Παρασκευή, Αυγούστου 31, 2007

Το χαμόγελο κι η δύσκολη αυτή γλώσσα

Σκόρπιες σκέψεις των τελευταίων ημερών:
- Χθες βράδυ ένας σωλήνας της από πάνω έχει σπάσει και στάζει νερά στην από δίπλα. Σχεδόν όλη η πολυκατοικία έχει βγει έξω και κοιτάζει να δει τι θα κάνει. Μένω μέσα. Ούτε η από πάνω είμαι ούτε η από δίπλα. Δεν έχω ευθύνη για τη ζημιά και δεν υφίσταμαι τη ζημιά, άρα ούτε μ' αγγίζει ούτε μ' ενδιαφέρει η ζημιά. Το βασίλειο του διαμερίσματός μου, με φως, νερό, τηλέφωνο, παραμένει ανέπαφο. Μέχρι τότε θα μένω ανέπαφος κι εγώ, γράφοντας ποστάκια για την αδιαφορία όσων η φωτιά δεν έχει φτάσει στο δικό τους χωριό, για τη διάρρηξη του κοινωνικού ιστού και για την δημιουργία ενός νέου ιστού μέσα από το web.
- Ο κόσμος μαζεύτηκε πια, αλλά πήρα και πάλι αυτοκίνητο για να έρθω Αθήνα. Αθλιότατος ο ουρανός σήμερα, θύμιζε Πεκίνο. Xθες κάναμε και ρεκόρ όζοντος. Από βδομάδα και πάλι μετρό για την Αθήνα, όχι για το όζον (η θέα του είναι ευκρινέστερη άλλωστε από το αυτοκίνητο), αλλά γιατί δεν συμφέρει σε χρόνους και παρκάρισμα.
- Το να κατηγορείς τον εαυτό σου είναι κι αυτό μια πόζα. Τουλάχιστον τον κατηγορώ συγκεκριμένα και όχι γενικόλογα.
- Αρχές καλοκαιριού, Κυριακή απόγευμα, στην παραλία του Μαραθώνα ένα μαύρο τζιπ στο αντίθετο ρεύμα σταματάει ευγενικά να περάσω, γιατί με τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα δεν χωράω κι εγώ κι αυτός. Πλησιάζοντας συνειδητοποιώ ότι ο οδηγός που έχει σταθεί είναι ο Καραμανλής. Ένα έξυπνο υπομειδίαμα στο πρόσωπό του δείχνει ότι περιμένει να δει πότε θα τον καταλάβω και θα εκπλαγώ. Του γνέφω αιφνιδιασμένος. Έστω και μακρινή η επαφή, προλαβαίνει όμως να με κερδίσει και να μου φανεί συμπαθής.
- Συγκρίνω την εικόνα των αρχών του καλοκαιριού με αυτήν του τέλους της: ενώπιον της κρίσης, τη στιγμή που η χώρα χρειαζόταν ηγέτη, ο Καραμανλής έδειξε ότι τριάμιση χρόνια δεν κρυβόταν μόνο από βαρεμάρα, αλλά γιατί τελικά ήταν κι αυτός μόνο επιφάνεια, μόνο επικοινωνία, μόνο είδωλο. Όλα όσα δηλαδή τον ενδιέφεραν να διατηρήσει πάση θυσία και την ώρα που καίγονταν άνθρωποι, ζώα, νομοί κι αγάλματα.
- Και φαίνεται ότι τελικά το κόλπο έπιασε. Αφενός επειδή με όσους έχω μιλήσει, είναι όλοι τους πεπεισμένοι ότι κάτι ακαθόριστα μυστηριώδες κρύβεται πίσω από τις φωτιές και αφετέρου επειδή ο Γιώργος Παπανδρέου φαίνεται ανίκανος να κερδίσει τον κόσμο, ακόμη κι αν αύριο χωριστεί η Ελλάδα σε δύο μικρότερα κράτη, τη Δημοκρατία του Βόρειου Φούρλα και τη Δημοκρατία του Νότιου Κόη. Ο Γιώργος φαίνεται να είναι παγίως κάπου αλλού, φαίνεται ικανός πάντα για την πιο λανθασμένη αντίδραση, ακόμη και στην πιο ευνοϊκή για αυτόν συγκυρία. Έχεις τη αίσθηση ότι αν χάσει τους εκλογές θα στεναχωρηθεί λιγότερο από όλους τους πασόκους, θα παραμείνει ζεν, τρισμακάριος και τζογκίστας.
- Αλλά τα γεγονότα των τελευταίων ημερών πείθουν ότι είναι δύσκολο να είναι πιο λίγος από τον Καραμανλή, πείθουν ότι είναι απλώς η εικόνα τους που διαφέρει, οι χειρονομίες, η θεατρικότητα του λόγου, εν τέλει τα ελληνικά, η «δύσκολη αυτή γλώσσα». Από την άλλη πατάς το rewind και θυμάσαι πώς τον παρουσίασαν τα μίντια, όταν κατά κατάλυση κάθε έννοιας εσωκομματικής δημοκρατίας ο Σημίτης τον έστεψε (οικειοθελώς ή μη) διάδοχο, θυμάσαι τη θηριώδη προπαγάνδα εκείνων των ημερών και έχεις μια ακόμη εξήγηση για την αποστροφή που δημιούργησε το «σύστημα ΠΑΣΟΚ» σε μεγάλη μερίδα του κόσμου, αποστροφή που κάνει τον κόσμο επιφυλακτικό ακόμη και μετά από μια εθνική καταστροφή με σαφείς κυβερνητικές ευθύνες και ανεπάρκειες και με ακόμη θηριωδέστερη προπαγάνδα, γιατί εδώ η προπαγάνδα μιλά για εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς και μάλιστα πείθει.
- Πείθει γιατί είναι σε μεγάλο βαθμό και ίδιον της ανθρώπινης φύσης. Όπως θα έλεγε κι ο Έκο «Δεν είναι ντροπή να υποκύπτεις μπροστά σε μια κοσμική συνωμοσία». Όταν όμως μεταξύ των εκδοχών οργανωμένου σχεδίου είναι και αυτή των Αμερικανών που τιμωρούν τον πουτινόφιλο Καραμανλή, είναι τραγελαφικό να απουσιάζει σχεδόν παντελώς από την προεκλογική ατζέντα μια κατά όλα τα φαινόμενα αληθινή αμερικανογενής συνωμοσία, εκείνη των υποκλοπών. Ο επαναστατισμός μας και ο αντιαμερικανισμός μας κατάπιε και ξεπέρασε πολύ εύκολα τις υποκλοπές, όπως ίσως θα ξεπεράσουμε και το κάψιμο της Ολυμπίας, με συμπτωματικό πρωταγωνιστή στα επικοινωνιακά πικ και των δύο περιπτώσεων τον Γιώργο Βουλγαράκη, αφενός να μην έχει καταλάβει στη κοινή συνέντευξη τύπου τι του γίνεται και να τον διορθώνει ο Ρουσόπουλος και αφετέρου να λέει ότι η Ολυμπία έμεινε ανέπαφη, να το λέει μάλλον όχι από δόλο, αλλά επειδή η βλακεία και η εξουσία δεν αλληλοαποκλείονται.
- Θα αντικρούσει βέβαια κανείς στα περί έλλειψης αποφασιστικότητας Καραμανλή, το ότι εκ των υστέρων, γραφειοκρατικά και αποζημιωτικά, το κράτος κινήθηκε γρήγορα. Ίσως η κοινωνία μας έχει δομηθεί πλέον τόσο πολύ ως μια κοινωνία ανθρώπων που κάθονται πίσω από ένα γραφείο, ώστε να μπορούμε να λειτουργούμε μόνο σε επίπεδο υπηρεσιών, πελαγώνοντας σε επίπεδο φυσικών καταστροφών. Αν δεν μπορούμε να τιθασεύσουμε τη φύση, μπορούμε να τιθασεύσουμε τη γραφειοκρατία. Αν δεν μπορούμε να σβήσουμε τη φωτιά, μπορούμε να δίνουμε λεφτά. Όλα διορθώνονται. Τα δάση κηρύσσονται αυτομάτως αναδασωτέα, οι αποζημιώσεις είναι εξπρές, τα σπίτια θα ξαναχτιστούν, τελικά κακό δεν έγινε κανένα, τελικά λόγος για πένθος δεν υπάρχει, οι επιταγές εξορίζουν το πένθος, εξαγοράζουν το πένθος, το πένθος δεν ταιριάζει στον καταναλωτισμό, το πένθος δεν ταιριάζει στην προπαγάνδα, το πένθος δεν μπορεί να σταθεί, να κατακάτσει και να αναπνευσθεί σαν τη στάχτη του περασμένου σαββατοκύριακου πάνω από τον αττικό ουρανό, το πένθος είναι προσωρινό, το πένθος θα καταναλωθεί κι αυτό με τη σειρά του, θα στεναχωρηθούμε σήμερα και αύριο θα περάσουμε σε άλλα εξίσου συγκλονιστικά, εξίσου δραματικά, θα ξανάρθει ο Ζορμπάς, θα ξανάρθει ο Πρινιωτάκης, το πανελλήνιο πένθος έγινε συντρίμμια τρακάροντας κατά μέτωπο με το μεταδημοσκοπικό, αυτάρεσκο, θριαμβευτικό, κληρονομικό χαμόγελο της Ντόρας Μπακογιάννη, το πιθανότατα πιο αντιπαθητικό χαμόγελο από καταβολής χαμογέλων.
- Μέσα σε όλα αυτά, πρωτοσέλιδες διαμαρτυρίες διαδικτυακής πρωτοβουλίας, σφοδρή ήττα του δικομματισμού σε επίπεδο ποστ και αυριανός θρίαμβος (;) του σε επίπεδο κάλπης, βιντεάκια ανθρώπων που ελπίζουν ότι με ένα μπλογκ μπορείς να κάνεις τα πάντα και ως γενική εικόνα κάτι που φαίνεται να κινείται και να αλλάζει, πιθανότατα γιατί τα πράγματα πρέπει πάντα να αλλάζουν προκειμένου να μένουν πάντα ίδια.

Πέμπτη, Αυγούστου 30, 2007

Η Αθώωση των Νεοξερξιστών

«Ο πάπας Βενέδικτος 16ος καταδίκασε την Τετάρτη "τις εγκληματικές ενέργειες" πυρομανών, των οποίων η "ανεύθυνη συμπεριφορά θέτει σε κίνδυνο την ακεραιότητα προσώπων και καταστρέφει το περιβάλλον", μετά τις πυρκαγιές στην Ελλάδα και την Ιταλία που στοίχισαν τη ζωή σε δεκάδες ανθρώπους».
Αμέσως μετά κλιμάκιο της Αντιτρομοκρατικής και της ΕΥΠ μετέβη στο Βατικανό και από ώρα σε ώρα επίκειται η σύλληψη του Ποντίφηκα, ο οποίος κρύβεται έως αυτήν την στιγμή σε λαγούμια, μήπως και γλιτώσει τουλάχιστον τη διαδικασία του αυτοφώρου.
Η άγαρμπη και καταφανώς πανικόβλητη αναφορά του σε δήθεν πυρομανείς ήταν το τελευταίο κομμάτι που έλειπε για να συμπληρωθεί το παζλ, το οποίο είχε ήδη αρχίσει να σχηματίζεται από τις Αρχές, οι οποίες αποκλείοντας ένα προς ένα όλα τα υπόλοιπα ενδεχόμενα για το ποιός μπορεί να είναι ο Εγκέφαλος πίσω από το Οργανωμένο Σχέδιο, είχαν στρέψει τις έρευνές τους προς τους προαιώνιους εχθρούς του Γένους.
Κι ενώ Τούρκοι, Καθολική Εκκλησία και Νεοξερξιστές Ιρανοί συγκέντρωναν ίσες πιθανότητες, έφτασε με κούριερ στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης προκήρυξη της πρωτοεμφανιζόμενης τρομοκρατικής οργάνωσης «Filioque» δακτυλογραφημένη ασύμμετρα και σε τόνο απειλητικό, αποτελούμενη από 1.054 λέξεις, ούτε μία παραπάνω - ούτε μία παρακάτω. Ενώ όμως ακόμη οι πιο σκεπτικιστές αξιωματικοί αμφέβαλλαν για τη γνησιότητα της προκήρυξης, οι ειδικοί μεγένθυναν το βίντεο των εμπρηστών του Υμηττού και διαπίστωσαν με φρίκη ότι επρόκειτο για άτομα με κόκκινες στολές Καρδιναλίων.
Εικάζεται δε ότι πλήθος Καρδιναλίων είχε εισχωρήσει και σε πυροσβεστικά οχήματα, αναμεμιγμένο με τους ομοιόχρωμους πυροσβέστες, σκορπώντας σύγχυση, πανικό και ανάβοντας διαρκώς νέα μέτωπα εκεί ακριβώς που η πυροσβεστική πήγαινε να τα σβήσει.
Η σύλληψη Βενέδικτου αναμένεται να επιφέρει την πολυπόθητη κάθαρση στα συναισθήματα του ελληνικού λαού, ο οποίος άλλωστε είχε σήμερα μετά από ένα εφιαλτικό πενθήμερο τα πρώτα καλά νέα, καθώς πληροφορήθηκε με ανακούφιση ότι «Τα καθαρά κέρδη της Marfin Investment Group σημείωσαν αύξηση κατά 695% το πρώτο εξάμηνο του 2007 και ανήλθαν σε 366,2 εκατ. ευρώ, σε σύγκριση με τα 52,7 εκατ. ευρώ του πρώτου εξαμήνου του 2006».

Τετάρτη, Αυγούστου 29, 2007

Ο δρόμος και ο δρόμος

Σύνταγμα. Κόσμος αρκετός. Πολύς ίσως. Διαμαρτυρίες του σήμερα, της μόδας, αμήχανες ως προς το τι φταίει και το τι πρέπει να γίνει, συνειδητοποιημένες στο ότι είναι πια δυνατόν να υπάρχει κόσμος που συγκεντρώνεται και εκφράζεται χωρίς κεντρική καθοδήγηση, επίσημη φωνή και μόνιμους εκπρόσωπους, έρημους κι απρόσωπους, βρε.
Λίγο πιο κάτω, στο άγαλμα του Κολοκοτρώνη, κόσμος λιγοστός. Διαμαρτυρίες του χθες, εκτός μόδας και γι' αυτό πιο αξιέπαινες, συνειδητοποιημένες ως προς το τι φταίει και το τι πρέπει να γίνει, αμήχανες ως προς τον τρόπο που ο λόγος τους θα φτάσει και θα επιδράσει σε περισσότερους.
Το σίγουρο είναι ότι το διαδίκτυο είναι πια πολύ πιο πρόσφορο για μελλοντικές μαζικές αντιδράσεις από οργανώσεις βάσης, τοπικούς φορείς και συνδικάτα. Κι αν το διαδίκτυο μπορεί να βγάλει κόσμο στους δρόμους, η πρόκληση είναι, την επόμενη φορά που θα τον βγάλει, να τον βγάλει με τρία συγκεκριμένα, πρακτικώς εφαρμόσιμα, αιτήματα.
Και σε αντίθεση με τις άλλες, η διαδικτυακή διαδήλωση μπορεί να είναι απλά η εξωτερίκευση μιας αντίδρασης, η έξοδος δηλαδή στο δρόμο να μην είναι το τέλος του δρόμου αλλά η αρχή του, με τη συνέχισή του (την ένταση της πίεσης για αποδοχή των αιτημάτων) να γίνεται από εδώ, από τον δρόμο τον ηλεκτρονικό, τον δρόμο δηλαδή που προφητεύθηκε πως οδηγεί στην αποξένωση, την ιδιώτευση, το κλείσιμο στον εαυτό, την απομάκρυνση από την πολιτική.

