Παρασκευή, Ιουνίου 02, 2023

Δεν είναι ένα τίποτα, Ρόμαν.


 
Όταν κάπου στα μισά του τελευταίου επεισοδίου η Σιβ λέει στον Ρόμαν ότι μπορούν να σκοτώσουν τον αδελφό τους τον Κεν, το λέει εντελώς αστειευόμενη. Kανείς δεν πιστεύει έστω και για δευτερόλεπτο ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε ποτέ να συμβεί: ούτε κάποιος από τα τρία αδέλφια, ούτε οποιοσδήποτε άλλος στo «Succession» είναι φονιάς. Και είναι σαν ο Tζέσε Άρμστρονγκ να την έχει βάλει να το λέει ακριβώς για να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε μια βασική διαφορά της σειράς από άλλες μεγάλες σειρές της τηλεόρασης. Από τους «Sopranos» ως το «Wire», από το «Breaking Bad» ως το «Better Call Saul», για να μην μιλήσουμε για το «Fargo», το «Deadwood» το «Ozark» ή το «Βoardwalk Empire», οι φόνοι, τα όπλα και το έγκλημα είναι στην πρώτη γραμμή, το δράμα πλέκεται και ανθίζει ολόγυρά τους. Ακολουθώντας τα βήματα του «Νονού», οι αμερικάνικες σειρές μιλούν για την αμερικάνικη κοινωνία και τον καπιταλισμό, μέσα από ιστορίες βίας και εγκλήματος, ανοργάνωτου αλλά βασικά οργανωμένου.
Aν δεν με απατά η μνήμη μου, κανένα όπλο δεν θα εκπυρσοκροτήσει στα 39 επεισόδια του «Succession», κανένα όπλο δεν θα δούμε έστω φευγαλέα. Η μία αφαίρεση ζωής που έχει αρκετά κομβικό χαρακτήρα προκαλείται από τροχαίο ατύχημα. Και δεν παύει να στοιχειώνει τον υπεύθυνο – για την ακρίβεια τον εν μέρει υπεύθυνο. Αλλά τον στοιχειώνει συνειδησιακά και μόνο, χωρίς άλλες έμπρακτες συνέπειες, επειδή δεν αφορούσε έναν «αληθινό» άνθρωπο, δηλαδή έναν άνθρωπο με ισχύ, έναν άνθρωπο από σημαντική οικογένεια, έναν άνθρωπο με χρήματα και επιρροή, έναν παίκτη. NRPI: Νο Real Person Involved.
 
Kι αυτή είναι η παγίδα στην οποία μας ρίχνει το «Succession». Mπαίνουμε τόσο πολύ μέσα στη φούσκα του 1%, ταυτιζόμαστε τόσο πολύ με τις αγωνίες των ηρώων, ώστε φτάνουμε να ξεχάσουμε ότι κανονικά για τους ίδιους δεν είμαστε αληθινοί άνθρωποι. Κι όταν ο Ρόμαν Ρόι αποκαλύπτει την και καλά μεγάλη υπαρξιακή αλήθεια του «We are bullshit» και «Ιt’s all fucking nothing», λέει την ίδια ώρα το πιο μεγάλο ψέμα. Όχι Ρόμαν, δεν είναι ένα τίποτα όλο αυτό. Το δικό σας τίποτα έχει τεράστια σημασία και επίδραση για την υπόλοιπη κοινωνία, για το 99%, για τους μη αληθινούς ανθρώπους, για τους τηλεθεατές σας, τους καταναλωτές σας, τους πελάτες σας, τους ψηφοφόρους.
 
Όσο κι αν βασανίζεστε σαιξπηρικά στον μικρόκοσμό σας, είτε το παιχνίδι σας είναι για σας μηδενικού αθροίσματος είτε όχι, κάνει μια διαφορά στον έξω κόσμο πόσες χιλιάδες εργαζόμενοι θα απολυθούν αύριο από τις εταιρίες σας αν εξαγοραστούν, κάνει μια διαφορά στον έξω κόσμο τι ιδεολογικό δηλητήριο ρίχνουν και τι πολιτισμικά σκατά προβάλλουν τα ΜΜΕ σας, κάνει μια διαφορά στον έξω κόσμο σε τι βάσεις θέτετε το δημόσιο διάλογο, κάνει μια διαφορά στον έξω κόσμο πώς επηρεάζετε την ιδεολογία μιας κοινωνίας, κάνει εδώ που τα λέμε μια διαφορά στον έξω κόσμο αν φτάσατε να παρέμβετε στην εκλογική διαδικασία και να ανακηρύξετε πρόεδρο των ΗΠΑ έναν σχεδόν ναζί. Κι ας μην πιάσατε όπλο ποτέ κι ας μην είστε μαφιόζοι ή έμποροι ναρκωτικών. Κι οι μόνες δολοφονίες που κάνατε ας ήταν μόνο μεταφορικές, ας αφορούσαν ποιος συγγενής θα προδώσει ποιον για να κληρονομήσει το βασίλειο.
 
Όταν λίγο πριν το τέλος των «Sopranos» ο Ντέιβιντ Τσέιζ θυμάται ξαφνικά να τραβήξει την κουρτίνα από τα μάτια της Δρ. Μέλφι και να την κάνει να δει τον ψυχαναλυόμενό της ως κοινωνιοπαθή, καλώντας μας με έναν τρόπο να μοιραστούμε τον όψιμο αποτροπιασμό της, είναι κάπως προβληματικό, είναι κάπως σαν να κλέβει, είναι κάπως σαν να τα ήθελε μονά ζυγά δικά του: αν δεν σε ενδιέφερε να καταλάβουμε και να τον νιώσουμε ως τα μπούνια τον Τόνι Σοπράνο, τότε σε τι ακριβώς ταξίδι μας είχες πάει τόσα χρόνια; Από την άλλη αναρωτιέμαι μήπως είναι περισσότερο προβληματικό αυτό που δεν κάνει ο Τζέσε Άρμστρονγκ, μην ανοίγοντας σχεδόν ποτέ την ματιά μας προς τη μεγαλύτερη εικόνα. Είναι προτιμότερο να μην μας αφορά οτιδήποτε έχει να κάνει με τις επιπτώσεις της συμπεριφοράς των συγκεκριμένων ανθρώπων; Είναι προτιμότερο να εξαντληθεί η σαγήνη μας στη διερεύνηση των αιτιών της συμπεριφοράς τους; Είναι – δεν είναι, δεν γίνεται αλλιώς πια, τους έχουμε πονέσει, έχουμε πονέσει μαζί τους, τους κουβαλάμε μέσα μας κι αυτούς και τη διάλυσή τους.
 
Στο «Succession» δεν υπάρχει η μυθιστορηματική ανάπτυξη ενός χαρακτήρα, δεν υπάρχει ένας Τόνι Σοπράνο, ένας Ντον Ντρέιπερ, ένας Γουόλτερ Γουάιτ, ένας Τζίμι ΜακΓκιλ – Σολ Γκούντμαν. Οι χαρακτήρες από την αρχή ως το τέλος είναι σαν να ανεβάζουν σισύφεια στο λόφο την ίδια ακριβώς πέτρα, να επαναλαμβάνουν την ίδια ακριβώς λούπα. Αλλά με κάθε ανέβασμα ο Άρμστρονγκ και οι συνεργάτες του καταφέρνουν να μας αφήνουν με ανοιχτό το στόμα, σαν να μην έχουμε ξαναδεί αυτόν τον λόφο ποτέ. Και τέτοιο ομαδικό σεμινάριο υποκριτικής μάλλον δεν έχει να επιδείξει καμία άλλη σειρά. Στην αρχή είχαμε βάλει τον Τζέρεμι Στρονγκ στο βάθρο, έμεινε για πάντα εκεί, αλλά ανέβηκαν δίπλα του και ο Κίραν Κάλκιν και η Σάρα Σνουκ και ο Μάθιου Μακφάντιεν. Κι ας μην ξεχνάμε ότι το μουσικό θέμα του Νίκολας Μπριτέλ δεν είναι απλά ένα μουσικό θέμα είναι ο λόγος που η μουσική μπορεί να σε στείλει με τρεις νότες αλλού. Κι ας μην ξεχνάμε ότι η γλώσσα της σειράς δεν ήταν μια οποιαδήποτε γλώσσα, ήταν μουσική.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 30, 2021

