Μην σκέφτεσαι το προηγούμενο φιάσκο.
Γ: Ναι, ναι έτσι είναι, έχω και το … γιατί προχθές δε πήρα τη Συναίνεση που μου είχατε πει σε επίπεδο αντιπολίτευσης αφού διαφώνησε η οικογένειά μου και θα τη πάρω σήμερα σε επίπεδο κόμματος. Έχω σχεδόν τη μισή Συναίνεση πάνω από το φακελάκι.
Μ: Κυβέρνησε για σένα αγόρι μου, μη κυβερνάς για κανένανε. Χωρίς κανένα άγχος και μη σκέφτεσαι τίποτα.
Γ: Τι γράφανε οι εφημερίδες, τι γράφανε γιατί δεν διάβασα;
Μ: Τίποτα, τι να γράψουν οι εφημερίδες; Γράψτους στα αρχ… σου. Δείξε σήμερα τα αρχ… σου και να τους τελειώνεις επί τόπου.
Γ: Θα παίξω καλά, ναι.
Μ: Πάρτον πάνω σου τον ανασχηματισμό σήμερα, εντάξει;
Γ: Έγινε, κυρία Αγκέλα.
Μ: Καλή επιτυχία, Γιώργαρε.

Πέμπτη, Ιουνίου 23, 2011

Κάτι σαν κάθαρση

Το ΔΝΤ θα αντέξει και χωρίς αυτόν,
ο Ολυμπιακός Βόλου πάλι μάλλον όχι.

Καμία αμφιβολία δεν έχω ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων δεν είναι κορόιδα και ότι άρα θα δουν πίσω από το τυράκι των ποδοσφαιρικών συλλήψεων και αποκαλύψεων την fuckin' φάκα του επιχειρούμενου αποπροσανατολισμού από το μεσοπρόθεσμο. Διάβασα ήδη πως και ο Νίκος ο Χουντής παρόμοια άποψη εξέφρασε, συμπίπτοντας έτσι άθελά του στην εκτίμησή του με τα λιγοστά λόγια που πρόλαβε να ψελλίσει ο Αχιλλέας Μπέος («Μια ακόμα φούσκα του ΠΑΣΟΚ») κατά την προσαγωγή του στην Ευελπίδων. Το αποτροπιαστικό θέαμα του σιδηροδέσμιου Μπέου και του βγαλμένου μαύρου πανωφοριού του ξύπνησε μνήμες στον Μπερνάρ Ανρί Λεβί, ο οποίος συνέδεσε ευθέως το πρόβλημα υγείας που παρουσίασε στη συνέχεια ο Αχιλλέας, με το πρόβλημα υγείας που παρουσιάζει εσχάτως ο δυτικός νομικός πολιτισμός. Η υποψία περί αποπροσανατολισμού μετατρέπεται σε σιγουριά αν ληφθεί υπόψη ότι εκτός των συλληφθέντων τα τρια ηχηρότερα ονόματα που έχουν έρθει ως τώρα στο φως είναι του Βαγγέλη Μαρινάκη, του Αβραάμ Παπαδόπουλου και του Γιάννη Μπουρούση. Ο Καζαντζάκης έγραφε πως δεν πολεμούμε τα σκοτεινά μας πάθη με νηφάλια, αναιμικιά, ουδέτερη, πάνω από τα πάθη αρετή, αλλά με άλλα σφοδρότερα. Και το σκοτεινό αντιμνημονιακό πάθος των μαζών δεν μπορούσε να συγκριθεί σε σφοδρότητα με τίποτε άλλο παρά μόνο με το σκοτεινό αντιολυμπιακό τους πάθος.

Όπερ έδει δείξαι: αντί να σου γράφω τώρα για το μεσοπρόθεσμο, σου γράφω για τον Μαρινάκη, εσύ θα τσιμπήσεις και θα μου πεις γιατί δεν είναι μέσα στο πόρισμα ο Πατέρας και ο γιος (όχι ο δικός του, του Γιαννακόπουλου) και λοιπά και λοιπά. Ειρωνικά το ξεκίνησα το ποστ και θα καταλήξω να πιστεύω κι ο ίδιος όσα γράφω. Ας το ξεειρωνέψω λοιπόν κι ας τα πω ντόμπρα και αντρίκεια:

1) Ακόμα και αν το τάιμινγκ των συλλήψεων μπορεί πράγματι να μην είναι καθόλου αθώο, δεν ζούμε πια σε μακάριες εποχές, οπότε η κρίση, η διαχείρισή της, οι επιλογές, οι αποφάσεις, τα μέτρα, οι συνέπειές τους δεν παίζει να ξεχαστούν για να περάσουμε στο εκάστοτε επόμενο θέμα. Το παιχνιδάκι με το εκάστοτε επόμενο θέμα που θα μονοπωλούσε το ενδιαφέρον μας κάνοντας το εκάστοτε προηγούμενο να παραδίδεται στη λήθη, ανήκει στο παρελθόν. Το παρόν, με την κοινωνία σε κατάσταση διαρκούς σοκ, δεν υπάρχει τρόπος να ξεγελαστεί.

2) Έγραφα προ μηνών (μετά από ιστορικό ματς που καταλαμβάνει τώρα ξεχωριστή θέση στο εισαγγελικό πόρισμα) πως όποιος νομίζει ότι τα όσα συμβαίνουν στο χώρο του ποδοσφαίρου δεν αντανακλούν το γενικότερο αξιακό σύστημα της χώρας, όποιος νομίζει δηλαδή ότι τις τελευταίες δεκαετίες το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν έχει λειτουργήσει και ως ένας τεράστιος διαφθορέας συνειδήσεων, πλανάται πλάνη οικτρά. Δέκα περίπου χρόνια πριν, οι αποκαλύψεις για την πρώτη παράγκα κινήθηκαν σε ένα ευρύτερο δικαϊικό, αξιακό, θεσμικό και μιντιακό περιβάλλον, όπου οι αποκαλύπτοντες ήταν οι γραφικοί και οι αποκαλυπτόμενοι οι μάγκες. Αυτό ούτε άσχετο ήταν με τα γενικότερα κοινωνικά συμφραζόμενα αλλά ούτε και χωρίς τις δικές του συνέπειες: η ατιμωρησία με τη σειρά της λειτούργησε διαστρεβλωτικά σε συνειδήσεις και συμπεριφορές.

3) Η κατάσταση αυτή διατηρούνταν απαράλλακτη ως και χθες. Ο Ψωμιάδης ήταν έτοιμος να κάνει την Καβάλα Νέο Ηρακλή (γιατί η κάθε Καβάλα και ο κάθε Βόλος δεν ήταν παρά τραπουλόχαρτα στα χέρια των ποδοσφαιρικών μαφιόζων), ο Μπέος είχε απαλλαχθεί πρόσφατα από την αθλητική δικαιοσύνη και είχε τιμηθεί από τους συνεταίρους του στη Σούπερ Λίγκα που τον επέλεξαν να τους εκπροσωπεί στην ΕΠΟ, ο Τσακογιάννης και πόδια να πριόνιζε αντί για δοκάρια δεν θα έτρεχε τίποτα. Άλλωστε το ότι ο Μάκης Ψωμιάδης κυκλοφορούσε ως χθες κανονικά και με το νόμο ελεύθερος (ενώ τώρα καταζητείται) προφανώς είναι ένα κατ' εξοχήν πρόβλημα εφαρμογής θεσμών και όχι ένα αθλητικό ζήτημα.

4) Τι άλλαξε από χθες; Θα φανεί με την συνολική πορεία που θα πάρει η υπόθεση. Και οκ, σε αυτό τουλάχιστον έχει δίκιο ο Χουντής. Έχει άδικο όμως στο εξής: αυτό που ως τώρα συνέβη έχει από μόνο του μια αξία, δείχνοντάς μας πόσο καθαρτήρια και λυτρωτική επίδραση έχει στη συνείδηση του κόσμου η δικαιοσύνη, όταν επιτέλους αποφασίζει να λειτουργήσει.

5) Αυτό προφανώς ισχύει και αντίστροφα: αν αύριο με κάποιο τρόπο ξαναδούμε τα πράγματα να κουκουλώνονται, το κακό θα είναι διπλό. Πάντως επειδή έχουμε συνηθίσει να συζητάμε με απόλυτα και να φαντασιωνόμαστε απόλυτα, η περίπτωση αυτή είναι ένα δείγμα ότι ανεξάρτητα από τις συνολικές επαναστάσεις κι ανατροπές, ότι ανεξάρτητα από το οικονομικοπολιτικό σύστημα, ότι ανεξάρτητα από τα προβλήματα καθημερινότητας και διαβίωσης των ανθρώπων, ο παράγοντας δικαιοσύνη, απόδοσή της ή μη, τιμωρία ή ατιμωρησία, έχει αυτοτελή και τεράστια παιδαγωγική σημασία.

6) Δηλαδή είτε μείνουμε στο μνημόνιο είτε όχι, είτε μείνουμε στο ευρώ είτε όχι, είτε υπάρξει επιπλέον πτώση των εισοδημάτων 30% είτε 60%, είναι από μόνο του σημαντικό και κάνει από μόνο του διαφορά αν θα ζούμε σε μια κοινωνία που ο Μπέος, ο Ψωμιάδης, ο Τσακογιάννης, ο Μητρόπουλος κι ο Σπάθας είναι στη φυλακή ή έξω από αυτή σαν γενικοί δερβέναγες.

Κλείνω με υστερόγραφα:

ΥΓ1) Αν ο Μενδρινός στοιχημάτισε τη σέντρα του Μάντσεστερ Σίτι - Άρης, το πρόβλημα είναι λιγότερο του Μενδρινού και περισσότερο αυτής της παγκόσμιας στοιχηματικής μαλακίας που έχει φτάσει να προσφέρει και τέτοιου είδους στοιχήματα πλουτίζοντας και από αυτά. Προσωπικά μου αρέσει το Στοίχημα σαν παιχνίδι και είναι το μόνο που μια στις πολλές τόσες παίζω, αλλά έτερον εκάτερον. Σε όλα θα έπρεπε να υπάρχουν όρια. Και αν ο Μενδρινός δεν έχει κάνει τίποτα άλλο, σιγά τα αυγά που τζογάρισε τη σέντρα. Φταίει πολύ λιγότερο από τους εκμαυλιστές του και εκμαυλιστές είναι όσοι παγκοσμίως στήνουν νομίμως τέτοια στοιχήματα.

