Με ξεπερνά
Ό,τι κι αν ήταν αυτό που τον ξεπερνούσε, τον ξεπερνούσε τόσο πολύ, που δεν το έγραψε καν, αφήνοντας το μήνυμα στην κολώνα μετέωρο. Μετέωρο αλλά ταυτόχρονα και αυτάρκες: τον ξεπερνά. Τέλος. Ή μάλλον όχι τέλος. Γιατί ίσως δεν "τον" ξεπερνά, αλλά "την" ξεπερνά. Τι; Πιθανώς το τέλος. Ίσως γράφει "με ξεπερνά" μπας και αρχίσει να τον ή την ξεπερνά.
Εμένα πάλι με ξεπερνά πως περπατώντας το απόγευμα από Κάνιγγος μέχρι Σύνταγμα με σταμάτησαν κυριολεκτικά στο δρόμο πόσοι; Πέντε; Έξι; Τον ένα τον κοίταξα, του απάντησα κιόλας, μου ανταπάντησε. Ήταν, λέει, από το Μπαγκλαντές. Κρατούσε ένα μάτσο πορτοκαλί λουλούδια. Τους υπόλοιπους απλώς τους ξεπέρασα, χωρίς να τους κοιτάξω, χωρίς να τους απαντήσω. Ίσως επειδή ήταν Έλληνες. Δεν θέλω πολλά πάρε δώσε μαζί τους, κατέστρεψαν τη χώρα μου, κατέστρεψαν το μέλλον των νέων γενιών, όπως καταγγέλλεται εμφατικά από το Protagon και αναπαράγεται δοξαστικά από το Buzz. Κοιτούσα όμως στη θέση τους πολλούς άλλους, που είτε κάθονταν κουρνιασμένοι στις θέσεις τους στα πεζοδρόμια, είτε περιφέρονταν σαν πρεζωμένος χορός αρχαίας τραγωδίας, όπως π.χ. έξω από το Πνευματικό Κέντρο, πάνω στο οποίο τόσες γόνιμες και συναρπαστικές συζητήσεις διεξήχθησαν προ ημερών.
Σκέφτομαι πως ήταν σαν ταινία. Σαν σκηνή όμως που ο ήρωας βλέπει εφιάλτη μέσα στην ταινία. Πού θα πάει, θα κόψουμε στο καραμπανάλ πλάνο που πετάγεται από το κρεβάτι του ιδρωμένος. Αυτό το πλάνο περιμένω, αυτό το πλάνο μπορεί να περιμένεις κι εσύ: τα σχέδια μάρσαλ που αρέσουν και στον πρόεδρο Παπούλια, τα ευρωομόλογα, το χρήμα που θα αρχίσει να πέφτει από τον ουρανό ή από την ΕΚΤ, επειδή ο καπιταλισμός θα ξαναβρεί τα λογικά του και η γερμανική Ευρώπη τα δικά της, και θα αποφασίσει να μην τραβήξει άλλο το σκοινί, ώστε το σύστημα να ξαναρχίσει να γίνεται βιώσιμο και να μπορέσει να εξυπηρετείται και στις επόμενες δεκαετίες.
Με ξεπερνά, βλέπεις, περισσότερο απ' όλα η συνειδητοποίηση πως ο κόσμος στον οποίο ζούσαμε έφυγε ανεπιστρεπτί, έφυγε και δεν πρόκειται να επιστρέψει. Και πως αλυχτάμε από την μία και την άλλη πλευρά του πτώματός του, με εκατέρωθεν -αντικρουόμενες- προσδοκίες, με εκατέρωθεν -καλπάζον- μίσος, αλλά και με εκατέρωθεν -απωθημένο- τρόμο.
Με ξεπερνά πως μέσα στην ζεστασιά της παλιάς εποχής -της μόνης εποχής που είχα γνωρίσει, της εποχής που θεωρούσα αυτονόητης- ήμουν σχετικιστής ως το μεδούλι, ενώ τώρα οτιδήποτε λιγότερο από το απόλυτο μου φαίνεται νερόβραστο.
Με ξεπερνά έτσι αυτή η πλήρης δυσανεξία που έχω αναπτύξει απέναντι ... Απέναντι σε τι; Εσύ θα πεις απέναντι στην αντίθετη οπτική, στην αντίθετη άποψη, εγώ θα το αρνηθώ και θα πω πως, όχι, πως είναι δυσανεξία απέναντι στο unfair play των ιδεών, πως είναι δυσανεξία απέναντι στη συμπλεγματική χυδαιότητα που μασκαρεύτηκε σε ιδεολογία, πως είναι τέλος δυσανεξία απέναντι στην πρόταση να τα βάλουμε όλα κάτω να τα συζητήσουμε από την αρχή.
Με ξεπερνά για το λόγο ότι η συζήτηση διεξαγόταν μερικούς αιώνες, αν όχι χιλιετίες, και είχαμε, υποτίθεται, καταλήξει σε μερικά συμπεράσματα και γενικές αρχές που συνιστούσαν την καρδιά του πολιτισμού και της κοινωνικής συμβίωσης. Με ξεπερνά η αντίληψη πως όλα ξαναμπήκαν στο τραπέζι, άπαξ κι έπαψαν να μας δανείζουν οι αγορές.
Γιατί αυτό ακριβώς συμβαίνει και τίποτα λιγότερο από αυτό. Όλα έχουν ξαναμπεί στο τραπέζι, θεωρητικώς αλλά και εμπράκτως: από την θέση που έχει ο κάθε άνθρωπος μέσα στις κοινωνίες μας, ως τον χαρακτήρα του κράτους και τη χρησιμότητα του πολιτεύματος.
Τίποτα δεν είναι πλέον εκτός συζήτησης, τίποτα δεν είναι πλέον αυτονόητο, οι πολιτισμοί συγκροτούνται πάνω σε κοινά παραδεκτές αντιλήψεις και ο δικός μας ο πολιτισμός έδειξε πως νοσεί ως εκεί που δεν παίρνει, από τη στιγμή που αρχίσαμε να αντιμετωπίζουμε το κράτος μας ως καθαρά λογιστικό μέγεθος που μπήκε μέσα, από τη στιγμή που πάψαμε να προτάσσουμε ως ύψιστη αξία την δυνατότητα αξιοπρεπούς διαβίωσης έως και επιβίωσης μεγάλων κομματιών του πληθυσμού του, από τη στιγμή που ο επίσημος λόγος έπαψε να μιλά στο όνομα ιδανικών και μετατράπηκε σε μηχανή υπολογισμού εσόδων και εξόδων, από τη στιγμή που ο επίσημος λόγος έπαψε να μιλά στο όνομά σου και άρχισε να υπαινίσσεται -έως και να διαλαλεί- πως, αντίθετα, εσύ ήσουν το πρόβλημα, πως 36 χρόνια που μιλούσε στο όνομά σου λερώθηκε με λαϊκισμό, πολιτικό κόστος και εξουθενωτική πολυφωνία, πως αν είχε απεξαρτηθεί νωρίτερα από τα δικά σου θέλω και τις δικές σου ανάγκες, δεν θα είχε φτάσει σε τόσο άσχημη κατάσταση το μαγαζί εξυπηρέτησης χρέους το οποίο διευθύνει.
