Να σε σκοτώνουν χωρίς «επειδή»
Ανοικτά
της Λέσβου το Κονέκτικατ είναι άγνωστη
λέξη. Ανοικτά της Λέσβου
πνίγεσαι και πεθαίνεις έναν θάνατο που
δεν θα προξενήσει σκανδαλισμό στην
οικουμένη. Πεθαίνεις έναν θάνατο μετά
τον οποίο κανείς δεν θα σε αποκαλέσει
αγγελούδι. Δεν είσαι αγγελούδι, δεν
είσαι άγγελος, δεν είσαι καν φτωχοδιάβολος.
Είσαι σκέτο διάβολος. Δεν χωράτε όλοι
εδώ·
τώρα το έμαθες με τον οριστικότερο
τρόπο. Ας πρόσεχες, καλά να πάθεις, δεν
σε φωνάξαμε εμείς, ούτε ήρθαμε εμείς να
σου κατσικωθούμε στην κωλοχώρα σου.
Λαθραία έζησες, λαθραία μετανάστευσες,
λαθραία πεθαίνεις, λαθραία θα χωρέσεις
κάπου στην ειδησεογραφία. Πακέτο με τον
φράκτη του Έβρου που ολοκληρώθηκε για
να σε αποτρέπει από ξηράς. Με αυτόν
κάνεις καλύτερο σετάκι. Όχι με το
Κονέκτικατ. Κι ας συμβήκατε την ίδα
μέρα, κι ας είναι ο αριθμός των νεκρών
παραπλήσιος. Οι άνθρωποι με τους ανθρώπους
και τα ζώα με τα ζώα. Για το ότι κάποιοι
επιχαίρουν για τον πνιγμό σου δεν
χρειάζεται η επιστράτευση κάποιας
νοσηρής φαντασίας. Αρκεί να διαβάσει
κανείς σχόλια αναγνωστών κάτω από την
είδηση στα σάιτ. Αλλά
ευτυχώς τα ελληνόπουλα στο Κονέκτικατ
είναι σώα. Μια καλή είδηση μέσα στο
ζόφο της σφαγής. Την ακούμε συχνά για
να την εμπεδώσουμε. Καμιά πενηνταριά
συνολικά οι νεκροί σε Κονέκτικατ και
Λέσβο, αλλά μεταξύ τους ούτε ένας Έλληνας·
έστω και δέκατης πέμπτης γενιάς.
Φεύγοντας
από τις γενιές των Ελλήνων και πηγαίνοντας
στις γενιές των ανθρώπων, μερικές
χιλιετίες γνωστής ανθρώπινης ιστορίας
μας είχαν πείσει ότι ο άνθρωπος ως είδος
έχει κάποια δεδομένα χαρακτηριστικά,
μια γκάμα συμπεριφορών εντός της οποίας
κινείται. Ξέραμε ας πούμε πως υπήρχαν
πολλοί λόγοι για να κάνεις κακό στους
άλλους. Το να σκοτώνεις στο όνομα μιας
ιδεολογίας, το να σκοτώνεις για να
κερδίσεις εξουσία, το να σκοτώνεις
κάποιον που σου στέκεται εμπόδιο ή
κάποιον που μισείς, το να κάνεις κακό
για να κερδίσεις εσύ κάτι, έχει νόημα.
