Πέμπτη, Ιουλίου 16, 2015

Να 'μαστε πάλι εδώ Ανδρέα

Δεν είμαι βουλευτής ώστε να ήμουν υποχρεωμένος να αναμετρηθώ με κάποιο υπαρξιακό δίλημμα. Δεν είμαι καν μέλος κανενός κόμματος. Είμαι όμως ένας άνθρωπος που έβαλα μπροστά μου πεντέμιση χρόνια έναν μεγάλο κακό που τον είπα μνημόνιο και τον μίσησα και τον πολέμησα λεκτικά και που έγινε μέρος της σκέψης μου, της ταυτότητάς μου, της ζωής μου. Είμαι ένας άνθρωπος που κατεξοχήν θεώρησα ότι ο μεγάλος εχθρός είναι η «πραγματικότητα», ότι αυτή είναι μια πολιτική κατασκευή, ότι το ΤΙΝΑ είναι ένα είδωλο που λατρεύουν οι Γεωργιάδηδες, οι Βενιζέλοι, οι Πρετεντέρηδες και οι Μπογδάνοι. 
Το χειρότερο, είμαι ένας άνθρωπος που ακούω χθες την πύρινη ομιλία της Κωνσταντοπούλου και ναι, συγκινούμαι εν μέρει, αλλά την ίδια ακριβώς ώρα αναρωτιέμαι: όλα αυτά συνεπάγονται τελικά τι;
Το χειρότερο, είμαι ένας άνθρωπος που ακούω χθες τον Τσίπρα να προσπαθεί να κάνει το άσπρο μαύρο, έχοντας τελικά ως όπλο στην φαρέτρα του τι; Ότι το προσπάθησε ως το τέρμα και το πήγε ως εκεί που δεν πήγαινε και τώρα δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική; Πώς να θυμώσω με αυτό, αφού αυτό ήθελα κι εγώ, να δω πού θα οδηγούσε η έμπρακτη αμφισβήτηση του μονοδρόμου τους; Κι εκεί οδηγεί τελικά; 
Και ταυτόχρονα πώς να μην θυμώσω με αυτό, αφού αν η αρχική στρατηγική σύλληψη είναι πως ναι μεν δεν θέλουμε εμείς να βγούμε από την ευρωζώνη αλλά ταυτόχρονα δεν το θέλουν κι εκείνοι, κι άρα τελικά μπορεί να μην χορέψουν στα νταούλια μας, αλλά θα κάνουν υποχωρήσεις και θα πάρουμε κάτι αρκετά ως πολύ καλύτερο από αυτό που έπαιρναν οι προηγούμενοι, κάτι που δεν θα μοιάζει με μνημόνιο,
κατά τη δική τους πλέον ομολογία γνώριζαν από τον Μάρτιο από πρώτο χέρι ότι αυτό δεν ισχύει, ότι ισχύει το ακριβώς αντίθετο, ότι ένας ισχυρότατος, αν όχι και ο κύριος, παίκτης, αντί να τρέμει την έξοδό σου, την επιθυμεί και την επιδιώκει.
Αν η αρχική στρατηγική μας ήταν να τραβήξουμε το σχοινί ως την άκρη ώστε να πάρουμε όσα περισσότερα μπορούμε, πώς είναι δυνατόν να παρέμεινε η ίδια, όταν ο κύριος παίκτης της απέναντι πλευράς τρεφόταν από το τράβηγμα του σχοινιού κι έκανε κι ο ίδιος ό,τι μπορούσε ώστε να καταστήσει αδύνατο κάθε ενδιάμεσο ανεκτό συμβιβασμό, φέρνοντας κι ο ίδιος τα πράγματα στο όλα ή τίποτα. Αλλά όλα υπέρ του. 
