Πέμπτη, Ιουλίου 30, 2009

γλωσσόφιλο

γάμησέ τα είπε αυτός
κάμινγκσέ τα είπε αυτή
δεν ξέρω πώς είπε αυτός
νά κάπως έτσι είπε αυτή
--
δεν είν' ώρα είπε αυτός
τώρα τώρα είπε αυτή
μα δεν το ΄χω είπε αυτός
τότε ούτε μένα είπε αυτή
--
δεν είσαι εντάξει είπε αυτός
κάνε με εντάξει είπε αυτή
τί μόνο έτσι είπε αυτός
μόνο έτσι είπε αυτή
--
ψάχνεις άλλον είπε αυτός
να αλλάξεις είπε αυτή
ποιός θα είμαι τότε είπε αυτός
αυτός που θέλω είπε αυτή
--
και ποιός είμαι τώρα είπε αυτός
αυτός που με θέλει είπε αυτή
μέχρι ενός σημείου είπε αυτός
να το πας πιο πέρα είπε αυτή
--
αρνούμαι είπε αυτός
κι εγώ αρνούμαι είπε αυτή
δυο αρνήσεις είπε αυτός
η κατάφασή μας είπε αυτή
--
δοκιμάζουμε κάτι είπε αυτός
γιατί όχι είπε αυτή
να μιλάω μέσα απ΄το στόμα σου είπε αυτός
κι εσύ μέσα απ' το δικό μου είπε αυτή
--
κάμινγκσέ τα είπε αυτός
γάμησέ με είπε αυτή
μπερδεύτηκες είπε αυτός
η γλώσσα μου είπε αυτή
--
στη δική μου είπε αυτός
είναι δική μου είπε αυτή
ποίημα το γλωσσόφιλό σου είπε αυτός
γλωσσόφιλο το ποίημά σου είπε αυτή
--
δεν είναι ποίημα είπε αυτός
δεν με νοιάζει είπε αυτή
δυο αρνήσεις είπε αυτός
ναι σε θέλω είπε αυτή

Τετάρτη, Ιουλίου 29, 2009

Η Αντίσταση της Πηνελόπης

Αυτήν δηλαδή γιατί δεν τολμά κανείς να την λογοκρίνει μολονότι λέει τις ειδήσεις στο κρατικό κανάλι; Θέλω να πω, ότι στη ζωή ο καθένας αποκτά ένα στάτους κι ένα κύρος, τα οποία καθιστούν τελικά αδιανόητη την επέμβαση στο έργο του, ακόμα και για τον πιο αμοράλ αξιωματούχο. Ποιός τον χέζει τον Γαβρά, μου αρκεί που εκφράζεται ελεύθερα η Γαβρά.
Κι αν το πάρουμε κι από την άλλη, θες από ελλιπή εγκύκλια μόρφωση, θες επειδή όταν το διδασκόμαστε στο σχολείο ονειροπολούσα (χάζευα, στο λιγότερο ποιητικό), εγώ για Μοροζίνηδες και Ελγίνεια ήξερα, για Χριστιανούς που συνωστίζονταν για να καταστρέψουν τμήμα του Παρθενώνα δεν ήξερα. Κι ερωτώ. Ποιός θέλει να διαρρήξει το εθνικό μας συνεχές; Ποιόν εξυπηρετεί αυτή τη στιγμή το συγκεκριμένο βίντεο; Αυτήν τη στιγμή, που όποιο παιδί κάτω των οκτώ ετών πετύχεις, θα ακούσεις να το φωνάζουν από Ορέστη ως Αλκιβιάδη κι από Ισμήνη ως Εκάβη. Τι πάμε και τα σκαλίζουμε τα πράγματα αφού έχουμε τον τρόπο να τα ενσωματώνουμε όλα συναμφότερα και βαφτίζοντας χριστιανικά και ξαναβρίσκοντας το αρχαίο κλέος μέσω της ονοματοδοσίας (αν και κακές γλώσσες υποστηρίζουν πάντως πως περισσότερο από αρχαιολατρεία τα ονόματα αυτά αποτελούν τεκμήριο εφαρμογής της ισότητας των δύο φύλων, δια του αποκλεισμού της ονοματοδοσίας αμφοτέρων των πεθερικών, καθώς η γυνή δεν φοβήται πλέον επαρκώς τον άνδρα).
Δύσκολοι, πολύ δύσκολοι καιροί για εθνικούς μύθους. Κι αν το χτύπημα της ομαλής μετάβασης από την Αρχαία στην Χριστιανική πατρίδα μπορεί κανείς να το αντέξει, αυτό το χτύπημα στο εσωτερικό ενός από τους ισχυρότερους νεοελληνικούς εθνικούς μύθους δύσκολα αντέχεται. Αλλά είτε στη νόμιμη αριστερά είτε στην παράνομη αριστερογενή τρομοκρατία είτε στη νόμιμη δεξιά είτε στα παράνομα δεξιογενή χρυσαυγίτικα τάγματα εφόδου, κοινές ιδεολογίες, αξίες και αρχές μπορεί να υπάρχουν και υπάρχουν. Αλλά από εκεί και πέρα ο καθένας ήθελε, θέλει και θα θέλει να κάνει το δικό του· κι όταν δεν μπορεί να το κάνει αρχίζει να συσσωρεύει στράβωμα, που κάποια στιγμή θα εκτιναχθεί ως χολή. Οι συλλογικές αποφάσεις είναι τεχνητή κατασκευή - οι σχέσεις εξουσίας είναι φυσικός νόμος. Η ατομικότητα αναμφίβολα υπάρχει. Η συλλογικότητα όχι τόσο αναμφίβολα.
Και φυσικά στην συγκεκριμένη περίπτωση στην εξίσωση μπαίνει καταλυτικά κι αυτό το πανέμορφο πράγμα που λέγεται φυλακή, που και καταρρακωμένος να μην ήσουν θα καταρρακωθείς.
Αλλά αν οι παλιοί εθνικοί μύθοι τρίζουν, ένας νέος είναι προ των πυλών. Οι άμπαλοι δεν αντιλαμβάνονται ότι ο Παναθηναϊκός ψάχνει και βρίσκει στις εκλεκτότερες ποδοσφαιρικές αγορές όχι ό,τι κι ό,τι, αλλά σέντερ μπακ με συγκεκριμένα τεχνικά χαρακτηριστικά (π.χ. στον τρόπο που αδυνατούν να κοντρολάρουν και την ευκολότερη μπαλιά, στον τρόπο που θα φάνε κάθε ντρίμπλα στον ανοιχτό χώρο), ώστε ο Λουκάς δίπλα τους να φαντάζει Ρενέ. Η στιγμή στα μισά του δευτέρου ημιχρόνου που βλέπεις με λύτρωση τον Γιόσου Σαριέγκι να μπαίνει αλλαγή, είναι μια στιγμή που άξιζε να ζήσουμε. Ο μύθος του γαλλοβασκικοβυντρικού κέντρου άμυνας μόλις αρχίζει, συνοδευόμενο επάξια με έναν αριστερό μπακ για όλη τη χρονιά, γιορτές, αργίες, ρεπά, ρεπούση, ιστορία της έκτης, ιστορία του Παντερμαλή, ιστορία του Γαβρά, ιστορία του γάβρου ευρωπαϊκή, ένδοξη από τον καιρό που οι Ευρωπαίοι τρώγαν βελανίδια, οι Έλληνες χτίζαν Παρθενώνες και οι ... τους ψιλοβανδάλιζαν.

