Σάββατο, Ιουνίου 29, 2013

To προσωρινό τόξο

Στην όμορφη χώρα μας, οι προσωρινές διαταγές του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν λένε να εφαρμοστούν και οι προσωρινές κρατήσεις των «κατηγορουμένων για αναρχία και τρομοκρατία» δεν λένε να λήξουν. Στον όμορφο κόσμο μας, παράνομη δεν είναι η Αμερικάνικη και η Βρετανική Κυβέρνηση και οι ποικιλώνυμες υπηρεσίες τους που παρακολουθούν ό,τι κινείται κι ό,τι μένει ακίνητο, παράνομος είναι ο Έντουαρντ Σνόουντεν που αποκαλύπτει τις παρακολουθήσεις. Στην όμορφη χώρα μας ως τμήμα του όμορφου παγκοσμιοποιημένου χρηματοπιστωτικού κόσμου μας, υπάρχουν μερικά ομόλογα που πληρώνονται ακόμη στο 100% και ο αρμόδιος υπουργός δίνει ως εξήγηση, τι άλλο, παρά το ότι «Η Ελληνική Δημοκρατία πληρώνει σύμφωνα με το νόμο». Νομιμότητα, αγάπη μου. Οι προσωρινές διαταγές πιθανότητα θα εφαρμοστούν κάποια στιγμή, προς το προσωρινό παρόν πάντως είναι ενθαρρυντικό να παραμένει στις οθόνες αυτό το αποτύπωμα του τσαμπουκαλή παύλα μπαχαλάκια Πρωθυπουργού μας, καθώς κάθε μέρα που το μαύρο διατηρείται δίνει κι ένα μήνυμα συντριβής της αμαρτωλής μεταπολίτευσης. Όσον αφορά τις προσωρινές κρατήσεις τώρα, ο Κώστας Σακκάς έχει ήδη συμπληρώσει δυόμιση χρόνια προσωρινά κρατούμενος και βαδίζει πλέον ολοταχώς για το ανεπανάληπτο ρεκόρ που θα συνιστά η προσωρινή τριετία.
Αν υπάρχει ένας συνεκτικός δεσμός ανάμεσα στις παραπάνω περιπτώσεις, είναι πως οι κανόνες του παιχνιδιού είναι σχετικοί και πως μπορούμε να παίρνουμε αλα καρτ άλλοτε την τήρηση εκείνων που μας συμφέρουν κι άλλοτε τη διαστρεβλωτική ερμηνεία ή και την ευθεία παραβίαση εκείνων που μας ενοχλούν, αρκεί το Κράτος να κάνει αυτά που εκείνο νομίζει σωστότερα, συμπεριλαμβανομένης της τιμωρίας των εχθρών του. Δεν πρέπει να περνάει στους εχθρούς του κράτους, ακόμη κι αν εκκινούν από εντελώς διαφορετικό ιδεολογικό σημείο, όπως ο Σνόουντεν και ο Σακκάς. Τα κράτη θα επικρατούν των εχθρών τους, είτε με το νόμο είτε παρά το νόμο. Στο όνομα της δημοκρατίας βεβαίως. Κι ας είναι δημοκρατία ακριβώς το να μην παρακολουθείς τους πολίτες. Κι ας είναι δημοκρατία ακριβώς η τήρηση των ανώτατων ορίων προσωρινής κράτησης.
Έτσι, μπορεί ο Κώστας Σακκάς να κάνει από τις 4 Ιουνίου απεργία πείνας, αλλά εσφαλμένα νομίζει πως είναι κυρίαρχος του εαυτού του. Η πείνα του πολίτη είναι δικό μας όπλο. Κανείς δεν δικαιούται να πεινάσει, παρά μόνο κανονικά και ελλείψει χρημάτων. Αυτό, ναι, ελεύθερα. Δεν δικαιούσαι όμως να χρησιμοποιήσεις τον κρατούμενο εαυτό σου ως μέσο εκβιασμού. Δεν θα μας εκβιάσεις. Εμείς θα σε εκβιάσουμε. Ή θα σε σιτίσουμε με το ζόρι, ή θα σε αφήσουμε να υποχωρήσεις νικημένος, γράφοντας μια ακόμα νίκη στο ενεργητικό μας, ή μπορεί στην εσχάτη των περιπτώσεων, αν είσαι κι εσύ διατεθειμένος να το φτάσεις ως εκεί, να σε αφήσουμε να πεθάνεις. Ίσως μάλιστα δεν θα ήταν και τόσο κακή ιδέα. Ένας νεκρός στα χέρια μας θα μαρτυρούσε ακόμα μεγαλύτερη αποφασιστικότητα από το μαύρο της ΕΡΤ. Η εποχή πάντως που ο κάθε πολίτης νόμιζε ότι θα μπορούσε να βρει καταφύγιο στο Σύνταγμα έχει τελειώσει. Ομελέτα δεν γίνεται χωρίς να σπάσεις αυγά.
Γιατί το αληθινό τόξο που χωρίζει στα δύο τη χώρα από το 2010 είναι το προσωρινό. Και είναι ακριβώς το τόξο που βρίσκεται στον αντίποδα του συνταγματικού. Εχθρός του Συντάγματος δεν είναι μόνο η Χρυσή Αυγή. Στην πράξη κατεξοχήν εχθρός του Συντάγματος αποδείχθηκε και αυτό το τόξο της προσωρινής κατάστασης και της έκτακτης ανάγκης, ένα τόξο στο οποίο ανήκουν όσοι κυριάρχησαν στο παιχνίδι πριν και εξακολουθούν να κυριαρχούν και τώρα, με την ατζέντα τους να αλλάζει οβιδιακά. ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, μαζί ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, τα κόμματα που κυβέρνησαν την προηγούμενη εποχή, τα ΜΜΕ που διαμόρφωσαν την προηγούμενη εποχή, οι διαμόρφωτες γνώμης που κυριάρχησαν στην προηγούμενη εποχή, οι επιχειρηματικές ελίτ που καρπώθηκαν στο φουλ την προηγούμενη εποχή, όλοι μαζί από κοινού τάχτηκαν με τις δυνάμεις του προσωρινού τόξου και είπαν πως εμείς σας εξουσιάζαμε στην προηγούμενη εποχή, σας εξουσιάζουμε και τώρα, με την ΕΡΤ ή χωρίς την ΕΡΤ, με εργατικό δίκαιο ή χωρίς εργατικό δίκαιο, με σεβασμό στη συνταγματική τουλάχιστον νομιμότητα ή χωρίς σεβασμό. Αρκεί να σας εξουσιάζουμε εμείς. Οι ίδιοι. 
(Κείμενο γραμμένο για την Ελευθεροτυπία

Τετάρτη, Ιουνίου 26, 2013

H αόρατη κορδέλα

H Έρικα είναι μια στριφνή κι αυστηρή, σε βαθμό σαδισμού, δασκάλα πιάνου στο ωδείο της Βιέννης. Κοντεύει τα σαράντα και ζει μαζί με την μητέρα της. «Η Έρικα είναι ένα έντομο κλεισμένο μέσα σε κεχριμπάρι. Άχρονο, χωρίς ηλικία. Η Έρικα δεν έχει ιστορία και δεν δημιουργεί ιστορίες». Ο παραδοσιακός κόσμος της κλασικής μουσικής και των καθώς πρέπει ρεσιτάλ πιάνου για τους μεγαλοαστούς είναι ο πρώτος από τους δύο έξω κόσμους που ζει η Έρικα, έξω δηλαδή από τον βασικό της κόσμο που έχει καθορίσει το είναι της, τον κόσμο του σπιτιού. 

Ο δεύτερος είναι ο κόσμος της σεξουαλικής διαστροφής. Μετά το ωδείο πηγαίνει σε σεξ σοπς, κλείνεται στα δωμάτια και βλέπει τσόντες. Παίρνει από το καλάθι το χαρτομάντηλο που είχε πετάξει ο προηγούμενος. Το βάζει στη μύτη της. Μυρίζει το σπέρμα του. Αναπνέει το σπέρμα του. Το σπέρμα του δεν προοριζόταν για εκείνη, ήταν ένα σπέρμα που δεν είχε καμία σχέση με εκείνη, πρόκειται για ένα σπέρμα απέναντι στο οποίο εκείνη παραμένει αγνή, παραμένει «καθαρή μέσα και έξω», παραμένει παρθένα, παραμένει ανέγγιχτη από αυτό το βρώμικο πράγμα που είναι το σεξ, και το αναπνέει τώρα ως παρατηρητής, ως τρίτη, περισσότερο ως ανθρωπολόγος παρά ως άνθρωπος.

