«Πέμπτη 7 Μαρτίου 2013. Στο Εφετείο Αθηνών δικάζεται, κατόπιν άρσης
της βουλευτικής του ασυλίας, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Χρυσής
Αυγής Ηλίας Κασιδιάρης. Τρεις μέρες πριν, στην τελευταία αναβολή της
δίκης, ο παθών, η μάρτυρας κατηγορίας και οι συνήγοροι της πολιτικής
αγωγής βρίσκονται τραγικά μόνοι σε μια αίθουσα γεμάτη μαύρα ρούχα,
αρβύλες, ξυρισμένα κεφάλια. Την Πέμπτη η αναλογία είναι κάπως καλύτερη,
αν και πάλι υπερισχύουν τα ξυρισμένα κεφάλια, συντριπτικά εντός της
αίθουσας τουλάχιστον.
Στα δικαστήρια φτάνουμε στις οκτώ παρά τέταρτο. Ανεβαίνοντας τις
σκάλες, μια παρέα, δεχόμαστε κάποιους προπηλακισμούς, με σεξουαλικά
υπονοούμενα, από ομάδα χρυσαυγιτών συγκεντρωμένων στην είσοδο του
κτιρίου. Έξω από την αίθουσα όμως, ανακαλύπτουμε πως είναι ήδη αργά. Η
αίθουσα, που, όπως πληροφορηθήκαμε αργότερα, ανοίγει στις 7 π.μ., είναι
κατειλημμένη από χρυσαυγίτες. Παρόντες, οι περισσότεροι βουλευτές του
κόμματος, γνωστά στελέχη, η κόρη του Μιχαλολιάκου… Απ’ έξω τα πράγματα
είναι μόνο λίγο καλύτερα. Περισσότεροι, ακροβολισμένοι στο χώρο, οι
χρυσαυγίτες, και στο κέντρο εμείς οι «άλλοι», αντιφασίστες,
δημοσιογράφοι, φίλοι του παθόντα και της μάρτυρα που έχουν έρθει να τους
στηρίξουν στη… δοκιμασία.
Οι δύο συνήγοροι της πολιτικής αγωγής Κλειώ Παπαπαντολέων και Μαρίνα
Δαλιάνη κάνουν προσπάθειες να βελτιώσουν τις συνθήκες διεξαγωγής της
δίκης. «Δεν είναι δυνατόν να δικάζουμε υπό συνθήκες τρομοκρατίας»
ακούγονται να λένε. Πράγματι, το γεγονός ότι η δίκη είναι ανοιχτή στο
κοινό δεν σημαίνει ότι μια συμμορία δικαιούται να καταλαμβάνει όλες τις
θέσεις του ακροατηρίου με σκοπό τον εκφοβισμό έδρας και μαρτύρων. Οι
πρώτες πληροφορίες είναι ενθαρρυντικές. Ακούγεται ως βέβαιο σχεδόν, και
μάλιστα από το περιβάλλον του υπουργού Δικαιοσύνης, ότι ο Α. Ρουπακιώτης
θα ζητήσει να εκκενωθεί η αίθουσα και να γεμίσει πάλι από την αρχή.
«Και ο πρόεδρος της έδρας» ψιθυρίζεται «δεν θα δεχτεί να δικάσει με 100
ξυρισμένους σβέρκους να έχουν καταλάβει την αίθουσα και άλλους 200 έξω
απ’ αυτήν».
«Θα γίνει μεταφορά σε μεγαλύτερη αίθουσα», κυκλοφορεί μια δεύτερη
εναλλακτική. Το ίδιο είχε συμβεί και στη δίκη του τότε πρωτοπαλίκαρου
της οργάνωσης Αντώνη Ανδρουτσόπουλου, γνωστού ως «Περίανδρου», όταν
δικάστηκε σε δεύτερο βαθμό για την δολοφονική επίθεση εναντίον του
Δημήτρη Κουσουρή. Είχαν προηγηθεί έκτροπα στο άκουσμα της καταδικαστικής
πρωτόδικης απόφασης, με τους χρυσαυγίτες να πετάνε κέρματα και
μπουκάλια νερού σε ενόρκους, δικαστές και δικηγόρους, και την αστυνομία
σε ρόλο θεατή.