ΥΓ2) Αν ο Αβραάμ βαρύνεται μόνο με το ότι τζογάριζε πολλά λεφτά σε παράνομα στοιχήματα, χωρίς να βαρύνεται με το ότι τζογάριζε σε παιχνίδια που συμμετείχε, τότε επίσης έχουμε να κάνουμε με μεγάλη υποκρισία και άδικη διαπόμπευσή του και επίσης ισχύουν σε ένα βαθμό τα παραπάνω περί εκμαυλισμού.

ΥΓ3) Προφανώς ο Μπουρούσης δεν είναι ο μόνος που παίρνει τα φάρμακά του. Και άρα το ότι γίνεται από σπόντα ρόμπα μόνο αυτός και γαμιέται η δική του η καριέρα είναι σε ένα βαθμό άδικο. Αλλά εκτός και αν ήξερε με απόλυτη σιγουριά ότι οι υπόλοιποι ψηλοί του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού παίρνουν κι αυτοί τα δικά τους, είναι χαλασμένο αυτό που έκανε. Είναι χαλασμένο να ξέρεις ότι έχεις ένα πλεονέκτημα δύναμης και φρεσκάδας απέναντι σε ανταγωνιστές σου στην πεντάδα και σε αντιπάλους στην ρακέτα και να μην σε χαλάει. Είναι χαλασμένο να σε θαυμάζουν τα παιδάκια και οι μεγάλοι και να μην σε χαλάει που σε θαυμάζουν και για αυτό. Και εν πάση περιπτώσει αν φτάνω να ηθικολογώ μην γνωρίζοντας την πραγματική βάση του ανταγωνισμού σε τέτοιο επίπεδο, εκείνο που είναι σίγουρα χαλασμένο είναι να βγαίνεις μετά από ένα ματς που έπαιζες φουλ στη ντόπα και να δηλώνεις ότι δεν ξαναπάς στην Εθνική γιατί δεν σε σέβονται σαν αθλητή και σαν άνθρωπο. Άντε γαμήσου λοιπόν Γιάννη, τόσο σαν αθλητής όσο και σαν άνθρωπος.

Τετάρτη, Ιουνίου 22, 2011

Άλλοτε απ' τον ίδιο ουρανό

Επαρχιακή κωμόπολη των ΗΠΑ (σαν σε ταινία του Σπίλμπεργκ), 1979. Μια παρέα παιδιών που μπαίνουν στην εφηβεία γυρνούν μια ταινία σε Super 8 (όπως έκανε σε αντίστοιχη ηλικία τόσο ο -παραγωγός του «Super 8»- Σπίλμπεργκ, όσο κι ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Τζέι Τζέι Έιμπραμς). Ενώ τα παιδιά γυρίζουν μια σκηνή, ένα φαντασμαγορικό ατύχημα θα ενώσει τις μοίρες τους με αυτές ενός μυστηριώδους πλάσματος. Το «Super 8» είναι σαν ένα γράμμα αγάπης (με το αζημίωτο βέβαια συνταχθέν) του Έιμπραμς προς το σινεμά του Σπίλμπεργκ. Ωστόσο, ενώ όλα τα περιφερειακά στοιχεία των μεγάλων ταινιών της πρώτης δεκαετίας της καριέρας του Σπίλμπεργκ είναι παρόντα σε βαθμό κακουργήματος, ο Έιμπραμς έκανε μια παράκαμψη από τον βασικό αφηγηματικό και συναισθηματικό άξονα των συγκεκριμένων ταινιών. Μετά το ατύχημα η ιστορία των παιδιών φαινομενικά μόνο δένει με την ιστορία του πλάσματος, αφού στην πραγματικότητα τραβάνε αντίθετους δρόμους. Το πλάσμα -αόρατο τε και ορατό- θα κάνει τα δικά του, τα παιδιά θα κάνουν τα δικά τους. Αλλά τα μεν ελάχιστη ουσιαστική σχέση έχουν με τα δε. Ο Έιμπραμς πακετάρει δύο ταινίες στη συσκευασία της μιας. Και αυτό συνιστά διαφοροποίηση από τις ταινίες του Σπίλμπεργκ, όχι μόνο επειδή σε εκείνον οι ιστορίες ήταν μασίφ, αλλά κυρίως επειδή στις ταινίες του το πλάσμα δεν ήταν ποτέ το πρόσχημα. Οι ήρωες εξελίσσονταν σε άμεση συνάρτηση με το πλάσμα.

Στις «Στενές Επαφές Τρίτου Τύπου», τον «Ε.Τ», τα «Σαγόνια του Καρχαρία», η σχέση των ηρώων με τα πλάσματα είναι η καρδιά των ταινιών. Είναι το κίνητρο που ωθεί τους ήρωες, είναι αυτό που τους επηρεάζει συθέμελα. Σχετίζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο άμεσα με τον ΕΤ, με τους εξωγήινους, με τον καρχαρία. Τα πλάσματα είναι το Iερά Δισκοπότηρα των ταινιών αυτών (ενώ αντίθετα, στους Ιντιάνα Τζόουνς του, το εκάστοτε αντικείμενο που κυνηγά ο Ίντι -συμπεριλαμβανομένου ακόμα και του ορίτζιναλ Δισκοπότηρου- είναι απλά το όχημα για να απολαύσουμε τις περιπέτειές του). Υπάρχει κάτι το βαθύ, το ιερό ή το καταραμένο στα πλάσματά του. Αυτό π.χ. που καίει τον Ρίτσαρντ Ντρέιφους στις «Στενές Επαφές» είναι πάνω από τη σχέση του με την οικογένειά του, είναι πιο δυνατό από έρωτα, είναι σαν έρωτας με μια ανώτερη δύναμη, με έναν άλλο ανεξερεύνητο κόσμο. Πέραν της πρότασης περί φιλικών εξωγήινων, πέραν της διαφορετικής ματιάς, υπήρχε στις ταινίες του Σπίλμπεργκ ένα διακύβευμα. Διαδραματίζονταν σε ένα περιβάλλον γεμάτο σημασία. Κάτι αλήθεια συνέβαινε εκεί. Στο «Super 8» αν κάτι συμβαίνει στα αλήθεια αυτό αφορά την μισή μόνο ταινία. Αφορά το σκέλος των παιδιών, τη λόξα τους για σινεμά, τις σχέσεις τους μεταξύ τους, τις προβληματικές σχέσεις τους με τους γονείς τους. Τα τραύματά τους μπορεί να δίνονται με επιδερμικό τρόπο ή να επουλώνονται με γοργούς ρυθμούς, αλλά εν πάση περιπτώσει η ιστορία αυτή είναι μια ιστορία που λειτουργεί. Η δεύτερη όμως, η ιστορία του πλάσματος με τις μηχανές που εξαφανίζονται, τα σκυλιά που πάνε σε άλλη κομητεία, τους μαγικούς κύβους, τους απαραίτητους στρατιωτικούς, τις παραπειστικές εκκενώσεις περιοχών είναι η ιστορία μιας ταινίας που δεν συμβαίνει στα αλήθεια. Είναι μια ιστορία που αποτελείται από μερικές αυτοτελώς δυνατές σκηνές, σκηνές που παρακολουθούνται μεν ευχάριστα, αλλά την ίδια στιγμή με ελάχιστο βαθμό συναισθηματικής συμμετοχής του θεατή.
Έτσι, όταν προς το τέλος της ταινίας ένα από τα παιδιά λέει κατάφατσα στο πλάσμα μια ατάκα που υποτίθεται μας δείχνει την ωρίμανση του και τη συμφιλίωσή του με τη τραγική πλευρά της ζωής, η σκηνή αυτή σκάει πανηγυρικά στα μούτρα του Έιμπραμς. Κι όμως θα μπορούσε να είναι μια σκηνή κορύφωσης, όπως στις επαφές των ταινιών του Σπίλμπεργκ, ακόμα και στο πολύ πιο πρόσφατο «A.l.». Θα μπορούσε αν το πλάσμα ήταν λίγο λιγότερο τέρας και λίγο λιγότερο ασήμαντο στην εξέλιξη της ιστορίας. Θα μπορούσε αν δεν ήταν τόσο εξωπραγματικό και το τέρας και η όλη φάση. Ενώ στις ταινίες του Σπίλμπεργκ παίζει κατ' εξοχήν ρόλο η σχέση του ήρωα με το πλάσμα, εδώ με το πλάσμα δεν υπάρχει σχέση. Έτσι όταν το παιδί του λέει την ζωής και θανάτου ατάκα, δεν μιλάει στον Ε.Τ. που έχει αγαπήσει, δεν καταριέται τον καρχαρία που κυνηγούσε εμμονοληπτικά, δεν έρχεται σε επαφή με τα πλάσματα που τον μάγεψαν και είναι έτοιμος να αφήσει τη ζωή στη γη επιβιβαζόμενος στο διαστημόπλοιό τους, το λέει σε ένα ολότελα ψεύτικο κατασκεύασμα, το λέει σε ένα οπτικό εφέ.
Ο ουρανός στην κινηματογραφική εποχή του Σπίλμπεργκ και ιδιαίτερα ο ουρανός του Σπίλμπεργκ έκρυβε όνειρο, ήταν γεμάτος υποσχέσεις που πραγματώνονταν. Μολονότι ο Έιμπραμς στρέφεται σε αυτόν ακριβώς τον ουρανό, δεν βρίσκει εκεί ούτε μαγεία ούτε όνειρο. Το πρόβλημα είναι και δικό του αλλά είναι και γενικότερο της εποχής (της οποίας άλλωστε αποτελεί τρομερό παιδί). Είναι σαν η έκρηξη των οπτικών εφέ να σκλάβωσε αντί να απελευθερώσει την δημιουργική φαντασία. Αναφορικά με τους εξωγήινους το μέγεθος μετράει αρνητικά.

