Τετάρτη, Νοεμβρίου 30, 2011

Δυο ανοικτές πόρτες

Το «Μια επικίνδυνη μέθοδος» ξεκινά με την Κίρα Νάιτλι σε κατάσταση υστερίας. Κυριολεκτικής. Είναι η Σαμπίνα Σπίλραϊν και μεταφέρεται το 1904 ως ασθενής στη κλινική του Δρ. Γιουνγκ στην Ελβετία. Τα πρώτα λεπτά περνάνε με τη Νάιτλι να επιδίδεται σε κάτι εξωφρενικές μούτες και στρεβλώσεις του σώματός της. Ακόμη κι αν δεχθούμε ότι όσα κάνει απεικονίζουν σωστά τα υστερικά συμπτώματα, ακόμα δηλαδή και αν η Νάιτλι είναι ερμηνευτικά ακριβής, δεν είναι καθόλου, μα καθόλου, ερμηνευτικά πειστική, με το τελικό αποτέλεσμα που φτάνει στα μάτια του θεατή να είναι εξόχως ενοχλητικό. Η ευθύνη εδώ βαρύνει τουλάχιστον εξ ημισείας τον Κρόνενμπεργκ, που έπρεπε να ακολουθήσει διαφορετική προσέγγιση, ώστε να μη φτάσει το πράγμα στα όρια του γελοίου (ας της έδινε οδηγίες να παίξει αλλιώς ή ας την έβγαζε από το πλήρες φως που την είχε λούσει, σκηνοθετώντας την υστερία της πιο υπαινικτικά). Από την άλλη, είναι γεγονός ότι όλη αυτή η σωματική παραμόρφωση, μας επαναφέρει στην παλιά εμμονή του σκηνοθέτη. Ένα σώμα που προσπαθεί να μεταλλαχθεί και να βγει από τα όριά του, τα μέλη του που δεν βολεύονται στη συνήθη χωροταξία τους. Αυτή τη φορά απευθείας λόγω ψυχολογικών προβλημάτων. Μηχανήματα, καλώδια ή άλλοι διαμεσολαβητές για την μετάλλαξη, εδώ περιττεύουν.

Τα πολύ καλά νέα, τόσο για τη Σπιλράιν, όσο και εξίσου για μας ως θεατές, είναι ότι ο δρ. Γιουνγκ τη θεραπεύει γρήγορα. Εφαρμόζει την πρωτοποριακή ψυχαναλυτική μέθοδο του Δρ. Φρόιντ, της «θεραπείας της ομιλίας» (όπως είναι και ο τίτλος του θεατρικού έργου του Κρίστοφερ Χάμπτον πάνω στο οποίο βασίστηκε η ταινία). Όχι απλώς θεραπεύεται, αλλά αποφασίζει να σπουδάσει για να γίνει γιατρός στο ίδιο πεδίο. Με αφορμή την επιτυχία της θεραπείας του, ο Γιουνγκ θα πάει στην Αυστρία για να γνωρίσει από κοντά τον μέντορά του Φρόιντ και από εκεί και ύστερα θα αρχίσει να ξετυλίγεται μια σειρά αλληλοεξαρτήσεων, αλληλοεπηρεασμών, ζυμώσεων και συγκρούσεων ανάμεσα στα τρία αυτά βασικά πρόσωπα.

Μολονότι στη τελική της αποτίμηση η ταινία βγαίνει με θετικό πρόσημο και είναι αναμφίβολα ενδιαφέρουσα, το ενδιαφέρον της είναι δευτερευόντως κινηματογραφικό. Αυτό δεν σημαίνει πως έχουμε να κάνουμε με ένα στρεβλωμένο θεατρικό κορμί που τεντώνεται απο εδώ κι από εκεί μπας και χωρέσει σε κινηματογραφικό σώμα. Ο Κρόνενμπεργκ έχει αν μη τι άλλο τη μαεστρία για να δώσει αυτόνομη φόρμα στο έργο του: συντονίζει από άρτια έως και εξαιρετικά τον ρυθμό των σκηνών του, η ταινία είναι σφιχτή και μετά την αρχική υστερική αστοχία περπατάει με σίγουρα βήματα (με τον Μάικλ Φασμπέντερ στο βασικό ρόλο να εκπέμπει μια εσωτερική δύναμη που προσδίδει πολλούς πόντους στιβαρότητας στο συνολικό αποτέλεσμα). Ωστόσο δεν είναι σίγουρο ότι αν είχες δει το έργο στο θέατρο θα είχες χάσει και τόσα πολλά ή ότι αντίστροφα βλέποντας το ως ταινία κερδίζεις τόσα περισσότερα. Γιατί το πιο συναρπαστικό σε αυτήν είναι οι ιδέες που αναπτύσσουν οι χαρακτήρες της.

Είναι πάρα πολλές, οπότε ας εξετάσουμε ενδεικτικά μία. Ο Γιουνγκ έχει ως ασθενή στο νοσκομείο του τον σεξομανή συνάδελφό του, Δρ. Γκρος. Η καλύτερη απόδειξη για την βαθιά διαστροφή του ανθρώπινου είδους -εξηγεί ο Γκρος στον γιατρό του- είναι ότι κατάφερε να επικολλήσει τόση μανούρα και τόσα προσκόμματα πάνω σε μια από τις θεμελιώδεις χαρές του: το σεξ. Ο Γιουνγκ αντιδρά. Μα ο πολιτισμός, μα οι αρετές της αυτοσυγκράτησης, μα δεν είναι τόσο απλό το θέμα. Μα φυσικά και είναι του απαντά ο Γκρος και πάνω σε αυτήν την κόντρα πολυγαμίας - μονογαμίας ο Χάμπτον μοιάζει -με τον τρόπο που χρωματίζει τα εκατέρωθεν επιχειρήματα- να παίρνει ξεκάθαρη θέση υπέρ της πρώτης και να κάνει μια αντιστροφή ρόλων, βάζοντας το θεατή να αναρωτηθεί μήπως συνολικά ο ανθρώπινος πολιτισμός είναι ο ασθενής που δεν έχει ακόμη θεραπευθεί από την καθήλωσή του στη μονογαμία, μήπως πρέπει ο ανθρώπινος πολιτισμός να κάτσει στο ντιβάνι, ώστε να βρει την αιτία που τον οδήγησε σε αυτήν και να προσπαθήσει να απαλλαχθεί. Συναφώς, σε άλλο σημείο της ταινίας η Σπιλράιν αναρωτιέται μήπως το πρόβλημα με το σεξ έγκειται στο ότι μέσα του χάνουμε το «εγώ» μας, κι ότι άρα όλα τα εμπόδια που του βάζουμε είναι ένα σαμποτάζ που κάνει το «εγώ» προκειμένου να χάνει τον έλεγχο όσο πιο δύσκολα γίνεται.

Στα μειονεκτήματα της ταινίας το γεγονός ότι στις ερωτικές στιγμές Γιουνγκ - Σπιλράιν δεν υπάρχει η αναμενόμενη από έναν Κρόνενμπεργκ νοσηρότητα στην ατμόσφαιρα και ότι οι επίμαχες σκηνές δίνονται μάλλον συμβατικά κι ανέμπνευστα. Στα πλεονεκτήματά της όμως μερικά σκηνοθετικά κόλπα, διακριτικά μεν, εξαίσια δε. Ο Κρόνενμπεργκ μας δείχνει στο βάθος το καινούριο σπίτι του κυρίου και της κυρίας Γιουνγκ και σε πρώτο πλάνο το πίσω μέρος των κεφαλιών τους, καθώς κοιτάζουν μαζί με μας τη νέα τους πολυτελέστατη εστία. Η αψεγάδιαστα αλφαδιασμένη χωρίστρα εκείνου και η περίτεχνα δομημένη κώμωση εκείνης, δυο κεφάλια που δεν υπάρχει τρίχα που να έχει κάνει το λάθος να ξεφύγει από τη θέση της, μια εικόνα απόλυτης τάξης πάνω στα κεφάλια δεμένη με μια εικόνα απόλυτης αρμονίας στο βάθος, προβάλλεται στα μάτια μας αμέσως μετά την πρώτη απιστία του Γιουνγκ με την Σπιλράιν. Σε άλλο σημείο της ταινίας, ο Γιουνγκ μπαίνει στο διαμέρισμα της Σπιλράιν, ανταλλάσσουν λόγια παθιασμένα, «Χωρίζουμε - δεν χωρίζουμε», «πώς κάνεις έρωτα στη γυναίκα σου - πώς κάνεις έρωτα σε μένα», η σκηνή διαδραματίζεται σε πρώτο πλάνο, ενώ στο βάθος η πόρτα από την οποία μπήκε ο Γιουνγκ χάσκει ορθάνοικτη αποσπώντας την προσοχή μας. Συμβολίζει ένα δεσμό που όσο είναι παράνομος δεν μπορεί παρά να κινείται σε ένα χώρο ανά πάσα στιγμή εκτεθειμένο, προσπελάσιμο, ανοικτό, μη ασφαλή, μη αυτοτελή. Στην αμέσως επόμενη σκηνή ο Κρόνενμπεργκ «κόβει» προς μια άλλη ανοικτή πόρτα, αυτή τη φορά του υπνοδωματίου της γυναίκας του Γιουνγκ, μέσα από την οποία μπαίνει η μαμή και φέρνει στην αγκαλιά της γυναίκας του το νεογέννητο γιο τους.
(Kείμενο γραμμένο για το ελculture)

Τρίτη, Νοεμβρίου 29, 2011

Κι ας συνήθισες

Το ερυθρόλευκο κιτς στα καλύτερά του.
Ούτε ο βορειοκορεατικός τύπος για τον Κιμ Γιονγκ Ιλ,
τέτοια ενσυναίσθηση.
Από τον άδικα πικραμένο πρόεδρο του Ολυμπιακού,
στον δίκαια χαλαρωμένο και χαλαρά δικαιωμένο πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ.
Το θέμα δεν είναι τόσο η σάχλα του παπιού, όσο η σάχλα του ανδρός.
Δες το πρόσωπό του, πόσο καθαρό από σκοτούρες κι ενοχές είναι.
Ο Τζωρτζ Μπους της Ευρώπης, ο Φόρεστ Γκαμπ της πολιτικής.

Είναι δυνατόν αυτό το τραγούδι να είναι προϊόν
του ίδιου πολιτισμού με τις δύο φωτογραφίες πιο πάνω;
Eίναι. Γιατί να μην είναι;
Αντιεξουσιαστές στην εξουσία και αναίσθητοι στην ευαισθησία,
γεννημένοι νικητές και γεννημένοι ηττημένοι.
"Κι ή θα με έχουν θάψει
ή θα έχω μαραθεί.
Κι ας μην σου καίγεται καρφί,
κι ας συνήθισες,
κι ας συνήθισες κι εσύ".

Δευτέρα, Νοεμβρίου 28, 2011

Αν κάθε ξεχωριστή ανθρώπινη ζωή, αλλά και η ζωή των ανθρώπων στο σύνολό της, μπορεί να ειδωθεί τόσο ως δράμα όσο και ως κωμωδία, το μόνο που μας απομένει να κάνουμε είναι να διατηρούμε την εκκρεμότητα του βλέμματός μας σε διαρκή εγρήγορση, ώστε να μπορούμε να μετατοπίσουμε ανά πάσα στιγμή την οπτική μας γωνία από αυτήν του δράματος σε αυτήν της κωμωδίας και τανάπαλιν.

Κι επειδή κάθε αφορισμός κρύβει μέσα του μια μικρότερη ή μεγαλύτερη απάτη, αφού παρουσιάζει ως δεδομένα πράγματα που είναι αμφίβολο αν ισχύουν, ας δεχθούμε ότι η πιο πάνω πρόταση ξεχνά πολύ βολικά ότι απειροελάχιστοι καταφέρνουν ποτέ να διακρίνουν τα κωμικά στοιχεία στη ζωή τους: σιγά μην πρωταγωνιστείς εσύ σε κωμωδία. Εξετάζοντας τη ζωή υπό το κωμικό της πρίσμα, όλος ο ναρκισσισμός σου πάει περίπατο, όλη η σημασία που έχεις υπονομεύεται, κάθε τι μοιραίο απάνω σου είναι την ίδια ώρα αστείο. Άρα πριν φτάσουμε στο στάδιο της διατήρησης της εκκρεμότητας του βλέμματος, πρέπει να προηγηθεί το στάδιο της εγκαθίδρυσής της.

Με άλλα λόγια, μην αγχώνεσαι ποτέ για το βαρύγδουπο πρίσμα. Αυτό είναι τόσο καλά γραμμένο στις γενετικές μας πληροφορίες που πάντα εδώ θα είναι και πάντα θα σε κάνει να εξετάζεις τον εαυτό σου σαν να βρίσκεται σε ταινία του Αγγελόπουλου. Προπόνησε το εύθυμο βλέμμα. Προσπάθησε να δεις τον εαυτό σου σαν καραγκιοζάκο, που πρωταγωνιστεί σε αρπαχτή του Ζερβού.

Κι ίσως έτσι, αποφορτίζοντας τη σημασία τη δική σου, των πράξεών σου ή της αδράνειάς σου, έρθεις λίγο πιο κοντά στο αληθινό τους νόημα.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 25, 2011

Ευρώπη

Aκούς την τοποθέτηση του Ευρωπαίου επίτροπου ενέργειας και ξαναθυμάσαι ότι υπάρχει (ή υπήρχε) και μια άλλη Ευρωπαϊκή Ένωση, διαφορετική από αυτήν με την οποία έρχεσαι σε καθημερινή επαφή την τελευταία διετία. Και ότι αυτή η Ευρωπαϊκή Ένωση, οσοδήποτε ημιτελής κι αν ήταν, είχε εν πάση περιπτώσει ένα κοινό νομικό και πολιτισμικό πυρήνα στον οποίο μπορούσες να κοιταχτείς και να νιώσεις καλά. Ίσως δεν κοιταζόσουν με συγκίνηση, ίσως η συγκίνηση για μια κοινή ταυτότητα να χρειάζεται πολύ περισσότερες δεκαετίες -αν όχι και αιώνες- προκειμένου να αρχίσει να διαμορφώνεται, πάντως κοιταζόσουν σε αυτήν την πλευρά του πυρήνα της και μόνο ντροπή δεν ένιωθες.