Με ξεπερνά τέλος πως επιμένω να θεωρητικολογώ -αερολογώντας ή μη, δεν είναι αυτό το θέμα- και να μην πράττω, πως επιμένω να παραμένω βυθισμένος στο εγώ αντί να κάνω οτιδήποτε θα εντασσόταν στο εμείς, πως επιμένω να παραμένω δέσμιος της εποχής που πέρασε, περιμένοντας απεγνωσμένα το καραμπανάλ πλάνο του ιδρωμένου τινάγματος απ' το κρεβάτι.
Με ξεπερνά ότι ένα από τα δύο συμβαίνει: είτε αυτά που γράφω δεν είναι σε όλους ορατά μολονότι πλέον θα έπρεπε, είτε αντιδρώ υστερικά, δυσανάλογα, αυτιστικά, κάνοντας σαν παιδί που του πήραν το γλυκό από τα χέρια, με το γλυκό να μην είναι η αστική δημοκρατία και το κοινωνικό κράτος δικαίου μέσα σε καπιταλιστικό περιβάλλον, αλλά οι ελληνικές παθογένειες, οι υπερτιμολογήσεις στα φάρμακα, οι μαϊμού ανάπηροι, άντε και η κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα.
Με ξεπερνά ότι αυτό είναι ένα ακόμα ποστ ανάμεσα στα χιλιάδες ποστ, μερικές ακόμα λέξεις ανάμεσα στους ωκεανούς των γραμμένων λέξεων, με ξεπερνά πως ό,τι είμαι κι ό,τι δεν είμαι είναι γραμμένες λέξεις, και πως πέρα από αυτές δεν υπάρχει υπόσταση, δεν υπάρχει αλήθεια, δεν υπάρχει συνέπεια, δεν υπάρχει φως.
Εμένα πάλι με ξεπερνά πως περπατώντας το απόγευμα από Κάνιγγος μέχρι Σύνταγμα με σταμάτησαν κυριολεκτικά στο δρόμο πόσοι; Πέντε; Έξι; Τον ένα τον κοίταξα, του απάντησα κιόλας, μου ανταπάντησε. Ήταν, λέει, από το Μπαγκλαντές. Κρατούσε ένα μάτσο πορτοκαλί λουλούδια. Τους υπόλοιπους απλώς τους ξεπέρασα, χωρίς να τους κοιτάξω, χωρίς να τους απαντήσω. Ίσως επειδή ήταν Έλληνες. Δεν θέλω πολλά πάρε δώσε μαζί τους, κατέστρεψαν τη χώρα μου, κατέστρεψαν το μέλλον των νέων γενιών, όπως καταγγέλλεται εμφατικά από το Protagon και αναπαράγεται δοξαστικά από το Buzz. Κοιτούσα όμως στη θέση τους πολλούς άλλους, που είτε κάθονταν κουρνιασμένοι στις θέσεις τους στα πεζοδρόμια, είτε περιφέρονταν σαν πρεζωμένος χορός αρχαίας τραγωδίας, όπως π.χ. έξω από το Πνευματικό Κέντρο, πάνω στο οποίο τόσες γόνιμες και συναρπαστικές συζητήσεις διεξήχθησαν προ ημερών.
Σκέφτομαι πως ήταν σαν ταινία. Σαν σκηνή όμως που ο ήρωας βλέπει εφιάλτη μέσα στην ταινία. Πού θα πάει, θα κόψουμε στο καραμπανάλ πλάνο που πετάγεται από το κρεβάτι του ιδρωμένος. Αυτό το πλάνο περιμένω, αυτό το πλάνο μπορεί να περιμένεις κι εσύ: τα σχέδια μάρσαλ που αρέσουν και στον πρόεδρο Παπούλια, τα ευρωομόλογα, το χρήμα που θα αρχίσει να πέφτει από τον ουρανό ή από την ΕΚΤ, επειδή ο καπιταλισμός θα ξαναβρεί τα λογικά του και η γερμανική Ευρώπη τα δικά της, και θα αποφασίσει να μην τραβήξει άλλο το σκοινί, ώστε το σύστημα να ξαναρχίσει να γίνεται βιώσιμο και να μπορέσει να εξυπηρετείται και στις επόμενες δεκαετίες.
Με ξεπερνά, βλέπεις, περισσότερο απ' όλα η συνειδητοποίηση πως ο κόσμος στον οποίο ζούσαμε έφυγε ανεπιστρεπτί, έφυγε και δεν πρόκειται να επιστρέψει. Και πως αλυχτάμε από την μία και την άλλη πλευρά του πτώματός του, με εκατέρωθεν -αντικρουόμενες- προσδοκίες, με εκατέρωθεν -καλπάζον- μίσος, αλλά και με εκατέρωθεν -απωθημένο- τρόμο.
Με ξεπερνά πως μέσα στην ζεστασιά της παλιάς εποχής -της μόνης εποχής που είχα γνωρίσει, της εποχής που θεωρούσα αυτονόητης- ήμουν σχετικιστής ως το μεδούλι, ενώ τώρα οτιδήποτε λιγότερο από το απόλυτο μου φαίνεται νερόβραστο.
Με ξεπερνά έτσι αυτή η πλήρης δυσανεξία που έχω αναπτύξει απέναντι ... Απέναντι σε τι; Εσύ θα πεις απέναντι στην αντίθετη οπτική, στην αντίθετη άποψη, εγώ θα το αρνηθώ και θα πω πως, όχι, πως είναι δυσανεξία απέναντι στο unfair play των ιδεών, πως είναι δυσανεξία απέναντι στη συμπλεγματική χυδαιότητα που μασκαρεύτηκε σε ιδεολογία, πως είναι τέλος δυσανεξία απέναντι στην πρόταση να τα βάλουμε όλα κάτω να τα συζητήσουμε από την αρχή.