Και να που η μεγάλη ειρωνεία είναι πως την προηγούμενη Κυριακή έχουν πραγματοποιηθεί σχεδόν όλα θα ήθελε η δική μας πλευρά. Δεν υπάρχει πια μέτωπο εναντίον μας, έχει επέλθει έστω και προσωρινά ρήγμα, έχουν έρθει με το μέρος μας αρκετοί. Αλλά με το μέρος μας πώς; Για να πάρουμε κάτι καλό; Όχι. Για να πάρουμε το εξοντωτικό και να μην εξοντωθούμε άτακτα. Κι όλο αυτό το λέμε πραξικόπημα. Και είναι. Και το νομιμοποιούμε κοινοβουλευτικά πουλώντας το ταυτόχρονα ως αποτροπή του. Και αυτή η αδιανόητη εκδοχή του αριστερού μνημονίου και της για μια ακόμη φορά- κι αυτή τη φορά βαρύτερα παρά ποτέ- υποταγής της δημοκρατίας και της εθνικής ανεξαρτησίας, έρχεται να υπερασπίσει τον εαυτό της λέγοντας, να, αυτές οι τρεις επιλογές υπάρχουν, αν προτιμάτε τις άλλες δύο πείτε το μου. Και πώς να το πούμε; Πώς να μη γίνουμε ΓΑΠ και Σαμαράδες και Βενιζέλοι, πώς να μην πούμε ότι η χώρα δεν κάνει να καταστραφεί; Και πώς να μη γελάνε θριαμβευτικά και δικαιωμένα όλα τα καθάρματα του παλιού κατεστημένου; Πώς να μην λένε ότι η δεξιά είναι για να κυβερνάει και η αριστερά για να λέει ωραία μεγάλα λόγια σαν αυτά τα χθεσινά της Ζωής; Και τώρα ποιός κυβερνάει; Η αριστερά ως δεξιά; Η αριστερά που έδωσε την τεράστια μάχη της προσπαθώντας να πετύχει το ακατόρθωτο, αφήνοντας το ισχυρότατο στίγμα της παγκοσμίως, έχοντας σπείρει τους σπόρους της, και τώρα ταπεινωμένη μεν αλλά ακόμη τίμια, θα τα βάλει με τη ντόπια σαπίλα προσπαθώντας να εξιλεωθεί σε αυτό το μέτωπο; Ας γελάσω; Ας κλάψω; Ας πάψω επιτέλους να ωρύομαι; Ας ζητήσω συγγνώμη από τα ντόπια καθάρματα για πεντέμιση χρόνια οργής; Ας παραδοθώ κι εγώ στην πραγματικότητα; Ας πάω στον Ράμφο να μου εξηγήσει γιατί με ενοχλεί τόσο; Ας παραδεχθώ πως όλο αυτό ήταν κάπως προδιαγεγραμμένο και πως σε έναν κόσμο που λειτουργεί με έναν τρόπο δεν θα ήταν ποτέ δυνατό μια χώρα να κατάφερνε να λειτουργήσει αλλιώς, όσο τουλάχιστον επιθυμούσε να παραμείνει εντός του;
Κι όμως η ίδια η προ εξαετίας πραγματικότητα και μερικές βασικές συντεταγμένες της έχουν ήδη αλλάξει με πολιτικές αποφάσεις. Μόνο που είναι πολιτικές αποφάσεις των ίδιων των διαχειριστών του συστήματος. Μόνο που είναι μετατροπές της πραγματικότητας προκειμένου να κερδίσει το σύστημα ως έχει μερικά ακόμη χρόνια ζωής. Και μετά βλέπει. 
Όλοι αυτοί οι πρόσφυγες στις ακτές, τα νησιά, τις πόλεις μας. Όλος αυτός ο ξεριζωμός. Όλη αυτή η καταστροφή στα δικά τους μέρη. Όλη αυτή η κάτω του οριακού συνθήκη. Όλο αυτό το μέλλον μας. Που δεν το εισάγουμε. Που πια το παράγουμε έχοντας χρεοκοπήσει, έχοντας αποδεχθεί ότι ο μονόδρομός μας είναι ο κάτω του οριακού, αφού όλοι οι άλλοι δρόμοι είναι απαράσκευοι, εν πολλοίς αδιανόητοι, εν πολλοίς να είχαμε να τους λέγαμε και να φτιαχνόμαστε από αριστερά, όσο η εξουσία θα ασκείται πάντα δεξιά.