Και η οικονομική του πλευρά; Είχε τελικά απ' την αρχή δίκιο το ΚΚΕ στην κριτική του; Καλώς ή κακώς εδώ θα οδηγούσε μια μέρα το πράγμα; Δεν ξέρω. Δεν ξέρω αν ανάγοντας τα πάντα στον καπιταλισμό έχουμε και την τελική εξήγηση των πάντων. Ξερω όμως πως αν είναι να μας χαλάει η ταμπελοποίηση, πρέπει να μας χαλάει αμφίπλευρα. Γιατί ταμπελοποίηση συνιστά και η επίκληση στην Ευρώπη, την Ευρωπαϊκή οικογένεια κλπ κλπ, με την οποία μας πιπιλάνε τα μυαλά οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης, αλλά και οι πνευματικοί άνθρωποι του τόπου, που έκαναν καλοκαιριάτικα παραινέσεις στους πολιτικούς μας να «τολμήσουν». Ποιά ακριβώς Ευρώπη επικαλούνταν και επικαλούνται;

Την Ευρώπη που δυο χρόνια τώρα έχει πάρει ένα κράτος μέλος της και το κοπανάει σαν χταπόδι; Την Ευρώπη που μετά από το συγκεκριμένο κράτος μέλος της άρχισε να κοπανάει και τα υπόλοιπα; Την Ευρώπη που την κοπανάει δυο χρόνια τώρα αυτό το μυστηριώδες απρόσωπο τέρας «των αγορών» κι εκείνη δεν θέλει ή δεν ξέρει πώς να το ελέγξει; Την Ευρώπη που ξέχασε οτιδήποτε άλλο τη συνιστούσε και αποφάσισε πως το μεγάλο της όραμα είναι η δημοσιονομική πειθαρχία και η υπέρατη αξία της οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί; Την Ευρώπη που επιβάλλει μη εκλεγμένους «συναινετικούς» πρωθυπουργούς τραπεζίτες; Την Ευρώπη που απαιτεί δεσμεύσεις που καθιστούν τις εκλογές σχεδόν κενό γράμμα; Την Ευρώπη που εκβιάζει με ευαισθησία μαφιόζου; Την Ευρώπη που δεν κουράστηκε να λέει πόσο κατάμαυρο είναι το ελληνικό της πρόβατο και τι πάλλευκα που είναι τα υπόλοιπα, ακόμη κι εκείνα που μπήκαν σε παρόμοια προγράμματα; Την Ευρώπη που έκανε ένα νομισματικό πείραμα κι επειδή δεν της βγαίνει ή δεν το αναπροσαρμόζει για να της βγει, πρέπει να δυστυχήσουν δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπων;

Η λύση ή η καταστροφή δεν έχει να κάνει με το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή», δεν έχει να κάνει με το δίλημμα «διατήρηση ή διάλυση της ευρωζώνης». Καταστροφή είναι όταν ξεχνάς, τόσο ως Ευρώπη, όσο και ως Ελλάδα, Ιταλία, Ολλανδία, Γαλλία κλπ, πως η οικονομία είναι όχημα, το νόμισμα είναι όχημα, τα οικονομικά και νομισματικά δόγματα είναι όχημα. Πως ως Ευρώπη ή ως επί μέρους κράτη είστε πριν απ' όλα και πρώτα απ' όλα μια κοινωνία ανθρώπων, που το πρώτιστο μέλημά τους θα έπρεπε να είναι το να ζουν με στοιχειώδη αξιοπρέπεια και στοιχειώδη πολιτισμό. Το αν θα φτιάξεις νέο νόμισμα, αν θα κόψεις περισσότερο από το παλιό, αν θα φτιάξεις νέους κανόνες λειτουργίας των αγορών ή οτιδήποτε άλλο, το βρίσκεις όταν επαναπροσδιορίζεις τις προτεραιότητές σου και τις επαναστρέφεις από τους οικονομικούς δείκτες στην κοινωνία των ανθρώπων, που πρέπει να συνεχίσουν να ζουν σε ένα τοπίο μη ντικενσιανό, μη μαντμαξικό, σε ένα τοπίο μη εξαθλίωσης.

Αλλά για να επαναπροσδιοριστούν κι αυτές οι προτεραιότητες, πρέπει κι αυτοί οι -υποτίθεται υπό ισοπέδωση- λαοί να αρχίσουν να αντιδρούν διαφορετικά. Το να αγανακτούν στις ισπανικές πλατείες και στη συνέχεια να απέχουν στις ισπανικές κάλπες δίνει το δεύτερο -μετά τις πάσης φύσεως «υπογραφές» και δεσμεύσεις- χτύπημα στις εκλογές και δεν οδηγεί πουθενά. Ή μάλλον οδηγεί, οδηγεί στην επιτάχυνση της μετατροπής της Ευρώπης σε ένα μεγάλο, ενιαίο, ανελεύθερο, δημοσιονομικό κτήνος.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 24, 2011

Within the framework

Πόζα «αυστηρά εντός του πλαισίου».
H φώτο θα επισυναφθεί ως εξευτελιστικό ατάτσμεντ κάτω από την υπογραφή Σαμαρά.
Στην έβδομη δόση θα τον ξυρίσουν (ο Αντώνης ως ήδη ξυρισμένος θα την γλιτώσει).
Στην όγδοη θα του κάνουν ηλεκτροσόκ από τον ίδιο ηλεκτρισμό που καπηλεύτηκε μια ζωή.
Χορηγός επικοινωνίας του ηλεκτροσόκ το Protagon.
Την τάση θα ανεβοκατεβάζει ο Άρης Πορτοσάλτε.
Η ΓΕΝΟΠ δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά.
Εκεί, εκεί, στη Νότια Αφρική,
εκεί πρωτονικήθηκε,
ΓΕΝΟΠ, η φυλακή.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 23, 2011

Tαραχή και γαλήνη μαζί

Πριν τους τίτλους της αρχής του «Κάποτε στην Ανατολία» βλέπουμε τρεις άντρες να τρώνε, να πίνουν και να γελούν. Μετά τους τίτλους της αρχής, ο ένας τους έχει ήδη δολοφονηθεί, οι άλλοι δύο συλληφθεί, κι ενάς από αυτούς έχει ομολογήσει μετά την -πιθανότατα βίαιη- ανάκρισή του. Ό,τι θα δούμε από κει και πέρα -και για 2 1/2 ολόκληρες ώρες- εκτυλίσσεται αμέσως μετά την ομολογία. Πρέπει να βρεθεί το σημείο που θάφτηκε το πτώμα. Μέσα στη μαύρη νύχτα ένα καραβάνι με τρία αυτοκίνητα και καμιά δεκαριά άντρες. Ο εισαγγελέας, ο αστυνομικός διευθυντής, ο γιατρός - ιατροδικαστής είναι οι επικεφαλής της έρευνας. Μαζί τους βοηθοί, οδηγοί, υπάλληλοι, στρατιώτες και οι δύο ύποπτοι. Ο δράστης είχε πιει, οι τοποθεσίες στις στέπες παρόμοιες. Έτσι ψάχνουν και ψάχνουν και ψάχνουν Χάνονται όλο και βαθύτερα στη νύχτα, όλο και βαθύτερα στην Ανατολία.

Είναι σαν ένα αστυνομικό έργο γυρισμένο ανάποδα, σαν ένα έργο που έχει μεν ένα έγκλημα ως κινητήριο αφηγηματικό μοχλό του, αλλά το αφορά οτιδήποτε άλλο εκτός από το έγκλημα. Ένα έγκλημα για το οποίο τελικά μένεις στο ημίφως τόσο για το ποιός και πώς ακριβώς το διέπραξε, όσο και για τα ακριβή του κίνητρα. Όλα αυτά τα ξέρεις στο περίπου. Όσο όμως κι αν η ταινία δεν σου πλασάρεται για αστυνομική σε οποιοδήποτε σημείο της, όσο κι αν είναι σαφέστατα δικαίωμά του σκηνοθέτη να δώσει αυτή την κατεύθυνση στην έργο του, εσύ καλώς ή κακώς νιώθεις κάπως μετέωρος και αδειασμένος όταν τελειώνει. Σου μοιάζει κάπως επιτηδευμένο, όχι το ότι η ταινία επικεντρώθηκε σε άλλα θέματα αντί στο έγκλημα, αλλά το ότι επέλεξε να το αφήσει τόσο πολύ στην άκρη.

Σε αντίθεση με την εξιχνίαση της υπόθεσης για την οποία σχεδόν αδιαφορεί, η ταινία ενδιαφέρεται να εξιχνιάσει μια υπόθεση του παρελθόντος, που αναβιώνει μέσα από τις συζητήσεις κατά τις ατέλειωτες ώρες της αναζήτησης του πτώματος. Ο γιατρός συζητά με έναν άλλο ήρωα για την αληθινή αιτία θανάτου μιας γυναίκας που πέθανε μυστηριωδώς και «χωρίς αιτία». Οι δύο υποθέσεις θα μπλεχθούν μεταξύ τους με έναν απροσδόκητο τρόπο, αφού στην μία ο γιατρός σκαλίζοντας με τις επίμονες ερωτήσεις του να ανακαλύψει την αληθινή αιτία θανάτου πίσω από την επίσημη «καταδικάζει» άθελά του έναν άνθρωπο, ενώ στην άλλη που η δικαιοδοσία και ο ρόλος του είναι ακριβώς να καταγράψει την αλήθεια στην επίσημη αιτία θανάτου, επιλέγει να την αποσιωπήσει.

---

Έχει περάσει πάνω από μια ώρα ταινίας για να πρωτοδούμε γυναικείο πρόσωπο. Το βλέπουμε όμως με τρόπο που πολύ δύσκολα θα ξεχαστεί. Το καραβάνι έχει σταματήσει να ξεκουραστεί σε χωριό της περιοχής. Ο δήμαρχος τους φιλεύει και τους κάνει διάλεξη για τα κονδύλια που χρειάζεται το χωριό για έργα. Κατά φωνή κόβεται και το ρεύμα. Δίνει εντολή στην κόρη του να φέρει λάμπες πετρελαίου. Όταν εκείνη μετά από ώρα εμφανίζεται, κρατά εκτός από τη λάμπα κι ένα δίσκο με ποτήρια τσάι. Όπως η λάμπα πετρελαίου φωτίζει τα αποκαμωμένα και προσωρινά αποκοιμισμένα πρόσωπα των πρωταγωνιστών, ξυπνάνε, παίρνουν το ποτήρι τους και σηκώνουν το βλέμμα τους ψηλά να πουν «ευχαριστώ». Όλων το πρώτο βλέμμα ακολουθεί ενστικτώδες ξαφνιασμένο δεύτερο. Το πρόσωπο πάνω στο οποίο θα ακουμπούσαν το «ευχαριστώ» τους δεν είναι ένα συνηθισμένο ανθρώπινο πρόσωπο στο οποίο αναλογεί απλώς ευγένεια, αλλά ένα πρόσωπο απρόσμενα και αταίριαστα (με το τριγύρω περιβάλλον) αγγελικό, ένα πρόσωπο που γεννά ταραχή και γαλήνη μαζί.

Μολονότι εντελώς αντροκρατούμενη η ταινία, όσο ξεδιπλώνεται καταλαβαίνουμε πως κουβαλά στο σώμα της τα βαθιά σημάδια κατεστραμμένων σχέσεων ανδρών - γυναικών. Τη γυναίκα του γιατρού τη βλέπουμε μόνο μέσα από τις φωτογραφίες τους. Τον έχει χωρισει. Τη γυναίκα του εισαγγελέα την ακούμε μόνο μέσα από συζητήσεις. Τον έχει εκδικηθεί. Τη γυναίκα του αστυνόμου την ακούμε μόνο να ωρύεται στο τηλέφωνο για τα φάρμακα του χρόνια άρρωστου γιου τους που εκείνος ξέχασε να φέρει. Ο αστυνόμος δεν αντέχει την κατάσταση στο σπίτι και προτιμά να είναι όλο στη δουλειά. Η γυναίκα του νεκρού -που σε αντίθεση με τις άλλες τρεις, την βλέπουμε στην ταινία- σηματοδοτεί εξ ορισμού ένα ακόμα οριστικά κατεστραμμένο αντρόγυνο. Έξω από την καταστροφή μόνο το κορίτσι με την λάμπα, που ακόμα δεν είναι κανενός, που είναι για λίγο όλων, έστω και όχι κανονικά, έστω και μόνο σε αυτό το απαράμιλλο που τους προξενεί όταν σηκώνουν το βλέμμα από το σκοτάδι προς το πρόσωπό της.

