Old Boy
ΑΝΑΒΑΛΕ ΓΙΑ ΛΙΓΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΣΟΥ, ΓΙΑ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ. ΙΣΤΟΡΙΕΣ, ΑΜΑΡΤΙΕΣ & ΜΕΓΑΛΑ ΛΑΘΗ («Οι σχολιαστές σημειώνουν σ' αυτό το χωρίο: Η ορθή αντίληψη ενός ζητήματος και η παρανόηση ενός ζητήματος δεν αποκλείονται αμοιβαίως». Φραντς Κάφκα, "Η Δίκη").
Πέμπτη, Μαρτίου 31, 2005
Μελίρρυτος
Θεωρούσα και θεωρώ τα γερμανικά ηχητικό βασανιστήριο. Όταν ακούω όμως τον Ρεχάγκελ είναι σαν να ακούω μια άλλη γλώσσα. Τους προσδίδει μια γλυκιά μελωδικότητα, τα εκφέρει σχεδόν τραγουδιστά. Είναι όντως έτσι ή η φαντασία μου τα φταίει; Αυτή δεν είναι άλλωστε η πάγια απάτη του έρωτα; Δεν προσδίδει στο πρόσωπο που αγαπάς ανύπαρκτα χαρίσματα, δεν συσκοτίζει τα άσχημά του;
Τρίτη, Μαρτίου 29, 2005
Αντώνης
Προσπερνώ με ένα ειρωνικό και αφ'υψηλού μειδίαμα το αντιρατσιστικό επιχείρημα των ημερών που εκφέρουν σπορτκάστερ και φίλαθλοι στα ραδιόφωνα, σύμφωνα με το οποίο "μπορεί στα Τίρανα να γιούχαραν τον εθνικό μας ύμνο, αλλά εμείς δεν πρέπει να γιουχάρουμε τον Αλβανικό, γιατί δεν είμαστε ίδιοι με αυτούς και εμείς έχουμε πολιτισμό".
Προσπερνώ με ένα ειρωνικό και αφ' υψηλού μειδίαμα το απόσπασμα της χθεσινής ανακοίνωσης Ελλήνων και Αλβανών ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών, στο οποίο αναφέρουν ότι αρνούνται να παρακολουθήσουν "ένα παιχνίδι που μόνο παιχνίδι δεν είναι πια, χωρίς φυσικά να ευθύνονται γι' αυτό οι παίκτες των δύο ομάδων". "Είναι το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε" συνεχίζουν "γιατί όταν δεν μπορείς να αλλάξεις τα πράγματα, τουλάχιστον μην επιτρέπεις στα πράγματα να σε αλλάξουν".
Υϊοθετώ την πρώτη αδέσποτη γάτα που βρίσκω στο δρόμο, την δεσπόζω, την κάνω δική μου και την βάζω να κλαίει με δάκρυ πικρό που δεν θα παρακολουθήσει το παιχνίδι η Άννα Βαγενά.
Αναρωτιέμαι -για λίγο όμως μόνο- αν πρέπει να τηρήσω το αρχικό μου πρόγραμμα και να πάω στο γήπεδο να δω ένα ματς που δεν θα δει ο Αντώνης Καφετζόπουλος.
Ξανακοιτάζω κείμενα που έγραφε στα "ΝΕΑ" ο Γεωργουσόπουλος τον καιρό του ΕURO, για να δω μην τυχόν έβλεπε εκείνα τα ματς και αν τουλάχιστον η καλοκαιρινή ιστορία τον είχε κάπως συγκινήσει.
Ομολογώ ότι δεν μπορώ να κατανοήσω ούτε την λογική της ανακοίνωσης, την λογική του "πονάει κεφάλι, κόψει κεφάλι", ούτε που θα οδηγούσε στο τέρμα της αυτή η λογική. Στην ματαίωση του αγώνα; Κι αυτό θα ήταν νίκη ή η μεγαλύτερη ήττα του πολιτισμού και των ελληνοαλβανικών σχέσεων;
Αποκαλύπτω ότι εν αντιθέσει με τους Έλληνες και Αλβανούς διανοούμενους κατέχω το χάρισμα της διάκρισης, το οποίο μου επιτρέπει να ξεχωρίζω το πρόβλημα (ελληνοαλβανική κόντρα), από την αφορμή με την οποία εκδηλώνεται (ποδοσφαιρικός αγώνας).
Αποκαλύπτω επίσης ότι εν αντιθέσει με τους Έλληνες και Αλβανούς διανοούμενους, θα κατορθώσω να δω τον αγώνα χωρίς να του επιτρέψω "να με αλλάξει", αντιλαμβάνομαι ωστόσο τη δική τους αδυναμία και τον δικό τους φόβο ότι παρακολουθώντας το παιχνίδι θα υπέκυπταν, θα άλλαζαν και σε μια κρίση μισαλλοδοξίας θα άρχισαν να αλληλουβρίζονται και να πετούν ο ένας στον άλλο την "Οδύσσεια" και την "Αινειάδα".
Κοιτάζομαι εν συνεχεία αυτάρεσκα στον καθρέφτη, που δεν με αγγίζει ούτε ο φανατισμός της ελληνοαλβανικής υστερίας, η κόντρα αφέντη - υπηρέτη, γνήσιου και νόθου τέκνου, ούτε ο φανατισμός της βαθιά αντιλαϊκής και ως τις ρίζες των κυττάρων τους σνομπ αντιμετώπισης της ζωής από ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών, πάει να πει από ανθρώπους που κανονικά θα έπρεπε να νιώθουν, να συναισθάνονται και να συνταράσσονται από τα πάθη των συνανθρώπων τους.