Δευτέρα, Ιουλίου 06, 2015

Το μνημόνιο έχασε

Εμένα χθες βράδυ μου διαψεύστηκε μια βασική αντίληψη που είχα για αυτό που λέμε «μέσος Έλληνας». Αν αυτό το 61,31% είχε επιτευχθεί με τις τράπεζες ακόμη ανοιχτές και με μια στοιχειώδη κανονικότητα, πολλά θα μπορούσα να τα δω αλλιώς. Τώρα νιώθω μόνο δέος για μια απόφαση η οποία δεν μπορεί να βολευθεί στα συνήθη επίθετα, καθώς αποτελεί κάτι εντελώς ασύνηθες, κάτι εντελώς ανυψωτικό, κάτι εντελώς γενναίο. 
Είχα γράψει πριν δυο χρόνια ένα κείμενο με τίτλο «Το μνημόνιο νίκησε». Ε, χθες, το μνημόνιο έχασε. Οριστικά και αμετάκλητα. Έχασε επειδή εξήντα ένας στους εκατό ψηφοφόρους είπαν όχι πως δεν φοβόμαστε άλλο πια, αλλά πως παρόλο το φόβο μας αξιολογούμε άλλα αγαθά ως σημαντικότερα. Χθες η Ελλάδα δεν είπε πως την χαλάει το δυτικό καταναλωτικό πρότυπο ζωής, είπε όμως πως δεν τελείωσε η Ιστορία σε αυτό, πως δεν είναι αυτό η αρχή και το τέλος των πάντων, πως υπάρχουν και άλλου είδους νοηματοδοτήσεις στη ζωή μιας δυτικής κοινωνίας, πως ακόμη κι αν το γουστάρει, πάντως δεν το γουστάρει τόσο πολύ ώστε να εκπέσει στην εθελοδουλεία, πως ό,τι είχε να δώσει από φόβο το έδωσε. Πως είναι πια ελεύθερη, όπως μόνο εκείνος που αναδέχεται το κόστος της επιλογής του μπορεί να είναι. 
Δεν έληξε μόνο τυπικά το καθεστώς των μνημονίων πριν λίγες μέρες. Έληξε και ουσιαστικά χθες. Ό,τι ξεκίνησε από σήμερα, ό,τι θα ακολουθήσει από αύριο διαπραγματευτικά κι όπου κι αν οδηγήσει, ακόμη και σε βαρύτερο οικονομικό πρόγραμμα με βαρύτερους όρους επιτήρησης, μνημόνια δεν υπάρχουν πια. Τέλειωσαν. Τα ισοπεδώσαμε με 61,31% εν μέσω κλειστών τραπεζών και αδιανόητης προπαγάνδας.
Αυτό που θα ξεκινήσει από αύριο είναι κάτι καινούριο. Κι αν τελικά οδηγηθούμε σε κάποιου είδους συμφωνία, φυσικά και ο καθένας μπορεί να συγκρίνει τα μέτρα και να κάνει τις εκτιμήσεις του και τις αποτιμήσεις του για το τι κερδήθηκε και τι χάθηκε. Αλλά όπως η κριτική ήταν ότι πέντε μήνες τώρα η κυβέρνηση έπαιζε με τις λέξεις διατηρώντας ακέραια την ουσία των πραγμάτων, είναι στο μυαλό μου εντελώς σαφές ότι η ουσία των πραγμάτων έχει από την Κυριακή του δημοψηφίσματος αλλάξει πια.
Και η ουσία των μνημονίων δεν ήταν μόνο το είδος των μέτρων. Ήταν εξίσου και το «Πάρ΄τα θέλοντας και μη, επειδή δεν έχεις καμία άλλη επιλογή». Ε, η άλλη επιλογή πραγματώθηκε χθες το βράδυ. Και ήταν ΟΧΙ. 
Άρα αν φτάσουμε σε υπογραφή συμφωνίας, θέλετε να την πείτε τρίτο μνημόνιο, πείτε την. Αλλά και να την πείτε δεν θα είναι. Τα μνημόνια χθες πέθαναν. Από αύριο δεν έχουμε επιστροφή στα γνωστά συμβολικά πεδία του μνημονιακού ζόφου. Από αύριο τα γιούρογκρουπ και οι σύνοδοι κορυφής ξαναγίνονται πεδία διαβούλευσης, που είτε θα οδηγήσουν κάπου είτε όχι, την Ιστορία που γράφτηκε την 5η Ιουλίου του 2015 δεν μπορούν να την αγγίξουν.
Και προσωπικά πιστεύω πως έχοντας γεμίσει πια από ηρωισμό, μπορούμε τώρα να καταφύγουμε χωρίς ενοχές στον πραγματισμό.
Και ξέρω πως η τελευταία φράση είναι μια φράση που θα μου ταίριαζε περισσότερο να την είχα γράψει ειρωνικά ή έστω αμφίσημα. Αλλά την εννοώ.