---

Η ταινία ξεφεύγει από τον κίνδυνο να πέσει στην παγίδα των μεγάλων εικόνων της, στην παγίδα της αυτοϊκανοποίησης για την ατμοσφαιρικότητά της. Γιατί πράγματι μπορεί ο τόπος να αποτυπώνεται έξοχα, από την υποβλητική νυχτερινή ύπαιθρο ως την πρωινή επαρχιακή πόλη, από ένα μήλο που κυλά στο ρυάκι ως τη σπασμένη βάση του ακουστικού ενός τηλεφώνου, το συναρπαστικό όμως είναι πως και οι ήρωες ανήκουν στον τόπο, αποτελώντας οργανικό τμήμα του. Οι ηθοποιοί είναι όλοι εξαιρετικοί, είναι όμως σαφές πως πέραν των υποκριτικών τους ικανοτήτων, είναι κι ο Τσεϊλάν που τους χαϊδεύει με την κάμερα, σκηνοθετώντας με θέρμη και τρυφερότητα πρωταγωνιστές με κρυμμένα τραύματα και δευτεραγωνιστές που συμμετέχουν στην κωμωδία της καθημερινότητας. Έτσι, αν παρά κάποιες επιμέρους ενστάσεις η ταινία δικαιώνεται, αυτό δεν οφείλεται στην υπέροχη αισθητική των εικόνων της. Δικαιώνεται γιατί οι εικόνες της κατοικούνται από ανθρώπους με σάρκα και οστά.
(Kείμενο γραμμένο για το ελculture)

Δευτέρα, Νοεμβρίου 21, 2011

Μοrvern Callar



Some velvet morning when I' m straight
I' m gonna open up your gate
(Καμιά φορά ακόμα και τα μέρη της καθημερινής σου ρουτίνας μπορούν να φωτιστούν αντιστικτικά μέσα από ένα σάουντρακ γραμμένο για σένα)



- Προς τα που;
- Προς τα 'κει.
(Καμιά φορά ελευθερία δεν είναι τόσο η τελική απόφαση της κατεύθυνσης, που μπορεί και να είναι αυθαίρετη, όσο η διαδρομή προς τη θέση εκείνη που σου επιτρέπει να έχεις όλη τη θέα των επιλογών απλωμένη εμπρός σου)


(Καμιά φορά στο μεγάλο χορό των ανθρώπων βρίσκεσαι να χορεύεις ανάμεσα τους, αλλά μόνος σου. Όχι για να ξεχάσεις, να ξεχαστείς, να ξεδώσεις, να ξεσκάσεις, όχι για να κρυφτείς από τα συναισθήματά σου και τον πόνο σου, αλλά για να τον αφήσεις να σε κυριεύσει όσο πιο συνειδητά γίνεται, κερδίζοντας σε αντάλλαγμα μια άγρια διαύγεια)

Σάββατο, Νοεμβρίου 19, 2011

Περί γραφικότητας


Απόσπασμα από την ομιλία στη Βουλή του νέου Υπουργού Εσωτερικών, Τάσου Γιαννίτση: «Επί δεκαετίες πορευτήκαμε μια εύκολη και ανέμελη ζωή, όπου με εξαίρεση κάποιων φωνών -μεταξύ των οποίων σήμερα μπορώ να προσθέσω και τη δική μου- οικοδομούσαμε το βιοτικό μας επίπεδο μεταθέτοντας το λογαριασμό στο μέλλον. Ένα λογαριασμό που τον πληρώνουμε σήμερα σωρευτικά.
Στην ουσία πορευτήκαμε με απίστευτη απληστία -ο αγγλικός όρος είναι πασίγνωστος «greed» και έχει συνδεθεί με τις διεθνείς κεφαλαιαγορές- και αρπάζαμε από το μέλλον ό,τι μπορούσαμε προκειμένου να χαρούμε ένα καλύτερο σήμερα, για να έχουμε την ψευδαίσθηση ότι ήμασταν έξυπνοι, ικανοί, παραγωγικοί. Ήμασταν όλα αυτά σίγουρα, απλώς όχι όσο νομίζαμε. Την απληστία αυτή την ασκούσαμε βέβαια φορτώνοντας τον λογαριασμό σε παιδιά, εγγόνια αλλά και σε μας τους ίδιους ξεχνώντας ακόμη και το αυτονόητο ότι σήμερα ο μέσος όρος προσδόκιμου βίου είναι σχεδόν τα εβδομήντα οκτώ χρόνια και όχι τα είκοσι πέντε και άρα και εμείς θα συμμετάσχουμε στην πληρωμή του λογαριασμού. Φερθήκαμε με ακόμη μεγαλύτερο βαθμό απληστίας απ’ ό,τι οι άπληστες αγορές που καταγγέλλουμε με πάθος. Καταγγέλλουμε τις αγορές -και καλά κάνουμε- και από την άλλη θέλουμε να ακολουθήσουμε τα χνάρια της απληστίας τους.
Καταγγέλλουμε το παγκοσμιοποιημένο τραπεζικό σύστημα και την ίδια στιγμή προτείνουμε νέες επεκτατικές πολιτικές, δηλαδή στενότερες εξαρτήσεις από αυτό, πιστεύοντας ότι έτσι θα παράγουμε ανάπτυξη. Μια λέξη που έχει κακοποιηθεί πιο πολύ και από τις λέξεις «σοσιαλισμός, δημοκρατία, κοινωνική αλληλεγγύη» έννοιες που θα έπρεπε να προφυλάσσουμε ως κόρη οφθαλμού. Στην ουσία φερθήκαμε χειρότερα, ακόμη πιο παράλογα και άπληστα από τις αγορές. Γιατί μεταξύ αγορών και των δικών μας επιλογών, υπάρχει μια θεμελιακή διαφορά, ότι ενώ οι αγορές μέσα από την απληστία βγαίνουν κερδισμένες, εμείς μέσα από την απληστία βγήκαμε χαμένοι».

Εντάξει, όχι κι όλοι εμείς. Μερικοί συνάδελφοί σου στα υπουργικά συμβούλια που κάθονταν χρόνια στις δίπλα σε σένα θέσεις, κάπως κερδισμένοι βγήκαν. Μερικοί μεγαλοεπιχειρηματίες που διαπλέκονταν με τις κυβερνήσεις που υπηρέτησες χρόνια, επίσης κάτι κατάφεραν να βάλουν στην άκρη. Αλλά εντάξει, έτσι είναι αυτά τα πράγματα, στις απληστομαχίες δεν μπορείς να εγείρεις ηθικές ενστάσεις, μαγκιά τους και των αγορών, μαγκιά τους και εκείνων από τους «εμείς» που κατάφεραν να κερδίσουν, ας πρόσεχαν όλοι οι υπόλοιποι από τους «εμείς» που έχασαν.

Μια απορία μόνο· αυτή η απληστία (και ας σου χαρίσω εδώ την κόντρα για το πόσο δόκιμος είναι ο όρος όταν χρησιμοποιείται τόσο γενικά και αδιάκριτα, περιλαμβάνοντας ισομερώς τον κάθε Γκόρντον Γκέκο και τον κάθε «Μηνά Γκέκο», χαρακτηρίζοντας δηλαδή με τον ίδιο όρο αφενός εκείνον που και μερικά εκατομμύρια ευρώ να χάσει υπερπλούσιος θα παραμένει, απλά συνεχίζει να θέλει κι άλλα αδιαφορώντας για το κοινωνικό κόστος της πραγμάτωσης της επιθυμίας του, και αφετέρου τον μέσο Έλληνα που η απληστία του συνίστατο στο να θέλει γίνει από φτωχός - ευκατάστατος ή από ευκατάστατος - άνθρωπος που δεν θα έχει πια οικονομικά προβλήματα) σε τι περιβάλλον ευδοκίμησε;

Το εκσυγχρονιστικό αφήγημα τι ακριβώς πρέσβευε; Ότι η απληστία ήταν κακό πράγμα; Ο τότε αρχηγός και Πρωθυπουργός σου τι στάση είχε κρατήσει απέναντι στην μαζική είσοδο των πολιτών στο χρηματιστήριο; Τους έλεγε, προς Θεού, τι πάτε να κάνετε; Εσύ προσωπικά -που με περισσή σεμνότητα αυτοεπαινείς την εξαιρετική φωνή σου- έκανες μήπως και σε αυτόν τον τομέα την εξαίρεση;

Αν κατέρρευσε ένα ολόκληρο μοντέλο ανάπτυξης που σου έλεγε κατανάλωσε για να έχει νόημα η ζωή σου, κατανάλωσε κι ας μην έχεις λεφτά, θα σε δανείσουμε εμείς, έλα να πάρεις μια κάρτα ακόμη, αν κατέρρευσε ένα ολόκληρο μοντέλο ανάπτυξης οι κυρίαρχες κουλτούρες του οποίου αλληλοτέμνονταν και αλληλοτροφοδοντούνταν (η κουλτούρα της ιδιωτικής τηλεόρασης , η κουλτούρα του λάιφ στάιλ, η κουλτούρα του διαφημιστικού κατακλυσμού, η κουλτούρα της γιγάντωσης του τραπεζικού συστήματος) με αποτέλεσμα όλες μαζί να στήσουν τον καταναλωτισμό ως υπέρτατο αξιακό υπόδειγμα,

τότε η απληστία που κατέρρευσε είχε αίτια εντελώς συστημικά, αίτια που την τσίγκλαγαν και δεν την άφηναν στιγμή να ησυχάσει, προκειμένου πάνω στις πάρα πολλές μικρού μεγέθους ατομικές απληστίες να φτιαχτούν οι ελάχιστες πολύ μεγάλου μεγέθους, αυτές που εξακολουθούν να παραμένουν στο απυρόβλητο της κριτικής για τα αίτια της κρίσης, αυτές που παραμένουν έξω από την ενοχοποίηση, έχοντας στα δημοσιογραφικά και πολιτικά μαγαζιά τους υπαλλήλους που κουνάνε το δάκτυλο νυχθημερόν σε όλους τους άλλους εκτός από τα αφεντικά τους. Ή θες να μην είναι θέμα αφεντικών αλλά ιδεολογίας; Έστω. Το αποτέλεσμα είναι εξίσου διαστρεβλωτικό της πραγματικότητας όμως.

ΥΓ1. Διάβασε τον Τέκι Τσαν για την σχέση που έχει η εργασία με την ανταμοιβή στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο. Και γενικά να τον διαβάζεις.

ΥΓ2. Ένα ποστ που αρχίζει και τελειώνει με φωτογραφίες του Μητσάρα αυτοϋπονομεύεται άθελά του, δημιουργώντας ένα περιβάλλον ελαφρότητας που πλήττει εξ ορισμού ό,τι κι αν γραφτεί σε αυτό. Σκέφτομαι όμως πως μολονότι ο Γιαννίτσης είναι αξιοπρεπέστατος πολιτικός και κανείς δεν θα σκεφτεί ποτέ να τον αποκαλέσει γραφικό, σε ένα ιδεατό σύμπαν η μονομέρεια του λόγου του και η αναντιστοιχία του με την ιδεολογική ταυτότητα των κυβερνήσεων που υπηρέτησε και υπηρετεί, θα αποκαλύπτονταν αμέσως ως πολύ γραφικότερες από ό,τι θα μπορούσε ποτέ να πει ο Μητσάρας· ο οποίος επιστρέφοντας μάλιστα σε μεγάλη φόρμα, έχει μια συνθηματάρα στην πάνω φώτο και είναι σαν απόστολος του Μισέλ Φουκώ στην κάτω, αποδεικνύοντας έμπρακτα ότι μόνο οι εκ φύσεως αποκλεισμένοι από τις νόρμες είναι ικανοί για ευαισθησίες έξω από τις νόρμες.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 18, 2011

Μπροστά στο κομπρεσέρ

Το «Πρέπει να μιλήσουμε για τον Κέβιν» ξεκινά εντυπωσιακά: εικόνες παρμένες από ψηλά, εικόνες εστιασμένες αποκλειστικά σε ένα πλήθος κορμιών κολλημένων μεταξύ τους σαν να μην μπορούν να ξεφύγουν το ένα από το άλλο, κορμιών πασαλειμμένων από την κορφή ως τα νύχια με κόκκινα υγρά, σαν μεγάλο και συνάμα ακατανόητο όργιο αίματος. Καταλαβαίνεις μεν ότι πρόκειται για την tomatina, την γιορτή ντοματομαχίας που διεξάγεται στην Ισπανική επαρχία, όπου η Τίλντα Σουίντον θυμάται ή ονειρεύεται πως κάποτε συμμετείχε, είναι όμως σαφές από το όλο στυλ κινηματογράφησης της, πως η σκηνή δεν ενδιαφέρεται να μας μεταφέρει ευτυχισμένες τουριστικές στιγμές του παρελθόντος της ηρωίδας, αλλά να μας μεταφέρει απευθείας μέσα στον ψυχικό της κόσμο, μέσα στη βασανισμένη της από τύψεις αίματος συνείδηση. Το πλήθος τη σηκώνει στα χέρια κι εκείνη ανοίγει τα δικά της διάπλατα σαν τον Χριστό. Σταυρώνεται όμως χωρίς να έχει τη δύναμη να άρει τις αμαρτίες του γιου της, σταυρώνεται μόνο υποφέροντας και χωρίς τη δύναμη να σώσει ή να σωθεί. Ο δεκαεξάχρονος γιος της έχει κάνει κάτι αποτρόπαιο. Το αντιλαμβανόμαστε από την αρχή, απλά περιμένουμε μέχρι το τέλος της ταινίας να διαπιστώσουμε σε τι ακριβώς συνίσταται. Στο δρόμο τη χαστουκίζουν, στο σπίτι και στο αυτοκίνητό της πετάνε μπογιά -κόκκινη βέβαια, όλη η ταινία είναι γεμάτη κόκκινο χρώμα που κολλάει επάνω της και δεν μπορεί να απαλλαχθεί από αυτό-, στη δουλειά της δεν της μιλάει κανείς.

Το θέμα της ταινίας -που είναι βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Λάιονελ Σράιβερ (που κυκλοφορεί και σε ελληνική μετάφραση)- είναι παρεμφερές με τα πρόσφατα «Σακιά» της Ιωάννας Καρυστιάνη: ένας νεαρός γιος στη φυλακή για φοβερά εγκλήματα, μια μάνα έξω από τη φυλακή δέσμια του απαράγραπτου σοκ των πράξεών του. Και στα δύο η ζωή των μανάδων παύει να περικλείει οτιδήποτε σχετικό με χαρά και περιστρέφεται γύρω από την προσπάθεια κατανόησης του πώς μπόρεσε και συνέβη αυτό που συνέβη, γιατί συνέβη, αλλά και σε τι ποσοστό το φταίξιμο είναι δικό τους, αφού καμιά τους δεν ήταν ιδιαίτερα δοτική και συναισθηματική. Να μεταφέρουν άραγε έτσι οι συγγραφείς μια μεγάλη άρρητη γυναικεία ενοχή, έναν μεγάλο άρρητο γυναικείο φόβο;

Στην περίπτωση του Κέβιν η σχέση μάνας γιου δεν είναι απλά συγκρατημένη, αλλά ακραία προβληματική από την πρώτη στιγμή. Το μωρό ουρλιάζει, ουρλιάζει, ουρλιάζει. Ασταμάτητα. Αλλά μόνο με εκείνη. Με τον μπαμπά του είναι ήσυχο. Μέσα σε ένα μαύρο καροτσάκι -σαφή αναφορά στο «Μωρό της Ρόζμαρι»- η Σουίντον το βγάζει βόλτα. Και σε μια απροσδόκητη κίνηση σταματάει μπροστά σε ένα κομπρεσέρ στο δρόμο προκειμένου να υπερισχύσει λίγο ένας άλλος θόρυβος του ουρλιαχτού του. Στο πρώτο μισό της ταινίας λοιπόν μάλλον τείνεις να πεις ότι είναι η μάνα που έχει το βασικό πρόβλημα. Η μάνα που δεν αντιδρά με θέρμη στην εγκυμοσύνη, η μάνα που υποδέχεται τη γέννα αμήχανα, η μάνα που αντιδρά με απόγνωση στο μωρό που κλαίει διαρκώς, η μάνα που λέει φράσεις όπως «η μαμά ήταν ευτυχισμένη πριν γεννηθείς και τώρα δεν είναι», η μάνα που φτάνει σε μια έκρηξη οργής να σπρώξει και να πετάξει το οκτάχρονο παιδί κάτω, με αποτέλεσμα να σπάσει το χέρι του. Στο δεύτερο μισό όμως, καθώς ο Κέβιν είναι πια έφηβος και αρχίζει να κλιμακώνει τη συμπεριφορά του που καθίσταται εντελώς δυσανάλογη, παύεις να έχεις τη συμπάθεια που ενστικτωδώς είχες προς το παιδί και την ασυνείδητη τάση σου να ενοχοποιήσεις τη μάνα για την παγωμάρα της και επαναθεωρείς. Τι συμβαίνει όταν ένα παιδί εγκληματεί; Μπορεί το κακό να μπει σε καλούπια και να εξηγηθεί; Το κακό πίσω από τις πράξεις του βρίσκεται στην κακή του φύση ή στην προβληματική του ανατροφή; Η ταινία είναι ανοικτή σε ερμηνείες, ο καθένας θα κρίνει ανάλογα με τις δικές προκαταλήψεις και παραστάσεις, κι ούτως ή άλλως είναι ξεκάθαρο ότι δεν γυρίστηκε με σκοπό να δώσει απαντήσεις.