Με ξεπερνά για το λόγο ότι η συζήτηση διεξαγόταν μερικούς αιώνες, αν όχι χιλιετίες, και είχαμε, υποτίθεται, καταλήξει σε μερικά συμπεράσματα και γενικές αρχές που συνιστούσαν την καρδιά του πολιτισμού και της κοινωνικής συμβίωσης. Με ξεπερνά η αντίληψη πως όλα ξαναμπήκαν στο τραπέζι, άπαξ κι έπαψαν να μας δανείζουν οι αγορές.
Γιατί αυτό ακριβώς συμβαίνει και τίποτα λιγότερο από αυτό. Όλα έχουν ξαναμπεί στο τραπέζι, θεωρητικώς αλλά και εμπράκτως: από την θέση που έχει ο κάθε άνθρωπος μέσα στις κοινωνίες μας, ως τον χαρακτήρα του κράτους και τη χρησιμότητα του πολιτεύματος.
Τίποτα δεν είναι πλέον εκτός συζήτησης, τίποτα δεν είναι πλέον αυτονόητο, οι πολιτισμοί συγκροτούνται πάνω σε κοινά παραδεκτές αντιλήψεις και ο δικός μας ο πολιτισμός έδειξε πως νοσεί ως εκεί που δεν παίρνει, από τη στιγμή που αρχίσαμε να αντιμετωπίζουμε το κράτος μας ως καθαρά λογιστικό μέγεθος που μπήκε μέσα, από τη στιγμή που πάψαμε να προτάσσουμε ως ύψιστη αξία την δυνατότητα αξιοπρεπούς διαβίωσης έως και επιβίωσης μεγάλων κομματιών του πληθυσμού του, από τη στιγμή που ο επίσημος λόγος έπαψε να μιλά στο όνομα ιδανικών και μετατράπηκε σε μηχανή υπολογισμού εσόδων και εξόδων, από τη στιγμή που ο επίσημος λόγος έπαψε να μιλά στο όνομά σου και άρχισε να υπαινίσσεται -έως και να διαλαλεί- πως, αντίθετα, εσύ ήσουν το πρόβλημα, πως 36 χρόνια που μιλούσε στο όνομά σου λερώθηκε με λαϊκισμό, πολιτικό κόστος και εξουθενωτική πολυφωνία, πως αν είχε απεξαρτηθεί νωρίτερα από τα δικά σου θέλω και τις δικές σου ανάγκες, δεν θα είχε φτάσει σε τόσο άσχημη κατάσταση το μαγαζί εξυπηρέτησης χρέους το οποίο διευθύνει.
Με ξεπερνά τέλος πως επιμένω να θεωρητικολογώ -αερολογώντας ή μη, δεν είναι αυτό το θέμα- και να μην πράττω, πως επιμένω να παραμένω βυθισμένος στο εγώ αντί να κάνω οτιδήποτε θα εντασσόταν στο εμείς, πως επιμένω να παραμένω δέσμιος της εποχής που πέρασε, περιμένοντας απεγνωσμένα το καραμπανάλ πλάνο του ιδρωμένου τινάγματος απ' το κρεβάτι.
Με ξεπερνά ότι ένα από τα δύο συμβαίνει: είτε αυτά που γράφω δεν είναι σε όλους ορατά μολονότι πλέον θα έπρεπε, είτε αντιδρώ υστερικά, δυσανάλογα, αυτιστικά, κάνοντας σαν παιδί που του πήραν το γλυκό από τα χέρια, με το γλυκό να μην είναι η αστική δημοκρατία και το κοινωνικό κράτος δικαίου μέσα σε καπιταλιστικό περιβάλλον, αλλά οι ελληνικές παθογένειες, οι υπερτιμολογήσεις στα φάρμακα, οι μαϊμού ανάπηροι, άντε και η κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα.
Με ξεπερνά ότι αυτό είναι ένα ακόμα ποστ ανάμεσα στα χιλιάδες ποστ, μερικές ακόμα λέξεις ανάμεσα στους ωκεανούς των γραμμένων λέξεων, με ξεπερνά πως ό,τι είμαι κι ό,τι δεν είμαι είναι γραμμένες λέξεις, και πως πέρα από αυτές δεν υπάρχει υπόσταση, δεν υπάρχει αλήθεια, δεν υπάρχει συνέπεια, δεν υπάρχει φως.
32 Comments:
Άρες μάρες κουκουνάρες. Αρχίζεις από τους αλλοδαπούς και τα πρεζόνια και καταλήγεις στην αστική δημοκρατία.
Ποια είναι η θαλπωρή που σου έκλεψαν και θρηνείς; Ο Λούβαρης και η Λιάνη; Ο Ρουσόπουλος και ο Παυλίδης; Ο Γιαννόπουλος και ο Κουρής; Ο Κωστόπουλος και ο Ρίζος; Πότε ήταν που μίλαγε ο επίσημος λόγος με ιδανικά; Στο όραμα της Γιάννας ή στο όραμα του 'δώστα όλα';
Μα δεν έχετε καταλάβει όλοι εσείς οι ευαίσθητοι ότι αυτό που σας κάνει να ιδρώνετε στον ύπνο είναι αυτό που εμείς περιμέναμε εδώ και καιρό; Το τέλος της σαπίλας. Το τέλος της μικρής αλλά όχι θλιβερής ζωής.
Τώρα αρχίζει η πραγματική ζωή. Αυτή που δεν θα στηρίζουν τα κόμματα. Τώρα θα δούμε πόσα απίδια χωράει ο σάκος μας.
«Μα δεν έχετε καταλάβει όλοι εσείς οι ευαίσθητοι ότι αυτό που σας κάνει να ιδρώνετε στον ύπνο είναι αυτό που εμείς περιμέναμε εδώ και καιρό;».
Φυσικά και το έχουμε καταλάβει. Η ηδονή δεν κρύβεται. Εντζόι.
Όσκαρ αυτάρεσκης κλάψας!
Συγχαρητήρια! Εσύ -σε αντίθεση με όλους εμάς τους άθλιους σχετικιστές- έχει κατακτήσει το απόλυτο. Την απόλυτη μπαρουφολογία!
ΥΓ. Πώς ν΄αρκεστεί κανείς σε κάτι λιγότερο απ' τον Πιτσιρίκο!
Νίκος
Η προσπάθεια ενοχοποίησης του κόσμου μου προκαλεί την ίδια αποστροφή που προκαλεί και σε σένα. Κατά τη γνώη μου , είναι προφανές ότι η όλη κρίση είναι προεχόντως συστημικό λάθος ( χωρίς να υπαινίσσομαι επ'ουδενί ότι προτιμώ το άλλο κοινωνικοοικονομικό σύστημα ).