Εδώ ο κόσμος καίγεται

Πατάω το page down κατεβαίνοντας τα ποστ των τελευταίων ημερών.
Διαγγέλματα, καταγγελίες, κλισέ.
Απόηχος βαβούρας.
Εκεί που θα 'πρεπε να υπάρχει σιωπή ή πέντε λέξεις με σημασία· και τρόπο.
Ναι, ο τρόπος θα έπρεπε να διασώζεται ακόμη και σε τέτοιες περιστάσεις.
'Ισως ιδίως σε τέτοιες περιστάσεις, ιδίως όταν ο κόσμος καίγεται, θα έπρεπε η θλίψη κι η οργή πριν γίνουν σκέψη και η σκέψη πριν γίνει γραπτός λόγος να χτενίζονται.
Γίνομαι αυτά που σιχαινόμουν.

Τρίτη, Αυγούστου 28, 2007

Το πανελλήνιο μπέε

To εντελώς πιθανότερο είναι ότι βέβαια και αυτό το κακό θα το αφήσουμε να περάσει έτσι.
Ίσως επειδή μεγάλο μέρος του κακού είμαστε εμείς οι ίδιοι.
Δεν ξέρω αν η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα, αν το κράτος διαμορφώνει εαυτούλιακες και ασυνείδητους περιβαλλοντικά πολίτες ή αν αναπόφευκτα ένα κράτος που αποτελείται από εαυτούλιακες και ασυνείδητους περιβαλλοντικά πολίτες δεν μπορεί να έχει διαφορετική εικόνα. Μάλλον και τα δύο ισχύουν ταυτόχρονα, μάλλον και το κράτος χαλάει τους πολίτες του και οι πολίτες το κράτος τους.
Ούτως ή άλλως η μεταβολή του κλίματος θα αναγκάσει, φαντάζομαι, κράτος και πολίτες να αλλάξουν μυαλά.
Ακούω αυτές τις μέρες από τους ρεπόρτερ (και όσες γκρίνιες κι αν υπάρχουν, η κάλυψη των γεγονότων ήταν κατά τη γνώμη μου μια φωτεινή αναλαμπή της ελληνικής τηλεόρασης), ότι υπάρχουν οι κάτοικοι που είναι με τις μάνικες στο χέρι και οι κάτοικοι που κάθονται στο καφενείο.
Πυροσβέστες - ήρωες είχαν θάνατο φρικτό, την ίδια ώρα που ξενοδόχοι στον Πύργο είπαν να βγάλουν λεφτά από τους πυρόπληκτους. Πάντα δίπλα - δίπλα η ηρωϊκή με τη χυδαία Ελλάδα (όπως η ηρωϊκή με τη χυδαία Σουηδία ή το ηρωϊκό με το χυδαίο Μαρόκο).
Αυτοί που θυσιάζονται και καίγονται ζωντανοί, αυτοί που πίνουν τον καφέ τους μέχρι τη στιγμή που οι φλόγες θα φτάσουν στο φλιτζάνι του ελληνοτουρκικού τους, αυτοί που κερδοσκοπούν κι αυτοί -σαν την αφεντιά μου- που κρίνουν, κρίνουν και ασταμάτητα κρίνουν.
Δεν ξέρω αν θα έχει νόημα και τι είδους νόημα θα έχει η αυριανή συγκέντρωση.
Δεν ξέρω, αλλά βάζω το μπάνερ και πιθανότατα θα πάω.
Αν θες να μάθεις τι είδους πολίτης είμαι εγώ που μέμφομαι το κράτος, είμαι ένας πολίτης που δεν είναι συνεπής απέναντι στις υποχρεώσεις του στο κράτος, είμαι ένας πολίτης που δεν είναι καν συνεπής στις επαγγελματικές του υποχρεώσεις. Σκέφτομαι ότι αν ήταν όλοι σαν εμένα, το κράτος θα ήταν πέντε φορές χειρότερο.
Ας μην εκληφθεί λοιπόν ως υποκρισία η ανάρτηση του μπάνερ: δεν έχω καν το κράτος που μου αξίζει. Προσωπικά απολαμβάνω ένα κράτος καλύτερο από αυτό που μου αξίζει.
Ωστόσο δεν παύει να είναι ένα κράτος που τις τελευταίες μέρες μάς έκανε να κοιτάμε ο ένας τον άλλο και να αναρωτιόμαστε αν ζούμε στον εικοστό πρώτο, στον εικοστό ή στον δέκατο ένατο αιώνα.
Αν είμαστε αναγκασμένοι να αναδιατάξουμε ριζικά τον τρόπο ζωής μας ως προς την περιβαλλοντική μας συμπεριφορά, είναι ίσως ευκαιρία να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν είναι μόνο η οικολογική μας συνείδηση που μπορεί να αναδιαταχθεί ριζικά, αλλά και η πολιτική, είναι ίσως ευκαιρία να συνειδητοποιήσουμε ότι αν το δικομματικό σύστημα προσέφερε μια επίφαση ασφάλειας και σιγουριάς, η ασφάλεια και η σιγουριά έγιναν στάχτη αυτές τις μέρες, τις μέρες που φάνηκε περίτρανα η διαφορά μεταξύ πολιτικής και επικοινωνίας, η διαφορά μεταξύ ηγεσίας που παίρνει αποφάσεις και ανήμπορων ανδρείκελων που ενδιαφέρονται μόνο για το τι εικόνα θα δώσουν.
Το μπάνερ μιλάει για αποσύνδεση της διαμαρτυρίας από προεκλογικές σκοπιμότητες.
Εκφράζοντας τον εαυτό μου και μόνο, εγώ έχω προεκλογικές σκοπιμότητες, γιατί οι εκλογές, το ποιούς θα ψηφίσουμε και με ποιόν τρόπο θα μας κυβερνήσουν, έχουν άμεση σχέση με το αν θα καεί μετά την Πελλοπόνησο η Ήπειρος, η Μακεδονία ή και οι δυο μαζί.
Διαβάζω χθες εδώ «Όμως όλοι μίλησαν και μας θύμισαν θλιβερά το τραγικό σκηνικό που περιγράφει ο Φλομπέρ: Η φτωχή Έμα έχει πεθάνει και πάνω από τη σορό της ο φαρμακοποιός και ο ιερέας καβγαδίζουν αδιάντροπα για τις πολιτικές τους κοσμοθεωρίες. Αυτό έκαναν δυστυχώς και οι πολιτικοί μας, κομματικοποιώντας ακόμη και την ανθρώπινη θλίψη».
Η Έμα, κάθε άλλο παρά φτωχή και κακομοίρα ήταν βέβαια, κι όπως είχα διαβάσει εγώ το βιβλίο, ο Φλωμπέρ ήθελε μεγαλοφυώς να δείξει ότι αν επέλεξε να διηγηθεί με το μυθιστόρημά του την ιστορία μιας γυναίκας, η ζωή -γαϊδουρινά ανέπαφη- συνεχίζεται αμέσως μετά το θάνατό της. Η Έμα σκεφτόταν και ενεργούσε σαν ο κόσμος να περιστρεφόταν γύρω της, όμως πάνω από το άταφο πτώμα της ο κόσμος εξακολουθεί να περιστρέφεται όπως πάντα, μην χαραμίζοντας μισή περιστροφή για να την πενθήσει.
Ακόμη λοιπόν κι αν για τους πολιτικούς είναι άκομψο να μιλάνε τέτοιες ώρες, για τους πολίτες (σύμφωνοι, για τους συνυπεύθυνους της καταστροφής πολίτες) η κομψότητα είναι πολυτέλεια τέτοιες ώρες και ακριβώς πάνω από τη σορό της Ηλείας καλό θα ήταν
αφενός να κοιταχτούμε με απέχθεια στον καθρέφτη (όχι όλοι, υπάρχουν και λαμπερές εξαιρέσεις, λαμπερές εξαιρέσεις με λάμψη διαφορετική από τα «λαμπερά ονόματα» των ψηφοδελτίων, άνθρωποι με κοινωνική προσφορά και εθελοντική δράση είτε αυτή είναι στη μόδα είτε όχι),
αφετέρου να διαμαρτύρηθουμε με ή χωρίς νόημα, με μαύρα ρούχα ή κόκκινα σώβρακα
και αφετρίτου σε είκοσι μέρες να μην απέχουμε από τις κάλπες, να μην ρίξουμε άκυρο ή λευκό, να ψηφίσουμε έτσι ώστε ο δικομματισμός του Λούλη, των καλοκαιριάτικων αμπέχωνων και του φαίνεσθαι σε βάρος του αποφασίζειν, να καταλάβει ότι δεν ψηφίζουν πρόβατα.
Αν και κάτι μου λέει τελικά, ότι στις 16 Σεπτεμβρίου πάλι θα αντηχήσει σε καμένα και άκαυτα ένα πανελλήνιο μπέε.

Δευτέρα, Αυγούστου 27, 2007

Ανέπαφο

H φωτογραφία είναι περσινή. Αυτά λοιπόν τα χορτάρια δεξιά κι αριστερά του στίβου είναι τα πρανή. Το ότι η μια πλευρά τους κάηκε, δεν αναιρεί το γεγονός ότι το στάδιο έμεινε «ανέπαφο» και ότι η Αρχαία Ολυμπία «σώθηκε». Το στάδιο θα είχε προφανώς θεωρηθεί επισήμως κατεστραμμένο μόνο σε περίπτωση πυρηνικής έκρηξης. Η επαφή της φωτιάς με τα πρανή είναι μη - επαφή, είναι επαφή ανέπαφη.
Από εκεί και πέρα, μέχρι να δοθεί μια εξήγηση περί του οργανωμένου σχεδίου η οποία να σέβεται στοιχειωδώς την λογική μου, εγώ θα εξακολουθήσω να στηρίζομαι σε αυτήν και να μην καταφεύγω σε μεταφυσικό κυνήγι μαγισσών.
Στοιχειωδώς τη λογική μου σέβονται προς το παρόν τέτοιου είδους εξηγήσεις. Άντε, και τέτοιου είδους.
Τα υπόλοιπα, τα «δεν μπορεί να είναι συμπτώσεις» και τα «κάτι παράξενο συμβαίνει, αλλά δεν μπορούμε να πούμε τι», θα εξακολουθώ να τα ακούω βερεσέ, μέχρι να προσκομιστεί κάτι που να μπορεί να χωνευτεί, κάτι που να προσεγγίζει την αληθοφάνεια και να μην συνιστά παραίτηση από τον κοινό νου.
Δεν μπορεί να είναι συμπτώσεις, όσο δεν θα μπορούσε ποτέ να φτάσει η φωτιά στην Αρχαία Ολυμπία.
Υπάρχουν επίσημα στοιχεία για το πόσες πυρκαγιές μπαίνουν κάθε καλοκαίρι;
Τώρα είναι η πρώτη φορά που ξεσπούν αυγουστιάτικα δεκάδες μέτωπα;
Ας μας μιλήσουν επιτέλους επίσημα με αριθμούς.
Κι ας πουν επίσης αν ο Αύγουστος, αν αυτός ειδικά ο Αύγουστος του άνομβρου χειμώνα και του προηγηθέντος μπαράζ πυρκαγιών, ήταν η κατάλληλη εποχή για πρόωρες εκλογές.
Εν τω μεταξύ, ο Καραμανλής έβγαλε το λουρί από τον Πολύδωρα και του επέτρεψε να βγει προς τα κανάλια, κι από τη στιγμή που το έκανε, ο Βύρωνας πρόλαβε να αρχίσει να μετακινεί μεταμεσονύχτια κορμούς δέντρων, όπως κάποτε ο Ντούτσε θέριζε τα στάχυα, πρόλαβε να μιλήσει για «Στρατηγούς Aνέμους» και άλλα τέτοια σε άψογη αυτοϊκανοποιούμενη κι αυτοθαμαζόμενη πολυδωρική, πρόλαβε με άλλα λόγια να μας πείσει ότι όχι συντριβή δεν νιώθει, όχι συναίσθηση του μοιραίου ρόλου του δεν έχει, αλλά μάλλον ηδονίζεται με τον φαντασιωτικό του ρόλο, τον ρόλο του Σωτήρα της χώρας, λες και η χώρα τόσες μέρες καίγεται υπό άλλη πολιτική και πυροσβεστική ηγεσία, λες και το μέγεθος της καταστροφής είναι συγκρίσιμο με οποιαδήποτε άλλη καταστροφή σε ειρηνική περίοδο της νεότερης ιστορίας της Ελλάδας.

Κυριακή, Αυγούστου 26, 2007

Ασύμμετρη Απειλή - Ακέραια Εμπιστοσύνη

Η Ελλάδα λοιπόν, όχι μόνο μπορεί να διοργανώνει Ολυμπιακούς Αγώνες εν έτει 2004, αλλά μπορεί επιπρόσθετα να διασώζει (χίλια δεντράκια πάνω - χίλια δεντράκια κάτω) και το λίκνο τους εν έτει 2007. Και μάλιστα να μην το διασώζει στην αιθρία (όπως ίσως θα κατόρθωναν και Κράτη μη αναδέλφων εθνών), αλλά τη στιγμή που οι νεκροί έχουν φτάσει τους 61 (όπως θα κατόρθωνε μόνο ένα Κράτος με πρώτη του προτεραιότητα τον πολιτισμό). Ιδιαίτερα ενθαρρυντικό κρίνεται δε, ότι δεν έχει ακόμη απειληθεί καθόλου ο τόπος διεξαγωγής της πρώτης σύγχρονης Ολυμπιάδας, το Καλλιμάρμαρο. Μα ακόμη κι αν απειληθεί, την ύστατη ώρα θα μιλήσει και πάλι το ελληνικό φιλότιμο, η ελληνική ψυχή, ο Θεός της Ελλάδας και θα το σώσουμε κι αυτό.
Χθες παίζαμε «Οργανωμένο Σχέδιο» - σήμερα παίζουμε «Ασύμμετρη Απειλή». Η χώρα απειλείται ασύμμετρα και ασφαλώς ένας Πολύδωρας ποτέ δεν θα έλεγε κάτι τέτοιο χωρίς συναίσθηση του βάρους των λεγομένων του: «Έχουμε ευρήματα, έχουμε συλλήψεις, έχουμε προσαγωγές, έχουμε κατηγορηματικές καταθέσεις μαρτύρων, που θα αποτελέσουν στοιχεία του προανακριτικού υλικού».
Το προανακριτικό υλικό σχηματίζεται, οι ΥΠΟΧΘΟΝΙΟΙ αρχίζουν να νοιώθουν πια ΕΚΕΙΝΟΙ την συμμετρική απειλή ενός κρατικού μηχανισμού - φόβητρο που θα τους εξαρθρώσει (και πολύ μάλιστα), αρκεί μόνο το πόρισμα της προανάκρισης να είναι σωστά υπογεγραμμένο, χαρτοσημασμένο και να μη φέρει ξέσματα και δαχτυλιές (καθώς τότε θα επιστραφεί στον συντάκτη του ως μη σύννομο).
Και τα καλά νέα δεν σταματάνε εδώ· ο Στρατάρχης της Ελλάδος, ο Μέγας της πατρίδος Υπερασπιστής, στηρίζει εν ώρα πολέμου, εν ώρα γουώρ ον τέρορ, τους στρατηγούς του: «Σε άλλη ερώτηση, για το εάν έχει εμπιστοσύνη στον Ανδρέα Κόη, ο κ. Πολύδωρας απάντησε πως στηρίζει τον αρχηγό της Πυροσβεστικής, ο οποίος ήταν προσωπική του επιλογή.
«Η εμπιστοσύνη μου στον κ. Κόη είναι ακέραια. Δεν είναι μόνος του. Είναι ολόκληρο επιτελείο σε διάταξη μάχης», είπε. Απαντώντας σε άλλη ερώτηση, σχολίασε ότι «είναι κούφιο όλο αυτό το μυθιστόρημα περί διαφοράς, διάκρισης και αντιδικίας μεταξύ των κ.κ. Φούρλα και Κόη».
Ακέραια εμπιστοσύνη, δεκαδική ευθύνη μηδενικών παραιτήσεων, κούφια μυθιστορήματα περί δήθεν αντιδικιών και έτη φωτός μακράν της μυθοπλασίας ασύμμετρες απειλές οργανωμένων σχεδιαστών.
Όταν κάποια στιγμή σταματήσει αυτός ο όλεθρος, πέραν των χαμένων ζωών, πέραν της καταστροφής, πέραν όλων των υπολοίπων παραπλεύρων συνεπειών, ο καθένας μας θα πρέπει να ξαναχτίσει από την αρχή τους δικούς του μύθους σχετικά με το είδος της χώρας στην οποία ζει, θα πρέπει να αποφασίσει
αν είναι το κακό που έτυχε
ή αν απλώς το κακό τόσο καιρό συμπτωματικά αποφευγόταν
και είναι η χώρα που τα βόλευε κατά τύχη.