Δευτέρα, Ιουλίου 27, 2009

Όλες οι τσούλες της γης

Το ρητό λέει πως «ό,τι κι αν γίνει στο Βέγκας μένει στο Βέγκας»· το Λας Βέγκας που αποκαλείται και «πόλη της αμαρτίας». Οι τέσσερεις φίλοι του «Ηangover» πάνε εκεί για το μπάτσελορ του ενός απ' αυτούς. Και γίνονται λιώμα. Και το επόμενο πρωινό οι τρεις ξυπνάνε στη σουίτα του ξενοδοχείου τους, με τον οσονούπω γαμπρό εξαφανισμένο, μια τίγρη στο μπάνιο, μια κότα να κόβει βόλτες και διάφορα άλλα περίεργα. Το κακό είναι ότι από αυτή την βραδιά των αναμνήσεων -αυτή τη βραδιά που υποτίθεται τη ζεις για να έχεις να τη θυμάσαι- δεν μπορούν να θυμηθούν τίποτα.
Αξίζει να δει κανείς τα πρώτα τρία - τέσσερα λεπτά αυτού του βίντεο. Πρόκειται για ένα απόσπασμα από το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ «ΕΝRON: Καρχαρίες στο Δωμάτιο», το οποίο αναφέρεται στο πείραμα του Μίλγκραμ, προσπαθώντας να εξηγήσει τον λόγο για τον οποίο οι χρηματιστές της Εnron τζογάροντας με την παροχή ρεύματος, δεν είχαν ηθικά κωλύμματα να οδηγήσουν την πολιτεία της Καλιφόρνια σε ενεργειακό χάος. Στο πείραμα του λοιπόν ο Μίλγκραμ έπεισε τους ανθρώπους που εξέταζε ότι θέλει να δει αν τα ηλεκτροσοκ βοηθούν στην απομνημόνευση. Όσοι συμμετείχαν πίστευαν πως με ένα διακόπτη έκαναν ηλεκροσόκ στον άνθρωπο στην απέναντι αίθουσα, ο οποίος όμως ήταν ηθοποιός που προσποιούνταν πως πονούσε. Δες το βίντεο. Ο ηθοποιός ουρλιάζει. Ο άνθρωπος με τον διακόπτη αντιδρά: «Δεν πρόκειται να τον σκοτώσω». «Όχι, το πείραμα πρέπει να συνεχιστεί». «Αναλαμβάνετε εσείς όλη την ευθύνη;» «Ναι, συνέχισε». Και συνεχίζει, όπως και το 50% των συμμετεχόντων θα προξενούσαν ηλεκτροσόκ μέχρι θανάτου, αρκεί να θεωρούσαν ότι νομιμοποιούνταν επαρκώς να το κάνουν.
Όσο τραβηγμένη κι αν είναι, μια αντιστοιχία πάντως υπάρχει: σε αυτόν τον συγκεκριμένο τόπο (την πόλη της αμαρτίας), σε αυτόν τον συγκεκριμένο χρόνο (το βράδυ του μπάτσελορ του κολλητού μου) και υπό αυτές τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις (πίνοντας - μαστουρώνοντας) νομιμοποιούμαι να κλέψω περιπολικά και τίγρεις. Την ευθύνη την αναλαμβάνει το Βέγκας, το μπάτσελορ και φυσικά ό,τι ήπια. Εδώ επιτρέπεται, απόψε επιτρέπεται, έτσι επιτρέπεται, είναι η εξαίρεση στην οποία επιτρέπεται. Σε αυτήν την εξαίρεση δεν είμαι ακριβώς «εγώ» που παντρεύτηκα την στριπτιτζού που μόλις γνώρισα. «Εγώ» είμαι αυτό που κάνω συνήθως, «εγώ» είμαι όλα αυτά που συνήθως απωθώ· τα οποία επειδή τα είχα απωθήσει στην άκρη - άκρη, είναι τα πρώτα που βγαίνουν στη φόρα μαζί μου, όταν βγαίνω κι εγώ εκτός εαυτού.
Το πρόβλημα όμως υπάρχει όταν βγαίνεις εκτός εαυτού ή όταν διατηρείσαι εντός ενός εαυτού που σε πνίγει, όταν διατηρείσαι στα όρια ενός εαυτού εντός του οποίου ασφυκτιάς; Αν σε γενικές γραμμές κάνεις αυτό που θέλεις, τότε ίσως δεν λαχταράς να βγεις από τον εαυτό σου, αλλά να μπεις ακομη βαθύτερα μέσα του. Αλλά υπάρχει άνθρωπος απόλυτα συμφιλιωμένος με τον εαυτό του; Ο εαυτός δεν είναι ακόμη και στην ιδανικότερη των περιπτώσεων ένα μεγάλο βάρος, από το οποίο ωραία θα ήταν να μπορούσαμε που και που να απαλλαγούμε;
Κι ίσως τελικά τα μπάτσελορ (κι όλος ο αντεστραμμένος κομφορμισμός τους) δεν θα είχαν αυτόν τον μισοτρυφερό - μισογελοίο συμβολισμό αποχαιρετισμού μιας εποχής και μετάβασης σε μια άλλη, αν ο γάμος δεν εκλαμβανόταν από το αντρικό φύλο (μισοσοβαρά - μισοαστεία, μισοσυνειδητά - μισοασυνείδητα) ως στερητική της ελευθερίας ποινή. Έχεις την αίσθηση ότι στα πολιτισμικά βάθη των αιώνων κρύβεται μια θεμελιώδης νίκη του γυναικείου φύλου επί του αντρικού, την οποία σαν τους πρωταγωνιστές της ταινίας δεν μπορούμε κι εμείς να θυμηθούμε. Μια νίκη με τρόπαιο το νομικό και κοινωνικό καθεστώς του γάμου, την μονογαμικότητα, την αντιδιαστολή της μιας και μοναδικής με όλες τις τσούλες της γης.
(Κείμενο γραμμένο για το ελculture)

Κυριακή, Ιουλίου 26, 2009

U 20

Ο Γιώργος Βασιλακόπουλος πρέπει να είναι μακράν ο πιο επιτυχημένος αθλητικός παράγοντας της ιστορίας της χώρας, γιατί κατόρθωσε να χτίσει ό,τι πιο σπάνιο για τα γενικότερα νεοελληνικά δεδομένα: ένα οικοδόμημα με παράδοση, διάρκεια, αντοχή, το οποίο δεν εξαρτάται μόνο από τα εκάστοτε άτομα, αλλά στηρίζεται σε δομές που επιτρέπουν στα άτομα με το ξεχωριστό ταλέντο να αναδεικνύονται και να διακρίνονται.
Για την επιτυχία στο πανευρωπαϊκό των νέων κάτω από 20 ετών, ήταν φυσικό να μην χαρεί κανείς περισσότερο από μια κοπέλα της εντελώς δικής τους γενιάς, από την barely legal, Κάτια Δανδουλάκη.
Διαβάζoντας κανείς πως «η μοναδικότητα της γραφής του Μπόστ, παρουσιάζει την τραγική ηρωίδα του Ευριπίδη, σε μια κωμικοτραγική φιγούρα», δεν μπορεί παρά να θαυμάσει την κωμικοτραγική φιγούρα της Κάτιας, που προκειμένου να μπει εντελώς στο πετσί του ρόλου αναγκάστηκε -όπως αποδεικνύεται από τη φωτογραφία κράχτη- να χάσει τουλάχιστον σαράντα πέντε χρόνια.

Σάββατο, Ιουλίου 25, 2009

Παρήγγειλε ένα καλοκαίρι με απ' όλα. Το μετάνιωσε αμέσως και είπε να μην του βάλουν τζιτζίκι. Όσο κι αν το απολάμβανε, μετά η ακοή του μύριζε. Κι αυτό το καλοκαίρι μπορεί να του ψιθύριζαν πως τον αγαπούν. Δεν ήταν κάτι το οποίο θα μπορούσε να αποκλείσει. Αντίθετα, ήταν κάτι στο οποίο θα μπορούσε να ελπίζει. Και θα ήθελε. Θα ήταν, λοιπόν, εξαιρετικά αμήχανο να φτάσει στην μύτη τους η τζιτζικίλα, την ώρα που θα έγερναν να του το πουν. Όχι, έπρεπε να διατηρήσει τα αυτιά του πεντακάθαρα. Να κάνει ό,τι περνούσε απ' το χέρι του ώστε να διασφαλίσει τις ιδανικότερες συνθήκες για τους πιθανούς σαγαπητές του. Ό,τι θα μπορούσε να καταστρέψει την μαγεία της στιγμής εκείνης έπρεπε να προληφθεί. Καλού κακού αποφάσισε να κρατά τα αυτιά του εντελώς κλειστά. Κάθε ήχος κουβαλούσε και το μικρόβιό του. Η παραγγελία του έφτασε. Η θερινή του μερίδα πλούσια. Είδε, έπιασε, μύρισε και γεύτηκε καλοκαίρι. Μόνο τα αυτιά κλειστά. Αλλά άρχισε να κουράζεται να τα κρατά συνεχώς έτσι, ενώ κι ο πειρασμός να ακούσει ολοένα και μεγάλωνε. Αν ήθελε να τα προστατέψει έπρεπε να τα κόψει. Τα έκοψε. Στη θέση τους δεν άργησαν να φυτρώσουν τζιτζίκια. Πολλά και τραγουδιάρικα. Τζι - τζι - τζι, τζι - τζι -τζι. Δεν μπορούσε να τα ακούσει βέβαια. Αλλά προφανώς ήταν ο μόνος, καθώς γρήγορα οι γείτονες παραπονέθηκαν. Ο θόρυβος ήταν εκκωφαντικός. Φώναξαν και την αστυνομία. Δεν είχε διάθεση για τέτοια κι έφυγε. Κι απ΄το σπίτι του κι απ' την πόλη. Η αστυνομία αφού δεν βρήκε κανέναν δεν μπήκε στο σπίτι. Λίγες μέρες αργότερα ο διαρρήκτης αφού δεν βρήκε κανέναν μπήκε στο σπίτι. Μέσα σ' ένα βαζάκι είδε τα δυο αυτιά. Του έκαναν εντύπωση και τα πήρε μαζί με τα υπόλοιπα κλοπιμαία. Ο κλεπταποδόχος εντυπωσιάστηκε επίσης. Τα κράτησε, αν και σε μικρή τιμή. Λάθος μεγάλο του διαρρήκτη, γιατί μεταπωλήθηκαν πανάκριβα. Τελικός αποδέκτης τους -μέσω μια σειράς διαδικτυακών αγγελιών- ένας ολομόναχος άνθρωπος. Κράτησε το αριστερό στην παλάμη του, χαμήλωσε το κεφάλι του προς την παλάμη και ψιθύρισε συγκινημένος «σ' αγαπώ».