(Κείμενο γραμμένο για το ελculture)

Τρίτη, Ιουνίου 21, 2011

Μόνη πάνω στη σκηνή

(Χύμα ποστ αλέρτ)




«Χαμογέλα μου, έχουμε πόλεμο» ή «Η αντίθετη λεωφόρος» ή «Μέσα στον κύκλο: το πρόσωπο κι η αναρχία, η αναρχία του προσώπου».




«Οι τράπεζες ξεθωριάζουν γράμμα γράμμα» ή «Βack of Greece» ή «Η τελευταία βουτιά του Σκρουτζ Μακ Ντακ»



«Yes Τhey Can» ή «Τρεις ως τώρα γενιές Παπανδρέου χαμογελούν με νόημα» ή «Logistics στις ψευδαισθήσεις, η αγορά στέγνωσε».


Το μεγάλο δέλεαρ που έχει η πτώση στην άβυσσο των κάθε είδους παθών σου, είναι η απολυτοσύνη. Το απόλυτο απαντάται δηλαδή σπανιότατα στην κατάφαση της ζωής, σπανιότατα στην θετική της πλευρά, σπανιότατα στην χαρά της. Κι όταν απαντάται διαρκεί λίγο και σχετικοποιείται από την ίδια τη ζωή. Παίζεις με το παιδί σου; Είσαι φουλ ερωτευμένος; Κάνεις έρωτα; Κάνεις μια δουλειά ή έχεις ένα χόμπι που σε γεμίζει; Όλα αυτά δεν παύουν να σου συμβαίνουν στη διάρκεια αληθινών ημερών μιας αληθινής ζωής. Που θα μεσολαβήσει για να σου πει πως, ωραία τα απόλυτά σου, αλλά αφού έχεις επιλέξει να ζεις μέσα στην δική της πραγματικότητα, έχει κι αυτή τις ασταμάτητες μικρότερες και μεγαλύτερες πρακτικές απαιτήσεις κι αβαρίες της. Δεν είναι απαραίτητο να μιλάμε για πράγματα δυσάρεστα ή για προβλήματα. Αρκεί ότι μιλάμε για πράγματα που πρέπει να σκεφτείς ή να κάνεις στη διάρκεια της ημέρας και τα οποία δεν αποτελούν το αντικείμενο της απόλυτης ευτυχίας σου. Εαυτός, συνείδηση, σκέψεις, ζωή μη παρακμιακή, όλα αυτά συνεπάγονται την επικράτηση της σχετικότητας. Το απόλυτο προσφέρεται στη φυγή από τον εαυτό, στην παράδοσή του στο πάθος σου, στην βρώση του και την αλλοίωσή του από αυτό. Το απόλυτο σε απελευθερώνει από όσα σε συντελούν, από όσα σε φοβίζουν, από όσα σε πονάνε. Σε κρύβει από εσένα τον ίδιο. Στο φως βλέπεις, άρα διακρίνεις σχήματα και μορφές, άρα ταξινομείς και ονομάζεις, άρα σχετικοποιείς. Στο σκοτάδι όλα είναι ένα, ένα πράγμα απόλυτο και συμπαγές, ένα πράγμα που θυμίζει το απόλυτο που βρισκόσουν πριν υπάρξεις - συνειδητοποιήσεις - νιώσεις - πληγείς και το απόλυτο που θα βρεθείς μόλις πάψεις να υπάρχεις - να συνειδητοποιείς - να νιώθεις - να πλήττεσαι.


Η Έιμι κάθε άλλο παρά μόνη είναι λοιπόν. Απλά είναι μόνη πάνω στην σκηνή. Τελείως. Χωρίς καν τον εαυτό της μαζί.

Δευτέρα, Ιουνίου 20, 2011

United we fall, divided we stand

Στο κοπάδι των πάλλευκων, απλά λευκών, λιγότερο λευκών και γκρίζων προβάτων, υπήρχε κι ένα μαύρο.

Οι τσοπάνηδες δεν το φοβήθηκαν, ίσως επειδή δεν ήταν εξ' αρχής μαύρο αλλά μαύρισε στην καταστροφική για τον παγκόσμιο καπιταλισμό πενταμισαετία Καραμανλή ή ίσως επειδή θεωρούσαν πως η οικονομική και νομισματική ένωση θα επέφερε την επιθυμητή ομοιοχρωμία. Όπως και να έχει διαλαλούσαν πως το Ευρώ είναι η Ευρώπη, άρα μέσα στην Ευρώπη το πη περίσσευε πλέον σαν πι: η Ευρώπη δεν χρειαζόταν τεχνητά πολιτικά στηρίγματα για να περπατάει, μπορούσε να περπατά μια χαρά στηριγμένη αποκλειστικά στο οικονομικό και το νομισματικό της πόδι.
Πριν καν συμπληρωθεί μια δεκαετία το μαύρο πρόβατο είχε αρχίσει να μεταδίδει την μαυρίλα του και σε άλλα πρόβατα, ενώ απειλούσε να μαυρίσει ολόκληρη την ευρωζώνη, μετατρέποντάς την σε ένα άλλο ζώο.

Οι «μαύροι κύκνοι» είναι γεγονότα που α) όταν συμβαίνουν όλοι καταπλήσσονται, β) έχουν εξαιρετικά μεγάλο αντίκτυπο και γ) αφού συμβούν -και παρά την αρχική κατάπληξη- αρχίσουν να φαντάζουν αναδρομικά εξηγήσιμα και αναμενόμενα. Θα είναι η διάλυση της ευρωζώνης ένας μαύρος κύκνος του καιρού μας ή τα μαύρα πουλιά θα απομακρυνθούν απ' τον ορίζοντα; Ό,τι απ' τα δύο κι αν συμβεί, αν είναι να επιστρέψουμε στον επαρχιωτισμό μας θα ξέρουμε τουλάχιστον πως το έχουμε κάνει αφού πρώτα έχουμε υπάρξει για λίγο το επίκεντρο το ίδιο, η καρδιά η ίδια, ο καταλύτης ο ίδιος. Είναι κι αυτός ένας τρόπος να γράφεις Ιστορία: καταδεικνύοντας πρώτος μέσω του δικού σου μπαχάλου και της δικής σου σήψης τις ευρύτερες αδυναμίες ενός συστήματος που καμώνεται ότι μπορεί να στηρίζεται μόνο πάνω σε νομίσματα και τράπεζες.

Παρασκευή, Ιουνίου 17, 2011

Aνάσα

Kάθε νέα κυβέρνηση τι άλλο είναι,
παρά ένα μωρό που παίρνει την πρώτη του
Ανάσα.

Από την κυβέρνηση εθνικής ενότητας της Τετάρτης στην κυβέρνηση πασοκικής ενότητας της Παρασκευής, από την κυβέρνηση τεχνοκρατών και τραπεζικών προσωπικοτήτων της Τετάρτης στην κυβέρνηση κομματοκρατών και παλαιών συντροφικοτήτων της Παρασκευής. Α government of the pasok people, by the pasok people, for the pasok people. Κι αν το υπουργείο θαλασσίων υποθέσεων μάς ζορίζει τόσο πολύ διοικητικά με τα συνεχή βάλε βγάλε, ποιός τη γαμεί στην τελική και τη θάλασσα (τα ψάρια και ο κάβουρας με τα στραβά ποδάρια;) και τις υποθέσεις της και τον κοραλλένιο κήπο στον βυθό της, όπου πνίγηκαν (άδοξα, άσπλαχνα, αλλά και τόσο αναγκαία) όλοι οι κηπουροί πλην Γερουλακεδαιμονίων, αφού ο πνιγμένος (στις υποχρεώσεις) πρωθυπουργός από κάποια μαλλιά έπρεπε να πιαστεί κι ελλείψει δικών του έπιασε την ξεπλυμένα ξανθή κώμη της Τίνας, την μοντιπαϊθονική χωρίστρα του Δρούτσα και ο σώζων την πατρίδα του σωθήτω.
Μετά από αυτό το κοντινό στα λογοπαίγνια, cut σε μακρινό στην εμβρίθεια: για μένα, φορ μι, περ με, το μεγαλύτερο μήνυμα του ανασχηματισμού είναι η παραμονή του Θεόδωρου του Πάγκαλου στην θεσούλα του. Ο Γεώργιος Ανδρέα αφουγκράστηκε την ψιλοπάνδημη απέχθεια για τον αντιπρόεδρό του, αφουγκράστηκε ακόμη ειδικότερα τον κόσμο που κατεβαίνει στις πλατείες, αφουγκράστηκε το κακό που μπορεί να του κάνει η κοινή γνώμη γενικά και ο κόσμος στις πλατείες ειδικότερα, κι ύστερα αφουγκράστηκε το κακό που μπορούσε να του κάνει ο Θεόδωρος αν τολμούσε να τον διώξει. Και μέτρησε το αγανακτισμένο κακό ως ανάξιο λόγου σε σύγκριση με το παγκαλικό. Και πολύ καλά το μέτρησε. Δεν έχει σημασία πως ο Πάγκαλος ουσιαστικά δεν είχε και δεν έχει αρμοδιότητες. Η παρουσία του ήταν από την αρχή συμβολική. Και η παραμονή του ακόμη συμβολικότερη. Θυσιάζω άνετα τους κολλητούς μου για να διατηρήσω τον έλεγχο της κοινοβουλευτικής μου ομάδας από την οποία εξαρτάται η εξουσία μου, δεν θυσιάζω τον Πάγκαλο γιατί η εξουσία μου δεν εξαρτάται από τον κόσμο και τις επιθυμίες του, δεν θυσιάζω τον Πάγκαλο γιατί τον Πάγκαλο τον φοβάμαι ενώ τον κόσμο όχι. Από τους πολίτες με προστατεύουν τα όργανα του υπουργείου προστασίας μου απ' τον πολίτη, τα πάσης φύσεως τείχη, ο ξεχωριστός κόσμος στον οποίο πλέον είμαι αναγκασμένος να ζω, ενώ από τον εκτός καρέκλας Πάγκαλο προστασία δεν έχει. Μαζί του ως το τέλος. Το οποίο και μια ανάσα να απέχει, το απόλυτα καθοριστικό είναι η ανάσα αυτή να ενσωματώσει το μεσοπρόθεσμο. Μετά ό,τι είναι να αυτοκαστραφεί ας αυτοκαταστραφεί.

