Γράμμα στη Βιβή Χολέβα
Αγαπητή Βιβή, αμφιταλαντεύτηκα αν πρέπει να σου γράψω, αφενός επειδή παραμένω αμφίθυμος απέναντί σου (ή για να είμαι πιο ακριβής απέναντι στο μυθιστόρημα μέσα στο οποίο καταδικάστηκες να ζεις) και αφετέρου επειδή ξέρω πως ό,τι και να σου πω και ό,τι και να σου καταλογίσω θα είναι προϊόν βιαστικής ευκολίας: λίγος χρόνος, πρόχειρες λέξεις, ακατέργαστα πρώτα συναισθήματα και σκέψεις. Ό,τι και να σου πω και ό,τι και να σου καταλογίσω θα είναι άρα δυσανάλογο, αφού εσύ προέκυψες και ολοκληρώθηκες μέσα από μεγάλη δυσκολία: άφθονος χρόνος, άρτιες και συχνότατα λαμπρές προτάσεις, επεξεργασμένα τελικά συναισθήματα και σκέψεις.
Ωστόσο πέρασα τέσσερα βράδια μαζί σου και εξακολουθείς να τριγυρνάς στο μυαλό μου λίγες μέρες από τότε που σε τελείωσα, οπότε καταλήγω πως περισσότερο θα σε τιμήσω αν σε κατακρίνω, παρά αν προτιμήσω να σε αφήσω ασχολίαστη, σαν να πέρασες και να μην ακούμπησες. Ακούμπησες. Άρα αφού ακούμπησες, κουβαλάς κι αλήθεια μέσα σου.
Η βασική μου ένσταση αφορά τον τρόπο με τον οποίο κουβαλάς την αλήθεια. Αντιγράφω αυτό το χαρακτηριστικότατο απόσπασμα από το οπισθόφυλλο του βιβλίου: «Τι έχουν μωρέ τα δικά σας σακιά; Μια χρεωκοπία, έναν ξενιτεμένο, κατραπακιές της εφορίας, αποτυχία στον ΑΣΕΠ, μια κακιά πεθερά, έναν νευρασθενικό προϊστάμενο, ένα παιδί που πετάει μολότοφ, ένα τζάκι που ντουμανιάζει το λιβινγκρούμ, οισοφαγική παλινδρόμηση, υψοφοβία, κερατλίκια, ραγάδες στον πισινό. Για περάστε να ρίξετε μια ματιά στο δικό μου, να σας κοπεί ο βήχας». Ωραία, Βιβή, ανεξάρτητα από το ότι είναι λίγο σαν πορνογραφία της δυστυχίας το προσκλητήριό σου, έχεις δίκιο, μας κόβεται ο βήχας. Δεν μας κόβεται όμως διαβάζοντας τι τράβηξες στη ζωή σου, μας κόβεται ψάχνοντας να βρούμε σε 356 πυκνογραμμένες σελίδες, λίγες γραμμές στις οποίες να ήσουν ευτυχισμένη, έστω χαρούμενη, έστω κάτι λιγότερο από μίζερη. Κι εδώ υπάρχει μια βασική διαφορά, Βιβή. Όντως περιγράφεσαι ως ένας άνθρωπος τσακωμένος από παιδί με τη χαρά, όντως περιγράφεσαι σαν Πολιούχος Αγία της Μαυρίλας. Ακόμα κι έτσι όμως. Χρειάζονταν λίγα, ελάχιστα, παράθυρα, από όπου θα περνούσαν χαραμάδες φως, που δεν θα αναιρούσαν την μαύρη αγιοσύνη σου, αλλά θα σε καθιστούσαν κανονικό άνθρωπο, θα σε καθιστούσαν κάτι διαφορετικό από όχημα εκροής κατάθλιψης σε μεγαδόσεις. Είναι συνεπώς αληθινότατο και πειστικότατο το μαύρο που μας πετάς χωρίς οίκτο, χωρίς όριο και χωρίς τέλος στην μάπα, ωστόσο δεν μου μοιάζεις να μπόρεσες να ορθώσεις το ανάστημά σου και να διεκδικήσεις, όσο σχηματιζόσουν και γραφόσουν, κάποια δικά σου αναχώματα, κάποια δικά σου προσωπικά φίλτρα. Καταπλακώθηκες, ρε Βιβή.