Κατά τα λοιπά , διαφωνώ τελείως με τις σκέψεις σου , οι οποίες λίγο-πολύ ανάγουν όλα τα δεινά μας στην απουσία ιδανικών . Λες και 1) ιδανικά υπήρχαν προ κρίσης ( στο σημείο αυτό δεν θα διαφωνήσω επί της ουσίας με τον πρώτο -επιθετικό- ανώνυμο σχολιαστή) και 2) λες και λεφτά σήμερα υπάρχουν αλλά το πρόβλημα είναι ότι απουσιάζουν ιδανικά . Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής , αλλά και για να πω και εγώ την κακιούλα μου , το κείμενό σου αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να έχει γραφτεί από κάποιον συνδικαλιστή- με την κακή του όρου έννοια.
Εξυπακούεται oldboy ότι σχολίασα και κριτίκαρα προηγουμένως ένα, αν μη τι άλλο ,ζωντανό κείμενο που εκφράζει και τις δικές μου αγωνίες. Είναι εξάλλου προφανές ότι , εάν δεν μου κινούσε το ενδιαφέρον , δεν θα το σχολίαζα.
Ο " ανώνυμος" που πέταξε την κακιούλα και προσπαθεί να αποκαταστήσει τη δικαιοσύνη του πράγματος.
πάρα πολύ ωραίο κείμενο. κι εγώ μετράω κάθε μέρα όσους με σταματάν στο δρόμο στην ακαδημίας κ στην πανεπιστημίου. ζούμε την αποθέωση του κυνισμού και της χυδαιοτητας. πριν λίγο καιρό απέλυσαν μια φίλη μου και για να την "παρηγορησουν" της είπαν ότι τώρα πια -ως άνεργη- θα μπορεί να κάνει τις ετοιμασίες του γάμου της με την άνεσή της...
"από τη στιγμή που ο επίσημος λόγος έπαψε να μιλά στο όνομά σου και άρχισε να υπαινίσσεται -έως και να διαλαλεί- πως, αντίθετα, εσύ ήσουν το πρόβλημα, πως 36 χρόνια που μιλούσε στο όνομά σου λερώθηκε με λαϊκισμό, πολιτικό κόστος και εξουθενωτική πολυφωνία, πως αν είχε απεξαρτηθεί νωρίτερα από τα δικά σου θέλω και τις δικές σου ανάγκες, δεν θα είχε φτάσει σε τόσο άσχημη κατάσταση το μαγαζί εξυπηρέτησης χρέους το οποίο διευθύνει."
Δεν διαπράτεις και εσύ μια ανάλογη ηθικολογία από την ανάποδη, όταν αποδίδεις την ελληνική κρίση στον ατομικισμό, τον υπερκαταναλωτισμό, το λάιφ στάιλ και την απληστία; Αυτά δεν ήταν θέλω και ανάγκες του μέσου ανθρώπου;
"πως είναι δυσανεξία απέναντι στο unfair play των ιδεών"
Δεν μπορεί να αισθανθεί κάποιος το ίδιο και με σένα, όταν αποδίδεις στο "αντίπαλο στρατόπεδο" τη θεώρηση του κράτους αποκλειστικά ως λογιστικό μέγεθος, ενώ από την άλλη παρουσιάζεις το μη δανεισμό των αγορών ώς κάτι εξωγενές και άσχετο με το ελληνικό κράτος, όσο και επίθεση ενός καρχαρία σε έναν ανύποπτο κολυμβητή;
Το ενδεχόμενο κάποιοι αναγνώστες σου να μην ενδιαφέρονται για όσα λες, αλλά μόνο για να πουν τα δικά τους, το σκέφτηκες; Ποιος σου είπε ότι ο λαίκισμός και ο φανατισμός έμειναν έξω από τη θύρα του διαδικτύου;
Απεξαρτήσου εσύ πρώτος απ' το λάιφσταιλ και μη συμμετέχεις σ' ένα περιοδικό που,ενώ ο κόσμος καίγεται,ασχολείται με τις κατινιές του Κωστόπουλου. Όλη αυτή η "ευασθησία" και η "αδιάλλακτη αξιοπρέπεια" πώς σου επιτρέπουν να είσαι παράγων ενός εντύπου που φέρει στο εξώφυλλο τίτλο άρθρου "ήμουν κι εγώ μαλάκας";
Εν ολίγοις, κράτα τις ευαισθησίες και τις αξίες σου για τον εαυτό σου!
Φίλτατε, διαφωνώ απόλυτα με όσα γράφετε. Εμείς δεν έχουμε ευθύνη για εδώ που φτάσαμε; Έγω ας πούμε δεν έκανα κάτι για να αποτρέψω την κατρακύλα. Τα μεγάλα κόμματα ψήφιζα, στα εκλογικά γραφεία μπαινόβγαινα και δεν με ένοιαζε αν αδικούνταν κάποιος, αρκεί να γινόταν η δουλειά μου. Τώρα λοιπόν δεν κλαψουρίζω, γιατί έφταιξα κι εγώ. Δεν μπορώ να πιστέψω όμως ότι εσείς είστε ένας οικοδόμος που ζει με 1000 ευρώ στο Περιστέρι και ψήφιζε όλη του τη ζωή το κόμμα του λαού. Μήπως ήρθε λοιπόν η ώρα να θυμώσετε λίγο και με τον εαυτό σας;
Με ξεπερνά το κείμενο ......
Γι' αυτό μερικές σκόρπιες σκέψεις:
Όσοι είμαστε υπέρ της δημοκρατίας ας την επιβάλουμε.
Αν έχουμε τα κότσια ας πούμε στις αγορές να πάνε από κει που ήρθαν.
Ας μην τη πληρώσουν σε όλες τις περιπτώσεις οι γέροι και τα παιδιά ...... η υγεία και η παιδεία.
Αφού έτσι ή αλλιώς θ' αλλάξουν όλα σ' αυτή τη χώρα ας κερδίσουμε λιγότερη διαφθορά, περισσότερη ισότητα. Ίσως αυτά τα δύο να μπορούσαν να χωρέσουν στον εφιάλτη που μας έφτιαξαν οι κυρίαρχοι.
Υ.Γ. Είναι η δεύτερη φορά που μπήκα στο συγκεκριμένο blog. Απ' ότι φαίνεται θα ξαναμπώ. Νάσαι καλά. Καλό κουράγιο και καλά ξεμπερδέματα.