Τα υλικά


 

Eκείνο που όλοι ξέρουμε, αλλά και μάλλον όλοι δυσκολευόμαστε να ομολογήσουμε, είναι ότι βρισκόμαστε πάλι τις τελευταίες ημέρες σε μια κατάσταση συλλογικού σοκ. Ενός συλλογικού σοκ που έχει την ιδιοτυπία πως αποτελεί ένα νέο κεφάλαιο μιας ευρύτερης τραυματικής φάσης, από την οποία δεν ξεκολλήσαμε στα αλήθεια ποτέ και η οποία συμπληρώνει σε λίγο καιρό δύο χρόνια. Και το γεγονός ότι το βιώνουμε ακριβώς τις ημέρες εκείνες που λειτουργούν παραδοσιακά ως ψυχοθεραπευτικό αποθετήριο ελπίδων, ευχών, προσδοκιών και αποφάσεων για το νέο έτος και ως σημείο τομής του χρόνου, που ο γέρος χρόνος φεύγει τώρα και έρχεται ο νέος με τα δώρα, με τραγούδια και χαρά, κάνει τα πράγματα ακόμα χειρότερα. Οπότε η φετινή πρωτοχρονιά δύσκολα θα έχει το πατροπαράδοτο και μαζί λυτρωτικό παραμύθι. Τι απομένει; Η αλήθεια; Το πραγματικό; Η πραγματικότητα; Δεν πολυαντέχονται αυτά, ενεργοποιούνται άρα όλων των ειδών οι μηχανισμοί άμυνας για να τα απωθούμε και να τα αντιμετωπίζουμε κάπως. Από την άλλη η αλήθεια και η πραγματικότητά μας δεν αποτελούνται μόνο από κόβιντ. Αποτελούνται και από υλικά με τα οποία χτίζουμε τα νοήμα μας, στερεώνουμε το φως μας, δυναμώνουμε τη δύναμή μας, συγχωρούμε την αδυναμία μας. Στην αλλαγή του χρόνου και στο ξεκίνημα του νέου ας στραφούμε σε αυτά και ο κόβιντ κάποτε θα περάσει, είτε μέσα στην χρονιά που έρχεται, είτε κάποια επόμενη. Όσο ισοπεδωτικός κι αν είναι, το νόημα, το φως, η δύναμη κι η αδυναμία του καθενός και της καθεμιάς μας θα είναι πάντα ισοπεδωτικότερα.

Τρίτη, Αυγούστου 10, 2021

Ωραιοποιώντας

 

Είναι μια κυρία απέναντι που όποτε κοιτάξω έχει βγει και απλώνει. Νομίζω είναι κάπως μεγαλύτερή μου, αλλά δεν μπορείς πια να είσαι σίγουρος με τις ηλικίες. Μπορεί και να είναι σαν εμένα. Υπό μία έννοια δηλαδή σίγουρα είναι σαν εμένα, όπως εγώ σαν εκείνη, όπως κι εγώ και εκείνη σαν εσένα που διαβάζεις τώρα αυτές τις γραμμές, όπως εσύ που διαβάζεις τώρα αυτές τις γραμμές σαν οποιονδήποτε ή οποιονδήποτε ή οποιοδήποτε άλλο -όπως κι αν τα λένε πια τα γένη- διαβάζει επίσης τώρα αυτές τις γραμμές. Σιγά τις διαφορές που έχουμε, σιγά την ιδιαιτερότητά μας. Εντάξει, κάπου αναρωτιέμαι, πώς γίνεται να απλώνει όλη μέρα κάθε μέρα, είναι άραγε τόσο ανάγκη, ή είναι περισσότερο τελετουργία, σωτήρια ρουτίνα, ασφάλεια, τρόπος να κυλά η ζωή; Αλλά κι αυτή αν έβλεπε εμένα, πολλαπλώς θα αναρωτιόταν, τι ακριβώς είναι αυτό που κάνω κάθε μέρα, απλώνοντας σκέψεις, συναισθήματα και τσιτάτα, είναι άραγε τόσο ανάγκη ή είναι περισσότερο τελετουργία, σωτήρια ρουτίνα, ασφάλεια, τρόπος να κυλά η ζωή; Δεν ξέρω. Η ζωή θα κυλά με ή χωρίς τις τρόπους μας. Απλά οι τρόποι μας θα προσπαθούν να την ερμηνεύσουν και νοηματοδοτήσουν, θα προσπαθούν βασικά να την μετατρέπουν σε ιστορία, σε ιστορία με έναν βασικό αφηγητή και έναν βασικό ακροατή, όσο κι αν κατά καιρούς ψήγματά της διηγούμαστε και σε άλλους. Σε εμάς τους ίδιους η ιστορία μας παίζει σε λούπα. Ένας από αυτούς τους τρόπους λοιπόν είναι κι η ωραιοποίηση. Αυτή η ακατάβλητη τάση να ωραιοποιούμε καταστάσεις. Ωστόσο ωραιοποιώ δεν σημαίνει ακριβώς και κάνω κάτι ωραίο, μετατρέπω κάτι σε ωραίο; Γιατί να μην ωραιοποιήσουμε την έννοια του ρήματος, γιατί να μην του προσδώσουμε τη συγκεκριμένη χροιά; Αν το κάνουμε, τότε όσο κι αν ωραιοποιήσαμε φάσεις της ζωής μας, δεν κάναμε κάτι λάθος, δεν καταλάβαμε κάτι λάθος μέσα τους, αντίθετα φροντίσαμε δια της ωραιοποίησης να γίνουν αυθεντικά ωραίες.

Δευτέρα, Ιουνίου 07, 2021

H πετσέτα


Κάθε που έμπαινε να πλυθεί, ξεκούμπωνε προσεκτικά το στέρνο του κι έβγαζε ένα - ένα ό,τι συναισθήματα είχε. Τα ακουμπούσε στην μπανιέρα, γονάτιζε κι άρχιζε να τα λούζει και να τα πλένει. Καμιά φορά τα άφηνε να παίξουν μεταξύ τους και να κάνουν και μπουρμπουλήθρες. Περισσότερο ίσως απ’ όλα, του άρεσε όταν τα έβγαζε και τους στέγνωνε τα μαλλιά και το κορμί με την πετσέτα τους. Αυτά, τυλίγονταν όλα γύρω απ’ την πετσέτα, περιμένοντας υπομονετικά να κάνει κι εκείνος μπάνιο. Παρατηρούσαν το νερό, το σαμπουάν και το σαπούνι να κυλάνε πάνω στο γυμνό του σώμα, στο γυμνό τόσο από ρούχα όσο και από συναισθήματα σώμα. Ήταν ένα σκέτο κορμί. Όχι δηλαδή - όχι σκέτο. Το μυαλό του συνέχιζε να δουλεύει κανονικά. Απλά τα συναισθήματα ήταν στην πετσέτα και τον περίμεναν, σίγουρα πως τα είχε ανάγκη, σίγουρα πως χωρίς αυτά δεν μπορούσε, σίγουρα πως τελειώνοντας θα ξανάνοιγε το στέρνο του και θα τα επέστρεφε στη θέση τους, φρεσκοπλυμένα και μοσχομυριστά. Καμιά φορά τα ψιλοβασάνιζε κι έκανε ότι σηκωνόταν να φύγει, αφήνοντάς τα εκεί. Δεν έφευγε πέραν της πόρτας, γύρναγε και τα έβαζε πίσω. Αυτή την φορά δεν είχε πολύ κέφι για πειράγματα. Άνοιξε το στέρνο του, τα έβγαλε απ’ την πετσέτα τους, έβαλε την πετσέτα μέσα του κι έκλεισε την πόρτα. Βρίσκοντας πολύ χώρο κενό, η πετσέτα αποφάσισε να φορεθεί σαν μπέρτα και να λειτουργήσει σαν μπέρτα. Χωρίς να καταλάβει πώς, άρχισε να πετάει εσωτερικά, σαν υπερήρωας. Αλλά υπερήρωας χωρίς ειδική υπερδύναμη δεν νοούνταν. Έπρεπε να βρει την υπερδύναμή του. Θα είναι η ανοικτότητα είπε. Θα είμαι ανοικτός. Το στέρνο του άνοιξε μόνο του, μαζί και το μέτωπό του. Τέντωσε τα χέρια και ζήτησε να μπει μέσα στο στέρνο και το μέτωπό του, όποιο συναίσθημα και όποια σκέψη ήθελαν. Δικά του ή άλλων ανθρώπων. Δικά του και άλλων ανθρώπων. Θα τα χωρούσε όλα.

