Down to Earth
Και ξαφνικά ένα πρωί μένεις άνεργος. Και τώρα; Η πραγματικότητα αυτή και το ερώτημα αυτό (που στις μέρες μας καθόλου δεν αποκλείεται να αποτελούν δική σου πραγματικότητα και δικό σου ερώτημα), αποτελούν το θέμα του «Τhe Company Men» του Τζον Γουέλς. Οι συγκεκριμένοι company men ήταν μέχρι την απόλυσή τους από τους πολύ ευνοημένους του συστήματος. Για αυτό και τώρα έχουν να χάσουν τα περισσότερα. Ο Μπεν Άφλεκ, που ήταν μια δωδεκαετία στην εταιρία, έχει την γυναίκα του, τα δυο παιδιά του, το πανάκριβο σπίτι τους στα προάστια, την Πόρσε του, την κάρτα μέλους στο πριβέ γκολφ κλαμπ του. Πώς τα συντηρούν τώρα όλα αυτά, όταν είναι πηγμένος και στα δάνεια; Ο Κρις Κούπερ, που ξεκίνησε από εργάτης στο ναυπηγείο μέχρι να φτάσει σε διευθυντική θέση, συμπληρώνει τριάντα χρόνια στην εταιρία. Είναι σχεδόν εξήντα χρονών, οπότε αν για τον Άφλεκ οι συνέπειες της απόλυσης είναι μια φορά δύσκολες, για εκείνον είναι πέντε. Στην αγορά εργασίας των απολυμένων ο ηλικιακός ρατσισμός βασιλεύει. Ένας φίλος του του λέει ότι αν τον πρότεινε για μια θέση που έχει συνεχή ταξίδια στο εξωτερικό, οι συνεταίροι του θα έβαζαν τα γέλια. Η σύμβουλος ανεύρεσης εργασίας του λέει να βάψει τα μαλλιά του, να κόψει το κάπνισμα για να μην ανέβουν τα ασφάλιστρά του, να σβήσει από το βιογραφικό του πως υπηρέτησε στο Βιετνάμ. Για την αγορά είναι ξοφλημένος. Η απόλυσή του αποκτά χαρακτήρα υπαρξιακής συντριβής, ολικής του ακύρωσης. Παρατηρεί σοκαρισμένος τον κόσμο να συνεχίζει να γυρνά χωρίς να τον έχει την παραμικρή ανάγκη. Ο Τόμι Λι Τζόουνς πάλι βρίσκεται τόσο ψηλά στην ιεραρχία, όντας συνιδρυτής της εταιρίας και έχοντας τέτοιο στοκ μετοχών της, που ό,τι κακό και να του συμβεί, οικονομικά είναι κάτι παραπάνω από εξασφαλισμένος. Στο πρώτο κύμα απολύσεων με το οποίο διαφωνεί (γιατί σε αντίθεση με το μεγάλο αφεντικό της εταιρίας, εκείνος είναι ο ψυχοπονιάρης καπιταλιστής), παρατηρεί στη γυναίκα του ότι με την άνοδο της μετοχής (που συνέβη ακριβώς εξαιτίας του «downsizing» των απολύσεων) έγινε μέσα ένα πρωί πλουσιότερος κατά μερικά εκατομμύρια δολάρια.
Όταν ο Μπεν Άφλεκ τρώει την κρυάδα της απόλυσης, μετά το αρχικό σοκ η αντίδρασή του δεν είναι ηττοπαθής, αλλά τυπικά αμερικάνικη. Πιστεύει στον εαυτό του, στις δυνατότητές του, στο μέλλον του. Η αυτοπεποίθησή του αυτή όμως δεν είναι απαλλαγμένη από μια υποψία άρνησης συνειδητοποίησης του τι ακριβώς του έχει συμβεί. Δεν θέλει να ξαναπιάσει δουλειά η γυναίκα του, δεν θέλει να κάνει οποιαδήποτε άλλη δουλειά ο ίδιος, δεν θέλει να παρατήσει το γκολφ, να πουλήσει την Πόρσε του, να πουλήσει το σπίτι του για να ξεφορτωθεί το στεγαστικό. Προς το τέλος της ταινίας θα επαναλάβει το μότο που του έμαθαν σε ένα γκρουπ θετικής σκέψης την επόμενη μέρα της απόλυσης: «Θα πετύχω επειδή έχω "Πίστη, κουράγιο, ενθουσιασμό"». Θα άξιζε να είναι η τελευταία σκηνή. Αλλά δεν είναι, αφού το «Τhe Company Men» δεν θέλει να πατήσει στο ειρωνικό ή έστω στο αμφίσημο. Και αυτό είναι σε ένα βαθμό και το πρόβλημά του: σε αντίθεση με το «Up in the Air» (με το οποίο αναπόφευκτα συγκρίνεται λόγω της θεματολογικής τους συνάφειας) που οι ατάκες των ηρώων του ακροβατούσαν ανάμεσα στον σαρκασμό και τον αυτοσαρκασμό, στον κυνισμό και την ευαισθησία, στην ειρωνεία και την κυριολεξία, εδώ το κάθε τι που λέγεται έχει σαφές νόημα, όλα είναι όπως φαίνονται, εκπλήξεις δεν υπάρχουν, φαντάζεσαι ότι θα συμβούν όλα αυτά που θα συμβούν. Όλα είναι τρόπον τινά προοικονομημένα από την αρχή, ακόμη και οι αλλαγές των ηρώων.