Είμαι αισιόδοξος:
Η νέα εποχή, μακριά από τις παρελθοντολάγνες κλάψες, ξεκινά με μπροστάρηδες κάτι τύπους που δεν έχουν ούτε τ' αρχίδια να χρησιμοποιούν ένα σταθερό, συνεπές nickname στο μπλογκ που συχνάζουν.
Αυτά λοιπόν, με τα απίδια και τον σάκο τους!
Το κείμενο είναι προφανώς λιγότερο ανάλυση και περισσότερο λογοτεχνία -- ίσως και ποίηση, ένα "Απολείπειν ο θεός Old Boy" -- αποχαιρέτα την, την Ευημέρια που χάνεις. Και πιάνει την ψυχολογία της στιγμής, την ενστικτώδη αντίδραση όλων μας, πολύ δυνατά.
Ενα σχόλιο όμως σ' αυτο: "η συζήτηση διεξαγόταν μερικούς αιώνες, αν όχι χιλιετίες, και είχαμε, υποτίθεται, καταλήξει σε μερικά συμπεράσματα και γενικές αρχές που συνιστούσαν την καρδιά του πολιτισμού και της κοινωνικής συμβίωσης."
Δυστυχώς όμως αυτές οι "αρχές" κάθε άλλο από σταθερότητα προβλέπουν. Από τον Ηράκλειτο μέχρι τον διαλεκτικό υλισμό, οι φιλόσοφοι μας έλεγαν:
- Τα πάντα ρει
- Αεί γίγνεσθαι και μεταβάλλεσθαι και μηδέποτε το αυτό μένειν
- Πόλεμος πάντων πατήρ
- Πάντα κατ' έριν γίγνεσθαι
- Διαλεκτικός Υλισμός: "η ύλη εξελίσσεται συνεχώς, σε μορφές που είναι ανεξάρτητες των προηγούμενων" (Βικιπαίδεια).
Δεν υπάρχει μόνιμη ζεστασιά δυστυχώς...
(Τα ρητά με τη άδεια του Καρατζαφέρη).
«Απεξαρτήσου εσύ πρώτος απ' το λάιφσταιλ και μη συμμετέχεις σ' ένα περιοδικό που,ενώ ο κόσμος καίγεται,ασχολείται με τις κατινιές του Κωστόπουλου. Όλη αυτή η "ευασθησία" και η "αδιάλλακτη αξιοπρέπεια" πώς σου επιτρέπουν να είσαι παράγων ενός εντύπου που φέρει στο εξώφυλλο τίτλο άρθρου "ήμουν κι εγώ μαλάκας";
Εν ολίγοις, κράτα τις ευαισθησίες και τις αξίες σου για τον εαυτό σου!»
Το έχεις διαβάσει το περιοδικό; Αν ναι, σηκώνω τα χέρια ψηλά. Αν όχι, και παραταύτα λες όσα λες, τι να πω, ας μην πω τίποτα, γιατί θα πω καμιά χοντρή κουβέντα.
Όσο για τις ευαισθησίες μου εδώ είναι το μπλογκ μου και τον εαυτό μου εκφράζω και όσα γουστάρω θα γράφω, για αυτό κράτα τις συμβουλές σου για τον δικό σου εαυτό.
«Όσκαρ αυτάρεσκης κλάψας!»
Έτσι είμαι εγώ, στα αυτάρεσκα φεγγάρια μου γράφω ότι είμαι μόνο λέξεις και πως έξω από αυτές δεν έχω συνέπεια, αλήθεια, υπόσταση και φως. Πού και να με πιάσει το αυτομαστίγωμα δηλαδή, θα αρχίσω να με εκθειάζω τότε.
«Συγχαρητήρια! Εσύ -σε αντίθεση με όλους εμάς τους άθλιους σχετικιστές- έχει κατακτήσει το απόλυτο. Την απόλυτη μπαρουφολογία!
ΥΓ. Πώς ν΄αρκεστεί κανείς σε κάτι λιγότερο απ' τον Πιτσιρίκο!
Νίκος».
Προσπαθώ Νίκο, προσπαθώ. Σε ευχαριστώ πάντως.
"
Με ξεπερνά έτσι αυτή η πλήρης δυσανεξία που έχω αναπτύξει απέναντι ... Απέναντι σε τι; Εσύ θα πεις απέναντι στην αντίθετη οπτική, στην αντίθετη άποψη, εγώ θα το αρνηθώ και θα πω πως, όχι, πως είναι δυσανεξία απέναντι στο unfair play των ιδεών, πως είναι δυσανεξία απέναντι στη συμπλεγματική χυδαιότητα που μασκαρεύτηκε σε ιδεολογία, πως είναι τέλος δυσανεξία απέναντι στην πρόταση να τα βάλουμε όλα κάτω να τα συζητήσουμε από την αρχή."
Η λέξη που ψάχνεις είναι "πραγματικότητα".
«Κατά τα λοιπά , διαφωνώ τελείως με τις σκέψεις σου , οι οποίες λίγο-πολύ ανάγουν όλα τα δεινά μας στην απουσία ιδανικών . Λες και 1) ιδανικά υπήρχαν προ κρίσης ( στο σημείο αυτό δεν θα διαφωνήσω επί της ουσίας με τον πρώτο -επιθετικό- ανώνυμο σχολιαστή) και 2) λες και λεφτά σήμερα υπάρχουν αλλά το πρόβλημα είναι ότι απουσιάζουν ιδανικά . Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής , αλλά και για να πω και εγώ την κακιούλα μου , το κείμενό σου αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να έχει γραφτεί από κάποιον συνδικαλιστή- με την κακή του όρου έννοια».
Ίσως δεν το διατύπωσα καλά και ίσως επίσης με πιάνει ο υπερβάλλων αντιμνημονιακός ζήλος, με αποτέλεσμα να βγαίνει -άθελά μου- το συμπέρασμα ότι εξιδανικεύω την κατάσταση προ της κρίσης, ότι εξιδανικεύω τον τρόπο που λειτουργούσαν τα πράγματα στην Ελλάδα.
Δεν θέλω λοιπόν να ισχυριστώ ότι προ της κρίσης ήταν μια εποχή που τα ιδανικά γνώριζαν πιένες. Προς Θεού. Λέω όμως πως σήμερα δεν λείπουν μόνο τα λεφτά. Πως η έλλειψη των λεφτών συμπαρασύρει μαζί της σε χρόνο dt ό,τι ως τώρα θεωρούσαμε οριστικά κατακτημένο. Πως επειδή δεν υπάρχουν λεφτά έχουμε αρχίσει όχι μόνο σε πρακτικό επίπεδο, αλλά πλέον και σε επίπεδο επίσημου λόγου να δεχόμαστε πως αν δεν υπάρχουν χρήματα, τότε όλα τα υπόλοιπα είναι δευτερεύοντα, είναι πολυτέλειες, είναι αξίες κούφιες και κενές, καθώς το μόνο που έχει περιεχόμενο και νόημα είναι το χρήμα που έχει ή δεν έχει το κράτος - οφειλέτης προκειμένου να μπορεί να πληρώνει τους δανειστές του.