Κυριακή, Μαΐου 16, 2021

Μεμοραμπίλια

 

 

Έμενε σε όλη τη ζωή της στην Κυψέλη και πάνω από πενήντα χρόνια ψηλά στην Σπετσών. 'Ελεγε ότι απ' το μπαλκονάκι της κουζίνας, μπορούσε να δει θάλασσα. Την πείραζα, αλλά είχε δίκιο. Μπορούσε να δει θάλασσα.

Η τελευταία μάλλον παραγγελία της. Όσο κι αν τα έχουμε ρυθμίσει όλα, πάντα θα αφήσουμε κάτι στην μέση, πάντα κάτι θα μείνει εκκρεμές, μετέωρο, πάντα κάτι θα χάσκει, μην έχοντας υπολογίσει ότι όλα τελειώνουν. Οι αρχαιολόγοι μελλοντικών πολιτισμών και άλλων ηλιακών συστημάτων πρέπει να δουν τα χαρτάκια που αφήσαμε πίσω και να καταλάβουν ότι εμείς σε αυτόν εδώ τον πλανήτη έτσι ζούσαμε: όχι απλά τρεφόμενοι, αλλά επιθυμώντας να γευτούμε, όχι απλά αναπαραγόμενοι, αλλά επιθυμώντας να αγκαλιαστούμε, όχι απλά αναπνέοντας, αλλά επιθυμώντας να ζούμε.


Δευτέρα, Φεβρουαρίου 01, 2021

Αποτυγχάνοντας ξανά.

Στην προϊστορία της μπλογκόσφαιρας (ακόμη κι η λέξη ακούγεται πια προϊστορική), ένα αγαπημένο μπλογκ είχε ως προμετωπίδα το μπεκετικό: "Ever tried. Ever failed. No matter. Try again. Fail again. Fail better". Δεκαέξι χρόνια πριν μου φαινόταν αρκετά εξυπνακίστικη ατάκα. Δεκαέξι χρόνια μετά δυσκολεύομαι να σκεφτώ φράση που να συνοψίζει καλύτερα το νόημα των πραγμάτων, το νόημα των κινήσεών μας, το νόημα της πορείας μας στο χρόνο. Δεν ξέρω για ποιους προορίζονται οι επιτυχίες. Δεν ξέρω πού αρχίζει και πού τελειώνει μια επιτυχία, πού μπορείς να την τελειώσεις πριν μετατραπεί σε αποτυχία. Νομίζω ότι για την αληθινή ζωή των αληθινών ανθρώπων η αποτυχία θα είναι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνοδοιπόρος, με τον οποίο οι δρόμοι τους θα διασταυρώνονται από καιρού εις καιρόν. Οπότε, αν σε κάτι μπορεί όντως να ελπίσει κανείς, είναι σε αυτό: κάθε επόμενη φορά να αποτυγχάνει καλύτερα, κάθε επόμενη φορά να έχει να καταλογίσει λιγότερα στον εαυτό του για την αποτυχία, κάθε επόμενη φορά η συνάντησή του με την αποτυχία να τον έχει βρει καλύτερο άνθρωπο από την προηγούμενη, πιο κατασταλαγμένο άνθρωπο από την προηγούμενη, πιο φωτεινό, σταθερό και σίγουρο για τον εαυτό του άνθρωπο από την προηγούμενη.

Κυριακή, Ιουνίου 14, 2020

Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα 

Θα ήθελα να υπήρχε η εξής ζωή μετά θάνατον:
να συγκεντρωνόμασταν όλοι σε μια μεγάλη όσο να 'ναι αίθουσα 
και κάθε βράδυ να παιζόταν σε μια μεγάλη όσο να 'ναι οθόνη,
η ζωή του καθενός μας ως ταινία.
Και η ταινία να ήταν ταυτόχρονα και η εξήγησή μας.
Και η ταινία να ήταν ταυτόχρονα και η συγχώρεσή μας.
Και η ταινία να ήταν ταυτόχρονα και η δικαίωσή μας.
Και στο τέλος του φεστιβάλ αυτών των προβολών,
καμιά ανθρώπινη ζωή να μην είχε μείνει ανερμήνευτη,
καμιά ανθρώπινη ζωή να μην είχε μείνει ασυγχώρητη,
καμιά ανθρώπινη ζωή να μην είχε μείνει αδικαίωτη.

Δευτέρα, Απριλίου 20, 2020

Συμφωνώ

Και μετά, ένας - ένας, οι άνθρωποι βγήκαν και στάθηκαν στο σημείο όπου είχε από πριν οριστεί ότι του αναλογεί. Και όταν στάθηκε κι ο τελευταίος, χωρίς να τους δοθεί καν κάποιο κεντρικό παράγγελμα, άρχισαν να φωνάζουν με όση περισσότερη δύναμη είχαν: «Συμφωνώ!», «Ναι, συμφωνώ!», «Συμφωνώ!». Και οι φωνές τους σιγά σιγά συντονίστηκαν σε μία, μέχρι που κάποιοι άρχισαν να διακόπτουν την ομοιοφωνία φωνάζοντας: «Εγώ συμφωνώ πιο πολύ!», «Εγώ συμφωνώ πιο πολύ!». Και σταδιακά αυτή η νέα φωνή αντικατέστησε την πρώτη, μέχρι που δεν υπήρχε λόγος πια να αντικατασταθεί από άλλη, αφού ο καθένας και η καθεμία που φώναζε πως συμφωνεί πιο πολύ, δεν εννοούσε πως συμφωνεί το ίδιο με τους ανθρώπους στα ορισμένα από πριν σημεία δεξιά του κι αριστερά του, μπρος του και πίσω του, αλλά ακριβώς πως συμφωνεί ακόμα περισσότερο από εκείνους, πως η δική του συμφωνία ήταν ακόμη πιο θεμελιώδης, ακόμη πιο δομική, ακόμη πιο απόλυτη. Και ώρα πολλή αργότερα, ενώ εξακολουθούσαν να δηλώνουν ότι συμφωνούν πιο πολύ, άρχισαν να χορεύουν, παραμένοντας στο ορισμένο από πριν σημείο που τους αναλογούσε, άρχισαν να χορεύουν σηκώνοντας και τινάζοντας τα χέρια προς τα πάνω, σαν να υμνούν αυτούς που είναι από πάνω και αυτό το από πάνω που εκπροσωπούν, μέχρι που τα κατέβαζαν αγκαλιάζοντας με ηδονή και ανακούφιση το σώμα τους το υγιές, το σώμα που τους επέτρεπε να ζουν, το μόνο σώμα που είχαν ποτέ ανάγκη. Και ο χορός δεν σταμάτησε ούτε όταν άρχισαν να περνούν από πάνω τους οδοστρωτήρες, συνέχισαν να χορεύουν, συνέχισαν να παραμένουν στα ορισμένα από πριν σημεία που τους αναλογούσαν, συνέχισαν να φωνάζουν: «Εγώ συμφωνώ πιο πολύ!» την ώρα που έβλεπαν τον οδοστρωτήρα να έρχεται στη σειρά που είχαν σταθεί οι ίδιοι, συνέχισαν να φωνάζουν: «Εγώ συμφωνώ πιο πολύ!» την ώρα που ο οδοστρωτήρας άρχιζε να τους ισοπεδώνει, ελπίζοντας να προλάβουν να το πουν ολοκληρωμένα μια τελευταία φορά, ελπίζοντας να μην μείνει η δήλωση της συμφωνίας τους στην μέση.