Αυτό όμως δεν σημαίνει πως το σενάριο είναι κακογραμμένο ή πως οι ήρωες είναι χάρτινοι. Απλά όλα κινούνται μέσα στο πλαίσιο του μηνύματος της ταινίας. Έτσι μπορεί να δίνεται το περιθώριο ακόμη στους εκπροσώπους της πλευράς του ανάλγητου, ξεστρατισμένου καπιταλισμού (στο μεγάλο αφεντικό της εταιρίας, Κρεγκ Τ. Νέλσον και στην Διευθύντρια Ανθρωπίνων Πόρων, Μαρία Μπέλο) να υπερασπιστούν τις πράξεις τους και να εξηγήσουν τον τρόπο σκέψης τους, μόνο που και αυτές οι εξηγήσεις μάλλον ενισχυτικά για τα μηνύματα της ταινίας λειτουργούν, παρά ως κάτι που θα τα κλόνιζε. Η ταινία μοιάζει να υμνεί πέρα από οικονομικά συστήματα και έναν παλιότερο λιγότερο άυλο τρόπο εργασίας, όπου ο εργαζόμενος ένιωθε αξία βλέποντας το αντικείμενο της εργασίας του και καταλαβαίνοντας τι ακριβώς ήταν αυτό που έφτιαχνε, που παρήγαγε. Μοιάζει ακόμη να υμνεί ένα καπιταλισμό του μέτρου. Ο Κέβιν Κόστνερ έχει ένα ταπεινό συνεργείο ανακαίνισης και λέει πως σε μια δουλειά θα μπει μέσα, την επόμενη θα βγάλει χρήματα, το θέμα είναι το συνολικό ισοζύγιο να είναι θετικό. Η στάση του αντιδιαστέλλεται με την ανάγκη για προβλέψεις αδιάλειπτης ανάπτυξης, που έχουν ανάγκη να ακούν οι αγορές για να μην βουλιάζουν οι μετοχές των μεγάλων εταιριών.
Αν το «Up in the Air» πετυχαίνει να αποτυπώσει πολλαπλώς το πνεύμα της εποχής, το «Τhe Company Men» παίρνει ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό της εποχής και προσπαθεί να το περιγράψει. Είναι αξιέπαινο αυτό που κάνει και το τελικό αποτέλεσμα είναι ευπρόσωπο, αλλά του λείπει εμφανώς η πνοή της μεγάλης ταινίας.
Όταν ο Μπεν Άφλεκ τρώει την κρυάδα της απόλυσης, μετά το αρχικό σοκ η αντίδρασή του δεν είναι ηττοπαθής, αλλά τυπικά αμερικάνικη. Πιστεύει στον εαυτό του, στις δυνατότητές του, στο μέλλον του. Η αυτοπεποίθησή του αυτή όμως δεν είναι απαλλαγμένη από μια υποψία άρνησης συνειδητοποίησης του τι ακριβώς του έχει συμβεί. Δεν θέλει να ξαναπιάσει δουλειά η γυναίκα του, δεν θέλει να κάνει οποιαδήποτε άλλη δουλειά ο ίδιος, δεν θέλει να παρατήσει το γκολφ, να πουλήσει την Πόρσε του, να πουλήσει το σπίτι του για να ξεφορτωθεί το στεγαστικό. Προς το τέλος της ταινίας θα επαναλάβει το μότο που του έμαθαν σε ένα γκρουπ θετικής σκέψης την επόμενη μέρα της απόλυσης: «Θα πετύχω επειδή έχω "Πίστη, κουράγιο, ενθουσιασμό"». Θα άξιζε να είναι η τελευταία σκηνή. Αλλά δεν είναι, αφού το «Τhe Company Men» δεν θέλει να πατήσει στο ειρωνικό ή έστω στο αμφίσημο. Και αυτό είναι σε ένα βαθμό και το πρόβλημά του: σε αντίθεση με το «Up in the Air» (με το οποίο αναπόφευκτα συγκρίνεται λόγω της θεματολογικής τους συνάφειας) που οι ατάκες των ηρώων του ακροβατούσαν ανάμεσα στον σαρκασμό και τον αυτοσαρκασμό, στον κυνισμό και την ευαισθησία, στην ειρωνεία και την κυριολεξία, εδώ το κάθε τι που λέγεται έχει σαφές νόημα, όλα είναι όπως φαίνονται, εκπλήξεις δεν υπάρχουν, φαντάζεσαι ότι θα συμβούν όλα αυτά που θα συμβούν. Όλα είναι τρόπον τινά προοικονομημένα από την αρχή, ακόμη και οι αλλαγές των ηρώων.