Τετάρτη, Ιουνίου 15, 2011

Στην επικράτεια του ό,τι να 'ναι

Aπό το απογευματάκι μέχρι το βράδυ περνάς λίγες ώρες τακτοποιώντας τα πάντα στο κεφάλι σου: ορίστε, τα τελεσίγραφα των δανειστών έπιασαν τόπο, ορίστε, αν τους έπαιρνε ας έκαναν κι αλλιώς, ορίστε, όταν ακούγεται η φωνή από ψηλά και τα πιο απίθανα είναι δυνατά, ακόμη και να παραδώσει την εξουσία που έχει τώρα ο μεν, ακόμη και να χαντακώσει τις ελπίδες του για να πάρει αύριο την εξουσία ο δε, ορίστε, πώς αλλιώς να τελείωνε ο δικομματισμός παρά με το μόνο νομοτελειακό τρόπο που είχε, μετατρεπόμενος δηλαδή σε μονοκομματισμό, ορίστε, όταν οι αντοχές της δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης εξαντλούνται γιατί οι βουλευτές φυλλορροούν, η λύση είναι η εκτροπή, η μεταβίβαση της εξουσίας σε ένα ουσιαστικά ανομιμοποίητο κυβερνητικό μόρφωμα με πιθανότερο Πρωθυπουργό τον νυν ή τον πρώην Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, ορίστε, η πλέον πανηγυρική και σημαδιακή παράδοση της εξουσίας στους τραπεζίτες.

Και από το βράδυ και ύστερα συνειδητοποιείς ότι εκτός από τη συνωμοσιολογική εκδοχή της πραγματικότητας υπάρχει και μια δεύτερη, που εξηγεί τα πράγματα πειστικότερα. Συνειδητοποιείς δηλαδή πως και να θέλεις να συνωμοτήσεις εσύ ως δανειστής, με το εγχώριο πολιτικό προσωπικό το πιθανότερο είναι να φας τα μούτρα σου, αφού κάθε συνωμοσία προϋποθέτει ένα απειροελάχιστο μίνιμουμ μη φαιδρότητας από το σύνολο των εμπλεκομένων. Συνειδητοποιείς δηλαδή πως ο τρόπος με τον οποίο νομοτελειακά θα τελειώσει ο δικομματισμός δεν είναι ο πάταγος της εκτροπής αλλά ο λυγμός του κλαυσίγελου. Συνειδητοποιείς τέλος κάτι που πολύ πριν γίνει Πρωθυπουργός ήξερες, απλά για ελάχιστες στιγμές στην πορεία κλονίστηκες κι αναρωτήθηκες μπας και είναι ένας υπερήρωας της πανουργίας. Όχι, λοιπόν. Τα φαινόμενα καμιά φορά δεν απατούν και πράγματι ο Γιώργος Παπανδρέου είναι αυτό ακριβώς που πάντα έδειχνε: ένας υπερήρωας της πολιτικής ανικανότητας. Ας βάλει κανείς με το μυαλό του τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύεται στο εσωτερικό της χώρας, ας αθροίσει γκάφες, παλινωδίες, αντιφάσεις και ας βγάλει συμπέρασμα για τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύεται στο εξωτερικό της χώρας. Ας ξαναδεί υπό αυτό το πρίσμα τα διαπραγματευτικά του σκιλς για να καταλάβει με τι αριστοτεχνικούς τρόπους χειρίζεται τις τύχες μας. Ο άνθρωπος από απόψε πέρασε στη σφαίρα του μύθου. Κυβερνά όπως κάνει τον πρόεδρο ο Καρατζαφέρης: ό,τι μαλακία του έρχεται στο νου την ανακοινώνει την αμέσως επόμενη στιγμή, για να την πάρει πίσω την μεθεπόμενη. Κυβερνά σκεπτόμενος φωναχτά. Κυβερνά σε ένα ασταμάτητο ό,τι να 'ναι. Είναι γελοίος ως εκεί που δεν παίρνει και επικίνδυνος ως εκεί που δεν παίρνει. Δεν σώζει την πατρίδα του, διαλύει την πατρίδα του.

Πείνα στην Αθήνα

Ανορθογραφία: Ξεκινάω ανορθόγραφα το κείμενο, υποκύπτοντας στον πειρασμό να αναλωθώ στην εναρκτήρια παράγραφο σε μια κρυάδα. Επανεκδίδεται πενήντα χρόνια μετά την πρώτη -λογοκριμένη- προβολή της η «Συνοικία το Όνειρο» και προβάλλεται μάλιστα στην περιοχή που γυρίστηκε, στα Άνω Πετράλωνα, όπου το 1961 υπήρχε ακόμα μια παραγκούπολη στην εντελώς υποβαθμισμένη γειτονία «Ασύρματος». Όλα μοιάζουν διαφορετικά, ένας κόσμος που ανήκει στο παρελθόν, ωστόσο κάτι έχει παραμείνει αναλλοίωτο: σε μια σκηνή της ταινίας, πίσω από μια πόρτα που κλείνει, διακρίνουμε σε έναν τοίχο να γράφει «ΟΛΗΜΠΙΑΚΟΣ». Και θέλει δεν θέλει το μυαλό πάει λίγες μέρες πριν σε ένα από τους τελικούς του μπάσκετ, όταν οπαδοί του Ολημπιακού με ύψιλον είχαν αναρτήσει πανό όπου επαίρονταν για κάποιους που έστειλαν στον «ΕΒΑΓΓΕΛΙΣΜΟ»: μισόν αιώνα ανορθόγραφοι.
Πείνα: Και τώρα πώς πηγαίνουν από την κρυάδα σε ένα θέμα τόσο οριακό; Πηγαίνουν. Την Κυριακή το βράδυ στη Συνέλευση της Πλατείας Συντάγματος κάποιος μιλάει για την πείνα στην Αθήνα. Για μαθητές που λιποθυμούν στα διαλείμματα από την πείνα. Για την ανάγκη οργάνωσης συλλογικής άμυνας (με συσσίτια κλπ) απέναντι σε αυτήν την πείνα. Τον ακούω και αρνούμαι να δεχτώ ότι ισχύει. Δεν μπορεί, σκέφτομαι, θα υπερβάλλει. Δεν λιποθυμούν μαθητές από την πείνα. Δίπλα δίπλα οι λέξεις «Πείνα» και «Αθήνα» μου ακούγονται εξωτικές, παράδοξες, αταίριαστες. Ο συνδυασμός τους μοιάζει αναχρονιστικός. Και αναρωτιέμαι γιατί οι λέξεις να είναι τόσο ταμπού, ενώ οι σχετικές εικόνες παντού γύρω μας αφομοιώνονται και γίνονται μέρος της καθημερινότητάς μας. Γιατί το να ονοματίζεις το τέρας σοκάρει τόσο, ενώ το να το βλέπεις και να σιωπείς όχι. Λες και επειδή αυτά που βλέπω γύρω μου δεν συμβαίνουν αμέσως σε μένα, λες και επειδή εγώ δεν πεινάω, πάει να πει ότι δεν υπάρχει και πείνα στην Αθήνα. Λες και το 2011 μπορεί να υπάρχει ό,τι άλλο, κρίση, ανεργία, μιζέρια, οτιδήποτε αντιστοιχεί εν πάση περιπτώσει στο 2011, πάντως όχι πείνα: αυτή ανήκει στο οριστικό παρελθόν. Μα, ας δούμε στην ταινία πώς ζούσαν στον Ασύρματο το 1961 και ας μην είμαστε τόσο μελοδραματικοί; Και τότε γιατί να μη δούμε πόσοι στο 2011 ψάχνουν στα σκουπίδια, πόσοι κοιμούνται στο δρόμο, πόσο αποστεωμένοι είναι αυτοί που καραδοκούν στα φανάρια για να μας πλύνουν τα τζάμια;
Είναι λοιπόν η «Συνοικία το Όνειρο» επίκαιρη με τον πλέον απροσδόκητο τρόπο; Όχι ακριβώς. Αλλά ας το δούμε ως εξής: αν την βλέπαμε το καλοκαίρι του 2008 δεν θα κάναμε καν κάποια σκέψη περί επικαιρότητας. Αν τώρα ακούγεται τραβηγμένο, ελάχιστα καλοκαίρια πριν θα ήταν αδιανόητο. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί πως τα πενήντα χρόνια που μεσολάβησαν το βιοτικό επίπεδο ανέβηκε πολύ. Και πως όπου και να οδηγήσει τώρα μια ραγδαία πτώση του βιοτικού επιπέδου, η ζωή έχει αλλάξει: πενήντα χρόνια πίσω τεχνολογικά δεν γίνεται να γυρίσουμε. Οι φτωχοί του 2011 δεν είναι ίδιοι με τους φτωχούς του 1961. Ούτως ή άλλως ζούνε σε έναν διαφορετικό τεχνολογικά (και όχι μόνο) κόσμο. Από εκεί και πέρα, πράγματι, όποιος πεινάει, πάντα με τον ίδιο τρόπο θα πεινάει.
Λογοκρισία: Η λογοκρισία και οι διώξεις που γνώρισε η ταινία είχαν να κάνουν με το ότι έδειχνε μια αντιτουριστική εκδοχή της Αθήνας και γενικότερα του τρόπου ζωής, με το ότι έδειχνε λίγο κάτω από την Ακρόπολη ανθρώπους να ζουν σε άθλιες συνθήκες, αντί για μια ευημερούσα πρωτεύουσα. Η απεικόνιση του αποσιωπημένου χώρου, του αντιεμπορικού χώρου, του δυσάρεστου χώρου. Ένας κόσμος που δεν θέλουμε να βλέπουμε. Ο Αλεξανδράκης μαζί με την τότε σύζυγό του Αλίκη Γεωργούλη μολονότι δεν προέρχονταν από αυτόν τον κόσμο αποφάσισαν ότι έπρεπε να τον δουν και να τον δείξουν. Και αυτή τους η χειρονομία, αυτό τους το κοίταγμα έχει την μεγαλύτερη αξία. Και ίσως ένα στοίχημα για τον σημερινό ελληνικό κινηματογράφο είναι μαζί με όλους τους γόνιμους δρόμους που έχει πάρει τα τελευταία χρόνια, να μπει στα γκέτο και να γυρίσει ταινίες εκεί γιατί εκεί σήμερα υπάρχουν χειρότεροι Ασύρματοι και ακόμη μεγαλύτερη αποσιώπηση.
Ανθεκτικότητα: Ενώ σε επίπεδο εικόνας η ταινία δείχνει -με την εξαίρεση λιγοστών σκηνών- ιδιαίτερα ανθεκτική, διατηρώντας το ήθος της χειρονομίας της, το ήθος της αλήθειάς της (η φωτογραφία του Δήμου Σακελλαρίου είναι άλλωστε πρώτης ποιότητας και η ματιά του Αλεξανδράκη πολύ αξιόλογη), σε επίπεδο σεναριακό, σε επίπεδο ιστορίας, πλοκής, χαρακτήρων τα πράγματα μοιάζουν πολύ λιγότερο αληθινά και πολύ λιγότερο ανθεκτικά. Εκεί όμως που δεν έχουμε να κάνουμε με απλή ανθεκτικότητα αλλά με κάτι πολύ μεγαλύτερο είναι με τις κλασικές μουσικές του Μίκη Θεοδωράκη που ακούγονται στην ταινία και ακόμη περισσότερο με το μεγάλο τραγούδι του σε στίχους Τάσου Λειβαδίτη, το «Βρέχει στη Φτωχογειτονιά». Και μια ενδιαφέρουσα ερώτηση είναι γιατί αυτή η διαφορά; Λόγω κλάσης; Επειδή ο Αλεξανδράκης δεν ήταν το σκηνοθετικό αντίστοιχο του Θεοδωράκη; Όχι μόνο. Η διαφορά είναι και εγγενής: τα τραγούδια είναι γενικά πολύ πιο ανοξείδωτα στο χρόνο από τις ταινίες. Η κινηματογραφική γλώσσα είναι ένα σύνθετο κατασκεύασμα που υπόκειται σε συνεχή διαμόρφωση. Οι εικόνες από τις νεότερες ταινίες επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο προσλαμβάνουμε τις παλιές. Πολύ πιο αρχέγονο πράγμα το τραγούδι, απευθύνεται σε πιο πρωτογενείς ευαισθησίες μας.
Είσαι μικρός και δεν χωράς τον αναστέ, τον αναστέναγμό μου. Όλα αυτά που η φωνή του Μπιθικώτση χωρά στο «α» του «δεν χωράς». Σπάνια ένα φωνήεν έχει υπάρξει τόσο ανατριχιαστικά ευρύχωρο.

