Σάββατο, Δεκεμβρίου 31, 2005

Maybe

Με το που θα ξανανάψουν τα φώτα όλα θα είναι διαφορετικά· αυτήν την φορά το εννοούμε. Το 2006 ξαναπαίρνουμε τα ηνία της ζωής μας και διορθώνουμε τα κακώς κείμενα. Πέντε πραγματάκια είναι - πέντε βασικές αποφάσεις - πέντε βασικές αλλαγές. Μόνο θέληση και επιμονή χρειάζεται. Τα υπόλοιπα θα έρθουν στην πορεία.
Τα κακώς κείμενα βέβαια για κάποιο λόγο γράφονταν τόσο καιρό κακώς. Οι πρωτοχρονιάτικες αποφάσεις για τη ριζική ανακατασκευή μας είναι σχεδόν πάντα προϊόν της ανάγκης μας να κρυφτούμε και σχεδόν ποτέ προϊόν της ανάγκης μας να αντιμετωπίσουμε κατάματα τα προβλήματά μας. Απλώς το κάθε καινούριο έτος προσφέρει την ψευδαίσθηση της απόλυτης καθαρότητας, του μηδενισμού του κοντέρ, της επαναχορήγησης πάλλευκου αμουτζούρωτου χαρτιού προκειμένου να επαναρχίσουμε τη συγγραφή των κειμένων μας.
Όλα αυτά είναι γνωστά όμως και κανείς δεν ξεγελάει στ΄αλήθεια τον εαυτό του. Όλοι γνωρίζουμε ότι οι υποσχέσεις μας δεν πρόκειται να τηρηθούν κι όλοι γνωρίζουμε ότι παρά ταύτα οι υποσχέσεις αυτές γλυκαίνουν τις ημέρες των εορτών και προσφέρουν ένα υποκατάστατο λύτρωσης (ένα υποκατάστατο εφήμερο και προορισμένο να σβηστεί μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου όταν θα έχουμε ξαναμπεί για τα καλά στο πετσί των ίδιων ρόλων που υποδυόμαστε και πέρσι, ωστόσο ένα υποκατάστατο θεραπευτικό).
Σε λίγες ώρες λοιπόν θα πάρουμε όλοι πανομοιότυπα λευκά χαρτιά και θ' αρχίσουμε να γράφουμε τα καινούρια μας κείμενα. Θα συνεχίσουμε να γράφουμε τα κείμενα που μας υπαγορεύουν αφενός οι εσωτερικές μας ανάγκες, αδυναμίες και επιθυμίες και αφετέρου οι εξωτερικοί καταναγκασμοί, οι υποχρεώσεις της ζωής. Εννοείται ότι το τυχαίο, οι συμπτώσεις ή κατ' άλλους η μοίρα και το γραμμένο μας, θα παρεμβούν και φέτος στα κείμενά μας και θα παρεμβάλλουν τις λέξεις τους ανάμεσα στις δικές μας.
Το τυχαίο παρενεβλήθη και στα δικά μου τα κείμενα το 2005, όχι τόσο στο περιεχόμενό τους, όσο στην υπογραφή κάτω απ' αυτά. Το περιεχόμενό τους και παλιότερα λίγο πολύ το ίδιο ήταν, απλώς το μέσο ήταν διαφορετικό και οι αποδέκτες τους τρία - τέσσερα αγαπημένα μου πρόσωπα. Το περιεχόμενο των δικών μου κειμένων υπαγορεύεται από την ανάγκη μου να γράφω, το περιεχόμενο των δικών σας κειμένων υπαγορεύεται από τις δικές σας ανάγκες, τις δικές σας εσωτερικές φωνές. Το περιεχόμενο λοιπόν σχεδόν απαράλλακτο, ωστόσο το πρώτο βράδυ του 2005 βλέπω μία ταινία και περίπου δυο μήνες αργότερα, όταν αποφασίζω να γράφω σε μπλογκ, σκέφτομαι στα γρήγορα για ψευδώνυμο τον τίτλο της ταινίας.
Θα μπορούσα να μην είμαι ο Οld Boy, θα μπορούσα να εξακολουθώ να γράφω στα τέσσερα αγαπημένα πρόσωπα, δεν θα μπορούσα όμως να μην γράφω. To όνομά μου σχεδόν τυχαίο· η ανάγκη μου όχι. Κι όπως λέει μια ταινία από ένα βιβλίο: “Accident rules every corner of the universe. Except, maybe, the chambers of the human heart”.
Την χρονιά που έρχεται ας μην προσπαθήσουμε να αλλάξουμε ριζικά· δεν θα τα καταφέρουμε.
Ας προσπαθήσουμε απλώς να αφιερώσουμε περισσότερο χρόνο σε ό,τι βαθιά φωλιασμένο στα συρτάρια της καρδιάς μας περιφρονεί το διάσπαρτο παντού στη ζωή τυχαίο και παραμένει αναγκαίο και απαράλλακτο, όσες συμπτωματικές ή αναγκαστικές τροπές κι αν πάρει η ζωή μας.
Οι βαθιές μας ανάγκες είναι το μόνο μας νόημα.
Οι βαθιές μας ανάγκες είναι οι μόνες μέσα στις οποίες μπορούμε να αναπνέουμε για λίγο ευτυχισμένα.
Kρύβομαι όμως: κάνω κι εγώ σαν το maybe της πρότασης να μην υπάρχει, σαν ο καλλιτέχνης να μην θέτει εν αμφιβολία την ύπαρξη κι αυτών ακόμα των βαθιών αναγκών.
Ίσως λοιπόν το τυχαίο και άρα το ανόητο να μπορεί να αλώνει τα πάντα και να διεισδύει και σε αυτά ακόμα τα συρτάρια.
Αλλά ας μην ακούμε πάντα τους καλλιτέχνες· είναι καλλιτέχνες επειδή προσφέρουν αμφιβολίες αντί για βεβαιότητες.
Οι υπόλοιποι χρειαζόμαστε τις βεβαιότητες.
Επιστροφή σ' αυτές λοιπόν:
Ας προσπαθήσουμε απλώς να αφιερώσουμε περισσότερο χρόνο σε ό,τι βαθιά φωλιασμένο στα συρτάρια της καρδιάς μας περιφρονεί το διάσπαρτο παντού στη ζωή τυχαίο και παραμένει aναγκαίο και απαράλλακτο, όσες συμπτωματικές ή αναγκαστικές τροπές κι αν πάρει η ζωή μας.
Οι βαθιές μας ανάγκες είναι το μόνο μας νόημα.
Οι βαθιές μας ανάγκες είναι οι μόνες μέσα στις οποίες μπορούμε να αναπνέουμε για λίγο ευτυχισμένα.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 29, 2005