Ξαναθυμάμαι την φράση -του Άμος Οζ, αν δεν κάνω λάθος- ότι ο φανατισμένος είναι ένα κινούμενο θαυμαστικό και ένας άνθρωπος που έχει μόνο απαντήσεις και ποτέ ερωτήσεις και προσπαθώ να βρω τις αναλογίες ανάμεσα στους αντιαλβανούς φιλάθλους που παίρνουν τηλέφωνα στις αθλητικές εκπομπές λόγου και κατηγορούν τους δημοσιογράφους "που προστατεύουν τους Αλβανούς και κρύβουν τα πραγματικά στοιχεία για την εγκληματικότητά τους" και στο κομμάτι της ανακοίνωσης των διανοούμενων που κατηγορούν τα ΜΜΕ ότι υποδαυλίζουν την -κατ' αυτούς άλλως αμελητέα- ελληνοαλβανική έχθρα.
Ναι, ο φανατισμός είναι τύφλωση, ο φανατισμός ερμηνεύει τον κόσμο, όχι με βάση την πραγματικότητα, αλλά με βάση τις δικές του προδιατυπωμένες αποφάνσεις και ιδεοληψίες.
Ναι, παραδινόμαστε στον φανατισμό ανακαλύπτοντας φανταστικούς εθχρούς για να εκτονώσουμε καταπιεσμένες ψυχικές μας αναπηρίες και μαύρα κομμάτια του εαυτού μας.
Ξένος και μακριά απ' όλα αυτά, αφανάτιστος σε βαθμό απωτάτου βουδισμού, θα πάω αύριο στο γήπεδο, σιχαινόμενος βαθιά τον Ιούδα με τα γκρίζα μαλλιά, τον γκολκίπερ μέλος, τον άνθρωπο που κάνει γκέλες σε όλα τα ματς της εθνικής και οι δημοσιογράφοι τον προστατεύουν διαρκώς και κρύβουν τα συνεχή λάθη του.
Αυτά γιατί δεν τα λέει κανείς; Ως που θα πάει η ασυλία του;
Προσπερνώ με ένα ειρωνικό και αφ' υψηλού μειδίαμα το απόσπασμα της χθεσινής ανακοίνωσης Ελλήνων και Αλβανών ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών, στο οποίο αναφέρουν ότι αρνούνται να παρακολουθήσουν "ένα παιχνίδι που μόνο παιχνίδι δεν είναι πια, χωρίς φυσικά να ευθύνονται γι' αυτό οι παίκτες των δύο ομάδων". "Είναι το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε" συνεχίζουν "γιατί όταν δεν μπορείς να αλλάξεις τα πράγματα, τουλάχιστον μην επιτρέπεις στα πράγματα να σε αλλάξουν".
Υϊοθετώ την πρώτη αδέσποτη γάτα που βρίσκω στο δρόμο, την δεσπόζω, την κάνω δική μου και την βάζω να κλαίει με δάκρυ πικρό που δεν θα παρακολουθήσει το παιχνίδι η Άννα Βαγενά.
Αναρωτιέμαι -για λίγο όμως μόνο- αν πρέπει να τηρήσω το αρχικό μου πρόγραμμα και να πάω στο γήπεδο να δω ένα ματς που δεν θα δει ο Αντώνης Καφετζόπουλος.
Ξανακοιτάζω κείμενα που έγραφε στα "ΝΕΑ" ο Γεωργουσόπουλος τον καιρό του ΕURO, για να δω μην τυχόν έβλεπε εκείνα τα ματς και αν τουλάχιστον η καλοκαιρινή ιστορία τον είχε κάπως συγκινήσει.
Ομολογώ ότι δεν μπορώ να κατανοήσω ούτε την λογική της ανακοίνωσης, την λογική του "πονάει κεφάλι, κόψει κεφάλι", ούτε που θα οδηγούσε στο τέρμα της αυτή η λογική. Στην ματαίωση του αγώνα; Κι αυτό θα ήταν νίκη ή η μεγαλύτερη ήττα του πολιτισμού και των ελληνοαλβανικών σχέσεων;
Αποκαλύπτω ότι εν αντιθέσει με τους Έλληνες και Αλβανούς διανοούμενους κατέχω το χάρισμα της διάκρισης, το οποίο μου επιτρέπει να ξεχωρίζω το πρόβλημα (ελληνοαλβανική κόντρα), από την αφορμή με την οποία εκδηλώνεται (ποδοσφαιρικός αγώνας).
Αποκαλύπτω επίσης ότι εν αντιθέσει με τους Έλληνες και Αλβανούς διανοούμενους, θα κατορθώσω να δω τον αγώνα χωρίς να του επιτρέψω "να με αλλάξει", αντιλαμβάνομαι ωστόσο τη δική τους αδυναμία και τον δικό τους φόβο ότι παρακολουθώντας το παιχνίδι θα υπέκυπταν, θα άλλαζαν και σε μια κρίση μισαλλοδοξίας θα άρχισαν να αλληλουβρίζονται και να πετούν ο ένας στον άλλο την "Οδύσσεια" και την "Αινειάδα".
Κοιτάζομαι εν συνεχεία αυτάρεσκα στον καθρέφτη, που δεν με αγγίζει ούτε ο φανατισμός της ελληνοαλβανικής υστερίας, η κόντρα αφέντη - υπηρέτη, γνήσιου και νόθου τέκνου, ούτε ο φανατισμός της βαθιά αντιλαϊκής και ως τις ρίζες των κυττάρων τους σνομπ αντιμετώπισης της ζωής από ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών, πάει να πει από ανθρώπους που κανονικά θα έπρεπε να νιώθουν, να συναισθάνονται και να συνταράσσονται από τα πάθη των συνανθρώπων τους.