Σάββατο, Αυγούστου 25, 2007

Οργανωμένο Σχέδιο

Αυτό που συμβαίνει είναι αδύνατο να συμβαίνει.
Μέχρι χθες ξέραμε πάνω - κάτω τι σημαίνει φωτιά και πόσο κακό μπορεί να προκαλέσει. Πάντα υπήρχαν πυρκαγιές και είχαμε μια συναίσθηση της τάξης μεγέθους. Από σήμερα έχουμε ξεχάσει οριστικά όσα ξέραμε και ζούμε μια νέα πραγματικότητα, μια πραγματικότητα καθόλου αληθοφανή, μια πραγματικότητα που μοιάζει απελπιστικά με παραίσθηση.
Πρέπει λοιπόν να χωρέσει με κάποιον τρόπο στο νου αυτό που κατ' αρχήν δεν χωρά. Πώς; Γιατί; Μια εξήγηση· να ευθύνεται η πανηγυρική απουσία οργανωμένου σχεδίου του κρατικού μηχανισμού; Να ευθύνεται η ξαφνικά εφευρεθείσα παρουσία οργανωμένου σχεδίου εμπρησμού της χώρας;
Ποιοί μας κατακαίνε οργανωμένα απ΄ άκρου σ' άκρον;
- Οι Τούρκοι πράκτορες της ΜΙΤ;
- Οι αντιεξουσιαστές τρομοκράτες;
- Οι οικοπεδοφάγοι;
- Οι πασόκοι;
- Οι πυρομανείς;
- Οι σατανιστές;
Εξαμελής εκτελεστική επιτροπή της οργάνωσης «Κάψτε την Ελλάδα», αποτελούμενη από έναν εκπρόσωπο όλων των παραπάνω;
Όπως και να 'χει, υπάρχει ένα διάχυτο συναίσθημα πλήρους και απόλυτης παράδοσης της χώρας στο έλεος των φλογών.
Όπως και να 'χει, από σήμερα ξέρουμε ότι ζούμε σε ένα κράτος το οποίο οι πυρκαγιές το φέρνουν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, που κι αυτή πάλι κηρύσσεται κατ' όνομα, επικοινωνιακά και χωρίς αντίκρυσμα στην αληθινή ζωή.
Κράτος και πολίτες, με την ίδια συντετριμμένη αδράνεια, παρακολουθούν στις οθόνες τις φλόγες να καταπίνουν κι άλλες πλαγιές, κι άλλα χωριά, κι άλλες ζωές.
Εμείς κατηγορούμε το Κράτος, το Κράτος κατηγορεί τους Μυστηριώδεις Εμπρηστές, και κατά βάθος τίποτα άλλο δεν εκφράζει τόσο πολύ τον ψυχισμό μας, όσο το να ΄χουμε κάτι να κατηγορούμε.
Μπροστά σε μια οθόνη τηλεόρασης, μπροστά σε μια οθόνη υπολογιστή, συνειδητοποιήσαμε -όχι χωρίς μια έκπληξη- ότι δεν είναι σχήμα λόγου, ότι δεν είναι υπερβολή, ότι πράγματι ένα μπουρδέλο είμαστε, μόνο που το μπουρδέλο μας πήρε φωτιά και εφεξής όποιος θέλει να γαμά θα μυρίζει και τ΄αποκαϊδια.

Αυτομάτως

Είναι εξίσου αυτονόητη η δέσμευσή μας ότι όλοι οι άνθρωποι που κάηκαν κηρύσσονται αυτομάτως αναστήσιμοι.

Παρασκευή, Αυγούστου 24, 2007

Ελλάδα: η χώρα που καίγεσαι ζωντανός

Δέκα πέντε άνθρωποι έχουν ήδη χάσει τη ζωή τους σήμερα, εξαιτίας του μη εξαιρετικής σημασίας εθνικού θέματος της καμένης χώρας.
Το μεγάλο ερώτημα που ανακύπτει τώρα, είναι βέβαια η επίπτωση που θα έχουν τα κονδύλια των αποζημιώσεων που θα δοθούν στις πληγείσες περιοχές, στο εξαιρετικής σημασίας εθνικό θέμα της κατάρτισης του νέου προϋπολογισμού, για το οποίο αυγουστιάτικα διαλύθηκε η βουλή και απομπουρδελεύτηκε ο ήδη καραμπουρδελευμένος κρατικός μηχανισμός των Καραμανλή, Πολύδωρα, Φούρλα, Κόη.
Η Άννα Παναγιωταρέα από απόψε είναι και πάλι ΠΑΣΟΚ.

Ο Θάνατος του Δημοσκοπάκου

Μανόλο, ζούμε για να σ' ακούμε,
αλλά το θέμα δεν είναι
ούτε ο Μανόλο, ο πρώτος δηλαδή άνθρωπος που συγκέρασε το ιστορικό χάσμα αριστεράς - δεξιάς με την ακόμη ιστορικότερη περιγραφή αγώνα μποξ: «αριστερό - δεξί, δεξί - αριστερό και γκολ - γκολ εκπληκτικό!» («Καλησπέρα Δάσκαλε» προσφώνησε στην καλύτερη αποψινή του στιγμή τον Φυντανίδη, ενώ στη δεύτερη καλύτερη τόνισε ότι η Νέα Δημοκρατία κατεβαίνει στις εκλογές χωρίς να υποτιμάει κανέναν μα κανέναν αντίπαλό της - ίσως γιατί στην πολιτική, όπως και στο ποδόσφαιρο, αν υποτιμήσεις λ.χ. το Κόμμα των Ελλήνων Κυνηγών, μπορεί άνετα να σε βρει χαλαρό και να σου κλέψει τη νίκη),
ούτε η συνεργασία του Αλέκου «Φρουτάκια» Χρυσανθακόπουλου με τον ΛΑΟΣ, συνεργασία που μετά την απόπειρα συνεργασίας με τον Μαντούβαλο υπενθυμίζει, ότι είναι διαχρονικά η ηθικολογούσα ακροδεξιά εκείνη που δεν έχει το παραμικρό πρόβλημα να ενσωματώνει στις τάξεις της όσους αποβάλλουν για λόγους αναγόμενους σε σκάνδαλα τα καθεστωτικά κόμματα,
το θέμα είναι ότι μεγάλη κρίση αντιμετωπίζει η συμπαθέστατη τάξη των Ελλήνων δημοσκόπων, καθώς ο κλάδος βρίσκεται ενώπιον της καταστροφής,
καταστροφής που πολύ λιγότερο οφείλεται στην απαγόρευσή δημοσιοποίησης γκάλοπ δυο εβδομάδες πριν τις εκλογές και στην ουσιαστική αδυναμία διενέργείας τους νωρίτερα, δηλαδή μέσα στην τούρλα του Αυγούστου που προκηρύχθηκαν οι εκλογές,
και πολύ περισσότερο οφείλεται στον παράγοντα «ΑΝΝΑ», καθώς κανείς πλέον δεν έχει ενδιαφέρον να παραγγείλει δημοσκοπήσεις, μιας και όλοι γνωρίζουν εκ των προτέρων τον νικητή των εκλογών, βλέποντας ποιόν υποστηρίζει σε κάθε προεκλογική περίοδο και προς ποιά πλευρά έχει φυσήξει ο άνεμος την λευκή της τούφα.

Πέμπτη, Αυγούστου 23, 2007

Το νιαούρισμα

Και η ζωή του κυλούσε με τον τρόπο που κυλούν οι ζωές· είναι άλλωστε αυτονόητο.
Μέχρι τη στιγμή που σκέφτηκε ότι νιάου νιάου στα κεραμίδια μπορεί να κάνουν τα ίδια τα κεραμίδια.
Ένιωσε τότε απελευθερωμένος από τα αυτονόητα, έβαλε φραγή σε όσα νοούνταν μόνα τους κι άρχισε στη θέση τους να σκέφτεται ο ίδιος.
Πρώτο θύμα ήταν αναπόφευκτα η γάτα. Την ξεφορτώθηκε εφτά φορές για να είναι σίγουρος.
Μετά άρχισε να ποτίζει την σκεπή με γάλα.
Το γάλα έσταζε και πιτσίλισε τα μαλλιά, το μάγουλο και τα ρούχα μιας κοπέλας.
Της πρότεινε να έρθει σπίτι του να κάνει μπάνιο.
Δέχτηκε.
Γδύθηκε, μπήκε στην μπανιέρα κι άνοιξε το ντουζ, από το οποίο όμως δεν έτρεχε πια νερό, αλλά νερό.
Ένιωσε παράξενα, γιατί ήταν η πρώτη φορά που πλενόταν με νερό και όχι με νερό.
Παραβίασε με ήρεμη ταραχή την πόρτα κι άρχισε να την παρακολουθεί.
Όταν σκουπίστηκε και τυλίχτηκε με την πετσέτα, την αγκάλιασε και αντί να την φιλήσει την φίλησε.
Ένιωσε παράξενα, γιατί ήταν η πρώτη φορά που την φιλούσαν με φιλί.
Ντύθηκε κι έφυγε.
Έξω τα κεραμίδια 'κάναν έρωτα. Οι άγριες τσιρίδες τους του θύμησαν ατέλειωτες νύχτες των παιδικών του χρόνων, όταν ήταν ακόμη οι γάτες που τσίριζαν και εκείνος υπέφερε ερμηνεύοντας τον ήχο της ηδονής τους ως γοερό κλάμα, την χαρά της ζωής ως οιωνό σεισμού.

Ασυνείδητος

Τίποτε απολαυστικότερο από το να παρακολουθείς το πώς έχει αποδιοργανώσει ένα ολόκληρο σύστημα η απρόβλεπτη συμπεριφορά ενός ανθρώπου, που δεν υποδύθηκε τον ρόλο τον όποιο όλοι ανέμεναν να υποδυθεί. Αντί να λειτουργήσει κατά τα προβλεπόμενα, ο Ζορμπάς λειτούργησε ως αστάθμητος παράγοντας, με αποτέλεσμα τώρα οι μεν να φτύνουν εκεί που έγλειφαν και οι δε να γλείφουν εκεί που έφτυναν. Και η ανακολουθία των μεν και των δε είναι εξίσου γελοία, εξίσου αναξιοπρεπής, εξίσου εύγλωττη για τη νοοτροπία και το ήθος με το οποίο πολιτεύονται.
Ο Ζορμπάς θα έπρεπε να έχει κομματική συνείδηση, αλλά αυτός αποδείχθηκε κομματικά ασυνείδητος. Ας υποστεί λοιπόν τώρα τις συνέπειες: «Τέλος, το ύφος χαρακτηρίζει τον άνθρωπο. Ετσι, δακρύβρεχτες ρητορείες περί «άνομης συναλλαγής του δεκασμού, το δέλεαρ του οποίου προσφέρεται αφειδώς από το αναιδές κεφάλαιο στους ευτελείς» ανήκουν στο γραφικό παρελθόν και την ηθογραφική κωμωδία, αλλά δεν συνάδουν με την ψυχραιμία και τη λιτότητα, που αρμόζουν σε μια σύγχρονη αστυνομική ή ανακριτική διαδικασία, αφού προκαταλαμβάνουν το συναίσθημα, αλλά δεν υπηρετούν τη λογική».
Να δεις που κάποτε θα μας πούνε και μαλάκες, να δεις που κάποτε θα μας πούνε γραφικούς. Βλέπεις; Επιτέλους μας είπαν.
Όπως πριν τρία χρόνια μας έλεγαν οι από 'κει τα δικά τους: «Είπα τεκμήριο αντικειμενικότητας και τι θυμήθηκα; Ένα πρόσωπο των ημερών, τον γενικό γραμματέα Εξοπλισμών του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, Γ. Ζορμπά. Ο κ. Ζορμπάς λοιπόν, εισαγγελέας με λαμπρή θητεία στο δικαστικό σώμα, ήταν ας πούμε μέχρι χτες το μεσημέρι εν ενεργεία αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Σήμερα, ανακοινώνεται ότι αναλαμβάνει τη θέση που κατέχει στην κυβέρνηση. Ερωτήματα ανακύπτουν. Πρώτον, πώς ο Πρωθυπουργός K. Καραμανλής γνώριζε ότι από τη δεξαμενή των εισαγγελέων ο συγκεκριμένος ήταν «δικός μας»; Δεύτερον, αφού είναι γνωστό ότι ήταν «δικός μας», γαλάζιος δηλαδή, τι να σκεφθούν οι πολίτες για τις υποθέσεις που χειρίστηκε την περίοδο που ήταν εισαγγελέας Εφετών και αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου; Ερωτήματα υποβάλλουμε, απαντήσεις δεν θα έχουμε».
Άραγε τις πήρε τις απαντήσεις του ο κύριος Παπαχρήστος; Μια συγγνώμη θα του έπεφτε βαριά;