Το Πορφυρό Ρόδο του Μεγάρου

(Το ποστάκι που ακολουθεί είχε γραφτεί για τη σημερινή LifO, αλλά δεν μπήκε εκ παραδρομής. Για να μην μπαγιατέψει το ανεβάζω εδώ).
Μέλος της επιτροπής γραπτής υποδοχής του Γούντι Άλλεν στην Ελλάδα το κείμενο αυτό, όπως και όλα τα υπόλοιπα που δημοσιεύονται τις τελευταίες ημέρες σε εφημερίδες, περιοδικά και μπλογκς (αν υπάρχει μια διαφορά μεταξύ των μελών βέβαια, είναι ότι τα κείμενα στα μπλογκς συνομιλούν με τον αναγνώστη τους. Ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να τα σχολιάσει κι ο μπλόγκερ τη δυνατότητα να του απαντήσει. Aντίθετα, τα κείμενα στα έντυπα έχουν κλειστεί στην απομόνωση και δεν ακούν τον έξω κόσμο. Δεν γνωρίζουν αν άρεσαν, δεν γνωρίζουν τι αντιδράσεις προκαλούν).
Αρκετά με τους προλόγους. Ο Γούντι στο Μέγαρο λοιπόν, στο Μέγαρο δίπλα στην Πρεσβεία. Ο Πρέσβης της Αμερικής που αγαπήσαμε δίπλα στον Πρέσβη της Αμερικής που μισήσαμε. Η Αμερική της Πρεσβείας είναι η Αμερική που εμπορεύεται την συλλογική ανασφάλεια προσπαθώντας να σου πουλήσει συμβόλαια με εταιρίες ασφαλείας πριν τους Ολυμπιακούς και F-16 μετά από αυτούς, ενώ η Αμερική του Γούντι είναι η Αμερική που εκφράζει τις προσωπικές της ανασφάλειες προσπαθώντας να λυτρωθεί από αυτές μέσω της τέχνης. Η μια Αμερική πουλάει φόβο προσπαθώντας να κυριαρχήσει πάνω σου βάσει του φόβου που σου προξενεί, η άλλη σου εκμυστηρεύεται τους φόβους της προσπαθώντας να κυριαρχήσει πάνω τους δια της διακωμώδησης τους.
«My God, you must really love my pictures».
Όχι, δεν ήμουν εγώ που πληκτρολόγησα τις τελευταίες λέξεις. Αυτοπληκτρολογήθηκαν. Σαν να μην έφτανε αυτό, ακριβώς την ώρα που οι λέξεις εμφανίζονταν στην οθόνη του υπολογιστή μου, άκουγα να τις λέει μια πολύ οικεία φωνή.
«Γούντι, εσύ είσαι;»
«Υes»
«Να το γυρίσουμε στα ελληνικά καλύτερα;»
«Nο problem»
«Ελληνικά είπαμε»
«Μα στα ελληνικά απάντησα»
Και να που ξαφνικά φίλε αναγνώστη –και να μην κάνει ποτέ ο Ολυμπιακός διπλό στο Champions League, αν τα βγάζω απ’ το μυαλό μου αυτά- ο Γούντι Άλλεν βγαίνει μέσα από το κείμενο και εμφανίζεται μπροστά μου με (λίγη) σάρκα και (μπόλικα) οστά. Φοράει καρό πουκάμισο, καφέ παντελόνι και είναι ξυπόλητος.
«Πώς το ’κανες αυτό;»
«Δεν άντεχα άλλο να ακούω τις κοινοτοπίες σου για την Αμερική. Αμάν πια μ’ όλους εσάς τους πορδοαντάρτες Έλληνες και τον τσάμπα αντιαμερικανισμό σας. Όσο για το κόλπο, το έχω κάνει και στο παρελθόν με έναν ήρωά μου που βγήκε μέσα από μια ταινία. Αφού μπορούμε να βγούμε μέσα από εικόνες, γιατί να μην μπορούμε να βγούμε και μέσα από τις λέξεις; Άλλωστε, κατά βάθος άνθρωπος των λέξεων είμαι κι όχι των εικόνων. Είπα λοιπόν να ακολουθήσω το παράδειγμα του ήρωα βγαίνοντας από το κείμενο και μπαίνοντας στον αληθινό κόσμο»
«Ναι, αλλά ο ήρωας σου δεν μπήκε στον αληθινό κόσμο»
«Αλλά;»
«Βγήκε από μία ταινία και μπήκε σε μια άλλη»
«Ε, τότε και ‘γω τώρα βγήκα από ένα κείμενο και μπήκα σ’ ένα άλλο»
«Με μπερδεύεις. Στο ίδιο κείμενο δεν είμαστε;»
«Όχι. Είμαστε σε ένα κείμενο όπου πήρα την πρωτοβουλία, κι απ΄το να κάθομαι να γράφεις για μένα, είπα να διαδραματίσω ενεργό ρόλο»
«Σαν αναγνώστης των μπλογκς ένα πράγμα;»
«Χέσε μας επιτέλους με τα μπλογκς» μου λέει θυμωμένα κι αρχίζει να κάνει βόλτες πάνω κάτω στο δωμάτιο.
«Να σου δώσω παντόφλες, κάλτσες, κάτι; Κάνει κρύο, θα πουντιάσεις. Αλήθεια, γιατί ήρθες ξυπόλητος;»
«Εντός του κειμένου ήμουν παπουτσωμένος. Κάτι πρέπει να πήγε στραβά στην μεταφορά, έχω να χρησιμοποιήσω τη μηχανή μεταφοράς από το 1985. Πιθανότατα θα έχει λήξει και η εγγύηση τώρα», μου απαντάει συνεχίζοντας τις βόλτες του και κουνώντας διαρκώς τα χέρια του, «αλλά άλλο με απασχολεί, αναρωτιέμαι, αναρωτιέμαι όλοι αυτοί οι άνθρωποι που θα έρθουν να με δουν στο Μέγαρο, για ποιο λόγο θα το κάνουν; Ποιόν κοροϊδεύω; Είμαι ένας μέτριος κλαρινετίστας, όλοι θα έρθουν να με δουν σαν αξιοθέατο, σαν να είμαι στο τσίρκο. Αντί για τη γυναίκα με τα μούσια θα δουν το νευρωσικό σελέμπριτι με το κλαρινέτο. Και δεν θα έρθουν και ειδικοί; Θα καταλάβουν ότι δεν είμαι τίποτα το ιδιαίτερο, θα καταλάβουν ότι είμαι κάλπης. Θέε μου, είναι λάθος, όλη αυτή η ιδέα ήταν λάθος, βλέπεις θέλει να ταξιδεύει η Σουν Γι κι εγώ είμαι 70 χρονών πια και είμαι ερωτευμένος και έχω μαλακώσει σε σχέση με το παρελθόν, γι’ αυτό είπα, τι διάολο, δεν χάλασε κι ο κόσμος, το χόμπυ μου κάνω κι η Σουν Γι θα είναι ευτυχισμένη και τον πνευματικό μου υϊό Χάρη Ρώμα θα συναντήσω για να μου δώσει αυτόγραφο, αλλά να, τώρα θα ανέβω στη σκηνή και ο κόσμος δεν θα έρθει να ακούσει μουσική, θα έρθει να δει μια διασημότητα, κι έμαθα ότι είναι πανάκριβο και το εισιτήριο, μόνο κοσμικές κυρίες θα έρθουν, θα σκυλοβαρεθούν, όλα θα πάνε φριχτά, θα έχουν την απαίτηση να σηκώνομαι κάθε τόσο και να τους λέω ανέκδοτα για τον αυνανισμό, ωχ Θέε μου, γιατί δεν αρκέστηκα σε αυτό που είμαι καλός, γιατί σε αυτή την ηλικία πει…»
«Σταμάτα να γκρινιάζεις και κάτσε σε ένα σημείο. Σαν σβούρα κινείσαι, με ζάλισες» του φώναξα διακόπτοντας το παραλήρημά του.
«Καλά, καλά. Τώρα με την τουρνέ, έχω χάσει πέντε συνεχόμενες συνεδρίες με τον αναλυτή μου και είμαι λίγο στρεσαρισμένος. Απ΄ την άλλη βέβαια, δεν φαντάζεσαι πόσο με στρεσάρουν και οι τιμές που με χρεώνει για κάθε συνεδρία»
«Να σου ζητήσω κάτι, γιατί τελειώνει ο χώρος μας;»
«Ο χρόνος μας θες να πεις»
«Όχι, ο χρόνος τελειώνει στην τηλεόραση, στις εφημερίδες είναι ο χώρος που τελειώνει. Στα μπλογκς όμως δεν υπάρχουν τέτοιοι περιορισμοί κι ο καθένας…»
«Χέσε μας επιτέλους με τα μπλογκς. Τι θες να ζητήσεις;»
«Πες μας μια ευχή για το νέο έτος. Να την έχουμε αποκλειστική, να πουλήσουμε και κάνα φύλλο παραπάνω»
«Μα αφού δεν τα πουλάτε τα φύλλα. Άσε που οι ευχές και η αισιοδοξία εν γένει δεν είναι το φόρτε μου. Να σου πω κανένα εορταστικό τραγούδι καλύτερα;»
«Πες»
«Πάει ο παλιός ο χώρος … Καλή Χωριά - Καλή Χωριά, χαρούμενη χρυσή Πρωτοχωριά»
Τελειώνοντας το χωροχρονικό χωρατό του επέστρεψε στη θαλπωρή του κειμένου.
Κάτι ξαναπήγε σταβά στην μεταφορά και οι πατούσες του έμειναν εδώ.
Νobody, not even the rain, has such small feet.

Δημόσιο και Ιδιωτικό

H ουρά ξεκινάει από μια εφορία του Νομού Αττικής και καταλήγει λίγο έξω από το Αφιόν Καραχισάρ. Κάποιοι υπάλληλοι είναι στα τελικά στάδια του πνιγμού, κάποιοι άλλοι παρατηρούν με αμείωτο ενδιαφέρον τον απέναντι τοίχο. Παραδόξως, ένας προϊστάμενος αποφασίζει να διαβουλεθεί με έναν υποπροϊστάμενο:
"Μήπως να φέρναμε έναν εκτυπωτή ακόμα, για να κόβει ένα επιπλέον άτομο παράβολα;".
"Ποιόν να φέρουμε; Όλοι είναι υπ΄ατμόν".
Εκείνη τη στιγμή περνά από μπροστά τους ο Γιώργος.
"Γιώργο, εσύ δεν μπορείς να το κάνεις;".
"Μα δεν είναι η αρμοδιότητά μου".
"Γιώργο, σήμερα δεν έχει τέτοια. Όλοι βοηθάμε, η κατάσταση είναι έκτακτη"
"Δεν γίνεται, εγώ κάνω "Σήματα". Δεν ξέρω "Κεφάλαιο" εγώ".
Κάπου εκεί και αφού εξαντλήθηκαν όλα τα στρατηγικά σχέδια επίλυσης της κρίσης, η διαβούλευση λαμβάνει τέλος.
Εγώ πάλι, έχω έναν γνωστό και εξυπηρετούμαι κατά παρέκκλιση απ΄τους υπολοίπους. Σε 2 1/2 ώρες έχω τελειώσει, ενώ κανονικά θα τελείωνα αύριο (κυριολεκτικά αύριο). Η στιγμή που φωνάζουν το όνομά μου και περνάω μπροστά από τα κορόιδα που περιμένουν με χαλάει κάπως. Νιώθω κάπως άσχημα.
Αφενός όμως λίγες τύψεις είναι πάντα προτιμότερες από ταλαιπωρία δύο ημερών, αφετέρου το σκέφτομαι και καταλήγω στο συμπέρασμα ότι έχω κάνει πολύ χειρότερα πράγματα στη ζωή μου απ΄το να μην τηρήσω μια ουρά. Σκέφτομαι λοιπόν ότι ο πραγματικός λόγος των τύψεων δεν ήταν το ενδιαφέρον μου για όσους καθυστέρησαν εξαιτίας μου, αλλά το ότι η συγκεκριμένη παρατυπία χαλάει την εικόνα που έχω για τον εαυτό μου. Χρησιμοποίησα ένα γνωστό για να μην ταλαιπωρηθώ. Τα κίνητρά μου δεν μπορούν να μακιγιαριστούν, ούτε να ενταχθούν σε κάποιο ευρύτερο θεωρητικό σχήμα που θα με αθωώσει· η χυδαιότητα της συγκεκριμένης συμπεριφοράς μου είναι μια τίμια χυδαιότητα, μια χυδαιότητα που δεν κοροϊδεύει κανέναν.
Θέλω εν τέλει να πω, ότι δεν ένιωσα άσχημα για όσους ξεπέρασα στην ουρά, αλλά ένιωσα άσχημα επειδή δεν βρήκα ένα πειστικό ψέμμα για να μου δικαιολογηθώ.
Θέλω εν τέλει να πω, ότι ο κάθε άνθρωπος διαλέγει τις ενοχές που του ταιριάζουν· υπάρχουν ενοχές μέσα στις οποίες αισθάνεται άνετα, ίσως και ωραία, όπως υπάρχουν και ενοχές ασύμβατες με το ίματζ που έχει πλάσει για τον ίδιο.
Τόσο στην οικεία αγαπημένη ενοχή, όσο και στην ξένη ενοχλητική ενοχή, το θέμα μας δεν είναι ο τρίτος ο οποίος πλήττεται από τη συμπεριφορά μας αλλά ο εαυτός μας· ο εαυτός μας που απλώνει την τεράστια σκιά του και σκεπάζει όλα τα υπόλοιπα θέματα κι όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους, που δεν είναι τίποτα άλλο παρά κομπάρσοι στον αέναο εσωτερικό μας μονόλογο.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 28, 2005

Ου

Aρχαίος Αιγύπτιος Θεός με 2 γράμματα: Ρα.
Σύγχρονος Έλληνας αντίθεος με 4 γράμματα: Ουρά.

Ολιστικά

Η ζωή είναι μία, ενιαία και αδιαίρετη.
Η γενική εικόνα σχηματίζεται μόνο αν συναθροίσουμε τις επί μέρους εικόνες.
Όλα έχουν σχέση με όλα.
Για παράδειγμα, μια συνδυαστική ανάλυση των πρωτοσέλιδων των χθεσινών πολιτικών και αθλητικών εφημερίδων θα καταδείκνυε αυτό που είναι ολοφανερό κι όμως κανείς μας δεν το βλέπει : ότι δηλαδή η απαγωγή και ανάκριση των Πακιστανών από τους ντόπιους και ξένους μυστικούς πράκτορες σχετίζεται άμεσα με την τεράστια άνοδο των μετοχών του Γιάγια Τουρέ στο παγκόσμιο ποδοσφαιρικό χρηματιστήριο.