Η σκηνοθέτις Λιν Ράμσεϊ κάνει τη δουλειά της όχι απλώς καλά, αλλά ενίοτε και σε βαθμό δεξιοτεχνικό, τόσο στα επιμέρους κάδρα που στήνει, όσο και στη σύνθεσή τους, στον τρόπο που ξετυλίγει την ταινία της, στον τρόπο που ανασυνθέτει την πραγματικότητα σαν παζλ. Αν ήθελε, είχε εντελώς αβανταδόρικες σκηνές βίας να προσφέρει, δεν το κάνει όμως, τις αποφεύγει, με το κακό να είναι ανατριχιαστικά παρόν, μέσα από ξεφλουδισμένα φρούτα, φτυσμένα νύχια, μασημένα τσόφλια, ένα μπλουζάκι με κόκκινα μπαλόνια.

Η Σουίντον κάθεται -όπως μπορείς π.χ να δεις σε φωτογραφίες εδώ- με ένα περίεργο τρόπο, με κλειστό το πάνω μέρος των ποδιών της και ανοικτό το κάτω, σαν να θέλει να δηλώσει και μέσω της γλώσσας του σώματός της άρνησή της στο παιδί που έφερε στον κόσμο, σαν να ντρέπεται που το παιδί της βγήκε από μέσα της, σαν να θέλει να κρύψει ενοχικά το σημείο από όπου βγήκε.

Σε μια άλλη σκηνή βρίσκεται σε ένα σούπερ μάρκετ και κρύβεται για να μη τη δουν. Στέκεται με πλάτη μπροστά σε ράφια με τοματοχυμούς. Ο συμβολισμός είναι διπλός:. αφενός του χυμού - αίματος να την περικυκλώνει ξανά κι αφετέρου η εικόνα, παραπέμποντας ευθέως στα περίφημα έργα του Γουόρχολ, ίσως θέλει να κάνει ένα υπαινιγμό πως εγκλήματα σαν αυτά του γιου της αναπαράγονται σαν μόδα, αποτελώντας ιδιότυπο τμήμα της μαζικής κουλτούρας.

Μια από τις κορυφαίες σύγχρονες κινηματογραφικούς ηθοποιούς η Σουίντον, δίνει μια υπεράνω περιγραφής ερμηνεία. Ο Έζρα Μίλερ πάλι, στο ρόλο του έφηβου γιου της δείχνει να έχει το εκτόπισμα και την ακτινοβολία να γίνει ένας αυριανός μεγάλος σταρ. Τα δύο μικρότερα παιδιά που υποδύονται κι αυτά τον Κέβιν σε πείθουν πως κάτι κακό έχουν μέσα τους. Αν ήμουν πατέρας τους δεν θα ήμουν σίγουρος αν έπρεπε να νιώθω περισσότερο περήφανος για το υποκριτικό ταλέντο τους ή ανήσυχος για την αυριανή τους εγκληματική εξέλιξη.

(Κείμενο γραμμένο για το ελculture)

Πέμπτη, Νοεμβρίου 17, 2011

Η βουτιά που αποσιωπάται

Μια ακόμη επιστημονική δημοσκόπηση. Xαντλ γουιθ κέαρ.

1) Πιστεύεις ότι την 17η Νοεμβρίου 2011 έχουμε:
α) Λιγότερη δημοκρατία από ό,τι πέρσι κι ακόμη λιγότερη από ό,τι πρόπερσι.
β) Την ίδια ακριβώς δημοκρατία που έχουμε από το 1974.
γ) Επιτακτική ανάγκη να πάρουμε την έκτη δόση.

2) Tι πιστεύεις για το δημοσιονομικό σκέλος της χουντικής επταετίας:
α) Δεν είναι δυνατόν ένας τόσο καθοριστικός παράγοντας να μην συνυπολογιστεί στην τελική της αποτίμηση.
β) Είτε καλά τα πήγαν είτε κακά το ίδιο κάνει, και η δημοκρατία έπρεπε να αποκατασταθεί χωρίς λεπτό καθυστέρηση.
γ) Εντάξει, ας μην πηγαίνουμε και στο άλλο άκρο. Αφού είχαμε χούντα και για όσο την είχαμε, κάθε σώφρων πολίτης έπρεπε να δουλέψει με όλες του τις δυνάμεις για την ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας. Εσύ δηλαδή έχεις άλλη γνώμη;

3) Πιστεύεις ότι το σκέλος της δημόσιας τάξης της επταετίας:
α) Είναι ακριβώς ένα επιχείρημα που θα έπρεπε να κάνει όσους κραυγάζουν σήμερα να συνειδητοποιήσουν πόσο υστερικοί είναι. Τότε είχαμε βασανισμούς και εξορίες. Τώρα μέχρι κι ο Σάββας ο Ξηρός είχε τους καλύτερους γιατρούς από πάνω του.
β) Ήταν αποτρόπαιο.
γ) Έφτασε σε αναμφίβολες και σίγουρα καταδικαστέες ακρότητες. Αλλά μήπως δεν είναι ακρότητα είναι κι όλο αυτό που ζει η πολύπαθη αυτή πόλη δεκαετίες τώρα; Αν μη τι άλλο τότε το κέντρο ήταν πάντα ανοικτό, τα μαγαζιά λειτουργούσαν απρόσκοπτα, οι δημόσιοι χώροι γίνονταν σεβαστοί.

4) Η λέξη «Πολυτεχνείο», τι σου φέρνει αμέσως - αμέσως στο νου:
α) Τον Κώστα Λαλιώτη. Ζει;
β) Δυστυχώς -αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς βέβαια- την μεταπολιτευτική κουλτούρα βίας και ανομίας. Προς Θεού, άλλο τότε, δικτατορία είχαμε, η κατάληψη μπορεί να ειδωθεί σίγουρα κι από διαφορετική οπτική γωνία. Ωστόσο μια δημοκρατία που αποκαθίσταται πάνω σε έναν τέτοιο θεμέλιο μύθο, ήταν φοβάμαι από το λίκνο της υπονομευμένη.
γ) Την διαχρονική ανάγκη για πάση θυσία εξεύρεση ρεαλιστικών, συναινετικών, συμβιβαστικών λύσεων. Αν είχαν ακολουθηθεί τότε, και την -όποια- αιματοχυσία θα είχαμε αποφύγει και από 38 χρόνια Χρήστου Παπουτσή και Μαρίας Δαμανάκη θα είχαμε γλιτώσει.

5) Αν υπήρχαν ιδιωτικά κανάλια το 1973, τι στάση θα είχαν κρατήσει;
α) Μη λες ανοησίες. Ποιό ιδιωτικό κανάλι θα δεχόταν να συνεχίσει να εκπέμπει σε μη δημοκρατικό καθεστώς;
β) Λόγω της αυστηρής κρατικής λογοκρισίας, θα υποστήριζαν τους καταληψίες με κωδικούς τρόπους (νεύματα στα όρια του τικ, αμφίσημες κονκάρδες στο πέτο, έμμεσα υπονοούμενα οι πιο τολμηροί).
γ) Τέτοια που θα έκανε το Νίκο Μαστοράκη να κοκκίνιζε από ντροπή.

6) Το μήνυμα του Πολυτεχνείου σήμερα είναι:
α) Η αντίσταση για την αντίσταση απέναντι σε εξ ορισμού υπέρτερες δυνάμεις είναι ο ορισμός της αυτοκαταστροφής.
β) Αποτελεσματική πολιτική ασκείται μόνο δια αρμοδίων φορέων, συντεταγμένα και με απόλυτη συναίσθηση της ευθύνης. Ό,τι άλλο, επενδύει στο χάος.
γ) Ξέρει κανείς τι βουτιά κατέγραψε ο γενικός δείκτης στη συνεδρίαση της 17ης Νοεμβρίου 1973;

Δευτέρα, Νοεμβρίου 14, 2011

Τόξα και Λάστιχα

Λεπτομέρεια; Ίσως. Αλλά επ' αυτού θα επανέλθω σε λίγο. Αβλεψία; Το πιθανότερο, εκτός κι αν κάτι μου διαφεύγει (κι αν μου διαφεύγει, είμαι -εννοείται- πρόθυμος να επανορθώσω).

Στο ΦΕΚ Α 243/2011 δημοσιεύονται τέσσερα προεδρικά διατάγματα: το υπ' αριθμόν 107 («Αποδοχή Παραίτησης Αντιπροέδρων της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών και Υφυπουργών»), το υπ' αριθμόν 108 («Αποδοχή Παραίτησης του Πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου του Ανδρέα»), το υπ' αριθμόν 109 («Διορισμός του Λουκά Παπαδήμου του Δημητρίου ως Πρωθυπουργού») και το υπ΄αριθμόν 110 («Διορισμός Αντιπροέδρων, Υπουργών, Αναπληρωτών και Υφυπουργών»). Tα δύο πρώτα (των παραιτήσεων) έχουν ημερομηνία υπογραφής την Τετάρτη 9.11.11. Τα δύο επόμενα (των διορισμών) έχουν ημερομηνία υπογραφής την Παρασκευή 11.11.11.

Το προεδρικό διάταγμα διορισμού του νέου Πρωθυπουργού, το 109/11, ορίζει λοιπόν κατά λέξη:

«Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις των άρθρων 35 παρ. 2 περίπτ. α', 38 παρ. 1 εδάφιο τρίτο, 37 παρ. 1 και 37 παρ. 3 εδάφιο τρίτο του Συντάγματος.

2. Το 108/2011 προεδρικό διάταγμα «Αποδοχή παραίτησης του Πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου του Ανδρέα».

3. Τη διαπιστωθείσα συμφωνία των κομμάτων που διαθέτουν στη Βουλή την απόλυτη πλειοψηφία για το σχηματισμό Κυβέρνησης, αποφασίζουμε:

Διορίζουμε Πρωθυπουργό το Λουκά Παπαδήμο του Δημητρίου».

Από τα τρία στοιχεία που σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα έλαβε υπόψη του ο Πρόεδρος, το πρώτο αφορά τα άρθρα του Σύντάγματος τα οποία ορίζουν τη διαδικασία που ακολουθείται σε περίπτωση παραίτησης κυβέρνησης που έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής (άρθρο 38 παρ. 1 εδάφιο τρίτο, σε συνδασμό με το 37 παρ. 3 εδάφιο τρίτο) και το τρίτο το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας (οι αρχηγοί των κομμάτων που έχουν την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή διαπίστωσαν ότι μπορούν να σχηματίσουν κυβέρνηση). Το δεύτερο στοιχείο αφορά και θεωρεί κρίσιμη μόνο την παραίτηση του Παπανδρέου. Κι όμως το βασικό συνταγματικό δίλημμα ήταν πως άλλη διαδικασία ακολουθείται σε περίπτωση που παραιτείται μόνο ο Πρωθυπουργός (άρθρο 38 παρ. 2 Σ) κυβέρνησης που έχει την πλειοψηφία της Βουλής και άλλη διαδικασία σε περίπτωση που παραιτείται όχι μόνο ο ίδιος αλλά ολόκληρη η κυβέρνηση. Σε παραίτηση μόνο του Πρωθυπουργού, είναι η κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του αρμόδια να επιλέξει το νέο Πρωθυπουργό που θα διορίσει ο Πρόεδρος. Ωστόσο βάσει του Προεδρικού Διατάγματος ο Πρόεδρος αναθέτει στον Παπαδήμο στηριζόμενος στην παραίτηση του Πρωθυπουργού και όχι και στην παραίτηση της κυβέρνησης. Αφού δεν παραιτήθηκε μαζί με την κυβέρνησή του, κι αφού με ξεχωριστό διάταγμα απαλλάχθηκαν από τα καθήκοντά τους τα μέλη της και με ξεχωριστό αυτός, τότε για να είναι ορθή η διαδικασία της παραίτησης κυβέρνησης η οποία και ακολουθήθηκε, έπρεπε να γίνει ρητή μνεία εκτός του π.δ. 108 με το οποίο απαλλάχθηκε εκείνος από τα καθήκοντά του και του π.δ. 107 με το οποίο απαλλάχθηκε η κυβέρνηση από τα δικά της. Αφού δηλαδή έχουμε δύο διαφορετικές νομικές πράξεις (την παραίτηση των μελών και την παραίτηση του Πρωθυπουργού), μόνο η ρητή σύνδεσή τους θα συνιστούσε την παραίτηση όλης της κυβέρνησης υπό την έννοια του άρθρου 38 παρ. 1, την οποία λαμβάνοντας υπόψη του ο Πρόεδρος δικαιούνταν να νομιμοποίησει τη διαδικασία που έλαβε χώρα. Ειδάλλως, λαμβάνοντας υπόψη μόνο την παραίτηση του Πρωθυπουργού εσφαλμένα διόρισε Πρωθυπουργό εκείνον που επέλεξαν οι πολιτικοί αρχηγοί. Η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ ήταν αρμόδια να επιλέξει.