(Kείμενο γραμμένο για το ελculture)

Τρίτη, Ιουνίου 14, 2011

Ελληνικές οικογένειες & ξένοι οίκοι

Στα εντελώς ξεκινήματα της ιδιωτικής τηλεόρασης είχε διεξαχθεί μια ζωντανή συζήτηση, το θέμα της οποίας το έχω ξεχάσει. Συντονιστής ήταν o γηραιός δημοσιογράφος Παύλος Καμβύσης που ούτε τηλεοπτική πείρα είχε, αλλά ούτε και ικανότητα να συντονίσει με μια στοιχειώδη επάρκεια. Αποτέλεσμα ήταν να προκληθεί μια χάβρα, να διακόπτουν όλοι όλους και στο τέλος να διαμαρτύρονται όλοι μαζί στον δημοσιογράφο. Στο τέλος εκείνος, αυθεντικά και εντελώς ικανοποιημένος με τον εαυτό του, γυρνά προς την κάμερα και λέει στους τηλεθεατές κάτι σαν αυτό: «Όταν όλοι τα βάζουν με αυτόν που διευθύνει την κουβέντα και δεν είναι μόνο η μία πλευρά που έχει παράπονα, πάει να πει ότι έκανε τη δουλειά του καλά. Καληνύχτα σας».

Πέρσι όλη η κυβερνητική επιχειρηματολογία ήταν πως κάνουμε ό,τι κάνουμε και παίρνουμε όλα αυτά τα επώδυνα μέτρα προκειμένου να πείσουμε τις αγορές. Εάν το μνημόνιο συναντούσε μεν τόση σφοδρή αντίδραση από τον λαό, που το βλέπει να μεταφράζεται σε ανεργία, φόρους, μείωση μισθών, μείωση συντάξεων, επικείμενη εξπρές πώληση επικερδούς δημόσιας περιουσίας, αλλά την ίδια ώρα έπειθε τις αγορές, τότε πράγματι θα ήταν μόνο η μία πλευρά που θα είχε παράπονα. Το αληθινά αριστουργηματικό όμως είναι πως η πολιτική των μνημονίων δεν έχει βγάλει μόνο τον κόσμο στις πλατείες, αλλά έχει «πείσει» τις αγορές εξίσου καθόλου με τους πολίτες. Δεν κατάλαβα αν στην Standard & Poor's πετύχαμε τωρινό ή όλων των εποχών ρεκόρ, πάντως αν κατάλαβα καλά είμαστε πλέον οι τελευταίοι των τελευταίων.

Και οκ, προφανώς το όλο θέμα δεν αφορά εμάς, το όλο θέμα αφορά το πάνω σε ποιόν θα σκάσει η φούσκα μας, ποιός θα επωμιστεί τις περισσότερες ζημιές, ποιός θα βγάλει τα περισσότερα στοιχηματικά κέρδη και τι συνέπειες ντόμινο θα έχει το δικό μας σκάσιμο, το γεγονός όμως παραμένει πως η κυβέρνηση βρίσκεται αυτή τη στιγμή στη θέση που βρισκόταν τότε ο Καμβύσης. Αν θα θεωρήσει το γεγονός ότι βάλλεται από όλες τις πλευρές ως απόδειξη πως κάνει κι αυτή τη δουλειά της καλά, είναι δικό της θέμα και λίγο τελικά μας αφορά. Εκείνο που μας αφορά είναι το εξής: κατά τη δική της αφήγηση «δεν υπάρχουν διλήμματα, υπάρχει μόνο η απόφαση: Να μη ζήσει ποτέ η ελληνική οικογένεια τις συνέπειες μιας χρεοκοπίας». Ανεξάρτητα από το γεγονός πως όλο και κάτι ζει 1 1/2 χρόνο τώρα η ελληνική οικογένεια, ανεξάρτητα από το γεγονός πως η ελληνική οικογένεια Ανεργίδη δεν είναι το ίδιο ακριβώς πράγμα με την ελληνική οικογένεια Βαρδινογιάννη και πως η ελληνική οικογένεια Ανασφαλιστάκη δεν είναι το ίδιο ακριβώς πράγμα με την ελληνική οικογένεια Μπόμπολα, το θέμα είναι πως ποτέ άλλοτε δεν επιλέχθηκαν τόσες πολλές «δυσάρεστες» λύσεις προκειμένου να αποφευχθεί η «καταστροφική» και πως ποτέ άλλοτε δεν έγιναν τόσα πολλά «δυσάρεστα» στο όνομα της αποφυγής της «καταστροφής», έχοντας ως αποτέλεσμα όχι την απομάκρυνση της «καταστροφής», αλλά την πανταχόθεν προεξοφλούμενη έλευσή της.

Κυριακή, Ιουνίου 12, 2011

Autumnocracy


Υποθήκευσαν κρυφά το ελληνικό καλοκαίρι. Γερμανοποίησαν αναίσχυντα τον ελληνικό ήλιο. Συγκλίνουν με φρενήρεις ρυθμούς το ελληνικό κλίμα με το κεντροευρωπαϊκό. Αγανακτούμε σήμερα, γιατί μεσοπρόθεσμα τα παιδιά μας ο μόνος ήλιος που θα βλέπουν θα είναι του ΠΑΣΟΚ. Αγανακτούμε σήμερα, γιατί μετά την υφαρπαγή του θέρους, άραγε τι; Η επιμήκυνση της ημέρας και το αντίστοιχο κούρεμα της νυκτός κατά ένα εξάωρο ώστε να αντιμετωπιστούν οι απεργίες των Φωτόπουλων αφενός και να αυξηθεί η παραγωγικoανταγωνιστικότητα αφετέρου; Αγανακτούμε σήμερα μουτζώνοντας όλοι μαζί τον ουρανό και φωνάζοντας ρυθμικά ουστ προς τα τευτονικά νέφη, το μεγαλύτερο τμήμα των οποίων κρίνεται λογιστικά επαχθές. Ανοίγουμε τις από μαύρους αγορασμένες μαύρες ομπρέλες μας και πετάμε σαν Μαίρες Πόπινς, αιωρούμαστε μαζικά, ένα ποτάμι λαού ταξιδεύει πάνω από όλες τις ευρωπαϊκές πλατείες, αφυπνίζοντας τους εν υπνώσει ευρωπαίους συμπολίτες μας, εξηγώντας τους ότι εμείς είμαστε μόνο η αρχή, ότι εμείς είμαστε η χρεωστική πρωτοπορία, η χρεωκοπική πρωτοπορία, άρα και η επαναστατική πρωτοπορία. Οι ευρωπαϊκές μάζες εκστασιασμένες από το θέαμα εξεγείρονται και αυτές από ξηράς. Ευρωπαϊκός στρατιωτικός νόμος επιβάλλεται με στρατάρχη τον Ρομπάι ή Ρομπέι και δεύτερη στην ιεραρχία την Λαίδη τάδε. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και όλες οι ευρωπαϊκές τράπεζες μουτρώνουν, κλείνουν, πατάνε διάφορα πλήκτρα στους υπολογιστές τους και μεταφέρουν όλα τα χρήματά τους στα νησιά Κάιμαν ή Κέιμαν. Η Ευρώπη μένει ρέστη και ταπί. Οι λαοί αρχίζουν να αποκαλούν ο ένας τον άλλο μαλάκα. Μεγάλος ευρωπαϊκός εμφύλιος. Τα στρατεύματα του Ρομπάι ή Ρομπέι αποσύρονται ικανοποιημένα. Οι πολίτες πεινασμένοι τρώνε ο ένας τον άλλο. Μεγάλος ευρωπαϊκός αλληλοκανιβαλισμός Οι Έλληνες από ψηλά συνειδητοποιούν ότι μην ακούγοντας τη φωνή της σύνεσης και προκρίνοντας την καταστροφική λύση από την απλά δυσάρεστη τα έκαναν μαντάρα. Aντί να προσγειωθούν πίσω στο Σύνταγμα πάνε στα νησιά Κάιμαν ή Κέιμαν που έχει πάντα ήλιο. Ζούνε εκεί πιο έντονα από ποτέ το πρόσκαιρα κλονισθέν καπιταλιστικό τους όνειρο. Ο νόστος για την πατρίδα και τις παραδόσεις της δεν τους αφήνει όμως σε ησυχία. Τιμής ένεκεν διοργανώνουν εκεί το 2020 τους πρώτους Off Shore Οlympics, την Υπεράκτια Ολυμπιάδα. Η Γιάννα Αγγελοπούλου ευχαριστεί το σύζυγό της. Για τους νεκρούς μετανάστες από εργατικά ατυχήματα γίνεται αυτή τη φορά ειδική μνεία με επί τούτου δρώμενο στην τελετή.