Τρίτη, Δεκεμβρίου 27, 2005

Η αντάρτισσα της λευκής τρίχας


Στα πλαίσια της αναβάθμισης του προφίλ του μπλογκ μας, συνεχίζουμε το λογοτεχνικό name-dropping περνώντας από τον Χόρχε Λούις Μπόρχες στην Άννα Παναγιωταρέα (γνωστή επίσης ως η "Μπόρχα των Φτωχών").
Ποιος να φανταζόταν άραγε, ότι η Άννα Παναγιωταρέα, πίσω αφενός από τη δημοσιογράφο που πάντοτε διακήρυττε ευθαρσώς τα πολιτικά της φρονήματα (τα οποία είναι ακραιφνώς κυβερνητικά, φρονεί δηλαδή ότι και η εκάστοτε Κυβέρνηση) και πάντοτε παρέμενε αταλάντευτα πιστή σε αυτά, αδιαφορώντας για το μεγάλο προσωπικό της κόστος (κατηγορήθηκε κακόβουλα για καιροσκοπισμό), πίσω αφετέρου από αυτό το σέξυ θηρίο που τόσες και τόσες αξημέρωτες βραδιές μας συντρόφευσε στα φαντασιωτικά μας ταξίδια και τέλος πίσω από την Πανεπιστημιακή Καθηγήτρια, έκρυβε μια φλεγόμενη καλλιτεχνική ψυχή.
Θα έπρεπε να το είχαμε υποψιαστεί όμως. Εκείνο το ατίθασο άσπρο τσουλούφι, μέσα στο δάσος των μαύρων τριχών της, τι άλλο υποδήλωνε από την πηγαία εσωτερική της ανάγκη να σπάει με κάθε τρόπο την έξωθεν επιβαλλόμενη ομοιομορφία; Οι συνθήκες ωρίμασαν λοιπόν και να που αυτή η αντάρτισσα της λευκής τρίχας μυθιστόρησε.
Το βιβλίο της κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις "Λιβάνη" στο ανωτέρω εμφανιζόμενο εξώφυλλο, το οποίο διαλύει στα εξ ων συνετέθη κάθε κατεστημένη έως σήμερα ιδέα για το κιτς.
Επιτέλους, μέρες που είναι, μέρες αλλαγών και μεγάλων αποφάσεων, ας κάνουμε το μεγάλο βήμα, ας κλείσουμε την τηλεόρασή μας κι ας ανοίξουμε ένα βιβλίο σαν τον "Κυρίαρχο των Οκτώ". H τηλεόραση αλώνεται εκ των ένδον, καθώς μια insider, η Άννα Παναγιωταρέα, έρχεται να θρυμματίσει τον γυάλινο κόσμο της και να γεμίσει με λογοτεχνικούς χυμούς τη ζωή μας.
Τhey sentenced Anne to twenty years of boredom
for trying to change the system from within
She's coming now, she's coming to reward them
First she takes the Nobel
then she takes Σουπλίν.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 26, 2005

Δημιουργώντας τους προγόνους σου

Αντιγράφω απ' το "Βιβλιοδρόμιο" των "Νέων" απόσπασμα του κειμένου του Μπόρχες με τίτλο «Ο Μπόρχες κι εγώ»:
«Στον άλλον, στον Mπόρχες, συμβαίνουν όλα... Θα 'ταν υπερβολικό να πω ότι οι σχέσεις μας είναι εχθρικές, εγώ ζω, εγώ αφήνομαι να ζω μόνο και μόνο για να μπορεί ο Mπόρχες να υφαίνει τη λογοτεχνία του, κι αυτή η λογοτεχνία με δικαιώνει. Δεν έχω κανένα πρόβλημα να παραδεχτώ πως έχει γράψει μερικές αξιόλογες σελίδες, αλλά αυτές οι σελίδες δεν μπορούν να με σώσουν, ίσως γιατί το καλό δεν ανήκει πια σε κανέναν, ούτε καν στον άλλον, αλλά στη γλώσσα ή την παράδοση...
... Δεν ξέρω ποιος απ' τους δυο μας γράφει αυτή τη σελίδα».

Ακατανόητο


Τα λάθη είναι ανθρώπινα. Το να ανεγείρονται οικοδομές όμως, χωρίς να έχουν ενσωματωμένο έναν απλό επεξεργαστή κειμένου, προκειμένου να διορθώνονται τέτοια ανθρώπινα λάθη, είναι ακατανόητο.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 24, 2005

Ανώνυμες Εταιρίες Καλάντων

Aν με ρωτάς τι με ενοχλεί περισσότερο στις γιορτές, κάτι τέτοιο θα σου πω: κάτι σαν τα κάλαντα. Κάτι τέτοια απομεινάρια του παρελθόντος, κάτι τέτοιοι απηρχαιωμένοι θεσμοί που ανήκουν σε άλλες εποχές και πάνω απ΄όλα σε άλλα οικονομικά συστήματα. Τι εννοώ; Είναι τέτοια η φιλοσοφία των καλάντων που δεν μπορούν να ενταχθούν φυσιολογικά σε ένα σύστημα αξιοποίησης τους, με (ας πούμε) εταιρίες που θα είναι "Χρυσοί Χορηγοί Καλάντων Χριστουγέννων 2005" ή "Μεγάλοι Χορηγοί Καλάντων Πρωτοχρονιάς 2006". Γεμίζουν οι δρόμοι από κωλόπαιδα που κυνηγούν το χρήμα, χρήμα διακινείται, χρήμα αλλάζει χέρια και όλο αυτό το πράγμα στο χύμα, χωρίς ανώνυμες εταιρίες διαχείρισης καλάντων, χωρίς να μεσολαβεί το τραπεζικό μας σύστημα, ένα γαμημένο σκορπιοχώρι που θέλει να μας δείξει και να μας πει τι; Τι; Τέλος πάντων, θα μπορούσε με λίγη φαντασία να μπει μια στοιχειώδης τάξη και να υπάρξει μια στοιχειώδης οργάνωση σε αυτό το αντικαπιταλιστικό απολίθωμα. Η κάθε τοπική Ανώνυμη Εταιρία Καλάντων (ΑΕΚ) θα μπορούσε να αναλαμβάνει την αποδοτικότερη αξιοποίηση του κάθε οικοδομικού τετραγώνου, ώστε να μην πηγαίνουν τα παιδιά μαζεμένα σε ένα σπίτι ή μαγαζί (κι έτσι να μπαφιάζουν και να μην δίνουν λεφτά οι οικοδεσπότες και οι μαγαζάτορες), αλλά να πηγαίνουν π.χ. ανά μισή ή μία ώρα. Τα παιδιά κάθε γειτονιάς θα συνήπταν σύμβαση με την τοπική τους ΑΕΚ και θα συμφωνούσαν στον διαμοιρασμό των τελικών (καθαρών) εσόδων σε ποσοστά ελεύθερα καθοριζόμενα μεταξύ των μερών, αλλά θα υπήρχε νομοθετική πρόβλεψη, ώστε τα παιδιά να παίρνουν το 40% ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ των (καθαρών) εσόδων. Κάθε ΑΕΚ, ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών που θα συνήπταν σύμβαση μαζί της και τον αριθμό των οικιών και μαγαζιών που ήταν στην αρμοδιότητά της, θα καθόριζε εκ των προτέρων αναλυτικά και με ακρίβεια το πρόγραμμα και το χρονοδιάγραμμα που θα ακολουθούσε το κάθε παιδί. Επίσης θα φρόντιζε εκ των προτέρων για το ίματζ του κάθε παιδιού, το τι θα φορούσε (παιδιά μη εμφανίσιμα ή κακόφωνα θα είχαν δευτερεύοντες ρόλους, λ.χ. θα έκαναν τους ταμίες) και πιθανότατα θα υπήρχαν και ομοιόμορφες στολές. Θα μπορούσε ακόμη κάθε ΑΕΚ να προσλαμβάνει και σεκιουριτάδες που θα περιπολούσαν τους δρόμους για να αποτραπεί το ενδεχόμενο ληστειών. Στα πλαίσια αυτά θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν και οι κάμερες παρακολούθησης στους δρόμους. Κάθε ΑΕΚ στην προσπάθειά της να μεγιστοποιήσει τα κέρδη της, δεν θα αρκείτο απλώς στην παροχή καλάντων από τα παιδιά της, αλλά θα μπορούσε ίσως να προσφέρει και κάποια έξτρα χάπενιγκς ή ακόμη καλύτερα αντί καλάντων να υπήρχε η εναλλακτική τα παιδιά να τραγουδούν σουξέ της εποχής. Εννοείται ότι τα δικαιώματα καλαντοποίησης των σουξέ θα είχαν εκχωρηθεί έναντι ανταλλάγματος από τις δισκογραφικές κι έτσι σιγά σιγά ένα ολόκληρο σύστημα θα άρχιζε να κινείται ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΑ και ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΑ. Εννοείται επίσης, ότι οι εισπράξεις των ΑΕΚ θα φορολογούντο, άρα και το Κράτος θα είχε να υπολογίζει στο τέλος κάθε έτους σε ένα σημαντικό επιπλέον έσοδο. Κι αν αυτά που προτείνω φαντάζουν γραφικά, ρωτήστε τον Αλογοσκούφη πόσο θα τον ενοχλούσε μια τέτοια προοπτική αυξήσεως των δημοσίων εσόδων (για να μην αναφερθώ στις θέσεις εργασίας που θα δημιουργούντο για τη στελέχωση των ΑΕΚ). Εννοείται τέλος, ότι θα χορηγούντο πλέον αποδείξεις από τα παιδιά για κάθε είσπραξη. Έτσι, αν οποιοσδήποτε έλεγε "μας τα 'πανε", θα έπρεπε να επιδεικνύει στα καλαντόπαιδα τις σχετικές αποδείξεις. Επιπρόσθετα, στα πλαίσια της σταδιακής απεξάρτησης του Έλληνα απ΄το ρευστό και της σταδιακής εξάρτησης του απ΄το πλαστικό χρήμα, θα μπορούσαν να κυκλοφορήσουν από τις τράπεζες ειδικές καλαντόκαρτες. Είναι δε αυτονόητο -αν μη τι άλλο για λόγους ισότητας- ότι σε περίπτωση που κάποια ΑΕΚ φαλίριζε, δεν θα έκλεινε, αλλά θα προβλεπόταν εκ του νόμου η υπαγωγή της στο άρθρο 44 και η σχεδόν πλήρης διαγραφή των χρεών, ενώ αμέσως μετά θα ξεκινούσαν οι συζητήσεις για την χρηματοδότηση από το Κράτος της κατασκευής -όχι γηπέδου αλλά- των γραφείων της έδρας της.
Δεν ξέρω ποιά είναι η γνώμη των e-roosters για την πρότασή μου, αλλά πιστεύω ότι χρονιάρες μέρες επιτέλους θα συμφωνήσουμε σε κάτι.