Λέω ότι μέχρι πριν δυο χρόνια το κράτος ήταν κράτος στο μυαλό μας. Δυο χρόνια τώρα μετατράπηκε σε μαγαζί. Λέω ότι μέχρι πριν δυο χρόνια η ιδέα να επιβάλλεται κυβέρνηση από το εξωτερικό θα μας φαινόταν αδιανόητη, αλλά πια μας φαινόταν λογική, αφού κι αυτοί χρήματα μας δάνειζαν.
«Δεν διαπράτεις και εσύ μια ανάλογη ηθικολογία από την ανάποδη, όταν αποδίδεις την ελληνική κρίση στον ατομικισμό, τον υπερκαταναλωτισμό, το λάιφ στάιλ και την απληστία; Αυτά δεν ήταν θέλω και ανάγκες του μέσου ανθρώπου;».
Πού τα βρίσκεις όμως αυτά, βρε ΑΦ; Θέλω να πω, πιθανότατα τα έχω ελεεινολογήσει όλα όσα λες εδώ και εκεί, αλλά σε πλαίσιο αξιακό, όχι ως αιτία της δημοσιονομικής εκτροπής.
Αν τώρα εννοείς πως στο αξιακό πλαίσιο, έχω δύο μέτρα και δύο σταθμά, κατηγορώντας τους αντιλαϊκιστές ως στην πραγματικότητα αντιλαϊκούς, ενώ την ίδια ώρα γίνομαι κι εγώ αντιλαϊκός κατηγορώντας τα θέλω μεγάλης μερίδας πολιτών, είναι μια ενδιαφέρουσα σίγουρα ένσταση.
Θα μπορούσα να το αναλύσω, αλλά παραδέχομαι πάντως ότι αντιφάσεις παίζουν. Αλλά ας το δούμε έτσι: εμένα όσο κι αν με ενοχλούσαν πράγματα, συμπεριφορές, τρόποι ζωής τον καιρό πριν την κρίση, δεν είχα τρόπο ούτε και θέληση να επιβάλω την αλλαγή τους. Αν ας πούμε βρίζει κανείς το λάιφ στάιλ, το βρίζει ελπίζοντας να πείσει κάποιους πως δεν λέει το λάιφ στάιλ. Αυτά είναι μέσα στο δημοκρατικό παιχνίδι, είναι μέσα στο παιχνίδι μιας ανοικτής και ελεύθερης κοινωνίας. Το να έρχεται ο άλλος και να μειώνει τον κατώτατο μισθό στο όνομα της δικής του προσπάθειας τιμωρητικής, εξισορροπητικής, ιδεοληπτικής ή ό,τι άλλο αναμόρφωσης της κοινωνίας, φεύγει από το δημοκρατικό παιχνίδι και πηγαίνει σε καταστάσεις με το ζόρι επιβολής των ιδεών του για το πώς πρέπει να είναι δομημένη μια κοινωνία, για το πώς πρέπει να ζει ο άλλος.
«Δεν μπορεί να αισθανθεί κάποιος το ίδιο και με σένα, όταν αποδίδεις στο "αντίπαλο στρατόπεδο" τη θεώρηση του κράτους αποκλειστικά ως λογιστικό μέγεθος, ενώ από την άλλη παρουσιάζεις το μη δανεισμό των αγορών ώς κάτι εξωγενές και άσχετο με το ελληνικό κράτος, όσο και επίθεση ενός καρχαρία σε έναν ανύποπτο κολυμβητή;»
Δε νομίζω. Ο κολυμβητής πήγε πράγματι πολύ στα βαθιά, ξεμάκρυνε από την ακτή αμέριμνα. Αλλά ο καρχαρίας δρα ως καρχαρίας και αν βλέπαμε έναν καρχαρία να επιτίθεται σε έναν κολυμβητή, νομίζω θα σπεύδαμε να τον σώσουμε πρώτα και να του κάνουμε κατσάδα μετά, όχι να τον αφήσουμε να καταβροχθισθεί ή να τον σώσουμε από τον καρχαρία κοπανώντας την ίδια ώρα στο κεφάλι, γιατί σώθηκε από τον καρχαρία και θα πεθάνει από αιμορραγία στα ανοιχτά.
«Φίλτατε, διαφωνώ απόλυτα με όσα γράφετε. Εμείς δεν έχουμε ευθύνη για εδώ που φτάσαμε; Έγω ας πούμε δεν έκανα κάτι για να αποτρέψω την κατρακύλα. Τα μεγάλα κόμματα ψήφιζα, στα εκλογικά γραφεία μπαινόβγαινα και δεν με ένοιαζε αν αδικούνταν κάποιος, αρκεί να γινόταν η δουλειά μου. Τώρα λοιπόν δεν κλαψουρίζω, γιατί έφταιξα κι εγώ. Δεν μπορώ να πιστέψω όμως ότι εσείς είστε ένας οικοδόμος που ζει με 1000 ευρώ στο Περιστέρι και ψήφιζε όλη του τη ζωή το κόμμα του λαού. Μήπως ήρθε λοιπόν η ώρα να θυμώσετε λίγο και με τον εαυτό σας;»
Εγώ όχι, τα μεγάλα κόμματα δεν τα ψήφισα ποτέ. Οπότε ειδικά αυτό το κομμάτι της ευθύνης δεν το έχω και δεν θα θυμώσω με τον εαυτό μου για αυτό το λόγο. Έχω πάμπολλους άλλους λόγους να θυμώνω με τον εαυτό μου και ακόμη και με την κρίση σχετιζόμενους.
Από εκεί και πέρα όσο πολύτιμο είναι να δούμε τι έχει κάνει ως τώρα ο καθένας λάθος και να προσπαθήσει να πάψει πια να το κάνει, άλλο τόσο πανηλίθιο βρίσκω το να εξαντλούμε τον θυμό μας και την απόδοση των ευθυνών στον εαυτό μας. Για πολλούς λόγους και ανάμεσα σε αυτούς ότι εκείνοι που μας καλούν να θυμώσουμε με τον εαυτό μας είναι όσοι εξουσίαζαν προ κρίσης και εξουσιάζουν και μετά, όσοι διαμόρφωναν την κοινή γνώμη προ κρίσης και τη διαμορφώνουν και μετά.
