Η Δημοκρατία ως Καθεστώς
ΑΝΑΒΑΛΕ ΓΙΑ ΛΙΓΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΣΟΥ, ΓΙΑ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ. ΙΣΤΟΡΙΕΣ, ΑΜΑΡΤΙΕΣ & ΜΕΓΑΛΑ ΛΑΘΗ («Οι σχολιαστές σημειώνουν σ' αυτό το χωρίο: Η ορθή αντίληψη ενός ζητήματος και η παρανόηση ενός ζητήματος δεν αποκλείονται αμοιβαίως». Φραντς Κάφκα, "Η Δίκη").
Σε ένα από τα εορταστικά της τηλεόρασης ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου τραγουδάει το «Εμβατήριο» και σκέφτομαι ότι τελικά υπάρχουν δυο λογιών κλάματα: το κλάμα για τα φασιστικά εμβατήρια και το κλάμα για τα μονότονα εμβατήρια.
Το πρώτο είναι ιδεολογικό και το δεύτερο υπαρξιακό κλάμα.
Το πρώτο έχει κύρος και δραματικότητα, το δεύτερο είναι πολυτελές και ύποπτο.
Το πρώτο είναι κλάμα ιστορικής συγκυρίας, το δεύτερο είναι διαχρονικό.
Το πρώτο αργά η γρήγορα θα μετατραπεί σε κλάμα λύτρωσης: αργά ή γρήγορα δεν περνούν οι φασισμοί.
Αντίθετα τα εμβατήρια της μονοτονίας είναι παντός καιρού και πιο επιβιωτικά κι από τις κατσαρίδες.
Όταν σου 'ρχεται να κλάψεις για το φασιστικό εμβατήριο στερείσαι σαρκασμού και αυτοσαρκασμού.
Έχεις πάρει τόσο στα σοβαρά τον εαυτό σου και αυτό που σου μαθαίνουν, που ξεχνάς να το κοροϊδέψεις από μέσα σου, ή και απ' έξω σου τραγουδώντάς το με υπερβάλλοντα ζήλο, αφού είναι που είναι από μόνο του γελοίο, η δική σου υπερβολή θα το απογύμνωνε.
Για αυτούς που κλαίνε με τα φασιστικά εμβατήρια γράφονται άλλα εμβατήρια.
Για αυτούς που κλαίνε με τα μονότονα εμβατήρια δεν γράφεται σχεδόν τίποτα.
Από σπόντα βρέθηκαν να κλαίνε, από σπόντα λογοκριτική, και όταν αλλάζουν οι καιροί όλοι τρέχουν να τους αρνηθούν με βδελυγμία: άκου να σου ΄ρχεται να κλάψεις με μονότονα εμβατήρια!
Αυτοί βέβαια έκλαιγαν από σπόντα και θα συνεχίσουν να κλαίνε ατραγούδιστοι από τα πλήθη, επειδή γνώριζαν και γνωρίζουν πως ελάχιστες δυνάμεις μπορούν να νεκρώσουν την ψυχή και πως ανάμεσά τους δεν συγκαταλέγεται ο φασισμός αλλά η μονοτονία, κάθε εκδήλωση, έκφανση και εμβατήριο της οποίας είναι κι ένα γλωσσόφιλο στην απελπισία.
Ο Ζακ Μπρελ μιλά για Χριστούγεννα και χριστουγεννιάτικα δέντρα, για τη δυνατότητα να εφεύρουμε τα δικά μας Χριστούγεννα και τα δικά μας χριστουγεννιάτικα δέντρα, δέντρα παραδομένα στις φλόγες ή στα ματ, είτε με την μία είτε με την άλλη εκδοχή τα φετινά μας Χριστούγεννα είναι ξεχωριστά.
Η ζωή του καθενός κι η ζωή γενικά, ένα διαρκές στοίχημα ανάμεσα στην παράδοση στη φωτιά και στην παράδοση στην ασφάλεια.
O Κώστας βρυχάται. Και χέρια κουνάει και απ’ όλα. Η θέση τους είναι ξεκάθαρη. Δεν θα επιτρέψουν τη διαστρέβλωση της αλήθειας. Στη γωνιά, Ανδριανός, Αντώναρος κι Αγγέλου τον χειροκροτούν. Όλη η αίθουσα, όλη η κοινοβουλευτική ομάδα τον χειροκροτεί. Ο Κώστας έχει κατακτήσει ένα δύσκολο κοινό και το ξέρει.
Τότε, για πέντε έως έξι δευτερόλεπτα, η εικόνα του συναιρείται με την εικόνα στο στούντιο. Ο Κώστας μιλάει μέσα από ένα μαύρο πανό που λέει ΣΤΑΜΑΤΗΣΤΕ ΝΑ ΚΟΙΤΑΤΕ ΒΓΕΙΤΕ ΟΛΟΙ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ.
Για πέντε έως έξι δευτερόλεπτα η επίσημη φωνη της εξουσίας συναιρείται με την ανεπίσημη φωνή μερικών πολιτών, η κουκούλα της προπαγάνδας συναιρείται με το ολοφώτεινο πρόσωπο της κοπέλας με το καρέ μαλλί.
Για πέντε έως έξι δευτερόλεπτα οι δύο κόσμοι, ο κόσμος της τηλεόρασης και ο κόσμος ο αληθινός, συναιρούνται.
Ο Καραμανλής φεύγει. Η κοπέλα χαμογελάει.
Για λίγο ακόμα μένει ο ήχος. Μετά σιωπή. Μετά μια άλλη τύπισσα κάνει φου και υπό το λογότυπο της ΝΕΤ ο κόσμος ο αληθινός διαλύεται σαν σαπουνόφουσκες.