Τετάρτη, Αυγούστου 22, 2007

Πράσινο το κακαδάκι - κίτρινο το χορταράκι

Ήρθαν, που λες, τα γαλαζοαίματα τα ισπανάκια με τα ευαίσθητα τα ποδαράκια να δώσουν ένα φιλικό προς τιμή του Ζαγοράκη και χαλάστηκαν με το χορτάρι της Τούμπας κι έκαναν προπόνηση στο ξενοδοχείο και απείλησαν ότι δεν θα παίξουν με αυτές τις συνθήκες. Φοβήθηκαν μην κάνουν κανένα τάκλιν και πονέσει το πωπουλίνι τους. Αλλά δεν φταίει κανείς. Εμείς με τον αιώνιο ραγιαδισμό μας φταίμε, που δεν τους διώξαμε με το πρώτο αεροπλάνο. Κι όχι μόνον δεν τους διώξαμε, αλλά κάναμε και ολονύκτιες εργασίες μπαλώματος του αγωνιστικού χώρου, λες και οι παλαιότεροι που έπαιζαν σε ξερά είχαν κατουρήσει σε πηγάδι.
Καλά διασταυρωμένες πληροφορίες αναφέρουν ωστόσο ότι:
1) Αντί για χλοοτάπητας τοποθετήθηκε χαρτί από τις εκατόν είκοσι οκτώ αθλητικές εφημερίδες που κυκλοφορούν σήμερα στη χώρα, καθώς ούτως ή άλλως αυτός (και όχι ο αγωνιστικός) είναι ο ζωτικός χώρος του ελληνικού ποδοσφαίρου: η πάρλα. Ελληνικό ποδόσφαιρο χωρίς χορτάρι μπορεί κάλλιστα να υπάρξει, ελληνικό ποδόσφαιρο χωρίς ποδοσφαιρολογία ποτέ. Τα όσα συμβαίνουν, άλλωστε, στην πραγματικότητα εντός γηπέδων τελικά ελάχιστα αφορούν. Κατεβλήθη προσπάθεια ώστε οι μεγάλες περιοχές να καλυφθούν αποκλειστικά από σελίδες που δεν θα περιέχουν ρεπορτάζ, αλλά τις μόνιμες στήλες - αναλύσεις των τριών χιλιάδων εξακοσίων σαράντα οκτώ Ελλήνων αρθρογράφων - γκουρού του ποδοσφαίρου.
2) Ο Πρόεδρος της ΕΠΟ Βασίλης Γκαγκάτσης -αφού σκάλισε την μύτη του και απαλλάχθηκε από μακρόστενο κακάδι που τον ενοχλούσε για ώρα, καθώς είχε κολλήσει στα τοιχώματα του αριστερού ρουθουνιού του- απείλησε να καταγγείλει άμεσα σε Φίφα, Ουέφα και Κουίν Λατίφα κάθε απόπειρα κρατικής παρέμβασης στο αυτοδιοίκητο του ποδοσφαίρου, είτε άμεσης είτε συγκεκαλυμμένης (με την χρησιμοποίηση στις εργασίες γεωπόνων και εργατών, που ως φορολογούμενοι πολίτες τελούν σε σχέση εξάρτησης με το Ελληνικό Κράτος), ενώ την ύστατη πραγματικά ώρα δεν κατήγγειλε σε Φίφα, Ουέφα και Φαλάφελ την προώρη διάλυση της Βουλής για λόγο ελεγχόμενης συνταγματικότητας.
3) Το τιμώμενο πρόσωπο του φιλικού, Θοδωρής Ζαγοράκης, αγανακτισμένος από την ξεφτίλα για το καμένο χόρτο του γηπέδου του ΠΑΟΚ, επιτέθηκε φραστικά και στη συνέχεια ήρθε στα χέρια με τον Πρόεδρο της ΠΑΕ ΠΑΟΚ, Θοδωρή Ζαγοράκη. Υπεβλήθησαν εκατέρωθεν μηνύσεις. Ο Βασίλης Γκαγκάτσης απείλησε ότι αν οι μηνύσεις εκδικαστούν από τα ποινικά δικαστήρια, οι ομάδες μας θα αποβληθούν από τις διεθνείς ποδοσφαιρικές διοργανώσεις άπαξ διά παντός και επιπρόσθετα η χώρα θα πληγεί από την ενδέκατη πληγή του Φαραώ, ήτοι ο ουρανός θα αρχίσει να βρέχει κακάδια.

Τα τρία παρήγορα

Τρεις παρήγορες διαπιστώσεις, μια ειρωνική, μια κυριολεκτική και μια που ούτε η ίδια ξέρει τι είναι (τις βάζω ανακατεμένα για να σε μπερδέψω):
1) Σε μια εποχή που σημαδεύτηκε από το παραδικαστικό κύκλωμα των επίορκων δικαστών, σε μια εποχή επίσης που ο μόλις απελθών πρόεδρος του Αρείου Πάγου μόνο θετικές εντυπώσεις δεν άφησε, ειδικά ως προς τη δικαιολόγηση των υπέρογκων εισοδημάτων του γιού του, είναι τουλάχιστον παρήγορο να βλέπεις τον Γιώργο Ζορμπά, που στην αρχή της τετραετίας ήταν κόκκινο πανί για το ΠΑΣΟΚ, να γίνεται στο τέλος της περίπου κόκκινο πανί για τη ΝΔ και να φημολογείται ότι ένας βασικός λόγος επίσπευσης των εκλογών ήταν το πόρισμά του. Αν και προφανέστατα δεξιός, ο Ζορμπάς έδειξε ότι δεν είναι όργανο κανενός, ύψωσε ανάστημα και περισσότερο ή λιγότερο ικανός, περισσότερο ή λιγότερο κολλημένος, φάνηκε αν μη τι άλλο τίμιος. Και η τιμιότητα είναι μια λέξη όμορφη, μια λέξη πολύτιμη, μια λέξη που χρειάζεται να τη νοιώθουμε που και που παρούσα στην αληθινή ζωή.
2) Βλέποντας την εμβληματικότερη φιγούρα του εκχυδαϊσμού του δημόσιου λόγου στην σύγχρονη Ελλάδα, βλέποντας τον Νίκο Κακαουνάκη να προπαγανδίζει φανατικά υπέρ του ΠΑΣΟΚ, αναρωτιέσαι πώς γίνεται ένας φαινομενικά τόσο κυνικός και αμοραλιστής άνθρωπος να παθιάζεται τόσο πολύ για την εκλογή ενός κόμματος. Μήπως τελικά ο Νίκος πιστεύει ακόμα σε κάτι έξω από αυτόν;
3) Παλιά, όταν η πολιτική ήταν ακόμα κυρίαρχος, στις ειδήσεις έλεγαν ειδήσεις. Μετά ήρθε το νεανικό δελτίο του «Star» και στις ειδήσεις σταμάτησαν να λένε ειδήσεις. Η πολιτική έφευγε, το κουτσομπολιό ερχόταν. Οι ειδήσεις ήταν μόνο η αρχή. Σύντομα η λαίλαπα θα εξαπλωνόταν και η πολιτική θα υποχωρούσε από παντού. Σύντομα στις εκλογές αντί για ψηφοδέλτια θα ρίχναμε σιντί της Έφης Θώδη και γάζες από την πλαστική της Άντζελας Δημητρίου. Το κακό έπρεπε να χτυπηθεί στη ρίζα του. Και χτυπήθηκε. Με μια ακόμη ιδιοφυή επιλογή του, ο Γιώργος Παπανδρέου ανέτρεψε την ολέθρια αυτή τάση επιστρέφοντας στην πολιτική την χαμένη της τιμή, εντάσσοντας στις τάξεις της και αποσπώντας από τις τάξεις του εχθρού το προς τα έξω πρόσωπό του, τον άνκορμαν που παρουσίασε αγόγγυστα και χαμογελαστότατα τις περισσότερες παπαριές από καταβολής ελληνικής τηλεόρασης. Τυχόν καταψήφιση Λιάγκα θα σημάνει επιστροφή του στην εκφώνηση ειδήσεων για διαγωνισμούς πορτοκαλί κανίς και για την μεγαλύτερη μακαρονάδα που βράστηκε ποτέ από κλειτοριδική μαγείρισσα, τυχόν καταψήφιση Λιάγκα θα σημάνει το επαναθέριευμα του ρεύματος που θα οδηγήσει την πολιτική στο τέλος της.
Αν αγαπάς την δημοκρατία, αν δεν θες τα βυζιά της Μπεζεντάκου στην διδακτέα ύλη της Ιστορίας της Έκτης, βάλε τον Λιάγκα στη Βουλή.

Δευτέρα, Αυγούστου 20, 2007

Το δις φωτοσοπείν

H διαφορά ανάμεσα στο να εμφανίζεις την Στάη 20 χρόνια μικρότερη και στο να φουντώνεις τις φλόγες της πυρκαγιάς για την επίτευξη του μέγιστου δραματικού εφέ είναι μικρή. Οι εξαφανισμένες ρυτίδες της Έλλης, τσιγαρίστηκαν, άρπαξαν κι έγιναν φωτιά που θέριεψε στο πρωτοσέλιδο του «Έθνους» όχι μία αλλά δύο φορές. Το δις φωτοσοπείν ουκ εφημερίδος σοφής. H φωτιά που καίει το «Έθνος» είναι εξίσου σικέ με την εκλογική φωτιά που καίει το έθνος.
Υπάρχει κάτι εγγενώς λάθος στην πραγματικότητα, όπως λ.χ. τα γηρατειά ή η έλλειψη θεαματικότητας της αληθινής τραγωδίας σε σύγκριση με την χολιγουντιανή. Θα το διορθώσουμε.
Αν η πραγματικότητα σε επίπεδο ζωής αντιμετωπίζεται πλέον φαρμακευτικά, δια της συνταγογράφησης χαπιών για κάθε πόνο, κάθε ενόχληση, κάθε στεναχώρια, η πραγματικότητα σε επίπεδο εικόνας αντιμετωπίζεται πλέον παρεμβατικά, δια του ανηλεούς photoshopping.
Δεν πάει να έχει καεί η Πάρνηθα. Δεν πάει να έχει ξανακαεί η καμένη Πεντέλη. Δεν μας αρκεί. Πυρκαγιά πουλάνε όλοι. Η δική μας πρέπει να είναι μεγαλύτερη, ψευτικότερη, ηδονοβλεπτικότερη, καταναλωτικότερη.
Εδώ οι καλές οι φλόγες. Ειδικά εφέ έχω, λέγετε.
Και μια βασική αιτία που μου αρέσει βαθιά αυτή η ιστορία με τα μπλογκ, είναι ότι -μέχρι στιγμής τουλάχιστον- αντιπαρατάσσουν τον γυμνό λόγο στην κυρίαρχη κουλτούρα των ολοένα και πιο εικονικών εικόνων.
Ο μπλόγκερ, κι αν κρύβει τις ρυτίδες του, είναι τουλάχιστον επειδή κρύβει ολόκληρο το πρόσωπό του. Την θέση της αστραφτερής πλαστότητας, που αρνείται τη φθορά, καταλαμβάνει το σκοτάδι, που είτε τη συνομολογεί εμμέσως είτε την βγάζει απλά εκτός θέματος, υποδηλώνοντας πως η ζωή δεν είναι μόνο εικόνα, αλλά και ουσία.

Κυριακή, Αυγούστου 19, 2007

Το ποστ που γκρέμισε τον δικομματισμό

Η μακροχρόνια ειρήνη, η μακροχρόνια δημοκρατία, η μακροχρόνια ευημερία σκοτώνει την πολιτική συγκίνηση.
Το σύστημα των δύο κομμάτων μπορεί να αυξήσει, διατηρήσει ή μειώσει τα ποσοστά του, αλλά σε κάθε περίπτωση, αν υπήρχε μηχάνημα που να μετρά τη συγκίνηση, τη θερμότητα, την πίστη με την οποία ψηφίζει ο κόσμος, είναι πέρα για πέρα βέβαιο ότι θα κατέγραφε νούμερα κατά πολύ μικρότερα από αυτά περασμένων δεκαετιών.
Τα δύο κόμματα ακόμα κι αν εξακολουθούν να ψηφίζονται δεν εξακολουθούν να αφορούν.
Αν και όσο αφορούν, αφορούν μόνο σε επίπεδο ρουσφετιών, παροχών, αφορούν μόνο στο επίπεδο της βελτίωσης της προσωπικής σου θέσης στην κοινωνία και όχι στο επίπεδο αυτής καθαυτής της κοινωνίας. Η γενικότερη εικόνα έχει χαθεί ως αυτοτελής και αυτάρκης λόγος υπερψήφισης του ΠΑΣΟΚ ή της Νέας Δημοκρατίας.
Τα δυο κόμματα διατηρούν τα ονόματά τους ως «brand names». Το «ΣΟ» του ΠΑΣΟΚ είναι σαν το «Κ» της ΑΕΚ. Όταν ιδρύθηκε το 1924 η ΑΕΚ, πράγματι ο συμβολισμός του «Κ» της Κωνσταντινούπολης σήμαινε πολλά για τους πρόσφυγες και εξέφραζε μια μερίδα κόσμου. Στη συνέχεια τα χρόνια πέρασαν, oι πρόσφυγες ενσωματώθηκαν, η ζωή προχώρησε. Όσο η ΑΕΚ είναι «Αθλητική Ένωση Κωνσταντινούπολης» και αυτό έχει κάποιο αντίκρυσμα στην πραγματικότητα σήμερα, άλλο τόσο το ΠΑΣΟΚ είναι «Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα» και αυτό έχει κάποιο αντίκρυσμα στην πραγματικότητα σήμερα. Η ΑΕΚ, 83 χρόνια μετά την ίδρυσή της, (κουβαλώντας ασφαλώς την ιστορία της αφετηρίας της) δεν είναι κάτι άλλο από μια από τις τρεις ομάδες της πρωτεύουσας που διεκδικούν το πρωτάθλημα. Το ΠΑΣΟΚ, 33 χρόνια μετά την ίδρυσή του, (κουβαλώντας ασφαλώς την ιστορία της αφετηρίας του) δεν είναι κάτι άλλο από ένα από τα δύο κόμματα που διεκδικούν την εξουσία. Μπορεί να τη διαχειρίζεται καλύτερα ή χειρότερα από τη Νέα Δημοκρατία, αλλά πρόκειται πλέον για διαφορά βασικά τεχνική και ελάχιστα πολιτική.
Εξαφανισμένης σχεδόν της πολιτικής διαφοράς απομένει η ιστορική, η νοσταλγική και η οπαδική διαφορά: ψηφίστε μας γιατί μια ζωή εμάς ψηφίζετε, ψηφίστε μας γιατί εδώ ανήκετε, ψηφίστε μας για να θυμηθείτε εκείνο το παλιό συναίσθημα.
Ψηφίστε μας γιατί έχουμε αρχηγό τον Καραμανλή και τον Παπανδρέου. Εξακολουθούμε και είμαστε το αυθεντικό προϊόν. Εξακολουθούμε και διαφέρουμε. Διατηρούμε το brand name μας όχι μόνο στο όνομά μας αλλά και στο όνομα των αρχηγών μας. Των ανθρώπων που σχεδόν με το ζόρι βάλαμε εκεί, των ανθρώπων που δεν είχαν το ανάστημα (όπως τόσοι και τόσοι άλλοι συμπατριώτες τους στην κληρονομοκρατούμενη επαγγελματικά χώρα) να αρνηθούν το έξωθεν επιβεβλημένο πεπρωμένο τους και να κάνουν στη ζωή τους αυτό που ήθελε η καρδιά τους, αποφεύγοντας να υποδυθούν ένα ρόλο που δεν ταίριαζε είτε στην ιδιοσυγκρασία τους είτε στις ικανότητές τους.
Και ο κόσμος εξακολουθεί και τους ψηφίζει. Το μηχάνημα καταμέτρησης της συγκίνησης δεν έχει εφευρεθεί, αλλά ακόμα κι αν είχε εφευρεθεί, η απαθής ψήφος μετράει εξίσου με την παθιασμένη. Μετράει δε περισσότερο από τη δική σου μη ψήφο, αν απαξιώνεις να ψηφίσεις. Μετράει περισσότερο από το δικό σου άκυρο. Μετράει περισσότερο -κακώς, αλλά έτσι είναι- κι απ΄το δικό σου λευκό.
Ο δικομματισμός δεν είναι δαίμονας. Η πρόοδος της χώρας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε αυτόν. Αλλά όσο παραμένει πανίσχυρος, όσο δεν απειλείται, όσο δεν τρομάζει, όσο δεν κλονίζται, τόσο θα σαπίζει, τόσο θα αρνείται να ανανεωθεί, τόσο θα παραμένει κλειστό, αυτοτροφοδοτούμενο σύστημα, σύστημα αποκομμένο από την κοινωνία, σύστημα απρόθυμο να βγάλει τον αυτόματο πιλότο διακυβέρνησης· που μάς έχουν κάνει να πιστέψουμε ότι είναι αναγκαστικά αυτόματος, ενώ είναι κατ΄επιλογήν αυτόματος, είναι αυτόματος επειδή επιλέγουν να τον κρατάνε εκεί.
Και η επιλογή τους αυτή είναι αποκλειστική συνέπεια της δικής σου επιλογής, της επιλογής σου να τους ψηφίζεις, να απέχεις ή να ρίχνεις άκυρο, και η επιλογή τους αυτή είναι συνέπεια του τρόπου που διαχειρίζεσαι το δώρο της ελεύθερης επιλογής σου.
Μα δεν υπάρχουν εναλλακτικές προτάσεις; Δεν νομίζω ότι είναι έτσι, αλλά κι αν το βλέπεις έτσι, μόνος τρόπος για να δημιουργηθούν εναλλακτικές που θα σε εκφράζουν, είναι να πάψει το σικέ παιχνίδι τους να αμείβεται με τα συντριπτικά ποσοστά των ψηφοφόρων, που ψήφισαν χωρίς ενθουσιασμό μεν, έγκυρα δε.