Σάββατο, Ιανουαρίου 18, 2020


Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 18, 2019

Αν είχε άλλα μυαλά και άλλη καρδιά, ο Παύλος Φύσσας σήμερα θα ζούσε και θα ήταν μόνο 40 χρονών.
Αν δεν υπήρχαν άνθρωποι με τα μυαλά και την καρδιά του Παύλου Φύσσα, η Ιστορία θα κινούνταν πάντα προς το πιο φοβικό, το πιο ψοφοδεές, το πιο υποταγμένο, το πιο μοιρολατρικό.
Χρωστάμε στον Παύλο Φύσσα, στα μυαλά και στην καρδιά του, κάτι το οποίο μόνο σε βάθος χρόνου θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε πλήρως.
Θα μπορούσε η Ελλάδα να είναι σήμερα κάπου αλλού, θα μπορούσε το δηλητήριο να έχει εξαπλωθεί και διαβρώσει ανεπανόρθωτα το σώμα της κοινωνίας της.
Δεν είχε κανέναν σκοπό να γίνει ήρωας ο Παύλος Φύσσας, δεν είχε κανέναν σκοπό να δολοφονηθεί ή να θυσιαστεί για έναν ανώτερο σκοπό.
Είχε όμως τα μυαλά και την καρδιά ενός παλικαριού.
Και καμιά φορά τα παλικάρια γίνονται ήρωες.
Ο Παύλος Φύσσας νίκησε τον φασισμό με τον μόνο τρόπο που ο φασισμός νικιέται: με θάρρος, με κόστος, με το να βάζεις το ανάστημά σου εμπρός του, με το να επιλέγεις να αναμετρηθείς με το κτήνος, αντί να υποταχθείς σε αυτό ή να προσπαθήσεις να το εξευμενίσεις.

Κυριακή, Ιουλίου 21, 2019

Από παιδί

Στην αρχή
αγαπάμε στα παιδιά μας
περισσότερο το μας
από τα ίδια τα παιδιά.

Στην αρχή
παίρνουν τα παιδιά μας 
αυτά από το πρόσωπό μας
κι εκείνα απ' την προσωπικότητά μας.

Τίποτα δικό τους 
δεν έχουν
τα παιδιά μας
στην αρχή.

Κι ύστερα, μια μέρα, σχεδόν στα ξαφνικά,
το παιδί απέναντί μας
έχει ολόδικό του και αυτόνομο
εαυτό.

Τότε είναι ίσως η στιγμή
να πάψεις να καμαρώνεις
και να αρχίσεις βαθύτερα να συνδέεσαι
και βαθύτερα να αγαπάς
ένα πλάσμα που διαμορφώνεται 
έτσι και όχι αλλιώς,
που παίρνει απέναντι στη ζωή
την μία και όχι την άλλη στάση,
που επιλέγει να είναι 
αυτός και όχι κάποιος άλλος,
ένα πλάσμα που θα πάει
όπου θέλει το ίδιο,
όπως κάθε παιδί από καταβολής παιδιών,
όπως κάθε άνθρωπος από καταβολής ανθρώπων,
γιατί όσο κι αν μας σημάδεψαν οι γονείς μας 
κι όσο κι αν εμείς σημαδεύουμε τα παιδιά μας,
τα σημάδια είναι μόνο σημάδια,
ο εαυτός μας είναι δικός μας,
ο εαυτός τους είναι δικός τους,
ο κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος
από παιδί
να πηγαίνει κάθε στιγμή τον εαυτό του
λίγο πιο κοντά ή λίγο πιο μακριά
απ' το φως,
απ' τη δύναμη,
απ' την αδυναμία,
απ' την αγάπη.

Πέμπτη, Ιουλίου 11, 2019

Μεταμαυρίλα

Σε μια ιδιοφυή στιγμή του έβδομου κύκλου του «Veep», ο Νταν βιώνει μια υπαρξιακή κρίση: «Ames, am I gettin’ old? Maybe I gotta stop foolin’ around. Maybe that’s it. Maybe I gotta cut out all the meaningless sex with girls half my age. I mean, you pull it out to cum on her tits ’cause you think it’s gonna make you feel alive. But it doesn’t matter where you cum, Ames. Ya know? It just doesn’t. It just – It doesn’t».
Αν βέβαια κάτι μάτερς σε αυτή τη ζωή, Νταν, είναι ακριβώς το πού τελειώνεις. Από αυτό το τέλος μπορούν δυνάμει να ξεκινήσουν όλα, από το πού τελειώνεις μπορεί δυνάμει να αρχίσει μια άλλη ζωή: σήμερα δεν είσαι – αύριο είσαι.
Έγραφε τις προάλλες μια φίλη για ένα παιδί 17 χρονών που πέθανε από ανακοπή καρδιάς την μέρα που βγήκαν τα αποτελέσματα των Πανελληνίων. Είχε σκίσει, σε όλη την τόσο σύντομη ζωή του έσκιζε, το μέλλον προδιαγραφόταν λαμπρό, ο κόσμος και η ζωή του ανήκε, πέθανε ξαφνικά, πέθανε στα καλά καθούμενα.
Χθες βράδυ στην Χαλκδική μεγάλοι και παιδιά έχασαν τη ζωή τους όσο πιο ξαφνικά γίνεται, οι περισσότεροι σε μια ξένη για τους ίδιους χώρα, όπου είχαν έρθει να κάνουν καλοκαιρινές διακοπές. Έπεσαν στα κεφάλια τους δέντρα, έπεσαν στα κεφάλια τους σκεπές, τους πήρε και τους πέταξε σε τζαμαρίες ο αέρας, αναποδογύρισε το τροχόσπιτό τους.
Δεν το ξέρουμε άραγε ότι μπορεί η ζωή μας να τελειώσει κυριολεκτικά ανά πάσα στιγμή; Το ξέρουμε αλλά το απωθούμε; Το ξέρουμε αλλά θεωρούμε ότι είναι μια θεωρητική γνώση που δεν αφορά εμάς; Πώς γίνεται να μην ζούμε με βάση ακριβώς αυτή τη συνειδητοποίηση; Πώς γίνεται να μην μας λυτρώνει και απελευθερώνει αυτή η συνειδητοποίηση; Πώς γίνεται να ζούμε με διαρκή φόβο για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα, με διαρκές άγχος για το αύριο, με σκοτεινιά στο μυαλό μας για το αν θα συμβεί το ένα ή το άλλο κακό; Τι ακριβώς θεωρούμε ότι είναι υπό τον έλεγχό μας; Τίποτα δεν είναι υπό τον έλεγχό μας. Κατεξοχήν δεν είναι υπό τον έλεγχό μας η ημερομηνία λήξης μας.
Να σκοτεινιάζαμε για το αύριο αν ξέραμε ότι η μόνη πιθανή σκοτεινή εκδοχή του αύριο, είναι αυτή για την οποία ανησυχούμε. Δεν είναι όμως. Όπως πριν καν έρθει το αύριο μπορεί να πεθάνεις σήμερα, τώρα, αυτή τη στιγμή. Έτσι γινόταν πάντα και έτσι πάντα θα γίνεται με τους ανθρώπους. Που αν θα έπρεπε να καταλάβουν κάτι είναι ότι αυτό τουλάχιστον είναι ένα δώρο. Θα έπρεπε να είναι ελεύθεροι από φόβο γιατί δεν μπορούν ούτε να προβλέψουν ούτε να ελέγξουν το πώς και το πότε του κακού που θα συμβεί. Ότι θα συμβεί κάποτε είναι το μόνο σίγουρο, σίγουρο όσο ο θάνατος.
Αλλά μέχρι το τελικό κακό έχουν χρόνο. Ένα δευτερόλεπτο ή πολλές δεκαετίες, δεν είναι κάτι που μπορούν να ξέρουν. Είναι κάτι όμως που μπορούν να γεμίσουν με συστατικά άλλα από τον φόβο, την απαισιοδοξία, την μαυρίλα. Όσο κι αν μαυρίσουν, η ζωή θα είναι πάντα πιο μαύρη. Δεν μπορούν να τη νικήσουν έτσι, να τη σπαταλήσουν μόνο μπορούν έτσι, να την ματαιώσουν μόνο μπορούν έτσι, να την ακυρώσουν μόνο μπορούν έτσι.