Είδα, που λες, συμπτωματικά χθες μια ταινία για το «Ουρλιαχτό» του Γκίνσμπεργκ και κάνει ειδική αναφορά στον στίχο «who let themselves be fucked in the ass by saintly motorcyclists, and screamed with joy». Λογοκρίθηκε, Βιβή, η χαρά που ένιωσες στα δικά σου γαμήσια. Ή έστω η έλλειψή της. Λογοκρίθηκαν, Βιβή, συναισθήματα που ένιωσες όταν ο γιος σου ήταν μωρό, όταν ο γιος σου ήταν μικρός, όταν ο γιος σου μεγάλωνε. Και όχι, μην προσπαθείς να ισχυριστείς ότι ακριβώς θέμα του μυθιστορήματος ήταν όσα δεν είπες και δεν πρόσφερες στο παιδί σου. Για όσα ένιωσες μιλάμε, για όσα ένιωσες ακόμα και αν τα εμπόδιζες. Λογοκρίθηκαν παγωτά που έφαγες, ταινίες που μισοείδες, αστεία με τα οποία χαμογέλασες στην τελευταία μοναχική δεκαετία της ζωής σου. Με κουράδες ετοιμοθάνατων και μη μαγειρεμένο φαγητό την βγάζεις. Μονοκοπανιά και ξεροσφύρι.
Αγαπητή Βιβή, ακόμα και τον Σίσυφο μπόρεσαν να τον φανταστούν κάποιοι ευτυχισμένο. Εσένα μοιάζει δυσκολότερο. Εκπλήρωσες λοιπόν τον σκοπό σου. Εις βάρος της δικής σου αλήθειας.
Σε φιλώ. Φιλώ ιδίως τα κομμάτια σου που δεν μπόρεσαν να έρθουν στο φως, επειδή δεν κατόρθωσαν να επιβληθούν στην ανάγκη να δοθεί μορφή στο πηχτό σκοτάδι.
16 Comments:
Αγαπητέ Old Boy,
Διάβασα κι εγώ πρόσφατα το βιβλίο και οφείλω να ομολογήσω πως το βρήκα συναρπαστικό! Με κυνηγούσε κι εμένα η σκέψη της Βιβής για μέρες μετά. Όχι τόσο γιατί τη θεώρησα τραγική φιγούρα, αλλά περισσότερο λόγω του τρόπου με τον οποίο το πολέμαγε. Για μένα δεν καταπλακώθηκε (και αυτό το λέω με κάθε σεβασμό στην δική σου οπτική).
Πιστεύω απλά ότι όταν σου συμβαίνει κάτι τόσο τραγικό, όλη σου η ζωή παίρνει το χρώμα αυτής της μιας τραγικής στιγμής, αυτού του ενός μαύρου περιστατικού. Παύουν να έχουν σημασία όλα τα υπόλοιπα και πολλές φορές μάλιστα ΔΕΝ ΘΕΛΕΙΣ και να τα θυμάσαι, η χαρά δεν χωράει σε ένα τέτοιο σκηνικό.
Θα συμφωνήσω μαζί σου ότι ίσως θα έπρεπε. Όμως δεν ξέρω αν γίνεται. Και πίστεψέ με ξέρω ανθρώπους που "ζουν στο μαύρο" με λιγότερο δυνατές δικαιολογίες και δεν έχουν τη δύναμη να πιαστούν από πουθενά, όσα "λευκά" και να τους υποδείξεις γύρω τους. Δεν διαλύεται το σκοτάδι τόσο εύκολα. Ίσως η θετική οπτική τελικά να είναι χάρισμα με το οποίο γεννιέσαι, δεν ξέρω...
Κι όμως, φωτεινές στιγμές υπήρξαν για τη Βιβή και τον γιο της. Αυτές στη θάλασσα. Λίγες, απλές, μα σημαντικές. Η κορύφωση του μυθιστορήματος για μένα, που υποδηλώνει ακριβώς αυτό, ότι ακόμα και στο πιο πηχτό σκοτάδι, βρίσκεις πάντα λίγο φως, αρκεί να ψάξεις.
Χάρηκα πολύ με αυτό το ποστ σου. Η διαφορετική προσέγγιση είναι αυτή που κάνει το διάλογο ενδιαφέρον.
Φιλικές καλημέρες!