Παρασκευή, Ιουνίου 10, 2011

Άκρως τρελό κι απόρρητο

ΜΑΚΡΙΑ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ,
ΕΜΠΡΙΜΕ ΠΑΠΑΔΗΜΟΥΛΗΔΕΣ ΚΑΙ ΠΡΑΣΙΝΟΚΟΚΚΙΝΟΙ ΝΤΑΝHΔΕΣ.

Σε προηγούμενο επεισόδιο είδαμε πόσο μη συστημικό πράγμα είναι η αποφυγή πληρωμής φόρων, πόσο ξένο με τη φύση του παγκόσμιου συστήματος, πόσο απεχθάνεται ο καπιταλισμός όσους πάνε να την σκαπουλάρουν φορολογικώς.

Δεν έχει λοιπόν σημασία τι χρήματα έχεις σε καταθέσεις στο εσωτερικό, τι χρήματα έχεις σε καταθέσεις στο εξωτερικό, δεν έχει σημασία τι χρήματα στ' αλήθεια έχεις. Ζούμε δόξα τω Θεώ σε ένα σύστημα που προστατεύει το τραπεζικό σου απόρρητο. Έχε όσα θες. Δεν θέλουμε να ξέρουμε. Δεν θα ψάξουμε με αυτό τον τρόπο να βρούμε αν είσαι πλούσιος κι αν φοροδιαφεύγεις. Δεν θα ζητήσουμε συνεπώς να πληρώσεις το δικό σου μερίδιο. Θα το διαχύσουμε αλλιώς. Δεν χάλασε κι ο κόσμος.

Έλεγαν σήμερα στις ειδήσεις ο Παπαχελάς με τον Παπαδημητρίου, πως πρότεινε η Μπιρμπίλη στο Υπουργικό Συμβούλιο να πηγαίνουν να ψάχνουν ένα ένα τα σπίτια στην Εκάλη και να ρωτάνε με τι χρήματα τα απέκτησαν οι ιδιοκτήτες τους. Και γέλαγαν ο Αλέξης με τον Μπάμπη και κουνούσαν το κεφάλι κι εκείνη εκστασιασμένη τους κοιτούσε και ο Μπάμπης προσέθετε ότι για αυτό μας έχουν οι οίκοι αξιολόγησης σαν την Κούβα, αφού μυαλό Κούβας κουβαλάνε μερικοί υπουργοί μας.

Ωστόσο ας μην τρομάζουμε. Για να δείξουν τη λαϊκίστικη κατάπτωση του πολιτικού μας προσωπικού το είπαν, όχι στα σοβαρά. Στα σοβαρά τα σπίτια στην Εκάλη θα μείνουν ά - ά - αμπιρμπίλωτα, στα σοβαρά λεφτά στις τράπεζες του εξωτερικού υπάρχουν, απόρρητο τραπεζικό υπάρχει, η φορολογία πρέπει να αφορά οτιδήποτε άλλο, όχι πάντως τα χρήματα που κάποιος όντως έχει, αφού αυτό δεν κάνει να το ξέρουμε.

Ξενύχτησα στην πόρτα σου και σιγοτραγουδώ, αλλού είναι οι φορολογικοί παράδεισοι και η μεσοπρόθεσμη κόλαση εδώ.

Τετάρτη, Ιουνίου 08, 2011

Υπερψηφτύστε

(Λίγο πριν αρχίσει η συνεδρίαση)
(Κατά τη διάρκειά της)

Αποκλειστικό βίντεο από τη χθεσινή συνεδρίαση του Κοινοβουλευτικού Τομέα Εργασίας Οικονομικών του ΠΑΣΟΚ και την μεταχείριση που επεφύλαξαν οι βουλευτές στον Γιώργο Παπακωνσταντίνου. Το λουλούδι που ανοίγει τα μπουμπούκια του στο τέλος του βίντεο δεν είναι άλλο από το άνθος της συναίσθησης της κρισιμότητας των περιστάσεων, συναίσθησης που θα κάνει τους πτύοντες βουλευτές να ψηφίσουν -με βαριά αναντίρρητα καρδιά- το μεσοπρόθεσμο σε ένα άρθρο (ή ενδεχομένως και σε μισό αν αυτό κριθεί απαραίτητο για τη σωτηρία της χώρας, με κόκκινη πάντως γραμμή για άλλους το 1/4 και για άλλους το 1/8 του άρθρου). Αμέσως μετά την ψήφιση του, με επιστολή που ήδη συντάσσει η Εύα Καϊλή, ο Υπουργός Οικονομικών θα κληθεί για νέες εξηγήσεις σε συνεδρίαση με γενικό θέμα «Τι ήταν αυτό που μας έβαλες και ψηφίσαμε ενώ εμείς δεν το θέλαμε, δεν» και πάνω στο φτηνό πεδίο βολής του θα συνασκηθούν βρίζοντας ξένοι φαντάροι και ντόπιοι εκπρόσωποι του έθνους.

Ένδοξοι Μπάσταρδοι

H Mπάια αυτοπροσδιορίζεται ως «πολιτικό τσουλί». Είχε την έμπνευση ότι το «Κάντε έρωτα, όχι πόλεμο» μπορεί να εκλαμβάνεται όχι μόνο ως συμβολικό σύνθημα, αλλά και ως πρακτική συμβουλή: Κάντε έρωτα αντί πολέμου ιδεών. Μετατρέπει έτσι το κορμί της σε ένα «όπλο μαζικής καταστροφής δεξιών». Με το διάλογο δεν πείθεις κανένα να αλλάξει ιδέες, λέει. Τα λόγια αποδεικνύονται αδύναμα να αλλάξουν τις εγκατεστημένες μέσα μας ιδέες. Με το σώμα όμως, με τον έρωτα, με το σεξ αλλάζει το πράγμα. Ελάχιστα πριν φτάσει ο δεξιός σε οργασμό, η Μπάια αρχίζει να του υποβάλλει αριστερές, αντιρατσιστικές, ανθρωπιστικές ιδέες. Ο εγκέφαλος είναι πιο δεκτικός τότε, ισχυρίζεται, στο να του εντυπωθούν μηνύματα. Έχει και φωτογραφικό ντοσιέ με το πρακτικό αποτέλεσμα επί των κατακτήσεών της: Πριν - Μετά.

Αυτού του είδους το ανατρεπτικό κέφι χαρακτηρίζει συνολικά το «Πες μου το όνομά σου» Είναι μια ταινία ανάλαφρη και σοβαρή μαζί, κατορθώνοντας να μιλήσει με απροσδόκητη χαλαρότητα για την Γαλλία, την πολιτική, την πολυπολιτισμικότητα, θίγοντας ακόμη και ταμπού και επιλέγοντας το όχημα της κομεντί για να κοιτάξει από μια ασυνήθιστη οπτική γωνία θέματα που συνήθως τα κοιτάμε με κουστουμαρισμένο βλέμμα. Το «Πες μου το όνομά σου» δεν έχει πρόβλημα να κυκλοφορεί με βλέμμα γυμνό. Ο σκηνοθέτης Μισέλ Λεκλέρκ μνημονεύει ως επιρροή του τον Γούντι Άλεν και η αλήθεια είναι ότι η ταινία του έχει την ίδια επίδραση που έχουν οι καλές κομεντί του Άλεν: όπως και σε αυτές υπάρχουν και εδώ λίγες στιγμές πηγαίου γέλιου, αλλά όπως και σε αυτές είναι βασικά ζωγραφισμένο ένα χαμόγελο στο πρόσωπό σου, το χαμόγελο που σου προξενούν οι έξυπνες ατάκες κι οι έξυπνες καταστάσεις, οι οποίες δεν επιδιώκουν να σε κάνουν να ξεκαρδιστείς, αλλά να σε καταστήσουν προνομιακό συνένοχο ενός αληθινά πνευματώδους αστείου. Ταυτόχρονα όμως είναι μια κατεξοχήν ταινία ευρωπαϊκού πνεύματος, με την καλύτερη δυνατή έννοια του ευρωπαϊκού πνεύματος, του πνεύματος που θα πρέπει να συνεχίσει να ενσαρκώνει η Ευρώπη.