Πέμπτη, Ιουλίου 23, 2009

Βεμπορόσι (Βέγγος-Μπόρχες-Ρόβλιας-Σισέ)

Κι αν συνεχίσουμε έτσι, στο τέλος θα έχουμε ασκήσεις και δεν θα 'χουμε πράκτορες, κι αν συνεχίσουμε έτσι, στο τέλος θα έχουμε ποστάκια και δεν θα 'χουμε αναγνώστες. Σόου γουάτ; Σόου μάστ γκόου ον εντ γουίλ γκόου ον κι αναγνωστών ερήμην. Τα θέματα που επιλέξαμε λοιπόν για τη σημερινή μας επικοινωνία είναι τα ακόλουθα:
1) Λίγος Μπόρχες
«Ο Flaubert ήταν ένθερμος αναγνώστης του Spencer, στα «First Principles» του οποίου διαβάζουμε ότι δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τον κόσμο, για τον σαφή και επαρκή λόγο ότι το να εξηγείς ένα γεγονός, σημαίνει να το συνδέεις με ένα άλλο, γενικότερο, κι ότι αυτή η διαδικασία δεν έχει τέλος (ο Αγρίππας ο Σκεπτικός υποστήριξε ότι κάθε απόδειξη απαιτεί με τη σειρά της μιαν απόδειξη, και ούτω καθεξής επ΄άπειρον) ή μας οδηγεί σε μια αλήθεια τόσο γενική, ώστε να μην μπορούμε να τη συνδέσουμε με καμία άλλη, δηλαδή, να την εξηγήσουμε. Η επιστήμη είναι μια πεπερασμένη σφαίρα που διαστέλλεται στον άπειρο χώρο· κάθε νέα επέκτασή της τη φέρνει να καταλαμβάνει μια όλο και μεγαλύτερη ζώνη του αγνώστου, αλλά το άγνωστο είναι ανεξάντλητο. Γράφει ο Flaubert: «Ακόμα δεν ξέρουμε σχεδόν τίποτα, και πολύ θα θέλαμε να μαντέψουμε αυτή την έσχατη λέξη που δεν θα μας αποκαλυφθεί ποτέ. Αυτή η φρενίτιδα να καταλήξουμε σ΄ένα συμπέρασμα, είναι η πιο ολέθρια και στείρα μανία».
2) Λίγος Ρόβλιας
Το επίπεδο του πολιτικού προσωπικού της χώρας έχει ανέβει σε δυσθεώρητα επίπεδα: ο πολιτικός και νομικός αυτός γίγας κατόρθωσε να μιλήσει σαν απολογητής επίδοξων πραξικοπηματιών, ενώ θα μπορούσε να πει το ίδιο ακριβώς πράγμα (πως το ΠΑΣΟΚ δικαιούται να προκαλέσει εκλογές με μοχλό την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας) με τα εντελώς αντίθετα λόγια (όχι επειδή υπάρχει κάποιο δήθεν εξωσυνταγματικό εθνικό συμφέρον, που έρχεται αντιμέτωπο με το Σύνταγμα και που υπερτερεί στην μεταξύ τους αδυσώπητη σύγκρουση, αλλά επειδή είναι το ίδιο το πνεύμα των επίμαχων διατάξεων του Συντάγματος που επιτρέπει στο ΠΑΣΟΚ να οδηγήσει την χώρα στις κάλπες, με βάση το εθνικό συμφέρον).
3) Λίγος κλαυθμός και οδυρμός
Ο τίτλος της χρονιάς ανήκει στον Νίκο Ασημακόπουλο της «Ελευθεροτυπίας» και δεν είναι άλλος από τον: «Αν ο Σισέ αναγκάζεται να τα βάζει με κεφαλιές». Κι επειδή ένας κολοσσιαίος τίτλος δεν μπορεί παρά να συνοδεύεται από μια αντάξια εκκίνηση άρθρου, ναι λοιπόν: «Και μόνο που το πρώτο του γκολ ο Σισέ το έβαλε με κεφαλιά ύστερα από κλασική και προβλέψιμη σέντρα του Μουν, δείχνει πόσο δύσκολα θα μπορέσει ο Παναθηναϊκός να αξιοποιήσει το νέο μεγάλο αστέρι του». Το κρασί παλιό, το χαβιάρι μαύρο, το τυρί μουχλιασμένο, οι σέντρες του Μουν κλασικές και προβλέψιμες, oυάν ντέι σουν θα πάω να πω του Μουν αμπάουτ the crying game. Τουλάχιστον το κεφάλι του Σισέ την κάνει τη δουλειά του, Νίκο.

Τρίτη, Ιουλίου 21, 2009

Μην γεννάτε, γιατί χανόμαστε

(Λονδίνο, 2027)
(Mεγάλη Ιστορία της Ανθρωπότητος,
Τμήμα Δυτικού Πολιτισμού,
Παράρτημα Λονδίνου,
20.7.2009).
Σαράντα ακριβώς χρόνια μετά την μέρα που ο Δυτικός Άνθρωπος πάτησε στο φεγγάρι (ή έκανε να πιστέψουν πως πάτησε στο φεγγάρι - το ίδιο ακριβώς είναι),
ο Δυτικός Άνθρωπος επιτέλους αρχίζει να καταλαβαίνει πως το να φέρνεις στο κόσμο παιδιά σημαίνει ότι τα εκθέτεις σε ένα σωρό αχρείαστους κινδύνους, κινδύνους που δεν πρόκειται ποτέ να γεννηθούν αν δεν γεννηθεί αυτό το γεμάτο κινδύνους, μικρόβια και θάνατο πράγμα· η ζωή.
Απλά επειδή μια τέτοια επώδυνη συνειδητοποίηση έρχεται αντιμέτωπη με χιλιετίες καθιερωμένων συνηθειών, πεποιθήσεων, αλλά και ενστίκτων, το αρχικό στάδιο αναστολής των γεννήσεων πρέπει να προσανατολιστεί στην προστασία των εγκύων.
Άπαξ και οι γυναίκες χωνέψουν ότι παιδιά θα κάνουν μόνο εάν είναι αυτές α π ο λ ύ τ ω ς ασφαλείς, θα αναγκαστούν να στρέψουν την σκέψη τους στην ρίζα του κακού: στη δική τους γέννηση, στη δική τους είσοδο σε έναν κόσμο, όπου η υγεία απειλείται ασταμάτητα κι όπου η υγεία στο τέλος πάντα χάνει.
Πάντα.