Τετάρτη, Μαΐου 29, 2019

Σαράντα μέρες

Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των εκλογών της Κυριακής: ήταν οι πρώτες μετά από μια oλόκληρη δεκαετία και τις εκλογές του 2009, οι οποίες διεξήχθησαν έξω από ένα κλίμα ας το πούμε κατάστασης ανάγκης, η οποία έφερνε μαζί της πολιτικά διλήμματα τα οποία παρουσιάζονταν ως ζωής και θανάτου. Μεσολάβησαν έξι εκλογικές αναμετρήσεις (του Μαΐου του 2012, του Ιουνίου του 2012, οι ευρωεκλογές του 14 και οι τριπλές -συμπεριλαμβανομένου του δημοψηφίσματος- εκλογές του 15), όπου το αληθινό ή υποτιθέμενο διακύβευμα ήταν η σωτηρία ή η καταστροφή της χώρας. Ανεξάρτητα αν βγήκαμε από την κρίση οριστικά, ή αν πάλι, όπως στις εκλογές του 2009, καιροφυλακτούν πίσω από την πόρτα μας καινούργιες μνημονιακού τύπου περιπέτειες, πάντως την Κυριακή που μας πέρασε μπορούσαμε επιτέλους να ψηφίσουμε με κριτήρια διαφορετικά από το σωτηρία ή καταστροφή.
Πάγιο χαρακτηριστικό κάθε εκλογικής αναμέτρησης: η εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία. Και καλώς ή κακώς, ένα βασικό κριτήριο ψήφου της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας είναι ακριβώς αυτό το «κούρασες εσύ, σειρά του επόμενου», το οποίο πηγαίνει πολύ πιο πέρα από ιδεολογικούς διαχωρισμούς ή και αυτή καθαυτή την αξιολόγηση του κυβερνητικού έργου. Αυτό προφανώς και δεν συνεπάγεται ότι εκλογές ανά εκλογές θα έχουμε εναλλαγή κομμάτων, αυτό προφανώς και δεν συνεπάγεται κάποια αλγοριθμικά προσδιορισμένη βεβαιότητα, αποτελεί όμως έναν παράγοντα καθοριστικό που δεν πρέπει ποτέ να παραγνωρίζουμε.
Τι έλεγε βασικά ο ΣΥΡΙΖΑ στο μήνυμά του σε αυτές τις εκλογές; Ότι τα κατάφερε. Ότι μας έβγαλε από τα μνημόνια. Ότι κράτησε την κοινωνία όρθια. Ότι ακολούθησε πολιτικές που ανακούφισαν τους πολλούς. Για πρώτη φορά στην πολιτική του διαδρομή, ο ΣΥΡΙΖΑ ζητούσε να ψηφιστεί με βάση όχι υποσχέσεις αλλά έργο. Ακόμη και τον Σεπτέμβρη του 15 ζήτησε να ψηφιστεί και ψηφίστηκε, κρινόμενος για την μάχη που έδωσε με τους δανειστές το προηγούμενο διάστημα, έχοντας αφήσει το έργο για την τετραετία που θα ακολουθούσε. Για πρώτη φορά τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ ζητούσε μια ψήφο όχι σκέτα προσδοκίας αλλά κυρίως και επιβράβευσης. Και σε κάθε τομέα της ζωής η πραγματοποίηση είναι πάντα λιγότερο θελκτική από τις υποσχέσεις. Οι υποσχέσεις έχουν πάντα το χαρακτήρα του απόλυτου. Η πραγματοποίηση και η πραγματικότητα υπάγονται εξ ορισμού στην επικράτεια του σχετικού.
Υποκειμενική μου εκτίμηση είναι πως το έργο που πραγματοποίησε τελικά στη θητεία του ο ΣΥΡΙΖΑ από την επανεκλογή του και μετά, έχει θετικό πρόσημο σε ουκ ολίγους τομείς, από την διαχείριση των δημόσιων οικονομικών ως την πρόσβαση στη δημόσια υγεία, από τα επιδόματα για τους φτωχότερους -ναι, φίλε, τα επιδόματα για τους φτωχότερους- ως το φρένο στις ρεμούλες και το μοίρασμα δημόσιου χρήματος σε δουλίτσες, από την αναλογικοποίηση της φορολογίας και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης -που οκ, προφανώς και είχε και πάρα πολλές παράπλευρες απώλειες, με υπερφορολόγηση κάθε άλλο παρά πλούσιων ελευθέρων επαγγελματιών- ως εθνικούς οδικούς άξονες που επιτέλους ολοκληρώθηκαν, από μια σειρά σημαντικών νόμων για τα δικαιώματα (σύμφωνο συμβίωσης κλπ) ως τη γενικότερη νοοτροπία και στάση στο μεταναστευτικό ή σε θέματα αστυνομικής καταστολής, παρά τους διάφορους πολύ υπαρκτούς αστερίσκους που μπορεί να βάλει κανείς και στους δύο τελευταίους τομείς. Και άλλα πολλά. Με πολύ σημαντικό ανάμεσά τους, όσο ειρωνικό κι αν ακούγεται, ότι κατάφερε να ολοκληρώσει το μνημονιακό πρόγραμμα, χωρίς να μας βάλει σε επόμενο. Από εκεί και πέρα προφανώς και παραμένει αναμφισβήτητο το γεγονός ότι είναι ένα έργο που πραγματοποιήθηκε σε καθεστώς μνημονίων, άρα κι ένα έργο με πάρα – πάρα πολλές μνημονιακές πτυχές. Αλλά και πέραν των μνημονίων, όταν έγινε η συμφωνία Ευρώπης – Τουρκίας για το προσφυγικό, ο ΣΥΡΙΖΑ την υπέγραψε ακριβώς όπως θα την υπέγραφε και η ΝΔ. Υπάρχει δηλαδή ένα επίπεδο κομβικών αποφάσεων, όπου και τα δύο κόμματα, με μισή, ολόκληρη ή τρία τέταρτα καρδιάς, με ιδιοκτησία ή χωρίς ιδιοκτησία των προγραμμάτων, τα ίδια υπέγραψαν και θα υπέγραφαν. Ακόμη κι έτσι όμως εσύ ήσουν με τους πολλούς, σε αντίθεση με τους άλλους που είναι με τους λίγους, σωστά;
Υπάρχει όμως μια αντίφαση όταν επικαλείσαι τους πολλούς όσον αφορά τα οικονομικά και τα αντιφιλελεύθερα και αγνοείς τους πολλούς όταν ερχόμαστε στο Μακεδονικό. Προσωπικά, για να μην παρεξηγηθώ, έχω ταχθεί αναφανδόν πολλάκις υπέρ των Πρεσπών. Αλλά τι να κάνουμε, οι πολλοί εξακολουθούσαν να μην προτιμούν οποιαδήποτε συμφωνία με τους γείτονες, εκτός κι αν εκείνοι αυτοπυρπολούνταν συλλογικά, ζητώντας μέσα στις φλόγες συγγνώμη για την παραχάραξη της Ιστορίας. Δεν την προτιμούσαν επειδή στα εθνικά θέματα υπάρχει πάντα τυφλό σημείο; Δεν την προτιμούσαν επειδή από μικρά παιδιά μαθαίνουν ότι υπάρχει μια και μόνη ιστορική αλήθεια, η οποία ταυτίζεται πάντα με την εθνική αλήθεια; Όλα αυτά, ναι, σύμφωνοι. Πάντως οι πολλοί ήθελαν την Μακεδονία μας – Μακεδονία, κι άλλη καμιά να μην υπάρχει πουθενά. Αν τώρα, ακριβώς επειδή προσωπικά εξακολουθώ να θεωρώ τις Πρέσπες ως κάτι παραμαπαραπολυκαλό, σε λίγα χρόνια οι ίδιοι πολλοί θα αρχίσουν να είναι μια χαρά με τη Βόρεια Μακεδονία, είναι κάτι διαφορετικό. Πάντως τους πολλούς με τα τωρινά μυαλά, ούτε τους ρώτησες ποτέ για τις Πρέσπες, ούτε μπήκες σε όσο κόπο έπρεπε να τους εξηγήσεις – κι ας αρνούνταν αυτοί να καταλάβουν. Τότε οι πολλοί δεν σε ένοιαζαν. Τότε τα κριτήριά σου ήταν άλλα.
Επίσης άρχισες να συγκεντρώνεις εικονικούς θριάμβους. Και να η μια μετά την άλλη κερδισμένη ψηφοφορία στη Βουλή. Και να να σε αποθεώνουν χειροκροτώντας σε όρθιοι με την ανακοίνωση των τελικών αποτελεσμάτων η Μεγαλοοικονόμου, ο Κόκκαλης των ΑΝΕΛ, ο Θάνος ο Μωραϊτης, ο Θανάσης ο Θεοχαρόπουλος και λοιπά ρετάλια, στα οποία στηρίχτηκες, με τα οποία σφιχταγκαλιάστηκες, τα οποία θεώρησες ότι θα τα εκμεταλλευτείς χωρίς να λερωθείς, αλλά λερώθηκες μαλάκα μου, λερώθηκες και λέρωσες και μας μαζί σου.  Και να το ένα μετά το άλλο μίτινγκ στη διεθνή σκηνή με ξένους ηγέτες. Ωραίο περιβάλλον φτιαχτικό. Ήσουν τελικά γεννημένος για αυτό. Πέρασες το τεράστιο λούκι της σύγκρουσης με τους δανειστές, βγήκες γαμημένα ζωντανός, απίστευτο αλλά βγήκες, όλα τα άλλα έχουν σαφώς μικρότερο βαθμό δυσκολίας, είσαι πια πιο έμπειρος, αρχίζεις και μετράς, αρχίζεις και μαζεύεις μπράβο (μπράβο που σε μεγάλο βαθμό έρχονται γιατί κάνεις όσα πολεμούσες). Και μετά τον Κόκκαλη των ΑΝΕΛ, γιατί όχι και ο Κόκκαλης του Σωκράτη; Και αν ο εχθρός είναι απέναντι, εκείνοι που άντεξαν και σε πίστεψαν και σε στήριξαν και στάθηκαν απέναντι στην ακροδεξιά και τον νεοφιλελευθερισμό, ποιον έβγαλαν στην Ευρωβουλή; Τον Πέτρο ναι, τον Πέτρο τον Κόκκαλη. Στεκόμαστε απέναντι στους φιλελέδες ψηφίζοντας Κόκκαλη κι Αλέξη Γεωργούλη, που είναι και ωραίος γκόμενος. Αυτή είναι η δική μας ομάδα. Αυτοί εκπροσωπούν την Αριστερά μας στο ευρωκοινοβούλιο.
