Παρατηρώντας τη σωρεία των αντιδράσεων και των δημοσιευμάτων που προξένησε το κόψιμο της εκπομπής του Κούλογλου, έκανα τη σκέψη ότι μάλλον δεν πρέπει να έχει υπάρξει η παραμικρή αντίδραση και το παραμικρό δημοσίευμα για τη συνέχιση της εκπομπής του Θέμου. Μέχρι την υπόθεση Ζαχόπουλου είχα μια αμφίθυμη στάση απέναντι στα «Όλα», καθώς τα βιντεάκια είχαν πλάκα, ενώ το
μουγουθού σκέλος της εκπομπής (συμπεριλαμβανομένων σε αυτό και των μη μουγουθού προσκεκλημένων, οι οποίοι προέρχονταν σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα από το θερμοκήπιο της ελληνικής τηλεόρασης) ήταν της πλάκας.
Αλλά μέχρι την ιστορία Ζαχόπουλου, Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, πώλησης Πρώτου Θέματος στον «εχθρό» κλπ, μπορούσα ως ένα βαθμό να ανεχθώ το αισθητικό περιβάλλον των δυο μπούληδων που είχαν τόσο μα τόσο κέφι και ήταν και καλαμπουρτζήδες.
Τώρα ειλικρινά δεν αντέχω να δω την εκπομπή, γιατί πια πίσω από το καλαμπούρι δεν μπορώ να διακρίνω ακραίο παλιμπαιδισμό αλλά μόνο ακραία κυνικότητα.
Εκατό συνεντεύξεις και θέματα για τον κομμένο Κούλογλου, που όμως παρακολουθούσαν ελάχιστοι· και δικαίως και οι συνεντεύξεις και τα θέματα, δεν λέω αδίκως.
Αλλά ο Κούλογλου μάς είναι χρήσιμος μόνο ως άλλοθι, μόνο για να ξέρουμε ότι υπάρχουν και τέτοιου είδους εκπομπές, τις οποίες όμως δεν πρόκειται να δούμε.
Αν το κόψιμο του Κούλογλου είναι μία φορά αμιγώς πολιτικό (και όχι με την αμφιλεγόμενη λογοκριτική διάσταση, πολιτικό δεχόμενοι έστω ως ειλικρινείς τους λόγους προσωπικού γούστου που επικαλέστηκε ο πρόεδρος της ΕΡΤ), είναι πέντε φορές αμιγώς πολιτική η συνέχιση του «Όλα».
Οτιδήποτε όμως είναι κρατικό (από την ΕΡΤ ως την Ολυμπιακή) εύκολα το κατακευρανώνουμε, ενώ σε οτιδήποτε είναι ιδιωτικό (από τον ΑΝΤ1 έως όλα τα υπόλοιπα) οι ευαισθησίες μας αμβλύνονται (ενίοτε μέχρι και του βαθμού του εκμηδενισμού).
Θα πει κανείς ότι καθόλου το ίδιο δεν είναι το κόψιμο μιας εκπομπής με τη συνέχιση μιας εκπομπής, θα πεις κανείς ότι, αντίθετα, αυτό που λέω εγώ εκπέμπει επικίνδυνες αντιλήψεις.
Ας παραδεχθώ λοιπόν ότι ο ΑΝΤ1 καλά έκανε και δεν έκοψε το «ΟΛΑ», καλά έκανε και έδωσε και νέα εκπομπή στον Περρή, αφού ο κόσμος δεν αντιδρά και εξακολουθεί και τους βλέπει.
Και γελάει με τον καλό μας τον Θέμο χωρίς να του ανακατεύεται μια σταλιά το στομάχι.
Αν όλη αυτή η έλλειψη στομαχικών διαταραχών δεν συνιστά βαθιά συμφιλίωση με τον αμοραλισμό και αποδοχή του ως θεμιτού τρόπου επιτυχίας, αν πρόκειται απλά για μια ψυχαγωγική εκπομπή που παρακολουθεί για να αλαφρώσει ο εξαντλημένος από την κούραση της μέρας εργαζόμενος, χωρίς να σημαίνει κάτι άλλο, τότε παραδέχομαι ότι είμαι τυφλός.
Και πρόκειται για έλλειψη στομαχικών διαταραχών που δεν διακρίνει μόνο τον κόσμο αλλά και τον Τύπο του, που θυμώνει μόνο όταν απέναντί του έχει τον κρατικό σάκκο του μποξ ο οποίος μπορεί να γρονθοκοπείται ανέξοδα, που ευαισθητοποιείται μόνο όταν του πειράζουν τα άλλοθι τύπου Κούλογλου.
Ας το πούμε λοιπόν έτσι: αν οι εκπομπές του Κούλογλου είναι άλλοθι, η συνέχιση και η θεαματικότητα του «Όλα» είναι ενοχοποιητικό στοιχείο: βρέθηκαν επάνω του ίχνη dna της νεοελληνικής λατρείας προς την καπατσοσύνη.
Τελικά, όχι, δεν μας κοροϊδεύει ο Θέμος. Τελικά απλά εγκρίνουμε και γουστάρουμε ό,τι έχει κάνει για να πετύχει και μακάρι να είμαστε στη θέση του εμείς, μακάρι να μπορούσαμε να χαριεντιζόμαστε εμείς με τις μουνάρες, μακάρι να είχαμε εμείς τους κρυφούς λογαριασμούς στο εξωτερικό και να περνούσαμε τα πουσουκού μας διασχίζοντας οδικώς την Ευρώπη προκειμένου να μεταφέρουμε τις επιταγές μας.
Το αισθητικό σύμπαν των καλεσμένων των Θέμου - Περρή, της εφημερίδας τους, του ένθετου τηλεοπτικού περιοδικού τους, αυτός ο βουτηγμένος στο κιτς τηλεοπτικό λαιφστάιλ πολτός, είναι το αισθητικό σύμπαν που θέλει το πόπολο, το οποίο τουλάχιστον όταν βλέπει σύσσωμο την Καλομοίρα βλέπει ένα χαζοχαρούμενο μεν μάλλον αγνό όμως κορίτσι, που υπό αυτήν την έννοια είναι μέσα στον γενικότερο (ευρύτερο δηλαδή του Θέμου - Περρή) αισθητικό πολτό κάτι σαν σχετικά απονήρευτη μύγα μες το γάλα, αλλά όχι και κάτι σαν άλλοθι (αφού ο πολτός δεν έχει ανάγκη από άλλοθι, έχοντας απαλλαγεί προ πολλού από κάθε είδους ενοχές), είναι μάλλον κάτι σαν κόντρα κάστινγκ παιδούλα που δίνει μια νότα φρέσκου αέρα στο έργο.