Ξαναθυμάμαι την φράση -του Άμος Οζ, αν δεν κάνω λάθος- ότι ο φανατισμένος είναι ένα κινούμενο θαυμαστικό και ένας άνθρωπος που έχει μόνο απαντήσεις και ποτέ ερωτήσεις και προσπαθώ να βρω τις αναλογίες ανάμεσα στους αντιαλβανούς φιλάθλους που παίρνουν τηλέφωνα στις αθλητικές εκπομπές λόγου και κατηγορούν τους δημοσιογράφους "που προστατεύουν τους Αλβανούς και κρύβουν τα πραγματικά στοιχεία για την εγκληματικότητά τους" και στο κομμάτι της ανακοίνωσης των διανοούμενων που κατηγορούν τα ΜΜΕ ότι υποδαυλίζουν την -κατ' αυτούς άλλως αμελητέα- ελληνοαλβανική έχθρα.
Ναι, ο φανατισμός είναι τύφλωση, ο φανατισμός ερμηνεύει τον κόσμο, όχι με βάση την πραγματικότητα, αλλά με βάση τις δικές του προδιατυπωμένες αποφάνσεις και ιδεοληψίες.
Ναι, παραδινόμαστε στον φανατισμό ανακαλύπτοντας φανταστικούς εθχρούς για να εκτονώσουμε καταπιεσμένες ψυχικές μας αναπηρίες και μαύρα κομμάτια του εαυτού μας.
Ξένος και μακριά απ' όλα αυτά, αφανάτιστος σε βαθμό απωτάτου βουδισμού, θα πάω αύριο στο γήπεδο, σιχαινόμενος βαθιά τον Ιούδα με τα γκρίζα μαλλιά, τον γκολκίπερ μέλος, τον άνθρωπο που κάνει γκέλες σε όλα τα ματς της εθνικής και οι δημοσιογράφοι τον προστατεύουν διαρκώς και κρύβουν τα συνεχή λάθη του.
Αυτά γιατί δεν τα λέει κανείς; Ως που θα πάει η ασυλία του;
Δευτέρα, Μαρτίου 28, 2005
ΕΡΝC
Η κάμερα του Μάκη τραβά το τατουάζ στο μπράτσο του Αποστόλη. Ανάμεσα σε παράδοξα σύμβολα, αρμοδιότητας κανενός Dan Brown ή Λιακόπουλου να τα αποκρυπτογραφήσει (ή έστω ενός εφημερεύοντος τρελλογιατρού), και τέσσερα γράμματα:
E
Ρ Ν
Ρ Ν
C
Ο Μάκης αποφάσισε ότι σημαίνουν ΕιΡηΝαίοC, λες και ο Βαβύλης είχε αγαπήσει τον Πατριάρχη σε μια κρίση μαύρου πυρετού. Επειδή η εκδοχή αυτή δεν έπεισε, συνεργάτες του μπλογκ εντόπισαν και μίλησαν με επτά μαύρες τρίχες που γειτνιάζουν με το τατού. Ιδού λοιπόν η αλήθεια:
ΕΫΠΑΤΖΗΣ,
ΡΑΣΟΦΟΡΟΣ, NΑΡΚΕΜΠΟΡΟΣ.
ΡΑΣΟΦΟΡΟΣ, NΑΡΚΕΜΠΟΡΟΣ.
CHRIST !
Παρασκευή, Μαρτίου 25, 2005
ΟΥΑΙ ΥΜΗΝ
Από το εξώφυλλο του ανηρτημένου στο περίπτερο περιοδικού πληροφορούμαι ότι «Η ΚΑΛΟΜΟΙΡΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΙΑ ΠΑΡΘΕΝΑ». Πληροφορούμαι επίσης ότι το περιοδικό περιέχει «ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΟΥ ΑΝΤΡΑ ΠΟΥ ΤΗΝ ΕΚΑΝΕ ΓΥΝΑΙΚΑ».
Δυστυχώς δεν έχω κατορθώσει να διασταυρώσω την είδηση –και γι’ αυτό την αναμεταδίδω με κάθε επιφύλαξη- ότι μεγάλη κυριακάτικη εφημερίδα, αντί για DVD, θα προσφέρει ως ένθετο αυτήν την εβδομάδα τον διαρραγέντα παρθενικό υμένα του Καλομοιρακίου.
Δυστυχώς δεν έχω κατορθώσει να διασταυρώσω την είδηση –και γι’ αυτό την αναμεταδίδω με κάθε επιφύλαξη- ότι μεγάλη κυριακάτικη εφημερίδα, αντί για DVD, θα προσφέρει ως ένθετο αυτήν την εβδομάδα τον διαρραγέντα παρθενικό υμένα του Καλομοιρακίου.
Πέμπτη, Μαρτίου 24, 2005
Contradictio in se.
Σκουπίζω την μύτη μου με χαρτί υγείας. Συνειδητοποιώ με έκπληξη ότι το χαρτί είναι αρωματικό.Λαμβανομένης υπόψη της κύριας και βασικής χρήσης του προϊόντος, αναρωτιέμαι αν έχει υπάρξει πιο άχρηστη και αντιφατική πατέντα. Καπιταλισμός: το οικονομικό σύστημα που θα αρωματίζει ακόμη και τα κωλόχαρτά σας (τη στιγμή που θα βρωμίζει τον αέρα σας και τα νερά σας).
Τετάρτη, Μαρτίου 23, 2005
Το κόκκινο μαγιό.
