The Bonfire of the Vanities
ΑΝΑΒΑΛΕ ΓΙΑ ΛΙΓΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΣΟΥ, ΓΙΑ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ. ΙΣΤΟΡΙΕΣ, ΑΜΑΡΤΙΕΣ & ΜΕΓΑΛΑ ΛΑΘΗ («Οι σχολιαστές σημειώνουν σ' αυτό το χωρίο: Η ορθή αντίληψη ενός ζητήματος και η παρανόηση ενός ζητήματος δεν αποκλείονται αμοιβαίως». Φραντς Κάφκα, "Η Δίκη").
Είδα τις τελευταίες μέρες στο dvd τον δεύτερο κύκλο του «LOST» και το «VΟLVER». Όσο κι αν το ένα είναι σίριαλ και το άλλο Αλμοδοβάρ, θεωρώ ότι τα κριτήρια του έργου τέχνης τα πληροί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό το πρώτο από το δεύτερο· γιατί πρόκειται για Αλμοδοβάρ ψιλοβαριεστημένο, ψιλοτσαπατσούλικο, ψιλοηθικοπλαστικό, που σώζει βέβαια τελευταία στιγμή στο τέλος την παρτίδα εξαιτίας του μεγέθους του ταλέντου του στο σενάριο, αλλά πάντως για έναν Αλμοδοβάρ που φαίνεται να ψιλοσκοντάφτει, μην επιδεικνύοντας την «misma pasión», το ίδιο πάθος, που υποσχέθηκε στο τέλος της προηγούμενης ταινίας του. Ανθρώπινο (όπως θα έλεγε κι ένας φίλος), απολύτως ανθρώπινο και καθόλου ανησυχητικό, απλά προξενεί λίγο έκπληξη ότι η δύναμη της αδράνειας συμπαρασύρει και φέρνει εγκωμιαστικές κριτικές και βραβεία σε μια από τις πιο αδύναμες ταινίες του δημιουργού της.
H ιστορία του ποδοσφαίρου μπορεί να έγραψε ότι η Μίλαν πήρε το έβδομο πρωταθλητριών της, αλλά η ιστορία της πόλης θα γράψει ότι τον Μάιο του επτά η Αθήνα είχε μια στενή επαφή τρίτου τύπου με το φαινόμενο «Λίβερπουλ». Ίσως μια μέρα ξεχάσουμε ποιός πήρε το κύπελλο, αλλά πώς να ξεχάσουμε ότι στον τελικό έπαιξε η Λίβερπουλ; Πώς;
Όταν τον έπιασαν και τον έβγαζαν πισθάγκωνα έξω, το πρόσωπο του Τζίμυ έλαμπε σαν μετά από οργασμό, τον οργασμό ενός τρελού.
Περνώντας τον πρώτο έλεγχο των εισιτηρίων και μπαίνοντας στον περίβολο του σταδίου είδα συγκεντρωμένους καμιά δεκαπενταριά σκουρόχρωμους, πιθανότατα Πακιστανούς, με καρτελάκι διαπίστευσης κρεμασμένο στο λαιμό. Φυσικά παραξενεύτηκα· μέχρι να παρατηρήσω και τις μαύρες πλαστικές σακκούλες δίπλα τους. Κάποιος τότε τους έδωσε εντολή και κινήθηκαν όλοι μαζί προς το γήπεδο, σαν σιωπηλός και αστοίχητος στρατός.
Ακολουθεί ένα ακόμη αμιγώς ποδοσφαιρικό ποστ, προς δικαίωση προχθεσινού σχολιαστή που εύστοχα παρατήρησε ότι ασχολούμαι κυρίως με το ποδόσφαιρο.