Όλα αυτά τα λέω όχι για να προσπαθήσω να ανακαλύψω μέσω αυτής της -κατά τη γνώμη μου, επαναλαμβάνω- αβλεψίας ουσιαστικό συνταγματικό πρόβλημα. Ερμηνευτικά μπορεί να ξεπεραστεί το θέμα. Τα λέω για να επισημάνω πως η μη αναγραφή και του π.δ. 107/11 παύει να αποτελεί λεπτομέρεια όταν δούμε το όλο πλαίσιο μέσα στο οποίο διεξήχθησαν οι διαπραγματεύσεις, το όλο πνεύμα με το οποίο αντιμετωπίστηκε το Σύνταγμα. Εκεί το πρόβλημα είναι ουσιαστικότατο και η αβλεψία το τυπικό κερασάκι στην ουσιαστική τούρτα.


Πρώτο στάδιο διασάλευσης της συνταγματικής τάξης: είναι προς ψήφιση πρόταση εμπιστοσύνης. Δεν τον εμπιστεύεστε πια; Θέλετε να πάτε σε κυβέρνηση συνεργασίας; Καταψηφίστε τον, να πάμε κανονικά σε διαδικασία διερευνητικών εντολών. Κι αν υπάρχει περιθώριο συναίνεσης και κυβέρνησης συνεργασίας θα εξακριβωθεί εκεί, με τους όρους του Συντάγματος. Αλλά όχι. Του παρέχουν εμπιστοσύνη προκειμένου να σηκωθεί να φύγει. Τον πρώτο παπά τον παίζει η περιλάλητη κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ, αφού έχουν πρώτα διαμορφωθεί ανεπανάληπτες ισορροπίες τρόμου στο εσωτερικό του κόμματος. Εδώ το Σύνταγμα, εκεί το Σύνταγμα, πού είναι το Σύνταγμα;


Δεύτερο στάδιο διασάλευσης της συνταγματικής τάξης: Έχω πάρει την ψήφο. Αλλά δεν ξεκαθαρίζω τι θα κάνω. Θα παραιτηθώ προσωπικά για να ακολουθηθεί η μία διαδικασία; Θα παραιτηθεί όλη η κυβέρνηση για να ακολουθηθεί η άλλη; Κάτι τόσο θεμελιώδες μένει στα χέρια Παπανδρέου σαν διαπραγματευτικό χαρτί ή εν πάση περιπτώσει σαν μια ευχέρεια που θα ενεργοποιήσει αν και όταν έρθουν σε συμφωνία. Ο δεύτερος παπάς είναι διαπραγματευτικός και παίζεται σόλο. Αντί να συμβεί επίσημα η μία ή η άλλη παραίτηση ενημερώνω τον Πρόεδρο ότι «δεν είμαι κολλημένος στην καρέκλα μου» και λέω στα άλλα κόμματα ελάτε να τα βρούμε. Το πενθήμερο που ξεφτιλίζονται τα τρία κόμματα μεταξύ τους, λίγο πολύ είναι απόρροια του γεγονότος ότι αντί να έχουν τους κανόνες του Συντάγματος από πάνω τους ώστε να θέτουν το σαφές πλαίσιο των διαδικασιών, έχουν μεταχειριστεί το Σύνταγμα ως εργαλείο για να επιδοθούν σε βυζαντινισμούς.

Μαθαίνουμε λοιπόν αναδρομικά και δια των ημερομηνιών των προεδρικών διαταγμάτων ότι ήδη από την Τετάρτη είχε παραιτηθεί και η κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός. Αν έτσι συνέβη, εμείς πάντως την Τετάρτη δεν το είχαμε μάθει. Είχαμε μάθει ότι στο υπουργικό συμβούλιο είχαν ζητηθεί οι παραιτήσεις των μελών για να τις έχει ο Παπανδρέου «στη διάθεσή του». Ο ίδιος έβγαλε τηλεοπτικό διάγγελμα που και πάλι δεν είπε «παραιτούμαι». Όλα θα τα βρίσκαμε στην πορεία. Αν και εφόσον. Είχαν συναντηθεί Κυριακή βράδυ. Συναντιούνται πάλι Τετάρτη απόγευμα να κάνουν Πρωθυπουργό τον Πετσάλνικο. Εμπλοκή. Ξανά το άλλο πρωί. Τι στα αλήθεια συμβαίνει; Στο πλαίσιο ποιας διαδικασίας συμβαίνουν όλα αυτά; Με τι ιδιότητα συζητούν αυτοί που συζητούν, συνταγματικά ποιόν ακριβώς χαρακτήρα έχουν οι συναντήσεις τους; Κι ο Πρόεδρος τι παριστάνει μέσα σε όλο αυτό τον ημιάτυπο – ημιτυπικό ορυμαγδό; Το λαμπατέρ τους; Όχι μόνο. Τους έδωσε και μια ημερομηνία ώστε να βολευτούν συνταγματικά κάπως τα πράγματα. Τετάρτη λοιπόν παραιτήθηκαν -παραιτήθηκε όλη η Κυβέρνηση κι ας μην το έγραψαν σωστά στο προεδρικό διάταγμα- και μετά πήγαν σε συνάντηση πολιτικών αρχηγών. Αυτή ήταν η πρώτη τυπική. Θυμήθηκε να καλέσει τότε τα κόμματα της αριστεράς ή είχε μείνει στην άρνησή τους στις πρώτες άτυπες συναντήσεις; Δεν θυμάμαι. Και τι σημασία έχει; Αφού θα αρνούνταν ούτως ή άλλως, κινούμενα εκτός του «συνταγματικού τόξου». Που και «συνταγματικό λάστιχο» να το πεις μετά απ' όλα αυτά, θα 'χεις κι ένα δίκαιο. Ας το ονομάσουμε συνταγματικό.

Κυριακή, Νοεμβρίου 13, 2011

You ask me?


«Ρωτάτε εμένα αν επικροτώ την βία;»
Βιντεάκι από το πολύ ενδιαφέρον "Τhe Black Power Mixtape 1967-1975". Όλα σε αυτόν τον κόσμο θέμα οπτικής γωνίας είναι: μπορείς λοιπόν να το δεις και να πεις «Ορίστε, η γυναίκα για αληθινότατη βία εις βάρος των μαύρων μιλούσε, δεν υπάρχει η έννοια "μεταφορική βία", άρα η όποια βίαιη απάντηση στην μη κυριολεκτική βία βρίσκεται εν αδίκω και είναι δυσανάλογη» ή από την άλλη να πεις «Ορίστε, παντού και πάντα η εξουσία ασκείται και μέσω της επιβολής της στη γλώσσα, μέσω του τρόπου που ορίζει κυριαρχικά τις έννοιες κλειδί, μέσω όσων περιλαμβάνει στον ορισμό τους και όσων πολύ βολικά αποκλείει. Η εξουσία κατουρά σαν σκυλί τον ορισμό της έννοιας "βία", καθιστώντας έτσι τα όρια της έννοιας αδιαπραγμάτευτα δικά της: όποιος επιχειρήσει να μπει μέσα τους και να αλλάξει τον ορισμό, αντιμετωπίζει αδυσώπητα γαβγίσματα σε επίπεδο καθεστωτικού λόγου, δαγκωνιές και γδαρσίματα σε επίπεδο αστυνομικής καταστολής».
Αρκετός κόσμος πρέπει να κρύωσε πολύ αυτό το σαββατοκύριακο, κι όμως διστάζω να το γράψω και δεν βρίσκω τον κατάλληλο τόνο με τον οποίο θα το γράψω, ακριβώς επειδή η έννοια «λαϊκισμός» έχει κατουρηθεί με πολλή ένταση. Πόσo μάλλον αν το προχωρήσω λέγοντας πως το να κρυώνεις γιατί δεν έχεις πια λεφτά για θέρμανση συνιστά μια βίαιη μεταβολή στη ζωή σου. Αλλά εγώ δεν κρυώνω ακόμα. Άρα δεν δικαιούμαι να μιλάω για αυτά τα θέματα. Θα ήμουν υποκριτής.
Η υποκρισία. Η ενοχή. Έννοιες από τις πιο μονόπλευρα κατουρημένες.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 11, 2011

Η Σύνθεση

(Δεν το χρειάζεσαι το τσεκούρι.
Οι θύρες που κρούεις είναι από καιρό για σένα ανοικτές)

1. Η επιλογή.
ΠΑΣΟΚ και ΝΔ δεν είχαν καμία υποχρέωση να βάλουν στην κυβέρνησή τους τον ΛΑΟΣ. Καμία όμως. Οι εντολές απ' το εξωτερικό αφορούσαν την μεταξύ τους συναίνεση. Αυτά τα δύο κόμματα είναι που πρέπει να συνυπογράψουν ό,τι είναι να συνυπογραφεί. Δεν αγχώθηκαν ποτέ για τον Καρατζαφέρη οι ξένοι ηγέτες της χώρας. Η μη συμμετοχή δε των κομμάτων της αριστεράς, διευκόλυνε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ να μην έχουν και κανέναν άλλου είδους ενδοιασμό. Γιατί αν συμμετείχαν όλα τα κόμματα της Βουλής, θα τους ήταν δυσκολότερο να αποκλείσουν τον ΛΑΟΣ. Αλλά δεν ήθελαν να τον αποκλείσουν. Ήθελαν να επανδρώσει τις τάξεις τους, ήθελαν να κάτσουν δίπλα δίπλα στα υπουργικά έδρανα, ήθελαν να βροντοφωνάξουν πως ο Βορίδης και ο Άδωνης είναι ένας από εμάς. Και ίσως κρίθηκε στο γύρισμα του νομίσματος αν θα είναι στην ίδια κυβέρνηση με τον Ροντούλη που τους έλεγε γομάρια ή με τον Γιώργο Ανατολάκη για να τους ψεκάσει με ηλιθιογόνα. Όσο προσωρινή κι αν είναι η κυβέρνηση, τον ΛΑΟΣ τον νομιμοποίησαν ως κυβερνητικό εταίρο αμετάκλητα. Και θα ήταν διαφορετικό αν αυτό συνέβαινε μετεκλογικά, αν εν πάση περιπτώσει από το εκλογικό αποτέλεσμα προέκυπτε κυβέρνηση συνεργασίας μόνο με τη συμμετοχή του. Εκεί θα το εξηγούσες ως ανάγκη. Εδώ είναι εντελώς επιλογή, επιλογή που σηματοδοτείται και από το εύρος και το είδος της συμμετοχής των στελεχών του στη σύνθεση της κυβέρνησης. Που μόνο ως ξεροκόμματο που αναγκάστηκες να δώσεις με κρύα καρδιά δεν μπορεί να ερμηνευθεί.

2. Όλοι οι καλοί χωράνε.
Tα πρώτα καλά νέα είχαν έρθει όταν διέρρεε πως ο μόνος σίγουρος για το υπουργείο του ήταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Αν γινόταν κάποιο αστείο και προσπαθούσαν να τον βγάλουν, ήταν ικανός να έπαιρνε ομήρους όσα ευρώ έχουν απομείνει στο ταμείο του κράτους και να απειλούσε πως θα τους πει τι μέγιστο ατόπημα πάει να γίνει εις βάρος του, με αποτέλεσμα αυτά να μετατρέπονταν από τον πανικό τους μόνα τους σε δραχμές. Ικανός όμως είναι και ο άλλος αντιπρόεδρος της πρώην και της νυν κυβέρνησης. Ικανός είναι να του είπαν ότι δεν θα είσαι μέλος της και παραταύτα να εμφανίστηκε. Ικανός είναι, Αλέκα, να σκάσει μύτη και στην ορκωμοσία της επαναστατικής κυβέρνησης που θα κάνεις προσεχώς, αρκεί να είναι εδώ και όχι σε τίποτα βουνά. Όρκισέ τον, θα είναι καλός κομμουνιστής, θα κάνει ό,τι χρειαστεί. Από την άλλη ενδεχομένως αδικώ τους δύο αντιπροέδρους, αφού στη θέση τους έμειναν οι πάντες όλοι, όλοι αυτοί οι υπεραπαραίτητοι υφυπουργοί που τυχόν απώλειά τους τώρα θα είχε ανεπανόρθωτες συνέπειες για την σωτηρία της χώρας. Η εκ νέου μετάθεση της Φώφης της Γεννηματά όμως είναι η μεγαλύτερη κίνηση απ' όλες, η Φώφη είναι ένας μπαλαντέρ της ομάδας, παίζει όλες τις θέσεις, αρκεί να έχει θέση, δεν είναι δυνατόν να μην υπάρχει κάπου θέση για τη Φώφη, ένας μισθός να τρέχει, μια απασχόληση να έχει το κορίτσι να περνάει την ώρα τoυ.

Δεν έχω σκοπό να ξαναματαλαϊκίσω και να πω κοίτα πώς φέρονται στα δημόσια οικονομικά, κοίτα πώς εξακολουθούν μέχρι την ύστατη ώρα να φτιάχνουν πενηνταμελή υπουργικά συμβουλία, με τον κάθε υπουργό, αναπληρωτή κι υφυπουργό να κουβαλά μαζί του και μια στρατιά συμβούλων, παρασυμβούλων και εξωσυμβούλων, μισθοδοτούμενων όλων από το ίδιο εκείνο κράτος για το οποίο γίνεται όλος αυτός ο κακός χαμός, από το κράτος το οποίο κατά τ' άλλα ανάποδα να το γυρίσεις δεν πέφτει κανενός είδους νόμισμα. Πασχίζει να το γκρεμίσει το πελατειακό κράτος το πολιτικό σύστημα, κι όταν τα καταφέρει να το γκρεμίσει για τους υπόλοιπους πολίτες, τότε ίσως ρίξει μια ματιά και στον εαυτό του. Και τότε ίσως ρίξει μια ματιά κι ο Πάγκαλος στον καθρέφτη του και στο πως μένει να φάει μέχρι την τελευταίο δευτερόλεπτο που του αναλογεί, να φάει και το Νοέμβριο του 11, να φάει και το Δεκέμβριο του 11, να φάει και τον Ιανουάριο του 12, να φάει και τον Φεβρουάριο του 12, αν και με τον ρυθμό που πάμε κάθε επόμενος μήνας ακούγεται σαν μήνας επιστημονικής φαντασίας, όπου ό,τι κι αν συμβεί δεν θα σου προξενήσει έκπληξη, εκτός βέβαια κι αν φυλακιζόταν ο Μάκης Ψωμιάδης σε ελληνικές φυλακές για πάνω από μία ημέρα χωρίς να μεσολαβήσει δικαστικό ή άλλο πραξικόπημα (και δικαιωθεί έτσι κι ο ΓΑΠ που το χρησιμοποίησε ως επιχείρημα στους μερκοζίδες για να απολογηθεί για το δημοψήφισμα).