Όταν το σπέρμα ενός πολύ νεότερου μαθητή της θα απευθυνθεί σε αυτήν, όταν ένα σπέρμα παραχθεί επειδή η ίδια έχει αποτελέσει το αντικείμενο του πόθου, η Έρικα θα το ξεράσει αμέσως. Ο μαθητής της είναι πολύ νέος, πολύ όμορφος, πολύ ζωντανός, δηλώνει πολύ ερωτευμένος. Είναι η χαρά της ζωής, προσπαθεί να την αγαπήσει φυσιολογικά, δηλαδή χαρούμενα. Έχει χτυπήσει την πιο λάθος πόρτα. Η Έρικα δεν θα αφήσει οτιδήποτε υγιές και φυσιολογικό να την λερώσει, δεν θέλει την ομορφιά, δεν θέλει το σεξ ενός άντρα που την θέλει, δεν ξέρει πώς να τα χειριστεί όλα αυτά, αλλιώς έχει μάθει, άλλη είναι η ζώνη μέσα στην οποία αισθάνεται άνετα, είναι εντελώς χαλασμένο αυτό που την συγκροτεί ψυχικά.

Η Έρικα πηγαίνει στα ντράιβ ιν και κατασκοπεύει τα αυτοκίνητα μέχρι να βρει κάποιους να κάνουν σεξ και να ανάψει και η ίδια. Το σεξ είναι κάτι που αφορά τους άλλους. Εκείνη την αφορά ο πόνος. Μόνη της στο μπάνιο του σπιτιού της παίρνει ένα ξυραφάκι και κόβεται λίγο στα γεννητικά της όργανα. Ματώνει. Η Έρικα απεχθάνεται τον εαυτό της. Η Έρικα απεχθάνεται τα συναισθήματα. Το σεξ δεν μπορεί να είναι κάτι που την αφορά άμεσα ως μια γυναίκα που την ποθούν και ίσως ακόμα - ακόμα την αγαπούν. Πρέπει να επικρατήσει η τιμωρία. Γράφει γράμμα στον μαθητή της όπου του υπαγορεύει τι θέλει να της κάνει, τους τρόπους με τους οποίους θέλει να την τιμωρεί. «Ο πόνος είναι μόνο το αποτέλεσμα της θέλησης για ευχαρίστηση, για καταστροφή, για εξόντωση, και, στην υπέρτατη μορφή του, ένα είδος ηδονής». «Η Έρικα παραδέχεται στο γράμμα της ότι θέλει να χαθεί και να διαλυθεί ολοκληρωτικά κάτω από αυτόν». «Η πιο διακαής επιθυμία μου είναι να με τιμωρήσεις. Η Έρικα θέλει τον Κλέμμερ ως τιμωρία».

Στον έρωτα πάντα επανέρχεσαι. Τι κι αν όλα σε πείθουν πως όλα έχουν τελειώσει; Πάντα επανέρχεσαι. Έτσι θα επανέλθει και ο μαθητής μετά την αρχική αηδία που του προκαλεί το γράμμα της. Από την άλλη βέβαια: «Ύστερα από ένα διάλειμμα στη σκέψη του, είναι εντυπωσιασμένος παρά τη θέλησή του από την προσπάθεια της Έρικας που επεκτείνει τα όριά της. Τα περιθώρια του πόθου διευρύνονται. Ο Κλέμμερ είναι εντυπωσιασμένος. Άλλες γυναίκες σε αυτό το χώρο έχουν μόνο μια σκαλωσιά αναρρίχησης και μία ή δύο αιώρες σε σκονισμένο έδαφος ή σε σκασμένο μπετόν. Όμως εδώ, μπροστά στον ευτυχή χρήστη βρίσκεται ολόκληρο γήπεδο ποδοσφαίρου συν ένα γήπεδο τέννις και στίβος!» «Είναι νέος και πρόθυμος για κάτι νέο. Είναι υγιής και πρόθυμος να αρρωστήσει. Είναι ανοιχτός σε όλα, άσχετα από την κατεύθυνση».

Αν το σεξ είναι από μόνο του ένα άγριο ζώο που μπορεί να σε βγάλει εκτός ορίων, το να μη το ζεις, το να μένεις εκτός της επικράτειάς του σε τρελαίνει διπλά. Διαστρέφει όλη σου την ύπαρξη. Η ύπαρξη της Έρικας είναι συνολικά διεστραμμένη. Ο πατέρας της απών, ψυχικά διαταραγμένος, κλεισμένος σε κάποιο άσυλο. Η μητέρα της όχι απλά παρούσα, αλλά ολικά κυρίαρχη, ολικά βασανιστική, μεταχειρίζεται την Έρικα σαν να είναι ακόμα κοριτσάκι. Διαρκής έλεγχος, ασταμάτητη καταπίεση, την παίρνει τηλέφωνο να δει πού είναι και γιατί αργεί, της ψάχνει την τσάντα και της στερεί την ιδιωτικότητα, την κατηγορεί όταν παίρνει φορέματα, τα βάζει με τη φιλαρέσκειά της, οτιδήποτε δίνει χαρά στην Έρικα και την κάνει να αισθάνεται γυναίκα ενοχοποιείται, τι θα πουν οι γείτονες, το σπίτι μας θα γίνει μπουρδέλο. Η λευκή κορδέλα που έχει φορέσει η μητέρα στην Έρικα είναι αόρατη και δεν βγαίνει ποτέ. Η μητέρα και η Έρικα κοιμούνται δίπλα δίπλα. Η ΄Ερικα έχει πάρει τη θέση του πατέρα της στο κρεβάτι αυτό.

«H Δασκάλα του Πιάνου» επανεκδίδεται. Η Ιζαμπέλ Ιπέρ είναι στοιχειωτική, ο Μπενουά Μαζιμέλ και η Ανί Ζιραρντό δίπλα της κλείνουν υποδειγματικά το τρίγωνο. Η ταινία του Χάνεκε είναι πολύ σημαντική, αλλά το μυθιστόρημα της βραβευμένης με νόμπελ Έλφριντε Γέλινεκ (από το οποίο και τα εντός εισαγωγικών αποσπάσματα) ακόμη σημαντικότερο.

---

Η Έρικα έχει αποκρούσει ένα κύμα έρωτα και σεξ από τον μαθητή της. Κάπου πρέπει να στρέψει τη δική της σεξουαλικότητα και την ανάγκη για επαφή και θερμότητα. Κάπου οικεία και διεστραμμένα:

