«Αυτό είναι το σωστό»
Ο δημιουργός του «Κυνόδοντα», Γιώργος Λάνθιμος, επαναλαμβάνει στις συνεντεύξεις του πως η ταινία του είναι «ανοικτή», ώστε να αφήνει τον θεατή να δίνει τις δικές του απαντήσεις. Στη θεωρία ωραία κι εύκολα είναι όλα αυτά. Και της μόδας. Πρέπει να δει όμως κανείς την ταινία για αντιληφθεί πόσο πολύ τα εννοεί, αφού δεν υποκύπτει ποτέ στον πειρασμό να πάρει θέση και να σε επηρεάσει συναισθηματικά. Και πρέπει να είναι κανείς πάρα πολύ συνειδητοποιημένος ως προς το έργο που θέλει να φτιάξει, ώστε να μην κρίνει τους ήρωές του: Ένα ζευγάρι έχει κρατήσει τα τρία του παιδιά (ηλικίας ήδη γύρω στα 25) εντελώς αποκομμένα από τον έξω κόσμο. Όλος ο κόσμος που έχουν ποτέ γνωρίσει είναι το σπίτι τους. Δεν έχουν δει καν εικόνες του έξω κόσμου. Το ζευγάρι έχει διδάξει στα παιδιά πως θα είναι έτοιμα να βγουν από το σπίτι μόνο όταν τους πέσει ο κυνόδοντας («ο αριστερός ή ο δεξιός, δεν έχει σημασία»).
Και για αυτό ακριβώς είναι και η ταινία γυμνή από μουσική (χρησιμοποιούνται μόνο ελάχιστα τραγούδια, κι αυτά όχι ως μουσική υπόκρουση έξω από την πραγματικότητα των ηρώων, αλλά ως κομμάτι της): επειδή στο σινεμά η μουσική είτε έτσι είτε αλλιώς είναι σχόλιο. Σε καλεί να συγκινηθείς, σου υπαγορεύει πώς να νιώσεις. Ακόμα και στις περιπτώσεις ταινιών που η μουσική χρησιμοποιείται αντιστικτικά, πάλι για «απ’ έξω» επέμβαση στο συναίσθημά σου πρόκειται.
Στον «Κυνόδοντα» εναπόκειται σε σένα –δίχως την παραμικρή σκηνοθετική, σεναριακή, μουσική ή δια του μοντάζ υπόδειξη- να κρίνεις ό,τι είναι να κρίνεις και να σκανδαλιστείς απ’ ό,τι είναι να σκανδαλιστείς. Οι ήρωές του πάντως δεν σκανδαλίζονται από την αιμομιξία, αλλά από μια λαθραία βιντεοκασέτα του «Ρόκι». Γιατί ο «Ρόκι» δείχνει εικόνες ενός άλλου κόσμου, ενώ το σώμα του συγγενή δεν παύει να είναι τμήμα του ήδη γνωστού.
Αν η οικουμενική συνθήκη όλων των οικογενειών είναι ότι οι γονείς προσπαθούν να επεμβαίνουν, ώστε ο έξω κόσμος να επηρεάσει τα παιδιά τους όσο το δυνατόν αργότερα κι όσο το δυνατόν λιγότερο, η συνθήκη της ελληνικής οικογένειας είναι πολύ πιο παρεμβατική από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Ο «Κυνόδοντας» δεν κάνει τίποτα άλλο από το να τραβά αυτή την συνθήκη ως τα άκρα της. Ως τα τόσο μεγάλα άκρα της που καθίσταται από κάθε έννοια αφύσικη. Κι όταν εσύ, ως θεατής, έρχεσαι αντιμέτωπος με έναν αφύσικα ακραίο κόσμο, έχεις δυο επιλογές: είτε να δεις αυτή την κατάσταση σε αντιδιαστολή με τη νορμάλ δική σου και να επαναπαυθείς, είτε, αντίθετα, να σε βοηθήσει αυτή η υπερβολική κατάσταση να φωτίσεις λίγο καλύτερα τη δική σου.