Δευτέρα, Ιουλίου 20, 2009

Η Ιθάκη της πρόσκρουσης

Βλέπω το «Μίσος» απ' το μπανλιέ της Πλατείας Εξαρχείων. Tο να μιλάς τέλη Ιούλη για τον Δεκέμβρη είναι κυριολεκτικά και μεταφορικά εντελώς εκτός εποχής. Κάνω το λάθος εν γνώσει μου: όσο μπανλιέ δεν είναι τα Εξάρχεια (χωροταξικά, σκέτα ταξικά και εθνολογικά), όσο κι αν οι γειτονιές των εν Ελλάδι μεταναστών ήρθαν κατόπιν δεκεμβριανής εορτής στο φως (και μάλιστα με φως που φώτισε από την αντίθετη ιδεολογική κατεύθυνση), οι ομοιότητες ανάμεσα στην ταινία και τα εδώ συμβάντα είναι έντονες: ο νεκρός ως αφορμή, η οργή αντί της προσδοκίας ως αιτία, το κεντρικότατης θέσης μίσος για την αστυνομική αυθαιρεσία, η αναπόφευκτη μοιραία εκπυρσοκρότηση αστυνομικού όπλου, η σκηνή με τους μικρής κλίμακας βασανισμούς στο Τμήμα (όπου ο παλιός δείχνει έμπρακτα στον νέο που πρέπει να σταματά ο σωστός ο επαγγελματίας, όσο κι αν μπαίνει στον πειρασμό να συνεχίσει) η οποία μου θύμισε στη γωνία λήψης της τα καθ΄ημάς αλληλοχαστουκίσματα.
---
Σε μια απ' τις πρώτες σκηνές της ταινίας, βρισκόμαστε σε μια ταράτσα, όπου πλήθος νεαρών ψήνουν λουκάνικα, καπνίζουν και βρίζουν τους μπάτσους κάτω στο δρόμο. A, πίνουν και Xάινεκεν. Αργότερα, οι τρεις πρωταγωνιστές της ταινίας έχουν μακροσκελή συζήτηση. Η συζήτηση γίνεται με φόντο μια αφίσα της ίδιας μπύρας. Όλα αυτά τα παρατηρώ κρατώντας στα χέρια μου ένα κουτάκι αυτής ακριβώς της μπύρας. Την οποία άρχισα να πίνω πριν πολλά χρόνια επειδή ήταν το αγαπημένο ποτό του Τζέφρι στο «Μπλε Βελούδο». Kαι σκέφτομαι ότι έστω ένας να άρχισε -συνειδητά ή ασυνείδητα- να πίνει την συγκεκριμένη μπύρα εξαιτίας του «Μίσους», αυτό είναι ένα αποτέλεσμα εντελώς απτό και μετρήσιμο, ενώ, ας πούμε, η επίδραση της ταινίας σε όσους την είδαν από το 1995 ως σήμερα μπορεί να είναι πολύ μεγάλη, παραμένει όμως μη μετρήσιμη. «La haine attire la haine» (το μίσος γεννά μίσος) λέει ένας πρωταγωνιστής. Μπορείς κάλλιστα να αντικαταστήσεις το haine με το heineken: και η επί της οθόνης μπύρα ίσως γεννά την μπύρα στο χέρι κάποιου θεατή. Μακριά από αντικοινωνικά συναισθήματα, όπως το μίσος, η διαφήμιση βασίζεται πάνω σε μια ιδέα: της ευτυχίας. Η διαφήμιση σού λέει πως ό,τι κι αν κάνεις είσαι εντάξει. Και αντιεξουσιαστικά εντάξει, γιατί όχι;
---
Σε μια ειρωνική ατάκα του «Πληροφοριοδότη», ο Νίκολσον λέει ότι «Δεν θέλω να είμαι προϊόν του περιβάλλοντός μου, αλλά το περιβάλλον μου να είναι προϊόν μου». Το «Μίσος» είναι η ιστορία τριων νέων που είναι προϊόντα του περιβάλλοντός τους. Το να είσαι προϊόν όμως δεν σημαίνει ότι είσαι φωτοκόπια κι ότι δεν διαφέρεις από τον διπλανό σου. Σημαίνει ότι έχεις κάποια ακραία όρια εντός των οποίων κινείσαι. Οι τρεις φίλοι μολονότι μεγάλωσαν στο ίδιο περιβάλλον αντιδρούν διαφορετικά. Ο ένας το λέει ξεκάθαρα πως θέλει να ξεφύγει. Αλλά όλο το θέμα είναι πόσες πιθανότητες έχεις να δραπετεύσεις, πόσο στατιστικά πιθανό είναι τελικά να τα καταφέρεις.Όλοι είμαστε προϊόντα του περιβάλλοντός μας. Βλέπω στο βαγόνι του ηλεκτρικού μια μετανάστρια να κοιμάται απεριποίητη κι εξαντλημένη, και ξέρω ότι αυτά που γράφω σ' αυτή τη στήλη πολύ δύσκολα θα την αφορούν. Ο κόσμος από τον οποίο έρχεται είναι διαφορετικός. Ο κόσμος όμως στον οποίο μεγαλώνει τα παιδιά της είναι εντελώς διαφορετική περίπτωση και η διαμόρφωσή του το μεγάλο τελικά στοίχημα.
---
Η ταινία διηγείται την ιστορία ενός ανθρώπου και μιας κοινωνίας που πέφτει από τον πεντηκοστό όροφο και σε κάθε όροφο επαναλαμβάνει: «ως εδώ όλα καλά, ως εδώ όλα καλά». Προσθέτει πως σημασία δεν έχει η πτώση, αλλά η πρόσκρουση. Ο δικός μας ποιητής όμως δεν ήταν αυτός που μας έμαθε πως οι Ιθάκες μάς δίνουν τα ωραία ταξίδια; Εμείς έχουμε λοιπόν την σοφία να αντιτείνουμε πως, όχι, σημασία δεν έχει ο προορισμός της πρόσκρουσης, αλλά το πανέμορφο ταξίδι της πτώσης. Πέφτοντας απολαμβάνουμε συναρπαστικές μάχες προαιώνιων εχθρών: τρομοκρατία εναντίον αστυνομοκρατίας, παραλία εναντίον κάλπης, ΣΥΝ εναντίον ΣΥΡΙΖΑ, ΛΜΑΤ εναντίον ΜΑΤ. Το σπικάζ του ταξιδιού κάνει με τη χαρακτηριστική φωνή και εκφορά του λόγου του, ο Πρόεδρος, Πάνος Σόμπολος: Ως - έ - δώ - ό - λά - κά - λά.
(Kείμενο γραμμένο για το ελculture)

Κυριακή, Ιουλίου 19, 2009

Oι ουρανοί αγάλλονται

Η καταιγίδα που έπληξε προ δυο εβδομάδων το κέντρο αποφάσεων αυτής της χώρας (την Αθήνα), είχε ως αποτέλεσμα να καούν πέντε τουλάχιστον τηλεοράσεις στη διπλανή μου πολυκατοικία. Άκουσα ότι κάηκαν πολλές περισσότερες στο κέντρο αποφάσεων αυτής της χώρας (την Αθήνα), αλλά για τις πέντε μπορώ να μιλήσω με σιγουριά. Το έχω διασταυρώσει δηλαδή, σε χτυπητή αντίθεση με το κείμενο που έγραψα για τον Μάικλ Τζάκσον, κατηγορώντας τον ότι αγόραζε την ασπράδα του, ενώ -λέει- καθόλου δεν αποκλείεται να είχε μια ασθένεια που λέγεται λεύκη, για αυτό και άσπριζε (αν όχι όλος, πάντως τμήμα του). Ας προσπαθήσω όμως να αντιπαρέλθω την πιθανή μου γκέλα για τον «Βασιλιά της Ποπ» με ένα αποκλειστικό: με μυστική ρήτρα στη διαθήκη του, ο Μάικλ εκδηλώνει την επιθυμία του να αναλάβει την γονική μέριμνα των τριών παιδιών του η καρδιακή του φίλη Κατερίνα Καραβάτου (η οποία ως άψογη επαγγελματίας κατόρθωσε να παρουσιάσει -φορώντας ένα διακριτικό μαύρο φόρεμα- την κηδεία του, υπερνικώντας την συγκίνηση που έπνιγε κάθε ίνα της τηλεοπτικής της ψυχής). Τα παιδιά θα παραδώσει στην Καραβάτου τριμελής επιτροπή, αποτελούμενη από την μαμά Τζάκσον, την Νταιάνα Ρος και την Ελίζαμπεθ Τέιλορ, τις οποίες θα δεξιωθεί στη συνέχεια η Μαριάννα Βαρδινογιάννη μαζί με την Σούζαν Μουμπάρακ. Η δεξίωση θα συνεχιστεί στο Μέγαρο Μουσικής, όπου θα ολοκληρωθεί με αλληλοπαρασημοφόρηση των πέντε νεαρών κυριών, σε περιγραφή Μαρίας Παπάδη.
Σκεφτόμουν λοιπόν, ότι είναι τουλάχιστον αδιανόητο να εξακολουθεί στην εποχή μας να μας εκφοβίζει τόσο πολύ η φύση και πως αν ο ουρανός μπορεί να επιτεθεί μια φορά με τους κεραυνούς, οι τηλεοράσεις μπορούν να του αντεπιτεθούν δέκα. Ο πόλεμος δεν μπορεί παρά να ολοκληρωθεί με ολοκληρωτική νίκη της τηλεόρασης, που θα κατακυριεύσει τον ουρανό, καταστώντας τον το νέο προνομιακό της πεδίο. Κάθε τηλεοπτικό αστέρι θα έρθει επιτέλους στον τόπο του και θα εκπέμπει από εκεί ψηλά, ενώ μεγάλη μάχη θα δοθεί για τις ουράνιες συχνότητες, το νομικό καθεστώς των οποίων θα σπεύσουν να ρυθμίσουν άμεσα οι νεοδημοκρατοπασοκικές κυβερνήσεις, που έχουν διαχρονικά υπάρξει ο μεγαλύτερος εχθρός κάθε μεσοβέζικης και προσωρινής λύσης, κάθε λύσης που θα μπορούσε να οδηγήσει στο «κράτα με να σε κρατώ». Οι διαφημίσεις στον ουρανό θα δώσουν την απαιτούμενη νέα ώθηση στην οικονομία μας, η οποία όχι μόνο παρουσίασε αύξηση του ποσοστού ανεργίας στο 9,4%, αλλά -ακόμη πιο δυσοίωνα κι ακόμη πιο τραγικά- δεν έχει κατορθώσει ακόμη να δώσει λύση στο δράμα των εργαζομένων στο συγκρότημα του «Ελευθέρου Τύπου».
Στον ουρανό αντί για πρωινά θα ξημερώνουν πρωινάδικα: πολύχρωμοι καναπέδες, πολύχρωμες μαξιλάρες, πολύχρωμα ρούχα των χυμένων στους καναπέδες πανελιστών, χρώμα, χαμόγελα, θετική ενέργεια, ζώδια, κουτσομπολιά, μαγειρική. Όσο περισσότερο η υψηλή μαγειρική μπαίνει στο πετσί του νεοέλληνα τόσο λιγότερο αυτός τρώει φαϊ που μαγειρεύεται σπίτι του. Το φαγητό από τροφή μετατράπηκε σε έργο τέχνης και τα έργα τέχνης δεν είναι για καθημερινή κατανάλωση. Για τα καθημερινά υπάρχουν και τα ντελίβερι.
Κι όσοι έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν LCD oυρανό, με κουμπάκι που θα κόβει την οθόνη του στα δύο, ίσως είναι αρκετά τυχεροί για να πετύχουν παράλληλα τον Χρήστο Φερεντίνο με τον Κώστα Καραμανλή, ώστε να δουν έτσι δίπλα δίπλα τους δυο Έλληνες που κουνούν περισσότερο τα χέρια τους όταν μιλάνε, αφού είναι σαφές ότι όσο περισσότερο η πρώτη ύλη των λόγων σου είναι η αερολογία, τόσο περισσότερο πρέπει να αντικαταστήσεις το μηδενικό τους νόημα με την πληθωρικότητα της σωματικής σου κίνησης.
Κι όσο αυτά συμβαίνουν στον ουρανό, κάτω, στο υγρό στοιχείο, ο Γιώργος Παπανδρέου με μια πιρόγα φεύγει και γυρίζει και με ένα κανό χάνεται και ξαναβρίσκεται, προσπαθώντας ίσως να θεσπίσει στη θέση του μοντέρνου πεντάθλου το σοσιαλιστικό πένταθλο, ένα πένταθλο που περιλαμβάνει ποδηλασία, κανό και τρία ακόμη σπορ που θα μας αποκαλύψει προσεχώς. Οι υποψίες πάντως αρχίζουν και δίνουν τη θέση τους στη βεβαιότητα: ο Γιώργος δεν είναι Πρόεδρος αλλά ρόλος, ο Γιώργος είναι η νέα περσόνα του Σάσα Μπάρον Κοέν.
Borat was so 2006 - Brüno is so 2009 - George will be so 2010.
(Κείμενο γραμμένο για το «SMS» της «SportDay»)