Το να σκοτώνεις όμως αγνώστους σου,
έτσι, χωρίς μια προφανή εξήγηση, συνιστά
μια πολύ πιο θεμελιακή άρνηση της ζωής,
κλονίζει τα ως τώρα παραδεκτά για τη
σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο. Παίρνω
τρία όπλα, φοράω ένα αλεξίσφαιρο γιλέκο
και σκοτώνω όσους περισσότερους προλάβω
πριν με σκοτώσουν: βρισκόμαστε σε άγνωστη
χώρα, βρισκόμαστε στο τέλος της επικράτειας
αυτό που ήταν κοινά παραδεκτό ως
ανθρώπινο. Ακόμη και οι απάνθρωπες
συμπεριφορές είναι υπό αυτήν την έννοια
ανθρώπινες. Απάνθρωπο είναι αυτό που
έκανε ο Μπρέιβικ, που σκότωσε δεκάδες
ανθρώπους για να στείλει ένα μήνυμα
ιδεολογικού μίσους. Αλλά το απάνθρωπο
μπορείς να το καταλάβεις. Αυτή η επιδημία
μαζικών δολοφονιών που έχει ξεσπάσει
τα τελευταία χρόνια δεν είναι απάνθρωπη.
Αυτή η επιδημία είναι σαν να ανήκει σε
ένα νέο είδους ανθρώπου.
Μπαίνω
σε ένα πανεπιστήμιο, σε ένα εμπορικό
κέντρο, σε ένα σινεμά, σε ένα σχολείο.
Και σκοτώνω, σκοτώνω, σκοτώνω. Όποιον
βρω μπροστά μου. Δεν έχουμε παραβίαση
του κοινωνικού συμβολαίου: βρισκόμαστε
σε χώρο που το κοινωνικό συμβόλαιο δεν είχε καν προβλέψει.
Οι κοινωνίες συγκροτήθηκαν πάνω στα
δεδομένα του τι είναι ο άνθρωπος και
εντός ποιών ορίων κινείται: φυσικά και
δεν μπαίνουν οι άνθρωποι να σκοτώνουν
παιδιά στα σχολεία. Αν έχουν ψυχολογικά
ή υπαρξιακά προβλήματα αυτοκτονούν. Αν
έχουν θέματα και με δικούς τους ανθρώπους
τους σκοτώνουν κι αυτούς. Αλλά ως εκεί.
Δεν κάνουν περιοδεία φόνων πριν
αυτοκτονήσουν.
Και
μάλλον είναι τελικά προτιμότερο να
σκοτώνεις τον άλλο επειδή έχεις κάτι
να κερδίσεις ή επειδή ο άλλος είναι
κάτι που μισείς, γιατί αυτό το επειδή
πολεμιέται, γιατί αυτό το επειδή συνιστά
-οσοδήποτε απεχθές κι αν είναι- ένα
νόημα, μια εξήγηση, έναν ειρμό, μια
αιτιολόγηση. Το να σκοτώνω όμως με αυτόν
τον μιμητικά επαναλαμβανόμενο τρόπο,
δεν συνιστά κάποια ατομική ψυχική
διαταραχή, συνιστά βασικά μια κοινωνική
ψυχική διαταραχή, είναι η ψυχή μιας
κοινωνίας κι ενός πολιτισμού (και μάλιστα
ενός πολιτισμού σαν τον αμερικάνικο
που έχει υπάρξει ο επιδραστικότερος
του πλανήτη εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες)
βαθύτατα διαταραγμένου.
Έχω
το μέσα, έχω τον τρόπο, ξεμπερδεύω από
ό,τι κάνει τη ζωή μου
αβίωτη, σκοτώνοντας όμως πρώτα κι άλλους πολλούς,
επειδή είναι κι αυτό πια κάτι που γίνεται,
επειδή κι αυτό ξέφυγε πια από τη σφαίρα
του αδιανόητου και μπήκε στη σφαίρα του
στατιστικά αναμενόμενου. Ο άνθρωπος ως
είδος ξεπέρασε κι αυτό το στάδιο. Τώρα
σκοτώνει τους ομοίους του κατά δεκάδες,
χωρίς να έχει ανάγκη να βρει και κάποιον
ειδικό λόγο, έτσι, επειδή έχει τα θέματά
του, έτσι, επειδή γιατί να παραμείνει
μόνος και στον θάνατο, αυτοκτονώντας
κάπου ήσυχα; Ας πάρει μαζί του όσα
περισσότερα εξάχρονα κι επτάχρονα
μπορεί. Ποτέ δεν είναι αργά για να
κοινωνικοποιηθείς.