Παράδειγμα: ο πατέρας σκίζει τα ρούχα του και βάφεται με κόκκινη μπογιά. Παριστάνει ότι του επιτέθηκαν προκειμένου να πουλήσει στα παιδιά του ένα ακόμα παραμύθι. Και αναρωτιέσαι: είναι τελικά τόσο ακραία η σκηνή; Πόσες φορές δεν έχει τύχει γονείς να ορκιστούν κάτι –διαρρηγνύοντας τα ιμάτιά τους- προκειμένου να διαφυλάξουν την εικόνα τους ή να προστατεύσουν τα παιδιά τους από μια επικίνδυνη πληροφορία; Αντίστοιχα, πόσο πολύ απέχει το «σε προστατεύω από κάθε επαφή με τον έξω κόσμο», από το «σε προστατεύω από τον έξω κόσμο βρίσκοντάς σου με μέσο δουλειά»; Πόσο πολύ απέχει το «σου φέρνω γυναίκα στο σπίτι να ξεδώσεις», από το «έχω λόγο για το ποιος είναι το ταίρι σου»; Πόσο πολύ απέχει το «σου λέω πως θάλασσα ονομάζεται η πολυθρόνα στο σαλόνι», από το «σου λέω πως η τάδε συμπεριφορά ονομάζεται εντιμότητα ή, αντίθετα, ηλιθιότητα»;
Κι αν θελήσουμε να δούμε κι από άλλη ευρύτερα μεταφορική σκοπιά την ταινία, μας παρουσιάζει τις πρώτες ύλες με τις οποίες ασκείται η εξουσία: εξουσία σημαίνει να ορίζεις τους κανόνες του παιχνιδιού, να ορίζεις την έννοια των λέξεων, να ορίζεις ως που επιτρέπεται να κινηθεί ο εξουσιαζόμενος, να τρομοκρατείς, να παραπλανείς, να επιβραβεύεις, να τιμωρείς, να δημιουργείς συνθήκες ανταγωνισμού μεταξύ αυτών που εξουσιάζεις, να τους επιβάλλεσαι όχι τόσο σωματικά όσο πνευματικά, ώστε να σε υπακούν «με τη θέλησή τους».
Σε μια κεντρικής σημασίας σκηνή, ο πατέρας λέει στη μάνα ότι πρέπει να αφήσουν το γιο τους να διαλέξει ανάμεσα στις δύο δυνατότητες που του έχουν απομείνει. «Αυτό είναι το σωστό», συμπληρώνει. Ο «Κυνόδοντας» δεν είναι ένας κόσμος όπου το σωστό απουσιάζει, ούτε ένας κόσμος που στερεί την ελευθερία επιλογής από τα παιδιά. Είναι ένας κόσμος με διαφορετικό σωστό από το δικό μας, όχι όμως επειδή διαφέρει η αρχική κοσμοθεωρία (του όσο το δυνατόν μεγαλύτερου ελέγχου των γονιών πάνω στη ζωή των παιδιών), αλλά επειδή η κοσμοθεωρία αυτή τραβήχθηκε στα άκρα.
Σωστό είναι τέλος να πω, πως δεν μπορείς παρά να νιώσεις πάρα πολύ όμορφα, που μια τέτοια (σημαντική, διαφορετική, φρέσκια και γενναία) ταινία είναι ελληνική.
(Kείμενο γραμμένο για το ελculture)
2 Comments:
Δεν την είδα (ακόμα) την ταινία αλλά όλα όσα γράφονται γι'αυτήν και οι διακρίσεις που κουβαλάει μου έχουν κινήσει το ενδιαφέρον. Βέβαια έχουμε δεί πάμπολλες "πατάτες" που σπρώχνουν οι κριτικές και το αντίθετο. Η κριτική-παρουσίασή σου είναι εξαιρετική και διαφωτιστική. Ίδομεν.
Περνάει το μήνυμα διά της υπερβολής λοιπόν. Μια αντίστοιχη ταινία που χρησιμοποιούσε την ίδια τεχνική ήταν το "Η ψυχή στο στόμα" του Οικονομίδη. Εκείνο όμως ήταν πολύ βαρύ και πολύ μονότονο για να πω πως μου άρεσε.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home