«H Έρικα αφήνεται να παρασυρθεί από την ίδια της την προσπάθεια αγάπης. Πέφτει πάνω στην μητέρα και την γεμίζει φιλιά. Φιλάει την μητέρα έτσι όπως δεν το φαντάστηκε εδώ και χρόνια. Αρπάζει την μητέρα σφιχτά από τους ώμους, και η μητέρα, θυμωμένη, δίνει χτυπήματα γύρω της αλλά πάντα στο κενό. Η Έρικα φιλάει την μητέρα στους ώμους, αλλά δεν πετυχαίνει ούτε αυτή πάντα τον στόχο, γιατί η μητέρα ρίχνει κάθε φορά το κεφάλι της από την άλλη μεριά, εκεί όπου δεν μπορεί να την φιλήσει. Το πρόσωπο της μητέρας μέσα στο μισοσκόταδο είναι μόνο μια φωτεινή κηλίδα, περιστοιχισμένη από βαμμένα ξανθά μαλλιά, που βοηθούν τον προσανατολισμό. Η Έρικα φιλάει χωρίς διάκριση αυτήν τη φωτεινή κηλίδα. Από αυτή τη σάρκα δημιουργήθηκε. Από αυτόν τον πλαδαρό πλακούντα. Η Έρικα πιέζει το υγρό της στόμα πολλές φορές στο πρόσωπο της μητέρας και την κρατάει δυνατά με τα μπράτσα της, για να μην μπορεί να αντισταθεί. Η Έρικα στην αρχή ξαπλώνει η μισή, στη συνέχεια κατά τα τρία τέταρτα, πάνω στην μητέρα, γιατί αυτή αρχίζει να χτυπάει στα σοβαρά και να κοπανάει με τα μπράτσα της. Το μητρικό στόμα προσπαθεί να ξεφύγει από το σουφρωμένο στόμα της Έρικας αριστερά και από το σουφρωμένο στόμα της Έρικας δεξιά. Η μητέρα στριφογυρίζει άγρια το κεφάλι της για να μπορέσει να αποφύγει τα φιλιά, είναι σαν μια ερωτική πάλη, όπου στόχος δεν είναι ο οργασμός αλλά η μητέρα αυτή καθ΄εαυτήν, το πρόσωπο της μητέρας. Και αυτή η μητέρα παλεύει τώρα αποφασιστικά. Είναι μάταιο, γιατί η Έρικα είναι πιο δυνατή. Όπως ο κισσός τυλίγεται γύρω από ένα παλιό σπίτι, έτσι και η Έρικα τυλίγεται γύρω από τη μητέρα που δεν είναι ασφαλώς ένα άνετο παλιό σπίτι. Η Έρικα ρουφάει και δαγκώνει αυτό το μεγάλο σώμα, σαν να ήθελε ξαφνικά να ξανασυρθεί εκεί μέσα, να κρυφτεί μέσα του. Η Έρικα ομολογεί την αγάπη της στην μητέρα και η μητέρα λέει λαχανιαστά το αντίθετο, δηλαδή πως και αυτή αγαπάει το παιδί της, όμως το παιδί πρέπει να σταματήσει αμέσως! Τώρα! Η μητέρα δεν μπορεί να αμυνθεί μπροστά σε αυτή την καταιγίδα της αγάπης, που ξεχύνεται από την Έρικα προς αυτή, όμως νιώθει κολακευμένη. Αισθάνεται ξαφνικά επιθυμητή. Είναι μια θεμελιώδης προϋπόθεση για την αγάπη, να αισθάνεται κανείς ανατιμημένος επειδή κάποιος τον ζητάει κατά προτεραιότητα. Η Έρικα δαγκώνει την μητέρα δυνατά. Η μητέρα αρχίζει να αποκρούει την Έρικα με χτυπήματα. Όσο περισσότερο φιλάει η Έρικα τόσο περισσότερο τη χτυπάει η μητέρα, πρώτον για να προστατευτεί η ίδια και δεύτερον για να αποκρούσει το παιδί, που μοιάζει να έχει χάσει τον έλεγχο αν και δεν ήπιε καθόλου. Η μητέρα λέει σε διάφορους τόνους βρυχηθμού: Σταμάτα! Η μητέρα την προστάζει να σταματήσει αμέσως. Η Έρικα μαίνεται με αμείωτη ορμή, φιλώντας την μητέρα, πότε από δω και πότε από κει. Χτυπάει την μητέρα απαιτητικά, αν και μαλακά, επειδή δεν έρχεται από την μεριά της καμιά επιθυμητή αντίδραση. Χτυπάει απαιτητικά και όχι για να τιμωρήσει την μητέρα, που το παρεξηγεί σαν μια κακόβουλη πράξη και απειλεί και βρίζει. Μητέρα και παιδί έχουν αλλάξει τους ρόλους, γιατί το χτύπημα είναι στη δικαιοδοσία της μητέρας. Αυτή έχει πιο ολοκληρωμένη γενική εικόνα, καθώς βλέπει το παιδί από ψηλά. Η μητέρα πιστεύει πως πρέπει να αποκρούσει αποφασιστικά τις παρασεξουαλικές επιθέσεις του βλασταριού της και ρίχνει σφαλιάρες στα τυφλά μέσα στο σκοτάδι.

Η κόρη τραβάει τα χέρια της μητέρας και τη φιλάει στο λαιμό, με κρυπτοσεξουαλικό σκοπό, μια σπάνια και αδόκιμη αγαπημένη. Η μητέρα, που επίσης δεν έχει απολαύσει στον έρωτα καμιά λεπτότερη εκπαίδευση, εφαρμόζει μια λάθος τεχνική και κλωτσάει τα πάντα γύρω της. Η γέρικη σάρκα υποφέρει έτσι περισσότερο. Δεν γίνεται σεβαστή ως μητέρα, αλλά μόνο ως σάρκα. Η Έρικα βοσκάει τη σάρκα της μητέρας με τα δόντια. Φιλάει και φιλάει. Φιλάει άγρια την μητέρα. Η μητέρα αποκαλεί βρωμιά το παιχνίδι που παίζει η εκτός ελέγχου κόρη με την μητέρα. Δεν την ωφελεί καθόλου - έχει να φιληθεί έτσι η μητέρα εδώ και δεκαετίες, και θα πάθει κι άλλα ακόμα! Το φίλημα εξακολουθεί με την ίδια ένταση, ώσπου ύστερα από ένα ατελείωτο ανεμοστρόβιλο φιλιών η κόρη, αποκαμωμένη, μένει μισοξαπλωμένη πάνω στην μητέρα. Το παιδί κλαίει πάνω από το πρόσωπο της μητέρας και η μητέρα ξεφορτώνει από πάνω της το παιδί, ενώ ταυτόχρονα το ρωτάει αν τρελάθηκε. Καθώς δεν ακολουθεί καμιά απάντηση ούτε αναμένεται καμία, η μητέρα διατάζει αμέσως ύπνο, γιατί και αύριο μέρα είναι! Υπενθυμίζονται οι επαγγελματικές υποχρεώσεις που περιμένουν τη διεκπεραίωσή τους αυτή την ημέρα. Η κόρη συμφωνεί ότι τώρα πρέπει να κοιμηθούν. Η κόρη ψηλαφεί ακόμα μια φορά σαν τυφλοπόντικας αναζητώντας το κύριο σώμα της μητέρας, όμως η μητέρα διώχνει με φτυαριές τα χέρια της κόρης. Η κόρη μπόρεσε για μια στιγμή μόνο να παρατηρήσει το αραιό τρίχωμα της μητέρας, χαμηλά, κάτω από τη χοντρή κοιλιά της. Ήταν ένα ασυνήθιστο θέαμα. Η μητέρα είχε κρατήσει το εφηβαίο αυστηρά κρυμμένο. Η κόρη είχε ανασηκώσει επίτηδες το νυχτικό της μητέρας κατά τη διάρκεια του αγώνα, για να μπορέσει επιτέλους να δει αυτό το τρίχωμα, για το οποίο πάντα ήξερε: θα έπρεπε βέβαια να υπάρχει! Ο φωτισμός δυστυχώς ήταν πολύ ελλιπής. Η Έρικα ξεσκέπασε την μητέρα της αρκετά, για να μπορέσει να τα παρατηρήσει όλα, μα όλα. Η μητέρα αμύνθηκε ανεπιτυχώς για να το αποτρέψει. Η Έρικα είναι πιο δυνατή από την ελαφρά φθαρμένη μητέρα, αν το δει κανείς καθαρά σωματικά. Η κόρη πετάει στο πρόσωπο της μητέρας αυτό που μόλις είδε. Η μητέρα σιωπά, σαν να μη συνέβη τίποτα.
Και οι δύο γυναίκες αποκοιμούνται η μία πλάι στην άλλη. Η νύχτα θα είναι πια πολύ σύντομη, σε λίγο η ημέρα θα αναγγείλει τον ερχομό της με δυσάρεστη φωτεινότητα και ενοχλητικές φωνές πουλιών».
(Κείμενο γραμμένο για το ελculture)