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 23, 2005

Ψυχοπνευματικές Διακοπές


Τώρα με τις γιορτές σκέφτομαι να πάω για λίγες μέρες ψυχοπνευματικές διακοπές. Να κλείσω εντελώς τους διακόπτες της κάθε λογής έγνοιας, φροντίδας, σκοτούρας, υποχρέωσης και ν' αρχίσω να περιφέρομαι στους δρόμους της πόλης χωρίς κανένα προορισμό, κανένα σκοπό, κανένα νόημα. Να δώσω στον εαυτό μου λίγες ημέρες αβάντζο όπου δεν θα σκέφτομαι οτιδήποτε σε σχέση με την κανονική ζωή. Αυτό δεν είναι το νόημα των διακοπών άλλωστε; Τα βράδυα θα κοιμάμαι σε φτηνά ξενοδοχεία κι όλη μέρα θα τριγυρνάω σαν χαμένο κορμί. Δεν θα σκέφτομαι τίποτα - απλώς θα υπάρχω. Το κρύο δεν με πειράζει· μ΄αρέσει και θα 'μαι και ντυμένος ζεστά. Γνωρίζω ασφαλώς πόσο δήθεν ακούγονται όλα αυτά· ακριβέστερα πόσο δήθεν είναι όλα αυτά. Δεν μπορείς να έχεις και την ασφάλεια και το φευγιό. Ίσως όμως ό,τι αρχίσει ως παιχνίδι στην πορεία να πάρει το δρόμο του, ίσως μετά από λίγο καιρό χάσω στ΄αλήθεια τον έλεγχο, ίσως σταματήσω επιτέλους να ορίζω το μυαλό μου και αρχίσει να με ορίζει αυτό.
Μεγαλύτερη ελευθερία από αυτήν δεν ξέρω.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 21, 2005

Αν σβήσει το φεγγάρι

Κατατέθηκε σήμερα, στα δικαστήρια της πρώην Σχολής Ευελπίδων, η αγωγή του φεγγαριού κατά της Ελληνικής Εταιρείας Προστασίας της Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΑΕΠΙ). Με την αγωγή του, το φεγγάρι διεκδικεί αποζημίωση ύψους πολλών εκατομμυρίων ευρώ ισχυριζόμενο ότι, κατά την τελευταία πεντηκονταετία, έχει χρησιμοποιηθεί χωρίς άδεια το όνομά του σε τουλάχιστον επτά δισεκατομμύρια τραγούδια. Ειδικοί εκτιμούν ότι σε περίπτωση που η αγωγή του γίνει δεκτή, πέραν της οικονομικής κατάρρευσης που αναπόφευκτα θα προκληθεί σε ολόκληρο το οικοδόμημα του ελληνικού τραγουδιού, θα δημιουργηθεί επιπρόσθετα τεράστιο στιχουργικό πρόβλημα, ενώ οι πλέον απαισιόδοξοι εκφράζουν τον φόβο πως, σε λίγα χρόνια, θα φτάσουμε στο σημείο όπου θα σταματήσει εντελώς -λόγω της έλλειψης επαρκών στίχων- η παραγωγή νέων τραγουδιών.
Στιχουργός που προτίμησε να κρατήσει την ανωνυμία του δήλωσε στο μπλογκ μας: "Ο κλάδος είναι σε απόγνωση. Δηλαδή από πού έχουν την απαίτηση να εμπνευστούμε εμείς; Ας το καταλάβουν όλοι: ελληνικό τραγούδι θα πει φεγγάρι. Αν σβήσει το φεγγάρι θα σβήσει και το ελληνικό τραγούδι. Ο φασισμός και η λογοκρισία δεν θα περάσουν".
Ήδη έχουν εξαγγελθεί κινητοποιήσεις, ενώ οι πλέον ευφάνταστοι εκ των στιχουργών προτείνουν οι πρώτες πορείες τους να διεξαχθούν υπό το σεληνόφως.

Τρίτη, Δεκεμβρίου 20, 2005

Αποκάλυψη


Nέα αποκάλυψη του "ΙΟΥ¨ που καταρρίπτει τους ισχυρισμούς των Τριανταφυλλόπουλου - Χαρδαβέλλα περί φάρσας μεταξύ φίλων. Συγκεκριμένα έφτασε στα χέρια του "ΙΟΥ" και θα δημοσιευθεί στο αυριανό φύλλο της "Ε" η ανωτέρω φωτογραφία του Κώστα Χαρδαβέλλα που την επίμαχη νυχτιά του 1995, έξαλλος και κραδαίνοντας περιστροφο, κυνηγά στα σοκάκια της Βούλας τον εισβολέα Μάκη.

Κουμπώσου, θα κρυώσεις (ή άνοιξε τα μάτια σου).

Aλέξανδρος Γιωτόπουλος, also known as "H Ρόμπα η Ξεκούμπωτη".

Είναι έτσι όμως; Είναι εντελώς έτσι; Θα ήταν εντελώς έτσι, αν η δήλωση του συνηγόρου του ότι ο Γιωτόπουλος "δεν συμφωνεί με τη δράση της 17Ν, με τις ενέργειες της 17Ν όλα αυτά τα χρόνια", είχε κάποια ευδιάκριτα ωφελιμιστικά κίνητρα· στόχευε δηλαδή σε κάποια επιεικέστερη ποινική αντιμετώπιση. Το ενδεχόμενο αυτό φαντάζει όμως εξαιρετικά αμφίβολο. Το μόνο πιθανό ωφελιμιστικό κίνητρο που θα μπορούσε να του προσάψει κανείς ανάγεται στο πολύ μακρινό μέλλον, στο ότι ελπίζει δηλαδή πως με τέτοιου είδους δηλώσεις, κάποια στιγμή, μετά από πολλά - πολλά χρόνια, θα βγει από τη φυλακή. Αλλά αυτή η εξήγηση δεν φαίνεται και τόσο πειστική. Οπότε; Οπότε ίσως και αυτή η δήλωση είναι στην προαποφασισμένη γραμμή της οργάνωσης ότι, αν ποτέ συλληφθούν, θα αρνηθούν τα πάντα, για να δυσκολέψουν το έργο της δικαιοσύνης και να δημιουργήσουν αμφιβολίες στην κοινή γνώμη για την ορθότητα των καταδικαστικών αποφάσεων, συνεχίζοντας με αυτόν τον τρόπο τον πόλεμο κατά του συστήματος και ελπίζοντας στη δημιουργία νέων γενιών τρομοκρατών. Αν είναι έτσι, τότε ο Γιωτόπουλος δεν είναι "Η Ρόμπα η Ξεκούμπωτη", αλλά ο "Τυφλότερος Όλων", αυτός που ακόμα και τώρα αρνείται να δει την πραγματικότητα κατάματα και να συνειδητοποιήσει ότι αν κάποια στάση αναδύει αξιοπρέπεια και συνεπώς έχει και το ανάλογο γκελ στον κόσμο, αυτή είναι η στάση του Κουφοντίνα.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 19, 2005

Συνεχής

Πρώτη συνεχής νίκη για την Πανάθα στο Πρωτάθλημα.

Γοριλολογώντας


- Τελικά τα πάντα είναι θέμα μεγέθους· ή εν πάση περιπτώσει τα πάντα είναι σχετικά· ή εν πάση περιπτώσει τα πάντα εξαρτώνται από την οπτική γωνία θέασής τους: ο πεντάμετρος Κονγκ, συγκρινόμενος με τις διαστάσεις του τοπίου, σε ένα μακρινό πλάνο στο οποίο κάθεται στην άκρη ενός βράχου ατενίζοντας το ηλιοβασίλεμα, δεν μας φαίνεται πια φοβερός και τρομερός, αλλά γλυκούλης σαν οικόσιτο τέντυ μπέαρ.
- Ο ερωτισμός όλων των αρρένων ξεκινά να διοχετεύεται από τη χούφτα τους· πολλοί μάλιστα δεν σταματούν ποτέ να έχουν αυτή τη σχέση στοργής με την απόληξη του χεριού τους. Έργα τέχνης μπορούν να γεννηθούν από την απαράμιλλη αίσθηση ζεστασιάς και σιγουριάς που προσφέρει η επαφή με την παλάμη (είτε έργα για την μαλακία, είτε έργα απλώς μαλακίες). Ο Κονγκ όμως έφτασε στα άκρα και ερωτεύθηκε αυτή που έσφιγγε εκεί μέσα. Στη ζούγκλα και στη Νέα Υόρκη την κοπανάει πάνω - κάτω και βρυχάται στη διαπασών. Ο Κονγκ είναι μερακλής. Ίσως για αυτό και να τον είπαν βασιλιά. Κονγκ, ο Βασιλιάς. Κονγκ, ο Μεγάλος Αυνάνας.
- Η μόνη στιγμή της ταινίας που ο Κονγκ αδιαφορεί για την κοπέλα, είναι όταν έχει κάτσει να δει το ηλιοβασίλεμα κι αυτή, για να τον διασκεδάσει, του κάνει τον κλόουν. Εδώ ο ποιητής θέλει να μας πει ότι, μπροστά στο μεγαλείο της φύσης, κάθε ανθρώπινο, σκηνοθετημένο, τεχνητό θέαμα είναι ασήμαντο.
- Ό,τι και να λέμε, οι γυναίκες δεν μπαίνουν καν στη διαδικασία σύγκρισης ανάμεσα σε έναν συγγραφέα και σε έναν θεόρατο δασύτριχο γορίλα. Καλή η ευαισθησία, αλλά αρκεί να είναι πρόσθετο στην ωμότητα, αρκεί να είναι το διάλειμμα και όχι ο κανόνας. Ο γορίλας μπορεί να τις έχει απαγάγει, μπορεί να έχει σκορπίσει τον όλεθρο γύρω του, αλλά όταν τους κάνει ένα νάζι λιώνουν σαν παγωτό έξω απ΄την κατάψυξη. Ο γορίλας, ό,τι κι αν κάνει, όσους κι αν σκοτώσει, είναι κατά βάθος ψυχούλα. Ο συγγραφέας, αντίθετα, μπορεί να έχει αφιερώσει τη ζωή του σε αυτές, μπορεί να τους πηγαίνει καθημερινά λουλούδια και να γράφει αριστουργήματα γι΄αυτές, αλλά μία φορά να σηκώσει τον τόνο της φωνής του θα κατηγορηθεί για βαρβαρότητα. Ο συγγραφέας μπορεί αύριο να πάρει Πούλιτζερ, Νόμπελ, ακόμη και Αρίων. Τρίχες. Τρίχες δεν έχει σαν τον γορίλα, που γρυλλίζει αποτυγχάνοντας να αρθρώσει μια λέξη και οι γυναίκες δακρύζουν από την συγκίνηση, επειδή γρύλλισε τρυφερά και η ματιά του είπε όσα δεν μπορούν να πουν τα άπαντα του Σαίξπηρ. Πνεύμα - Κορμί, σημειώσατε δύο. Οι γυναίκες θα καταφύγουν στην αγκαλιά του συγγραφέα, μόνο όταν ο γορίλας σπάσει τα μούτρα του. Τις προσμένει τότε μια ζωή αφόρητης μελαγχολίας που θα διακόπτεται από υγρά όνειρα. Εκεί, στα όνειρα, θα ξαναγυρνάνε στην ζούγκλα, θα ξαναμυρίζουν την σαγηνευτική γοριλίλα, θα τις ξανασηκώνει ψηλά σαν κλαράκι, θα σκοτώνει δεινόσαυρους για πάρτη τους και μετά θα χτυπάει τα χέρια του στο στήθος: ο προστάτης μου - ο ήρωας μου - ο γορίλας μου - o άνθρωπός μου - ο άγγελός μου - ο θάνατός μου. Κι αν οι γυναίκες θα καταφύγουν στην αγκαλιά του συγγραφέα μόνο όταν ο γορίλας σπάσει τα μούτρα του, η μοναδική ελπίδα που απομένει στους μπλόγκερς είναι να σπάσουν κάποτε κι οι συγγραφείς τα μούτρα τους· στο μεσοδιάστημα θα εξακολουθήσουν να ποστάρουν.
- Ο Κονγκ αγαπά την πρώτη ξανθιά που αντικρύζει στη ζωή του και της μένει εντελώς πιστός μέχρι το τέλος. Στη Νέα Υόρκη συναντά κι άλλες ξανθιές, αλλά τις απορρίπτει βίαια. Ο Κονγκ έχει ψυχή μονογαμικού και σώμα παρθένου, ο Κονγκ είναι μονοαγαμικός.
- Ο Κονγκ ερωτεύεται ένα κορμί; Μπα. Ερωτεύεται το επόμενο εξελικτικό του στάδιο; Μπα. Ερωτεύεται ένα πρόσωπο; Μάλλον. Ένα πρόσωπο σχηματισμένο κατ΄ εικόναν και καθ΄ομοίωσιν ενός άλλου. Αν υπήρχε Queen Kong ποιά θα προτιμούσε ο βασιλιάς; Θα ερωτευόταν την όμοιά του ή την ομορφότερη; Λαχταράμε αυτό που μας μοιάζει ή αυτό που μας ξεπερνά; Οι γορίλες μοιάζουν στον Θεό; Όταν ο άνθρωπος ήταν ακόμη γορίλας, τίνος εικόνα ήταν και σε ποιόν ομοίαζε;

