Η προσβολή
Κοιτούσε ψηλά έναν άγιο γύρω από τον οποίο έκαναν τούμπες δυο λιοντάρια.
Τον κοιτούσαν από απέναντι κάτι γριες με το κανιβαλικό βλέμμα που απαιτούν οι περιστάσεις: θα κλάψει, πόσο θα κλάψει, ποιός συγγενής δίπλα του θα κλάψει περισσότερο, κι ύστερα, όταν άνοιξε το φέρετρο, το βλέμμα τους καρφώθηκε μέσα του, πώς έγινε έτσι, αχ, μα πώς έγινε έτσι, δεν σκοτώνει ούτε ο θάνατος την μακροχρόνια αρρώστια;
Στο υπερπέραν κοιτούσαν ψάλλοντας δυο παπάδες κέρινα ομοιώματα, ζωντανά πλέι μπακ, ρομπότ, ο βαθμός μηδέν της συγκίνησης και της συμμετοχής, το ωράριο της δουλειάς, το δημοσιοϋπαλληλίκι του λατρευτικού, η καθημερινή τριβή με το θάνατο ως αποκτήνωση και αποστασιοποίηση, μια βαθύτατη προσβολή για κάθε άνθρωπο που πεθαίνει: οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό - οτιδήποτε.
Στον καφέ κοιτούσε διασκορπισμένους τους φίλους του στα μακρόστενα τραπέζια. Ήταν πολλοί. Κάπως σωστά πρέπει να είχε ζήσει ως τώρα και κάπως αληθινά.
8 Comments:
Εμένα μόνο ο ήχος από το φέρετρο, να κτυπάει στους τοίχους του κλιμακοστασίου, έμεινε καθώς τον κατεβάζαν...
Ολα τα άλλα δεν τα θυμάμαι...
Από τότε δεν ξαναμπήκα σε ε΄κείνο το σπίτι... και δεν θα ξαναμπω...
μην σταματήσει το ανσασερ.. και πρέπει να κατέβω από τις σκάλες..
Ο θάνατος δεν σκοτώνει τους πεθαμένους.. σκοτώνει εμάς.. που μένουμε...στην κηδεία.
Μπα, καμιά προσβολή δεν είναι βαθύτατη εκείνη την ώρα. Αυτό που έχει σημασία είναι που ο ίδιος, είναι-επιτέλους-ησυχασμένος.
Πιο πολύ λυπήθηκα-παρά προσβλήθηκα-τον νονό μου-τον φίλο του, που κόντεψε να πέσει μέσα στο λάκκο, από την προσπάθεια να δει όταν άνοιξαν το καπάκι-γιατί δεν άφησα να το ανοίξουν καθόλου πριν, και δεν είχε έρθει να τον δει δυόμιση χρόνια στο νοσοκομείο.
Τέλος πάντων, ο καθένας έχει τα δικά του να πει.
Το ζήτημα είναι πως πονάει που βλέπεις πως μαζεύτηκαν όλοι αυτοί που έρχονταν κάθε χρόνο στη γιορτή του, για τελευταία φορά.
Μετά ξεχνάς. Ευτυχώς.
συνειρμικώς υφιστάμενος διαβάζοντας το post αυτό, ανακάλεσα ερήμην συνείδησης μια παράγραφο από "το πάρκο των ελαφιών", στις πρώτες σελίδες. Έρημος, φοίνικες, άμμος, περιγραφή τόσο αδυσώπητα φυσική, αυθόρμητη, πλήρης. Παράγραφος η οποία με εμπόδισε να συνεχίσω την ανάγνωση του μυθιστορήματος, τόσο από δέος, όσο κι από αδυναμία και κατανόηση του τι εστί συγγραφή και μυθιστόρημα. Κατόπιν, τότε, συλλογίστηκα τι εστί πια ισονομία στο ράφι των βιβλιοπωλείων για όσους γράφουν, εκδίδουν, είναι αποδεκτοί ως συγγραφείς. Πες πως είναι χτες, φίλτατοι καλή σας εβδομάδα.