«Η λέξη που ψάχνεις είναι "πραγματικότητα"».
Έχεις δίκιο. Η πραγματικότητα για σένα αρχίζει και τελειώνει στο ρητό «δεν υπάρχουν λεφτόδεντρα».
"Θέλω να πω, πιθανότατα τα έχω ελεεινολογήσει όλα όσα λες εδώ και εκεί, αλλά σε πλαίσιο αξιακό, όχι ως αιτία της δημοσιονομικής εκτροπής"
Θυμόμουν ότι εκεί είχες αποδώσει συνολικά την ελληνική οικονομική φούσκα. Και υποστηρίζω ότι γενικά στο δημόσιο λόγο έχουμε μπερδέψει αξιακό και ηθικό σύστημα με την οικονομική κρίση, και είναι κάτι που κάνουν και οι δύο πλευρές. Όχι πως δεν έχουν μια πολυεπίπεδη σχέση, αλλά νομίζω ότι ενώ είναι μια πάρα πολύ δύσκολη συζήτηση, γίνεται πολύ επιφανειακά και με "φτηνούς" ιδεολογικούς όρους. Ο καθένας αποδίδει την κρίση σε εκείνα τα αξιακά, ηθικά και πολτιτισμικά χαρακτηριστικά που απλώς δεν του πάνε ιδεολογικά ή αισθητικά.
"Το να έρχεται ο άλλος και να μειώνει τον κατώτατο μισθό στο όνομα της δικής του προσπάθειας τιμωρητικής, εξισορροπητικής, ιδεοληπτικής ή ό,τι άλλο αναμόρφωσης της κοινωνίας, φεύγει από το δημοκρατικό παιχνίδι και πηγαίνει σε καταστάσεις με το ζόρι επιβολής των ιδεών του για το πώς πρέπει να είναι δομημένη μια κοινωνία, για το πώς πρέπει να ζει ο άλλος."
Η μείωση ή η αύξηση ή η εξισορρόπηση ή η εξασφάλιση του κατώτατου μισθού είναι αποκλειστικά μια δημοκρατική διαδικασία και είναι άσχετη με την οικονομία; Όλοι θέλαμε μεγαλύτερους μισθούς, όλοι συμφωνούσαμε σε αυτό, και η δημοκρατία μας σε γενικές γραμές μια χαρά λειτουργούσε. Και όμως σκάσαμε. Απαντώ σε αυτό που λες δεν επιχειρηματολογώ υπέρ της θεσμικότητας, ή της δημοκρατικότητας της διαχείρισης της κρίσης.
Αναφορικά με τον καρχαρία ακριβώς το αντίθετο εννοούσα! Ότι ο κολυμβητής είναι και αθώος και ανύποπτος. Ότι ο καρχαρίας είναι εντελώς άσχετος και εξωγενής με το όλο σκηνικό. Κάτι που δεν ισχύει εντελώς καθόλου με τις αγορές και το ελληνικό κράτος-κοινωνία. Αν παρόλα αυτά θέλουμε να εξομοιώσουμε πλήρως τα δύο παραδείγματα, τότε θα έπρεπε να φανταστούμε επιπροσθέτως ότι στην προσπάθεια των παρισταμένων να σώσουν τον κολυμβητή θα έπρεπε να προσφέρουν το δικό τους πόδι, ένα κομμάτι του οποίου θα μασούλαγε και ο κολυμβητής.
Τώρα καταλάβα σωστά την απάντησή σου για τον καρχαρία. Γράψε λάθος για το πρώτο μέρος της απάντησής μου, το αντιπαράδειγμα ισχύει :)
Μήπως θα έπρεπε να κάνεις τον αντίστροφο συλλογισμό; Ότι δηλαδή η ισοπέδωση των αξιών δεν είναι το αποτέλεσμα αλλά -σε μεγάλο βαθμό- το αίτιο της -ελληνικής- κρίσης και της σημερινής έλλειψης χρημάτων; Λέω, μήπως.
ΥΓ: Το ελληνικό κράτος πάντα μαγαζί ήταν. Πού ζεις;
΄
Νίκος
Δηλαδή, χρειάζεται να έχω διαβάσει ολόκληρη την ύλη του περιοδικού, για να μπορώ να σχηματίσω άποψη για την σοβαρότητα, την ποιότητα, το επίπεδο προβληματισμού και την αισθητική που σηματοδοτεί το θέμα Κωστόπουλος και ο τίτλος "ήμουν κι εγώ μαλάκας"; Δεν αμφιβάλλω ότι εσείς -ως συντακτική ομάδα, λέμε τώρα- το επιλέξατε και το βάλατε στο εξώφυλλο για να υποδηλώσετε τη σοβαρότητα και το κύρος του εντύπου, κι όχι για να κλείσετε το μάτι στο ίδιο κοινό που διάβαζε και τις παπαριές του Κωστόπουλου! Το άλλο, με τον Τοτό, το ξέρεις;
As a matter of fact: Το άρθρο του Protagon που συνείγειρε την ιερή οργή σου δεν αναπαράγεται δοξαστικά -όπως διαπίστωσα. Αντίθετα, τού ασκείται έντονη και δικαιολογημένη κριτική από πολλούς σχολιαστές.
ΥΓ. Κακό πράγμα η φτήνια!
Έχεις δίκιο άλλα που να τα τολμήσουν οι ΠΡΟΔΟΤΕΣ οι ΚΛΕΦΤΕΣ οι πολιτικοί μας, θέλει ατσαλένια αρχίδια για κάτι τέτοιο, ας δουν τα 300 ΛΑΜΟΓΙΑ της βουλής τον έλληνα λοκατζή μπας και θυμηθούν την ΠΑΤΡΙΔΑ τους που κάποιοι την ΠΟΡΔΩΣΑΝ.
Μόνη μου ελπίδα να σωθεί το ΚΡΑΤΟΣ, με όλη την και καλά σημασία της λέξης κύριοι, τώρα είναι ο Καμμένος, αυτό το θαραλλέο ΚΟΜΜΑΝΤΟ από το Mεγάλο Πεύκο με τα χαλύβδινα παπάρια από ενισχυμένο και γομωμένο graphene.
Ελπίζω να βγει γιατί τον ξέρει μια ξαδέρφη της γιαγιάς μου που του ετοίμαζε ψηφοδέλτια, και όταν αυτός ο δημαγ..., το "παληκάρι" αυτό επανιδρύσει το ατσαλένιο κράτος, τότε τρέφω σαν αγνός και τίμιος Έλληνας την ελπίδα ότι θα με χώσει κάπου.