3. Η σύνθεση.
Α match made in heaven. Είναι όλοι εδώ, σαν έτοιμοι από καιρό, σαν θαρραλέοι, έτοιμοι για την τελική σύνθεση των «αστικών δυνάμεων της χώρας». Στην κορυφή η τραπεζιτική ελίτ, ένας τραπεζίτης έτοιμος να διαπραγματευθεί μια συμφωνία που αφορά κατ΄ εξοχήν ελληνικές και ξένες τράπεζες. Δίπλα του καλεί τον μεγάλο υμνημένο της ματαιωμένης ιστορικής διαρθρωτικής αλλαγής. Ο Τάσος Γιαννίτσης, ο άνθρωπος που προσπάθησε να μας κάνει εγκαίρως ανθρώπους αλλά αντιδράσαμε βοοειδώς, είναι πάλι εδώ. Οι φωνές μιας κοινωνίας που πρέπει να ξεφύγει από το μεταπολιτευτικό βάλτωμα δηλώνουν παρούσες στο προσκλητήριο. Εμπρός να φύγουμε από ό,τι μας κρατούσε πίσω ως κοινωνία, από ό,τι μας έκανε παρίες στα μάτια της προηγμένης ευρωπαϊκής μας οικογένειας. Στο πλευρό μας και στην κυβέρνησή μας οι ακροδεξιοί μας πυλώνες. Επιτέλους χωρίς τις μεταπολιτευτικές αγκυλώσεις που έλεγαν την ακροδεξιά κακό πράγμα. Επιτέλους χωρίς τις αισθητικές αγκυλώσεις που έλεγαν τον Άδωνη γελοίο. Όλοι μαζί, όλοι οι εχθροί των δυνάμεων της καθυστέρησης. Ένα νέο πνεύμα επιφοίτησης έχει απλωθεί πάνω από τα κεφάλια των βουλευτών ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Όλοι πια μιλούν για συναίνεση, όλοι πάντα μιλούσαν για συναίνεση, ο διαχρονικός γκουρού της συναίνεσης Τηλέμαχος Χυτήρης μάς εξηγεί -με σεμνότητα είναι η αλήθεια- ότι δικαιώθηκε μια ζωή συναινετικών αγώνων. Όλοι πια οι βουλευτές ΠΑΣΟΚ και ΝΔ λευτερώθηκαν από τα κομματικά δεσμά κι όλοι λένε πια ελεύθερα τη γνώμη τους. Κι όλοι άρα για να μη λένε κάτι αρνητικό επ' αυτού, αγαπούν Ροντούλη. Κι όλοι αναρωτιούνται ο Ανατολάκης γιατί όχι;

Κι όλες οι δημοσιογραφικές δυνάμεις του φωτός, όλοι εκείνοι που μας τραγουδούσαν και μας τραγουδούν το φως του εκσυγχρονισμού και της διαρθρωτικής μας αλλαγής, αναγκάζονται να βάλουν τον εστετισμό τους και την προχωρημένη σκέψη τους να ξαποστάσουν λίγο. Παιδιά, με τον Βορίδη και τον Άδωνη κάνατε κυβέρνηση, να τους χαίρεστε, να χαίρεστε τις δημοκρατικές σας ευαισθησίες, να χαίρεστε το όραμά σας, να χαίρεστε την προπαγάνδα σας.

Όλοι λοιπόν μαζί, ο Παπαδήμος με το Γιαννίτση, ο Βενιζέλος στο φέουδό του, ο Πάγκαλος, οι σαρανταπέντε υφυπουργοί και εξήντα μαθητάδες, τα θαμμένα τσεκούρια του Βορίδη, να ετοιμάζεται η Χρυσή Αυγή για τις μελλοντικές δικές της συμμαχίες με τις αστικές δυνάμεις του τόπου, είμαστε όλοι εδώ, έτοιμοι υπό πνεύμα ενότητας να προβούμε στις επώδυνες αλλά αναγκαίες θυσίες για να μην καταστραφούμε, έτοιμοι να σας κόψουμε το ρεύμα, έτοιμοι να σας κόψουμε τα πόδια, έτοιμοι να κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να σώσουμε τη χώρα από το χάος, εμείς είμαστε το δείγμα του μέλλοντός σας, τώρα είναι η εποχή της συναίνεσης και κανείς δεν είναι εμβληματικότερος εκπρόσωπός της από τον Δημήτρη Αβραμόπουλο, που -Γιώργο Ανατολάκη, τώρα δικαιώνεσαι- τον ψέκασαν μικρό και στο υπερμακάριο σε βαθμό άφατης αφασίας βλέμμα του συνοψίζεται η βασική ιδέα πίσω από το τι σημαίνει συναίνεση: τίποτα.

Το τίποτα ως ιδεολογία, η ιδεολογία της συναίνεσης, η ιδεολογία του δεν μας χωρίζει κατά βάθος τίποτα, η ιδεολογία της μη διαφοράς, της μη ύπαρξης πολιτικής, του αυτόματου της οικονομίας, ενός αυτόματου στο οποίο έχουμε επιβιβαστεί και τρέχουμε, τρέχουμε, τρέχουμε, προς ένα μέλλον που αδυνατείς να φανταστείς ως πού μπορεί να φτάσει. Όπως αδυνατείς να χωνέψεις πως φτάνει τόσο πολύ στα άκρα ένα σύστημα που υποτίθεται ενεργούσε πάντα ως εχθρός των άκρων, πως φτάνει τόσο πολύ στην εκτροπή ένα σύστημα που υποτίθεται ενεργούσε πάντα στο όνομα της συνταγματικής νομιμότητας.

(Χώσ' τα, ρε Μπέναρε. Χώσ' τα σαν να μην υπάρχει αύριο)

Ιndiana Light

Βαριά χαρτιά μαζεμένα: ο Τεντέν στις οθόνες, ο Σπίλμπεργκ με τον Πίτερ Τζάκσον υπεύθυνοι για την εμφάνισή του σ΄αυτές. Ο Σπίλμπεργκ σκηνοθετεί, ο Τζάκσον θα σκηνοθετήσει το σίκουελ, υπογράφοντας εδώ ως παραγωγός και διατηρώντας παράλληλα καθοριστικό ρόλο στην κατασκευή της ταινίας, αφού η εταιρία του, ονόματι Weta Digital, ειδικεύεται στην τεχνική performance capture ή motion capture με την οποία γυρίστηκαν οι «Περιπέτειες του Τεν Τεν: Το μυστικό του μονόκερου». Με την τεχνική αυτή οι ηθοποιοί παίζουν κανονικά, στη συνέχεια γίνεται πάνω στην εικόνα τους η ψηφιακή επεξεργασία και το αποτέλεσμα είναι ένα υβρίδιο ανάμεσα σε κανονική εικόνα και σε animation. Ο Τζάκσον το περιγράφει παραστατικά λέγοντας ότι εν προκειμένω το αποτέλεσμα δεν είναι καρτουνίστικο αλλά «φωτορεαλιστικό»: οι ηθοποιοί μοιάζουν ακριβώς σαν κανονικοί άνθρωποι, κανονικοί άνθρωποι όμως που βγήκαν μέσα από τις σελίδες του κόμικ του Ερζέ. Αν μη τι άλλο και οι ιδιότητες των ηρώων -δεν ματώνουν, δεν χτυπάνε κλπ- είναι πιο ταιριαστές μέσα σε αυτό το αισθητικό περιβάλλον και μερικές σκηνές δράσεις είναι λιγότερο απίστευτες, ενώ εντυπωσιακή δουλειά έχει γίνει και στο εικαστικό κομμάτι της ταινίας, με τα έντονα χρώματα να δίνουν τον τόνο, επηρεασμένα προφανώς και από την «καθαρή γραμμή» (ligne claire) των σχεδίων του Ερζέ, που ήταν γενικότερα επιδραστικά και εκτιμήθηκαν ιδιαίτερα από την ποπ αρτ.

Όταν ο Ερζέ είδε τους «Κυνηγούς της Χαμένης Κιβωτού», είπε πως μόνο ο Σπίλμπεργκ θα μπορούσε να γυρίσει τον Τεντέν με τον τρόπο που του άξιζε. Ο Σπίλμπεργκ πάλι, διαβάζοντας σε μια κριτική για την ίδια ταινία τις αναλογίες που υπάρχουν ανάμεσα στους δύο ήρωες, πρωτομπήκε στον κόσμο του Τεντέν και ενθουσιάστηκε με ό,τι έβλεπε, μολονότι τα πρώτα τεύχη που έπεσαν στα χέρια του ήταν στα Γαλλικά. Οπότε η εκτίμηση ανάμεσα στους δύο δημιουργούς ήταν αμοιβαία, γεγονός όχι παράξενο δεδομένων των κοινών χαρακτηριστικών των ηρώων τους. Όταν γυρνούσε τον δεύτερο Ιντιάνα Τζόουνς, ο Σπίλμπεργκ σκόπευε να επισκεφτεί τον Ερζέ, μα τότε ακριβώς ο Ερζέ πέθανε. Η σύζυγός του έδωσε ωστόσο στον Σπίλμπεργκ τα δικαιώματα του έργου του και κοντά τριάντα χρόνια αργότερα, μετά από σειρά υπαναχωρήσεων και αναβολών, φτάσαμε επιτέλους στο να λάβει σάρκα και οστά το σχέδιο.

Αν και τεχνικά το περιβάλλον τού είναι νέο, ο Σπίλμπεργκ βρίσκεται κατά τ' άλλα εντελώς στο περιβάλλον του, γνωρίζοντας τους κώδικες της περιπέτειας καλύτερα απ' τον καθένα. Ελέγχει με την μπαγκέτα του τους ρυθμούς, ενώ ο Τζον Γουίλιαμς από δίπλα με τη δική του εξακολουθεί να κάνει αυτό που πάντα έκανε, να γράφει δηλαδή μουσικές που κλειδώνουν πάνω στις εικόνες του, κι είναι σαν να συναγωνίζονται ο ένας τον άλλον σε κέφι, μα κυρίως σε μαστοροσύνη, αφού έχουν σταμπάρει το κινηματογραφικό αυτό είδος. Η δράση εναλλάσσεται σε γενναίες ποσότητες στη θάλασσα, στον αέρα και στην ξηρά. Το καλύτερο σημείο όμως είναι όταν για λίγα λεπτά θα εναλλαχθεί ανάμεσα σε παρόν και παρελθόν, σε μια υπέροχη σκηνή παράλληλης δράσης, όπου όσα ανακαλεί στη μνήμη του ο Κάπτεν Χάντοκ για έναν πρόγονό του, αντιστοιχούν σε όσα συμβαίνουν την ώρα εκείνη στον ίδιον.

Ο Σπίλμπεργκ τοποθετεί συχνά τον Τεντέν στο κάτω μέρος του κάδρου, βάζοντάς τον να κοιτά κάπου ψηλά, σαν να αναζητά κάτι άυλο στον αέρα, σαν το πρόσωπό του να φωτίζεται από μια αφηρημένη ιδέα που τον κινεί ψυχικά: ένα μυστήριο, ένα μυστικό προς ανακάλυψη. Η περιπέτεια βρίσκει πάνω στο φωτισμένο πρόσωπο του Τεντέν λόγο ύπαρξης και κινητήριο μοχλό, δυστυχώς όμως η ταινία ρίχνει όλο της σχεδόν το βάρος στην δράση, με αποτέλεσμα οι συγκινήσεις της λύσης των μυστηρίων να περνούν σε εντελώς δευτερεύουσα μοίρα. Ακόμα και κάποια σημειώματα που κρύβουν αυτή τη λύση δεν ενδιαφέρουν τη ταινία ως φορείς της λύσης του γρίφου, αλλά χρησιμοποιούνται ως υλικά σώματα, ως κομμάτια χαρτί που σε μια οργασμικά χορογραφημένη σκηνή ανθολογίας αλλάζουν διαρκώς χέρια και ράμφη. Στο τέλος δε η λύση του μυστηρίου μοιάζει να μην έχει σημασία, καθώς ο Σπίλμπεργκ αγχώνεται να φωνάξει ότι θα επακολουθήσει σίκουελ, λες και υπήρχε περίπτωση να μην το πληροφορηθούμε όταν γυριστεί, λες και η ταινία που είδαμε δεν έχει σημασία, σημασία έχει η επόμενη.

Στα πρώτα λεπτά του έργου, όταν αρχίζει να γεννιέται η περιέργεια στον Τεντέν για ένα από τα μυστικά της ταινίας, γυρνάει στο σπίτι του, κάθεται στο γραφείο του και έχει μπροστά του το πληκτρολόγιό του. Πάνω από το πληκτρολόγιο δεν υπάρχει τίποτα. Κενό. Το πληκτρολόγιο είναι γραφομηχανής. Ο κόσμος του Τεντεν είναι ένας κόσμος πριν το ίντερνετ. Ο Τεντέν λέει μέσα στην καλή χαρά «Πάμε στο μέρος που μπορούμε να μάθουμε τα πάντα». Η γραφομηχανή δεν έχει οθόνη, ο Τεντέν δεν έχει να κοιτάξει μπροστά του, δεν έχει να γκουγκλάρει για να μάθει τα πάντα. Ένας ολόκληρος κόσμος που δεν υπάρχει ακόμα, εκεί, μπροστά στην άδεια από οθόνη γραφομηχανή του. Πηγαίνει λοιπόν σε μια μεγάλη βιβλιοθήκη και ψάχνει βιβλία και η πληροφορία βρίσκεται εκεί, σε μια σελίδα. Όσο γοητεία και να έκρυβε εκείνο το ψάξιμο, σου φαίνεται πια αφύσικος ένα κόσμος που όλη η πληροφορία δεν ήταν συγκεντρωμένη ανά πάσα στιγμή μπροστά στην οθόνη σου, ανά πάσα στιγμή μπροστά σου. Ο προδιαδικτυακός κόσμος ήταν εξ ορισμού πιο περιπετειώδης και πιο μυστηριώδης.