Σάββατο, Ιουλίου 18, 2009

Αυτό ονειρευόταν

Περπατούσε στο δρόμο με τα κοχύλια.
Αυτό ονειρευόταν.
Πως περπατούσε στο δρόμο με τα κοχύλια.
Αυτό ονειρευόταν
(αυτός πάλι, δίπλα του, ονειρευόταν όνειρα της ηλικίας και της φυλής του).

Πέμπτη, Ιουλίου 16, 2009

Σκύλα του Ύπνου

Kατά τα μεσάνυχτα κάθομαι να ποστάρω τίποτε. Στην ησυχία.
Αλλά καταρρέω και με παίρνει ο ύπνος για κάνα δίωρο.
Και τώρα που ξύπνησα το μυαλό μου σκέφτεται τα εξής:
αν το να γράφεις είναι μια εμπειρία που ικανοποιεί το μυαλό σου
-να το ικανοποιεί σωματικά εννοώ, με την έκκριση των σχετικών εγκεφαλικών χημικών ουσιών-
το να κοιμάσαι είναι η απόλυτη εγκεφαλική εμπειρία, μια εμπειρία στην οποία δεν συμμετέχει τμήμα του εγκεφάλου σου, αλλά αυτός παραδίδεται ολοκληρωτικά, ψυχή τε και σώματι, λούζεται ολόκληρος από ύπνο, που τον καταλαμβάνει και τον κάνει κατάδικό του, που τον σκεπάζει και τον περνάει αλλού, εντελώς αλλού, κι εσύ, όχι δύναμη δεν έχεις να αντισταθείς, αλλά συντομότατα ούτε θέληση, όντας καταπαραδομένος, εντελώς συμμέτοχος, his bitch.
Και νά που ξύπνησα και πόσταρα, αλλά πόσο πάμφτωχο πνευματικά φαντάζει τώρα το γράψιμο, μπροστά στην μυσταγωγία που μόλις προηγήθηκε.
Πάω να τη συνεχίσω. Θα βάλω και μια ταινία στο ντιβιντί να παίζει.
Θα έχεις παρατηρήσει πόσο αυτόματα κοιμάσαι όταν βλέπεις ταινίες αργά.
Είναι επειδή οι κινηματογραφικές εικόνες είναι σαν foreplay,
που υγραίνει τον εγκέφαλό σου στον οποίο διεισδύει ο Βασιλιάς Ύπνος,
προσφέροντάς του μια εμπειρία τόσο πλήρη,
που εφάμιλλή της δεν πρόκειται ούτε κατά διάνοια να αξιωθεί
σ΄όλες τις δεκαετίες της ξύπνιας του ζωής.

Τρίτη, Ιουλίου 14, 2009

Καθρέφτης Βλακών

Ο Σάσα Μπάρον Κοέν παίρνει την πραγματικότητα και της προτείνει -ψέμματα, της επιβάλλει- να γυρίζουν ταινίες ρεφενέ. Εκείνος θα βάζει την πρόκληση κι εκείνη την αντίδρασή της. Εκείνος θα τραβά το σκοινί στα άκρα κι εκείνη θα αναγκάζεται να το τραβά πίσω. Και η κάμερα θα είναι stand by για να καταγράφει τα αποτελέσματα, για να βλέπει ποιός θα χάνει οριστικά την ισορροπία του και θα σωριάζεται μαζί με τα προσχήματά του.
Ο Μπόρατ και ο Μπροϋνο δεν θα ήταν καλές ταινίες, αν δεν προξενούσαν τόσο γέλιο. Αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι κινηματογραφικά το μεγάλο τους κόλπο είναι το ολοκαίνουριο είδος μικτού σινεμά που τολμούν, το οποίο δεν είναι ούτε ντοκιμαντέρ ούτε μυθοπλασία αλλά κάτι ενδιάμεσο, κάτι με μπερδεμένα όρια. Πιθανότατός εξωκινηματογραφικός πρόγονος του Μπάρον Κοέν, ένας άλλος μεγάλος προβοκάτορας, ο Άντι Κάουφμαν (όπως τον μάθαμε κυρίως από την ταινία του Μίλος Φόρμαν κι όπως τον τραγουδήσαμε -εν γνώσει μας ή μη- μαζί με τους R.E.M).
Μόνοι τους όμως ο Μπόρατ και ο Μπροϋνο δεν αρκούν. Χρειάζονται επάξιους συμπαραστάτες. Θα λεγε κανείς, ότι σε αντιστοιχία με τους συνεπώνυμούς του, υμνωδούς της (ανθρώπινης; - αμερικάνικης;) βλακείας, αδελφούς Κοέν, έτσι και ο Σάσα Μπάρον Κοέν ξαμολιέται στις ΗΠΑ λειτουργώντας ως καθρέφτης βλακών. «Έλα, είμαι αρκετά ηλίθιος, ώστε να μπορείς να μου αποκαλυφθείς - Έλα, κοίταξε με και δες σε μένα αυτόν που είναι τόσο ακραίος, ώστε να μην έχεις άλλη επιλογή από το να μου δείξεις ποιός πραγματικά είσαι». Όταν βρίσκει τους εκλεκτούς του, το αποτέλεσμα είναι ανεπανάληπτο. Κι έτσι ο υπάλληλος που λέει cheese επί τετράλεπτο στον Μπόρατ, γίνεται ο δάσκαλος πολεμικών τεχνών που μαθαίνει τον Μπροϋνο πως να αμύνεται εναντίον εκείνου που θα του επιτεθεί κρατώντας δονητή· μετά εναντίον εκείνου που θα κρατά μαύρο δονητή· μετά εναντίον εκείνου που θα κρατά έναν λευκό κι ενός μαύρο δονητή μαζί. Όταν οι Πάιθον παρέδιδαν μαθήματα αυτοάμυνας σε επίθεση με φρούτα, το αστείο βρισκόταν στον σουρεαλισμό της σύλληψης. Ο υπαρκτός σουρεαλισμός όμως είναι ακόμη πιο ακαταμάχητος, έστω κι αν ο Τζων Κλιζ στο τέλος έτρωγε κιόλας την απειλητική μπανάνα.
Και δίπλα στο μέχρι δακρύων γέλιο, δίπλα στην φρέσκια κινηματογραφική πρόταση, ένα τρίτο δώρο του Μπόρατ και του Μπροϋνο είναι η αίσθηση των ορίων που ξεπερνιούνται· του ξαφνιάσματος ως το σημείο του σοκ. Κάθε άλλο παρά αμελητέα αρετή. Ιδιαίτερα όταν έχει γίνει πια τόσο σπάνια.
Υπάρχουν βέβαια -πώς αλλιώς;- κι οι ενστάσεις για το Μπροϋνο. Όπως η ένσταση για την ποιότητα του χιούμορ του: μήπως είναι κυρίως χοντροκομμένο και σε μικρό μόνο ποσοστό ψαγμένο; Περισσότερη σημασία όμως κι από το τι δείχνεις, έχει ο τρόπος που το δείχνεις. Από ένα επίπεδο κωμικού ταλέντου και πάνω είναι σχεδόν αδύνατο τα αστεία σου να είσαι χοντροκομμένα. Κι ο Σάσα Μπάρον Κοέν βρίσκεται πολύ πάνω από το επίπεδο αυτό.
Μα κυρίως η ένσταση για το μήνυμα της ταινίας: πρόκειται για μια ταινία που τσιγκλά την ομοφοβία ή για μια ταινία που έχοντας για πρώτη ύλη τα στερεότυπα για τους ομοφυλόφιλους, τελικά τα απενοχοποιεί; Βρίσκω ευεργετικό το γεγονός ότι η ταινία δεν νιώθει την υποχρέωση να μας πιάσει από τον γιακά για να αναγκαστούμε να αισθανθούμε έτσι ή αλλιώς, ότι δεν νιώθει την υποχρέωση να εξηγηθεί, αναλαμβάνοντας τον κίνδυνο να παρεξηγηθεί.
Όποιος θέλει να την παρεξηγήσει ας την παρεξηγήσει, όποιος θέλει να τη δει και να μη ξεκαρδιστεί όμως, θα δυσκολευθεί πάρα πολύ.
(Κείμενο γραμμένο για το ελculture)