Κι αν με τη δική μας ομάδα παίζουν αυτοί, ποιοι να παίζουν με την απέναντι; Ποια είναι τα όρια μεταξύ Βασίλη Λεβέντη και Αρτέμη Σώρρα; Αρτέμη Σώρρα και Κυριάκου Βελόπουλου; Κυριάκου Βελόπουλου και Χρυσής Αυγής; Κυριάκου Βελόπουλου και Άδωνη Γεωργιάδη; Παραιτείται ο Πρόεδρος Καρατζαφέρης αλλά παρά τις ένδοξες στιγμές της συγκυβέρνησης Παπαδήμου, παρά το ένδοξο άρθρο Παπαχελά ότι ο ΛΑΟΣ είναι το σοβαρό κόμμα που αναδείχτηκε τον καιρό των μνημονίων , ο ΛΑΟΣ αποδείχτηκε τελικά ότι ήταν ένα incubator, ένα εκκολαπτήριο νέων σφριγηλών ιδεολογικά δεξιών παιδιών που ήρθαν για να μείνουν και να μας φέρουν στην κεντρική σκηνή την απενοχοποιημένη δεξιά του αύριο. Γιατί, ναι, είναι προφανώς εντελώς ανακουφιστικό ότι ο Κασιδιάρης στην Αθήνα δεν ήρθε δεύτερος. Είναι επίσης ιδιαίτερα -ιδιαίτερα- παρήγορο, ότι η Χρυσή Αυγή αντί να καλπάζει έπεσε. Δεν ξέρω πόσο παρήγορη είναι όμως η μετακόμιση στον Βελόπουλο. Έτυχε να δω το προεκλογικό του σποτάκι κι έλεγε σε επίπεδο ρητορικής πράγματα ακόμη πιο ακραία κι απ’ τους χρυσαυγίτες. Και ο Βελόπουλος είναι καθαρός. Ο Βελόπουλος δεν ανήκει σε καμία εγκληματική οργάνωση, δεν σκότωσε κανέναν, δεν έδωσε εντολή να σκοτωθεί κανείς, δεν συγκρότησε τάγματα εφόδου. Ο Βελόπουλος δεν έχει αρχειακές φωτογραφίες με σβάστικες. Ο Βελόπουλος είχε μόνιμο στασίδι στον Σκάι. Και παραπονέθηκε ότι του τράβηξε την πρίζα λίγο πριν τις εκλογές ο άλλος Κυριάκος για να μην τον βγάζουν. Και ναι, είναι η τηλεόραση, ναι, είναι τα τηλεμάρκετινγκ, ναι είναι η συνεχής παρουσία, αλλά μαζί με όλα αυτά είναι και ο ατόφιος φασιστικός λόγος που πια ξεπλένεται και νομιμοποιείται και αυτός. Δεν έχουμε πια να κάνουμε με ναζί, ούτε με πολύ ναζιστικά πράγματα. Η Φώφη σαν έτοιμη από καιρό σαν θαρραλέα είναι εκεί για να βοηθήσει τον άλλο Κυριάκο αν δεν βγει αυτοδύναμος, αλλά μπορεί να υπάρχει πια και άλλη λύση. Κι άλλωστε με τον Καμένο συγκυβερνούσατε εσείς τέσσερα πλας χρόνια κι ήσασταν και ριζοσπαστική αριστερά, τι πειράζει να συγκυβερνήσουμε εμείς με τον Βελόπουλο; Κι αν δεν γίνει αύριο, τι μας εμποδίζει μεθαύριο να κυβερνηθούμε ως χώρα από Άδωνι, Βορίδη και Βελόπουλο; Μεθαύριο πραγματικά δεν θα μας εμποδίζει τίποτα. Τα διακόσια κεφάλια της οικογένειας Μητσοτάκη θα εκπροσωπούν την αστική δημοκρατία και τα διακόσια κεφάλια της λερναίας ύδρας των παιδιών του Γιώργου Καρατζαφέρη την πιο πατριωτική δεξιά.
Θα μας λείψει λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ; Πιστεύω ότι θα μας λείψει, ναι. Γυρνάει το πράγμα; Σχεδόν αδύνατον. Εκτός και αν η εκλογική συντριβή μετατραπεί σε εσωτερική συντριβή. Σαράντα μέρες ακόμα; Πριν γίνει το μνημόσυνο, ας μιλήσουν εξαντλητικά για μνημόνια, ας μιλήσουν εξαντλητικά για το τι έκαναν σε κάθε έναν τομέα μεμονωμένα. Κατά πάσα πιθανότητα θα χάσουν και πάλι. Και μάλλον πια και πολύ. Αλλά ας πορευτούν τουλάχιστον έτσι και όχι με τη λογική «Είναι δυνατόν ζώα να είστε τόσο αχάριστοι και τόσο τυφλοί;». Δεν χρωστάει κανένας λαός τίποτα σε κανέναν. Δεν ξέρω εγώ την αλήθεια, δεν την ξέρει ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν την ξέρει κανείς. Δεν την ξέρει καν ο λαός. Δεν υπάρχει αλήθεια με αυτή την έννοια. Δεν ψηφίζουμε για το αν ισχύουν νόμοι της φυσικής, εξισώσεις των μαθηματικών ή αν τα παιδιά τα φέρνει ο πελαργός. Ψηφίζουμε ποιος θέλουμε να μας κυβερνά. Έχετε σαράντα μέρες όχι για να τους πείτε τι λάθος έκαναν στις ευρωεκλογές, όχι να τους πείτε ότι αν έρθει ο Κούλης δεν θα υπάρχουν λεφτά να πληρωθούν μισθοί και συντάξεις, νοσοκομείο να δεχτεί τους ασθενείς δωρεάν και ότι τα σούπερ μάρκετ θα ξεμείνουν από κωλόχαρτα. Έχετε σαράντα μέρες όχι να κομπάσετε πως κρατήσατε την κοινωνία όρθια, βγάζοντας μας απ’ τα μνημόνια. Γιατί με τη λογική σας, αν όχι το 15, πάντως μέχρι το 19, είναι πολύ πιθανόν απ΄τα μνημόνια να μας είχαν βγάλει κι οι άλλοι. Έχετε σαράντα ημέρες να εξηγήσετε ότι αν ψηφίσουν εσάς τα επόμενα χρόνια θα είναι συγκριτικά καλύτερα από ό,τι αν ψηφίσουν τους άλλους. Για τι θα είναι συγκριτικά καλύτερα; Γιατί ήδη κάναμε ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε. Γιατί το πρόγραμμα και η ιδεολογία των άλλων είναι όχι να τρώνε παιδιά ζωντανά, αλλά να κάνουν ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε, τα οποία συγκρινόμενα με τα αντίστοιχα δικά μας πέντε δεν σας συμφέρουν. Έχετε σαράντα μέρες, όχι για να εντοπίσετε πού έκαναν οι πολλοί το λάθος και σας καταψήφισαν, αλλά για να κάνετε τους πολλούς να σας ξαναθελήσουν. Εξηγήστε τα όλα. Από το γιατί οι Πρέσπες ήταν η καλύτερη λύση, όχι για την παγκόσμια ειρήνη και τη στρατηγική θέση της χώρας, αλλά για τους ίδιους που νιώθουν προδομένοι, ως το γιατί η κοινωνική ειρήνη υπηρετείται καλύτερα με λιγότερη καταστολή και όχι με ισοπεδώσεις των Εξαρχείων, του Ρουβίκωνα και του Κουφοντίνα, που αν συμβούν θα γεννήσουν νέους Κουφοντίνες αύριο, μιλήστε δηλαδή ακόμα και για θέματα που θεωρητικά έχουν οι άλλοι το πάνω χέρι. Και φύγετε από τη λογική ότι είστε οι καλοί και οι άλλοι είναι οι κακοί. Και φύγετε από τη λογική ότι σώσατε την κοινωνία κι αυτή η αχάριστη και ηλίθια σας γύρισε την πλάτη. Για κάποιον λόγο σας τον γύρισε. Ο μόνος τρόπος να την ξανακερδίσετε είναι εξηγώντας της γιατί το δικό σας γκρι θα είναι λιγότερο σκούρο απ΄ το γκρι των άλλων. Αφήστε τα άσπρα – μαύρα. Αφήστε την αλαζονεία. Αφήστε τον νεοκαθεστωτισμό. Ακόμη κι αν χάσετε τις συγκεκριμένες εκλογές μπορεί να ξανάρθετε. Χάστε τις με αξιοπρέπεια, χάστε τις ποντάροντας στην ουσία και τη σύγκριση σε κάθε επιμέρους τομέα της μίας με την άλλη πρόταση.
Αυτά πάνω κάτω.