Το όνομα Μπάια Μπενμαχμούντ είναι το μοναδικό σε όλη τη Γαλλία. Αντίθετα το όνομα Αρτύρ Μαρτέν κυκλοφορεί σε δεκάδες χιλιάδες αντίτυπα. Ο Αρτύρ περασμένα σαράντα. Η Μπάια περασμένα είκοσι. Εκείνος από καθώς πρέπει πουριτανική οικογένεια. Εκείνη από οικογένεια με πατέρα Αλγερινό μετανάστη και μάνα αριστερη ακτιβίστρια, με αποτέλεσμα να ταϊζουν στο σπίτι τους κλοσάρ. Ωστόσο κι εκείνου η μαμά είναι παιδί Ελληνοεβραίων που μόλις είχαν βρεθεί στο Παρίσι και από εκεί βρέθηκαν στο Άουσβιτς. Η μαμά του περνά μια ζωή μέσα στην άρνηση και την απώθηση, σε βαθμό που να αποφεύγεται συστηματικά στο σπίτι τους κάθε κουβέντα για το ολοκαύτωμα ή τους γονείς της. Ενώ οι δύο «βέροι» Γάλλοι, ο πατέρας του Αρτύρ και η μητέρα της Μπάια παρουσιάζονται ο μεν πατέρας ως συνεπής του τρόπου που μεγάλωσε εκείνη ως αποστάτισσα, χωρίς πάντως να φέρουν κάποια εμφανή σημάδια καταπίεσης, υπάρχει ένα κοινό στοιχείο ανάμεσα στον Αλγερινό πατέρα και την Εβραία μάνα. Και οι δύο έχουν θέμα με τη χαρά. Τα παιδικά τους τραύματα κάνουν την μεν μάνα του Αρτύρ έναν παγωμένο, περίκλειστο και δια βίου τρομοκρατημένο άνθρωπο, ενώ ο πατέρας της Μπάια είναι ένα μίγμα αγιοσύνης με κόμπλεξ κατωτερότητας, με εσωτερικευμένο τον εις βάρος του ρατσισμό: ίσως απλά θέλει να προσφέρει, ίσως απλά θεωρεί ότι η χαρά δεν είναι για αυτόν, ότι δική του αποστολή είναι η προσφορά. Όταν η Μπάια μαθαίνει την καταγωγή του Αρτύρ ενθουσιάζεται: Οι δυο μας κάνουμε την τέλεια Γαλλία. Αν γίνουμε όλοι μπάσταρδοι, τότε και μόνο ο κόσμος μπορεί να απαλλαγεί από εθνικές καθαρότητες και πολέμους.

Όταν είναι να αγαπήσεις μια ταινία συνήθως το καταλαβαίνεις από την πρώτη σκηνή της. Αt first sight που λένε. Ο Αρτύρ μας πληροφορεί ότι στο Μουντιάλ η Νότια Κορέα είχε επτά Κιμ στην ενδεκάδα της και οι εκφωνητές πάθαιναν πανικό. Λίγες σκηνές μετά η Μπάια μπουκάρει σε ραδιοφωνικό στούντιο και του λέει ότι φοβόμαστε πια διαρκώς επιδημίες, πουλερικά, παπιά, αγελάδες και ότι δεν γίνεται να ζει κανείς φοβούμενος και παίρνοντας προληπτικά μέτρα για τα πάντα. Και στη συνέχεια σε όλη τη διάρκεια της (όταν η Μπάια ψηφίζει με λυγμούς Σιράκ στην αναμέτρησή του με τον Λεπέν, όταν ο Αρτύρ στην ερωτική σκηνή ντύνει το γυμνό της σώμα αντί να γδύσει το ντυμένο της, όταν οι γονείς του δοκιμάζουν το πρωτοποριακό τους τηλεκοντρόλ κλπ) καταλαβαίνεις ότι παρακολουθείς μια ταινία που κινείται σε μήκη κύματος που σου ταιριάζουν. Τελειώνοντας νιώθεις καλά. Το πώς ένιωθες πριν ξεκινήσει η ταινία ή το πώς θα νιώθεις το επόμενο πρωί εξαρτάται από τα τρέχοντα προβλήματά σου. Για ένα διάστημα όμως μετά την έξοδό σου από τον κινηματογράφο νιώθεις μια πρόσκαιρη αλλά συνολική ευφορία. Ειδικά αυτόν τον καιρό που ο περισσότερος κόσμος δεν νιώθει καλά, ένα θερινό διάλειμμα στο «Πες μου το όνομά σου» θα μπορούσε να είναι αναζωογονητικό. Πρόσκαιρα αλλά συνολικά.
(Κείμενο γραμμένο για το ελculture)

Δευτέρα, Ιουνίου 06, 2011

Τina killed the democratic star

Ψυχάρης εκβιάζει πολίτες («Υπό ορισμένες προϋποθέσεις μπορεί να προκληθεί τέτοια διασάλευση της τάξης που θα δικαιολογούσε έκτακτα μέτρα. Δηλαδή εκτροπή από τη συνταγματική τάξη. Αυτό θέλουν;»),

Κυβέρνηση εκβιάζει ΜΜΕ («Αγώνα στον οποίο οφείλουν εν πολλοίς την επιβίωσή τους και τα Μέσα Ενημέρωσης, καθώς η κατάρρευση της χώρας θα σήμαινε και τη δική τους κατάρρευση»),

από πέρσι τα διλήμματα έχουν πάψει να είναι πολιτικά και έχουν μετατραπεί σε ευθέως εκβιαστικά («Μνημόνιο ή δεν έχουμε να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις»)

και υπάρχει μια ευθεία - ευθύτατη - πιο ευθύτατη γραμμή δεν γίνεται ανάμεσα σε δύο φαινόμενα που έλαβαν χώρα την Κυριακή 5 Ιουνίου 2011: τον κόσμο που γέμισε τις πλατείες της Ελλάδας και τις πρώτες μη εκλογές που διεξήχθησαν σε ευρωπαϊκή χώρα, τις εκλογές στην Πορτογαλία.

Ήταν νομοτελειακό να φτάσουμε από το There is no alternative στις μη εκλογές, αφού οι εκλογές σήμαιναν πάντα επιλογές, η δημοκρατία σήμαινε πάντα εναλλακτικές. Oι επιλογές και οι εναλλακτικές εντός του συστήματος μάς τελείωσαν. Μαζί τους και τα πολιτικά διλήμματα. Κι έτσι πολίτες που έμαθαν να σκέφτονται ότι η Ιστορία τελείωσε από το 1989 βρίσκονται ενώπιον εκβιαστικών και μόνο διλημμάτων: «Κοίτα, είσαι ελεύθερος να ψηφίσεις ό,τι θες, είσαι ελεύθερος να ψηφίσεις όσο αριστερά κόμματα θέλεις, να ξέρεις απλά ότι για να παραμείνεις στο σύστημα στο οποίο σε μάθαμε πως είναι ο αυτονόητος τρόπος ζωής σου και να μην ανατιναχθεί στα εξ ων συνετέθη, οι επιλογές σου είναι να διαλέξεις τον τοπικό αχυράνθρωπο μας, τον εφαρμοστή του ήδη επιβληθέντος προγράμματός, να διαλέξεις κάτι που έχει τόση βαρύτητα όση το να ψηφίσεις ποιός θα παραμείνει και ποιος θα φύγει από το σπίτι του Big Brother».

Κι έχει σαν στάμπα τη ζωή μου σημαδέψει, ότι περνά, ότι περνά ο εκβιασμός.

Παρασκευή, Ιουνίου 03, 2011

Από τους αριθμούς και τις τεχνικές

Δεν ξέρω αν υπάρχει ο αντίστοιχος Όλι Ρεν «από τα γράμματα και τις τέχνες» της Ευρώπης που πιέζει για συναίνεση, αλλά και να μην υπήρχε οι 32 τον εφηύραν, αφού προϋπόθεση για να μπει η πλάτη, είναι να έχει μπει πρώτα ο Όλι στην ψυχή. Ολική δηλαδή, όνομα και πράγμα, εσωτερίκευση.

Τολμήστε λοιπόν. Τολμήστε να κάνετε τι, όμως; Η τόλμη για την οποία μιλάει η Κική Δημουλά είναι η τόλμη για την οποία μιλάει καιρό τώρα ο Γιώργος Καρατζαφέρης. Η τόλμη για την οποία μιλάει ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης είναι η τόλμη για την οποία μιλάει καιρό τώρα η Ντόρα Μπακογιάννη. Αυτοί είναι οι πρώτοι τολμητίες, αυτοί οι πρώτοι πλατοβάλτες και οι 32 οι καταϊδρωμένοι ουραγοί τους. Και φυσικά, ενάμιση χρόνο τώρα ο Γιώργος Παπανδρέου τι άλλο κάνει από το να τολμά, τι άλλο κάνει από το να διακηρύσσει καθημερινά αυτό ακριβώς το είδος της τόλμης;

Πολιτικά λοιπόν τι άλλο υποστηρίζει το κείμενο από το «Προς Θεού, κάν'τε ό,τι σας υπαγορεύουν οι δανειστές και μην διανοηθείτε να κάνετε οτιδήποτε διαφορετικό. Προς Θεού, η διαφοροποίηση σε αυτή τη χρονική συγκυρία είναι καταστροφή. Προς Θεού, ό,τι ντιρεκτίβα μας δοθεί πρέπει να εφαρμοστεί και μάλιστα χωρίς εσωτερικές ενστάσεις και διαφωνίες, πρέπει να εφαρμοστεί με συναίνεση εσωκομματική, διακομματική, διαθεσμική;».

Ως εδώ βέβαια δικαίωμά τους. Δικαίωμά τους να επιλέγουν να βλέπουν τα πράγματα αποκλειστικά και μόνο από μια σκοπιά, τη σκοπιά της ανάγκης διατήρησής μας εντός της ευρωζώνης, χωρίς να κάνουν τον παραμικρό λόγο για οποιαδήποτε άλλη παράμετρο του προβλήματος, αφού είναι ο σκοπός τόσο ιερός που αξίζει κάθε μα κάθε θυσία. Δικαίωμά τους να μιλούν και στο όνομα των νέων που καλούνται τώρα να βάλουν και αυτοί πλάτη με μισθούς ούτε καν πείνας. Δικαίωμά τους γιατί μπορεί να σου αντιπροτάξουν πως στην εναλλακτική οι μισθοί δεν θα είναι καν δίψας. Έτσι είναι η πολιτική οπτική εκ των πραγμάτων: αμφισβητήσιμη.

