Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 18, 2015

Φωτιά και Τσεκούρι

Στα επανειλημμένα διαγγέλματά του την εβδομάδα πριν το δημοψήφισμα, ο Αλέξης Τσίπρας έλεγε και ξαναέλεγε πως το μόνο που έχουμε να φοβηθούμε είναι ο ίδιος ο φόβος. Εκ του αποτελέσματος όμως δυο μόνο ερμηνείες μπορούν να υπάρξουν: είτε πως ήταν εκείνος που τελικά φοβήθηκε και πως άρα το μόνο που είχαμε να φοβηθούμε ήταν ο δικός του φόβος, είτε πως αν σε αυτό το μότο μπορούσε να συνοψιστεί η βασική προεκλογική ρητορεία και διαπραγματευτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ (ας πάψουμε δηλαδή να φοβόμαστε τις απειλές γκρέξιτ, ποτέ δεν θα το τολμήσουν και άρα πιέζοντάς τους θα πάρουμε σε αντάλλαγμα κάτι πολύ καλύτερο από ό,τι είχαμε τα προηγούμενα χρόνια), είχαμε να κάνουμε με μια τόσο εσφαλμένη ανάγνωση και στρατηγική που θα οδηγούσαν νομοτελειακά στο στραπάτσο.
Υπάρχει δηλαδή αφενός η εξ αριστερών του ΣΥΡΙΖΑ ερμηνεία, πως ο φόβος που είχαμε να φοβηθούμε δεν ήταν ο φόβος πως δεν θα κάνουν οι δανειστές πίσω και δεν θα τολμήσουν να μας βγάλουν από την ευρωζώνη, αλλά ο φόβος των συνεπειών εξόδου από την ευρωζώνη και αφετέρου η εκ δεξιών του ΣΥΡΙΖΑ ερμηνεία, πως αφού στην πραγματικότητα είχαμε να φοβηθούμε πολλά περισσότερα από τον φόβο μας, τότε αργά η γρήγορα θα πληρώναμε το τίμημα της αποκοτιάς και των λεονταρισμών μας. Αν υπάρχει μια τρίτη εναλλακτική ερμηνεία όσων συνέβησαν, που εξηγεί εν μέρει το γεγονός ότι ο μετά τη διάσπαση ΣΥΡΙΖΑ παραμένει κεντρικός ακόμη παίκτης στο παιχνίδι, είναι πως παρόλη τη συντριβή ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργούσε και όσο διαπραγματευόταν και όταν υπέκυψε σύμφωνα με τα θέλω της πλειοψηφίας του λαού. Πως δεν φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ που πρόδωσε τα θέλω, αλλά το γεγονός πως αυτά τα δύο θέλω, το αντιμνημονιακό και το της παραμονής στην ευρωζώνη, αποδείχτηκαν τελικά μη συμβατά και αλληλοαποκλειόμενα.
Παραταύτα υπάρχει προφανώς ένα τεράστιο λογικό άλμα στη βασική αφήγηση του Τσίπρα που είναι: «Πρώτα το πήγα ως εκεί που δεν πήγαινε και μετά κράτησα και τη χώρα όρθια». Γιατί ακόμη και αν υποθέσουμε πως τελικά αυτό ήθελε και ο περισσότερος κόσμος, το να το παλέψουμε ως εκεί που πάει αλλά να μη βγούμε από το ευρώ, δεν μπορείς εσύ ως πολιτικός να παίρνεις κρέντιτ και για τα δύο. Το «κρατήσαμε τη χώρα όρθια», το επιχείρημα της καταστροφής, ήταν το βασικό αφήγημα των πριν από εσένα μνημονιακών. Αν το θέμα ήταν να την κράταγες όρθια, την κρατούσαν και οι προηγούμενοι και με ανοιχτές τις τράπεζες κιόλας. Το «Πήγαμε ως τα άκρα, παλέψαμε ως εκεί που δεν γινόταν, αλλά τελικά είχαμε να φοβηθούμε πολλά περισσότερα από το φόβο, με αποτέλεσμα να ηττηθούμε ανεπανάληπτα και πανηγυρικά», ναι, θα ήταν αρκετά πιο ειλικρινές.
Και κάπως έτσι, έχουμε από την μια την αφήγηση που σε καλεί να την ψηφίσεις χωρίς καμία ελπίδα πια, δεν έχει πια ελπίδα να σου προσφέρει και το ξέρει, σε καλεί να την ψηφίσεις επειδή σιχαίνεσαι ακόμη τους άλλους και δεν θέλεις να αποφασίζουν για κανέναν τομέα της ζωής σου, σε καλεί να την ψηφίσεις για να μην κυβερνήσει πάλι ο Άδωνις και ο Βενιζέλος, την ίδια πάντως ώρα που δεν αποκλείει καθόλου να συγκυβερνήσει με το κόμμα του Βενιζέλου ή των νεοφιλελεύθερων «εμπειρογνωμόνων» του Ποταμιού, κάτι που ενώ αρχικά το απέκλειε, μετά σου αφαίρεσε κι αυτό το τελευταίο αποκουμπάκι και σε άφησε με ύστατο φύλλο συκής ότι δεν θα συγκυβερνήσει με τον Άδωνη. Από την άλλη η Λαϊκή Ενότητα σφύζει από ενθουσιασμό και ακρασάριστες βεβαιότητες, έχει μείνει όρθια, η Ζωή Κωνσταντοπούλου από το προεκλογικό μπαλκόνι στην Ομόνοια εκφωνούσε ένα - ένα τα ονόματα των μπροστάρηδων βουλευτών που άντεξαν, που δεν υπέκυψαν, που διατηρούν τα λάβαρα του αντιμνημονιακού αγώνα σηκωμένα. Βρίσκω εντελώς παράταιρο αυτό τον ενθουσιασμό. Ζηλεύω -ενδεχομένως και να φθονώ- τους ανθρώπους που μπορούν σε αυτή τη χρονική συγκυρία, την τόσο κοντά στο τραύμα της 13ης Ιουλίου, να παραμένουν ενθουσιώδεις και να μη σκύβουν το κεφάλι, αλλά εγώ το έσκυψα. Δεν μπορώ να προσποιούμαι πως δεν χάσαμε. Χάσαμε. Η ελπίδα ήρθε το Γενάρη και έμεινε εδώ ως το πρωινό της 13ης Ιουλίου. Μετά έφυγε, και αυτό που προέκυψε από τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ είναι από την μια ένας πολιτικός φορέας εμφανώς αλλοτριωμένος και με νέο όραμά του τον κυβερνητισμό κι από την άλλη ένας πολιτικός φορέας ανεξήγητα αυτάρεσκος, που προσπαθεί να μας πείσει ότι η ήττα είναι μόνο των άλλων, πως αυτός παρέμεινε αήττητος. Προσωπικά δεν έχω αποφασίσει ακόμα αν θα ψηφίσω τελικά ή όχι, αλλά αν το κάνω θα το κάνω από απελπισία.