O Γιάννης Κούτρας ντυμένος στα μαύρα ανεβαίνει στην σκηνή του Μεγάρου Μουσικής. Πρέπει να είναι η πρώτη φορά που εμφανίζεται στο μέγαρο ως καλλιτέχνης. Είναι σίγουρα η πρώτη φορά που εμφανίζομαι στο μέγαρο ως θεατής. Ο Γιάννης Κούτρας με μαύρο σακάκι, μαύρη μπλούζα, μαύρο παντελόνι και μαύρα παπούτσια ερμηνεύει ξανά, 26 χρόνια μετά, τραγούδια απ' το "Σταυρό του Νότου". Μέσα από τα ρούχα αυτά δεν φοράει σλιπάκι, αλλά μαγιό. Ένα κόκκινο μαγιό. Από εκείνα της παλιάς μόδας, τα στενά, που κάλυπταν μόνο την περιοχή των γεννητικών οργάνων. Δεν το φορά από ιδιοτροπία. Πρόκειται για το ίδιο κόκκινο μαγιό που φορούσε δέκα - δεκαπέντε χρόνια πριν σε ένα σκετσάκι μιας χιουμοριστικής εκπομπής του Ζουγανέλη, που ίσως να ήταν τα "Κουφώματα". Στο σκετσάκι αυτό περιφερόταν σε μια παραλία κι έλεγε κάτι κρυάδες στους λουόμενους. Δεν ήμουν κατά των εκπομπών του Ζουγανέλη. Αλλά το έξυπνο χιούμορ είναι πολύ δύσκολο πράγμα, ειδικά όταν πρέπει να το προσφέρεις επαγγελματικά και σε μεγάλες ποσότητες κι έτσι μετά από ένα πετυχημένο αστείο ακολουθούσαν δέκα αναμασήματα και χοντροκοπιές. Μικρότερος τότε, άκουγα στο ραδιόφωνο τον Κούτρα να τραγουδά για κουβέλια που σάπιζε το μέλι και κάβους που σκληρύναν την παλάμη και τον έβλεπα στον τηλεοπτικό μου δέκτη να σουλατσάρει σε μια πλαζ αμήχανος, κυριολεκτικά και μεταφορικά γυμνός με μοναδικό -αλλά ανεπαρκές- φύλλο συκής το κόκκινο μαγιουδάκι του. Η έκθεση της γυμνής του σάρκας, οι τρίχες κι η καδένα στο στήθος του, η τουριστική παραλία δίπλα στη θάλασσα και μέσα σε αυτήν αλάργα τόσο ο Καββαδίας, πουλί πουλάκι στεριανό θάλασσα δεν σου πρέπει, κι αν δεν μπορείς να κάμεις τη ζωή σου όπως την θέλεις, τούτο τουλάχιστον προσπάθησε, όσο μπορείς, μην την εξευτελίζεις. Ο ερμηνευτής του μεγάλου έργου έλεγε πια ανέκδοτα με τα οποία δεν γελούσε κανένας. Το 1991 κυκλοφόρησαν "Οι Γραμμές των Οριζόντων". Ο Κούτρας δεν είχε επιλεγεί για να τραγουδήσει. Τις αγόρασα και άρχισα να παίζω στο κασετόφωνο τις δύο λευκές κασέτες με τα κόκκινα γράμματα. Τις έπαιζα όταν ήμουν μόνος σπίτι, έκλεινα τις πόρτες σε όλα τα δωμάτια για να περιορίσω τον θόρυβο και να μην ακούν οι γείτονες, τις έπαιζα στη διαπασών, έμαθα κάθε στίχο απ' έξω και τον τραγουδούσα στη διαπασών κι εγώ μαζί με τους τραγουδιστές. Αδυνατώ να αποτυπώσω με γραμμένες λέξεις τι σήμαιναν και τι σημαίνουν για μένα τα τραγούδια αυτά. Ίσως να μπορώ να γράψω για έργα τέχνης που με συγκίνησαν, λιγότερο ή περισσότερο βαθιά, αλλά στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν πρόκειται για απλή επιρροή ενός έργου τέχνης σε έναν άνθρωπο. Δεν έχω τέτοιου είδους σχέση με τις "Γραμμές των Οριζόντων". Οι "Γραμμές" υπήρξαν για μένα μετεφηβεία, έξοδος, ταξίδι, υποκατάστατο, σύντροφος, βάθος, άνοιγμα, παρηγοριά, παρηγοριά, παρηγοριά, σύνορα, βεβαιότητα, ταύτιση, εκμηδενισμός, ανάταση, έκφραση, μέλλοντος υπαινιγμός. Και είμαι απλώς ένας από τους τόσους πολλούς, που είτε είχαν σχέση παρόμοια με τη δική μου, είτε απλώς λάτρεψαν τον "Σταυρό του Νότου" και τις "Γραμμές", έργα που κύλησαν και θα συνεχίσουν να κυλούν στο αίμα του Έλληνα. Από τις αρχές του 90 στο 2005, κι από το μικρό μου δωμάτιο στο Μεγάλο Σύμβολο, στο δίπλα της Μεγάλης Πρεσβείας ευρισκόμενο. Δεν θέλω να είμαι κάφρος, μέχρι σήμερα δεν έχω ασχοληθεί και δεν με έχει κερδίσει η κλασσική μουσική, ίσως στο μέλλον να γίνω φαν και θαμώνας, πάντως είναι του καπετάνιου η μιγάδα και η σοροκάδα των ματιών που με έφεραν επιτέλους εντός του. Έχω δει κι άλλες φορές τον Μικρούτσικο να ερμηνεύει στο πιάνο και να τραγουδά τους επτά νάνους στο S/S CYRENIA ("μα είναι κάτι πιο βαθύ που με λερώνει. Γιε μου πού πας; Μάνα θα πάω στα καράβια."). Είναι από τις ελάχιστες φορές που μπορεί κανείς να αντικρίσει έναν καλλιτέχνη ένθεο, διονυσιαζόμενο, απ' ευθείας συνδεδεμένο με το Φως, μαριονέτα που κρέμεται από επουράνιους σπάγκους που κινεί με παραφορά ο Θεός. Μετά ο Γιάννης Κούτρας, με μαύρο σακάκι, μαύρη μπλούζα, μαύρο παντελόνι, μαύρα παπούτσια κι από μέσα το κόκκινο μαγιό, ανεβαίνει στη σκηνή. Γυμνή ψυχή, καλυμμένο σώμα και το κόκκινο μαγιό να του υπενθυμίζει. Ευτυχισμένοι όλοι που επανέρχονται και σαν τον Γιάννη Κούτρα ξανατραγουδούν, ντυμένοι μες τα μαύρα των σεμνότατα.