Πές τα "χρυσόστομε"
Μερικοί φαίνεται γεννήθηκαν 50 χρονών και ζούν μιά ατελείωτη κλιμακτήριο.
rs
Επιφυλάσσομαι να το διαβάσω.Ωστόσο,με
απόλυτο σεβασμό στο αμέσως πρώτο σχόλιο-και στην με πολύ τακτ και λεπτότητα διαφορετική προσέγγιση-τείνω να συμφωνήσω με τον όλντ.Επί της αρχής και μόνο,όπως είναι αυτονόητο
Αγαπητέ old,
Κι ύστερα μου λες γιατί σου γράφω, σάμπως λαμβάνω απάντηση;
Σε εννοώ, μόλις μπήκε η ταφόπλακα και σε αυτό. Ταφόπλακα που είχε μείνει αστοκάριστη από το Σουέλ. Και μάλλον σε λάθος άνθρωπο το στέλνεις το γράμμα, αλλά ας είναι.
Με χαιρετισμούς από τη θάλασσα,
gasireu
Επειδή έχω διαβάσει κι εγώ το βιβλίο της Ιωάννας Καρυαστιάνη, ομολογώ δεν με ενθουσίσε τόσο όσο το Σουέλ, θα συμφωνήσω με το πρώτο σχόλιο δηλαδή όταν βρεθείς αντιμέτωπος με μια τόσο άγρια κατάσταση το χρώμα εξαφανίζεται απο τη ζωή σου και τα βλέπεις όλα άσπρο και μαύρο. Βυθίζεσαι στο πρόβλημα και ο κόσμος σου περιστρέφεται γύρω απο αυτό το πρόβλημα. Και μόνο η λύση του προβλήματος μπορεί να φέρει τη λύτρωση μαζί με την "κάθαρση" της ψυχής.
Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα ομολογώ οτι η συγγραφέας δεν έκανε ιδιαίτερη προσπάθεια να "καμουφλάρει" την άγρια κατάσταση που θα ζούσε η Βιβή με αποτέλεσμα απο τα πρώτα κεφάλαια να είναι προφανές τι επρόκειτο να συμβεί...
«Πιστεύω απλά ότι όταν σου συμβαίνει κάτι τόσο τραγικό, όλη σου η ζωή παίρνει το χρώμα αυτής της μιας τραγικής στιγμής, αυτού του ενός μαύρου περιστατικού. Παύουν να έχουν σημασία όλα τα υπόλοιπα και πολλές φορές μάλιστα ΔΕΝ ΘΕΛΕΙΣ και να τα θυμάσαι, η χαρά δεν χωράει σε ένα τέτοιο σκηνικό».
«όταν βρεθείς αντιμέτωπος με μια τόσο άγρια κατάσταση το χρώμα εξαφανίζεται απο τη ζωή σου και τα βλέπεις όλα άσπρο και μαύρο. Βυθίζεσαι στο πρόβλημα και ο κόσμος σου περιστρέφεται γύρω απο αυτό το πρόβλημα».
Μ και Ανεργοι Δημοσιογράφοι, καταλαβαίνω τι λέτε, ωστόσο το μυθιστόρημα μπορεί να έχει ως κέντρο βάρους το συγκεκριμένο τραγικό περιστατικό αλλά αναφέρεται επίσης συνολικά στη ζωή της. Και η Βιβή είναι ζωγραφισμένη εξαρχής -και πριν το περιστατικό- με συγκεκριμένα χρώματα. Επαναλαμβάνω ότι η ένστασή μου δεν βρίσκεται στα χρώματα με τα οποία είναι ζωγραφισμένη. Και συμφωνώ Μ, ότι τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν και νομίζω πως έχω γνωρίσει κι εγώ κάνα δύο. Αλλά αυτή ακριβώς είναι η ένστασή μου: πως ακόμα και όταν τα βλέπεις όλα μαύρα, μέσα στη διάρκεια μιας ζωής είναι αδύνατο να μην υπάρχουν και φωτεινά διαλείμματα. Έστω ελάχιστης διάρκειας, έστω μικρής ισχύος.
rs, ανώνυμε και Gasireu, σκέφτομαι πάντως πως υπήρξα πολύ αφοριστικός στο ποστ και πως θα έπρεπε σε αντιστάθμισμα να τονίσω περισσότερο ότι παρά τα σημεία που με ενοχλούν, το βιβλίο έχει και πολλές αρετές.