Δευτέρα, Ιουνίου 24, 2013

Ιστορίες πανσελήνου


Eίναι ένας γείτονας που χθες το βράδυ φτερνιζόταν-έβηχε-κραύγαζε, κάτι ανάμεσα στα τρία, σαν να προσπαθούσε να βγάλει από μέσα του το χτικιό, σαν να εκδήλωνε όσο πιο κατηγορηματικά μπορούσε την δυσφορία του προς την ζωή, σαν να εξέφραζε όσο πιο εμφατικά γινόταν την γενική του άρνηση απέναντι σε ό,τι έχει πάει στραβά.
Καμιά φορά φτερνίζεται-βήχει-κραυγάζει και κατά τη διάρκεια της μέρας. Αλλά βασικά περιμένει τη νύχτα για να επιτεθεί, όταν ξέρει πως θα ακουστεί καλύτερα, όταν ξέρει πως κάποιους θα ξυπνήσει, κάποιους θα ταράξει, κάποιους θα εκδικηθεί. Ειδικά χθες είχε σκυλιάσει, βάζοντας σαν στόχο όχι μόνο την βραδυνή ησυχία, αλλά και το φεγγάρι. Ανταγωνιζόταν την πανσέληνο για το ποιος από τους δυο τους θα κυριαρχήσει. Φτερνιζόταν-έβηχε-κραύγαζε μανιασμένα, προσπαθώντας να την φτύσει, να την γδάρει, να την ματώσει, να την λερώσει. Στην πιο φωτεινή πανσέληνο του έτους έπρεπε να αντιπαρατάξει την πιο σκοτεινή του κραυγή.
Την ίδια ώρα τόσοι και τόσοι κατέβαζαν την πανσέληνο στον υπολογιστή τους, σε ένα είδος νόμιμου downloading, αναρτώντας φωτογραφίες της και υπακούοντας σε μια τελετουργία όχι εξ ορισμού τόσο διαφορετική από την τελετουργία του γείτονα. Στο ίδιο ερέθισμα αντιδρούσαν και οι μεν και ο δε, σαν σκυλιά του Παβλόφ, με τους μεν να θύουν στη νομιμότητα των αντιδράσεων, στην κανονικότητα, στην ένταξη στην κοινότητα των ανθρώπων-που-κοιτούν-μαγεμένοι-το-φεγγάρι-και-συγκινούνται-από-την-αναμφισβήτητης-αισθητικής-προαιώνια-ομορφιά και τον δε να λειτουργεί ως υπερήρωας της μιζέριας, ως ο απόκληρος που φτερνίζεται-βήχει-κραυγάζει για να επιστρέψει στην κοινότητα λίγο από το κακό που του έχει κάνει ή ίσως προσπαθώντας έτσι απεγνωσμένα να ακουστεί. Ίσως ποτέ δεν τον άκουσαν, ίσως μια ζωή μιλούσε και δεν του έδιναν σημασία. Ίσως he wanted to be one way, but it's the other way.
 
Η πιο εκθαμβωτική πανσέληνος που είδα ποτέ εγώ ήταν κάποτε στην παραλιακή. Οδηγούσα κι εμφανίστηκε ξαφνικά στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου τόσο φωτεινή, τόσο ανεπίληπτα στρογγυλή, τόσο κοντά στη θάλασσα, που δεν ήξερα πώς να χωρέσω μέσα μου την ομορφιά του κόσμου. Οδηγούσα, την κοιτούσα κι έλεγα, όχι, δεν γίνεται, δεν είναι δυνατόν. Και πράγματι δεν ήταν, γιατί ήταν μια ταμπέλα ενός μαγαζιού, μια λάμπα, δεν θυμάμαι ακριβώς, κάτι τεχνητό πάντως. Και η αληθινή πανσέληνος λίγο πιο κει με κοιτούσε και με κορόιδευε, μέχρι που άρχισα να την κοροϊδεύω κι εγώ, αντιπαρατάσσοντάς της πόσο μικρότερη και λιγότερο φωτεινή ήταν από εκείνην που πριν λίγο κοιτούσα. Έκτοτε την ελέγχω κάθε μήνα, μπας και μπορέσει επιτέλους να συγκριθεί με μια ταπεινή κατασκευή από νέον. Αλλά δεν τα καταφέρνει, επαναπαυόμενη στην αντικειμενική ομορφιά της, θεωρώντας πως το υποκειμενικό βλέμμα και η πρόσληψη της ομορφιάς και το -εάν η στιγμή είναι πρόσφορη- αυτοπαραμύθιασμα για την εκστατικότητα ενός ουράνιου σώματος, είναι ήσσονος σημασίας. Και μπορεί να έχει και δίκιο δηλαδή, αφού οι άνθρωποι συνεχίζουν να κατεβάζουν στον υπολογιστή τους φεγγάρια αντί για πινακίδες, λάμπες ή ό,τι εν πάση περιπτώσει συνιστά την δική τους εκδοχή της ομορφιάς, την δική τους αφήγηση της μαγείας.

Παρασκευή, Ιουνίου 21, 2013

Τα συναφή

Μπαίνω στη Wikipedia να δω πόσα ήταν συνολικά τα επεισόδια των Sopranos. 86. Πενήντα λεπτά περίπου το καθένα. Κάνω τον πολλαπλασιασμό, βγάζω κάτι ψιλά, και το σύνολο μας κάνει 70 ώρες. Ή, αν προσθέσω κάτι ψιλά, μας κάνει 72: τρία εικοσιτετράωρα, τρεις μέρες της ζωής μας με τον Τόνι Σοπράνο. Κι όσο κι αν μέμφομαι τον εαυτό μου για τον τρόπο που περνάω τις μέρες μου και τη ζωή μου, για τον τρόπο που αφήνω τις μέρες να περνούν, ξέρω πως οι τρεις μέρες με τον Τόνι ήταν τρεις μέρες καλά ξοδεμένες, τρεις μέρες που τις έζησα όπως τους πρέπει.
Κι αν αναγνωρίζουν πλέον ολοένα και περισσότεροι -σε βαθμό που έχει γίνει κοινός τόπος- πως στα χρόνια που έχει ως τώρα τρέξει αυτός ο αιώνας, είναι η αμερικάνικη τηλεόραση -κυρίως η καλωδιακή- που έχει να προτείνει κάτι διαφορετικό, την ώρα που το αμερικάνικο σινεμά βαλτώνει και λειτουργεί ολοένα και περισσότερο με όρους τυποποιημένης συνταγής, ο Τόνι Γκαντολφίνι θα μείνει στην ιστορία ως η κυρίαρχη φιγούρα της πιο εμβληματικής σειράς που έδωσε το έναυσμα για αυτή την δημιουργική άνοιξη του μέσου.
Και ενώ είναι συμπτωματικό το πότε πέθανε, δεν είναι συμπτωματικό το ότι ανεβάζω το ποστ λίγες ώρες μετά τις «δραματικές» πολιτικές εξελίξεις: τελικά είμαι πολύ πιο ειλικρινής και δοσμένος όταν μιλάω για τους Σοπράνος, παρά όταν μιλάω για καταλύσεις δημοκρατίας και τα συναφή (με τα συναφή να είναι πρωτίστως μια σε πλήρη εξέλιξη αποδιάρθρωση του κράτου προνοίας, του κοινωνικού κράτους, του κράτους δικαίου: όσο λιγότερο κράτος σε κάθε εκδοχή του, τόσο το καλύτερο). Όταν μιλάω για τους Σοπράνος δεν βρίσκομαι ενώπιον κάποιας αντίφασης, η θεωρία μου δεν απέχει από την πράξη μου.
Εκτός από τους ανθρώπους που αγαπάς μέσω μιας τηλεοπτικής σειράς κι ενός ρόλου που υποδύονται, υπάρχουν και άνθρωποι με τους οποίους έχεις περάσει πολύ λιγότερες από εβδομήντα ώρες, άνθρωποι που τελικά ξέρεις πολύ λιγότερο από ό,τι ξέρεις τον Τόνι Σοπράνο, άνθρωποι που έχουν όμως αυτήν την εξαιρετικά σπάνια αύρα, μια αύρα που εκπέμπεται στην ατμόσφαιρα και σε κάνει να αισθάνεσαι πως αυτό που λέγεται ψυχή δεν κατοικοεδρεύει στον εγκέφαλο, αλλά κάπου μέσα μας και ταυτόχρονα πέρα από μας. 

 
Άνθρωποι που ακόμη κι αν νομιμοποιούνται δεν θα τα κάνουν πουτάνα όλα. Η κοινωνική σταθερότητα θα παραμείνει σταθερή, όσο η μεταρρυθμιστική πορεία της χώρας θα συνεχίζεται. Βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη κι εμείς αναστενάζουμε με ανακούφιση που μετά την ώριμη στάση των κυβερνητικών εταίρων δεν θα ξαναμπεί η χώρα σε περιπέτειες.

Μόνοι στη γη

 Τελικά εκλογές δεν θέλει 
ούτε η ΝΔ ούτε το ΠΑΣΟΚ ούτε η ΔΗΜΑΡ 
ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε το ΚΚΕ ούτε ο Καμμένος 
ούτε οι δανειστές oύτε οι επενδυτές ούτε οι αγορές 
και πάνω απ' όλα ούτε ο λαός,
αγωνιζόμενος και μη.
Εκείνο που όλοι θέλουμε είναι να χαρούμε το καλοκαιράκι κι από Σεπτέμβρη να ξαναδούμε το δημοσιονομικό κενό, το ύψος, το πλάτος και το βάθος του, να πει ο Στουρνάρας τι μέτρα πρέπει να πάρουμε, να ξαναπροτάξει τότε στήθια και οπίσθια ο Φώτης ο Κουβέλης 
εάν παραμένει στην κυβέρνηση, εάν δεν παραμένει θα τα προτάξει ο αντιπρόεδρος Βαγγέλης, 
να συνεχίσουμε να περνάμε όλοι μας ωραία και να βγαίνει αυτό στη σκηνή
 και να μη ρωτά κανείς πως τα βγάζει πέρα ο κόσμος, 
προφανώς και με κάποιον τρόπο τα βγάζει πέρα, 
προφανώς και υπάρχει κάποιο αόρατο και αρνούμενο πεισματικά να εξαντληθεί λίπος,
 και πάνω απ' όλα υπάρχει πολύ δημοκρατικό λίπος, πολύ λίπος εργατικού δικαίου,
 υπάρχει ένα λίπος που μας κάνει να μη θέλουμε τώρα άλλες μανούρες και συγκρούσεις, 
αρκετά μαύρισε η καρδούλα μας τρία χρόνια τώρα με τις δόσεις και τις τρόικες, 
το καλοκαιράκι στην ακρογιαλιά, 
εγώ κι εσύ, εσύ κι εγώ, 
μόνοι πάνω στη γη, οοο, μόνοι στη γη.