(Κείμενο γραμμένο για το ελculture)

Πέμπτη, Νοεμβρίου 10, 2011

Ο Αυτονόητος

Έ - Έ - Έρχεται.

Τις τελευταίες πέντε ημέρες γίναμε μάρτυρες της παπατζήδικης δημοκρατίας, τώρα είμαστε έτοιμοι να περάσουμε στο επόμενο εξελικτικό στάδιο, την παπαδημοκρατία. Όπως διαπραγματεύονταν πέντε ημέρες τώρα, έτσι ακριβώς κυβερνούσαν δεκαετίες τώρα, με αυτό ακριβώς το πνεύμα, με αυτό ακριβώς το ήθος, και αν υπήρξαν σε κάτι ωφέλιμες αυτές οι πέντε ημέρες είναι επειδή έπαιζαν ολομόναχοι και όσο καλή θέληση και να είχες κι όσο πλουμιστά κι αν ήταν τα φτερά σου, δεν μπορούσες να ερμηνεύσεις αυτό που γινόταν με θεωρίες περί συλλογικής κοινωνικής ευθύνης, κουλτούρας βίας και ανομίας, αριστερής ιδεολογικής ηγεμονίας ή κρατισμού. Το βασίλειο των δύο μεγαλομάγαζων περιέφερε επί πενθήμερο την εντελώς γυμνή από προσχήματα πραγμάτεια του μεταξύ Μαξίμου και Συγγρού. Χορτάσαμε γύμνια, καιρός να μπει ένας Παπαδήμος να τη σκεπάσει. Και ίσως ταυτόχρονα καιρός να αρχίσουν να διαλύονται τα μεγαλομάγαζα για να αντικατασταθούν από άλλα, τι χωρίζει άλλωστε τον Γιάννη Ραγκούση απ' τον Κυριάκο Μητσοτάκη, τι χωρίζει άλλωστε τον Ανδρέα Λοβέρδο απ' τον Άρη Σπηλιωτόπουλο και λοιπά και λοιπά. Μέχρι τότε όμως Παπαδήμος.

Ένας Παπαδήμος που ήταν λέει απ' την αρχή η «αυτονόητη» επιλογή. Η δική μου νόηση κινείται εκτός του μιντιακού αυτονοήτου, θα προσπαθήσω να την φιξάρω, θα καταβάλω κάθε δυνατή προσπάθεια να δω τα πράγματα υπό αυτό το πρίσμα, θα καταβάλω κάθε δυνατή προσπάθεια να νομιμοποιήσω εντός μου τον εντολοδόχο πρωθυπουργό - για να είναι αυτονόητος κάτι ριζικό πρέπει να μου έχει διαφύγει στο όλο θέμα.

Και επειδή σε έχουν κουράσει οι υστερίες μου περί εκπροσώπου του τραπεζικού συστήματος στην εξουσία κλπ, μόλις απαλλαγώ από αυτές θα προσπαθήσω να δω το ριζικό που μου διέφυγε στα εξής δύο σημεία:

1) Πώς η αυτονόητη λύση για «την υλοποίηση των αποφάσεων της Συνόδου Κορυφής της Ευρωζώνης της 26ης Οκτωβρίου 2011» -που είναι το αποκλειστικό υποτίθεται έργο της μεταβατικής κυβέρνησης- είναι ο άνθρωπος εκείνος που με βαρυσήμαντο άρθρο του τρεις ημέρες πριν την απόφαση, στις 23 Οκτώβριου, αντιτάχθηκε απερίφραστα στην προοπτική της.

2) Πώς γίνεται ενώ επανήλθε στη διεθνή συζήτηση ο τρόπος με τον οποίο μπήκε η Ελλάδα στο ευρώ και ξανακούστηκαν κατηγορίες για χάλκευμα των δημοσιονομικών στοιχείων της, να εμφανίζεται ως ο πλέον αξιόπιστος συνομιλητής με το διεθνές σύστημα ο τότε κεντρικός τραπεζίτης της χώρας, ένας δηλαδή εκ των μεγάλων πρωταγωνιστών της εισόδου μας στο ευρώ. Δηλαδή εάν δεν ανήκαμε από την αρχή στο ευρώ, δεν ανήκαμε επειδή ο Παπαδήμος μαγείρευε νούμερα. Όχι ο Φωτόπουλος, όχι ο Λυμπερόπουλος. Ο Παπαδήμος.

Ήταν η εκπομπή «Πείτε στο αυτονόητο πως οι δρόμοι μας έχουν χωρίσει οριστικά». Αύριο πάλι μαζί, με κριτική για τον Τεντέν και τη σύνθεση της νέας κυβέρνησης.

Τρίτη, Νοεμβρίου 08, 2011

Σημεία τριβής

Τα δέκα βασικά σημεία τριβής:

1) Η ΝΔ ζητά να έχουν καταλήξει στη σύνθεση της νέας κυβέρνησης ως τις 19 Φεβρουαρίου - το ΠΑΣΟΚ λέει ότι το περιθώριο δεν πρέπει να είναι τόσο δεσμευτικό.

2) Η ΝΔ ζητά η σύνθεση της νέας κυβέρνησης να ανακοινωθεί σε έξι δόσεις - το ΠΑΣΟΚ λέει πως κάθε συζήτηση για την έκτη δόση έχει παγώσει.

3) Ο Σαμαράς διαπραγματεύεται με τον τρόπο του Γιώργου Καραγκούνη: κρατάει την μπάλα περιμένοντας να του κάνει κάποιος φάουλ - και να που τον ανέτρεψε ο Όλι Ρεν, με αποτέλεσμα ο Αντώνης να σφαδάζει στο γρασίδι.

4) Το ΠΑΣΟΚ ζητά άμεση παραίτηση Μπερλουσκόνι - η ΝΔ ζητά ταυτόχρονη παραίτηση Μοράτι, ώστε ο δικομματισμός των ομάδων του Μιλάνου να εξακολουθήσει να παίζεται επί ίσοις όροις.

5) Η ΝΔ δεν θέλει να μπουν πολιτικά στελέχη της στη κυβέρνηση επειδή βασικά δεν έχει πολιτικά στελέχη ικανά να γίνουν υπουργοί. Αν έκανε αυτοδύναμη κυβέρνηση, μισή ντροπή των μισών υπουργών μισή ντροπή των άλλων μισών. Τώρα ντρέπεται όλη μόνη της.

6) Κατά το ΠΑΣΟΚ δεν υπάρχει καθυστέρηση στις διαπραγματεύσεις επειδή σύμφωνα με το ρολόι του Γεωργίου Παπανδρέου (αμφίσημο εδώ το ονοματεπώνυμο) βρισκόμαστε ακόμα στο βράδυ της Κυριακής, άντε πρωί Δευτέρας στη χειρότερη.

7) Εμπλοκή έχει σημειωθεί και λόγω της απαίτησης -εκτός από τη στελέχωση με τραπεζίτες- ένα τουλάχιστον υπουργείο να δοθεί τιμής ένεκεν σε ΑΤΜ.

8) Ο Γιώργος Καρατζαφέρης ανθίσταται σθεναρά στις πιέσεις να γίνει αντιπρόεδρος της ελληνικής κυβερνήσεως, επειδή του βάζουν όρο κατά τη διάρκεια της θητείας του να περιοριστεί σε πέντε γνωμικά και τέσσερεις παραβολές ημερησίως. Σε αντάλλαγμα θα του ανοίξουν λογαριασμό στο φέισμπουκ και το τουίτερ όπου θα μπορεί να πυροβολεί ασταμάτητα.

9) Σύμφωνα με ρητό όρο των δανειστών, αν πάθει εγκεφαλικό ο Μανώλης Καψής λόγω της άρνησης Σαμαρά να υπογράψει, για την εκταμίευση δεν θα απαιτούνται πλέον απλά υπογραφές, αλλά θα συνοδεύονται από πουτσοσκάμπιλα, τα οποία θα κατανεμηθούν ως εξής: Του Όλι Ρεν στο Νέο Πρωθυπουργό, Του Νικολά Σαρκοζί στο Νέο Υπουργό Οικονομικών, του Ρομπάι ή Ρομπέι στο Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, του Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο στον Γιώργο Ανδρέα Παπανδρέου, και της Αγγέλας Μέρκελ στον Αντώνη Σαμαρά. Η κυρία Μέρκελ θα χρησιμοποιήσει ντίλντο της αποκλειστικά δικής της επιλογής.

10) Προκειμένου να διασφαλιστεί η ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας -βασική στρατηγική επιλογή των τελευταίων πενήντα ετών- η ΝΔ θα αποδεχτεί το ντίλντο ως «αναπόφευκτο», αλλά δεν πρόκειται να αποδεχθεί να μπουν μπρος οι μπαταρίες. Σε αυτό θα είναι ανένδοτη.

Κυριακή, Νοεμβρίου 06, 2011

Αναγνωρίσεις

Η μόνη απόλυτα ψύχραιμη και η μόνη απόλυτα μη λαϊκίστικη εκτίμηση είναι πως αν το μνημόνιο υπήρξε το πρώτο βήμα στην πολιτειακή και εθνική υποτέλεια της χώρας, η αποψινή συμφωνία υπήρξε το δεύτερο, ακόμη βαθύτερο βήμα.

Σε επιχειρήματα του στυλ «δεν είσαστε τόσο ευαίσθητοι όταν επί δεκαετίες παίρνατε τα λεφτά απ' τις Βρυξέλλες, τώρα θυμηθήκατε την εθνική κυριαρχία και τη δημοκρατία», η απάντηση είναι πως αυτά που συνέβησαν πέρσι και ειδικά αυτά που συμβαίνουν την τελευταία εβδομάδα, είναι καταστάσεις εντελώς άλλης κλίμακας. Σε επιχειρήματα του στυλ «δεν τα κάνουν μόνο σε εμάς, τα κάνουν και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, απλώς σε εμάς τα κάνουν πιο έντονα», η απάντηση είναι πως το ευρύτερο πνίξιμο των εθνικών δημοκρατιών απλά καθιστά μεγαλύτερη την ευρωπαϊκή κατηφόρα προς το σκοτάδι. Σε επιχειρήματα του στυλ «ή αυτό ή το χάος», η απάντηση είναι πως ακόμη κι αν είχαν βάση, πως ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι δεν είναι ακριβώς "αυτό" το οποίο φέρνει ένα πολύπλευρο και πολύ πιο επώδυνο χάος, η ουσία παραμένει πως για να μην σε αφήσουν να βουτήξεις το χάος, σου αφαιρούν ό,τι μένει από πρόσχημα αυτοδιάθεσης. Σε επιχειρήματα του στυλ «μα μόλις τέθηκε το δημοψήφισμα που θα σε αυτοδιέθετε, πρώτος εσύ σαν λαός κώλωσες», η απάντηση είναι άντε και γαμηθείτε.

Τέλος, όσο σκασίλα σου κι αν είναι, να σε ενημερώσω ότι τον Λουκά Παπαδήμο ή τον όποιο άλλο λομπίστα του τραπεζικού συστήματος, εγώ δεν τον αναγνωρίζω ως νόμιμο Πρωθυπουργό της χώρας μου.

Σάββατο, Νοεμβρίου 05, 2011

Πασοκόψυχοι

Εδώ στη ρωγμή του χρόνου ντύνομαι να μην κρυώνω του Κακλαμάνη το μειδίαμα και του Καρατζαφέρη την ονείρωξη. Βγαίνει ο Απόστολος από τη Βουλή με την καμπαρντίνα τη χακί και χαμογελά θριαμβευτικά, έχοντας τη σπάνια έως μοναδική ευκαιρία να τα χώσει στo Mega μέσα από το Mega, καθώς φαντασιώνεται πως είναι ο αντιμιντιακός Βελουχιώτης, ο Νέστωρ της μεγάλης πατριωτικής σοσιαλιστικής παράταξης, μα κυρίως καθώς φαντασιώνεται πως η ομαδάρα την έφερε και πάλι όλων των εχθρών της, πως η ομαδάρα την υφάρπαξε και πάλι την ψήφο, λες και υπάρχει μισός από τους 153 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ που ξεγελάστηκε σε κάτι και δεν κατάλαβε τι ψήφιζε. Οι ευχές πάλι του λαού έπιασαν τόπο και μπορεί να μην τα έφερε έτσι η κάλπη, τα έφερε όμως έτσι η τύχη και ο χειρισμός των χειρισμών, η μεγάλη στρατηγική κίνηση με το δημοψήφισμα, που ο Πρόεδρος του ΛΑΟΣ, χέρι χέρι με τον Πρωθυπουργό και τον μεγάλο Πρόεδρο (εκείνον που κατά τη δήλωσή του προσπάθησε «να τιμήσει» την Θεσσαλονίκη την 28η, λες και ένα φυσικό πρόσωπο μπορεί ακόμη και υπό την ανώτατη πολιτειακή του ιδιότητα να τιμήσει μια πόλη κάποιων εκατοντάδων χιλιάδων κατοίκων και κάποιων αιώνων ιστορίας), θα διαδραματίσει τελικά το ρόλο τον οποίο προβάρει από μέσα του κι απ' έξω του τόσα χρόνια, θα προτείνει ονόματα έκπληξη για Πρωθυπουργούς, θα νιώσει ρυθμιστής, θα παζαρέψει υπουργεία, θα τον παίξουν κι εκείνον τα μεγάλα παιδιά στο παιχνίδι τους, καθώς επιτέλους η πολιτική ζωή της χώρας κατεβαίνει στο ύψος του, προκειμένου να τον μεταχειριστεί ως τον χρήσιμο κομπάρσο που θα στέκεται μπροστά στις κάμερες φαντασιωνόμενος τον πρωταγωνιστή.