Κυριακή, Ιουλίου 12, 2009

Κραταιά ως θάνατος αγάπη

Πολιτιστικά η εβδομάδα μου κινήθηκε μεταξύ Χρήστου Γιανναρά και Μπρούνο.
Το επίπεδό μου δηλαδή κανονικά μέχρι Μπρούνο φτάνει, αλλά την Τετάρτη έπινα καφέ με κάποιον (μπλόγκερ - δεν κάνω παρέα με κανονικούς ανθρώπους πια), που ξαφνικά μου λέει, πάμε να σου πάρω το «Καταφύγιο Ιδεών». Κάθε τι που μου προσφέρεται δωρεάν με συγκινεί. Από οικονομική τουλάχιστον άποψη. Έτσι δέχτηκα.
Μέσα σε δυο μέρες, όχι μόνο είχα τελειώσει το «Καταφύγιο», αλλά πέρασα καπάκι και σ' αυτό. Καθετί που μου προσφέρεται δωρεάν κλπ. κλπ.
Βυθισμένος στο γιανναρικό μουντ βλέπω και τον Μπρούνο. Για τον Μπρούνο πλήρωσα, αλλά θα γράψω κάτι γι΄αυτόν, οπότε θα βγάλω και κέρδος από πάνω.
Προς το παρόν όμως, θέλω να σταθώ σε μια σκηνή, που μόνο αν δει κανείς την ταινία, θα μπορέσει να εκτιμήσει πλήρως την συγκινησιακή της δύναμη.
Ο μεγάλος έρωτας της ζωής του Μπρούνο ήταν ένας από τους δύο Μίλι Βανίλι. Αυτός που πέθανε. Ο Μπρούνο απελπισμένος απευθύνεται σε μέντιουμ. Και, ω του θαύματος, ο νεκρός εμφανίζεται. Στα μάτια του Μπρούνο, γιατί εμείς δεν τον βλέπουμε. Βλέπουμε τον Μπρούνο όμως και τα πράγματα που κάνει στον νεκρό.
Και αν μπορούσα να ντύσω με λόγια την σκηνή, δεν θα έβρισκα άλλα, πιο κατάλληλα απ' αυτά:
---
---
Ίδιος κι απαράλλακτος
και μάρτυς του ο μανικός του Μπρούνο πόθος.

Πέμπτη, Ιουλίου 09, 2009

Η Poppy και η Bess

Πριν λίγα βράδια γνώρισα την Poppy
και μου καρφώθηκε η ιδέα ότι είναι αδελφή της Βess.

Η Πόπι βέβαια έχει τελικά όρια, ενώ η Μπες όχι,
αλλά η απόσταση τους είναι ελάχιστη:
λίγο πριν το όριο η Πόπι - λίγο μετά το όριο η Μπες.
Λίγο πριν ή λίγο μετά το όριο, όμως,
τόσο η Πόπι όσο και η Μπες,
ζουν τη ζωή απόλυτα
και χωρίς κανένα κρατούμενο.
Η διαφορά τους δηλαδή είναι πολύ μικρότερη
γιατί κι η Πόπι είναι πρόθυμη να ακούσει
ολομόναχη
μες τη νύχτα και την ερημιά
τα τραυλίσματα του κλοσάρ
σαν να 'ναι λόγος·
αφού είναι λόγος,
κι εκείνη ξέρει να τον ακούει.
Αν το να ζεις την ζωή απόλυτα,
ακούγεται αναπόφευκτα σαν διαφημιστικό σλόγκαν,
αρκεί κανείς να δει τον τρόπο της Πόπι και της Μπες,
για να καταλάβει ότι κινούνται στον αντίποδα
κάθε διαφημιστικής αντίληψης τoυ κόσμου.
Χαζοχαρούμενη παρά κάτι η μία,
αλλοπαρμένη και κάτι η άλλη,
γιορτάζουν εξίσου τη ζωή
και δικαιώνονται εξίσου από τις ταινίες τους·
κι ας έχει η μία happy-go-lucky end
κι η άλλη άλλου είδους τέλος.
Τις καμπάνες που χτύπησαν για την Μπες
τις άκουσε η Πόπι
και το μόνο που χρειάστηκε να θυσιάσει
είναι κάθε ιδέα καθωσπρεπίλας και μιζεράδας.
Θάνατος στην μιζέρια,
η Πόπι είναι τυχερή κι ευτυχισμένη
κι η Μπες την καμαρώνει από ψηλά.

Τετάρτη, Ιουλίου 08, 2009

Το μικρόφωνο

Ξεκινάς την ιστολογική σου ζωή γεμάτος όνειρα· ξέρεις πως το νόμπελ λογοτεχνίας δεν πρόκειται να αργήσει· κι αν αργήσει θα σε παρηγορεί το όσκαρ σεναρίου.
Τέσσερα χρόνια και τέσσερεις μήνες περνούν, ώσπου ένα πρωϊ ανοίγεις το μέιλ σου και διαπιστώνεις ότι βρίσκεσαι στη mailing list του Μιχάλη Καρχιμάκη.
Aυτό ναι, ξεπερνά και τα πιο τρελλά σου όνειρα.
Ανοίγεις ενθουσιασμένος το πρώτο συνημμένο έγγραφο, για να μάθεις πως «ένας εκ των συλληφθέντων εγκληματικής σπείρας, στην οποία αποδίδονται πληρωμένα συμβόλαια θανάτου, βομβιστικές επιθέσεις, αλλά και η απαγωγή του επιχειρηματία κ. Παναγόπουλου φέρεται να: (α) Ήταν υποψήφιος με τη δημοτική παράταξη της Νέας Δημοκρατίας στην Αμφιλοχία».
Πουτάνα Δεξιά, ποτέ δεν αλλάζεις.
---
Όλο αυτό σε βρίσκει σε μια ούτως ή άλλως περίεργη ψυχολογική φάση, γιατί αλληλοτρώγονται ο Μάκης με τον Γκιόλια. Αρνείσαι να πάρεις το μέρος κάποιου. Πιστεύεις ακράδαντα στο ήθος και την ακεραιότητα και των δύο. Κατά βάθος ευελπιστείς πως θα τα ξαναβρούν, αφού τους ενώνουν κοινοί αγώνες.
Ως τότε κλείνεις τα μάτια και αναπολείς τις ευτυχισμένες μέρες.
---
To κοριτσάκι του Μάικλ Τζάκσον πάει να βάλει τα κλάμματα λέγοντας ότι είχε τον καλύτερο πατέρα στον κόσμο.
Μια κυρία δίπλα του -προφανώς συγγενής- πιάνει το μικρόφωνο. Νομίζεις πως πάει να της το απομακρύνει.
Λάθος· της το προσάρμοζε καλύτερα στο στόμα, γιατί το κοριτσάκι στην ταραχή του δεν το είχε κεντράρει καλά.
Μικρό είναι ακόμα, ας του συγχωρεθεί η διατήρηση ανθρωπίνων ιδιοτήτων.
Είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο, ότι στο πολιτιστικό περιβάλλον στο οποίο θα μεγαλώσει, ο οργανισμός της θα τις αποβάλλει πάρα πολύ σύντομα.