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 03, 2015

Εμείς όμως ξέραμε

Έμαθα ότι έδειξαν αυτές τις φωτογραφίες σήμερα στο δικαστήριο. Αυτές που τις εμφανίζουν με κάθε πρόσχημα, σαν εκθέματα σε μουσείο τρόμου. Αυτό νομίζετε ότι είμαστε; Νομίζετε ότι τα ξέραμε αυτά τα πράγματα; Νομίζετε ότι θέλαμε να σκοτώσουμε γυναίκες και παιδιά; Το πιστεύετε αυτό; Για όνομα του θεού, είμαστε εδώ ο ένας απέναντι στον άλλο και πίνουμε. Πώς μπορείς να πιστεύεις ότι ξέραμε; Δεν ξέραμε. Δεν ξέραμε.
 ~~~
Για μας μάλλον δεν θα υπάρξει ποτέ Νυρεμβέργη, εμάς μπορεί και να μην μας δικάσει ποτέ κανείς, με την πιθανή εξαίρεση της Ιστορίας, απέναντι στην οποία ο Ευρωπαίος πολίτης του 2015, σε αντίθεση με τον Γερμανό ομόλογό του της δεκαετίας του 40, δεν θα μπορεί καν να βγάλει το κεφάλι του από την άμμο και να ισχυριστεί πως δεν ήξερε. Όχι, εμείς ξέρουμε και τα βλέπουμε κάθε μέρα. Και μαυρίζει η καρδιά μας για όσο. Και συνεχίζουμε τις ζωές μας, όπως κι οι Γερμανοί στα δίπλα τραπέζια, Νυρεμβέργη του 47, μπύρες και τραγούδια κι η ζωή συνεχίζεται για όσους συνεχίζεται, πάντα έτσι ήταν, πάντα έτσι θα είναι, τα εγκλήματα της ανθρωπότητας κατά της ανθρωπότητας, τα λεφτά που σήκωσε η μαμά της Βαλαβάνη, οι στοίβες στο δωμάτιο τα παλιά παιχνίδια του παιδιού μου, εμείς, εμείς, εμείς, τα δικά μας σπίτια, οι δικές μας τσέπες, τα δικά μας λεφτά, οι δικές μας οικογένειες, οι δικές μας ζωές, οι δικές μας κοινωνίες, τα δικά μας σύνορα.