Σε είδα
Απόψε κατά τις εννιά. Κατεβήκαμε στον ίδιο σταθμό του μετρό. Σε ακολούθησα για λίγο. Έκανα να σου μιλήσω, αλλά την ώρα εκείνη ήρθε κάποιος να σε πάρει.
Σε είχα προσέξει μια στάση πριν κατέβουμε. Άρχισα να σε κοιτάω επίμονα. Ίσως και αγενώς. Εσύ δεν πειράχτηκες, εσύ δεν κατάλαβες καν ότι σε κοιτάω.
Το κάνω καμιά φορά, ξέρεις. Οι τυφλοί απενοχοποιούν το βλέμμα μου επιτρέποντάς του να διοχετεύει τον οίκτο του. Απέναντι στους τυφλούς η ματιά μου μπορεί επιτέλους να μην κρατάει τίποτα κρυμμένο. Απέναντι στους τυφλούς μπορώ να είμαι σιωπηλά ειλικρινής εκμεταλλευόμενος -ίσως αθέμιτα, ίσως θεμιτά- το συγκριτικό μειονέκτημα με το οποίο τους προικοδότησε η ζωή.
Κι αν δεν υπήρχε Θεός, θα έπρεπε να τον εφεύρουμε ειδικά για τους τυφλούς.
Σε είδα απόψε.
Εσύ δεν με είδες.
Σκοτάδι.
8 Comments:
με το βλέμμα του κινηματογραφιστή, ή ακόμα καλύτερα του απλού θεατή...βλέπεις αλλά δεν σε βλέπουν, στρέφεις το βλέμμα σου , την προσωπική σου κάμερα, αν θέλεις, σε αυτό που θέλεις, στο αντικείμενο της περιέργειας, του πόθου σου. Να ξέρεις, τα βλέμματα στην πραγματικότητα σπάνια περνούν απαρατήρητα, το μόνο που χρειάζεται είναι το αντικείμενο να μετατραπεί σε υποκείμενο, να αντιδράσει. Και τότε όλα έχουν αλλάξει. Ίσως ακόμα αν εσύ προλάβαινες να αντιδράσεις. Ισως ακόμα αν βρισκόσουν στο Βερολινέζικο μετρό, όπως εγώ κάποτε, με ανθρώπους πιο ανοιχτούς, με ανθρώπους "του μετρό", που ξέρουν πως αυτές οι διαδρομές έχουν μια ζωή δική τους.-
Με τον τρόπο που το θέτεις, σε έχει δει.
Υπάρχουν φορές που περπατάμε στο δρόμο και νιώθουμε κάποιο βλέμμα πάνω μας, έστω κι αν δεν το διασταυρώσουμε, έστω κι αν αυτός που μας κοιτά βρίσκεται ψηλά σε κάποιο μπαλκόνι. Υπ'αυτή την έννοια μπορεί να σε είδε κι εκείνη.
στο φως ποτε δεν φαινεται αυτο που έρχεται...στο σκοταδι φαίνονται ολα
Την καλημερα μου
Μα πώς με είδες απόψε, αφού δεν είναι βράδυ ακόμα; Με φνατάστηκες;
Κι εγώ σε βλέπω παντού.
Στη ρακόμελη Αμοργό, είχα προσέξει έναν γέροντα τυφλό, προχωρούσε σκυφτός μα με βήμα ήπιο
σ'έναν μικρό δρόμο τυχερό μες τη σκιά, τα λιγοστά αλμυρίκια του ήταν γενναιόδωρα
δεν ξέρω γιατί μα συνέχισα να τον κοιτώ
μέχρι που λίγο πιο μακριά
εκεί που ο δρόμος γυμνός πια από δέντρα, λουζόταν στο μεσημεριανό φως, τον είδα να κοντοστέκεται και να κοιτά ψηλά, κοιτούσε ευθεία τον ήλιο
μα τον Θεό, τον είδα να κοιτά ευθεία κατάματα τον ήλιο
έκτοτε, αυτή την εικόνα, την κουβαλώ στις αποσκευές της ψυχομνήμης
ωσάν πολύτιμο λίθο
να μπορείς να κοιτάς κατάματα τον ήλιο
μόνον θεός ή τυφλός
το ίδιο συμβαίνει και με την ομορφιά
αρκεί να τολμήσεις να κοντοσταθείς
δύο -τρεις ανάσες βλέμμα
σε έναν κόσμο που έχει πάψει να βλέπει παρά μόνον κοιτά αγχωμένος, δίχως πνοή
και ακόμη κι αν η ομορφιά δεν έχει για σε μάτια
θα χαρεί με το χάδι σου, έστω άθελά της
δύο τρεις στιγμές
αρκετές για εκείνην
Ρακόμελη είναι η Φολέγανδρος. Η Αμοργός ας βρει άλλον επιθετικό προσδιορισμό :)
Μερικές φορές, ό,τι και να πεις, δεν προσφέρει comfort.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home