Σάββατο, Αυγούστου 18, 2007

Δέος

Λένε ότι τα παιδιά έχουν όλο το μέλλον μπροστά τους. Φαντάζομαι ότι όσοι έχουν παιδιά το ξέρουν από πρώτο χέρι, αλλά πέρασα αυτές τις μέρες κοντά σε ένα αγόρι 4 1/2 ετών και διαπίστωσα ότι τα παιδιά δεν έχουν μπροστά τους ούτε μέλλον ούτε παρελθόν, δεν έχουν μπροστά τους τίποτα άλλο από το παρόν τους, το οποίο απομυζούν, εξαντλούν, στραγγίζουν. Εδώ και χρόνια με απασχολεί σαν σκέψη το πώς γίνεται να ζει κανείς το παρόν του ως αυταξία, το πώς γίνεται να ζει κανείς τώρα για το τώρα. Πίστευα ότι τελικά δεν γίνεται· ίσως να το κατόρθωνουν ελάχιστα προικισμένα άτομα, άτομα που είτε είναι ποιητές είτε όχι, έχουν πάντως μια ποιητική αντίληψη της ζωής και της συνθήκης της ύπαρξης.
Πίστευα ότι τελικά δεν γίνεται μέχρι που έζησα από κοντά τον Παύλο: άλλαζε τα πέταλα σε όσες ξυπνητές ώρες της μέρας του αντιστοιχούσαν: ο Παύλος ζει. Την κάθε του στιγμή σαν να είναι ανεπανάληπτη. Σαν να μην υπήρχε άλλη στιγμή πριν και σαν να μην υπάρχει άλλη στιγμή μετά.
Το παιδί είναι βυθισμένο στο παρόν γιατί δεν έχει τίποτα να θυμάται από το παρελθόν και τίποτα να προσδοκά από το μέλλον.
Ο ενήλικος αδυνατεί να αφοσιωθεί στο παρόν γιατί είτε νοσταλγεί είτε προσμένει: οι χαμένοι παράδεισοι - η ελπίδα των αυριανών παραδείσων.
Το παιδί ξέρει χωρίς να ξέρει ότι, αν υπάρχει, ο παράδεισος βρίσκεται εδώ και μόνο εδώ, τώρα και μόνο τώρα.
Παρατηρείς κάποιον που ζει στον παράδεισο και σχεδόν ανατριχιάζεις.
Σε έναν μήνα θα πάει προνήπιο. Του χρόνου νήπιο. Μετά πρώτη. Οι σχολικές του σκοτούρες θα είναι από τις πρώτες αναμνήσεις του. Ό,τι ζει τώρα θα το ξεχάσει. Σαν να είναι υπνωτισμένος. Από το τώρα στο μυαλό θα μείνει μόνο κάτι θολό: το παιδί όταν ζει δεν κρατάει σημειώσεις.
Και ίσως εν τέλει η κάθε ανάμνηση να σηματοδοτεί σε ένα βαθμό μια ήττα, μια ήττα της εμπειρίας, και μια αδυναμία, μια αδυναμία απόλυτης παράδοσης, μια αδυναμία απόλυτης καταβύθισης στην ζωή, αρκετά απόλυτης, ώστε όταν ανασύρεσαι στην επιφάνεια να μην φέρνεις μαζί σου κανένα νεκρό και πλαστογραφημένο κομμάτι ζωής υπό την μορφή μνήμης.
Παρατηρείς τον τρόπο που ένα παιδί βιώνει το παρόν και σχεδόν ανατριχιάζεις.
Το να ζεις τόσο πολύ φαντάζει στα μάτια του ενήλικου άλλοτε ως θαύμα κι άλλοτε ως ύβρις.
Και στις δύο περιπτώσεις όμως ως κάτι που τον υπερβαίνει.
Κι αυτό το δέος για αυτό που συντελείται ενώπιόν του αντιμετωπίζεται μόνο κατά πρόσωπο, αντιμετωπίζεται μόνο με λέξεις που το ονοματίζουν, το αναλύουν, το χάνουν εν μέρει στην μετάφραση.

Παρασκευή, Αυγούστου 17, 2007

Δεν θα την σκέφτηκαν

Άρθρο 41 παράγραφος 2 του Συντάγματος: «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαλύει τη Βουλή με πρόταση της Κυβέρνησης που έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης, για ανανέωση της λαϊκής εντολής προκειμένου να αντιμετωπιστεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας».
Το επικληθέν εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας για το οποίο ζητήθηκε σήμερα η ανανέωση της λαϊκής εντολής ήταν -ούτε λίγο ούτε πολύ- η ανανέωση της λαϊκής εντολής: η συνέπεια της διάταξης ταυτίστηκε ουσιαστικά με την προϋπόθεσή της.
Το παράδοξο είναι ότι, καθώς η συγκεκριμένη συνταγματική προϋπόθεση («εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας») χρησιμοποιείται μεταπολιτευτικά πάντοτε ως πρόσχημα για να κάνει η εκάστοτε κυβέρνηση εκλογές όποτε την εξυπηρετεί, πρέπει μάλλον να αποδώσουμε την εξάντληση των εθνικών θεμάτων εξαιρετικής σημασίας σε μια ευνοϊκή συγκυρία για την χώρα: εν έτει 2007 δεν υπάρχει κανένα εθνικό θέμα που να μας καίει, έστω και λίγο, ώστε να μπορεί να σταθεί ως πρόσχημα.
Μόνο ίσως η ιστορία της έκτης. Αλλά δεν θα την σκέφτηκαν.

Πέμπτη, Αυγούστου 16, 2007

Στο διάστημα

Είσαι στο βουνό. Χτυπάει το τηλέφωνο. Το σηκώνουν. Ακούς να λένε για φωτιά και για εκκενώσεις. Σκέφτεσαι ότι πρόκειται για κάποιο κοντινό χωριό. Τελικά πρόκειται για την πόλη. Είσαι στο καταπράσινο βουνό και καίγεται η πόλη. Η πόλη που έφαγε το βουνό. Η πόλη που έφαγε το βουνό χάρη σε φωτιές σαν την σημερινή, τα φλεγόμενα σήμερα σπίτια που χτίστηκαν χάρη σε φωτιές σαν την σημερινή.
Αλλά αυτά είναι χιλιοειπωμένα. Ας μιλήσουμε για πολιτική, που ποτέ δεν είναι πληκτική.
Κώστας Καραμανλής: ο Πρωθυπουργός του οποίου η σημαντικότερη και η μακράν πιο βασανισμένη πρωθυπουργική απόφαση ήταν το πότε θα κάνει εκλογές.
Βάζεις ειδήσεις για να ακούσεις για τις φωτιές και ακούς και για τις εκλογές και πληροφορείσαι ότι κρίσιμο ρόλο για την τελική ημερομηνία διεξαγωγής τους έπαιξε και η σκέψη να γίνουν πριν προλάβει να μιλήσει ο Παπανδρέου στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Να προλάβει δηλαδή να μιλήσει ο Καραμανλής και όχι ο Παπανδρέου.
Κι αναρωτιέσαι: στο διάστημα ζουν όλοι αυτοί; Στο διάστημα ζουν οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι; Πόσο έχει χαθεί πια η επαφή με το περιβάλλον; Πώς έχει το κομματικό παιχνίδι αποξενωθεί τόσο πολύ από την κοινωνία;
Έπι ένα πεντάμηνο μας έχουν ζαλίσει μέχρι λιποθυμίας τα κοκόβια με το πότε θα γίνουν εκλογές. Σιχάθηκα να ακούω και να διαβάζω για εκλογές.
Στον κόσμο που ζω εγώ, είτε γίνουν 9 είτε 16 είτε 23 Σεπτεμβρίου είτε τον Μάρτιο, ένα και το αυτό είναι.
Στον κόσμο που ζουν αυτοί, στον κόσμο που το αν θα μιλήσει ο Παπανδρέου στην ΔΕΘ είναι ένα γεγονός που θα επηρεάσει περισσότερους των τριών (3) αναποφάσιστων ψηφοφόρων, το πότε θα γίνουν εκλογές είναι το άλφα και το ωμέγα τους, των ενδιάμεσων είκοσι δύο γραμμάτων της αλφαβήτας ινκλούντιντ.
Το κλισέ για το Καρναβάλι της Πάτρας λέει ότι από την μέρα που τελειώνει αρχίζουν οι ετοιμασίες για το επόμενο.
Από την 10η, την 17η ή την 24η Σεπτεμβρίου, ας αρχίσουν να εκλογολογούν για τις επόμενες εκλογές, για το αν θα γίνουν το 2010 με την εκλογή νέου Πρόεδρου, για τον ορίζοντα που θα έχει η νέα κυβέρνηση, για το αν η χώρα θα βρίσκεται σε μια ιδιότυπη προεκλογική περίοδο.
Η απέραντη εκλογολογία καλύπτει το κενό που έχει αφήσει η δικομματική ταύτιση επιλογών σε 8 από τα 10 θέματα.
Επιστρέφω στην καμένη πόλη για να καλύψω με λαχτάρα το μεγάλο προεκλογικό ντέρμπι των πιο κρίσιμων, των πιο καθοριστικών εκλογών στην πρόσφατη ιστορία του τόπου.

Τετάρτη, Αυγούστου 15, 2007

Αγρύπνια

Το βράδυ που ο Ήρ. έκλεισε τα 22 αποφάσισε να κόψει οριστικά τον ύπνο.
Ακριβώς ένα χρόνο πριν είχε κόψει το κάπνισμα και γνώριζε ότι ο μόνος τρόπος για να κόψεις μια μακροχρόνια συνήθεια (και αναμφίβολα ο ύπνος ήταν μια συνήθεια που αριθμούσε πολλά περισσότερα χρόνια στη ζωή του απ’ ό,τι το κάπνισμα) είναι να την κόψεις μαχαίρι. Ο Ήρ. δεν θα έφτανε ποτέ στο σημείο να πάρει μια τόσο δραματική απόφαση, αν δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι τα περιθώρια της ζωής του στενεύουν. Δεν ήταν πια παιδί, δεν ήταν πια έφηβος, δεν ήταν πια εικοσάρης, δεν ήταν καν είκοσι δύο. Είχε ήδη μπει στα 23. Αν όλα στη ζωή του εξελίσσονταν υπό το ιδανικότερο πιθανό σενάριο, αν κανένα ατύχημα δεν τον προλάβαινε νωρίτερα, αν καμιά αρρώστια δεν τον προλάβαινε νωρίτερα, αν ο θάνατος του πλανήτη δεν τον προλάβαινε νωρίτερα, αν καμιά τάση αυτοκτονική δεν τον προλάβαινε νωρίτερα, είχε ήδη ζήσει το ¼ της ζωής του: και όχι ένα οποιοδήποτε τέταρτο, αλλά το καλύτερο – το τέταρτο της βιολογικής ακμής του.
Ο Ήρ., γνωρίζοντας πως πάνω στον θάνατο δεν έχουμε έλεγχο και δεν μπορούμε να τον αποτρέψουμε, θεώρησε επιτακτικής σημασίας το να μην παραχωρήσει έστω και ένα επιπλέον λεπτό της ζωής του στον ύπνο. Ήταν αναφαίρετο δικαίωμά του να ζήσει απόλυτα συνειδητά όση ζωή του απέμενε, χωρίς να συνεχίσει να εκχωρεί βλακωδώς κάθε μα κάθε βράδυ τις αισθήσεις του στη δικαιοδοσία του ύπνου.
Είχε σκεφτεί το θέμα εξαντλητικά και όσο το σκεφτόταν τόσο περισσότερο τρελό του φαινόταν: κάθε βράδυ να ξαπλώνει, να κλείνει τα μάτια και την θέση του εαυτού του να την καταλαμβάνει ξαφνικά κάτι άλλο: το σώμα του ακινητοποιημένο - το πνεύμα του, η συνείδησή του (αυτός ο ίδιος στο κάτω - κάτω) Κύριος οίδε πού πήγαιναν.
Όχι λοιπόν. Όχι άλλο.
Αν ήταν να πεθάνει από αυπνία ας πέθαινε, αλλά τουλάχιστον δεν θα ξανάφηνε την συνείδησή του στιγμή από την επίβλεψή του.
Ο Ήρ. δυσκολεύτηκε (δυσκολεύτηκε πολύ), αλλά τελικά τα κατάφερε. Το μεγάλο ζόρι ήταν τους πρώτους, μήνες, όταν τα μάτια του έκλειναν από μόνα τους κι αναγκαζόταν να καταφεύγει σε κάθε είδους τρικ για να μένει ξύπνιος.
Μετά ο οργανισμός του άρχισε σταδιακά να συνηθίζει και η δύναμη της συνήθειας αποδείχθηκε ισχυρότερη από οποιαδήποτε θεωρητική βιολογική ανάγκη ύπνου.
Μόλις ο Ηρ. βεβαιώθηκε ότι τα είχε βγάλει πέρα, άρχισε να επικεντρώνει τις νοητικές του δυνάμεις προς την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση αυτού του φιλέτου ζωής που είχε αποσπάσει από τον ύπνο και σφιχταγκάλιαζε πια αδιαφιλόνικητα στην κατοχή του.
Να εργαζόταν αυτές τις έξτρα ώρες προκειμένου να αποκτήσει συγκριτικό πλεονέκτημα στην αγορά εργασίας βελτιώνοντας καίρια την οικονομική του θέση; Να κρατούσε τις ώρες αυτές για τον ίδιο ως ποιοτικές ώρες, ως επιπλέον ελεύθερο χρόνο;
Μα είχε θριαμβεύσει επί του ύπνου για πρακτικά μικροψίχουλα;
Ο Ηρ. ήταν πια φιλόδοξος.
Το βράδυ που έκλεισε τα 23 έβαλε μπρος να αρχίσει να πετάει.
Και ίσως να βοήθησε το ολότελα πειραγμένο από τη στέρηση ενός χρόνου ύπνου μυαλό του – ίσως όχι, αλλά πάντως με το που το σκέφτηκε άρχισε να πετάει.
Πετούσε για ώρα πολλή. Όμορφα ήταν. Πολύ όμορφα.
Όταν προσγειώθηκε κατάλαβε ότι δεν ήταν ανάγκη να περιμένει να κλείσει τα 24 για να κάνει το επόμενο βήμα και αποφάσισε να αποκτήσει δυο ακόμη χέρια.
Λίγα λεπτά μετά χειροκροτούσε ενθουσιασμένος και με τις τέσσερις παλάμες του.
Τις επόμενες μέρες ο Ηρ. μεταλλάχθηκε σε διάφορα ζώα, μετά ξαναέγινε άνθρωπος, μετά έγινε άλλος άνθρωπος, έγινε ο δάσκαλος – εφιάλτης των παιδικών του χρόνων, ο δάσκαλος που τον πρόσβαλε διαρκώς όταν ήταν μαθητής (και όταν έγινε έσπασε με μανία τα μούτρα του εαυτού του πέφτοντας σε έναν τοίχο), μετά έγινε ο μακαρίτης ο πατέρας του (και πέρασε ξανά μερικές μέρες μαζί του λέγοντάς του όσα δεν πρόλαβε όσο εκείνος ζούσε, επειδή πάντα τον φοβόταν και ποτέ δεν τον είχε καταραστεί καταπρόσωπα), μετά έγινε τραγούδι και τραγουδήθηκε από στόμα σε στόμα, μετά έγινε φήμη και διαδόθηκε παντού, μετά έγινε θρησκευτικό δόγμα και δημιούργησε μια σειρά πιστών που αποφάσισαν να δοκιμάσουν να αλλάξουν δια της θελήσεώς τους την μοίρα τους και τα θεωρούμενα ως αδιαπραγμάτευτα δεδομένα της ζωής τους, και τέλος έγινε λέξη, έγινε η λέξη ύπνος και κατάκοπος από όλη αυτήν την πνευματική του περιπέτεια αποφάσισε να σταματήσει το ταξίδι του εκεί, αποφάσισε να κλείσει επιτέλους τα μάτια του και να ονειρευτεί μέσα στα πέντε της γράμματα και τις δυο της συλλαβές.