Κακό όνειρο ήταν, τηλεόραση, και θα περάσει.
Κουκούλα της προπαγάνδας; Υπερβολές. Είναι η κουκούλα του νεκρού λόγου, του μη λόγου, του λόγου που έχει πάψει εδώ και πολλά χρόνια να συνομιλεί με οτιδήποτε άλλο εκτός από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις.
Γιατί προπαγάνδα είναι αυτό που αρχίζει αμέσως μετά, όταν ο Παναγόπουλος βγαλμένος από οργουελική ονείρωξη αριστεύει στην διπλολαλιά, βαφτίζοντας βία την μη βία και δημοκρατία την αντιδημοκρατικότητα.
Καταγγέλλει τους ανθρώπους αυτούς. Τους καταγγέλλει που έδωσαν ένα σύντομο κείμενο να διαβαστεί. Τους καταγγέλλει που μπήκαν λίγοι - λίγοι μέσα και χωρίς να ειδοποιήσουν τα ματ και τους σεκιουριτάδες ότι σκοπεύουν να μπουν στο στούντιο, ώστε να υπάρξει αληθινή βία. Τους καταγγέλλει επειδή είναι 25ρηδες (και τους σηκώνεται πολύ πιο έντονα από τον ίδιο, με την πιθανή εξαίρεση των στιγμών που διοικεί και εξουσιάζει). Τους καταγγέλλει ταυτόχρονα για το ότι το μεν σχέδιο τους ήταν οργανωμένο, οι δε ίδιοι ανοργάνωτοι. Τους καταγγέλλει πάνω απ’ όλα και πρώτα απ΄ όλα επειδή δεν έχουν «κοινωνικό πρόσωπο». Δεν του αρκούσε το αληθινό τους πρόσωπο.
Κατά την αντίληψη αυτή της δημοκρατίας, δικαίωμα να συνέρχονται ειρηνικά και να εκφράζουν ειρηνικά τις θέσεις τους έχουν μόνο πολίτες που πρώτα θα σου πουν ότι λεγόμαστε έτσι, ανήκουμε εκεί και πρεσβεύουμε αυτό. Είμαστε σωματείο αναγνωρισμένο με την υπ’ αριθμόν απόφαση τάδε. Ειδάλλως ξεπερνάς την δημοκρατία. Ειδάλλως είσαι αυτοαποκαλούμενος. Ενώ ο Νίκος Βασιλάκος καριερίζει ως μη αυτοαποκαλούμενος πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Χρηστών Ίντερνετ, επειδή είκοσι άνθρωποι συνέστησαν ένα σωματείο.
Όταν οι αντιδράσεις παύουν να είναι βίαιες, όταν τα πρόσωπα φαίνονται, εκεί περισσότερο απ’ όλα αποσυντονίζονται, τρομάζουν, πανικοβάλλονται.
Ποιοι είστε; Ποιος σας εκπροσωπεί; Ποιος θα σας καπελώσει; Με ποιόν θα συναλλαχθούμε; Ποιόν θα καταγγείλουμε; Με ποιόν θα τα βρούμε; Δεν παίζεται έτσι το παιχνίδι. Χαθήκαμε αν αρχίσουμε να μην ξέρουμε με ποιόν έχουμε να κάνουμε.
Θεμελιωδέστερος λίθος κάθε μορφής εξουσίας είναι η εκπροσώπηση. Εκπροσωπηθείτε ειδάλλως σας καταγγέλλει ο Παναγόπουλος.
Και το ΚΚΕ βέβαια. Σκέφτεσαι ότι αν ήταν να έρθει ποτέ στα πράγματα το ΚΚΕ, χίλιες φορές μια χούντα, μια μη κομμουνιστική χούντα δηλαδή.
Το ΠΑΣΟΚ αντιδρά. Η ΕΡΤ είναι ξέφραγο αμπέλι, λέει, κι είναι προφανές ότι παρόμοιες ενέργειες δεν μπορούν να είναι αποδεκτές. Ψηφίστε μας γιατί είμαστε αποτελεσματικότερη δεξιά και σε μας τέτοια αντιδημοκρατικά αίσχη δεν θα συμβαίνουν. Καλό σχολείο είναι το ανοιχτό σχολείο, καλή τηλεόραση είναι η κλειστή στον κόσμο τηλεόραση.
Αυτές ακριβώς τις ημέρες που τα στούντιο γεμίζουν νέους, που τους καλούν όλοι από τον Νίκο Ευαγγελάτο ως τον Λάκη Λαζόπουλο (τι να τις κάνει τις τιμές μας, τα λόγια τα θεατρικά;), ο οποίος όχι μόνο γεμίζει το στούντιο μαθητοφοιτητές αλλά τους λέει να έρθουν και δωρεάν στο θέατρό του (τόσο ψυχάρα και τόσο αυθεντικός είναι, που ούτε καν πέρασε απ’ το μυαλό του να τους καλέσει εκτός αέρα), αυτές ακριβώς τις ημέρες που όλοι ζητουν να ακούσουν την αυθεντική φωνή των νέων, όταν εκείνοι μπαίνουν με τους δικούς τους όρους στο στούντιο, όλα μα όλα αλλάζουν.
Έχουν βεβηλώσει το ιερό του ναού του συστήματος, έχουν μιλήσει με την αποτελεσματικότερη γλώσσα: τη γλώσσα του συμβολισμού, τη γλώσσα που αναγκάζει την από ‘κει πλευρά να αφαιρέσει την κουκούλα της καταδίκης της βίας, την κουκούλα της προστασίας της περιουσίας και να βροντοφωνάξει ότι το μόνο το οποίο την ενδιαφέρει και την τρομάζει είναι η τυχόν αλλαγή των όρων του παιχνιδιού.