Η παράδοση
Κι οι Αλέξανδροι δεν σταματούν να μας κρύβουν τον ήλιο. Προκειμένου να τους πουν Μεγάλους, πείθουν τον εαυτό τους πως ο ήλιος δεν είναι αρχή, μέση και τέλος, αλλά κάτι σαν λαμπατέρ ας πούμε, που απλά μας επιτρέπει να βλέπουμε και να κάνουμε αυτά που είναι «αληθινά σημαντικά». Απωθούν λοιπόν την σημασία του, ψάχνοντας να τη βρουν αλλού: κάποιον ακόμα να πολεμήσουν, κάτι ακόμα να κατακτήσουν, κάπου πιο πέρα να επεκταθούν· μια διαρκής βαβούρα, μια ανελέητη παραγωγή ποδοβολητού. Αν τους ρωτήσεις γιατί τα κάνουν όλα αυτά, θα σου πουν πως έτσι αλλάζει ο κόσμος, πως αν δεν ήταν αυτοί δεν θα είχε εφευρεθεί ούτε το πιθάρι στο οποίο αράζει η τσογλανοπαρέα μας ασκώντας κριτική. Όσο και να έχουν αλλάξει τον κόσμο όμως, ο ήλιος παραμένει εκεί. Θα σου απαντήσουν πως αν τους δώσεις αρκετό χρόνο και αρκετές γενιές δεν αποκλείεται κάποτε να φτάσουν κι εκεί. Αυτός πρέπει να είναι κι ο τελικός σκοπός τους: η επίδρασή τους πάνω στον ήλιο να πάψει να περιορίζεται στο απλό κρύψιμό του μπροστά από το πιθάρι μας και να γίνει καθολική· να μεταφέρουν το ψυχαναγκασμό της επεκτατικότητάς τους όσο πιο ψηλά γίνεται· επεμβαίνοντας στην σχέση ήλιου - γης, είτε πειράζοντας τις τροχιές τους είτε με άλλο τρόπο, να μεγαλώσουν τις μέρες και να μικρύνουν τις νύχτες, όχι όμως για να περνάμε περισσότερο χρόνο με τον ήλιο, αλλά για λόγους αύξησης της παραγωγικότητας, εξασφάλισης περισσότερου ωφέλιμου χρόνου, καθώς η περίεργη σχέση τους με αυτό που είναι φυσικό κάθε άλλο παρά στον ήλιο εξαντλείται: η τόσο μεγάλη νύχτα τούς φαίνεται σπατάλη. Θεωρούν τον χρόνο του ύπνου χαμένο, κοιμούνται ελάχιστα, πετάγονται στο άκουσμα του ξυπνητηριού ή και πριν αυτό χτυπήσει: έχουν τόσα να κάνουν, τόσους ακόμα να πολεμήσουν, τόσα ακόμα να κατακτήσουν, τόσο πιο πέρα να επεκταθούν.
Εκείνο που δεν θα καταλάβουν ποτέ είναι πως το να κοιμάσαι τη νύχτα και το να κοιτάζεις τον ήλιο την μέρα είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος νιρβάνας, πως το ανθρώπινο μυαλό ένα πράγμα λαχταράει, να πιέζεται όσο το δυνατόν λιγότερο, να λειτουργεί όσο περισσότερο γίνεται στο αυτόματο, στο από μόνο του, όπως ακριβώς κάνει όταν κοιμάται, όπως σχεδόν κάνει όταν το κεφάλι μέσα στο οποίο βρίσκεται λιάζεται, όπως περίπου κάνει όταν γράφει ημιαυτόματα, όχι δηλαδή όταν γράφει ένα κείμενο που πρέπει να παραδώσει, αλλά όταν γράφοντας είναι το ίδιο που παραδίνεται.
Εκείνο που δεν θα καταλάβουν ποτέ είναι πως το να κοιμάσαι τη νύχτα και το να κοιτάζεις τον ήλιο την μέρα είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος νιρβάνας, πως το ανθρώπινο μυαλό ένα πράγμα λαχταράει, να πιέζεται όσο το δυνατόν λιγότερο, να λειτουργεί όσο περισσότερο γίνεται στο αυτόματο, στο από μόνο του, όπως ακριβώς κάνει όταν κοιμάται, όπως σχεδόν κάνει όταν το κεφάλι μέσα στο οποίο βρίσκεται λιάζεται, όπως περίπου κάνει όταν γράφει ημιαυτόματα, όχι δηλαδή όταν γράφει ένα κείμενο που πρέπει να παραδώσει, αλλά όταν γράφοντας είναι το ίδιο που παραδίνεται.
3 Comments:
Ερχομαι να συμφωνήσω, λες και τάχω γράψει εγώ όλα αυτά. Μακάρι να τα καταλαβαίναμε από νωρίς όλα τούτα και να είχαμε περάσει τη ζωή μας κρατώντας το μάτι μας απλό...
Σε παρακαλώ old να γράψεις ένα σχόλιο για το ότι η φιλοφρόνηση "good-looking" του Obama προς την γενική εισαγγελέα θεωρείται ανάρμοστη & άτοπη....τόση υποκρισία πια?
Στην αρχή μου ήρθε στο μυαλό το ρητό “ανέγνων, έγνων, κατέγνων”. Μετά θυμήθηκα και την απάντηση “ανέγνως, αλλ΄ουκ έγνως, ει γαρ έγνως, ουκ αν κατέγνως”.
Έτσι κατέληξα πως σκέφτεσαι εκτός των τειχών και είσαι Παραβάτης. Πολύ μου άρεσε και η λέξη “τσογλανοπαρέα” γιατί έτυχε να γνωρίζω την προέλευση της.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home