Σήμερα η αστυνομία έχει λάβει τα μέτρα της. Τουλάχιστον έξω από το
κτίριο. Οι ενθαρρυντικοί για τη δημοκρατία οιωνοί, δίχως ποτέ να
καταλάβουμε το πώς και το γιατί, ωστόσο διαψεύδονται. Η δίκη έχει ήδη
ξεκινήσει. Η διμοιρία που φράζει την είσοδο ζητά δημοσιογραφικές ή
δικηγορικές ταυτότητες. «Αλλιώς δεν μπαίνετε». «Γιατί;» ρωτάμε. «Γιατί…
δεν χωράτε». Δεν είχαμε άλλωστε και την ειδική άδεια του Η. Κασιδιάρη,
που φαίνεται να διευθύνει τη διαδικασία. Κάποια στιγμή, ενώ ο παθών κι η
μάρτυρας κατηγορίας στέκονται όρθιοι μέσα στην αίθουσα, ο υπεύθυνος
αστυνομικός τον πλησιάζει: «Οι μάρτυρες ζητούν να καθίσουν. Ποιους να
σηκώσουμε;» τον ρωτά. Τελικά οι δύο παραμένουν όρθιοι στο διαδρομάκι
όπου στεκόμαστε όσοι δεν είμαστε μέλη της οργάνωσης. Αρνούνται να
καθίσουν κατόπιν αδείας του κατηγορουμένου.
Η δίκη
Ο Ηλίας Κασιδιάρης είναι κατηγορούμενος για συνέργεια σε ληστεία,
ξυλοδαρμό και επίθεση με μαχαίρι σε βάρος του τότε μεταπτυχιακού φοιτητή
Κώστα Διαλυνά. Ο σημερινός διδάκτορας, τον Οκτώβριο του 2007, είχε
δεχτεί απρόκλητη επίθεση εντός της Πανεπιστημιούπολης Ζωγράφου από πέντε
οπλισμένα μέλη της Χρυσής Αυγής. Τους έμοιασε αναρχικός. Για καλή του
τύχη –και κακή δική της μάλλον– μια καθηγήτρια του Πανεπιστημίου, η
Μαίρη Βαβαγιάννη, τους βλέπει να βγαίνουν από το αυτοκίνητο στο πάρκινγκ
της Πανεπιστημιούπολης. Τα ξυρισμένα κεφάλια και τα κλομπ που βγάζουν
από τα μπουφάν τους τη βάζουν σε υποψίες. Προλαβαίνει να σημειώσει τον
αριθμό του αυτοκινήτου. Η αστυνομία θα ανακαλύψει ότι το αυτοκίνητο ήταν
καταχωρημένο σε φαρμακευτική εταιρεία. Από την προανακριτική διαδικασία
αποκαλύπτεται ότι η εταιρεία το είχε παραχωρήσει μόλις πριν 20 ημέρες
στον νεοπροσληφθέντα ιατρικό επισκέπτη Η. Κασιδιάρη.
Εκείνος διατείνεται ότι το μεσημέρι της επίθεσης βρισκόταν για
δουλειά στο νοσοκομείο Metropolitan στο Φάληρο. Επίσης υποστηρίζει πως
ούτε το αυτοκίνητο ήταν στον τόπο του συμβάντος. «Η ρουφιάνα του
ΣΥΡΙΖΑ», που όμως σήμερα για τις επικοινωνιακές ανάγκες της δίκης
χαρακτηρίζεται επί τω ηπιότερω «η μάρτυς», είδε την πινακίδα του
αναρτημένη στο indymedia, που «παγίως στοχοποιεί τον πολιτικό του χώρο
ανεβάζοντας στοιχεία για τα μέλη του». Αν όχι η ίδια, κάποιος ομοϊδεάτης
της. Και, στοχοποιημένος λόγω της πολιτικής του ιδιότητας, δέχεται
πόλεμο. «Δεν το έχω λύσει μέσα μου. Ίσως η μάρτυς να μην είχε πρόθεση.
Ίσως της υπέδειξαν να δώσει τη δική μου πινακίδα. Ίσως πάλι της είπαν
και της ίδιας ψέματα, ότι δηλαδή αυτή ήταν η πινακίδα του αυτοκινήτου
από το οποίο βγήκαν οι δράστες κι ότι με την κατάθεσή της θα κάνει καλό»
είπε στην απολογία του, σε τόνο εντελώς διαφορετικό από αυτόν που τον
έχουμε συνηθίσει.
Αυτό τον ισχυρισμό έχει κληθεί να ενισχύσει, η διαπιστευμένη
δημοσιογράφος του υπουργείου Δημόσιας Τάξης Νάντια Αλεξίου. Η παρουσία
της στη δίκη σήκωσε θύελλα αντιδράσεων στα κοινωνικά δίκτυα. Η ίδια
απαντούσε ότι βρέθηκε εκεί κατόπιν κλήσης της ανακρίτριας. Ο ανακριτής
όμως καλεί κατόπιν υπόδειξης κάποιου διάδικου. Όπως πληροφορηθήκαμε,
αυτός που την υπέδειξε ήταν ο ίδιος ο Κασιδιάρης. «Ότι οι πινακίδες του
αυτοκινήτου μου ήταν αναρτημένες στο indymedia μου το είπε η
δημοσιογράφος Ν. Αλεξίου».