Κυριακή, Αυγούστου 12, 2007

Δωδεκαύγουστος

Δωδεκαύγουστος. Η Kηφισίας ανοιχτή, σχεδόν άδεια. Τρέχουμε. Μου λες να κόψω και να βάλω ζώνη. Έχει παντού τροχαίους και γράφουν.
«Μα σήμερα βρήκαν να γράψουν; Είναι δυνατόν;», ρωτάς.
Ε ναι λοιπόν, είναι. Είναι και παραείναι. Γιατί να μην γράψουν σήμερα; Ποιός ορίζει ότι υπάρχουν μέρες που δεν κολλάει να γράφεις;
Γράφω. Δίνω τα ονόματά μου σ’ έναν εξωτερικό και ξένο κόσμο. Επιστρέφω από το συναίσθημα της εξορίας και της αποξένωσης στο συναίσθημα ότι βρίσκομαι σπίτι μου. Και κάνοντάς το, φέρνω μια μικρή αλλαγή σε αυτό που φαινόταν αδύνατο ν’ αλλάξει. Επίσης, όταν περιγράφω την αδιαπέραστη αυθαιρεσία που υπογράφει το πεπρωμένο μου –αυθαιρεσία των ανθρώπων, αυθαιρεσία της τύχης– ανακαλύπτω ξαφνικά νέες αποχρώσεις και λεπτές διαφορές. Αντιμετωπίζοντάς την αποκτώ ελευθερία –ίσως τη μόνη που μπορεί να έχει ο άνθρωπος απέναντι σε όποια αυθαιρεσία– την ελευθερία να μιλάει για την τραγωδία του με τα δικά του λόγια».
Ή για την κωμωδία του. Ή για την ούτε τραγωδία ούτε κωμωδία του.
Απόψε, λέει, βρέχει αστέρια.
Μην τα δεις.
Απελευθερώσου από αυτά που πρέπει να δεις, από αυτά που δεν πρέπει να χάσεις.
Χάσ' τα όλα.
Το πρέπει βλάπτει σοβαρά το βλέμμα.
Δεν είναι ο κόσμος θέαμα. Ο κόσμος είναι νοιώσιμο.
Βλέπουμε για να νοιώσουμε, όχι για να βγάλουμε την υποχρέωση.
Αδιαφορώ αν αυτή τη στιγμή στον κρυμμένο πίσω απ' τις περσίδες ουρανό βρέχει Περσείδες.
Έμεινα στην οθόνη μου που έβρεξε λέξεις.

Σάββατο, Αυγούστου 11, 2007

Ανάλογα

«Μα τι στο διάολο;», φώναξε φτύνοντας την μπουκιά απ' το σουβλάκι στο πιάτο του. Πάτησε το ριντάιαλ κι αφού περίμενε στην αναμονή βγήκε η ίδια γυναικεία φωνή με την οποία είχε φλερτάρει μισή ώρα νωρίτερα. Τώρα μόνο για φλερτ δεν είχε όρεξη όμως: «Να πεις σε όποιον μαλάκα παριστάνει τον υπεύθυνο του καταστήματος εκεί πέρα, ότι αν έχουν μια έννοια οι αλυσίδες στα σουβλατζήδικα είναι για να μην αλλάζει η γεύση». Εκείνη δεν αναγνώρισε την ζοχαδιασμένα ασταθή φωνή του, αλλά αναγνώρισε το νούμερο του σταθερού του. Άλλα φανταζόταν για εκείνον λίγο πριν κι άλλα προέκυπταν. Δοκίμασε να είναι ήρεμη: «Τι ακριβώς παράπονο έχετε;». «Το παράπονο που ακριβώς έχω είναι ότι άμα λείπει η σάλτσα από την πίτα σας, ούτε ο σκύλος μου δεν θέλει να την φάει». Δεν είχε σκύλο· περιττός μπελάς. Αλλά δεν είχε κι άδικο: επέλεγε τυποποιημένα προϊόντα επειδή στη ζωή του δεν γούσταρε τις εκπλήξεις και τους αιφνιδιασμούς. Με τα χρόνια είχε ωριμάσει κι είχε αποδεχθεί ότι με όση προσοχή κι αν επέλεγε τυποποιημένες γκόμενες, πάντα θα συναντούσε μικρότερες ή μεγαλύτερες αποκλίσεις από την προβλεπόμενη συμπεριφορά του κάθε τύπου. Αλλά αυτό που ανεχόταν στις γκόμενες δεν τον υποχρέωνε κανείς να το αποδεχτεί και στα σουβλάκια. Φόρεσε μια μπλούζα, έβαλε παπούτσια και τσαντισμένος βγήκε έξω να περπατήσει. Λίγο ο δρόμος, λίγο η περιέργεια τον έφεραν έξω από το σουβλατζήδικο. Κοίταξε μέσα. Περιέργως η γκόμενα δεν έλεγε μόνο ως φωνή. Μπήκε στο μαγαζί. «Καλησπέρα, θέλω να σου ζητήσω συγγνώμη». Στα επόμενα λίγα λεπτά θα είχε καταλάβει εντελώς τον τύπο της και θα πορευόταν ανάλογα.

Ο προφανής τρόπος

Πολιτική βούληση: η αιωνίως απούσα των ελληνικών πολιτικών πραγμάτων, ο Γκοντώ της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Μια ακόμη -περίτρανη- επιβεβαίωση της απουσίας της είναι όλη αυτή η ιστορία με το αν πρέπει ή δεν πρέπει να γκρεμιστούν τα δυο κτίρια της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, που παρεμποδίζουν τη θέα από το νέοκτιστο μουσείο προς την Ακρόπολη.
Διαβάζοντας κανείς τα εκατέρωθεν επιχειρήματα δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει ότι και οι δυο πλευρές έχουν τα δίκια τους· κρίμα θα είναι να γκρεμιστούν τα ωραιότατα κτίρια - κρίμα θα είναι και να συνεχίσουν να στερούν την θέα της Ακρόπολης.
Υπάρχει προφανής τρόπος και τα κτίρια να μείνουν στη θέση τους και την θέα να μην κρύβουν· αλλά ποιά Κυβέρνηση έχει το σθένος να προβεί σε ρήξεις, ποιός πολιτικός άντρας (πλην ίσως του Γιάννη Γρανίτσα) θα είχε την πολιτική βούληση να γκρεμίσει την Ακρόπολη;
Με προσοχή και με πόνο βέβαια. Όχι τσάτρα - πάτρα. Και μετά μπορούμε κάλλιστα να βάλουμε τα μάρμαρά της στο μουσείο, ενισχύοντας έτσι έντονα τα επιχειρήματά μας για την επιστροφή των Ελγινείων.
Θαρσείν χρη.

Πέμπτη, Αυγούστου 09, 2007

Αμαϊμούδιστος

Δεκαεξάχρονος Γάλλος μετέφρασε σε χρόνο ρεκόρ τον τελευταίο Χάρι Πότερ και τον ανέβασε αφιλοκερδώς στο διαδίκτυο. Συνελήφθη.
Την ίδια ακριβώς στιγμή η Κίνα βρίθει από τους δικούς της Χάριδες.
Μπορεί η ατομική ιδιοκτησία να επικράτησε θριαμβευτικά του κομμουνισμού, αλλά το μόνο που ενδεχομένως απομένει στην πνευματική ιδιοκτησία, είναι να βρει το δικό της γκρέμισμα Τείχους, για να σηματοδοτήσει και συμβολικά το τέλος της δικής της αυτοκρατορίας (όπως τουλάχιστον την είχαμε κατά νου).
Από εκεί και πέρα, αδιαφορώ πλήρως για την μετάφραση των αυθεντικών ποστ μου από τρελλαμένους Γάλλους εφήβους (που θα έχουν μάθει ελληνικά μόνο και μόνο για αυτόν τον λόγο), αλλά δεν με αφήνει ασυγκίνητο η προοπτική να ξεφυτρώσουν χιλιάδες κινέζικα μπλογκ από old boy - μαϊμούδες, όπου οι δήθεν ολντμπόηδες θα περιγράφουν με ιδεογράμματα το τι ρόλο παίζει στη ζωή τους ο Παναθηναϊκός, θα δηλώνουν με σιγουριά ότι ο Νταμέ Εντογιέ είναι ο Πλατινί του 21ου αιώνα (και με δέκα τουλάχιστον εκατοστά μεγαλύτερο φαλλό, τα οποία θα φανούν ιδιαίτερα χρήσιμα σε περιπτώσεις προβολής στην μεγάλη περιοχή, όπου δεν θα προλαβαίνει την μπάλλα με άλλο μέρος του σώματος και θα επιχειρεί να την στείλει στα δίχτυα με αυτόματη στύση) και να αναρωτιούνται τι εξελιγμένα και ακυκλοφόρητα στο εμπόριο ψυχοφάρμακα παίρνουν οι υπεύθυνοι της Χέρτα, ώστε να έχουν κάνει επίσημη πρόταση για την απόκτηση του Λουκά Βύντρα.
Ωστόσο, αγαπητή κυρία Ρόουλινγκ, άλλα τα μάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας: όσο κι αν προσπαθούν να αντιγράψουν δεν θα τα καταφέρνουν, γιατί σε αντίθεση με τον Χάρι τον Πότερ, ο Ολντ ο Μπόι είναι ξεκάθαρα ανεπίδεκτος μαϊμουδισμού, ξεκάθαρα αμαϊμούδιστος.