(Κείμενο γραμμένο το The Greek Cloud)

Πέμπτη, Μαρτίου 21, 2019

Έστω και στα λόγια

Ποίηση είναι να ανάβεις τις λέξεις σου,
με έναν απλό, συνηθισμένο αναπτήρα,
κι αυτές να εκλαμβάνονται για ένα ανοιξιάτικο βράδυ
 
σαν το θαύμα του Αγίου Φωτός,
γιατί -όλοι το ξέρουν- το αληθινό θαύμα
δεν βρίσκεται στον τρόπο που τις φώτισες,
αλλά στην ανάγκη που έχουν οι άνθρωποι
για φως κι ό,τι νικάει τον θάνατο,
έστω και στα λόγια.

Κυριακή, Ιανουαρίου 06, 2019

Έξω απ' το λούνα παρκ

Έξω απ' το λούνα παρκ παιδιά με μια αντλία, κάτι φουσκώνουν. Πλησιάζω να δω, είναι μπαλόνια. Τα παιδιά είναι ντυμένα ζεστά και καθαρά, κι έχουν καθαρό χρώμα δέρματος. Λίγο πιο εκεί μια κυρία, με επίσης καθαρό χρώμα δέρματος, πουλάει μπαλόνια. Μάλλον η μαμά τους, σκέφτομαι. Τους «Κλέφτες Καταστημάτων» σκέφτομαι. Ευτυχισμένα άρα πάνω - κάτω προτιμώ να τα σκέφτομαι. Ευτυχισμένα, ζεστά, καθαρά, με την άλλης ποιότητας αξιοπρέπεια που δίνουν οι δυσκολίες (οι οικονομικές και όλων των ειδών οι δυσκολίες), με τη δυνατότητα που σου δίνει η παιδική ηλικία να περνάς καλά ακόμη κι έξω απ' το λούνα παρκ αντί για μέσα, με τη δυνατότητα που σου δίνει η παιδική ηλικία να αντιμετωπίζεις σαν παιχνίδι και το φούσκωμα μπαλονιών, τα οποία θα αγοράσουν άλλα παιδιά που μόλις βγήκαν από το λούνα παρκ έχοντας χορτάσει παιχνίδι.
Έξω απ' το λούνα παρκ ένας σκύλος ραχάτης. Αναρωτιέμαι ξανά πώς είναι δυνατόν να πέρασα όλη σχεδόν τη ζωή μου με τεράστια φοβία για τα σκυλιά. Αναρωτιέμαι ξανά για έναν ακόμη συστατικό μου φόβο. Αναρωτιέμαι ξανά πώς είναι δυνατόν να έζησα τόσο πολύ μέσα σε μια θεμελιώδη παρανόηση. Δεν ήξερα. Δεν μου είχε επιτραπεί να δω, δεν μου είχε επιτραπεί να καταλάβω. Κοιτάζω τον ραχάτη σκύλο στα μάτια. Αν υπάρχει θεός, αγάπη, θεός της αγάπης, πηγαίνει και ξεκουράζεται στα βλέμματα των σκύλων. Μας παρατηρεί από εκεί, ρωτώντας μας τι ακριβώς έχουμε καταλάβει από το παιχνίδι της ύπαρξης, τι ακριβώς έχουμε καταλάβει απ΄το παιχνίδι των ανθρώπινων καρδιών.

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 28, 2018

Ο Ειδικός

Σχετική εικόνα 
«Μπορείτε να περάσετε, ο Ειδικός είναι έτοιμος να σας δεχτεί», είπε η γραμματέας. Εκείνος όντως πέρασε, ο Ειδικός όντως τον δέχτηκε. Του παρέθεσε το πρόβλημα για το οποίο είχε έρθει και στο οποίο ο Ειδικός ειδικευόταν. Αλλά εκτός από ειδικές γνώσεις, ο Ειδικός είχε και γενικές απόψεις. Και ορισμένες παράμετροι του προβλήματος εξόργισαν τον Ειδικό, καθώς πήγαιναν κόντρα στις γενικές απόψεις του. Ο εξοργισμένος Ειδικός δεν ήταν διατεθειμένος να προσφέρει καμία υπηρεσία, παρά μόνο την αποδοκιμασία του και τον αποτροπιασμό του. Τον έδιωξε και του είπε να μην τολμήσει να ξαναπατήσει στο ιερό του, παρά μόνο αν συμμορφωθεί με τις γενικές απόψεις του και τον τρόπο που εκείνος βλέπει τον κόσμο.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 20, 2018

Σ' εγαπώ

- Σε αγαπώ.
- Μην λες περισσότερα απ΄όσα πρέπει. Πες το με απόστροφο.
- Με αποστροφή;
- Με απόστροφο, παιδί μου. Απάλειψε το περιττό φωνήεν.
- Σ' εγαπώ.
- Πω! Παραπληκτρολόγηση; Λογοπαίγνιο;
- Αλήθεια.
- Δηλαδή;
- Σ' αγαπώ εγωιστικά.
- Δηλαδή;
- Σ' αγαπώ για μένα. 
- Δεν με αγαπάς επειδή είμαι εγώ; 
Σε αγαπώ επειδή εσύ είσαι εσύ κι εγώ εγώ.
- Μα δεν τα καταλύει τα εσύ και τα εγώ η αγάπη;
- Όχι βέβαια.
- Μα δεν θες να χαθείς μέσα μου; 
- Αρκετά χαμένος έχω υπάρξει. Να βρεθώ θέλω. 
- Που;
- Πλάι σου.
- Γιατί;
- Γιατί σ' εγαπώ.
- Δηλαδή;
- Δηλαδή ξέρω ότι το να αγαπάμε τον άλλον
δεν μας ανεβάζει σε κανένα ηθικό βάθρο απέναντί του,
δεν μας κάνει οσιομάρτυρες,
δεν έχει ανιδιοτέλεια,
δηλαδή ξέρω ότι το να αγαπάμε τον άλλον
είναι το πιο εγωιστικό πράγμα στην πλάση,
είναι το μεγαλύτερο δώρο που μπορούμε να κάνουμε στο εγώ μας,
δηλαδή ξέρω ότι όταν αγαπάμε τον άλλον,
δεν μας χρωστάει απολύτως τίποτα,
απολύτως όμως,
στο παρόν, στο παρελθόν ή στο μέλλον,
εμείς του χρωστάμε,
εμείς του οφείλουμε,
εμείς είμαστε οι δωρολήπτες,
εμείς οι τυχεροί,
εμείς οι ευλογημένοι.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 10, 2018

