Μερικές φορές αυτή η πόλη έχει έναν απρόσμενο τρόπο να αντιπαρέρχεται όλην την αγριότητα με την οποία είναι ντυμένη γωνιά παρά γωνιά και βλέμμα παρά βλέμμα.
Μερικές φορές αυτή η πόλη σου επιφυλάσσει γωνιά παρά γωνιά μια απρόσμενη λύτρωση για το βλέμμα.
Μερικές φορές δεν θες να ζεις πουθενά αλλού, παρά μόνο σε μια πόλη που οι τοίχοι της γράφονται έτσι.
Το να παίρνεις την καύλα σου και να την κάνεις δημόσια ποίηση.
Το να μιλάς για το ζωντανό της σώμα πάνω στο ζωντανό σώμα της πόλης.
Έτσι μόνο πολεμιέται η εξαγρίωση και η εξαχρείωση της εποχής.
Με το να προτιμάς τον ιδρώτα της από τις κρέμες και τ' αρώματά της.
Με το να κάνεις το κορμί της να πάψει να τα μυρίζει.
Με το να μυρίζεις πια πάνω της μόνο το πώς ιδρώνει για σένα.
Ή ίσως όχι «για σένα».
Μπορεί να ίδρωνε ή να ιδρώνει και για άλλους ακριβώς έτσι.
Ή και περισσότερο από ακριβώς έτσι.
Για αυτό αν μπορείς να έχεις κάτι ολόδικό σου,
είναι οι λέξεις που γράφεις σε αυτή την κεντρική γωνιά.
Είναι αυτή η εκδήλωση της πείνας και του κορεσμού σου.
Είναι το bold του ΙΔΡΩΜΕΝΗ.
Κι αφού δεν υπάρχει bold στους τοίχους,
το αντικαθιστάς με το bold της χειρονομίας σου,
με το bold της έντασης και της επιμονής
με τις οποίες αποτυπώνεις τον ιδρώτα της στην κολώνα
ή όπου αλλού.
Από την στιγμή που τον αποτύπωσες
της τον έχεις κιόλας κλέψει.
Δεν είναι πια ο ιδρώτας που της προξένησες,
είναι ο ιδρώτας για τον οποίο έγραψες,
Είναι ένας ιδρώτας όχι πια σκέτα σαρκικός,
ένας ιδρώτας που φιλτραρίστηκε από το πνεύμα σου,
που μολύνθηκε από την πρόσληψή σου,
ένας ιδρώτας κρέμα κι άρωμα του λυρισμού σου,
που προσποιείται το ανεπιτήδευτο: «Σε θέλω»,
αλλά απλά το προσποιείται,
γιατί τα αληθινά σε θέλω μένουν σκέτα σε θέλω,
γιατί κανείς επιλέγει με ποιούς θα είναι:
ή με τους σκέτους ιδρώτες των εραστών
ή με τις μεταγραφές των ποιητών.
Ποιητής είναι αυτός που δεν του φτάνει
ο ιδρώτας, το λαχάνιασμα, ο χτύπος της καρδιάς, η κραυγή.
Ποιητής είναι αυτός που δεν του φτάνει
ο έρωτας και το γαμήσι.
Ποιητής είναι αυτός που ερωτεύεται και γαμάει
λες και είναι υποκατάστατα
ενός ποιήματος που δεν θα αξιωθεί ποτέ να γράψει,
λες και το φως και το σκοτάδι υπάρχουν
για να τα ερμηνεύουμε
κι όχι για να μας καταπίνουν.