Κυριακή, Δεκεμβρίου 18, 2005

Tότε

Αν ο Φλωμπέρ είναι η Μαντάμ Μποβαρύ, τότε κι εγώ είμαι ο Old Boy.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 17, 2005

How many roads must a man walk down

Ο φίλος μου ο Garine εγκατέλειψε πρόσφατα την Κίνα στην οποία έμεινε αρκετό καιρό. Του ζήτησα να γράψει κάτι, για να το ποστάρω. Το κείμενο τού βγήκε σε πιο προσωπικό στυλ και απευθύνεται στην εκλεκτή της καρδιάς του. Το κείμενό του δηλαδή, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα δικά μου, στα οποία η εκλεκτή της δικής μου καρδιάς μένει τεχνηέντως απ΄ έξω. Αλλά αυτή είναι η διαφορά ενός μπλόγκερ από έναν αθώο γραφιά: ο μπλόγκερ κρύβεται διαρκώς. Από τον κόσμο και κυρίως από τον εαυτό του. Τέλος προλόγου. Ο λόγος στον Garine :
Προσπαθώ να νικήσω. Είναι μάταιο. Ξέρω ότι θα ηττηθώ. Νικημένος αλλά όχι χαμένος. Κλείνω τα μάτια. Τα ξανανοίγω. Όλα είναι εδώ. Σε λίγο δεν θα είναι. Θα κλείσω τα μάτια και όταν θα τα ξανανοίξω ένα εκεί θα έχει αντικαταστήσει το εδώ. Ένας μικρός θάνατος. Κλείνεις τα μάτια. Η διαφορά είναι ότι τώρα θα τα ξανανοίξεις. Είναι άνιση μάχη. Έχει αιώνες μαζί Του. Έχω αισθήσεις μόνο. Τις έχω ανοίξει όλες. Η λήθη εναντίον της μνήμης, belle affiche. Τι θα διαλέξει το μυαλό να ξεχάσει; Και η όσφρηση σε ποιά μυρωδιά θα ανταποκριθεί; Τώρα τα θυμάμαι όλα. Τα έχω μπροστά μου.
Έχω μπροστά μου τον εργάτη από το Ανχούι με τα πλευρά του να σκίζουν το δέρμα από την αδυναμία, καθώς κατεβαίνει από άλλον ένα εβδομηκόστο όροφο που έχτισε, με το κατσαβίδι του, μοναδική περιουσία, στο χέρι, το βλέμμα κενό, γενιές τώρα. Με το κίτρινο καπέλο στο κεφάλι, χτίζει τη νέα Κίνα, με τη ζωή του. Άραγε να έχει ακούσει το μύθο για το γιοφύρι της Άρτας; Αλλά λένε ότι και στα θεμέλια του Σινικού είναι θαμμένοι πολλοί. Αυτοί έχτιζαν την τότε νέα Κίνα.
Βλέπω τα παιδιά που σχολάνε κάθε απόγευμα στις πεντέμισι με τις μπλε στολές τους, να καβαλάνε τα ποδήλατα, όπως κάναμε κι εμείς όταν είμασταν παιδιά, και να γελάνε μέχρι το σπίτι, άλλοτε χαρούμενα, άλλοτε ερωτευμένα, άλλοτε αδιάφορα. Φέρουν μέσα τους το σπέρμα της μελλοντικής υπερδύναμης, αλλά, ευτυχώς, το αγνοούν. Μέχρι πότε;
Γερανοί, παντού. Κίτρινοι και αυτοί. Σαν τα αστέρια της σημαίας. Αλλά όχι μόνο πέντε. Εκατοντάδες. Από το παράθυρο μου μετρώ 17. Ανεβοκατεβάζουν γυαλί, ατσάλι, ανθρώπους σπουργίτια. Τους βλέπω. Τρεις το πρωί. Εκατοντάδες μέτρα πάνω από την πατρώα τους γη να οξυγονοκολλούν. Έχεις δει τις σπίθες τι όμορφα που αυτοκτονούν πέφτοντας σε μια πόλη που θάλλει η αιθάλη;
Γλυκόξινο χοιρινό. Η εικόνα που έχει ο Δυτικός για το κινέζικο φαγητό. Νόστιμη εικόνα αλλά απατηλή. Δεν έχει κορίανδρο, μπαμπού, σόγια, μάο τάι, τόφου, τριχωτούς κάβουρες. Χούα τζιάο, το πιο περίεργο μπαχαρικό στον κόσμο, μουδιάζει όλο το στόμα, από το θόλο στα ούλα, αλλά δεν καίει, zanthoxylum κάτι η επιστημονική ονομασία. Νομίζεις ότι μυρμηγκιάζει το μυαλό. Η κουζίνα τους θα είναι ο πιο ισχυρός μου σύμμαχος ενάντια στη αμνησία. Όποτε τη μυρίζω, θα θυμάμαι τις βρωμογειτονιές που περπάτησα μαζί σου, τα hutong, τα μυξιάρικα που κλαίνε στο δρόμο, έξω από τα courtyard, τις αναρτημένες σημαίες την πρώτη του Οκτώβρη, τις κουζίνες που όζουν. Όποτε τη γεύομαι, θα θυμάμαι τη lazy Suzann, το γυάλινο εργαλείο στο κέντρο του τραπεζιού, για να μετέχουν όλοι στην πανδαισία, θα βλέπω το μάγειρα από το Shaanxi με το μεγάλο μαχαίρι να κόβει φέτες το μεγάλο σβώλο από ζυμάρι που θα βαστάει πάντοτε στον ώμο. Γεύση ακούς;
Βλέπω το παζάρι στο Κάσι, τη δυτικότερη πόλη της Κίνας, πίσω από την Κιργιζία, με τα τεμένη του και τους χωμάτινους τάφους, σε μορφή κούνιας, για να νανουρίσουν τους αγαπημένους και να είναι γλυκό το ταξίδι τους, με τις κοπέλες που σε αφήνουν να δεις μόνο τα μάτια τους, η Κασγκαρία, το βασίλειο του υπονοούμενου. Η μπουχάρα που παζάρεψες με τον Ουιγούρο, ο μουφτής που δε σε χαιρέτησε, η αταίριαστη Χαν. Τα υψίπεδα Παμίρ, το Καρακόρουμ, ο αετός που μας κοίταξε πριν ανοιγοκλείσει τα φτερά του και χαθεί πάνω από το δρόμο του μεταξιού. Το Λόου Λαν μοιάζει τόσο με τη μνήμη μου, ερείπια μιας άλλοτε κραταιάς πόλης, μπόρεσε να κρατήσει μόνο κάστρα, στο ηλιοβασίλεμα της ερήμου, μνήμες νησιά μέσα στη θάλασσα της λήθης. Θυμάσαι; Μη μ’ αφήνεις τώρα που έφυγα.
Η Έρημος. Καθηλωτική, αυτή απ’ όπου δεν επιστρέφεις ποτέ, η Τακλαμακάν, απόκοσμο τοπίο, σαν σε άλλη γη, με σπηλίσιες θεότητες και κόκκινα βουνά. Στο γεωγραφικό κέντρο της Ασίας. Ό,τι είναι ερημικό είναι παντοδύναμο, αυτάρκες. Ο Λιου από το Ουρούμτσι που ήθελε να ξεφύγει, αλλά είναι τόσο μεγάλη αυτή η χώρα. Προς τα που να πας; Night market με όλες τις μυρώδιες του κόσμου να πλημμυρίζουν τα μάτια πρώτα, τ’ αυτιά δεύτερα, στη Γι Γου (1/5) ήταν, αλλά σε σουκ έμοιαζε. Καλάς; Σιλά.
Οι Καζάκοι στις σκηνές, όσο κι εμείς, τόσο διαφορετικοί. Ο ταξιτζής στο Χογκ Κογκ, που ήξερε το αποτέλεσμα του αγώνα, 8 Φλεβάρη, πριν σου πω σ’ αγαπώ. Οι γιάπηδες με τις μανταρινιές στα χέρια πριν μπει η χρονιά του Κόκκορα. Άραγε να είναι και ο Σκύλος γεμάτος όνειρα; Η Χόλιγουντ Στριτ κλειστή, οι Φιλιπιννέζοι στους δρόμους, χρονιάρες μέρες, για ν’ αφήσουν τα αφεντικά λίγο μόνα τους βρε παιδί μου, οι δυο γριές αδελφές κροάτισσες με τα αρχαία από τη Βιρμανία. Θα το ξαναβρώ το κουτί, είπες. Με περίμενε στο Μπαλί, για να βάζεις μέσα τα κλειδιά των παραδείσων μας. Κόκκινη λάκα κλεμμένη, να μυρίζω, να θυμάμαι.
Η θάλασσα της Νότιας Κίνας, η αποικία που έγινε μητρόπολη, εδώ που ο Κρις δίπλωσε τη Union Jack του, 1 Ιούλη, και δεν έφυγε ποτέ, οι Τζάρντιν είναι ακόμη εκεί, με τις χίλιες τρύπες τους. Αν και τώρα κάνουν ένα πιο ηθικό εμπόριο, άλλαξαν οι καιροί, βλέπεις. Έχουν και άλλοι κανονιοφόρους. Το δέλτα του Πέρλα είναι πολύχρωμο, μυρμηγκιές οι Καντωνέζοι θα ζουν για πάντα -εδώ δεν μπόλιασαν τον Καζαντζάκη;-, το εστιατόριο στον πίσω δρόμο. Οι γειτονιές του sars, oι μη γκλαμουράτοι κάτοικοι.
Θυμάσαι το δρόμο από το Πινγκ Γιάο στη Σιάν; Έξι ώρες οδηγούσα. Μέσα στην καρδιά της, οι κούληδες στους ορυζώνες, το παιδί με το μαυροπίνακα στα πόδια, ο γέρος που αποστρέφεται το φακό σου, το σπίτι που σήκωσαν τα κόκκινα φανάρια, ξύλινες θεότητες που γλίτωσαν από την εντεταλμένη οργή των ερυθρών ταλιμπάν, έμειναν εκεί να ατενίζουν το Δύσληπτο. Τόσο προβλέψιμο, όμως.
Θέλει γερή μύτη η Κίνα. Να αντέχεις στον κίτρινο ιδρώτα, στην αδικία, στην εκμετάλλευση, στο μεγαλείο. Οι αποχετεύσεις μυρίζουν αιώνες αποτυχημένων μεταρρυθμίσεων, αλλά αυτό δε φαίνεται να ενοχλεί κανέναν. Αλλάζει γρήγορα παραστάσεις η ψυχή και φοβάσαι τα ύψη.
Μάκυα Άμε, Λάσα. Την ξέρεις την ιστορία; Εδώ ερωτεύτηκε ο πέμπτος Δαλάι Λάμα. Σκαστός ήταν. Τα σύννεφα που χορεύουν. Το απόλυτο μπλε. Στον ουρανό αυτή τη φορά. Και καφέ. Η οροσειρά του Κοουλούν, και πιο κάτω τα Ιμαλάια. Τα γιακ φοράνε μάλλινα πλόβερ. Το χιονόνερο, μαρτύριο ιαπωνικό. Αναπνέω καθαρά. Επιτέλους.
Το πράσινο του Στρατού. Λαϊκός απελευθερωτικός, μία φορά. Αμούστακοι Χαν και Μαν, το πολύ, με υποσχέσεις καριέρρας και 1 ½ μπωλ ρύζι παγώνουν και ιδρώνουν. Θα τους ξαναδούμε ποτέ; Στην τελετή έναρξης; στρατός στη γιορτή, μπα δε γίνεται. Άλλωστε τον Αύγουστο βρέχει εδώ.
Το κορίτσι από τη Μαντζουρία που έλεγε όλο ψέμματα. Αλλά πάντα την πίστευες.
Βλέπω τη Γιανγκ Λιπίνγκ να λικνίζεται στο χορό του παγωνιού, με τα δάχτυλα, βουδιστικά εξάπτερυγα, που εκλιπαρούν την υστεροφημία. Η ομορφιά δε διαρκεί. Ακούω την όπερα Κουν, ακούω το μάγο να μιλάει ακατάληπτα, ο δάσκαλος Λι δείχνει τη Δύση.
Η παλλακίδα της Ανατολής, κείτεται νωχελική και από τις δύο όχθες του Jiang Pu. Σαγκάη, μόνο η επίκληση του ονόματος αρκεί να εξορκίσει τον εχθρό του Μποντλέρ, την πλήξη.