Αυτό όμως δεν σημαίνει πως το σενάριο είναι κακογραμμένο ή πως οι ήρωες είναι χάρτινοι. Απλά όλα κινούνται μέσα στο πλαίσιο του μηνύματος της ταινίας. Έτσι μπορεί να δίνεται το περιθώριο ακόμη στους εκπροσώπους της πλευράς του ανάλγητου, ξεστρατισμένου καπιταλισμού (στο μεγάλο αφεντικό της εταιρίας, Κρεγκ Τ. Νέλσον και στην Διευθύντρια Ανθρωπίνων Πόρων, Μαρία Μπέλο) να υπερασπιστούν τις πράξεις τους και να εξηγήσουν τον τρόπο σκέψης τους, μόνο που και αυτές οι εξηγήσεις μάλλον ενισχυτικά για τα μηνύματα της ταινίας λειτουργούν, παρά ως κάτι που θα τα κλόνιζε. Η ταινία μοιάζει να υμνεί πέρα από οικονομικά συστήματα και έναν παλιότερο λιγότερο άυλο τρόπο εργασίας, όπου ο εργαζόμενος ένιωθε αξία βλέποντας το αντικείμενο της εργασίας του και καταλαβαίνοντας τι ακριβώς ήταν αυτό που έφτιαχνε, που παρήγαγε. Μοιάζει ακόμη να υμνεί ένα καπιταλισμό του μέτρου. Ο Κέβιν Κόστνερ έχει ένα ταπεινό συνεργείο ανακαίνισης και λέει πως σε μια δουλειά θα μπει μέσα, την επόμενη θα βγάλει χρήματα, το θέμα είναι το συνολικό ισοζύγιο να είναι θετικό. Η στάση του αντιδιαστέλλεται με την ανάγκη για προβλέψεις αδιάλειπτης ανάπτυξης, που έχουν ανάγκη να ακούν οι αγορές για να μην βουλιάζουν οι μετοχές των μεγάλων εταιριών.
Αν το «Up in the Air» πετυχαίνει να αποτυπώσει πολλαπλώς το πνεύμα της εποχής, το «Τhe Company Men» παίρνει ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό της εποχής και προσπαθεί να το περιγράψει. Είναι αξιέπαινο αυτό που κάνει και το τελικό αποτέλεσμα είναι ευπρόσωπο, αλλά του λείπει εμφανώς η πνοή της μεγάλης ταινίας.
(Κείμενο γραμμένο για το ελculture)
2 Comments:
Χθες το είδα. Συμφωνώ πως το up in the air ήταν καλύτερη ταινία, σίγουρα πιο σοφιστικέ. Νομίζω όμως πως οι περισσότεροι άνθρωποι- κι όχι μόμο οι αμερικάνοι- είναι λιγότερο πνευματώδεις απ΄τον χαρακτήρα του Κλούνεϊ. Μου άρεσε και το χάπι εντ του Company men, για μια οικονομία ανθρώπων. Μάλλον γιατί δεν θα άντεχα άλλη αμφισημία. Πολύ φροντισμένοι οι 2οι ρόλοι και οι γυναικείες φιγούρες ιδιαίτερα γοητευτικές.
Εγώ πάλι στις αμφισημίες έχω μια αδυναμία :)
Για τις γυναικείες φιγούρες συμφωνώ ότι ήταν γοητευτικές αλλά ως παρουσίες. Οι ρόλοι τους μου φάνηκαν λιγότερο ενδιαφέροντες από τους ανδρικούς.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home