Ποτέ ωστόσο δεν προσκομίστηκε ανάρτηση του indymedia με τις πινακίδες
του συγκεκριμένου αυτοκινήτου, αν και η υπεράσπιση παρουσίασε στο
δικαστήριο πολλές τυπωμένες σελίδες από τον εν λόγω ιστότοπο με άλλες
καταγγελίες, άλλους αριθμούς αυτοκινητών κτλ.
Αν για τη φυσική παρουσία του Ηλία Κασιδιάρη στην επίθεση δεν υπάρχει
καμία μαρτυρία και ο ίδιος παρουσιάζει επαρκές άλλοθι, δεν συμβαίνει το
ίδιο με το αυτοκίνητο. Ούτε η υποτιθέμενη δημοσίευση στο indymedia
επιβεβαιώνεται, ούτε φαίνεται πιστευτή η ιστορία για το πάρκινγκ της
καφετέριας του ΣΕΦ, όπου ο κατηγορούμενος παρκάρει το αυτοκίνητό του,
καθ” υπόδειξη της εταιρείας, προκειμένου να τον ελέγχει καλύτερα. Πώς να
πιστέψεις πως περπατάει 15 λεπτά από την καφετέρια μέχρι το
Metropolitan φορτωμένος ιατρικό υλικό; Απόδειξη από το πάρκινγκ δεν
υπάρχει, διότι το πάρκινγκ δεν κόβει νόμιμα παραστατικά, ο παρκαδόρος
δεν τον θυμάται και λέει ότι το πάρκινγκ ήταν ελεύθερο, χωρίς εισιτήριο,
το τυχαίο χαρτάκι υποτίθεται πως το κρατά η εταιρεία για ένα μήνα, και
μετά πετιέται, επιστρατεύεται ένας οικογενειακός φίλος που κατά σύμπτωση
τον συναντά έξω από το πάρκινγκ.
Κι όμως όλα αυτά ακούγονται πιστευτά, ή μάλλον αναδεικνύουν, για το
δικαστήριο, τις αντιφάσεις της μάρτυρα κατηγορίας. «Η μάρτυρας έχει όλα
τα χαρακτηριστικά του αυθόρμητου και ειλικρινούς μάρτυρα» θα μας πει η
δικηγόρος Κλειώ Παπαπαντολέων. «Τοποθετεί το εαυτό της στο συμβάν μόνο
μερικώς, αποσπασματικά, περιγράφει μόνο όσα πρόλαβε να δει. Δεν
κατασκευάζει μια αφήγηση. Όλοι οι μάρτυρες έχουν κενά. Είναι πολύ σπάνιο
σε αιφνίδιο συμβάν ο αυτόπτης μάρτυρας να καταγράψει τα πάντα, θα
εστιάσει σε κάτι. Η συγκεκριμένη μάρτυρας δίστασε να δώσει ακόμα και τη
μάρκα του αυτοκινήτου, ακριβώς γιατί εστίασε στην πινακίδα. Εάν πράγματι
ήθελε να στοχοποιήσει τον οποιονδήποτε, θα είχε κάνει περιγραφή
προσώπου, θα είχε προβεί σε αναγνώριση, θα είχε καταθέσει ότι τον είδε
να προβαίνει στον ξυλοδαρμό. Όμως της αποδίδουν δόλο λόγω μιας
υποτιθέμενης σχέσης με τον ΣΥΡΙΖΑ, από ένα κείμενο που έχει συνυπογράψει
για συλλήψεις φοιτητών. Ο Κασιδιάρης της κάνει μήνυση για ψευδορκία που
δεν έχει ακόμη εκδικαστεί, ακόμα και μετά την αθώωση. Η Χρυσή Αυγή τη
στοχοποιεί στο διαδίκτυο.
Κι ενώ η δίκη συνεχίζεται, έξω από την αίθουσα παίζεται ένα άλλο
θέατρο του παραλόγου. Χρυσαυγίτες και αντιφασίστες συνυπάρχουν για
περισσότερες από επτά ώρες στον ίδιο χώρο, σε μια φαινομενικά ήρεμη
ατμόσφαιρα που ξεχειλίζει ωστόσο υπόγεια βία. Ακόμα και η χωροθέτηση
είναι ενδεικτική: οι χρυσαυγίτες έχουν ακροβολιστεί στο χώρο εκτός από
ένα παράθυρο μπροστά στο οποίο έχει παραταχθεί μια διμοιρία ΜΑΤ.