Στο εντελώς εύλογο ερώτημα «Επιτέλους, τι πίνει ο Ντέιβιντ Λιντς και δεν μας δίνει», η πιο πιθανή απάντηση είναι «Απολύτως τίποτα». Δεν υπάρχει μεγαλύτερος μαστούρης από τον άνθρωπο που είναι δία βίου βυθισμένος στις σκέψεις του. Όταν το να σκέφτεσαι σου γίνεται τρόπος ζωής, όταν σκέφτεσαι και σκέφτεσαι και σκέφτεσαι, μέρες, μήνες, χρόνια, δεκαετίες, όταν σκέφτεσαι ενεργητικά, εξετάζοντας το καθετί από την αρχή προκειμένου να τo αποδεχθείς και νομιμοποιήσεις ή αντίθετα να τo αρνηθείς και ξεπεράσεις, να τo αποδεχθείς ή αρνηθείς με τα δικά σου κριτήρια και όχι επειδή έτσι το βρήκες και επειδή έτσι λένε όλοι ότι πρέπει να είναι, όταν αποφασίζεις πως περισσότερη σημασία έχει ο εσωτερικός σου διάλογος από τις κουβέντες με ανθρώπους που μιλούν για να μιλήσουν, όταν με άλλα λόγια αφοσιώνεσαι στον κόσμο του μυαλού σου χρησιμοποιώντας τον εξωτερικό κόσμο περισσότερο ως ερέθισμα για το πνεύμα σου και λιγότερο για οτιδήποτε άλλο, όταν παραδίδεσαι στους λαβυρίνθους του εγκεφάλου σου, τότε μπορεί κάποια στιγμή να ταξιδεύεις όπως ο Λιντς στις ταινίες του από το ένα δωμάτιο στο άλλο, χωρίς ο υπόλοιπος κόσμος να διακρίνει στο ταξίδι σου αυτό λογική, ειρμό και νόημα.
Συνελήφθη τις πρώτες πρωινές ώρες, με την κατηγορία της προσβολής της δημοσίας αιδούς, άνδρας, αγνώστων λοιπών στοιχείων, ο οποίος στεκόταν έξω από μαγαζιά γυναικείων υποδυμάτων και ικανοποιούσε αρειμανίως τον εαυτό του, αφήνοντας πάνω στις βιτρίνες δαχτυλιές αριστερής χειρός και γενετικό υλικό. Ο δράστης επικαλέστηκε βρασμό ψυχικής ορμής, το αρμόδιο τμήμα της αστυνομίας όμως έχει συγκεντρώσει στοιχεία, που καταδεικνύουν ότι τα τελευταία χρόνια δεκάδες άλλες παρόμοιες βιτρίνες έχουν πέσει θύμα των διεστραμμένων του ορέξεων. Εκτιμάται πως, υπό το φως του αποδεικτικού αυτού υλικού, η μόνη αξιοπρεπής υπερασπιστική γραμμή που του απομένει είναι εκείνη που συνοψίζεται στις λέξεις «Μου κουνήθηκαν».
Στα πρώτα του σεμνά και ταπεινά βήματα, ετούτο εδώ το ιστολόγιο, αποπειρώμενο προ διετίας να εξερευνήσει τα απόκρυφα αίτια του βραχνιάσματος του Ταμπάκη, έγραψε μεταξύ άλλων: «το trash της Αννίτας Πάνια είναι μακράν πιο συμπαθητικό από τα υπόλοιπα. Αφενός πρωτοπόρησε όταν οι υπόλοιποι ακόμη μεγαλοπιάνονταν, καθωσπρέπειζαν ή ακκίζονταν με κορομήλεια σόου, αφετέρου δεν αρνήθηκε ποτέ τον εαυτό του, δεν απέκρυψε ποτέ και δεν διεκδίκησε για τον εαυτό του τίποτα άλλο από το status του σκουπιδιού και κυρίως, μολονότι είχε ως πρώτη ύλη τα πάσης φύσεως ψώνια, μολονότι τράφηκε και κονόμησε απ΄ αυτά, ποτέ δεν τα αντιμετώπισε αφ’ υψηλού, ποτέ δεν τα διακωμώδησε χυδαία, αντίθετα, μάλλον διέξοδο εκτόνωσης τους πρόσφερε».