Τετάρτη, Ιουνίου 19, 2013

Μετατσάκες και Μεταπρόδρομοι

3 1/2 ώρες κράτησε αυτή τη φορά η σιωπηλή διαμαρτυρία των Προέδρων του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ στο Μέγαρο Μαξίμου. Βενιζέλος και Κουβέλης έμπασαν λαθραία στην αίθουσα αφίσα του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, Κωνσταντίνου Μενουδάκου, την καρφίτσωσαν στον τοίχο και επί πάνω από διακόσια λεπτά της ώρας έμειναν προσοχή απέναντί της, σε μια ένδειξη υποστήριξης της Προσωρινής Διαταγής του, και κατ΄ επέκταση της νομιμότητας και της τήρησης του Συντάγματος. Ήταν τέτοιο το πάθος και το αγωνιστικό τους φρόνημα, που ανακοίνωσαν στον Πρωθυπουργό ότι θα επαναλάβουν και αύριο το βράδυ την ίδια διαμαρτυρία στον ίδιο χώρο. Αν ούτε από το αυριανό χάπενινγκ προκύψει αποτέλεσμα, τότε οι συζητήσεις θα συνεχιστούν και τις προσεχείς εβδομάδες, μέχρι είτε να πεθάνει από αφόρητη πλήξη ο πρώτος απολυμένος εργαζόμενος της ΕΡΤ, είτε να πάθει νευρικό κλονισμό από την υπερβολική παντομίμα σε κάθε τραγούδι ο Βασίλης Λέκκας. 
Αναφορικά τώρα με την αυριανή συνεδρίαση της Επιτροπής Αναστολών του ΣτΕ, ήδη διέρρευσαν στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων διευκρινίσεις κι επεξηγήσεις για το τι ακριβώς ορίζει η απόφαση. Το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν έχει ακόμη συνεδριάσει δεν πρέπει να δημιουργεί περίεργες σκέψεις, καθώς όπως διευκρινίστηκε από κύκλους της Truth Team και κύκλους κάτω από τα μάτια του Τάκη Μπαλτάκου, πρόκειται για Προσωρινές Διευκρινίσεις, προληπτικής μορφής, που στο τρέχον πολιτειακό περιβάλλον κρίνονται ως οι μόνες νομικά αποτελεσματικές, καθώς οι Προσωρινές Διαταγές και ό,τι άλλο εκδίδεται από τα Δικαστήρια της χώρας το οποίο δεν μας αρέσει, καταντά κενό και αδρανές γράμμα, και είναι κρίμα δηλαδή, κρίμα γιατί η Ελλάς είναι κράτος δικαίου και νόμος είναι το κεδίκιο του Κεδίκογλου. Εν πάση περιπτώσει η Δημόσια Ραδιοτηλεόραση θα επαναλειτουργήσει άμεσα μέσα στο προσεχές σεμέστερ, κι επειδή θα προσληφθούν από 4 έως 8 εργαζόμενοι για να βγάλουν το πρόγραμμα τηλεόρασης, ραδιοφώνου και ίντερνετ, μέρος του προγράμματος θα καλύπτεται από κρυφή κάμερα στο Μαξίμου, που βιντεοσκοπεί τις συναντήσεις των τριών αρχηγών. Βενιζέλος και Κουβέλης είναι στο σπίτι του Μεγάλου τους Αδελφού και γουαναμπί Αδόλφου, Αντώνη Σαμαρά, και για να περάσει η ώρα και να βγει η μέρα ξύνουν τα δημοκρατικά τους αρχίδια σαν μετατσάκες και μεταπρόδρομοι. Η κυβέρνηση μας είναι λόγω μεν τρικομματική, έργω δε αυστηρά μονογαμική.

Κυριακή, Ιουνίου 16, 2013

Συγκρούσεις

Της πουτάνας πάλι απόψε στην Τουρκία. Κι ίσως κάθε βράδυ από καταβολής ανθρωπότητας να γίνεται σε ένα ή περισσότερα σημεία του κόσμου της πουτάνας. Όσο οι άνθρωποι υπάρχουν, θα θέλουν. Κι όσο τα θέλω θα συγκρούονται, θα συγκρούονται και οι ψυχές και τα σώματα. Κι άλλοτε θα επικρατούν τα πιο ανάλγητα θέλω, κι άλλοτε τα πιο παράτολμα. Κι άλλοτε θα επικρατούν τα θέλω που νέμονται τη δύναμη, κι άλλοτε αυτά που τη διεκδικούν. Κι άλλοτε θα επικρατούν τα θέλω που μας πάνε πίσω, κι άλλοτε αυτά που μας πάνε μπρος. Μια ατελείωτη μάχη για την επικράτηση τα ανθρώπινα. Μέχρις εσχάτων. Μέχρι την τελική κυριαρχία. Που δεν είναι όμως ποτέ δυνατή. Γιατί πάντα θα υψώνονται νέα αντίθετα θέλω. Και κάθε νύχτα σε κάποιο σημείο του κόσμου θα γίνεται της πουτάνας. Κι άλλοτε θα κυλά το αίμα, κι άλλοτε το δάκρυ, κι άλλοτε απλά μια ακόμη νύχτα που σε φέρνει πιο κοντά στην τελική, κατά την οποία θα πάψεις να θέλεις, θα πάψεις να συγκρούεσαι, κατά την οποία θα έχεις επιτέλους υποταχθεί και θα έχεις μια για πάντα δραπετεύσει από όλο αυτό το πανηγύρι της σωματικής και ψυχικής βίας και της σωματικής και ψυχικής καταστολής που λέγεται ζωή. 

Πέμπτη, Ιουνίου 13, 2013

Η Αντινομία

Σκεφτόμουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ (ή εν πάση περιπτώσει ο ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση) λειτουργεί σαν να βρισκόμαστε ακόμη στην μεταπολίτευση. Και πριν από λίγο άκουσα τον Στρατούλη να λέει πως το κόμμα έχει κηρύξει μετά την ΕΡΤ τον νέο «ανένδοτο», γεγονός που μας πηγαίνει χρονικά ακόμη πιο πίσω. Βρισκόμαστε σε μια εποχή όμως που δεν μπορεί πλέον με κανένα μέτρο και σταθμό να συγκριθεί με την μεταπολίτευση. Δεν θα έκοβαν ποτέ το σήμα έτσι στην μεταπολίτευση. Δεν θα αποφάσιζαν και δεν θα διέτασσαν ποτέ έτσι στην μεταπολίτευση. Είμαστε αλλού. 
Κι ίσως ένα κλειδί είναι να μπορέσουμε να συμφιλιωθούμε μέσα μας με μια βασική αντινομία:
πολιτικά μεν όσα συμβαίνουν και διαλύουν και τα τελευταία μεταπολιτευτικά απομεινάρια είναι ευθέως κατάπτυστα και εντελώς τρομακτικά,
ταυτόχρονα όμως αυτό που γκρεμίζεται έχει μέσα του τόσο συσσωρευμένο κακό κάρμα και αισθητικά βρωμάει τόσο πολύ μούχλα,
που μοιάζει πολύ συχνά να προσπαθείς να αντιμετωπίσεις το ζόφο του αύριο που έχει ήδη ξημερώσει, αντιπαρατάσσοντάς του αναχρονιστικά συνθήματα, αναχρονιστικά τραγούδια, αναχρονιστικές καταστάσεις, αντιπαρατάσσοντάς του ως μπροστάρηδες του αγώνα πενηντάρηδες κι εξηντάρηδες που την προηγούμενη εποχή την καρπώθηκαν στο φουλ.
Δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις την εποχή μετά την μεταπολίτευση με την αισθητική του μεταπολιτευτικού αγώνα: χιλιοφορέθηκε, φθάρθηκε, γέρασε.
Κυρίως όμως δεν μπορείς να την αντιμετωπίσεις με αυτό το εργαλείο αγώνα, γιατί γινόταν σε ένα διαφορετικό περιβάλλον, με διαφορετικούς κανόνες και αισθητά μικρότερη αυταρχικότητα. Γινόταν με άλλα λόγια, αν όχι εκ του ασφαλούς, πάντως εκ του λιγότερο ανασφαλούς.
Η εποχή μας όμως δεν είναι απλά ανασφαλής, είναι μια εποχή μετάβασης, και στην μετάβαση κανένα έδαφος δεν είναι σταθερό κάτω από τα πόδια σου. Άρα, αν υπάρχει ένα αληθινό πρόταγμα, είναι να σταματήσουμε να παίζουμε ποντάροντας στην ασφάλεια.
Αυτή πάει, χάθηκε. Όπως και η μεταπολίτευση. Καλή, χρυσή, αγία, αλλά μας τελείωσε. Και δεν θα νεκρανασταθεί ακόμα κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνήσει. 
Δεν ξέρω ποιά είναι η λύση. Ξέρω όμως πως η απάντηση στον αυταρχισμό δεν μπορεί να είναι ο αναχρονισμός. 