Περικυκλωμένοι λοιπόν, οι υπόλοιποι νιώθουμε διαρκώς κάποιο βλέμμα να
καρφώνεται πάνω μας, να μας σκανάρει, να μας προκαλεί. Οι περισσότεροι
είναι ντυμένοι πανομοιότυπα, λίγες γυναίκες με ρούχα θεούσας ή πιο
έξαλλα, κάποιοι συγγενείς του κατηγορουμένου. Γινόμαστε ωτακουστές
συζητήσεων. Μια κυρία που θα μπορούσε λίγους μήνες πριν να βρίσκεται έξω
από το Χυτήριο συζητά με έναν από τους ελάχιστους μη μαυροφορεμένους
για το συμμοριτοπόλεμο και την κηδεία του Ντερτιλή. Κάποιος μεγαλύτερος,
καθοδηγητής ίσως, λέει σε έναν νεότερο τη μυστηριώδη φράση «Αυτά που
λέγαμε πλύθηκαν το πρωί και μοιράστηκαν». Να πρόκειται τάχα για
μπλουζάκια;
Η παρουσία της Ιωάννας Κούρτοβικ, που εμφανίζεται κάποια στιγμή στο
δικαστήριο, προκαλεί αναταραχή στις τάξεις των χρυσαυγιτών. Έχουνε,
βλέπεις, παλιούς λογαριασμούς.
Η ετυμηγορία
Κατά τη διάρκεια της δίκης του, ο Κασιδιάρης αναφέρθηκε ουκ ολίγες
φορές στον «πολιτικό του χώρο». Σε αυτόν δηλαδή τον πολιτικό χώρο που
έχει εκπρόσωπό του τον Η. Κασιδιάρη, αυτόν δηλαδή που λίγες βδομάδες
νωρίτερα είχαμε παρακολουθήσει να απειλεί με νεκρούς τον αστυνομικό στην
Κρήτη και να δηλώνει λίγο αργότερα ότι «το βουλευτιλίκι δεν το
γουστάρει, αλλά εκμεταλλεύεται το δικαίωμα που του δίνει αυτό να
οπλοφορεί νόμιμα». Σήμερα όμως το δικαστήριο τον ακούει να δηλώνει ότι
τόσο ο ίδιος όσο και η οργάνωσή του καταδικάζουν κάθε μορφή βίας. Οι 100
ξυρισμένοι σβέρκοι χαμογελούν, αλλά η έδρα δεν δίνει σημασία. Ο
κατηγορούμενος κηρύσσεται αθώος διότι οι σε βάρος του καταθέσεις
παρουσιάζουν κενά και αντιφάσεις.
Η δικηγόρος Κλειώ Παπαπαντολέων έχει υπάρξει μία εκ των τριών
συνηγόρων πολιτικής αγωγής στη δίκη του Περίανδρου. Μια δίκη που, όπως
προαναφέραμε, συνοδεύτηκε και στους δύο βαθμούς από φυσική βία. Σήμερα
δεν υπήρξε φυσική βία κι όμως λίγες μέρες μετά μας ομολογεί: «Καμία δίκη
στη μεταπολιτευτική Ελλάδα δεν έχει διεξαχθεί υπό αυτούς τους όρους
(εκτός ίσως από δίκες με βεντέτες) και σε καμία άλλη δίκη δεν παραχώρησε
το κράτος σε κατηγορούμενο την αρμοδιότητα να “διευθύνει” τη δικαστική
αίθουσα. Η απόφαση είναι προφανώς σεβαστή αλλά βεβαίως και επιδεκτική
κριτικής, όπως κάθε απόφαση. Πέρα όμως από την ουσία της υπόθεσης, δεν
μπορεί να μην σχολιάσει κανείς τον Εισαγγελέα της έδρας ο οποίος στην
πρότασή του δήλωσε ότι “ο κατηγορούμενος και η οργάνωσή του και όσοι
βρίσκονται σε αυτή την αίθουσα καταδικάζουν τη βία”. Κι αυτά, στην
Ελλάδα του 2013, των ρατσιστικών επιθέσεων και δολοφονιών και της
δημόσιας βίαιης δράσης των μελών της ΧΑ. Δεν μπορώ να μην αναρωτηθώ το
είδος του μηνύματος που περνάει μια τέτοια φράση στο επόμενο θύμα, στον
επόμενο μάρτυρα που θα τολμήσει να στραφεί στη δικαιοσύνη ως εγγυητή των
δικαιωμάτων του, αλλά και σε όλους εμάς που βλέπουμε αίφνης τον πίνακα
του Μαγκρίτ: Αυτό δεν είναι μια πίπα».