H περί ανθρώπου αυταπάτη

Έντονες συζητήσεις έχει προξενήσει τον τελευταίο καιρό στους θεϊκούς κύκλους η δημοσίευση του βιβλίου «Τhe Man Delusion» («Η Περί Ανθρώπου Αυταπάτη»), αποδεικνύοντας έτσι για μια ακόμη φορά ότι το ζήτημα της σχέσεως Θεού - Ανθρώπου είναι ένα διαχρονικό σιγουράκι, καθώς σχεδόν τίποτα δεν είναι τόσο συναρπαστικό για το πνεύμα, όσο τα ζητήματα της πίστεως και των μυστηρίων της ύπαρξης.
Ακολουθεί προδημοσίευση λίγων αποσπασμάτων από το βιβλίο του συγγραφέα, μαχητικού υπερασπιστή της απιστίας στην ύπαρξη του Ανθρώπου (ανανθρωπίας):
«Ίσως διδαχτήκατε ότι οι φιλόσοφοι και οι ανθρωπολόγοι έχουν εκθέσει βάσιμους λόγους για τους οποίους πρέπει να πιστεύουμε στους Ανθρώπους.
Αν έχετε τέτοια γνώμη, τότε θα δοκιμάσετε μεγάλη έκπληξη μαθαίνοντας ότι τα επιχειρήματα υπέρ της ύπαρξης των Ανθρώπων είναι εντυπωσιακά ασθενή. Πολλοί θεοί, λόγου χάριν, πιστεύουν στον Άνθρωπο επειδή νομίζουν ότι κάποιος Άνθρωπος τους έχει δει με τα ίδια του τα μάτια σε ένα όραμα. 'Η επειδή άκουσαν τη φωνή κάποιου άλλου Ανθρώπου όταν προσευχόταν. Αυτό το επιχείρημα προσωπικής εμπειρίας είναι το πειστικότερο για όσους ισχυρίζονται ότι είχαν παρόμοια εμπειρία, αλλά το λιγότερο πειστικό για οποιονδήποτε άλλον - πόσο μάλλον για όποιον έχει αρκετές γνώσεις ψυχολογίας.
Λέτε ότι είχατε άμεση εμπειρία του Ανθρώπου; Ε, λοιπόν, μερικοί άλλοι λένε ότι βίωσαν την εμπειρία ενός ροζ ελέφαντα, αλλά αυτό πιθανότατα δεν σας εντυπωσιάζει».
«Καλά όλα αυτά, αλλά αν δεν υπάρχει Άνθρωπος πώς θα μπορούμε να είμαστε καλοί;
Διατυπωμένο με αυτόν τον τρόπο, το ερώτημα ηχεί ευτελές. Οταν κάποιος θεός μού το απευθύνει έτσι, νιώθω αμέσως τον πειρασμό να του απαντήσω προκλητικά: «Δηλαδή μου λες ότι προσπαθείς να είσαι καλός μόνο και μόνο για να κερδίσεις την έγκριση και την επιβράβευση του Ανθρώπου, ή για να αποφύγεις την αποδοκιμασία και την βλασφημία του; Αυτό δεν είναι ηθικότητα· σημαίνει απλώς ανάγκη ευτελούς κολακείας, ταπεινωτική συμπεριφορά, σημαίνει να κοιτάς συνεχώς τον μεγάλο προβολέα της γης προς τον ουρανό, ή τον μικροσκοπικό κοριό μέσα στο κεφάλι σου, που παρακολουθούν κάθε σου κίνηση. Για να το πω αλλιώς, αν συμφωνείτε ότι, χωρίς Ανθρώπους, θα συμπεριφερόσαστε διαφορετικά, τότε αποκαλύπτεται πως κατά βάθος είστε ανήθικη ύπαρξη. Αν, από την άλλη, δέχεστε ότι θα συνεχίζατε να είστε καλός και χωρίς ανθρώπινη επίβλεψη, τότε έχετε υπονομεύσει καίρια τον ισχυρισμό σας ότι χρειάζεται απαραιτήτως ο Άνθρωπος για να είμαστε καλοί».
«Αν αφαιρέσουμε την πίστη στον Άνθρωπο, τι θα βάλουμε στη θέση της; Τι θα προσφέρουμε στους απελπισμένους θεούς, σε όλους εκείνους για τους οποίους ο Άνθρωπος είναι ο μοναδικός τους φίλος;
Η πρώτη απάντηση που πρέπει να δώσουμε δεν αξίζει καν τον κόπο να αναφέρεται: Η ικανότητα της πίστης να παρηγορεί δεν της προσδίδει αλήθεια· έστω κι αν αποδεικνυόταν τελεσίδικα ότι η πίστη στην ύπαρξη του Ανθρώπου είναι απολύτως ουσιώδης για την ψυχολογική και συναισθηματική υγεία του θεού· έστω κι αν όλοι οι ανάνθρωποι είναι απελπισμένοι νευρωτικοί που ωθούνται στην θεαυτοκτονία από το ανελέητο κοσμικό άγχος - τίποτε από όλα αυτά δεν θα προσέφερε την παραμικρή ένδειξη ότι η πίστη στον Άνθρωπο είναι αληθινή.
Πρέπει να υπάρχει Άνθρωπος, λέει ένα σύνηθες επιχείρημα, διότι αν δεν υπήρχε, η ζωή θα ήταν κενή, άσκοπη, μάταιη, μια έρημος χωρίς νόημα και σημασία. Χρειάζεται μήπως να τονίσουμε ότι η εν λόγω λογική καταπίπτει με το πρώτο χτύπημα; Ισως η ζωή να είναι κενή. Ίσως εισακούοντας τις προσευχές να είμαστε πράγματι θύματα αυταπάτης. Το να υποθέτουμε το αντίθετο ισοδυναμεί με το να δεχόμαστε ότι αληθεύει το συμπέρασμα που θέλουμε να αποδείξουμε. Αυτός ο δήθεν συλλογισμός είναι εμφανώς κυκλικός.
Η αληθινά ενήλικη οπτική, αντιθέτως, βρίσκεται στο ότι η ζωή μας είναι τόσο μεστή νοήματος, τόσο πλήρης και θαυμαστή όσο εμείς οι ίδιοι επιλέγουμε να την κάνουμε. Και όντως μπορούμε να την κάνουμε αξιοθαύμαστη! Αν η κατάργηση του Ανθρώπου αφήνει ένα κενό, κάθε μια θεότητα θα το καλύψει με διαφορετικό τρόπο. Ο δικός μου τρόπος περιλαμβάνει μια γερή δόση επιστήμης, της τίμιας και συστηματικής προσπάθειας για την ανακάλυψη της αλήθειας σχετικά με τον πραγματικό κόσμο».

Τρίτη, Αυγούστου 07, 2007

Ώρες κοινής ησυχίας

Είμαι πολύ αρνητικά προκατειλημμένος απέναντι στο ελληνικό σινεμά, με στατιστικά βέβαιο αποτέλεσμα να μην έχω δει πολλές καλές ελληνικές ταινίες.
Τις «Ώρες Κοινής Ησυχίας» της Κατερίνας Ευαγγελάκου, που βγήκαν φέτος στους κινηματογράφους και πήγαν άπατες, τις νοίκιασα στο dvd μόνο και μόνο επειδή έχω εμμονή με τα φωτισμένα διαμερίσματα των πολυκατοικιών και την ιδέα ότι κάθε διαμέρισμα είναι η σκηνή μέσα στην οποία διαδραματίζονται οι ιστορίες και τα πάθη της καθημερινότητάς μας, ότι κάθε διαμέρισμα φιλοξενεί και εγκλωβίζει ταυτόχρονα τη ζωή μας.
Τη νοίκιασα αλλά δεν έβαζα να την δω, γιατί δυσφορούσα στην ιδέα να βάλω ταινία και να ακούω ελληνικά.
Τελικά την έβαλα και ήταν μια χαρά ταινία.
Προφανώς και δεν θα μεταβάλω την εισπρακτική της τύχη λέγοντας μια καλή κουβέντα. Η προκατάληψη κατά του ελληνικού σινεμά δεν είναι άλλωστε δικιά μου ιδιαιτερότητα, αλλά γενικευμένο και αρκετά δικαιολογημένο φαινόμενο.
Απλά σκέφτηκα ότι όταν επαινώ τόσες και τόσες ξένες ταινίες, δεν θα μου έπεφτε η υπόληψη να επαινέσω και μια καλή ελληνική ταινία, γιατί φαντάζομαι ότι όταν το έργο σου δεν βρίσκει το ευρύ κοινό, είναι (σε μικρό βαθμό έστω) παρήγορο να ξέρεις ότι άρεσε σε έναν θεατή ακόμα.
Από έναν θεατή λοιπόν ένα «μπράβο» -που ίσως φτάσει κάποτε, ίσως δεν φτάσει και ποτέ στα αυτιά εκείνων που το δικαιούνται-, αλλά αφού μου περισσεύει συχνότατα ο σαρκασμός για πρόσωπα και πράγματα, δεν βλάπτει να υπάρχουν και δυο ζεστές λέξεις για όσους το παλεύουν δημιουργικά φτιάχνοντας κάτι όμορφο, κάτι όμορφο που τελικά μένει ανεπίδοτο στους πολλούς, επειδή οι αμαρτίες των γονέων παιδεύουν τα τέκνα δημιουργώντας προκαταλήψεις στους πιθανούς αποδέκτες της τέχνης τους, οι οποίοι αρνούνται εκ των προτέρων να την προσεγγίσουν και να κρίνουν αν και πόσο τους αφορά.

Η παιδική καρδιά

Με καθυστέρηση συμμορφώνομαι (μερικώς) στην παραγγελιά ενός ανθρώπου που σέβομαι όσο ελάχιστους σε αυτήν τη ζωή (και σε πέντε - έξι ακόμα), του Αdaeus, o oποίος ζήτησε να σχολιάσω τους στίχους του Μανόλη Αναγνωστάκη:
«Κάτω απ' τα ρούχα μου δε χτυπά πια η παιδική μου καρδιά.
Λησμόνησα την αγάπη πού 'ναι μόνο αγάπη».
---
Κάτω απ' τα ρούχα μου δε χτυπά πια η παιδική μου καρδιά.
Λησμόνησα την αγάπη που 'ναι μόνο αγάπη.
Έτσι νόμισα για κάποια λεπτά της ώρας.
Για τα λεπτά που βγάζοντας τα ρούχα μου,
έβγαλα μαζί τους και την παιδική μου καρδιά.
Μετά γύρισα και σε κοίταξα.
Τα ρούχα παρέμεναν πεταμένα εδώ κι εκεί,
μα βρήκα την παιδική μου καρδιά και πάλι στη θέση της,
γιατί τί άλλο να ήταν το βλέμμα μου
παρά αγάπη που 'ναι μόνο αγάπη;
Εσύ τότε σηκώθηκες, φόρεσες την μπλούζα μου
και κάτω από αυτήν άκουσα την κοριτσίστικη καρδιά σου
να χτυπά σε ένα ρυθμό που μαρτυρούσε,
ότι όπως ο άντρας θα 'ναι πάντα παιδί,
έτσι και το κορίτσι θα 'ναι πάντα γυναίκα,
κι ότι όπως αυτά που ζήσαμε είναι
εκδοχές ζωής που ήρθαν στο φως και μας φώτισαν,
έτσι κι αυτά που δεν ζήσαμε θα 'ναι
αναμνήσεις καταδικασμένες να μην τις θυμάται κανείς.

Δευτέρα, Αυγούστου 06, 2007

Promise of adventure, a hint of danger. I create that for them.

«Κάλλιστα τω όντι εγνώριζα ότι όλα δύναται γυνή να συγχωρήση, και απιστίας, και ύβρεις, και ξύλον και παν άλλο, πλην ενός μόνου, το να την αγαπά τις περισσότερον παρ' όσον της αξίζει. Εις τον διαπράξαντα την ανοησίαν να ομολογήση εις γυναίκα πόσον εξ αιτίας της υποφέρει δεν απομένει άλλο να πράξη, παρά να χωρισθή αυτής αυθημερόν ή να υπάγη να πέση εις την θάλασσαν με πέτραν εις τον λαιμόν».
Το σαββατοκύριακο διάβασα πρώτη φορά την «Ψυχολογία Συριανού Συζύγου» και ξαναείδα στην τηλεόραση την ήδη αγαπημένη «Syriana».
Ο Συριανός, η Συριανή και η Συριάνα.
Βιζυηνό πρωτοδιάβασα πέρσι, χάρη στον Μισέλ Φάις και το Hotel Memory. Kαι όπως με τον Βιζυηνό, βλέπω και με τον Ροϊδη, πόσο πιο λειτουργική ήταν η καθαρεύουσα, πόσο πιο απολαυστική, πόσο πιο ρέουσα: η οικονομία της, οι μετοχές της, οι γενικές της. Δεν ξέρω αν ακούγεται οπισθοδρομικό, πρόκειται πάντως για διαπίστωση αισθητική και όχι ιδεολογική.
Δεν λέω ότι θα μπορούσα ποτέ να μιλάω έτσι. Αλλά θα μου άρεσε να μπορώ να γράφω έτσι.
Ο Stephen Gaghan πάλι, δεν έγραψε την Συριάνα του σε καθαρεύουσα, ωστόσο το σενάριό του βγάζει τις σπίθες που βγάζει κι ο Ρoϊδης.
Όπως έχεις ήδη καταλάβει, αυτό το ποστ είναι σχεδόν χωρίς ειρμό και σχέδιο.
Είναι Αύγουστος, ο κόσμος κάνει διακοπές (είτε κανονικές - είτε απ' το ίντερνετ), οπότε και τα ποστάκια μπορούν να ξεμουδιάσουν, να κάνουν στρέτσινγκ, να μην κυνηγήσουν κανένα ιερό δισκοπότηρο αρτιότητας: κανείς δεν θα τα κατηγορήσει, κανείς δεν θα ασχοληθεί. Τον Αύγουστο η χώρα τελεί σε αναστολή.
Αυτά τα αυτοσχέδια, κι αν ρωτάς για τον τύπο στην φωτογραφία, είναι ένας τύπος που παρίστανε κάτι που δεν ήτανε, κι όταν παριστάνεις κάτι που δεν είσαι, βρίσκεσαι πάντα σε καλύτερη μοίρα από αυτούς που δεν ξέρουν να παραστήσουν τίποτα άλλο από την ωμή αλήθεια τους.
Με άλλα λόγια το παραμύθι πιάνει διαχρονικά, αλλά το θέμα είναι ότι είτε αδυνατείς εκ φύσεως να παραμυθιάσεις, είτε κάποια στιγμή αποφασίζεις ότι όποιος θέλει παραμύθια ας ζήσει στα παραμύθια κι ας τραφεί μ΄αυτά, εσύ είσαι εδώ για να αντέξεις την αλήθεια ως το τέρμα της και η αλήθεια δεν είναι εν τέλει λιγότερο όμορφη από τα παραμύθια.
Περισσότερο αμφίσημη ίσως. Όπως και περισσότερο βαθιά.
Αλλά εσύ την αμφισημία την αγαπάς. Όπως και το βάθος.
Πας στα βαθιά λοιπόν.
Ξεμακραίνεις.
Μην φοβάσαι.
Δεν φοβάσαι.
Ξέρεις ότι στην παραλία σε περιμένουν.

Ευτυχισμένες Μέρες

H Eλευθεροτυπία δίνει Αλέξη Σταμάτη, το Βήμα Ντ. Χ. Λώρενς και η Ιστορία της Έκτης Διδώ Σωτηρίου. Όταν περάσει η μόδα των βιβλίων και εφημερίδες επιστρέψουν στα DVD, αναμένονται νέες ριζοσπαστικές προτάσεις, όπως η προσφορά του«π» του Αρανόφσκι με την Γεωμετρία της Ά Γυμνασίου και του «Λόγου» του Ντράγιερ με τα Θρησκευτικά της Πέμπτης. Το Υπουργείο πάντως είναι προς το παρόν εντελώς αρνητικό (τουλάχιστον αναφορικά με τους μαθητές του δημοτικού) στις εισηγήσεις συμβούλων για προσφορά κατά τη νέα σχολική χρονιά ενός πορνό με κάθε βιβλίο του ΟΕΔΒ. Εικάζεται ότι αν οι μαθητές ψήφιζαν, το μέτρο θα είχε ήδη εξαγγελθεί.
Εν τω μεταξύ, στο πλαίσιο του ακατάπαυστου brainstorming, που χαρακτηρίζει όχι μόνο το Υπουργείο Παιδείας αλλά και το Υπουργείο Πολιτισμού, τέθηκε ήδη επί τάπητος η ιδέα να μην φέρουμε μονομερώς την τέχνη προς την μαθησιακή διαδικασία (ωσάν να μην ήταν παρά η ωφελιμιστική παλλακίδα της), αλλά το όλο θέμα να λειτουργήσει διαδραστικά, έτσι ώστε η Επίδαυρος που άνοιξε στο σκουπιδομάνι του Μπέκετ να ανοίξει και για το βιβλίο Ιστορίας της Έκτης, με την δημόσια ανάγνωσή του από τη συγγραφική ομάδα, κατά τη διάρκεια της οποίας το συνωστισμένο στις εξέδρες του αρχαίου θεάτρου πλήθος είτε θα κραδαίνει και θα πετάει δολάρια (όπως παλιά οι αεκτζήδες πεντοχίλιαρα στον Μπάγιεβιτς) είτε θα αποθεώνει με απλωμένα πανό του στυλ «Ρεπούση, Είσαι το Φανερό Σχολειό μας - Δίδαξέ μας, Αφέντρα», ενώ μετά το τέλος της ανάγνωσης κάθε αποσπάσματος θα επακολουθούν μονομαχίες ενός επιφανούς βιβλιολάτρη με έναν επιφανή βιβλιομάχο, μονομαχίες που θα προσφέρονται σε τριάδες στο κουπόνι του στοιχήματος (το οποίο θα διεξάγεται με τις νέες τερματικές μηχανές του και πάλι θριαμβευτή Σωκράτη Κόκκαλη) και μετά όλοι μαζί, βιβλιολάτρες και βιβλιομάχοι, θα (δεν ξαναλέω συνωστίζονται) σπεύδουν στο Λυγουριό, όπου θα καταβροχθίζουν με λιγούρα παϊδάκια λιονταριών.