Δευτέρα, Μαρτίου 21, 2005
Στης εκκλησιάς την πόρτα
Στον "Ταχυδρόμο" του Σαββάτου δημοσιεύεται ένα πολύ ενδιαφέρον γκάλοπ.
Από τα αποτελέσματά του προκύπτει ότι:
- Στην ερώτηση "Πιστεύετε στον Θεό;", "ναι" απαντά το 88,5 % των Ελλήνων και Ελληνίδων ηλικίας 18-24 ετών και το 96,3% των Ελλήνων και Ελληνίδων ηλικίας 65 ετών και άνω.
Η ηλικιακή ομάδα των 18-24 είναι η ομάδα που δίνει το χαμηλότερο ποσοστό του "ναι" στην ερώτηση αυτή, ενώ η ηλικιακή ομάδα των 65 και άνω δίνει το υψηλότερο.
- Στην ερώτηση όμως "Πιστεύετε στην μετά θάνατον ζωή;" τα πράγματα αντιστρέφονται. Θετικά απαντά το 46,2% των 18-24 ετών και μόλις το 22,2% των 65 και άνω. Το ποσοστό των 65 και άνω είναι το χαμηλότερο, ενώ των 18-24 το υψηλότερο, μαζί με την αμέσως επόμενη ηλικιακή ομάδα των 35-44.
Να 'μαστε λοιπόν μπροστά σε ένα παράδοξο: Οι ηλικιωμένοι πιστεύουν περισσότερο απ' όλους στο Θεό και λιγότερο απ' όλους στην μετά θάνατον ζωή, ενώ οι νέοι πιστεύουν περισσότερο απ' όλους στην μετά θάνατον ζωή και λιγότερο απ' όλους στο Θεό.Λιγότεροι από 1 στους 4 ηλικιωμένους που πιστεύουν στο Θεό, πιστεύουν και στο βασικό δόγμα του Χριστιανισμού, την μετά θάνατον ζωή. Η αναλογία αυτή όμως στους νέους εκτοξεύεται στο περισσότεροι από 1 στους 2 (όλα αυτά, χοντρικά μιλώντας και μην εξετάζοντας αν όλοι όσοι απάντησαν είναι Χριστιανοί ή αν απάντησαν ότι πιστεύουν στην μετά θάνατον ζωή, άτομα που δεν πιστεύουν στο Θεό).
Το παράδοξο αυτό παύει να είναι παράδοξο, αν εξετάσουμε τις απαντήσεις αλλιώς:
Οι νέοι λένε ότι νιώθουν αυτοδύναμοι και είναι αισιόδοξοι.
Οι ηλικιωμένοι λένε ότι νιώθουν αδύναμοι και είναι απαισιόδοξοι.
Τα ίδια θα υποδήλωναν οι απαντήσεις τους και σε άλλες ερωτήσεις, μη θρησκευτικού περιεχομένου.
Στην ερώτηση αν πιστεύουν στην μετά θάνατον ζωή, οι νέοι ουσιαστικά απαντούν στο αν πιστεύουν στην αθανασία τους, αν πιστεύουν ότι θα πεθάνουν ποτέ. Απαντούν αν πιστεύουν στην ζωή. Το προ και το μετά θάνατον δεν έχει σημασία, καθώς ο θάνατος είναι πάρα πολύ μακριά για να τους απασχολήσει κι αφού δεν τους απασχολεί δεν υπάρχει. Πιστεύετε στην μετά θάνατον ζωή; Τι είναι αυτό; Αυτό που θα μου συμβεί μετά από εξήντα χρόνια; Κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να σκεφτεί το μετά από εξήντα χρόνια. Το μετά από εξήντα χρόνια δεν υπάρχει, υπάρχει μόνο το σήμερα, το τώρα, οι ελπίδες μας, οι προσδοκίες μας, οι φόβοι μας, οι έρωτες μας, το σφρίγος μας, η στύση μας.