757 μέρες. On board of a 747, 30 000 πόδια πάνω από την Ευρώπη,
αποχαιρετώ το Μέσο Βασίλειο.
Τέλος εμπειρίας. Αρχή ανάμνησης.
[Aκούγεται η μαρς του συνταγματάρχη Bogey]

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 16, 2005

Ο Γκάνταλφ πουλάει τα F-16

Με αφορμή την τηλεοπτική επαναπροβολή της τριλογίας του "Άρχοντα των Δαχτυλιδιών", θέλω, με την ιδιότητα του ενεργού καταναλωτή - θεατή, να εκφράσω την έντονη δυσαρέσκειά μου για την ανεπάρκεια και την αναποτελεσματικότητα ως τεράτων, τόσο των Όρκ, όσο και της -και καλά- εξελιγμένης έκδοσής τους, δηλαδή των Ούρουκ Χάι. Δεν φτάνει που επί τρεις σερί Δεκέμβριους (2001-02-03) και για περισσότερες από εννέα ώρες φιλμικού χρόνου τα φοβερά και τρομερά αυτά τέρατα δεν είχαν κατορθώσει, ας πούμε, να ανοίξουν μύτη του ξωτικού ξανθού αλογοουράτου μπαϊσέξουαλ τοξότη ή του γενειοφόρου άπλυτου χωρατατζή νάνου (και σε αναλογίες μάχης 5.275 προς 1), αλλά επιπλέον, προς το τέλος της τριλογίας, σηκώνεται από τη ναφθαλίνη του πάγκου ο -επονομαζόμενος και "Άντριτς των Χόμπιτ"- Σαμ και καθαρίζει σε χρόνο dt, με συνοπτικές διαδικασίες τρία (3) Όρκ που βρίσκει μπροστά του. Δεν μας χέζετε, αδέλφια.
Η φοβερή και τρομερή Μόρντορ δεν ήταν παρά ένα επικοινωνιακό τρικ για να παραμυθιαστούμε και να συρρεύσουμε στους σινεμάδες, τα βίντεο κλαμπ και τα παιχνιδάδικα, να βγάλουμε τα ευρώ από την τσέπη μας και να τα δώσουμε στο χόλιγουντ, δηλαδή στην Αμερική, δηλαδή στον Μπους, δηλαδή σε βόμβες στη Βαγδάτη. Εσύ και εγώ τρέφουμε τον υπερατλαντικό δυνάστη, εσύ και εγώ οπλίζουμε τα χέρια του φονιά και βάφουμε τα δικά μας με το αίμα των αθώων.
Οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωίνη κι ο Γκάνταλφ πουλάει τα F-16.
Άιντε θύμα, άιντε ψώνιο,
άιντε Σύμβολο αιώνιο!
Aν ξυπνήσεις, μονομιάς
θα 'ρθει ανάποδα ο ντουνιάς.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 15, 2005

H τελευταία νύχτα (του κόσμου).

Απόψε τα μεσάνυχτα στην ΕΤ1, μια ταινία με μια από τις πιο συγκινητικές και φιλοσοφημένες τελικές σκηνές στην ιστορία του σινεμά.

Ρετροσπεκτίβα

Βόμβες στην καρδιά της πόλης, γενικές απεργίες, Μαστοράκηδες, ο Παναθηναϊκός πατώνει στην Ευρώπη.
Ρετροσπεκτίβα των αρχών του 90 έχουμε;

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 14, 2005

Ιστολογικός Δικαστής

Διαβάζω ότι ο Μαλεζάνι κλήθηκε σε απολογία από τον "Αθλητικό Δικαστή" λόγω του ξεσπάσματός του στη συνέντευξη τύπου την Κυριακή και σκέφτομαι μήπως, στα πλαίσια της οργάνωσης της μικρής μας κοινότητας (αν όχι και αδελφότητας), είναι καιρός να θεσμοθετήσουμε "Ιστολογικό Δικαστή", ο οποίος θα επιλαμβάνεται των περιπτώσεων όπου μπλόγκερς υπερβαίνουν τα εσκαμμένα (είτε υβρίζοντας, είτε λοιδωρώντας, είτε γενικότερα φερόμενοι απρεπώς και ερχόμενοι σε αντίθεση με τις επιταγές της πολιτικής ορθότητας) και θα επιβάλλει τις ανάλογες ποινές που θα κυμαίνονται -αναλόγως της βαρύτητας του αδικήματος και της τυχόν υποτροπής- από απλή έγγραφη επίπληξη (η οποία θα δημοσιεύεται ταυτόχρονα τόσο στο http://istologikosdikastis.blogspot.com όσο και στο μπλογκ του παραβάτη), μέχρι ποινή απαγόρευσης ποσταρίσματος μίας εβδομάδας ή ποινή ποσταρίσματος κεκλεισμένων των σχολίων για τρεις ιστολογικές.
(Υ.Γ. Το παρόν ποστ συνετάχθη σε μία και μόνον πρόταση, όχι τυχαίως, αλλά εσκεμμένα, σε μία προσπάθεια εξοικονόμησης τελειών, οι οποίες αντί να σπαταλώνται αλόγιστα εδώ, είναι προτιμότερο να συγκεντρώνονται και να αποστέλλονται εκεί, δηλαδή στον Τρίτο Κόσμο, προκειμένου να μπει επιτέλους μία τελεία σε προβλήματα όπως ο λιμός, το ΑIDS και οι αιματηροί εμφύλιοι).
ΑΜΕΣΟ UPDATE: Όπως ο Φρανκεστάιν τα έβαλε με τον δημιουργό του, έτσι και ο Ιστολογικός Δικαστής με κάλεσε ήδη σε απολογία (ήταν η πρώτη κλήση που συνέταξε ο αχάριστος), για ανάρμοστο και άκομψο χιούμορ εις βάρος των παιδιών που πεθαίνουν από την πείνα. Τα πράγματα προχωρούν με ιλιγγιώδεις πια ρυθμούς στο διαδίκτυο, δεν προλαβαίνεις να πεις μια μαλακία και αυτή αποκτά ζωή και εξουσία πάνω σου. Δεν πτοούμαι όμως, γιατί γνωρίζω κάτι e-αρχιμανδρίτες που μου λεν ότι έχουν άκρες και ελπίζω να τη βγάλω καθαρή.

Αμεσότητα

Eπειδή στην πατρίδα μας έχουμε υποτιμήσει την ενημερωτική διάσταση των μπλογκς κι επειδή βασικό προτέρημα του μέσου είναι η αμεσότητα στην μετάδοση της είδησης : έξω βρέχει.