Μια συνείδηση που φορά ένα σώμα

Το μαγικό βουνό των ιδεών | tanea.gr


Κάποια στιγμή, όταν είσαι ακόμη μικρό παιδί, συνειδητοποιείς πλήρως τις δυο βασικές παραμέτρους του παιχνιδιού: αφενός ότι είσαι κάτι ξεχωριστό από όλον τον υπόλοιπο κόσμο που σε περιβάλλει, ότι είσαι ένα άτομο, μια μονάδα, μια συνείδηση που φορά ένα σώμα κι αφετέρου ότι κάθε σώμα δεν παραμένει ίδιο στο χρόνο, μεγαλώνει, ακμάζει, παρακμάζει και αργά αν είσαι τυχερός ή γρήγορα αν είσαι άτυχος πεθαίνει. Και όλη σου η συνείδηση, όλο αυτό που είναι ο εαυτός σου, εξαφανίζονται από προσώπου γης, μαζί με το σώμα που τα φορούσε. 
Κάποια στιγμή, όταν είσαι ακόμη μικρό παιδί, συνειδητοποιείς πλήρως τις δυο βασικές παραμέτρους του παιχνιδιού: αφενός ότι υπάρχεις «εσύ» και αφετέρου ότι δεν θα υπάρχεις για πάντα. Συνείδηση ατομικότητας και συνείδηση θνητότητας. Πακετάκι.  
Όλο το υπόλοιπο είναι ο χρόνος που σου απομένει, ο χρόνος που σου αναλογεί και ο τρόπος που θα αποφασίσεις ή θα «αποφασίσεις» να τον περνάς. Δεν είναι μόνο στο χέρι σου, εννοείται. Τίποτα σε αυτό το παιχνίδι δεν είναι μόνο στο χέρι σου. Αλλά και πολύ λίγα μέρη είναι αυτά στα οποία δεν μπορεί να φτάσει το χέρι σου. 
Και ο χρόνος όσο αδιαπραγμάτευτα αντικειμενικός είναι, είναι άλλο τόσο και αναμφισβήτητα υποκειμενικός. Ναι, δεν μπορείς να ξεγελάσεις την ηλικία σου, δεν μπορείς να απωθήσεις την ηλικία σου, δεν μπορείς να παραστήσεις ότι δεν είσαι η ηλικία σου. Αλλά η ηλικία σου σημαίνει μόνο τα χρόνια που έχεις ζήσει, όχι τον χρόνο που έχει χωρέσει μέσα σε αυτά τα χρόνια. Ο χρόνος που έχει χωρέσει μέσα σε αυτά τα χρόνια είσαι εσύ. Το πώς του. Ο χρόνος που θα χωρέσει στα χρόνια που έρχονται είσαι επίσης εσύ. Το πώς του. Το άλλο θα είναι η αδιαπραγμάτευτη ηλικία σου.
Τι ακριβώς μας φοβίζει στον θάνατο; Γιατί τόση σαχλότητα; Πως μπορεί να μας φοβίζει αυτό στο οποίο εμείς δεν είμαστε πουθενά; Πως μπορεί να μας απασχολεί οτιδήποτε άλλο από αυτό στο οποίο είμαστε παρόντες; Πως μπορεί να μην μας απασχολεί η ζωή; Δηλαδή ο χρόνος που χωράμε μέσα της. Τα συστατικά του. Η ποιότητά του. Η κατάλυσή του. 
Γιατί αν νιώσεις ευτυχισμένος ο χρόνος καταλύεται. Παύει να σημαίνει κάτι. Τη θέση του έχει καταλάβει η πληρότητα. Που δεν μπορεί να οριοθετηθεί χρονικά. Δεν την σταματάει ένα ρολόι. Δεν την τρομάζει η φθορά, η σήψη, το τέλος. Και δεν αφορά μόνο το τώρα και το μετά, αλλά και το πριν. Ευτυχείς αναδρομικά. Ήσουν μια στιγμή ευτυχισμένος, έχεις υπάρξει ευτυχισμένος από πάντα και για πάντα. 
Μην φοβάστε να πεθάνετε.
Μην φοβάστε να ζήσετε.
Μην φοβάστε.
Ήρθαμε επειδή έτυχε, θα φύγουμε επειδή δεν γίνεται αλλιώς, το ενδιάμεσο είναι όλο δικό μας όμως.
Μαλακία να το ζούμε φοβισμένοι.
Μας αξίζει μια κάποια γενναιότητα.
Μας αξίζει μια κάποια λεβεντιά.
Μας αξίζει μια κάποια ευτυχία.

Σάββατο, Οκτωβρίου 20, 2018

Η ζωή αλλιώς

Έχεις δικαστήριο σε δύο ώρες. Πρέπει να κλείσεις τις τρύπες στο δικόγραφο. Είναι πολλές, αλλά εντάξει, θα τα καταφέρεις. Τσάτρα πάτρα κάπως, αλλά θα τα καταφέρεις ξανά. Η ώρα περνάει. Πρέπει να φύγεις, δεν θα προλάβεις. Έχεις ξεχάσει το αγωγόσημο, μα είναι δυνατόν; Πόσα επιπλέον λεφτά, δεν τα ζήτησες, πώς θα τα ζητήσεις τώρα; Αλλά εντάξει, θα τα καταφέρεις. Μαζεύεις όλα τα χαρτιά. Βγαίνεις έξω. Ο φάκελλος ανοίγει, όλα πετάγονται στο δρόμο. Τι να πρωτοπρολάβεις να μαζέψεις κι από που; Κοιτάς το ρολόι σου. Δεν θα προλάβεις, δεν θα τα καταφέρεις ξανά. Σκέφτεσαι να τα αφήσεις όπως είναι πεταμένα στο δρόμο και να σηκωθείς να φύγεις. Εντάξει, τα έκανες μούσκεμα, αλλά δεν πέθανε και κανείς. Κι όμως την ίδια ώρα που νιώθεις πιο απατεώνας από ποτέ και πιο νίλα από ποτέ, αρχίζεις και τα μαζεύεις. Προσπαθείς να τα ξαναβάλεις και στη σωστή τους σειρά. Κι ας μην προλαβαίνεις πια. Δεν έχει σημασία, με κάποιον τρόπο θα τα καταφέρεις. Είσαι απατεώνας, αλλά είσαι και δυνατός. Δυνατός απατεώνας. Αλλά πώς θα τα καταφέρεις, πώς θα βρεις την άκρη αυτή τη φορά; Δεν γίνεται με τίποτα, είναι σαφές. Τι θα μπορούσες να σκαρφιστείς, ποιος από μηχανής θεός θα μπορούσε να σε σώσει; Το μυαλό σου προφανώς. Αποφασίζεις ότι τίποτα απ΄αυτά δεν συμβαίνει στα αλήθεια. Αναποδογυρίζεις την πραγματικότητα στην οποία ζούσες και ξυπνάς στην πραγματική. Όλα ήταν ένα παιχνίδι του μυαλού. Όλα ήταν απλά ένα άγχος. Όλα είναι πάλι υπό τον έλεγχό σου. Είσαι ο κυρίαρχος της πραγματικότητας. Είσαι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού. Είσαι ο κυρίαρχος του μυαλού σου. Μέσα εκεί συμβαίνουν πάντα όλα. Μέσα εκεί σκοτώνεις και σκοτώνεσαι. Μέσα εκεί πεθαίνεις κι ανασταίνεσαι. Μέσα εκεί ανταλλάσσεις πραγματικότητες. Μέσα εκεί η ζωή είναι αλλιώς.

Τρίτη, Οκτωβρίου 09, 2018

Το νερό αλλιώς

Στάζει λίγο.
Αναμφίβολα σπατάλη.
Αλλά ταυτόχρονα και μικρή, ταπεινή ομορφιά,
έτσι όπως ο ήλιος πέφτει πάνω στο νερό,
δίνοντάς του χρώμα
και μια υπόσταση διαφορετική
από την σκέτα χρηστική.
Ουκ επ ύδατι μόνω ζήσεται άνθρωπος,
δεν μπορείς να ζεις χωρίς να σπαταλιέσαι,
δεν μπορείς να ζεις χωρίς να κοιτάς,
δεν μπορείς να ζεις χωρίς να νιώθεις,
δεν μπορείς να ζεις χωρίς να γράφεις.