Αντίθετα, όταν ρωτάς τους ηλικιωμένους αν πιστεύουν στην μετά θάνατον ζωή, είναι σαν τους ρωτάς αν θα ξυπνήσουν αύριο στο κρεβάτι τους ή σε κάποιον άλλον κόσμο, άγνωστο. Ή και πουθενά. Η απάντηση των ηλικιωμένων δεν μπορεί να καλυφθεί από τα δογματικά πιστεύω, γιατί εδώ τους μιλά η φύση στ' αυτί και τους ψιθυρίζει ότι sooner or later τελειώνουν, η διαδρομή πλησιάζει στο τέλος της, το κάλλος και η ακμή αποχώρησαν ανεπιστρεπτί, το σώμα τους από σύμμαχος έγινε εχθρός και το μυαλό τους δεν είναι πια αυτό που ήταν. Ένα τέτοιο σκηνικό πώς, πώς να είναι σκηνικό ελπίδας; Πώς να απαντήσουν ότι πιστεύουν στην μετά θάνατον ζωή, πώς να απαντήσουν ότι ελπίζουν, πώς να πιστέψουν ότι αυτό το απόκαμα μπορεί να οδηγήσει σε καινούριο ξεκίνημα; Με το ίδιο σκεπτικό και η πίστη των ηλικιωμένων στον Θεό σε συντριπτικά ποσοστά είναι περισσότερο ομολογία αδυναμίας και λιγότερο ομολογία πίστεως. Ομολογούν ότι δεν δύνανται, ότι κάποιος άλλος είναι πιο δυνατός απ' αυτούς, ότι δεν είναι όπως παλιά που όλα τα μπορούσαν, ότι δεν είναι όπως παλιά που δεν είχαν ανάγκη κανέναν, τώρα συναισθάνονται ότι κάποιος τους ρούφηξε από μέσα τους τη ζωή. Γι' αυτό ο Θεός, όπως ακριβώς και ο Θάνατος, είναι μέρος της καθημερινότητάς τους, ενώ στους νέους -παρά τα και δικά τους καταγεγραμμένα μεγάλα ποσοστά θεοπιστίας- η παρουσία του Θεού είναι πολύ λιγότερο άμεση και η πίστη τους πολύ περισσότερο θεωρητική. Τέθηκε άλλωστε ποτέ ζήτημα για το "πώς θα φέρουμε πίσω τους γέρους στην εκκλησία.";
Παρασκευή, Μαρτίου 18, 2005
Μπροστά στο σεξ με ευθύνη
Το Έψιλον της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας της 20.3.05 είχε ένα θέμα με αποσπάσματα από το βιβλίο "Μπροστά στο σεξ με ευθύνη" που κυκλοφόρησε το 1985 και το συνέγγραψε ο τότε Μητροπολίτης Δημητριάδος Χριστόδουλος. Να μερικά απ' αυτά.
- "Ο αποχωρισμός της ηδονής από την παιδοποιία είναι αυθαίρετη επέμβαση στη φύση".
Γιατί ως γνωστόν, αν δεν υπήρχαν μέθοδοι αντισύλληψης, αφενός κάθε σεξουαλική επαφή θα οδηγούσε αυτομάτως στην παιδοποιία και αφετέρου με τη σύλληψη του εμβρύου το μουνί θα έφραζε (για να το θέσουμε ποιητικά).
- "Οι άνθρωποι που αποχωρίζουν τα δύο στοιχεία κρατώντας μόνο την ηδονή και πετώντας έξω την αναγκαία και φυσική συνέπειά της, μοιάζουν με εκείνους που θα ισχυριστούν ότι τρώνε όχι για να διατραφούν, αλλά για να ικανοποιήσουν τη γεύση τους".
Πολύ ενδιαφέρον σχόλιο, όταν γίνεται από τον συγκεκριμένο συγγραφέα, δηλαδή έναν άνθρωπο 63 κιλών (που φτάνει και 55 κάθε σαρακοστή), ο οποίος προφανώς τρώει μόνο για να ζήσει και όχι για να ικανοποιήσει τη γεύση του.
- "Όσοι νέοι ακολούθησαν το δρόμο της αχαλίνωτης ηδονοθηρίας και όσοι πρόσφεραν το σώμα τους στο βωμό της σεξουαλικής ασυδοσίας, πλήρωσαν ακριβά το βήμα τους αυτό. Η ηδονή κρατά λίγο. Και ύστερα έρχεται ο κόρος, το πάθος, η αρρώστια, ο κάματος. Κοιτάξτε τους νέους που είναι "ξεβγαλμένοι". Θα δείτε και μόνοι σας πως ένα ατέλειωτο μαρτύριο τους συντροφεύει. Από τη χρήση φτάνουν στην κατάχρηση και από αυτήν στην αηδία και την πλήξη. Και ύστερα έρχεται η σειρά της απογοήτευσης, της απρέπειας και της αυτοκτονίας".
Το συγκεκριμένο απόσπασμα επιβεβαιώνεται άλλωστε και από πρόσφατες στατιστικές έρευνες που καταδεικνύουν ότι οκτώ στις δέκα αυτοκτονίες προέρχονται από άτομα που τα έχουν κάνει όλα, με όλους και με όλες, τόσες πολλές φορές που κορέσθηκαν σε βαθμό αυτοκτονίας. Επιστημονικά η αιτία αυτή αυτοχειρίας καλείται "Σεξουαλικό Μπούχτισμα". Ως μόνη δυνατότητα σωτηρίας από την ολέθρια και εν τέλει φονική "αηδία και πλήξη" που προξενεί το σεξουαλικό μπούχτισμα, οι ειδικοί προτείνουν τα ναρκωτικά, τα οποία, τη στιγμή ακριβώς (περίπου μετά την χιλιοστή παρτούζα) που όλα φαίνονται επαναλαμβανόμενα και βαρετά, ανοίγουν νέους ορίζοντες εμπειριών.
- "Το σώμα σου, λοιπόν, φίλε μου δεν είναι δικό σου. Δεν το απέκτησες μόνος σου".
Σε αντίθεση, ας πούμε, με μια off shore εταιρία. Οι off shore μας ανήκουν, το σώμα μας όχι.
- "Πολλώ μάλλον όταν δεν είναι δικό σου το σώμα σου, αλλά του Θεού. (...) Εμείς όλοι είμαστε εξαγορασμένοι με λύτρα ακριβά. Μας εξαγόρασε ο Υιός του Θεού με τη θυσία του. Δεν ανήκουμε στους εαυτούς μας".