Σαν
η διάκριση καλού κακού να έχει καταστεί
ανενεργή. Σαν αυτό που κάνουν να μη
συνιστά καν κακό, αλλά κάτι πέραν του
κακού. Σαν να έχουν ξεφύγει από οποιοδήποτε
αξιακό σύστημα, σαν να μη σκοτώνουν
ανθρώπους αλλά κάτι μη αληθινά αληθινό,
σαν όλα να είναι ψεύτικα, σαν όλα να
είναι ένας συνδυασμός απέραντης
εικονικότητας, απέραντης κενότητας
νοήματος και ταυτόχρονα ενός ανομολόγητα
απέραντου πόνου, που επιτέλους λαμβάνει
το αμετάκλητό του τέλος.
(Κείμενο γραμμένο για το Unfollow)
8 Comments:
“Πακέτο με τον φράκτη του Έβρου που ολοκληρώθηκε για να σε αποτρέπει από ξηράς.”
Οπότε και με τον φράκτη έχεις πρόβλημα, η ευαισθησία σου δεν εξαντλείται μόνο στους θαλασσοπνιγμένους. Εντάξει.
Ο Πλάτωνας είχε εξοβελίσει από την «Πολιτεία» τους ποιητές. Όλοι οι άλλοι χωράνε σε μια ιδανική πολιτεία, οι ποιητές όχι.
Όταν το άκουσα πρώτη φορά μου είχε κακοφανεί. Διαβάζοντας όμως τα κείμενά σου αρχίζω να καταλαβαίνω τη συλλογιστική του.
Ο πιο ύπουλος και ηθικά ασφαλής τρόπος να λιποτακτήσει ένας πολίτης από τα καθήκοντά του αναφορικά με την υπεράσπιση της συλλογικότητας στην οποία ανήκει, είναι οι συχνές και επαναλαμβανόμενες αναφορές στην ανθρώπινη υπόσταση του εχθρού. «Κι αυτόν μάνα τον γέννησε», «δεν φταίει σε τίποτα», «οι συνθήκες τον οδήγησαν να γίνει εχθρός σου», «έχει παιδιά να μεγαλώσει», «αν το καλοσκεφτείς δεν έχετε τίποτα να χωρίσετε οι δυο σας», «κοίταξέ τον βαθιά μέσα στα μάτια και πες μου αν σου πάει η καρδιά να τον αναχαιτίσεις» κλπ.
Είναι μια πρακτική που μπορεί να διαλύσει κάθε γραμμή άμυνας. Έναν τέτοιο να έχεις στις τάξεις σου δεν χρειάζεσαι άλλον, έχουν χαθεί όλα πριν ξεκινήσουν καν.
Κατά τα άλλα καλογραμμένο το κείμενο, αν ήμουν θηλυκό μπορεί μάλιστα και να σε ερωτευόμουν.
“Παρόλο και επειδή” στην εδώ αναδημοσίευση από τη δωδέκατη σειρά της πρώτης παραγράφου λείπει ένα γιώτα, το κείμενο είναι εξ ίσου σημαντικότατο με την αρχική δημοσίευση στο Unfollow.
Ο Άνθρωπος έχει εξελιχθεί τόσο ώστε έχει ξεχάσει τα βασικά χαρακτηριστικά που τον έκαναν από αγελαίο ζώο κοινωνικό. Μερικές φορές όμως τα ένστικτα της κυριαρχίας επιστρέφουν και ζητούν εκδίκηση.
Η ανθρώπινη ζωή μάθαμε μέσα στον ανταγωνισμό του κέρδους και της ατομικής προβολής (κοινωνικής και μιντιακής) ότι δεν αξίζει τίποτα. Ο κοινωνικός κανιβαλισμός έχει πολλές μορφές.