Δεν το έχω διαβάσει ακόμα, το ξεκίνησα, μου άρεσε πολύ αλλά έπεσα σε κάτι άλλο. Συμπτωματικά σκεφτόμουν λίγες ημέρες πριν από το ποστ ποιοι μπορεί να είναι οι σύγχρονοι έλληνες κλασικοί στην πεζογραφία των ημερών μας και το πρώτο όνομα που μου ήρθε ήταν της Καρυστιάνη. Δηλαδή δεκτές οι αντιρρήσεις στα επιμέρους (εγώ έχω άλλη γνώμη αλλά δεν πειράζει) -το ζήτημα είναι πως γράφει με γλώσσα κατακτημένη, πράγματα, τα οποία έχουν υπόσταση και διάρκεια. (Ταυτόχρονα, βλέποντάς τη να μιλάει, αισθάνεσαι πως γράφει και με το σώμα της, πως τα γραπτά της την έχουν εξουθενώσει.)
Το σημαντικό είναι ότι οι περισσότεροι που διαβάσατε το βιβλίο, είδατε και τις φωτεινές πλερές αυτής της μαύρης ζωής. Εκείνη τα προσπέρασε, σαν πολλούς απο εμας που τονίζουμε τα σκοτεινά μας δωμάτια ενώ βγαίνουμε πολλές φορές στο ηλιόλουστο μπαλκόνι, έστω και για να πετάξουμε τα σκουπίδια, αλλά ήλιο δεν βλέπουμε.
Τhas, η αρχική μου πρόθεση ήταν να γράψω ένα ποστ πολύ πιο ισορροπημένο, όπου να εκφράζω μεν την έντονη αντίθεσή μου για την τελική αποτύπωση της ηρωίδας, αλλά ταυτόχρονα να τονίζω και την μεγάλη εκτίμησή μου για την «κατακτημένη γλώσσα» που γράφει για «πράγματα, τα οποία έχουν υπόσταση και διάρκεια». Στην πορεία μου βγήκε το ποστ σε πολεμική και δεν αντιστάθηκα στην πορεία που πήρε, αφού μου φάνηκε πιο ελκυστική και ίσως και πιο αληθινή, παρότι ταυτόχρονα και πιο άδικη.
Μarimar, λες «εκείνη τα προσπέρασε». Το θέμα είναι ότι τα προσπέρασε χωρίς καμία παρέκκλιση, τα προσπέρασε στον απόλυτο και ανεξαίρετο βαθμό.
@old boy, κατανοητά όλα. Το λέω γιατί, δεν ξέρω πώς, τα υπέθεσα όσα μου λες. Ίσως να βγαίνουν μέσα απ' το ποστ, ίσως να σε ξέρω πια κάπως καλά. :-)
Στη λογοτεχνια, οπως κ στη ποιηση, ισως και τη φιλοσοφια, σιγουρα στη μουσικη αλλα και στον κινηματογραφο,
υπαρχει μια λεπτη γραμμη
που διαχωριζει τη Μαυριλα απο τη Μιζερια.
Οταν διασχιζεται αυτη η γραμμη, εκπιπτουμε στη μιζερια και η μιζερια στη Τεχνη δεν αντεχεται
(Εχουμε μπολικη απο αυτη στη πραγματικη ζωη)
Οταν δε διασχιζεται, το αποτελεσμα ειναι θαυμασιο, τουλαχιστον εγω το απολαμβανω.
Πχ στη Λογοτεχνια, 2 συγγραφεις που ΔΕ διασχιζουν αυτη την γραμμη ειναι ο Μισελ Ουελμπεκ κι ο Τσακ Παλανικ.Και οι 2 συγκαταλεγονται στους αγαπημενους μου.
Στη μουσικη, ενα παραδειγμα:Οι CURE δε τη διασχιζουν τη γραμμη.
Ενω, Σχεδον ολοκληρη η ονομασθεισα "Εντεχνη" Ελληνικη μουσικη, που εκανε θραυση πριν λιγα χρονια στον φοιτητοκοσμο,
τη διεσχιζε.
Για αυτο και οι CURE
-η οι DEPECHE MODE, οι Portishead κλπ-
θα ακουγονται για παντα.
Ενω τα τοτε πχ τραγουδια του Κοτσιρα,οχι.
Δε ξερω αν η Καρυστιανη διασχιζει τη γραμμη, δεν το εχω διαβασει το βιβλιο.