Τετάρτη, Ιουνίου 12, 2013

Kαθόλου Σήμα

Eάν δεν γίνουν εκλογές, και ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ εξακολουθήσουν να παρέχουν ψήφο εμπιστοσύνης ή ανοχής στην κυβέρνηση, τότε θα έχουμε να κάνουμε με εξευτελισμό τους διαπλανητικού επιπέδου. Βενιζέλος - Κουβέλης και όσοι βουλευτές τους απομείνουν θα κυκλοφορούν κρεμασμένοι με κουδούνια. 
Εάν γίνουν εκλογές, η ΝΔ και προσωπικά ο Σαμαράς τα έχουν παίξει όλα στα μπαρμπούτι, προκειμένου να εφαρμόσουν μια πόσο πιο δεξιά άραγε πια ατζέντα; Δηλαδή πόσο πιο δεξιά μπορεί να πάει εφεξής η χώρα; Η απάντηση είναι προφανής και χρυσαυγοφανής. 
Σε κάθε περίπτωση, ό,τι και να κάνουν από εδώ και πέρα ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, είναι ξεκάθαρο ότι αυτό που έγινε χθες με την ΕΡΤ δεν ήρθε από το πολιτειακό και πολιτικό πουθενά, αλλά είναι το ως τώρα αποκορύφωμα μιας μακράς πορείας κατεδάφισης κάθε λογής συνταγματικών κεκτημένων, στην οποία είναι συνοδοιπόροι και συναυτουργοί, το δε ΠΑΣΟΚ και σκέτος αυτουργός για τον χρόνο που κυβερνούσε μόνο του.
Το ερώτημα που προκύπτει εύλογα είναι όμως το εξής: αν γίνουν εκλογές και αν η ΝΔ σχηματίσει κυβέρνηση στηριζόμενη στη Χρυσή Αυγή, μετά πώς διάολο μένει κανείς σε αυτή τη χώρα;

Σάββατο, Ιουνίου 08, 2013

Γκάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι


Το ένα άκρο ομνύει μέσα στη Βουλή δια του κοινοβουλευτικού του εκπροσώπου στα «γραπτά της νιότης του», σύμφωνα με τα οποία «στις καρδιές μας φουντώνει η πίστη στα λόγια του Φύρερ», το άλλο άκρο διδάσκει στις τάξεις των σχολείων στα παιδιά μας, in their younger and more vulnerable years, Χατζιδάκι. «Ακούστε την ιστορία του Κεμαλίδη, ενός νεαρού οπλίτη της Σπάρτης, απόγονου του Λιονάιντας του στεριανού, που νόμισε ότι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, αλλά πικρές οι βουλές του Δία και σκοτεινές οι ψυχές των βαρβάρων». Δηλαδή πόσο θα μας χαλούσε να ήταν κάπως έτσι; Δηλαδή πόσο κακό θα ήταν να τραγουδούν οι Έλληνες για τους Έλληνες; Όχι όμως. Έπρεπε να τραγουδούν για πρίγκιπες της Ανατολής και τον Τίγρη και τον Ευφράτη. Λες κι εδώ δεν έχουμε αξιοτραγούδιστα ποτάμια. Ε, αρκετά. Ο λαός είπε εκλογικά και συνεχίζει να λέει δημοσκοπικά ακόμη βροντωδέστερα το «αρκετά» του. Γιατί είναι ακριβώς το μέχρι πρότινος ηγεμονικό πολιτιστικά και ιδεολογικά άκρο που οδήγησε τώρα στην ανάδυση του άλλου. Αν δεν υπήρχαν αυτές οι υπερβολές, αν δεν υπήρχε αυτή η παλαβή κουλτουριαρίλα, αν οι Χατζιδάκιδες και οι Γκάτσοι δεν είχαν υπάρξει οι δολοφόνοι της πατριωτικής μας ψυχής, αν δεν υπήρχε αυτή η ακραία δράση, δεν θα είχε γεννηθεί η κατανοητά ακραία αντίδραση. Όταν όμως μεγαλώνεις με τον Γκάτσο στα χείλια σου, η απόσταση για να αποκαλέσουν τα ίδια αυτά χείλια τον αστυνόμο «μπάτσο» είναι ένας διφθογγος δρόμος. Θα άξιζε να έρχονταν κάποτε στην εξουσία οι συριζαίοι μόνο και μόνο για να δούμε ποιοί θα προφύλασσαν τις πόλεις μας και τις «αρχές της κοινής μας ζωής» από τους πάσης λογής κουκουλοφόρους. Διμοιρίες Γκάτσων που θα απήγγελαν τραγουδάκια ώστε ο κόσμος να πλαντάξει στα δάκρυα με όσο Μaalox κι αν είχε αλειφθεί;

Ό,τι κι αν λένε οι λαπάδες, Κεμάλ, ο κόσμος αυτός αλλάζει διαρκώς. Και πηγαίνει μάλιστα προς δύο αντίθετες κατευθύνσεις. Εξίσου ακραίες. Εξίσου επικίνδυνες. Στην Γαλλία οι ομοφυλόφιλοι άρχισαν να παντρεύονται μεταξύ τους και τους επιτρέπουν πλέον και να υιοθετούν. Στην Τουρκία από την άλλη κοντεύουν να απαγορέψουν το αλκοόλ και τα φιλιά σε δημόσιους χώρους. Και η μεγάλη πρόκληση για την κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου – Κουβέλη είναι, όπως ύψωσε το ανάστημά της απέναντι στα δύο ελληνικά άκρα, να το υψώσει και απέναντι στα δύο παγκόσμια άκρα. Οφείλει να σταθεί αποφασιστικά ανάμεσα στο άκρο του παρά φύσιν γάμου που ανατρέπει όλα τα ιερά και όσια από την μία και το άκρο του επελαύνοντος ισλαμισμού από την άλλη. Οφείλει να σταθεί ανάμεσα στο άκρο μιας Ευρώπης της ακολασίας και στο άκρο ενός Ισλάμ που προσπαθεί να επιβάλλει τη σαρία στην Ευρώπη δια του δούρειου μεταναστευτικού ίππου. Η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου – Κουβέλη πρέπει, εκμεταλλευόμενη το πολιτικό κεφάλαιο που απέκτησε, οδηγώντας τη χώρα πέραν από κάθε προσδοκία από το Grexit στο Greekovery και ξεπερνώντας ακόμη και τα λάθη του ΔΝΤ, να μπει μπροστάρισσα στο όνομα μιας χριστιανικά ετεροφυλόφιλης Ευρώπης. Ναι, την ψηφίσαμε για να κρατήσει την Ελλάδα στην Ευρώπη, αλλά τώρα πρέπει να ηγηθεί μιας προσπάθειας να κρατηθεί η Ευρώπη στην Ευρώπη, να μη δολοφονηθεί η δική της ψυχή από τους δικούς της Χατζιδάκιδες.