Εδώ λοιπόν, επιτέλους, αποκαθίσταται το αληθινό νόημα του Χριστιανισμού και της θυσίας του Χριστού. Ο Χριστός δεν θυσιάσθηκε για να σωθούμε εμείς, όπως μας δίδασκαν. Όχι. Η θυσία Του δεν ήταν στην πραγματικότητα παρά μια αγοραπωλησία. Μας εξαγόρασε. Δεν μας ελευθέρωσε, όπως μας έλεγαν, αλλά μας υποδούλωσε.
- "Ποιός μπορεί να μας πει πού τελειώνει η χρήση και από πού αρχίζει η κατάχρηση; Είναι χρήση η ελεγχόμενη συχνότητα της σεξουαλικής πράξης, ή η ποιότητα της σεξουαλικής σχέσης; (...) Εδώ δεν υπάρχει μέση ή ακραία οδός. Υπάρχει ένας δρόμος που περνά από την άσκηση".
Για να μη συνιστά κατάχρηση μια σεξουαλική επαφή πρέπει να λαμβάνει χώρα :
α) εντός του γάμου και
β) τις κρίσιμες ημέρες της γυναίκας, για τον σκοπό της τεκνοποιίας και μόνο.
Επειδή, όμως, ο διάβολος έχει πολλά ποδάρια, πρέπει κάθε μήνα, προ της συλλήψεως του τέκνου να γίνεται άπαξ η σεξουαλική πράξη. Στη συνέχεια το ζεύγος να περιμένει να δει αν η γυναίκα αδιαθετήσει ή όχι. Αν ναι, όταν ξαναέρθουν οι κρίσιμες ημέρες, να επαναληφθεί άλλη μία φορά και ούτω καθεξής, μέχρι να επιτευχθεί ο σκοπός της συλλήψεως. Διαφορετικά, υπάρχει ο κίνδυνος να του δώσουμε και καταλάβει, με το πρόσχημα τάχα της πυκνώσεως των επαφών ώστε να υπάρχει αυξημένη πιθανότητα τεκνοποιίας.
Αλλά επειδή και αυτή ακόμη η ηδονή, την φορά που θα γίνεται η πράξη με τον σκοπό της τεκνοποιίας, είναι οξαπωδίσιο τρικ, η εκκλησία οφείλει να μεριμνήσει ώστε να στέλνει στα συζυγικά σπίτια δυο παπάδες, οι οποίοι θα παρίστανται κατά την πράξη και θα χτυπάνε και θα φτύνουν τους συνουσιαζόμενους, ώστε να ελαχιστοποιηθεί όσο το δυνατόν περισσότερο η επάρατος ηδονή. Εννοείται ότι από το μέτρο αυτό θα εξαιρούνται ρητώς οι μαζοχιστές.
Εκτός
Ραδιοφωνική διαφήμιση τράπεζας που καταλήγει με το σλόγκαν:
"Γιατί όλοι ξέρουμε, ότι στη ζωή υπάρχουν πολύ περισσότερα πράγματα από τα χρήματα".
Όλοι εκτός από τις τράπεζες.
Πέμπτη, Μαρτίου 17, 2005
Affirmative action
Με ποσόστωση.
Με μια ψήφο λιγότερη απ' τη γυναίκα του Τόλη.
Μαρία, έχει μείνει άραγε κανείς να μελαγχολεί για σένα;
Τρίτη, Μαρτίου 15, 2005
Γκριζόλευκα πρόσωπα.
Ανάμεσα στα εκθέματα στη συλλογή - μικρό μουσείο, ή μάλλον πάνω απ' αυτά, έξω απ' τις προθήκες, σχεδόν απαρατήρητη και μια σημαία. Πανί χωρίς κοντάρι. Μοιάζει με την ελληνική, εκείνη την παλιότερη που έχει μόνο τον μεγάλο σταυρό στην μέση. Μοιάζει, γιατί ο σταυρός της είναι λευκός, αλλά το φόντο της δεν είναι γαλανό. Τα τέσσερα τετράγωνα στις τέσσερις γωνίες της είναι γκρίζα. Ρωτάμε και μας πληροφορούν ότι πρόκειται για σημαία από την εποχή των βαλκανικών πολέμων. Με το πέρασμα των χρόνων, μέρα με την μέρα, ανεπαίσθητα, αργά αλλά σταθερά το χρώμα έφευγε, το γαλάζιο υποχωρούσε μέχρι να εξαφανιστεί εντελώς και να δώσει τη θέση του στο γκρίζο.
Την επόμενη μέρα χρειάζεται να σκύψουμε για να μπορέσουμε να μπούμε στο ναϊσκο της μονής στην άκρη του βράχου. Παρατηρούμε τις αγιογραφίες στον τοίχο. Ο ναός χτίστηκε το 1412, οι αγιογραφίες ίσως να έγιναν τότε, ίσως και πολύ αργότερα. Την προσοχή αποσπά ο Άγιος Θεόδωρος. Η αναγραφή του ονόματός του διακρίνεται ακόμη. Το ίδιο και το φωτοστέφανο, τα μαλλιά του, το περίγραμμα του προσώπου του. Το πρόσωπό του όμως, τα μάτια του, το στόμα του, η μύτη του, το κατ΄εικόναν και καθ' ομοίωσίν του δηλαδή, έχουν ηττηθεί σαν το γαλάζιο της σημαίας από τον χρόνο, τα χρώματα έχουν συναιρεθεί μεταξύ τους, η μορφή του είναι συγκεχυμένη, θολή, ασχημάτιστη, μεταπτωθείσα στο προ της δημιουργίας στάδιο, δεν καθρεφτίζει, δεν θυμίζει, δεν παρηγορεί.