Τρίτη, Δεκεμβρίου 13, 2005

H Κυρία Εκδίκηση

"Και τώρα, εγώ, για ποιά χαρά να ζω;"
Eκεί που το τελευταίο δεκάλεπτο του "Οldboy" απογείωνε την ταινία και πάντρευε το στυλ με την ουσία και το βάθος, εκεί που το "Oldboy" μιλούσε για τη γνώση ως ελευθερία, για τη γνώση της ύβρεως και την ελεύθερη επιλογή της ύβρεως όταν το πάθος της αγάπης την υπερνικά, εκεί που ο κακός της ταινίας είναι ο ελεύθερος, ενώ ο καλός εκείνος που δεν αντέχει την ελευθερία, εκείνος που επιλέγει και τον σκύλο και την πίττα, και την ύβρη και την λήθη της ύβρεως, εκεί που αντί για χάπι έντ υπήρχε η πιο ειρωνική ανατροπή του, εκεί που είχαμε τραγωδία χωρίς κάθαρση, η "Εκδίκηση Μιας Κυρίας" ("Sympathy For Lady Vengeance") ικανοποιεί μεν στυλιστικά, νοηματικά όμως είναι μια εξαιρετικά καλαίσθητη παραλλαγή των ταινιών του Τσάρλς Μπρόνσον τύπου "Εκδικητής της Νύχτας": Κάποιος εγκλημάτησε και δια της αυτοδικίας θα αποδοθεί πραγματική δικαιοσύνη. Ενώ στην τραγωδία συγκρούεται το δίκαιο δύο πλευρών (και πράγματι έτσι γίνεται στο "Oldboy"), εδώ ο κακός όχι μόνο δίκιο δεν έχει (το δικό του δίκιο εν πάση περιπτώσει), αλλά η μόνη εξήγηση που δίνει για τα ανομήματά του είναι ένα "Νοbody's Perfect", όπως στην τελευταία ατάκα του "Μερικοί το Προτιμούν Καυτό". Ενώ όμως εκείνη η ατάκα ήταν αριστουργηματική, εδώ δεν είναι παρά μια ατάκα - σινεφίλ καλαμπούρι για να μας δείξει ότι ο κακός είναι κτήνος και του αξίζει κάθε τιμωρία. Το τέλος της ταινίας χιονισμένο, όπως και στο "Οldboy", η σύγκριση όμως της ανατρεπτικής - υπερείρωνος - υπερπονεμένης διάθεσης του "Οldboy", με το ευτυχισμένο ζεύγος που χαμογελά, με το μονοδιάστατο και εντελώς κοινότοπα λυτρωτικό χάπι έντ της "Εκδίκησης Μιας Κυρίας", είναι θλιβερή. Στην "Εκδίκηση Μιας Κυρίας" το χιόνι ξεπλένει και δικαιώνει την ματοβαμμένη ηρωίδα, στο "Οldboy" το χιονισμένο λευκό τοπίο λειτουργεί αντιστικτικά με την ανίερη αγκαλιά. Μετά το τέλος της "Εκδίκησης Μιας Κυρίας" οι πρωταγωνιστές θα πάνε σπίτι τους να ζήσουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα ή, όπως έλεγε και η Μελίνα στο "Ποτέ την Κυριακή", θα πάνε όλοι μαζί στην παραλία. Η δικαιοσύνη έχει αποδοθεί, ό,τι έγινε - έγινε, η τάξη επικρατεί πάλι στο σύμπαν. Μετά το τέλος του "Οldboy" όμως, το σύμπαν δεν νιώθει και τόσο καλά, ένα καταραμένο ζευγάρι αυτοκτόνησε κι ένα άλλο είναι έτοιμο να διαιωνίσει τα εκτρώματά του, ανγοώντας την κατάρα του - το ένα σκέλος του ζευγαριού ακούσια, το άλλο εκούσια. Κορυφαίος πάντως διάλογος της "Εκδίκησης Μιας Κυρίας" είναι ο εξής: Ο κακός έχει εγκληματήσει κι έχει βγάλει λεφτά από τα εγκλήματά του. Οι συγγενείς των θυμάτων έχουν μαζευτεί και ρωτάνε αν ο κακός έχει παιδιά. Όταν πληροφορούνται ότι δεν έχει, ρωτούν "τότε, για ποιό λόγο τα ήθελε τόσα λεφτά;". "Για να πάρει σκάφος" είναι η απάντηση και το σοκ των συγγενών σχεδόν ξεπερνά τον αποτροπιασμό για τις φρικαλεότητες που διέπραξε. Δεν ξέρω πόση ειρωνεία έχει βάλει εδώ ο σκηνοθέτης (Παρκ Τσαν Γουκ), δεν ξέρω τα κορεάτικα ήθη κι έθιμα, φαίνεται όμως ότι ο νοτιοκορεάτικος καπιταλισμός δεν είναι ακριβώς σαν τον δυτικό κι ότι ίσως εκεί η επιδίωξη του κέρδους δεν γίνεται για ίδιον όφελος, αλλά για το όφελος της οικογένειάς σου.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 12, 2005

Falling From Blogging Grace

Eίναι σε κάθε περίπτωση κακό να γράφεις και σε μπλογκ και σε εφημερίδα
ή δεν είναι κακό να γράφεις και σε μπλογκ και σε εφημερίδα, αρκεί να είσαι δημοσιογράφος;
Αν πληρώνεσαι αδρά από μια εφημερίδα για τα κείμενά σου, τότε σε έχουν εξαγοράσει κι έχεις απωλέσει την ιστολογική αγνότητά σου
κι αν δεν πληρώνεσαι καθόλου ή πληρώνεσαι συμβολικά, τότε απλώς εκμεταλλεύονται το ψώνιο σου για να γεμίσουν σελίδες και να κονομήσουν;
Τελικά σημασία έχει πού γράφεις ή τι γράφεις;

Ψήφος Εμπιστοσύνης

Σχεδόν αλώβητη βρήκε την "Ελευθεροτυπία" το τέλος του τυφώνα "Μάκη". Ενώ προς στιγμήν φάνηκε ότι δεν θα μπορούσε να αντέξει το μένος του δίχως σοβαρές απώλειες αξιοπιστίας, ήρθε σήμερα τα χαράματα το τηλεφώνημα που απέδειξε ότι η Ελληνική Τρομοκρατία (Ε.Τ.) εξακολουθεί και δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στην εφημερίδα, επιλέγοντας εκείνη για τις προειδοποιήσεις των χτυπημάτων της. Αντίθετα, έντονος προβληματισμός επικρατεί στο επιτελείο του Συνεσταλμένου Δημοσιογράφου Μάκη (ΣΔΜ), για το γεγονός ότι δεν έχει ακόμη κατορθώσει να πείσει την Ε.Τ. να τον προτιμά. Ο ΣουΔουΜου εκτιμά ότι πληρώνει ακόμη την πατάτα με τα τηλέφωνα στον Σάββα που καταδίκασε τον Γιωτόπουλο (και) στα μάτια της κοινής γνώμης. Αφού πάντως η Ε.Τ. απέδειξε ότι δεν φοβάται (τον συγχρωτισμό με) την Βιρτζίνια Βεντουράκη - Γουλφ, είναι τουλάχιστον υπερβολικό και άκομψο παλιοί αναγνώστες της εφημερίδας (τύπου ΜcManus) να εξακολουθούν να το παίζουν πειραγμένοι και απογοητευμένοι, χώρις μάλιστα να έχουν να μας επιδείξουν αντίστοιχα επαναστατικά εύσημα.

Cazzo !

Μια λέξη - μια ομάδα. Αντί για calcio - cazzo.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 10, 2005

Σαββατόβραδο

Είναι αυτός ο πενηνταπεντάρης που χθες τ' απόγευμα τον βρήκαν χυμένο στο πεζοδρόμιο, λιώμα απ' το ουίσκι. Μετά τον ανέβασαν στο σπίτι του όπου σωριάστηκε στο πάτωμα. Μετά τον ξανασήκωσαν, τον πήγαν στο κρεβάτι του κι αυτός έκλαιγε και κρατούσε τόσο σφιχτά το σιδερένιο κεφαλάρι του κρεβατιού του, που είχε κοκκινίσει ολόκληρος, σαν να είχε κάποιο νόημα, σαν κρατώντας το κάτι να κατάφερνε, από κάπου να ξέφευγε, από κάπου να πιανόταν. Ο έφηβος γιος του τον κοιτούσε, κοιτούσε τους ενοίκους της πολυκατοικίας που επιτέλους είχαν μάθει το μυστικό της οικογένειας, κοιτούσε την μάνα του που επίσης έκλαιγε και ήθελε κι αυτός να κλάψει, αλλά πιο πολύ ήθελε να μην υπήρχε και γι΄αυτό ούτε έκλαιγε, ούτε υπήρχε.
Είναι αυτός ο τριανταπεντάρης που χθες το πρωί έκανε απεγνωσμένα τηλέφωνα να ζητήσει κι άλλα δανεικά κι από άλλους φίλους κι από άλλες τράπεζες κι από άλλους συγγενείς, να προσπαθήσει να μπαλώσει λίγες ακόμη τρύπες, αλλά κανείς πια δεν του δίνει λεφτά, όπως κανείς δανειστής δεν του δίνει περισσότερο χρόνο, όλοι ζητούν τα λεφτά τους και τα θέλουν τώρα, όλοι πια αγανάκτησαν, όλων σώθηκε η υπομονή, το κανόνι σκάει εκκωφαντικά, κι όποιος λέει ότι η σκληρή δουλειά κάποια στιγμή ανταμείβεται, παραμύθια λέει, γιατί κανείς δεν δούλεψε πιο σκληρά τα τελευταία χρόνια, κανείς δεν πέρασε λιγότερες ώρες σπίτι του και περισσότερες στην επιχείρησή του.
Ο πενηνταπεντάρης στα νιάτα του δεν ντρίπλαρε κανέναν και κανένας δεν τον αποκάλεσε έβδομο μπιτλ, γι΄αυτό και κανένας δεν κοιτάζει τώρα με ρομαντική διάθεση το αλκοολικό του χάλι. Οι σταρ είναι γοητευτικά καταραμένοι, οι υπόλοιποι απογοητευτικά ερείπια. Κι η κατάρρευση έχει το σταρ σύστεμ της.
Ο τριανταπεντάρης θα μπορούσε να έχει πρότυπο νέας επιχείρησης, όλα στην αρχή φαίνονταν σωστά, και ο τομέας και η εποχή, όλα φαίνονταν σωστά αλλά όλα πήγαν λάθος, και ένα όνειρο έγινε συντρίμμια και από παντού σιχτίρια κι αναθέματα.
Σαββατόβραδο, ο ένας θα είναι δίπλα σε ένα μπουκάλι ουίσκι κι ο άλλος θα κλαίει μόνος του στο γραφείο του.

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 09, 2005

O Δικηγόρος του Διαβόλου

Έχει κολλήσει δίπλα μου ο Πατσίνο. Του λέω να υπάγει οπίσω μου, αλλά δεν μ' ακούει. Μ' αρπάζει, μου γλείφει τ' αυτί και μετά μου ψιθυρίζει:
"Vanity.
Definitely my favourite sin".