Στην ολόσωμη φωτογραφία του σαραντάχρονου παιδόφιλου που έδωσε στη δημοσιότητα η αστυνομία, ένα άσπρο παραλληλόγραμμο φίλτρο καλύπτει τη στάμπα του τι σερτ. Είναι εντελώς συγκινητική αυτή η ευαισθησία να μην φανεί η στάμπα και δυσφημιστεί εξ αντανακλάσεως η άλφα ή η βήτα φίρμα. Είναι τεκμήριο ενός βαθέματος και πλατέματος της δημοκρατίας στον τομέα της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των εταιριών ένδυσης, ενός βαθέματος και πλατέματος περισσότερο σουρεαλιστικού παρά εφιαλτικού, περισσότερο ΓΑΠικού παρά οργουελικού. Πράγματι οι στάμπες δεν φταίνε σε τίποτα. Φταίνε όμως τα τραγούδια μιας ακραίας κουλτούρας, που είχαν σαν στάμπες τη ζωή μας σημαδέψει με το λάθος συμπέρασμα: θα περάσει και θα παραπεράσει ο φασισμός. 
(Κείμενο γραμμένο για την Ελευθεροτυπία

Παρασκευή, Ιουνίου 07, 2013

Down in the hole


Mια μέρα θα κλείσουμε τον διάβολο στην τρύπα του. Και θα τον κλείσουμε καλά. Και δεν θα ξαναβγεί ποτέ. Και δεν θα μας λείψουν οι εξάψεις που μας πρόσφερε. Γιατί δεν ήταν εξάψεις αλλά παραχαράξεις. Μια μέρα δεν θα χρειαζόμαστε άλλες παραχαράξεις, άλλες παραπλανήσεις, άλλες παραισθήσεις. Μια μέρα θα αξιωθούμε τη διαύγεια των αληθινά δυνατών. Και θα αντικρίσουμε τον εαυτό μας σε όλη του την μεγαλόπρεπη αδυναμία. Και θα λέμε ναι, αυτός είμαι, αυτός και άλλος όχι. Θα λέμε είμαι αυτός που αντέχει να με δει. Αυτός που δεν καμουφλάρει πια τις πληγές του. Που βγάζει αυτούς τους ψεύτικους επιδέσμους κι αφήνει το αίμα να τρέξει. Μέχρι να βγει όλο το κακό αίμα από μέσα του. Κι αν ήταν τόσο πολύ ώστε αδειάζοντας να μείνει κι ο ίδιος άδειος, ας είναι. Θα ξαναγεμίσουμε τον άδειο εαυτό μας με αίμα καλό. Κι ο διάβολος θα μένει στην τρύπα του. Και θα περπατάμε στον κήπο χέρι χέρι. Και θα λέμε ο ένας τον άλλον θεό. Και ο διάβολος θα χτυπιέται στην τρύπα του. Με χρειάζεστε, θα λέει. Δεν μπορείτε χωρίς εμένα. Συγκαθορίζω το ποιοί είστε. Ήμουν πάντοτε παρών. Από τότε που πρωτοπερπατήσατε στον κήπο γυμνοί. Είμαι αυτό που ξέρετε ως ζωή. Σας προσέφερα την έκπτωση, σας προσέφερα την έννοια της αμαρτίας, σας δώρισα την ενοχή και την ποινή. Και θα πηγαίνουμε τότε και θα καθόμαστε πάνω στην τρύπα του. Και τα σώματά μας θα φωνάζουν πιο πολύ απ' τις κραυγές του. Μέχρι να έρθει η στιγμή που δεν θα μας απασχολούν. Το απατηλό των επιχειρημάτων του, όλα αυτά που παραπειστικά προβάλλει ως εκπροσώπους του. Όλη αυτή η σπατάλη.
Μια μέρα θα βγάλουμε τον διάβολο από την τρύπα του. Θα τον φιλήσουμε στα χείλια όπως κάποτε φίλησαν τον Μεγάλο Ιεροεξεταστή. Όχι πως θα είμαστε εντελώς πεπεισμένοι ότι έχουμε εξουδετερώσει εντελώς την ισχύ του. Αλλά θα ξέρουμε πια πως αν ένα πράγμα συνιστά την αληθινή υπόσταση του είναι η λέξη αυτοκαταστροφή. Και δεν θα τον ξανανιώσουμε ποτέ τον πειρασμό της αυτοκαταστροφής; Ίσως. Aλλά δεν θα μπορεί να κρύβεται πια πίσω από άλλες λέξεις. Το ειρωνικό με την αυτοκαταστροφή -άρα το ειρωνικό και με τον διάβολο- είναι πως είναι περιττή. Η ζωή αργά ή γρήγορα θα σε καταστρέψει. Οπότε ποιός ο λόγος της βιασύνης; Ποιος ο λόγος μέχρι να σε φθείρει εκείνη έως το σημείο της λήξης της ύπαρξής σου, να μη ζήσεις χωρίς διαβόλους, χωρίς πόνους περιττούς, χωρίς το κακό που παριστάνει το καλό;
Μια μέρα θα καταλάβουμε ποιοί ακριβώς είμαστε και τι ακριβώς είναι αυτό που είμαστε. Όσο κι αν πονέσει. Μια μέρα θα αξιωθούμε τη διαύγεια των αληθινά δυνατών. Και θα λυτρωθούμε. Και θα περπατάμε στον κήπο χέρι χέρι, κι ο διάβολος ας είναι βαθιά χωμένος στην τρύπα του ή ας μας ακολουθεί σαν αρπακτικό. Το ίδιο θα είναι. 
Μια μέρα θα πάψουμε να αυτοκαταστρεφόμαστε, και όση ζωή μας έχει απομείνει θα τη ζήσουμε ως συνείδηση της αργά ή γρήγορα επερχόμενης καταστροφής, αλλά ταυτόχρονα και ως αναζήτηση και κατάκτηση όσο περισσότερης ευτυχίας μας αναλογεί ως τότε.

Τετάρτη, Ιουνίου 05, 2013

Δυο κόσμοι

(Πλατεία Ταξίμ, 28 Μαϊου 2013)
Δυο κόσμοι.
Μην με ρωτάς ποιοί.
Διάλεξε εσύ.
Ο οπλισμένος και ο άοπλος;
Ο θρησκευτικός κι ο κοσμικός;
Ο καταπιεσμένος κι ο γενναίος;
Αυτός με την κρατική μάσκα κι αυτός με το γυμνό πρόσωπο;
Αυτός με την στολή κι αυτός με το φόρεμα;
Αυτός με τα μαύρα κι αυτός με τα κόκκινα;
Αυτός που μονοπωλεί τη βία κι αυτός που μονοπωλεί τα όνειρα;
Αυτός που μονοπωλεί την πραγματικότητα κι αυτός που πυροδοτεί τις αυταπάτες;
Αυτός που καταστέλλει εκείνο που δεν μπορεί να κατακτήσει αλλιώς,
αυτός που διώχνει από μπροστά του εκείνο που μαζί ποθεί και τρέμει,
κι αυτός που δεν φοβάται να σταθεί στη θέση του
και να δηλώσει πως όσο κι αν τον απωθούν αυτός θα είναι παρών;
Δυο κόσμοι.
Ένας που δεν αλλάζει ποτέ κι ένας που βρίσκεται σε διαρκή αλλαγή.
Ζούμε ταυτόχρονα και στους δύο.