Πχ υποδιευθυντή ατσαλενιοσύνης σε επιτρόπη προστασίας του δικαίου του πολίτη των νοτιοανατολικών βαλκανίων γενικής γραμματείας προάσπισης του πολιτισμού, ουτως ώστε να βγάζω 3000 το μήνα και να πάρω την ατσαλένια μου πόρσε και να γαμάω γερμανίδες τουρίστριες, ο λαός δεν ξεχνά ΚΥΡΙΟΙ ΔΙΟΙΚΟΥΝΤΕΣ. Δεν ξεχνά τι θα πει κράτος, ΤΕΛΕΙΩΣΑΤΕ ΚΥΡΙΟΙ.
oste ki esy tros frikes e?
Kala kaneis kai grafeis tetoia post, einai kalo gia tin piesi.
Tora omos pou perase ligos xronos isos sou einai pio eykolo na deis pos afto to keimeno einai ontos poly skoteino kai gemato thymo.
Nai i katastasi exei ektrapei. Opos eixes pei ki esy,
to 'xoune xasei teleios.
Ma entelos teleios.
Ystera dyo - treis proxeires skepseis,
o episimos logos einai poly reustos kai akomi ki an pleon tinei na ginei san anekdoto apo tin kliseila ayton pou provalontai, o kosmos exo tin entyposi pos den exei tin idia diathesi na ton pistepsei tyfla.
Episeis, vlepo gyro mou pos kamposos kosmos allazei tropo zois, pos eks aitias tis krisis i aytonoiti pathitikotita arketon atomon exei metalaxtei se oreksi gia praksi, san apo antidrasi stin oli katastasi. Ennoo gia paradeigma duo diaforetikes omades gnoston pou ksekinoun na kalliergoun tin gi syllogika kai exontas os skopo alllilegyes draseis kai antallages xoris xrimeta metaksi omadon kai allon kollektivon.
Ayto kai mono mou dinei dynami kai sigoura to antitheto aytou pou ekfrazei to post sou.
Nai, mizeria kai dyskolies megales tsakizoun poly kosmo alla zeis stin athina. Stis megales polis i krisi einai pio viaii apo oti stin eparxeia. ki ekei pernane dyskola alla fenetai pos yparxoun perissoteres epiloges.
Olos o kosmos den tha "ksypnisei" apo tin vlakeia pou mas dernei alla kamposoi tha erthoun ligo sta isia tous ki alloi tha enrgopoiithoun teleios (giati pisteyo oti ena megalo provlima stin xora aftin einaipos oi anthropoi den exoun mathei na ftiaxnoun tin gnomi/douleia/poreia/lyseis tous )
oti eipe ki o/i aerosol pano kato...:)
«Δηλαδή, χρειάζεται να έχω διαβάσει ολόκληρη την ύλη του περιοδικού, για να μπορώ να σχηματίσω άποψη για την σοβαρότητα, την ποιότητα, το επίπεδο προβληματισμού και την αισθητική που σηματοδοτεί το θέμα Κωστόπουλος και ο τίτλος "ήμουν κι εγώ μαλάκας"; Δεν αμφιβάλλω ότι εσείς -ως συντακτική ομάδα, λέμε τώρα- το επιλέξατε και το βάλατε στο εξώφυλλο για να υποδηλώσετε τη σοβαρότητα και το κύρος του εντύπου, κι όχι για να κλείσετε το μάτι στο ίδιο κοινό που διάβαζε και τις παπαριές του Κωστόπουλου! Το άλλο, με τον Τοτό, το ξέρεις;»
Ολόκληρο ρητό υπάρχει: Don't judge a book by its cover. Αλλά ούτε καν αυτό δεν καλύπτει την περίπτωσή του, αφού ούτε το ίδιο το εξώφυλλο θα σου έδινε την άνεση να πεις τις σαχλαμέρες που λες. Για να πεις τις σαχαλαμέρες που λες χρειάζεται όχι μόνο να κρίνεις κάτι από τις εξωτερικές του ενδείξεις, αλλά και να είσαι τυφλός απέναντι στις ενδείξεις αυτές και να απομονώνεις μία.
Είσαι ανεπανάληπτα αστείος και σε αυτό σου το σχόλιο και στο προηγούμενο, όχι επειδή κάνεις επίθεση, αλλά επειδή κάνεις επίθεση σε έδαφος που υπάρχει μόνο στο μυαλό σου. Θες δηλαδή να την πεις; Πες ας πούμε ότι πάμε να κανιβαλίσουμε το πτώμα του Κωστόπουλου, ότι απευθυνόμαστε σε εκείνους που γουστάρουν να διαβάσουν για το γκρέμισμα του βασιλιά του λάιφ στάιλ. Αντ' αυτού εσύ λες ότι απευθυνόμαστε στο κοινό του Κωστόπουλου. Ό,τι να 'ναι. Συμβουλή για το μέλλον, όταν θες να κριτικάρεις αισθητικές και επίπεδα προβληματισμού δες πρώτα τι σκατά έχει μέσα το περιοδικό, ξεφύλλισέ το και διάβασέ το.
θα μείνω στην τελευταία φράση. Νομίζω ότι καί υπόσταση υπάρχει, καί αλήθεια, καί φως. Για τη συνέπεια, τη δική μας, τη συνέπεια όλων μας, αμφιβάλλω. Πόσοι από μας συμπεριφέρθηκαν σαν συνεπείς νομοταγείς πολίτες από τότε που ενηλικιωθήκαμε και ψηφίζουμε;...
Ξενικός
Oldboy, το κοινό που θα το γαργαλήσει η αποδόμηση -εσύ το λες κανιβαλισμό- του μεγιστάνα Κωστόπουλου είναι το ίδιο μ' εκείνο που διάβαζε ανελλιπώς τις παπαριές που έγραφε. Κι όταν λέω το ίδιο, δεν εννοώ απαραίτητα οι ίδιοι άνθρωποι, αλλά άνθρωποι της ίδιας αισθητικής και ενδιαφερόντων. Το ίδιο target group, που λένε. Αυτό το ξέρατε πολύ καλά, νομίζω, όταν διαμορφώσατε την ύλη. Είπατε να μην αφήσετε την ευκαιρία να πάει χαμένη.
Ωραίο κείμενο.
Όρεξη για μανούρα που έχουν μερικοί.
Επίσης, στα σημαντικά θέματα τώρα,
αν δεις το ''L'',
πάρε και ένα βαλεριάνα πρώτα.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home