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 08, 2005

Η τελευταία σκυλού

Ο Γιώργος Νταλάρας απαντάει σε ερωτήσεις του κοινού στον "Μελωδία". Κι η τελευταία σκυλού, με το πιο σκισμένο μίνι, εκπέμπει περισσότερο ήθος.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 07, 2005

Ιn my nature

Ένας διοπτροφόρος μουστακαλής σαρανταπεντάρης Ολλανδός μιλά στην εξαιρετική "Εμπόλεμη Ζώνη" του Σωτήρη Δανέζη και λέει ότι λατρεύει τη δουλειά του. Ανήκει σε υπηρεσία ασφαλείας, δηλαδή είναι μισθοφόρος που τον προσλαμβάνουν τριτοκοσμικές κυβερνήσεις για να οργανώνει τους ντόπιους στρατούς και κυρίως για να εξολοθρεύει τους αντάρτες. Ούτε ο ίδιος δεν ξέρει πόσους ανθρώπους έχει σκοτώσει. Το να τον κατηγορήσεις είναι μάταιο. Καλώς ή κακώς -και συγκεκριμένα κακώς- αυτή είναι η φύση του. Είναι σκυλί του πολέμου. Διψά για αδρεναλίνη και αίμα, όπως εγώ διψάω για λέξεις και εικόνες, εσύ για χημικές αντιδράσεις κι ο διπλανός σου για δημόσιες σχέσεις. Η έξαψη που του προσφέρει η μάχη κι η ανταλλαγή πυρών, είναι σαν την έξαψη τη δική σου όταν κάνεις πειράματα στο εργαστήριό σου και σαν την έξαψη του διπλανού σου όταν χαριεντίζεται σε μια δεξίωση με ανθρώπους που πρωτοσυναντά. Ο μισθοφόρος μας γεννήθηκε σε λάθος εποχή, αλλά αυτό δεν τον πτόησε· υπάκουσε στο κέλευσμα της εσωτερικής του φωνής και πήγε κι έφτιαξε δικό του στρατό και πήγε και βρήκε τους πολέμους που θα πολεμήσει και τους μαύρους που θα σφαγιάσει.
Θυμήσου πώς ηρέμησε ο Χάνιμπαλ στο κελλί αφού έφαγε τους αστυνομικούς.
Θυμήσου με τι αγαλλίαση κυματίζει το χέρι του, ενώ ακούει κλασική μουσική στο κασετοφωνάκι, με κατακόκκινο από τα συκώτια των ανοιγμένων δίπλα του σωμάτων στόμα.
Θυμήσου και την ιστορία του Φέργκους στο "Παιχνίδι των Λυγμών":
- "Γιατί με τσίμπησες κύριε σκορπιέ;" ρωτά το βατράχι τον σκορπιό που μετέφερε στην πλάτη του βοηθώντας τον να περάσει τη λίμνη. "Τώρα θα πνιγούμε κι οι δυο μας".
- "Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Ιt was in my nature".
Ο Φέργκους είναι kind, o Xάνιμπαλ τρώει ανθρώπους, ο μισθοφόρος σκοτώνει, ο χημικός πειραματίζεται, ο δημοσιοσχετίστας λατρεύει την προβολή ενός δημοσίου εγώ κι εγώ γράφω για όλους αυτούς και πάνω και πρώτα απ΄όλα για μένα, γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς, γιατί είναι στη φύση μας.
Kι αν πνιγούμε - πνιγήκαμε.
Κι όσους πάρουμε μαζί μας, χαλάλι.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 05, 2005

Δεν έχει τολμήσει άνδρας να μου το κάνει αυτό

Νέο κρούσμα λογοκρισίας. Τελευταίο θύμα της ο πρόλογος της συνέντευξης του Θανάση Λάλα με την Φανί Αρντάν, ο οποίος δημοσιεύθηκε κουτσουρεμένος στο "ΒΗΜΑGAZINO". Αντιγράφουμε κατ'αρχήν από το περιοδικό, τι ακριβώς συνέβη και πως αισθάνθηκε ο Θανάσης όταν συνάντησε τη Φανί:
"Είναι στον κόσμο της, με παρασύρει στον κόσμο της, είναι σαν να είμαστε σε έναν ιδιωτικό κήπο, είναι σαν να είμαστε χρόνια φίλοι και να συναντιόμαστε να τα πούμε λίγο προτού κοιμηθούμε, είναι ολόκληρη παρούσα. Μυρίζει υπέροχα. Διηγείται τη ζωή της όχι μόνο με λόγια αλλά με ολόκληρο το σώμα της ενορχηστρωμένο στην ουσία. Διευθύνει τη γλώσσα κουνώντας τα χέρια της δεξιά, αριστερά. Όταν τη ρωτάω, ψιλοτρώει τα νύχια της. Όταν απαντάει, με όλο το θάρρος που δεν μου έχει δώσει, απομακρύνω με το χέρι μου το χέρι της από το στόμα. Διακόπτει τη διήγηση και μου λέει κατάμουτρα: "Δεν έχει τολμήσει άνδρας να μου το κάνει αυτό". Γελάμε. Μετά μαχαιρωνόμαστε με λέξεις".
Ως εκεί άντεξε το έντυπο. Εκεί όμως που σταματούν τα κατεστημένα ΜΜΕ, τα μπλογκς συνεχίζουν, αντιστέκονται και διασώζουν την αρχή της ελεύθερης έκφρασης των ιδεών. Ιδού η λογοκριθείσα συνέχεια:
"Με έχεις γεμίσει μαχαιριές" μου λέει. "Πρέπει να επουλώσεις τις πληγές που άνοιξες". Μέσα μου παλεύουν ο επαγγελματίας με τον άντρα. Ο επαγγελματίας χάνει. Χωρίς να συνειδητοποιούμε καλά καλά τι κάνουμε, εγώ κι αυτή, ο άντρας κι η γυναίκα, ο δημοσιογράφος κι η σταρ, αρχίζουμε και γδύνουμε ο ένας τον άλλο. Πρώτη φορά μου συμβαίνει σε συνέντευξη. Ρούχα πεταμένα παντού. Μυρίζει υπέροχα. Είμαστε ολόγυμνοι. Κάνω να πέσω πάνω της. Ουρλιάζει πανικόβλητη και με αποφεύγει τελευταία στιγμή. "Είσαι αίλουρος" της λέω (γέλια). "Προτιμώ να είμαι εγώ από πάνω" μου απαντά. Ενώ λαγνουργεί στην αγαπημένη στάση όλων των γυναικών που έχω γνωρίσει, ξαναρχίζει να τρώει τα νύχια της. "Σταμάτα βρωμιάρα", τη διατάζω. "Δεν έχει τολμήσει άντρας να μου το πει αυτό. Πες μου κι άλλα τέτοια. Με ανάβεις". Δεν βρίσκω κάτι χυδαίο να πω και αρχίζω να την ρωτάω με λύσσα το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό: "Τι θα πει ταλέντο; Λέγε, τι θα πει ταλέντο;". Το κόλπο πιάνει. Έχει μανιάσει. Όσο πιο έντονα δονείται μέσα μου, τόσο πιο απεγνωσμένα τρώει τα νύχια της. Νύχια πεταμένα παντού. Τα έχει φάει όλα, αλλά συνεχίζει απτόητη. Τα δάχτυλά της αιμορραγούν. Μια καυτή σταγόνα αίμα πέφτει πάνω στην κοιλιά μου. Είναι η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι της φύσης μου. Ουρλιάζω, ουρλιάζει, κι η γυναίκα της διπλανής πόρτας φωνάζει: "Σκάστε ανώμαλοι, θα καλέσω το εκατό". Δεν το καλεί ποτέ. Η Φανί κουρνιάζει στην αγκαλιά μου, εγώ της βάζω επιδέσμους κι αυτή φορά παιχνιδιάρικα τα γυαλιά μου· της πάνε περισσότερο κι από μένα· της τα χαρίζω. "Θα τα φοράω κάθε απόκριες για να σε θυμάμαι" μου λέει. Μυρίζει υπέροχα. Φεύγοντας, δεν βλέπω και σκουντουφλάω συνεχώς στους τοίχους και τα πορτατίφ. Μα δεν με νοιάζει· είμαι ευτυχισμένος και γελώ εντός παρενθέσεως.
Κυρίες και κύριοι, μια σαγηνευτική γυναίκα, μια μεγάλη ηθοποιός, ένας ζωντανός μύθος: Η Φανί Αρντάν.

Κυριακή, Δεκεμβρίου 04, 2005

Μπορεί και να κάνω λάθος

Δηλαδή ο πραγματικός λόγος για τον οποίο φτιάχτηκε ο σταθμός στη Νεραντζιώτισσα ήταν το "Τhe Mall";

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 02, 2005

Scarecrow

Μετά την απόλυτα επιτυχημένη θητεία του ως αχυράνθρωπος, ο "Κύριος Πρόεδρος" δέχεται βροχή προτάσεων από αγροκτήματα, προκειμένου να συνεργαστεί μαζί τους ως σκιάχτρο.

Εικονοπολίτευση

Ανακοινώθηκε επίσημα το οριστικό τέλος της μεταπολίτευσης.
Το πρώτο κόμμα που θα ιδρυθεί στη νέα εποχή (η οποία θα μπορούσε ίσως να ονομαστεί "εικονοπολίτευση"), θα είναι αυτονόητα το κόμμα που θα έχει επικεφαλής τον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο.
Οι οιωνοί είναι άριστοι, αδέλφια ιστολόγοι, για να συνασπιστούμε και να φτιάξουμε κι εμείς κομματικό σχηματισμό, που θα αποτελέσει το αντίπαλον του Μάκη δέος.
Στην αναμπουμπούλα ο εικονολύκος χαίρεται και ήρθε η ώρα κι η στιγμή, για να γρυλλίσουμε και μεις, εικονικοί μου αδελφοί, μπροστά στην πανσέληνο που έχουμε για screensaver.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 01, 2005

Παράφορα

Κι ενώ όλοι συζητούν για τα στρώματα και το περιεχόμενό τους, εγώ, απαιτητικέ μου αναγνώστη, θα σε ανεβάσω σε ψηλότερα στρώματα (χα χα χα, μα τι χιούμορ, τι πνεύμα!). Δεν ξέρω τι μπορεί να κρύβει μέσα του ένα στρώμα και για να σου πω και την πάσα αλήθεια δεν με πολυενδιαφέρει κιόλας. Όπως δεν με πολυενδιαφέρουν όλα τα συναφή μικροζητήματα της καθημερινότητας: αν λόγου χάριν με κλέβουν στα κοινόχρηστα. Ας με περνάνε για κορόιδο· προτιμώ να δίνω τρία ευρώ παραπάνω τον μήνα απ΄το να διενεργώ έρευνες και να κάνω τσακωμούς. Πώς να το πω; Δεν έχω ούτε διάθεση ούτε χρόνο για κάτι τέτοια. Δεν έχω διάθεση και χρόνο να ψάξω να βρω τα βρωμερά μυστικά του στρώματός μου. Δεν με ενδιαφέρει ο κόσμος που κρύβεται μέσα στο στρώμα μου. Ίσως αν είχα πυκνές μαύρες τρίχες στην αναστροφή της παλάμης να με ενδιέφερε.
End of Part I.
Part II.
Εκείνο που ενδιαφέρει εμένα αναγνώστη, είναι ο κόσμος που κρύβεται πάνω από το στρώμα μου κι έχει για ουρανό το πάπλωμά μου. Γι' αυτόν έχω όλον τον χρόνο και όλη τη διάθεση. Όλον τον ενθουσιασμό. Αυτός ναι· είναι ένας κόσμος στον οποίο παραδίδομαι ολοκληρωτικά:
Κουκουλώνομαι, κουλουριάζομαι, αφήνομαι.
Όλα είναι σκοτεινά, ο έξω κόσμος ψευδαίσθηση κι ο ύπνος βασιλιάς.
Κοιμάμαι παράφορα, κοιμάμαι -τολμώ να πω- ποιητικά.
Δεν με νοιάζει τι υπάρχει μέσα στο στρώμα μου, δεν με νοιάζει τι υπάρχει έξω από το πάπλωμά μου.
Kι έτσι, λίγο λίγο, νύχτα με τη νύχτα, μέρα με την μέρα, πλησιάζω προς τον τελικό στόχο, την τελική ηδονή, τον τελικό ύπνο, το τελικό όνειρο.
Βάστα αδέλφι, βάστα.
Κοντεύουμε.