Κυριακή, Ιουνίου 02, 2013

Μόνο και Μόνο



«Ο νεαρός, που φαίνεται ότι ανήκε σε ομάδα αντιεξουσιαστών, επιτίθεται στην «αύρα» της αστυνομίας και την προκαλεί διαρκώς, μόνο και μόνο για να δεχθεί μια «ριπή» νερού από το κανονάκι του οχήματος». Έχει από χθες προκληθεί ο σχετικός χαμός με αντιδράσεις για αυτό το ειδησεογραφικό κείμενο στο σάιτ του Σκάι. Μήπως έχουμε ένα ακόμη χαρακτηριστικό παράδειγμα παλαβού αριστερισμού απέναντι σε ένα άρθρο που τελικά τι άλλο κάνει παρά να αποτυπώνει κυριολεκτικά την πραγματικότητα; Μήπως προσπαθούν τα αμετανόητα, εναπομείναντα, ηττημένα σταγονίδια της κουλτούρας της μεταπολίτευσης να παρέμβουν στο δημοσιογραφικό έργο και να ορίζουν την ακριβή φρασεολογία που θα χρησιμοποιούν οι συντάκτες; 
Έχω αρχίσει να γράφω το ποστ παραδεχόμενος πως πράγματι το επίμαχο κείμενο κυριολεκτεί όταν λέει ότι ο άνθρωπος αυτός επιτίθεται στο όχημα της αστυνομίας, κυριολεκτεί όταν λέει ότι προκαλεί διαρκώς, κυριολεκτεί καταλήγοντας στο «μόνο και μόνο για να δεχθεί μια ριπή νερού από το κανονάκι του οχήματος». Ξαναβλέποντας όμως το βίντεο συνειδητοποιώ πως το άνοιγμα των χεριών που ο συντάκτης του κειμένου εκλαμβάνει ως διαρκή πρόκληση, θα μπορούσε κάλλιστα να σημαίνει «Σταματήστε, τι είναι αυτά που κάνετε;». Ο συντάκτης το εκλαμβάνει προφανώς -έχοντας προφτάσει άλλωστε να παρεισφρύσει στην κυριολεκτική περιγραφή του συμβάντος την πιθανή πληροφορία πως ανήκει σε ομάδα αντιεξουσιαστών- ως «Ρίξτε μου νερό αν τολμάτε». Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα. Ας δεχθούμε, για τις ανάγκες του ποστ, πως όντως και μετά την επίθεσή του στο όχημα, συνεχίζει να τους προκαλεί διαρκώς. Οπότε τι πάει τόσο στραβά με αυτό το κείμενο; 
Το γεγονός πως το γράφει ένας άνθρωπος με σκοπό να το διαβάσουν άλλα ανθρώπινα όντα σαν τον ίδιο. Το γεγονός πως το κείμενο περιγράφει τη θανάτωση ενός άλλου ανθρώπου (δεν είναι σίγουρο αν έχει σκοτωθεί ο συγκεκριμένος διαδηλωτής, αλλά αφού για τον συντάκτη ο διαδηλωτής σκοτώθηκε, στη συνέχεια -και ξανά για τις ανάγκες του ποστ- θα μιλάμε σαν να τον έχουν όντως σκοτώσει). Tι λείπει λοιπόν από αυτό το πάρτι της κυριολεξίας; Το ευρύτερο κόντεξτ, η ερμηνεία των όσων συμβαίνουν, το νόημα των πράξεων, το τι συνιστά τι. Σαν να περιγράφει τα όσα συμβαίνουν στο βίντεο όχι άνθρωπος, αλλά κάποια μορφή τεχνητής νοημοσύνης. 
Ή ίσως δεν λείπει η ερμηνεία πάνω στην κυριολεκτική περιγραφή της πραγματικότητας, αλλά η κυριολεξία λειτουργεί ακριβώς ως ιδεολογικό αποτύπωμα, η κυριολεξία λειτουργεί ως ένα νέο όπλο της εποχής, όπου έχουμε ξαναπιάσει την γλώσσα από την αρχή και όλα τα κεκτημένα της νοηματοδότησης των πράξεων έχουν καταρριφθεί. Εν προκειμένω λοιπόν, για τον συντάκτη του κειμένου, το κρίσιμο και το καθοριστικό στην όλη εικόνα, αυτό που νοηματοδοτεί την όλη εικόνα στο βίντεο, δεν είναι η ρίψη από την αστυνομία του νερού που οδηγεί στο θάνατο, δεν είναι ένα σώμα που πετιέται στην άσφαλτο σαν τσουβάλι, δεν έχουμε αστυνομικούς προστατευμένους πλήρως (ή εν πάση περιπτώσει αστυνομικούς οι οποίοι δεν διατρέχουν κανέναν απολύτως κίνδυνο από το συγκεκριμένο διαδηλωτή), που σε απάντηση του ότι αυτός χτυπάει με γυμνά χέρια και πόδια το τεράστιο όχημά τους, τον σωριάζουν με το νερό στο έδαφος και τον σκοτώνουν. Στη σύγκρουση ενός άοπλου ανθρώπου με σάρκα και οστά και της «αύρας της αστυνομίας» που τον σκοτώνει, ο συντάκτης παίρνει -συνειδητά ή μη- το μέρος της αύρας, ή εν πάση περιπτώσει περιγράφει την ματαιότητα και την μαλακία της πράξης του αντιεξουσιαστή, αφού επιτέθηκε και προκάλεσε διαρκώς, μόνο και μόνο για να δει τη γλύκα του κρατικού φαλλού. Η «αύρα της αστυνομίας» δεν είναι ένα αστυνομικό όχημα με αστυνομικούς μέσα, αλλά είναι για τον συντάκτη του κειμένου -συνειδητά ή μη- η εξουσία και η τάξη. Και άρα ο φερόμενος ως αντιεξουσιαστής δεν κλωτσάει ένα όχημα, αλλά επιτίθεται και προκαλεί διαρκώς την εξουσία και την τάξη. Και αυτές απαντούν στην επίθεση και τη διαρκή πρόκλησή του γκρεμοτσακίζοντάν τον. Όταν επιτίθεσαι και προκαλείς διαρκώς την εξουσία, το μόνο που θα καταφέρεις είναι να ξυπνήσεις την ασύμμετρη δύναμη του ισχυρού: αυτή η συνειδητή ή μη λατρεία της επιβολής της δύναμης του ισχυρότερου, που φορτίζει την κυριολεξία με μεγαδόσεις αυταρχικότητας.
Η γλώσσα παριστάνει την ουδέτερη και την αντικειμενική, παριστάνει πως αποτυπώνει τεχνικά και στεγνά την πραγματικότητα, ενώ στην πραγματικότητα σχολιάζει πολιτικά ένα γεγονός από τη σκοπιά της εξουσίας. Η κατηγορία των ανθρώπων που είναι με το νερό της «αύρας», θα ήταν πάντα με το οποιοδήποτε αστυνομικό όχημα, ανεξάρτητα από ποιο πολιτικό σύστημα υπηρετούσε. Θα ήταν με το νερό και ο Στάλιν να το έριχνε. Ωστόσο αυτή η κυριολεκτική αναμετάδοση του συμβάντος, είναι αμφίβολο αν θα μπορούσε να συμβεί λίγα χρόνια πριν. Το ότι έχουμε πάψει να εξετάζουμε τα κοινωνικά φαινόμενα ανθρωποκεντρικά και βάλαμε άλλα μεγέθη μπροστά δεν περιορίζεται μόνο σε οικονομικές αναδιαρθρώσεις της κοινωνίας. Όπως τα νούμερα μπήκαν πάνω από τον άνθρωπο, έτσι και η κυριολεξία μπαίνει πάνω από το νόημα όσων περιέγραφε η γλώσσα. 
Η τούρκικη εξέγερση είναι, λένε, αντιϊσλαμική, της αραβικής άνοιξης ήταν, λένε, φιλοϊσλαμική, υπάρχει άρα τρικυμία στα κρανία μας, λένε, και απολίτικος φετιχισμός της εξέγερσης ή της όποιας λαϊκής αντίδρασης. Ωστόσο στο «άοπλος άνθρωπος απέναντι στο νερό που τον πετά κάτω σαν ζώο» ή θα είσαι εξ ορισμού με τον άνθρωπο ή θα είσαι εξ ορισμού με το νερό. Το είδος του πολιτεύματος δεν σου δίνει άλλοθι να είσαι με το νερό. Αντίθετα, δημοκρατία σημαίνει ακριβώς κανόνες, όρια, πλαίσια, σεβασμός δικαιωμάτων. Και μπορεί στην τελική εικόνα να πεις δεν θα αφήσω να διαλυθεί το σύμπαν, αλλά για όλα τα ενδιάμεσα στάδια και για όλα τα συγκεκριμένα περιστατικά αναίτιας και δυσανάλογης κρατικής βίας, είτε εδώ αυτή συμβαίνει είτε αλλού είτε οπουδήποτε, δεν υπάρχει συγχωροχάρτι ούτε εν λευκώ πολιτειακή εξουσιοδότηση. 
Εξ ορισμού λοιπόν με τη φωτιά των άοπλων ανθρώπων, 
εξ ορισμού λοιπόν με τη φωτιά των λαϊκών εξεγέρσεων, 
εξ ορισμού λοιπόν με αυτόν τον φετιχισμό, παρά με τον φετιχισμό της κρατικής βίας. 
Γιατί εξ ορισμού; Τόσο δύσκολο είναι να υπάρξει δρόμος ανάμεσα στους δυο φετιχισμούς; Στη θεωρία ίσως και να μην είναι. Αλλά στην πράξη, στη σκηνή ανάμεσα στον άνθρωπο και την αύρα, κανείς ή με τον ένα θα είναι ή με τον άλλο. 
Κι αυτή είναι η αληθινή ιδεολογία του.