Παντως, old, αν καταλαβες τι εννοω, πηγαινε να διαβασεις Ουελμπεκ η Παλανικ. Κι εκει θα δεις τη Μαυριλα να γινεται σχεδον διασκεδαστικη, αποφευγοντας τη μιζερια και τον συναισθηματικο εκβιασμο που ασκουν-χανοντας το λογοτεχνικο παιχνιδι-καποιοι συγγραφεις
(Η και μουσικοι η σκηνοθετες)
Thas, ή απλά είσαι ένας δεδηλωμένος πράκτορας του Καλού ;)
Celin, ενδιαφέρουσα η διάκριση που κάνεις ανάμεσα στη μαυρίλα και τη μιζέρια. Θα μπορούσε πάντως και η μιζέρια να είναι αντικείμενο για το οποίο μιλά ένα βιβλίο ή μια ταινία και αυτό είναι κάτι διαφορετικό από το να είναι μίζερο το βιβλίο ή η ταινία.
Celin, διαφωνώ μαζί σου κάθετα και εγκάρσια.
Ο Ουελμπεκ είναι ένα μηδενικό. Είναι ένα φαινόμενο μάρκετιγκ, το οποίο αυτοπροωθήθηκε επιτυχώς τα τελευταία χρόνια. Επειδή τυγχάνω γνώστης της γλώσσας του Μολιέρου, διάβασα στο πρωτότυπο το Particules Elementaires, ή Atomised όπως μεταφράστηκε στα αγγλικά, υποτίθεται το καλύτερο και πιο γνωστό βιβλίο του. Μία ατελείωτη πατάτα. Βγαίνει και βρίζει τη μάνα του, και μετά βγαίνει η μάνα του και δίνει συνέντευξη και τον βρίζει με τη σειρά της. Τον Κάλανικ δεν τον έχω διαβάσει και επιφυλάσσομαι, αλλά νομίζω ότι συγγραφείς σαν την Καρυστιάνη, τον Κουμανταρέα και τον Φακίνο είναι κλάσεις ανώτεροι από τον Ουελμπέκ. Δεν ξέρω αν παρακολούθησες τη βραδιά στο Γαλλικό Ινστιτούτο μεταξύ BHL και Ουελμπέκ, αλλά ο άνθρωπος είναι ένα απλό κατασκεύασμα. Τέσπα.
Τώρα για τη μουσική, αυτά που γράφεις είναι λίγο άδικα για την ελληνική ροκ σκηνή. Και βέβαια οι Cure και οι Depeche Mode είναι κορυφαίοι (συγγνώμη αλλά δεν συγκρίνονται με τον Κότσιρα, άλλο είδος μουσικής, είναι σαν να συγκρίνεις τον Χατζιδάκι με τη Lady Gaga) αλλά δεν είναι αυτός ο λόγος που θα ακούγονται για πάντα, αλλά επειδή ο στίχος τους είναι αγγλικός.
Η ελληνική γλώσσα έχει πάψει ήδη να μιλιέται από εμάς τους ίδιους, κάτι που εν πολλοίς οφείλεται και στην ξενολαγνεία μας και στην εμμονή κάποιων να βλέπουν καλό στο ξένο και μάπα στο εγχώριο, αν και η μουσική τέτοια σύνορα δεν γνωρίζει. Ίσως λοιπόν - και μακάρι- σε 100 χρόνια οι Cure να ακούγονται ακόμη, αλλά ταυτόχρονα κάποιοι θα παλεύουν "με ένα ζευγάρι λασπωμένες μπότες να σαλτάρουν πάνω από τη χλωμή τους μοίρα, κι εκείνη ανίκανη να τους γραπώσει θα βρίζει και θα σκούζει σα γερασμένη σκύλα, και θα τη ρωτάνε πως γίνεται να κάνει τάχα πως ζει, κάποιος ήδη νεκρός".
Old, νομίζω ότι όταν ένα γεγονός σαν κι αυτό σημαδεύει τη ζωή σου, ξεχνάς και τους οργασμούς σου, και τις χαρές σου και όλα γίνονται μαύρα. Άλλωστε έτσι γράφει η Καρυστιάνη. Δεν είναι ο Coluche.
Aνώνυμε, συμφωνώ ως προς το φράγμα και γενικότερα το ρόλο της γλώσσας, διαφωνώ όμως ως προς την εκτίμησή σου για τον Ουελμπέκ.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home