Δευτέρα, Ιουλίου 06, 2009

Προσοχή: Έλλειψη Πόθου

Μολονότι θα ταίριαζε γάντι με τις ηλεκτρικές καταιγίδες αυτού του Ιουλίου, ο συνήθης ηλεκτρισμός του Μάικλ Μαν δεν προέκυψε στον «Δημόσιο Κίνδυνο» και η στέρησή του οδήγησε στην περαιτέρω στέρηση του κύριου κινήτρου της γραφής: του πόθου.
Κι αν η έλλειψη πόθου συνιστά αμαρτία, είναι μια αμαρτία εξομολογούμενη στο ελculture, συνοδευόμενη πάντως με αποσιώπηση της ύπαρξης επικουρικών κινήτρων γραφής.

Κυριακή, Ιουλίου 05, 2009

Α whiter shade of pale

«Η ποίηση είναι αγοράκι ημίγυμνο στο Λούνα Παρκ του Τζάκσον»
Tζίμης Πανούσης
---
Στο περιβόητο ντοκιμαντέρ του Μάρτιν Μπασίρ «Living with Michael Jackson» (αξίζει τον κόπο να το ψάξει κανείς στο διαδίκτυο, μολονότι ο τύπος δίνει την αίσθηση ότι είναι η βρετανική εκδοχή της γλίτσας και των μεθόδων του Τριανταφυλλόπουλου, εμποτισμένη πάντως με ειρωνικό φλέγμα) η κάμερα μπαίνoντας μέσα στην «Neverland» καταγράφει διάφορα σοκαριστικά στιγμιότυπα και αποστροφές του λόγου του Τζάκσον. Στιγμιότυπα, όπως αυτό στο οποίο τα δύο μεγαλύτερα παιδιά του κυκλοφορούν με βενετσιάνικες μάσκες, σαν σε ταινία του Ντέιβιντ Λιντς (με την άκρως εφιαλτική υπόμνηση πως δεν πρόκειται για ταινία αλλά για την πραγματικότητα). Αποστροφές, όπως η επιμονή του ότι δεν έχει κάνει τίποτα στο δέρμα του, απλώς ο ίδιος αλλάζει από μόνος του και δεν υπάρχει τίποτα παράξενο σε αυτό, όπως δεν υπάρχει τίποτα παράξενο στο να μοιράζεσαι το κρεβάτι σου με παιδιά, αφού δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από το να μοιράζεσαι την αθώα αγάπη σου με το ομορφότερο πράγμα που υπάρχει στον κόσμο – τα παιδιά· κι αν μια μέρα όλα τα παιδιά εξαφανίζονταν από προσώπου γης, θα πηδούσε από το μπαλκόνι την επόμενη στιγμή· τόσο σημαντικά ήταν για αυτόν.
Ίσως όμως τίποτα δεν είναι τόσο σοκαριστικό, όσο η στιγμή που πάει σε μια πανάκριβη γκαλερί στο Λας Βέγκας και αρχίζει ένα επαναληπτικό «Ι want this and this and this and this» σηκώνοντας σε χρόνο dt όλο το μαγαζί και ξοδεύοντας ένα μυθικό ποσό, σαν να έχει πάθει αμόκ, ένα αμόκ oλοφάνερα άσχετο με τα ίδια τα αντικείμενα που αγοράζει, αλλά απόλυτα σχετικό με την την επιθυμία του να μπορεί να κατέχει ό,τι θέλει.
Στην περίπτωσή του το «θέλω» είναι το κλειδί και το «μπορώ» το αντικλείδι. Ο Μάικλ Τζάκσον ήταν ο συνδυασμός της στερημένης παιδικής ηλικίας (ως γνωστόν ο πατέρας του τον έβαλε στην σόου μπιζ από τα πέντε του και τον σημάδεψε πολλαπλώς, όχι μόνο μην αφήνοντάς τον να ζήσει ως παιδί, αλλά και κοροϊδεύοντάς τον για την μύτη του και την πολύ σκούρα απόχρωση του δέρματός του) με την απεριόριστη αγοραστική δύναμη. Ήταν μαζί το παιδί που δεν πρόλαβε να είναι παιδί και ο ενήλικος που είχε την μοναδική οικονομική άνεση να ικανοποιεί κάθε επιθυμία του σαν να ‘ταν παιδί. Αν καταρχήν τα παιδιά γνωρίζουν μόνο το νόμο των επιθυμιών τους, το ίδιο και ο καταναλωτής μαθαίνει να ζει επιθυμώντας διαρκώς προϊόντα που του παρουσιάζονται μέσω της διαφήμισης ως πόθοι, πόθοι που πληρώνοντας δικαιούται να αποκτήσει.
Το θέμα με τον Τζάκσον ήταν ότι όντας τόσο πλούσιος, τίποτα δεν υπήρξε εκτός συναλλαγής για αυτόν. Όλα ήταν προς πώληση. Θέλω το αποκλειστικό μου λούνα παρκ – το έχω. Θέλω εντελώς άλλο πρόσωπο – το έχω. Θέλω από μαύρος να γίνω άσπρος – το έχω. Θέλω να έχω αποκλειστικά δικά μου παιδιά – τα έχω (οι μητέρες πληρώνονται κι αποχωρούν, αγόρασα την μήτρα τους και την κυοφορία τους). Θέλω να αγοράσω την τυχόν ενοχή μου για τα παιδιά που φέρνω στο κρεβάτι – το κάνω με εξωδικαστικό συμβιβασμό.
Θέλω – έχω. Κοστίζει, κοστίζει πολύ, κοστίζει τόσο πολύ, που χρεοκοπώ ακόμα κι εγώ – αλλά τελικά τα έχω. Αγόρασε τα παιδιά του, το δέρμα του, την αθωότητά του, την μεταμόρφωσή του, δεν μπόρεσε να αγοράσει τον θάνατό του.
Αλλά μπορώ κάλλιστα να τον φανταστώ τον να τον αγοράζει κι αυτόν (κι αν δεν τον έκανε, ήταν μάλλον επειδή είχε ήδη ξοδέψει τα λεφτά του αλλού). Δυσκολεύομαι όμως να τον φανταστώ να χέζει. Δεν έχω περιέργεια να μάθω τι γινόταν στην κρεβατοκάμαρά του και αν απλά κοιμόταν με τα παιδιά ή έπαιζε σαν παιδί τον γιατρό (μόνο που των παιδιών το σώμα είναι παιδικό και δεν υπάρχει κίνδυνος να διασπαστεί το ενήλικο σώμα από το παιδικό μυαλό). Έχω περιέργεια να μάθω τι γινόταν στην τουαλέτα του. Ήταν αρωματισμένη με αρώματα πολλαπλά ισχυρότερα κάθε σκατίλας; Είχε ειδικούς υπαλλήλους που του σκούπιζαν τον κώλο;
Όπως και να ναι, τώρα η μεταμόρφωσή του είναι αμετάκλητη και η στιγμή που ξεψυχούσε δεν μπορεί παρά να ήταν μια ευτυχισμένη στιγμή, γιατί θα ήξερε ότι εκείνη την στιγμή έφευγε και το τελευταίο ίχνος μαυρίλας από το δέρμα του.
(Κείμενο γραμμένο για το «SMS» της «SportDay»)