Η δίκη του Ηλία Κασιδιάρη τέλειωσε αναγορεύοντας τον κατηγορούμενο
άσπιλο και αθώο, έτοιμο να επιστρέψει στη Βουλή. Οι συνθήκες όμως της
διεξαγωγής της και η έμμεση τρομοκρατία που ασκήθηκε στο χώρο του
δικαστηρίου, η συγκρατημένη αν και εμφανής μεροληψία των αρχών,
συνιστούν ένα κακό προηγούμενο, και ίσως μια ήττα της δικαιοσύνης. Η
Χρυσή Αυγή αναγνωρίζεται ως ένα πολιτικό κόμμα που καταδικάζει τη βία
απ’ όπου κι αν προέρχεται, και εμείς περιμένουμε, ιδιαιτέρως ανήσυχοι,
τη συνέχεια».
~~~
Έστω όμως ότι μετά τη δολοφονία Φύσσα συγκεντρώθηκαν ένα βράδυ του Σεπτέμβρη σε ένα τραπέζι οι σύμβουλοι του πρωθυπουργού μας, έκατσαν κι αναμετρήθηκαν οι Μπαλτακικοί που δεν πρόφτασαν να χαρούν τσεκούρια στα νιάτα τους και τους έμεινε απωθημένο από την μια, με τους ανανήψαντες Βοριδικούς που τα χόρτασαν αυτά νέοι και είπαν να αλλάξουν πια πίστα από την άλλη, και είπαν τώρα τι να κάνουμε με δαύτους: να συγκυβερνήσουμε σήμερα - αύριο - μεθαύριο ή να εξηγήσουμε στην ίδια δικαιοσύνη που τους πήγαινε ως με το σεις και με το σας, ότι, ξυπνάτε, εδώ έχουμε να κάνουμε με εγκληματική οργάνωση;
Έστω ότι άλλαξαν πια τα πράγματα και ότι αν δικαζόταν σήμερα η υπόθεση της επίθεσης του 2007, οι αμφιβολίες για τον Κασιδιάρη δεν θα υπήρχαν.
Τι μας λέει τότε άραγε ότι η είδηση για τη δίκη της Δευτέρας δεν παίζει και τόσο στα καθεστωτικά ΜΜΕ, ενώ υποτίθεται πως πλέον ψειρίζουν και προβάλλουν το κάθε τι εις βάρος των χρυσαυγιτών; Η κατηγορούμενη πανεπιστημιακός, που έκανε πριν χρόνια το λάθος να καταθέσει για την πινακίδα του αυτοκινήτου από το οποίο βγήκαν οι τραμπούκοι και το οποίο αποδείχθηκε ότι ήταν εταιρικό και το οδηγούσε εκείνη την εποχή ο Κασιδιάρης, τυχαίνει να ανήκει σε λάθος πολιτικό
χώρο και να είναι υποψήφια δημοτική σύμβουλος στην Αθήνα με τον συνδυασμό του
Σακελλαρίδη. Και έτσι αν έγινε τώρα εχθρός μας ο χρυσαυγίτης, διαχρονικός εχθρός μας πάντως είναι ο αριστερός. Και δεν θα τον προβάλλουμε θετικά. Και ας βγάλει άκρη μόνος του αν διώκεται, όπως έβγαζε μια ζωή. Μια ζωή που προφανώς δεν ήταν αυτός ο έμπρακτα και με τίμημα υπερασπιστής της δημοκρατίας απέναντι στον φασισμό και των ανθρώπινων δικαιωμάτων απέναντι στην κτηνώδη βία.
Η Ιστορία καλό είναι να αποσιωπά όσα είναι να αποσιωπήσει, καλό είναι να ξεχάσει εντελώς εκείνη την υπόθεση Κασιδιάρη, που ποιός ξέρει, αν είχε διαφορετική δικαστική κατάληξη μπορεί και ο Φύσσας να ζούσε σήμερα, η Ιστορία καλό είναι να κατασταλάξει ανάμεσα στις τρεις κρατούσες καθεστωτικές εκδοχές του ποιός τόλμησε να τα βάλει πρώτος με την Χρυσή Αυγή, όταν όλοι -μα όλοι- οι άλλοι σιωπούσαν: Ο Γιώργος Καμίνης; Το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου και της Αλ Σάλεχ; Ο Αντώνης Σαμαράς και ο Νίκος Δένδιας;