Το γαλανό της σημαίας και το πρόσωπο του Αγίου, σύμβολα ικανά να οδηγήσουν ανθρώπους στο να σκοτώσουν ή να θυσιασθούν, σύμβολα που απευθύνονται στο Πνεύμα και το καλούν να αψηφίσει την Ύλη, σύμβολα ικανά να νοηματοδοτήσουν την ύπαρξη, αλλά ταυτόχρονα και σύμβολα που χαράζουν διαχωριστικές γραμμές με τις άλλες υπάρξεις που δεν τα ασπάζονται. Σύμβολα ανάτασης, μα δυνάμει και σύμβολα εχθρότητας, κάγκελα, κάγκελα, κάγκελα παντού και τα μυαλά στα κάγκελα του αόρατου εχθρού.
Δάκρυα και προσευχές στο πρόσωπο του Αγίου, συγχώρα με Άγιε μου Θεόδωρε και δώσε μου δύναμη.
Δάκρυα και προσευχές στη γαλανόλευκη, να δώσουμε το αίμα μας και να πάρουμε το αίμα των άλλων, για να λευτερώσουμε την πατρίδα και να υψώσουμε το σύμβολό της στα καμπαναριά μας.
Το γαλάζιο της θάλασσας και του ουρανού παραμένει, το γαλάζιο της σημαίας χάθηκε, γιατί ο πανδαμάτωρ σαρώνει κάθε τι το ανθρώπινο, κι εμάς τους ίδιους, που με το πέρασμα των χρόνων, μέρα με την μέρα, αργά αλλά σταθερά, ανεπαίσθητα αλλάζουμε, ξεθωριάζουμε, μέχρι την μέρα που το πρόσωπό μας θα σβηστεί εντελώς από προσώπου γης.
Τότε θα φύγουμε από δω και θα αντικρίσουμε όλα όσα έχουν χαθεί, το πρόσωπο του Αη Θόδωρου και το ηττημένο όμορφο χρώμα και θα ανοίξουμε τα τεφτέρια μας και θα κάνουμε το λογαριασμό μας, για να δούμε, αν όσο ζήσαμε προτού μας σβήσουν, εμπνεύσαμε δάκρυα και προσευχές ή, αντίθετα, είμαστε γκρίζοι εξ'αρχής και το πρόσωπό μας δεν το κοίταξε ποτέ κανείς στ' αλήθεια.
Παρασκευή, Μαρτίου 11, 2005
Λιωμένο Παγωτό
Οι συνταξιούχοι στο δρόμο. Οι συνταξιούχοι διαδηλώνουν διαμαρτυρόμενοι για το ύψος των συντάξεών τους. Οι σχολιαστές αποφαίνονται (και τώρα και πάντα) πως είναι ντροπή και εξαθλίωση το να αναγκάζονται τα περήφανα γηρατειά να αφήνουν τα σπίτια και τα καφενεία τους και να κάνουν πορείες. Κατ' εμέ πάλι, αυτές ακριβώς οι διαδηλώσεις, αυτό ακριβώς το κατέβασμα στους δρόμους, όχι μόνον εξαθλίωση δε συνιστά, αλλά αντίθετα είναι ένα ευλογημένο εισιτήριο για τη φυγή από τη μονοτονία και την ρουτίνα της Ζωής Μετά Την Εργασία. Οι μέρες των κινητοποιήσεων εγγράφονται στη μνήμη τους σαν κάτι το ξεχωριστό. Βγαίνουν για λίγο από το περιθώριο και διεκδικούν να ακουστεί η φωνή τους, καταλαμβάνοντας και πάλι θέση στην κεντρική σκηνή. Περπατούν όλοι μαζί, συζητούν, φωνάζουν, διεκδικούν, νιώθουν ζωντανοί και ενεργοί. Ένα διακύβευμα είναι ενώπιον τους και αυτό είναι παρήγορο. Οι συντάξεις είναι αναμφίβολα της πείνας. Αλλά οι ημέρες με τα πλακάτ και τις ντουντούκες είναι από τις ελάχιστες εναπομείνασες χαρές τους. Μακάρι δηλαδή να μπορούσε να εξαλειφθεί η αιτία που τους κατεβάζει στο δρόμο, αλλά αν δεν υπήρχε αυτή η αιτία θα έπρεπε να εφευρεθεί μια άλλη, ώστε να μπορέσουν να γεμίσουν για λίγες ώρες με τα ηττημένα σώματά τους τους δρόμους των μεγαλουπόλεων και να υπενθυμίσουν στους νεώτερους και στη φύση, ότι κι όμως, είναι ακόμη εδώ, κι αυτό το καλοκαίρι, κι αυτό το χειμώνα.
Ηλεκτρονικοί Ψίθυροι.
Καλησπέρα, καλώς σας βρήκα.
Αν, δηλαδή, σας βρήκα κι αν με βρείτε.
Αν, δηλαδή, σας βρήκα κι αν με βρείτε.
Αν πάλι δεν κατορθώσουμε να βρεθούμε, αν χαθούμε -ως συνήθως- κάπου στην μετάφραση, τι να γίνει, ούτε η πρώτη φορά θα είναι και πιθανότατα ούτε η τελευταία.
Αν τυχόν όμως βρεθούμε, και φτάσουμε κάποτε στο σημείο να ψιθυρίσουμε κάτι ο ένας στον άλλο, τότε ο υπολογιστής μας θα μοιάζει τόσο με το αυτί της Σκάρλετ Γιόχανσον, όσο και οι λέξεις που πατάμε στα πληκτρολόγια με τις λέξεις του Μπιλ Μάρρεϋ.
Ίσως τότε, δια της ενσυναίσθησης, αποκρυπτογραφήσουμε και τι της είπε.