Ο χρήστης όπλων σε ένα σχολείο ή ένα εμπορικό κέντρο δεν είναι τίποτε διαφορετικό από τους διαφημιζόμενους επενδυτές τύπου Νταλάρα και Σόρος... Απλά οι τελευταίοι είναι νόμιμοι και βαφτίζονται "επενδυτές".
Προς τον Ανωνυμο -
γιατι αναφερεις τον Πλατωνα? Ντρεπεσαι να αναφερεις τους (πιο κοντινους σου ιδεολογικα) ναζι και την εξολοθρευση των μη αποδεκτων ποιητων?
Εκλεκτικες συγγενειες δεν πρεπει να κρυβονται..
Χριστος
αν ήμουν θηλυκό και αρθρογραφούσα σε ακριτική νησιώτικη εφημερίδα, θα στο'κλεβα. θα άλλαζα λίγο τίτλο: να σε σκοτώνουν χωρίς επειδή, αλλά όχι μες στα μούτρα μας.
Μα δεν το είπα ως απειλή. Επίσης μου επισημαίνεις οτι τα δυο άκρα δεν είναι ακριβώς ολόιδια, πράγμα που ήδη έχω παραδεχθεί δυο σχόλια πριν. Αν εσένα η μεταξύ τους διαφορά είναι τέτοια που σε οδηγεί το ένα κόμμα της μιας ακραίας παράταξης να το ανέχεσαι στη βουλή ενώ βρίζεις μόνο το άλλο, απλά σε εμένα και πολλούς άλλους δεν λειτουργεί έτσι. Και υπονόησα πως αν ήρθε η στιγμή ο καθένας να διαλέξει άκρο, ας είναι. Εδώ είμαστε να μετρηθούμε όλοι. Απλώς σε αυτή τη διαδικασία βρίσκω εξόχως υποκριτικό το ένα άκρο να κατηγορεί το άλλο για «ακρότητα».
"Το να σκοτώνεις ... κάποιον που σου στέκεται εμπόδιο ή κάποιον που μισείς ... έχει νόημα."
Πράγματι, σε πολλά από τα πρόσφατα Αμερικανικά "μακελειά" ο δράστης δεν είχε κίνητρο να σκοτώσει τα συγκεκριμένα θύματα -- εκτός ίσως από το ότι ήταν μέλη μιας κοινωνίας που μισούσε. Αλλά σε μερικές περιπτώσεις υπήρχαν πιο συγκεκριμένες αιτίες -- πχ ότι τα θύματα εργάζονταν ακόμα σε μια δουλειά που είχε πρόσφατα απολύσει τον δράστη.
Στο Κονέκτικατ η περίπτωση είναι πιο μπερδεμένη. Ο δράστης πίστευε ότι η μητέρα του ήθελε να τον βάλει σε κάποιο άσυλο, και ότι τον αγνοούσε (και δεν τον αγαπούσε) ενώ περνούσε τον ελεύθερο καιρό της σαν εθελοντής στο σχολείο που έγινε το μακελειό. Και του είχε πει, λένε μερικοί, ότι αγαπούσε τα παιδιά στο σχολείο, και είχε σε μεγάλη εκτίμηση τον ψυχολόγο και τον διευθυντή (που ήταν και τα πρώτα θύματα).
Γιατί γίνονται πιο πολλά μακελειά τώρα παρά παλιότερα; Πολλές οι θεωρίες. Εγώ συμφωνώ με αυτούς που καταδικάζουν τον κινηματογράφο και τα παιχνίδια βίντεο, που έχουν κάνει την ομαδική εξόντωση με αυτόματα όπλα μπανάλ.
Βαρετό κείμενο για μια ιστορία πανάρχαια όσο το βόλεμα εκείνου που τα διαπιστώνει με τρόπο που τα δείχνει πάντα νέα.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home