Σάββατο, Ιουλίου 04, 2015

Σαν κεντρικός σας τραπεζίτης

Δεν ξέρω γιατί ακόμα και τώρα πρέπει να χρησιμοποιείται εκ μέρους του Τσίπρα μια ρητορική τύπου «Θα έχω συμφωνία μέσα σε 48 ώρες». Δεν μου αρέσει αυτή η ρητορική, δεν βλέπω πού εδράζεται, ή, αν θέλαμε να δεχθούμε ότι εδράζεται κάπου, θα πρόκειται για μια συμφωνία προφανώς καθόλου μα καθόλου εύκολη. Θέλω δηλαδή να πω, πως αν υπήρχε τέτοιο ενδεχόμενο φαστ τρακ συμφωνίας, θα ήταν επειδή θα υποχωρούσαμε εμείς τρελά και όχι επειδή θα υποχωρούσαν οι δανειστές μπροστά στο «Όχι».
Δεν ξέρω γιατί πρέπει να χρησιμοποιούνται φράσεις του στυλ «Για καταθέσεις θα μιλάμε τώρα, εδώ αγωνιζόμαστε για υψηλά ιδανικά», σαν αυτή που περίπου είπε η Κωνσταντοπούλου. Μπορεί να εκστομίζονται ως υπερασπιστικές των φτωχότερων στρωμάτων ή / και των μη αποτιμήσιμων σε χρήμα αξιών, ωστόσο αν κατ' εμέ δείχνουν κάτι είναι παραδόξως ένας αντουανετισμός, καθώς κάτι εντελώς ζόρικο έχει συμβεί στη χώρα και τους πολίτες της την τελευταία εβδομάδα και το να το υποτιμούμε δεν ξέρω ποιόν ωφελεί.  
Ξέρω πως προσωπικά θα ψηφίσω «όχι»,
όχι θεωρώντας συγκριτικά πολυτελείς τις ουρές στα ΑΤΜ μπροστά στις ουρές στα συσσίτια,
όχι ελπίζοντας πως οι συμφωνίες που θα αναγκαστεί να υπογράψει η κυβέρνηση θα έχουν χαρακτηριστικά θριάμβου,
όχι πιστεύοντας πως με όρους οικονομικούς θα είναι οπωσδήποτε καλύτερες από εκείνες που θα υπέγραφε πριν, αν δεν είχαν συμβεί όλα αυτά, ενδεχομένως πια θα είναι και χειρότερες,
όχι, τέλος, χωρίς φόβο για το πόσο θα τραβήξουν ως τα απόλυτα άκρα οι δανειστές το σχοινί. 
Αλλά επειδή ακριβώς το τραβάνε και το ξανατραβάνε και το ξανατραβάνε τόσα χρόνια τώρα και μας γάμησαν το είναι με όλους τους δυνατούς τρόπους και άρα όχι μόνο τους οικονομικούς, αν αυτή είναι η τελική τους απόφανση στον τρόπο που αντιλαμβάνονται τον τρόπο τιμωρίας της δημοκρατικής βούλησης ενός λαού, so fucking be it.
Δεν μπορώ στον πόλεμο να είμαι με τον αντίπαλο, όσο πιο συντριπτικά ισχυρός κι αν είναι, κι όσο απόλυτα βλακώδες κι αν είναι να πάω να συγκρουστώ μαζί του και να σβήσω. 
Μα δεν είναι πόλεμος; Μα είναι απλά οικονομικές διαπραγματεύσεις;
Ας το αποδείξουν λοιπόν. Μετά από ένα «Όχι» ας αποδείξουν πως ακούνε κιόλας και πως δεν θέλουν να εξοντώσουν παραδειγματικά κάθε υποψία αντίθετης πολιτικής γραμμής από την μία και μόνη. 
Αντίθετα μετά από ένα «Ναι» το μόνο που μας περιμένει είναι εκ των πραγμάτων μια περίοδος όπου όλοι θα είμαστε ηττημένοι, όπου το πολιτικό σκηνικό θα βουλιάξει εκ των πραγμάτων σε μακρά αστάθεια, όπου θα έχουν νικήσει εκείνοι που έχουν τα ασύμμετρα όπλα και έξω απ' τη χώρα και μέσα σε αυτή, σε μια δημοκρατία που θα συνθηκολογήσει ελλείψει ρευστού, σε μια δημοκρατία που της λένε ότι από Δευτέρα τελειώνουν τα λεφτά, όχι πια μεταφορικά, αλλά και κυριολεκτικά, εκτός κι αν ψηφίσουμε αυτό που θέλει ο Σκάι, οπότε ο Ντράγκι θα μας πει ζήστε λίγο ακόμα, πάρ'τε λεφτά, εγκρίνω σαν κεντρικός σας τραπεζίτης αυτό που αποφασίσατε, δικαιούστε να μην κυλήσετε στο χάος.