Αν ο Κακλαμάνης και ο Καρατζαφέρης φαντασιώνονται, ο Αντώνης Σαμαράς υποδύεται, υποδύεται το παιδάκι το θυμωμένο, υποδύεται εκείνον που χτυπά τα χαρτιά με τσαντίλα στο μπουτάκι του, καθώς φωτογραφίζεται με τον Παπαντρέου (δεν τον λέει ποτέ Παπανδρέου, είναι πιο αβερωφικό φαίνεται αυτό το ντρού, μιλά πιο βαθιά στη ψυχή του μπρουτάλ ελληναρά αντιπασόκου ψηφοφόρου του), υποδύεται το παιδάκι που παίρνει τα προβατάκια του κι όλα μαζί αποχωρούν από τη Βουλή για δυο μέρες, έτοιμα να κρατήσουν την μύτη τους και να σκάσουν απ' το κακό τους. Θα πει ναι, λέει, στη δανειακή σύμβαση, εάν δεν του βάλουν να ψηφίσει μαζί και τα μέτρα, εάν δεν του ζητήσουν ως προϋπόθεση τους 180, εάν δεν λυθεί η απορία πώς μεταμορφώθηκε έτσι φέτος ο Λέτο, καθώς και αν ισχύσει μια σειρά άλλων προϋποθέσεων, οι οποίες διαφοροποιούν την πολιτική της ΝΔ από αυτή του ΠΑΣΟΚ σε πολύ καίρια σημεία (άλλο μείγμα μνημονίου - διαφορά σωστού από λάθος κλπ).

Υποδύονται μαζί του και οι ψηφοφόροι πώς η δική του πολιτική θα είναι διαφορετική, πώς θα αναδιαπραγματευθεί, πώς αν θα μπορούσε τον κόσμο να άλλαζε, θα ξαναέβαφε γαλάζια τη θάλασσα, πώς θα παραμείνει η άφθαρτη εναλλακτική λύση, καθώς δεν λέρωσε τα χέρια του ψηφίζοντας το μνημόνιο και δεν λερώνει τα χέρια του τώρα συγκυβερνώντας, παρότι οι Σαρκοζίδες κι όλοι οι φραγκολεβαντίνοι σκούζουν δυο χρόνια να συναινέσει. Αλλά αυτός παλεύει ηρωικά να σώσει τον δικομματισμό, να διατηρήσει την πρόφαση της διαφοράς μεταξύ των δύο κομμάτων, την πρόφαση της δυνατότητας αλλαγής. Υποδύονται στα αλήθεια μαζί του οι ψηφοφόροι και υπάρχουν τόσο τελειωμένοι εγκεφαλικά πολίτες που θα στραφούν πλειοψηφικά προς το κόμμα του με ελπίδα; Θα δείξει, όταν κάποτε, τον Μάρτιο του 12 ή τον Οκτώβριο του 13 (ή μερικούς μήνες αργότερα αν διακυβεύεται και καμία δόση), γίνουν εκλογές, αν βέβαια οι εκλογές παραμένουν ακόμη μια λύση που θα την εγκρίνουν ξένοι ηγέτες και εγχώριοι παπαγάλοι.

Και θα κλείσω δίνοντάς σου την ευκαιρία να γελάσεις για μια ακόμη φορά εις βάρος μου. Όλον αυτόν τον καιρό λοιπόν, σκεφτόμουν πως ένα σημαντικό ποσοστό των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ πρέπει στα αλήθεια να βασανίζεται και να υποφέρει για αυτά που αναγκάζεται να ψηφίζει. Πώς δεν μπορεί να γουστάρει όλη αυτή την λαϊκή κατακραυγή, πώς κάνει ό,τι κάνει επειδή εν πάση περιπτώσει έχει πειστεί με την εξήγηση πως αν δεν το κάνει η χώρα θα καταστραφεί. Και εν πάση περιπτώσει όντως έχει φυλλορροήσει από την αρχική της σύνθεση η κοινοβουλευτική ομάδα, καθώς σταδιακά άλλοι ανεξαρτητοποιούνταν κι άλλοι παραιτούνταν. Αυτοί οι 152 ανεπανάληπτοι άνθρωποι όμως -είμαι λαρτζ απόψε Λούκα και σε βγάζω έξω- που ψήφισαν απόψε ΝΑΙ και χειροκροτούσαν μετά και όρθιοι και έβαζε το χέρι του στην καρδιά ο άλλος, αυτοί οι 152 λοιπόν νομίζω πως έχουν πλέον περάσει κάθε τεστ, πως και να καιγόταν αύριο το μπουρδέλο η βουλή αυτοί θα αποδεικνύονταν πυρίμαχοι, η Βάσω η πυρίμαχη, ο πυρίμαχα αρχιτραγέλαφος Μίμης Ανδρουλάκης, το τόσο ελάχιστο τελικά αυτό πολιτικό ανθρωπάκι που παριστάνει το διανοητή και τον μυθιστοριογράφο, ένας προς ένας τους αυτοί οι 152 που ψήφισαν και σήμερα ΝΑΙ, που άντεξαν και σήμερα να ψηφίσουν ΝΑΙ, έχοντας πλήρη επίγνωση πως είτε πάνε πάλι να συνεχίσουν μόνοι τους, είτε στην καλύτερη μαζί με τον Καρατζαφέρη και τη Ντόρα, έχοντας πλήρη επίσης επίγνωση πως ανετότατα μπορεί τελικά να παραμείνει Πρωθυπουργός ο άνθρωπος που κληρονόμησε από τον πατέρα του ένα όνομα και από τον παππού του ένα ρολόι (που πάει πάντα από δύο έως τρεις ώρες λάθος όταν είναι να μιλήσει στο εσωτερικό, στη Βουλή, σε διάγγελμα ή στην ΔΕΘ, αλλά στο εξωτερικό δουλεύει καλά μάλλον, εκτός κι αν στήνει τρίωρα και τη Μέρκελ), ο άνθρωπος που ποτέ δεν είδε την πολιτική ως επάγγελμα και που πάντα τα έβαλε με το πολιτικό κατεστημένο της χώρας, ο επαναστάτης που τόλμησε να σπάσει το ταμπού του μπάφου και του ίντερνετ ως εργαλείου δημοκρατίας, ο άνθρωπος που δεν είναι γαντζωμένος σε μια καρέκλα αλλά σε ένα όνομα, έχοντας πλήρη επίγνωση πως ακόμη και αν δεν μείνει και παγώσει στα χείλη το χαμόγελο του επαναστάτη Κακλαμάνη, θα έρθει στη θέση του ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, ο Βενιζέλος, σύμφωνα πάντα με πληροφορίες που μεταφέρει το Mega, το Mega, το Mega, το Mega, το Mega, το Mega, το Mega, ώστε μόλις ορκιστεί να χύσουν ομαδικά ο ίδιος ο Ευάγγελος (που έχει αρχίσει πλέον και βάζει κυριολεκτικά το χέρι μέσα στο σακάκι του σαν υποσυνείδητος Ντούτσε - απόψε στην ομιλία του στη Βουλή το έβαζε συνεχώς) και μαζί του όλο το στούντιο του Μεγάλου Καναλιού που θα μοιάζει με δωμάτιο του Μεγάλου Ανατολικού από τη συσσωρευμένη λαγνουργία .

Ποιός από τους δύο ιστορικούς θριαμβευτές των Καννών θα είναι ο Πρωθυπουργός της επόμενης μέρας; Πώς θα αντιδράσει ο Ανδρέας Λοβέρδος όταν κατάπληκτος διαπιστώσει ότι η ψήφος εμπιστοσύνης που έδωσε δεν ανταποκρινόταν στους όρους που ο ίδιος έθεσε με την μεσημεριανή ανακοίνωσή του καταπέλτη; Ποιόν υπερήρωα θα προτείνει ο Γιώργος Καρατζαφέρης για Πρωθυπουργό; Τον Μίκη Θεοδωράκη; Τον Σταύρο Θεοδωράκη; Τον Μανώλη Γλέζο; Τον Κώστα Μητσοτάκη; Τον Ξενοφώντα Ζολώτα; Τον Ηλία Ηλιού; Τον Γιώργο Μαύρο; Τον Θωμά Μαύρο; Τον Μαύρο Πιτ; Τον Μπραντ Πιτ;

Πώς είναι δυνατόν να παρασυρόμαστε τόσο καιρό, να οργιζόμαστε και να μιλάμε για τραγωδίες; Πώς είναι δυνατόν να μην καταλαβαίναμε πως το έργο είναι κωμωδία, σκέτα κωμωδία, πως ό,τι τραγικό κι αν συμβεί στη συνέχεια δεν είναι δυνατόν να μας κάνει να σταματήσουμε να γελάμε, δεν πρέπει να μας στερήσει τη βαθιά χαρά της γνώσης πως τίποτα εδώ δεν συμβαίνει στα σοβαρά, ακόμη και το τραγικότερο; Στο χείλος των απειλών αποπομπής απ' το ευρώ, η ελληνική πολιτική σκηνή -σόρι που θα σου χαλάσω την μανέστρα αντικειμενικέ αναγνώστη, αλλά όχι όλη· η ελληνική πολιτική σκηνή πλην Αριστεράς (κομμουνιστικής, οπορτουνιστικής και μέχρι αποδείξεως του εναντίου και κουβελικής)- συναλλάσσεται στο μόνο νόμισμα που ξέρει: το φαιδρό.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 03, 2011

Νέος κόσμος, νέες ιδέες


Mπροστά στα μικρόφωνα ο τιτάνιος, και πίσω απ' αυτά το ταμπλό: G 20, Γαλλία 2011. Νέος κόσμος, νέες ιδέες. Το ταμπλό είναι στις Κάννες και οι διαδηλωτές αποκλεισμένοι στη Νίκαια. Οι αποκλεισμοί έχουν φτάσει σε επίπεδο πόλης πια. Νέος κόσμος, νέες ιδέες. Στους κατοίκους των Καννών δίνουν, άκουγα, κάτι ειδικά πάσα. Δεν μου έκανε εντύπωση η είδηση -δημοκρατία έχουμε άλλωστε- κι έτσι άλλαξα το κανάλι πριν ακούσω αν τους τα δίνουν για να μπορούν να αναπνέουν σε προκαθορισμένες ώρες, ώστε να διασφαλισθεί η ασφάλεια των ηγετών. Χρήσιμο είναι να επαναλάβουμε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των 20 είναι εκλεγμένοι λέει από τους λαούς τους κι όχι τίποτα στυγνοί δικτάτορες. Λες αυτή η δημοκρατική υποκρισία να είναι που κούρασε και έδωσε την πάσα για ένα νέο κόσμο νέων ιδεών, απαλλαγμένο ολοένα και περισσότερο από τα πολιτειακά βαρίδια του παλιού;

Άνθρωποι που εκτιμώ ισχυρίζονται ότι ο μεγάλος αρχηγός μας δρα βάσει σχεδίου, εκτελεί αποστολή. Εγώ -βλακωδώς πιθανότατα- εξακολουθώ να υποστηρίζω την εκδοχή πως πρόκειται για έναν ανεπανάληπτα ασυνάρτητο τύπο. Αλλά το θέμα είναι πως δεν έχει πια καμία σημασία τι από τα δύο είναι. Ό,τι από τα δύο κι αν είναι μας οδηγεί με σταθερό τιμόνι προς ... Προς ; Προς ας βάλουμε τη φαντασία μας να δουλέψει και πάλι δεν θα το πετύχουμε. Κάτι πιο αδιανόητο θα έχει για τη συνέχεια.

Αλλά μπας και είναι μόνο αυτός το θέμα; Ο υπερευφυής αντιπρόεδρός του πρόλαβε μέσα σε λιγότερο από μία μέρα να αλλάξει στάση τρεις φορές. Πρώτα γράφει δισέλιδο άρθρο στα ΝΕΑ που αναφέρει μεταξύ άλλων πόσο λανθασμένη επιλογή θα ήταν το δημοψήφισμα. Μετά σπεύδει να υποστηρίξει με τα χίλια την απόφαση για δημοψήφισμα του προέδρου του. Τέτοιο πολιτικό ζώο είναι, τέτοιος άντρας τσακίρης. Κι ύστερα όταν παίρνει χαμπάρι πως άνοιξε ο ασκός του αιόλου και στράβωσαν και οι πατρόνες του διαρρέει ότι τηρεί αποστάσεις. Δεν ήξερε, λέει. Πράγματι δεν πρέπει να ήξερε. Δεν ρώταγε κιόλας;

Μας γαμάνε μήνες ατελείωτους με την έκτη δόση. Και νά, θα σας κόψουμε το ρεύμα για την έκτη δόση. Και νά, ψηφίστε πολυνομοσχέδια για την έκτη δόση. Και νά, τι θα γίνει με την έκτη δόση, πότε θα γυρίσει η τρόικα, πόσο την έδιωξε ο Βενιζέλος που δεν άντεχε να μιλάει με υπαλλήλους για νούμερα, αφού εκείνον η μοίρα τον είχε τάξει να μιλάει με αυτοκράτορες για την παγκόσμια κυριαρχία. Όπως συνέβη και με τις πέντε προηγούμενες, αλλά ακόμη περισσότερο απ' αυτές, έπρεπε πάση θυσία να ληφθούν μέτρα, γιατί ποιός θα αναλάμβανε την καταστροφική ευθύνη να κάνει κάτι που δεν θα επέτρεπε να την πάρουμε εγκαίρως;

Έλα ντε. Ποιός, ποιός, ποιός μωρό μου ποιός;

Πήγαινε και μαζί του στις Κάννες, Βαγγέλη Βενιζέλε, από το νοσοκομείο απευθείας, να σου κάνει μια ένεση ο γιατρός σαν τον Καραγκούνη για να είσαι σε θέση να αγωνιστείς. Αγωνίστηκες για την πατρίδα απόψε; Σας είπαν ημερομηνία και θέμα δημοψηφίσματος; Σικέ είναι όλα αυτά; Ή απλά είστε ολέθρια και μοιραία ανθρωπάκια; Έχετε κανένα μπούσουλα για το τι κάνετε;

Θα μας ορίσει η Γερμανία και η Γαλλία τι και πότε θα ψηφίσουμε; Πόσο προτεκτοράτο μας έχετε καταντήσει; Τι τρισάθλιοι χειρισμοί είναι αυτοί, όπου το μόνο που διακόπτει τη διαρκή υποτέλεια σας είναι στιγμιαίοι ποντικίσιοι βρηχυθμοί, οι οποίοι την επόμενη ακριβώς στιγμή δίνουν μεταμελημένα και πανικόβλητα τη θέση τους σε ακόμη εκκωφαντικότερη υποτέλεια;

Τι μοιραίος εγχώριος θίασος σκιών.

Και ταυτόχρονα τι διαρκώς και πιο απροκάλυπτα αντιδημοκρατικό διεθνές περιβάλλον.