Παρασκευή, Ιουλίου 03, 2009

Το εκ του πατρός και του υιού

1054: στις τάξεις του Χριστιανισμού τα πράγματα έχουν φτάσει στο αμήν και το σχίσμα έρχεται ως αναπόφευκτη συνέπεια. Η κατάσταση δεν μπορούσε πλέον να ελεγχθεί όσο κι αν το ιερατείο προσπαθούσε να την εκτονώσει. Αλλά πώς να ηρεμήσουν τα πνεύματα των απλών πιστών, όταν αυτά συγκλονίζονταν από το ερώτημα αν το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται μόνο από τον Πατέρα ή και από τον Υιό; Δευτερεύον ζήτημα είναι η ακριβής φύση της τριαδικής θεότητας και η διαμόρφωση των εσωτερικών σχέσεων ανάμεσα στις τρεις υποστάσεις του ενός Θεού ή ο βασικός λόγος για τον οποίο ο άλλος θα γίνει ή δεν θα γίνει Χριστιανός;
2009: σχεδόν μια χιλιετία αργότερα η μη κομμουνιστική Αριστερά στην Ελλάδα βρίσκεται κι αυτή ενώπιον του κινδύνου σχίσματος. Η κατάσταση φαίνεται δύσκολο πλέον να ελεγχθεί όσο κι αν τα κομματικά ιερατεία προσπαθούν να την εκτονώσουν. Αλλά πώς να ηρεμήσουν τα πνεύματα των απλών ψηφοφόρων, όταν αυτά συγκλονίζονται από το ερώτημα αν πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι συμμαχικό ή ενιαίο σχήμα, αν πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να απορροφήσει ή όχι τον ΣΥΝ; Δευτερεύον ζήτημα είναι η ακριβής φύση της συνεργασίας ΣΥΝ - ΣΥΡΙΖΑ και η διαμόρφωση των εσωτερικών της σχέσεων ή ο βασικός λόγος για τον οποίο ο άλλος θα σε ψηφίσει ή δεν θα σε ψηφίσει;
«Και εις το Πνεύμα το Άγιον, το κύριον, το Αριστερόν, το εκ του ΣΥΝ (και του ΣΥΡΙΖΑ) εκπορευόμενον, το συν ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον, το λαλήσαν δια των προφητών».
(Κείμενο γραμμένο για το «Exodos»)

Τετάρτη, Ιουλίου 01, 2009

H μετάλλαξη ως σωτηρία

"Γνωρίζουν οι πάντες άριστα -δήλωσε- πως καμία μεγάλη χορηγία, άνω των 10.000.000 δρχ. τότε, δεν αναγραφόταν στα επίσημα βιβλία. Εάν συνέβαινε, θα απορρίπτονταν. Αλλωστε οι μεγάλοι χρηματοδότες έθεταν ως προϋπόθεση την ανωνυμία και τη διακριτικότητα, για προφανείς λόγους, αλλά και γιατί σχεδόν όλοι χρηματοδοτούσαν ταυτόχρονα και τα δύο μεγάλα κόμματα. Όποιος λοιπόν επικαλείται τα βιβλία και τα επίσημα στοιχεία, το πράττει όλως προσχηματικά, σταθμίζοντας πως η ομολογία της αλήθειας θα έχει μεγαλύτερο πολιτικό κόστος από τη συντήρηση ενός κατά συνθήκη ψεύδους".
---
---
---
Αντί το ΠΑΣΟΚ να ζητά έκτακτη σύνοδο της Bουλής, σύσταση εξεταστικής επιτροπής, σύγκληση της γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ και του Jedi Council, θα μπορούσε ενδεχομένως να εξετάσει το θέμα μόνο του, μιας και το ίδιο αφορά. Θα μπορούσε ας πούμε να καλέσει τον Τσουκάτο να αποκαλύψει δημόσια τα «ανεπίσημα στοιχεία» τα οποία επικαλείται και αν δεν τα αποκάλυπτε να του τραβούσε μήνυση και αγωγή για συκοφαντική δυσφήμιση, επιδιώκοντας την παραδειγματική τιμωρία του.
---
Αλλά το θέμα προφανώς και δεν είναι ότι κοροϊδευόμαστε όλοι αναμεταξύ μας. Το θέμα ίσως δεν είναι καν τόσο o βαθμός της κοροϊδίας όσο η αισθητική της.
Και το ερώτημα τελικά από το «Γιατί έκλεισε ο "Ελεύθερος Τύπος";» θα έπρεπε να αντιστραφεί στο «Γιατί δεν κλείνουν όλα ανεξαιρέτως τα ΜΜΕ;». Αύριο κιόλας. Την ποιού είδους δημοκρατία υπηρετούν; Την ποιού είδους εξουσία ελέγχουν; Τι ακριβώς μας λένε οι ελέγχοντες το κομματικό σύστημα δημοσιογράφοι;
Ότι είναι κοινό μυστικό πως έτσι γίνονται αυτές οι δουλειές;
Ωραία, αν είναι κοινό μυστικό, να το υπενθυμίζουν για τα επόμενα πέντε χρόνια σε κάθε μα κάθε συνέντευξη πολιτικού· κάτι σαν et praeterea censeo Carthago delenda est.
Kαι κάθε φορά που θα μιλάει ο Παπανδρέου κι ο Καραμανλής για διαφάνεια ας βάζουν για υπόκρουση τζιγκλάκια με χάχανα.
Αλλά όχι, αυτά που γράφω είναι λαϊκισμοί, μηδενισμοί, ισοπεδωτισμοί.
Και τα ΜΜΕ μας σοβαρά.
---
Μιλώντας πάντως για υποκρισία και για κοινά μυστικά, το μεγάλο βραβείο το παίρνει ο Πύρρος μας που βαθιά πικραμένος λέει: «Το παράπονό μου είναι πως μπήκα εδώ να καθαρίσω το άθλημα και αντί να τους έχω δίπλα μου τους έχω απέναντι».
Πύρρο, ας το το άθλημα βρώμικο, ας το στην εποχή που το παρέλαβες -την εποχή των Ιακώβου και Νομάρχη Σγουρού- και κοίτα μην σε λερώσουν και σένα, αγόρι μου.
---
Σκέφτομαι τις φορές που έχω δακρύσει για τον Πύρρο Δήμα.
Σκέφτομαι το μεγαλείο που μου έχει χαρίσει αυτός ο άνθρωπος.
Και σκέφτομαι και πόσο ξεφτιλισμένα μικρός αποδεικνύεται.
Ο Τσουκάτος δεν είχε δύναμη επάνω μου, τον Τσουκάτο δεν τον αγάπησα, ο Τσουκάτος δεν θα μπορούσε να με κάνει κυνικό.
Ο Τσουκάτος επιβεβαιώνει όσα ήξερα - ο Πύρρος διαψεύδει όσα ένιωσα αληθινά.
Tα οποία -επειδή και για εκείνον ήξερα- δεν είχαν να κάνουν με τις ντόπες του αλλά με το ποιόν του.
Ο Πύρρος ερχόμενος να καθαρίσει το άθλημά του βρωμίζει την δική μου ψυχή.
---
Η οποία δηλαδή ήταν καθαρή, η οποία δηλαδή κρίνει αφ' υψηλού;
Όχι· οργανικό τμήμα του βόθρου είμαι κι εγώ, σκατό εκ σκατών.
---
Είδα προχθές τον Αntony όμως.
Kι ήταν ωραία.

Εδώ είναι ο παράδεισος κι η κόλαση εδώ

Αν είναι να φτάσουμε στο σημείο ώστε το διαδίκτυο (Internet) να γίνει ο παράδεισος του ηλεκτρονικού εγκλήματος, θα μιλάμε για πραγματική διαστροφή.
Mάθανε οι ηλεκτρονικοί εγκληματίες ότι ανακαλύφθηκε το διαδίκτυο (Internet) και είπαν να μεταφέρουν την ηλεκτρονική εγκληματική τους δραστηριότητα σε αυτό.
Ε, όχι κύριοι. Να μείνετε στα παλιά σας μετερίζια.
Γιατί, ως γνωστόν, το Σύνταγμα δεν προστατεύει ατομικά αλλά κειμενικά δικαιώματα. Η προστασία του απορρήτου δεν είναι προστασία εκείνων που επικοινωνούν, αλλά του περιεχομένου της επικοινωνίας τους· αυτοτελώς και όχι υπέρ τους. Όταν το Σύνταγμα ορίζει πως «το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας με οποιονδήποτε άλλο τρόπο είναι απόλυτα απαραβίαστο», φυσικά και δεν το ορίζει αποσκοπώντας στην προστασία των πολιτών που επικοινωνούν. Εκείνοι που επικοινωνούν είναι συνταγματικά αδιάφοροι.
Το Σύνταγμα κείμενο είναι κι αυτό και άρα για κείμενα ενδιαφέρεται και κείμενα προστατεύει· όχι πολίτες, όχι τον αποστολέα ή τον αποδέκτη, που μπορούν άνετα να διωχθούν.