Δικαίωμά τους άρα να υπογράφουν ένα τέτοιο κείμενο από πλευράς περιεχομένου, αλλά δεν ξέρω πόσο δικαίωμά τους είναι να υπογράφουν αυτοί ένα τέτοιο κείμενο από πλευράς μορφής. Υπογράφοντάς το, δεν νομιμοποίησαν μόνο όσα λέει αλλά και τον τρόπο που τα λέει. Και για αυτόν τον τρόπο, για αυτήν την μορφή είναι υπόλογοι. Δεν το λέω μεταφορικά αλλά κυριολεκτικά: αρχίζοντας να το διαβάζω από ένα σημείο και ύστερα στα αυτιά μου ακουγόταν η φωνή του Γιώργου Παπανδρέου. Ο οποίος Πρωθυπουργός εκλέχτηκε και όχι λογοτέχνης και ο οποίος όταν μιλάει ξύλινα, μιλάει εν πάση περιπτώσει ακολουθώντας μια παράδοση δεκαετιών. Και μάλιστα μιλάει, δεν γράφει. Οι 32 -ή εν πάση περιπτώσει οι «από τα γράμματα και τις τέχνες» εξ αυτών- τι δικαιολογία έχουν για το ότι «δεν υπάρχει πρόταση που να μην ισχύει μέσα στην απόλυτη γενικότητά της, εξ ου και το συναίσθημα της πλήξης που δημιουργεί το όλον»;

Ίσως τη δικαιολογία πως μολονότι από τα γράμματα και τις τέχνες προερχόμενοι, κλήθηκαν να υποστηρίξουν τους αριθμούς και τις τεχνικές, όπως είναι το πνεύμα της εποχής, με τη χροιά της φωνής που έχουν οι δυνάμεις του μη λαϊκισμού και της μη ανευθυνότητας, καθρεφτίζοντας την ηχώ του Εωσφόρου στον βυθό του τεχνοκρατικού, τραπεζοκρατικού και νομισματοκεντρικού ευρωπαϊκού Θεού στον οποίο ομνύουν.

Τετάρτη, Ιουνίου 01, 2011

To Άπειρο κατά πρόσωπο

Αν «Το Δέντρο της Ζωής» κατόρθωνε να ανταποκριθεί πλήρως στις δικές τoυ φιλοδοξίες, τότε θα μιλούσαμε για μια ταινία ορόσημο στην ιστορία του κινηματογράφου, ακριβώς επειδή βάζει τον πήχη των φιλοδοξιών ψηλότερα από τον καθένα. Kι όχι μόνο ψηλότερα, αλλά και παλαιότερα από τον καθένα, αφού ούτε λίγο ούτε πολύ κοιτάζει το Βig Bang κατά πρόσωπο, το Άπειρο κατά πρόσωπο, τον Θεό κατά πρόσωπο. Ξεκινάει από μια εντελώς προσωπική ιστορία, την τραγική στιγμή που μια μάνα και ένας πατέρας πληροφορούνται το θάνατο ενός παιδιού τους και λίγα λεπτά μετά την έναρξη, η επίκληση της μάνας στον Θεό στρέφει την κάμερα από την γη στον ουρανό, από την μικρή ιστορία στην μεγάλη, την Μεγαλύτερη Ιστορία που Ειπώθηκε Ποτέ, μόνο που αυτή δεν είναι η Ιστορία του Χριστού, αλλά η Ιστορία της γέννησης του κόσμου, η Ιστορία της δημιουργίας ζωής πάνω στη γη. Αυτό που κάνει ο Μάλικ δεν είναι μόνο ολότελα αντισυμβατικό και ολότελα θρασύ, είναι και δυνάμει αυτοκαταστροφικό, αφού πρόκειται για μια επιλογή που μπορεί άνετα να σε καταστήσει περίγελο και ο κρότος από την πτώση σου να είναι κοσμικών διαστάσεων. Κι όμως το τολμά, και ακόμα και αν δεν του βγαίνει σε απόλυτο βαθμό -που, όχι, δεν του βγαίνει- δεν μπορείς παρά να δείξεις σεβασμό στην τόλμη του. Moλονότι οι περισσότερες από τις εικόνες δημιουργίας του κόσμου είναι αυτοτελώς εντυπωσιακές, το πράγμα χαλάει κάπου στη σύνθεσή τους, στην παράθεση της μίας δίπλα στην άλλη: διαρκούν περισσότερο από όσο θα έπρεπε, το κομμάτι αυτό της ταινίας θα έπρεπε να είναι πιο σύντομο, πιο σφιχτό, να πει την ίδια ιστορία πιο λακωνικά, με λιγότερο αυτοθαυμασμό για το δέος των εικόνων που πετάει πάνω στον θεατή.

Οι σκηνές που επιστρέφουμε από την ιστορία της γέννησης του κόσμου στην ιστορία που ο Μπραντ Πιτ με την Τζέσικα Τσαστέιν σμίγουν και φέρνουν στον κόσμο τα παιδιά τους, καθώς αυτά από πλάνο σε πλάνο μεγαλώνουν, δεν είναι μόνο οι καλύτερες της ταινίας, είναι και σκηνές ανθολογίας. Το μοντάζ τους είναι υποδειγματικό, είναι σαν ένα συμπυκνωμένο home movie, όπως πριν είχαμε ένα home movie της γέννησης του κόσμου. Οι σκηνές αυτές αρκούν από μόνες τους για να δικαιώσουν την ταινία, όσες αντιρρήσεις και αν έχεις για τα υπόλοιπα τμήματά της. Και μπορεί ένα βασικό μειονέκτημα της να είναι ότι δεν κατορθώνει να δημιουργήσει μια σκηνή συγκίνησης που θα προκύψει μέσα από ιστορία της συγκεκριμένης οικογένειας, αλλά στο κομμάτι αυτό η συγκίνηση έρχεται μέσα από σκηνές πανανθρώπινες. Όχι από την ιδιαιτερότητα μιας συγκεκριμένης ιστορία, αλλά από την δυνατότερη κοινή ανθρώπινη ιστορία: γέννηση, το ποδαράκι του μωρού στο χέρι του πατέρα, τα πρώτα βήματα, ένα παιδάκι που κοιτάει το βρέφος αδελφάκι του στην αγκαλιά της μαμάς τους.

Μεγάλο κομμάτι της ταινίας διαδραματίζεται ένα καλοκαίρι της δεκαετίας του 50 στο Τέξας. Τα τρία αγόρια έχουν μεγαλώσει, είναι από 11 έως 7 ετών. Ο Μπραντ Πιτ είναι ο αυστηρός πατέρας που τους πειθαρχεί και τον φοβούνται, χωρίς όμως να κάνει και τίποτα υπερβολικά σκληρό, ενώ και τα συναισθήματά του είναι αναμφίβολα τα καλύτερα. Στον τρόπο του υπάρχουν τα προβλήματα. «Να μην είστε μαλακοί γιατί θα σας πατήσουν στη ζωή», τα διδάσκει. Αντίθετα η μάνα τους, τους λέει να αγαπούν όχι μόνο όλους τους ανθρώπους, αλλά και το κάθε φύλλο στα δέντρα, τη κάθε σταλιά βροχής, τα πάντα όλα. Η ανταρσία των γιών - ανθρώπων απέναντι στον πατέρα - Θεό. Η σχέση αγάπης και μίσους. Η σχέση φόβου και εξουσίας. Σκέψεις πατροκτονίας - θεοκτονίας.

Η παρουσία του Σον Πεν (που υποδύεται τον ένα γιο στη σημερινή εποχή) είναι διακοσμητική, στερείται εντελώς ρόλου, δεν έχει κάποιο ευδιάκριτο λόγο ύπαρξης, ενώ οι σκηνές του φαίνονται αταίριαστες με το όλο κλίμα της ταινίας. Το δε οραματικό φινάλε στο οποίο έχει κεντρικό ρόλο χαλάει ακόμη περισσότερο τα πράγματα. Ένα άλλο μείον της ταινίας είναι πως από το πρώτο ως το τελευταίο της λεπτό είναι βαριά έως και βαρύγδουπη. Ο τόνος δεν παύει στιγμή να είναι βιβλικός, αρχετυπικός, λες και δεν κάνει να χαλαρώσει δευτερόλεπτο (ούτε στο παιχνίδι των παιδιών ας πούμε, που και αυτό με βάρος κινηματογραφείται, πανέμορφο βάρος, αλλά βάρος).

Δεν μπορώ να πω πως πολυκατάλαβα την φιλοσοφία του Μάλικ για το δίπολο Φύση - Χάρις, τα αρχικά αποσπάσματα για τον Ιώβ, τη θέση του προσωπικού κακού μέσα στην Ιστορία του κόσμου ή για ποιόν ακριβώς λόγο ο Σον Πεν μοιάζει τόσο αλλοτριωμένος. Μου διαφεύγει συνολικά αυτό που ήθελε να πει η ταινία. Ίσως όταν την ξαναδώ να κατανοήσω καλύτερα την κεντρική της ιδέα. Αλλά σε κάθε περίπτωση το σημαντικό δεν είναι το μήνυμα που περνούν οι ιδέες της, αλλά η ομορφιά που μεταφέρουν οι εικόνες της. Πριν, μετά και πέρα από τα επιμέρους μηνύματα των ταινιών του, ο Μάλικ είναι αθεράπευτα μαγευμένος από τη φύση, την οποία σκηνοθετεί μυσταγωγικά. Και το γεγονός πως η σύνθεση των επιμέρους τμημάτων της ταινίας δεν είναι η πλέον επιτυχημένη, δεν αναιρεί ότι μέσα σε αυτά τα επιμέρους τμήματα υπάρχει άφθονος χώρος για εικόνες που σε ευφραίνουν. Μια ταινία μεγαλειώδης και μάλλον αποτυχημένη, μάλλον αποτυχημένη αλλά και μεγαλειώδης.
(Kείμενο γραμμένο για το ελculture)