Ο Εννιά Σαρανταένα
Ο Εννιά Σαρανταένα καθυστερεί να φτάσει στο γραφείο του τέσσερα λεπτά και πενήντα έξι δευτερόλεπτα. Ταράζεται. Κανονικά δεν θα έπρεπε να ταραχθεί τόσο (είναι σχεδόν σίγουρος ότι κι άλλοι συνάδελφοί του θα έχει τύχει να πάνε καθυστερημένοι κάποια μέρα στην Υπηρεσία). Ταράζεται όμως τόσο επειδή τα τελευταία επτά χρόνια της απόσπασής του στην Υποδιεύθυνση Βυθού έρχεται ανελλιπώς στην ώρα του και κανείς (και πρώτα και κύρια ο ίδιος) δεν θα μπορούσε να του προσάψει το παραμικρό. Έως σήμερα.
Ξέρει βέβαια ότι στατιστικά δεν είναι πολύ πιθανό να παρουσιάστηκε πελάτης κατά το διάστημα της καθυστέρησής του, να βρήκε το γραφείο άδειο και να έφυγε, αλλά δεν υπάρχει και κανένας τρόπος να είναι βέβαιος. Και θα είναι φριχτή ασυνέπεια και αποτυχία εκ μέρους του να έλειπε την μοναδική φορά που θα είχε πραγματικά χρειαστεί να είναι παρών. Καθ' όλη την επταετία είχε επιμελώς αποφύγει να ασχοληθεί με το παραμικρό κατά τη διάρκεια του ωραρίου του, ακριβώς επειδή ήθελε όταν εμφανιζόταν ο πελάτης να βρίσκεται σε απόλυτη ετοιμότητα και να είναι απόλυτα διαθέσιμος. Έτσι καθόταν στο γραφείο του και περίμενε, περίμενε, περίμενε. Όταν σχολούσε πήγαινε να κοιμηθεί για να μαζέψει δύναμη για την επόμενη. Στον ύπνο του έβλεπε πάντα το ίδιο όνειρο: αντί να έχει τεταμένη την προσοχή του στο να περιμένει, αφαιρενόταν κι έκλεινε με δύναμη το ανοιγμένο δεξί συρτάρι του γραφείου. Ήταν ακριβώς ο κρότος του κλεισίματος που τον ξυπνούσε για να ξεκινήσει μια ακόμη μέρα δουλειάς. Αλλά απόψε είχε επιτέλους επιβληθεί στον εαυτό του και στον ύπνο του, κατορθώνοντας να μην παραμελήσει στιγμή το καθήκον του ούτε εκεί. Για πρώτη φορά σε ολόκληρο το όνειρό του περίμενε, περίμενε και μόνο περίμενε, χωρίς να υποκύψει στο συρτάρι. Η έλλειψη του κρότου όμως τον έκανε για πρώτη φορά και να παρακοιμηθεί.
Και τώρα κάθεται στο γραφείο του και περιμένει, περιμένει, περιμένει, χωρίς να ξέρει πια αν περιμένει άσκοπα, χωρίς να ξέρει αν ο πελάτης ήρθε κι έφυγε ενώ αυτός κοιμόταν.
Κι είναι αυτή η νεοαποκτηθείσα αμφιβολία που κάνει τα δέκα οκτώ εναπομείναντα χρόνια για την λήξη της απόσπασής του να φαντάζουν ξαφνικά πολλά.
Σκέφτεται να επαναστατήσει, σκέφτεται να σηκωθεί από την καρέκλα του, σκέφτεται να κλείσει το συρτάρι. Ίσως αν το κλείσει να ξυπνήσει από τον κρότο, να αποδείξει έτσι ότι ονειρεύεται κι όλα να ξαναγίνουν όπως πριν: πλήρη νοήματος.
11 Comments:
Καφκικό το τοπίο, του κειμένου και της φωτογραφίας. Αποπνικτικό. Ίσως να το σώζει λίγο η ειρωνεία κι ευτυχώς.
Η έμπνευση αποκλειστικά από την φώτο προήλθε;
Φουτουριστικό, θα έλεγα. Οργουελικό.
Η φαντασία σου πλούσια. Όπως πάντα.
Aποκλειστικά, Νovalis.
Eυχαριστώ, Τin Man.
Κάτι μεταξύ Brazil και του Κ. στον Πύργο του Κάφκα.
Σε προτιμώ σε πιο δικά σου κείμενα.
Μελλοντικό ίσως όμως όχι και τόσο μακρινό.
Μμμμμ.. ΩΡΑΙΟ!!!:-)))
Niemandsrose, κι αυτού του είδους τα κείμενα δικά μου είναι, αλλά καταλαβαίνω τι θες να πεις.
Με ιντριγκάρει να συνεχίσω να διαβάζω. Το βρήκα εξαιρετικό, νομίζω σα να έφαγα ένα μικρό χαστούκι στην αρχή (με την καλή έννοια :) )
martsnomans at hotmail dot com
KAFKA KAFKA KAFKA
Τα κείμενά σου μου δημιουργούν μια αίσθηση περίεργη...Με κάνουν να τα διαβάζω γρήγορα και μοιάζει το μυαλό να καθυστερεί να παρακολουθήσει τη ροή του κειμένου. Φτάνοντας στο τέλος αντιλαμβάνομαι ότι έπεται ...το κύμα. Είσαι καλός!
Ευχαριστώ πολύ.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home