Έχουν περάσει λίγες εβδομάδες από όταν
είδα την ταινία, αλλά αυτή η διαφωνία, αυτά τα διαμετρικά αντίθετα
βλέμματα, δεν λένε να βγουν απ΄ το μυαλό μου:
Ο
Τζέσι λέει πως, όταν βλέπει τα δίδυμα κοριτσάκια του να τσακώνονται για
ασήμαντες αφορμές και να ανταγωνίζονται η μία την άλλη, κάνει δυσοίωνες
σκέψεις. Σκέφτεται πως ο άνθρωπος είναι εκ γενετής κατασκευασμένος
έτσι, ώστε να αναλώνεται σε όλη αυτή τη μικροπρέπεια και τη δίχως νόημα
μανούρα. Η Σελίν του απαντάει πως αν αυτά είναι τα συναισθήματά του όταν
βλέπει τις κόρες του να αρνούνται να υποχωρήσουν, τότε πολύ απλά είναι
καταθλιπτικός. Εκείνη, αντίθετα, χαίρεται και γουστάρει να τις βλέπει να το κάνουν,
γιατί εισπράττει μια ζωτικότητα από όλο αυτό. Θεωρεί πως είναι δείγμα
του ότι γενικότερα στη ζωή τους θα διεκδικούν αυτό που τους αναλογεί και
δε θα παραχωρούν αμαχητί σε κανέναν οτιδήποτε θεωρούν δικό τους.
Και
μόνο που ακούω τη Σελίν να τα λέει αυτά, μου έρχεται να πάρω το πρώτο
διαθέσιμο ξυράφι να κόψω ό,τι φλέβα υπάρχει πρόχειρη, να αφήσω το πεδίο
ελεύθερο σε όσους στην πραγματικότητα ανήκει η γη, δηλαδή σε αυτούς που δεν υποχωρούν αλλά κάνουν τους άλλους να υποχωρούν.
Και να υποχωρούν. Και να υποχωρούν. Εις το διηνεκές. Μέχρι που να μην
τους έχει απομείνει τίποτα ανυποχώρητο, τίποτα απάτητο, τίποτα άξιο
αυτοσεβασμού.
Μετά σκέφτομαι ότι κι
αυτό παρανάγνωση είναι, ότι φυσικά και δεν λειτουργεί έτσι ο κόσμος, ότι η ζωή
είναι κάτι πολύ πιο σύνθετο από τη σύγκρουση ανάμεσα σε αυτούς που
πέφτουν πάνω στα πάντα σαν κριάρια και σε αυτούς που αποφεύγουν με κάθε
τίμημα τις ρήξεις λες και είναι το υπέρτατο κακό. Ότι εκτός από τον
δρόμο της ευθείας σύγκρουσης, της επικράτησης και της υποχώρησης,
υπάρχουν ένα σωρό υπόγειες και διαγώνιες διαδρομές κι ένα σωρό σιωπηρές
αναδιατάξεις θέσεως των παικτών, με βάση αντικειμενικά δεδομένα και
υποκειμενικές αξιολογήσεις τους.
Ωστόσο,
ναι, το πώς τοποθετείσαι απέναντι στις κατά μέτωπο αντιπαραθέσεις, το
πώς τοποθετείς τα δικά σου θέλω όταν τρακάρουν με τα θέλω των άλλων,
είναι τελικά βασικό στοιχείο του χαρακτήρα του καθενός μας.
Γιατί
μου προξενεί τόσο αποτροπιασμό η οπτική της Σελίν; Γιατί γουστάρει που
βλέπει τα παιδιά της να αλληλοτρώγονται και να προβάρουν ίσως τον ρόλο
των μελλοντικών μπίτσις; Γιατί φρικάρω τόσο με τους τσακωμούς; Γιατί
στον πυρήνα του τρόπου που έχω εκπαιδευτεί να σκέφτομαι θα μπορούσαν
ίσως όλοι να είναι πάντα μονιασμένοι και αγαπημένοι και τέλειοι, ώστε
κάθε ρήξη να συνιστά μια έκπτωση από το ιδανικό; Αφού δεν πάει έτσι, αφού δεν θα μπορούσε ποτέ να πάει έτσι.
Όλα
αυτά τα αναμέτρητα «τέλος πάντων» που λες, φωναχτά ή από μέσα σου, όλοι
αυτοί οι τόποι στην οργή που δίνεις, όλο αυτό το αέναο μηδένισμα του
κοντέρ ολοένα και από πιο οπισθοχωρημένη θέση.
Ναι,
το ξέρω, δεν είναι καθόλου υγιές. Από την άλλη δεν θα μπορέσω ποτέ να δεχτώ κι
ότι είναι υγιές να εισπράττεις ζωτικότητα από την μανούρα, δεν θα
μπορέσω ποτέ να δεχτώ ότι ο άνθρωπος για τον άνθρωπο είναι λύκος και πως είναι ωραίο πράγμα να ουρλιάζουμε και να προσπαθούμε να πάρουμε μεγαλύτερο κομμάτι θηράματος από το στόμα της δίδυμης αδελφής μας.
Και αν φύγουμε από το διαπροσωπικό επίπεδο και πάμε στο πολιτικό, τότε οι κατηγορίες (δεν λέω τάξεις για να μη φρικάρει κανείς και πρώτος από όλους εγώ) των ανθρώπων που ουρλιάζουν (συχνότατα χωρίς καν ουρλιαχτά, συχνότατα εντελώς πολιτισμένα, εντελώς θεσμικά, με μηχανισμούς επιβολής συναίνεσης και ιδεολογικοποίηση του δικαίου της μερίδας του λέοντος) προσπαθώντας και παίρνοντας μεγαλύτερο κομμάτι θηράματος από τις άλλες κατηγορίες των ανθρώπων, είναι οι κατηγορίες των ανθρώπων που επικρατούν επειδή οι άλλες υποχωρούν και υποχωρούν και υποχωρούν, αποφεύγοντας τις ολομέτωπες ρήξεις, που ως γνωστόν είναι το υπέρτατο κακό για όλους εμάς τους φιλήσυχους πολίτες.
Και καταληκτικά, αν νομίζεις πολιτικέ αντίπαλε πως σου δίνω ψυχαναλυτικά όπλα για να ακυρώνεις την πολιτική μου οργή, μάθε πως δεν με ενδιαφέρει η γνώμη σου και τα όπλα σου, γιατί αν δεν ήταν αυτά θα ήταν κάποια άλλα, γιατί οπλίσου όσο θες, οπλίσου σαν αστακός, από καταβολής του κόσμου οπλισμένος σαν αστακός είσαι κι από καταβολής του κόσμου μια τελικά θεμελιώδης πολιτική αντιπαράθεση υπάρχει: το πώς θα τα μοιράσουμε, το τι μερίδιο αναλογεί στον καθένα.
Ναι, τόσο μανιχαϊστής. Ναι, τόσο απλοϊκός.
Κι οπότε τελικά γαμιέστε, κόρες της Σελίν. Κι εσείς και η μανούρα σας. Δεν είναι υγιής ο τσακωμός σας. Δεν γουστάρω την μανία σας για επικράτηση. Να κόβατε τα παιχνίδια σας και τα πάντα σας στην μέση.