Κυριακή, Αυγούστου 05, 2007

3

Kάπου ανάμεσά τους (ίσως κοντύτερα στους μεν - ίσως κοντύτερα στον δε) υπάρχεις κι εσύ.

2

Υπάρχει κι ο Bob Fosse.
Που αντί να κρυφτεί από τη ζωή δημιούργησε, που αντί να κρυφτεί από τη δική του ζωή την έκανε ταινία, που αντί να κρυφτεί από τον θάνατο τον κοίταξε στα μάτια, τον έκανε τραγούδι και τον κέρδισε. Και θα τον κερδίζει για πολύ ακόμη.

1

Yπάρχουν οι πιγκουίνοι.
Τραβάνε μια γραμμή στο χιόνι και την ακολουθούν.
Μπορούν να πάνε λίγο πιο δεξιά ή λίγο πιο αριστερά· έχει τόση άπλα.
Αλλά δεν έχει άπλα το μυαλό τους.
Εξ ορισμού εξορισμένοι από το νόημα, άρα εξ ορισμού αθώοι της ανοησίας.
Το θαύμα της ζωής ή ίσως το κωμικοτραγικό θέαμα της έλλειψης ευφυίας.
Ευφυίας με ποιά κριτήρια όμως;
Ίσως όπως κοροϊδεύω την γραμμή των πιγκουίνων στο χιόνι, ένας εξωγήινος γυρίζει ταινία με μια ανθρώπινη γραμμή σε μια εφορία και γράφει για την δική του ευφυία, αγνοώντας ότι την ίδια ώρα τον τραβούν ταινία από έναν άλλο πλανήτη φιλοσοφώντας για το ολίγον του πνεύματός του.
Όπως και να 'χει όμως, υπάρχουν οι πιγκουίνοι.

Παρασκευή, Αυγούστου 03, 2007

Στον ψυχίατρο

«ΠΩΣ φτάσαμε, όμως, στο σημείο, να θέλουμε να εξοντώσουμε μερικά από τα πιο όμορφα και αξιοσέβαστα όντα του πλανήτη μας; Να τα κυνηγούν τόσο άγρια κυβερνήσεις και άνθρωποι;
Το έγκλημά τους;
Οτι είναι ανοιχτόκαρδα όντα,
κοινωνικά.
Τους αρέσει η παρέα.
Η σημασία.
Ο κόσμος».
Η ζωή τα έφερε έτσι ώστε δύο από τους καλύτερους μου φίλους να είναι περιστέρια. Και θέλω να επιβεβαιώσω κι εγώ, ότι πρόκειται πράγματι για έξω καρδιά παιδιά, για παιδιά μάλαμα, γενναιόδωρα, φιλόξενα, παιδιά που θα κοιμηθούν στο πάτωμα για να σε κοιμήσουν στο κρεβάτι τους, παιδιά πρώτα στο γλέντι και το τραγούδι, παιδιά που είναι κάθε φορά η ψυχή της παρέας στα κουτούκια που συχνάζουμε.
Και μεγάλοι λάτρεις της σημασίας· η σημασία, το νόημα, οι έννοιες, η ερμηνεία τους: αυτά ζητεί η ψυχή τους, γι' αυτά κλαίει.
Ενώ όμως ο αρθρογράφος φωτογραφίζει με απόλυτη καθαρότητα τον εσωτερικό κόσμο του μέσου περιστεριού, φοβούμαι ότι σε άλλο σημείο του άρθρου υποπίπτει σε μεγάλο ολίσθημα:
«ΕΝΑΣ επισκέπτης του φόρουμ, ο επονομαζόμενος Bill Dungsroman από το Λας Βέγκας, γράφει ότι την ώρα που παίζει Splinter Cell, ένα βιντεογκέιμ, «αυτά τα γ... περιστέρια αρχίζουν και φτιάχνουν τη φωλιά τους κάτω από το γείσο του παραθύρου μου και κάνουν θόρυβο». Ή, ακόμα χειρότερα, ότι «την ώρα που πάω να αυνανιστώ με κάποιο πορνό από το Διαδίκτυο, έρχονται πάλι αυτά και μου κάνουν χρατς χρατς και δεν μπορώ να συγκεντρωθώ». Δεν ξέρω, λοιπόν, εάν ο αυνανισμός ως μόνη, πιθανώς, έκφραση έρωτος για μερικούς ανθρώπους μπορεί να ενισχύει τα κτηνώδη ένστικτά τους, αλλά αυτό ας το ψάξουν οι ψυχίατροι».
Νισάφι πια με αυτά τα αυνανοφοβικά σχόλια. Νισάφι. Με την αλαζονεία του ανθρώπου που βολεύτηκε και κάνει σεξ, έρχεται να υπονοήσει τι ακριβώς εις βάρος των αυνανιστών; Ότι χρήζουμε ψυχιατρικής βοήθειας; Από πού προκύπτει αυτή η σύνδεση αυνανισμού και κτηνωδών ενστίκτων; Αν έχει στοιχεία ο κύριος Μιχαηλίδης, ας τα πάει στον Εισαγγελέα.
Κάνουμε αυτό που αγαπάμε, αναλαμβάνοντας το ρίσκο και τρίχες στα χέρια να βγάλουμε και χαζοί να γίνουμε και πολλά - πολλά άλλα. Αλλά όλα αυτά κάνουν κακό σε μας τους ίδιους. Αποδεχθήκαμε κάποια στιγμή την φύση μας και είπαμε ότι θα εξαντλήσουμε τον εαυτό μας ως εκεί που δεν παίρνει, αλλά ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ δεν θα ενοχλήσουμε κανέναν άλλον με το μεράκι μας.
Και τώρα είμαστε και κτήνη; Και τώρα επειδή την έχουμε κάνει λάστιχο, θα μας πουν ότι αυτό το λάστιχο το κάνουμε σφεντόνα με την οποία σκοτώνουμε πουλιά;
Θα κάνουμε κακό σε πουλί εμείς, εμείς που το πουλί μας είναι το άλφα και το ωμέγα της ερωτικής ζωής και του ελεύθερου χρόνου μας;
Ίσως ήρθε η ώρα για μεγάλη συγκέντρωση με τίτλο «Malaka's Pride».
Είμαστε πολλοί, αδέλφια. Περισσότεροι απ΄ό,τι νομίζουν πάντως. Ας βγούμε από τη ντουλάπα κι ας ενώσουμε τις φωνές μας. Τέρμα στην ανέξοδη λάσπη εις βάρος μας. Ας τους δείξουμε ότι σε αυτόν τον τόπο ο μαλάκας έπαψε να παριστάνει τον μαλάκα και επιτέλους αντιδρά.
Η αυτοδιάθεση του σώματος είναι ιερή. Το πουλί μας είναι δικό μας και κανείς δεν ξέρει τις ανάγκες του όσο εμείς. Όπως εγώ ξέρω τί τροφές αρέσουν στους γευστικούς κάλυκες του στόματός μου και δεν θα αφήσω να διαλέξει κάποιος άλλος τί θα φάω εγώ, έτσι ακριβώς δεν θα εμπιστευτώ και το πουλί μου σε ξένα χέρια.
Σε ψυχίατρο να πάνε να κοιταχτούν όσοι γαμούν.

Πέμπτη, Αυγούστου 02, 2007

La Vocce

To 1985 o εβδομηντατριάχρονος Mικελάντζελο Αντονιόνι παθαίνει εγκεφαλικό, το οποίο τον αφήνει εν μέρει παράλυτο και του στερεί τη δυνατότητα να μιλά.
Το 1986 τον παντρεύεται η Ενρίκα.
Για τα επόμενα είκοσι ένα χρόνια, όπου ο Αντονιόνι περιφέρεται από φεστιβάλ σε φεστιβάλ, η Ενρίκα μεταφράζει και διερμηνεύει αυτά που ο Μικελάντζελο θέλει αλλά δεν μπορεί να πει.
Αλλά πώς ήξερε τί ήθελε να πει;
Είναι αυτά τα μαγικά που κάνει ο γάμος και η αγάπη.

Τα παθήματα των μπαμπαϊών

Τετάρτη, Αυγούστου 01, 2007

Leaving Las Vegas

O Mπεν είχε μια καλή δουλειά, μια καλή γυναίκα κι ένα καλό παιδί. Εδώ και καιρό η γυναίκα του πήρε το παιδί τους και τον άφησαν μόνο. Ο Μπεν δεν θυμάται πια αν η οικογένειά του τον παράτησε επειδή είχε αρχίσει να γράφει πολύ ή αν άρχισε να γράφει πολύ επειδή τον παράτησε η οικογένειά του. Σήμερα τον φώναξε στο γραφείο το αφεντικό του. Έχει σε έναν φάκελο την αποζημίωσή του. Τον απολύει. Ο Μπεν απορούσε που δεν είχε απολυθεί νωρίτερα. Ούτως ή άλλως το θέμα είχε πάψει πια να τον απασχολεί στο παραμικρό. «Λυπάμαι ειλκρινά, Μπεν. Φοβάμαι ότι δεν θα έπρεπε να γράφεις τόσο πολύ». «Ίσως δεν θα έπρεπε να αναπνέω τόσο πολύ», του απαντά χαμογελώντας. Ο Μπεν επιστρέφει σπίτι, μαζεύει φωτογραφίες κι ό,τι τον συνδέει με το παρελθόν του, τα βάζει σε σακκούλες και τα καίει στο πεζοδρόμιο. Παίρνει μια βαλίτσα με ρούχα, το λάπτοπ του, εφεδρικές μπαταρίες, σκοτώνει στο ενεχυροδανειστήριο ό,τι απέμενε να σκοτωθεί και ξεκινάει με το αυτοκίνητό του για το Λας Βέγκας. Στο δρόμο κάνει κάθε τόσο στάσεις και γράφει. Μετά αφήνει το λάπτοπ ανοικτό και όποτε μπαίνει σε πόλεις, κάτι πληκτρολογεί στα φανάρια. Όταν φτάνει στο Λας Βέγκας πιάνει δωμάτιο σε ένα φτηνό μοτέλ και γράφει για ώρες. Μετά κοιμάται για λίγο και τη νύχτα βγαίνει βόλτα με το αυτοκίνητο. Παραλίγο να πατήσει τη Σέρα. Η Σέρα είναι πόρνη. Του αρέσει και της ζητά να έρθει στο δωμάτιό του. Μπαίνοντας στο δωμάτιο πιάνουν κουβέντα. «Τι σε φέρνει στο Λας Βέγκας, Μπεν; Τζόγος; Κάποιο συνέδριο;». «Όχι, ήρθα εδώ για να γράψω μέχρι θανάτου. Πούλησα ό,τι έχω και δεν έχω κι αύριο θα πουλήσω και το αυτοκίνητο. Στην πόλη μου έπρεπε θεωρητικά να κάνω κάτι άλλο κι όταν έγραφα είχα την αίσθηση ότι έκλεβα. Εδώ κανείς δεν ασχολείται μαζί σου, η πόλη είναι ξύπνια 24 ώρες το 24ώρο και μπορώ να γράφω συνέχεια, χωρίς κανείς να μου δίνει σημασία. Εδώ επιτέλους το μυαλό μου μπορεί να είναι στο γράψιμο και πουθενά αλλού. Τίποτε άλλο δεν ήθελα - τίποτε άλλο δεν θέλω. Συγγνώμη όμως, δώσε μου μισό λεπτό, γιατί μόλις μου ήρθε μια ιδέα». Ο Μπεν ξεχνά τη Σέρα κι αρχίζει να γράφει μανιωδώς στο κομπιούτερ μέχρι που αποκοιμιέται. Την επόμενη μέρα την ξαναβρίσκει και της ζητάει να πάνε να φάνε κάπου. Θα την πληρώσει για το χρόνο της. Εκείνη δέχεται δωρεάν. Σαν σε ραντεβού. Στο τραπέζι η Σέρα τον ρωτά: «Γιατί το κάνεις αυτό; Γιατί σκοτώνεις έτσι τον εαυτό σου;». «Ενδιαφέρουσα επιλογή λέξεων. Δεν θυμάμαι. Απλώς ξέρω ότι το θέλω». «Λες δηλαδή ότι το να γράφεις δεν είναι παρά ένα μέσο για να χάσεις τη ζωή σου;». «Ή ότι το να χάνω τη ζωή μου δεν είναι παρά ένα μέσο για να γράφω». Τελειώνουν το δείπνο και περπατούν δίπλα - δίπλα. Η Σέρα του ζητά να ξαναβγούν. Σταματά και την κοιτά στα μάτια: «Σέρα, αυτό που πρέπει να καταλάβεις είναι ότι δεν θέλω ποτέ -ποτέ όμως- να μου ζητήσεις να σταματήσω να γράφω. Το καταλαβαίνεις αυτό;». Η Σέρα λέει ότι τον καταλαβαίνει. Το δείχνει κιόλας. Την άλλη μέρα τού ζητά να πάρει το λάπτοπ και να έρθει να μείνει σπίτι της. Δέχεται. Τις επόμενες βδομάδες ο Μπεν γράφει ασταμάτητα και στα διαλείμματα τής δείχνει την αγάπη του με κάθε άλλο τρόπο εκτός από σεξ: δεν έχει δύναμη, όλη του τη ζωτικότητα την ρουφάει το πάθος του. Εν τω μεταξύ οι συνέπειες του γραψίματος αρχίζουν και γίνονται ολοένα και πιο εμφανείς: έχουν επηρεαστεί οι εγκεφαλικές του λειτουργίες και μπερδεύει τα λόγια του στον -ανάπηρο πια- προφορικό του λόγο, έχει χάσει πολλά κιλά και λιποθυμά συνεχώς από εξάντληση. Η Σέρα του ζητά να δει κάποιον γιατρό. «Σέρα, δεν θα δω κανένα γιατρό. Ίσως ήρθε η ώρα να ξαναγυρίσω στο μοτέλ». «Και να κάνεις τί εκεί; Να σαπίσεις μόνος σου; Τελείωσε, δεν το ξανασυζητάμε. Σεβάστηκα τη θέλησή σου και σου ζήτησα να κάνεις μόνο αυτό για μένα. Aυτό και μόνο. Πρέπει να πάω στη δουλειά τώρα». Η Σέρα δεν του ξανακάνει κουβέντα για γιατρό και του φέρνει ένα δώρο. Ο Μπεν το ανοίγει. Είναι ένα καινούριο λάπτοπ. Λίγες μέρες μετά ο Μπεν θα πεθάνει. Πριν πεθάνει, κατορθώνει και κάνουν για πρώτη και τελευταία φορά έρωτα.
Το δωμάτιο είναι ολοσκότεινο και η μόνη λάμψη που φωτίζει την αγκαλιά του αποστεωμένου κορμιού του Μπεν με το πολυχρησιμοποιημένο κορμί της Σέρα έρχεται απ΄την οθόνη του ανοικτού λάπτοπ.