Aντιγράφω από τη χθεσινή «Sportday»: «Στο διάστημα της παραμονής του στην Ελλάδα όλοι είχαν να το λένε. Μεγάλο ταλέντο, αλλά μυαλό κουκούτσι. Ο Ιγκόρ Σιπνιέφσκι μετά το πέρασμά του από Καβάλα, Παναθηναϊκό, ΟΦΗ και Καλλιθέα πήγε να βρει την τύχη του στην Σουηδία. Εκεί, όμως, τον Οκτώβρη του 2006 πιάστηκε να οδηγεί τύφλα στο μεθύσι, καταδικάστηκε και σχεδόν απελάθηκε από τη χώρα. Επέστρεψε στην Πολωνία, μπήκε σε κλινική αποτοξίνωσης από το αλκοόλ, αλλά και σε ψυχιατρική κλινική για να θεραπευτεί από την κατάθλιψη. Τώρα ήρθε το τελειωτικό χτύπημα. Ο Πολωνός επιθετικός, που έχει μείνει πλέον χωρίς ομάδα, συνελήφθη ως κοινός χούλιγκαν, έχοντας διαπράξει επεισόδια μαζί με τους οπαδούς της Λοτζ στο παιχνίδι με την Λεχ Πόζναν! Μόνο που δεν σταμάτησε εκεί. Όντας σε κατάσταση μέθης, κατηγορείται ότι μετά τη σύλληψή του επιτέθηκε σε όργανο της τάξης και πλέον απειλείται με πενταετή φυλάκιση! Και μη χειρότερα».
Φανατικός ποδοσφαιρόφιλος, ο Πρωθυπουργός ενθουσιάστηκε από το καινούριο σύστημα της Ουέφα, το οποίο μετρά και καταγράφει τον συνολικό αριθμό των χιλιομέτρων που διανύει κάθε ποδοσφαιριστής στο γήπεδο και αποφάσισε να το υπενοικιάσει εφαρμόζοντάς το στα στελέχη του κόμματός του, παραχωρώντας σε αντάλλαγμα (δια μεσαζόντων) στην ευρωπαϊκή ποδοσφαιρική ομοσπονδία τρια νέα δομημένα ομόλογα με τα οποία θα πριμοδοτούνται οι ομάδες που περνούν γύρους στο τσάμπιονς λιγκ. Tα ομόλογα αυτά εκδόθηκαν στο 92% της ονομαστικής τους αξίας και κατέληξαν τελικά στην αγοράστρια Ουέφα στο 100%. Ο πρώτος αγώνας στον οποίο τέσταρε τους βουλευτές του ήταν το μεγάλο ντέρμπι της τσιτουριδοφαγίας. Δεν προξενεί καμία έκπληξη το γεγονός ότι τα περισσότερα τηλεοπτικά χιλιόμετρα, μακράν του δευτέρου, αποδείχθηκε πως κάλυψε ο (και «Γκατούζο της Δεξιάς» αποκαλούμενος) Μάκης Γιακουμάτος, ο οποίος, πραγματικό μηχανάκι, δεν άφησε σπιθαμή στούντιο απάτητη, μην διστάζοντας παρόλες τις αντίξοες για την παράταξή του συνθήκες να μαρκάρει ταυτόχρονα δυο και τρεις αντιπάλους εμποδίζοντάς τους να κάνουν παιχνίδι, όπως τις προάλλες τους (κατά σειρά πασοκότητος) Καψή - Πρετεντέρη - Λοβέρδο, να κερδίζει χρόνο πέφτοντας από την καρέκλα του και υποδυόμενος τον τραυματία, να ωρύεται ημιπτύων προς τους αντιπάλους «FAIR PLAY - FAIR PLAY» όταν αυτοί δεν επέστρεφαν τον λόγο αλλά εκδήλωναν αθέμιτη επίθεση, κι όλα αυτά με το μάτι της τίγρης στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, με το μάτι του παροξυσμένου μαχητή, με το μάτι του ανθρώπου που πήρε το καλοκαίρι ένα μουντιάλ και ετοιμάζεται να πάρει τώρα καπάκι κι ένα τσάμπιονς λιγκ.