Να σου πω κάτι; Για ένα πράγμα με παραδέχομαι, μια πράξη με ικανοποιεί απόλυτα από ό,τι έπραξα στη ζωή μου: το ότι επέμενα (και επέβαλλα) να εφαρμοστεί η επιθυμία του πατέρα μου, την οποία είχε εκφράσει επανειλλημένα σε συζητήσεις χαλαρές, ξέρεις, αυτές που γίνονται τα καλοκαιρινά βραδάκια στη βεράντα μετά το φαγητό. Ηθελε να παραστεί μόνο η στενή οικογένεια (γυναίκα, παιδιά και εγγόνια) στην κηδεία του -όταν θα γινόταν- κι έτσι έγινε. Μια κηδεία όμορφη χωρίς κραυγές, με διηγήσεις από φάσεις της ζωής μας, με λόγια και ανέκδοτα που έλεγε, χαλαρά. Ενας αποχαιρετισμός με αγάπη για τον άνθρωπό μας που έφυγε. Η θλίψη ήταν παρούσα βέβαια, αλλά ήταν μια γλυκειά θλίψη για το αναπόφευκτο του θανάτου. Εύχομαι να είναι και η δική μου κηδεία κάπως έτσι. Θα ήθελα να με αποχαιρετίσουν μεν, αλλά δεν θα ήθελα να λυπηθούν ιδιαίτερα, ούτε να αναγκαστούν να το παίξουν θλιμμένοι. Ετσι είναι.
(αν ήταν στο χέρι μου, θα εξαφανιζόμουν την ώρα εκείνη του θανάτου, να χαθώ, να μη ξέρει κανείς πότε έφυγα -αν ήταν δυνατό να μη ξέρει και αν υπήρξα)
-->> το να αποτελεί η κηδεία κοσμικό γεγονός συνάντησης συγγενών που αλληλοσιχαίνονται και "φίλων" που κουτσομπολεύουν, είναι απαίσιο πράγμα. Δυστυχώς, το παπαδαριό το θεωρεί σοβαρό έσοδο (μαζί με τους γάμους και τα βαφτίσια) και θα το διατηρήσει με νύχια και δόντια...
με εχει απασχολησει κι εμενα πολλες φορες το πως να φυγει κανεις με αξιοπρεπεια....η αποτεφρωση ειναι μια καλη λυση,αν δεν... προλαβω,κηδεια με... προσκληση, για να παραστουν οσοι θελω εγω να παραστουν.....
Υ.Γ.και μη ρωτησει κανεις ποιος θα στειλει τις...προσκλησεις!
αρκει η δικη μου κορη να κανει oooοοοοταν χρειαστει, οτι εκανε η rodia...
H βιομηχανία που εκμεταλλεύεται τον κύκλο της ζωής είναι πανίσχυρη.
Ελάχιστη διαπραγματευτική ισχύ έναντί της έχει ο άνθρωπος στις χαρές του, όπως διαπίστωσε πρόσφατα ο Μπόυ, μηδενική δε στις λύπες, όπως μόλις διαπίστωσα εγώ.
Όλα πρέπει να γίνουν σύμφωνα με τα προστάγματα της βιομηχανίας.
Πέραν της βιομηχανίας, πάντα θα υπάρχουν κάποιες κοινωνικές νόρμες, που ως νόρμες είναι βαθιά συνυφασμένες με την εκάστοτε και απανταχού κοινωνία (άρα με τον άνθρωπο) και συνάμα βαθιά απάνθρωπες.
Κάποτε, π.χ. επεβάλλετο να κλαίνε γοερά στις κηδείες, ιδίως οι γυναίκες. Σήμερα επιβάλλεται να μην κλαίνε. Αμφότερα τα επιβεβλημένα είναι εξ ίσου παράλογα.
Εμένα με εξέπληξα ευχάριστα που δεν έκλαψα. Δεν το ήθελε (δεδηλωμένα) αυτή που έφυγε.
Πάντα σκεφτόμουν με απελπισία ότι όταν θα ερχόταν η στιγμή που ήρθε, θα ήθελα να πλαντάξω, πράγμα αδύνατον δημοσίως στη σημερινή κοινωνία. Δεν χρειάστηκε όμως.
Ίσως αυτό επετεύχθη επειδή είχα ήδη κλάψει, και σίγουρα θρηνούσα σιωπηρά γι' αυτήν επί μακρόν, ως καταδικασμένη ζωντανή.
Ίσως πάλι να έχει να κάνει με το ότι νιώθω μάλλον εντάξει απέναντί της, και σίγουρα προλάβαμε και τα είχαμε πει όλα.
Πέποιθα, τέλος, ότι είναι αδύνατη η κατάργηση της Ύπαρξης.
πιθανό να θεωρηθώ βέβηλος, αλλά γράφω όντας τυπικά, με το "ρεύμα", νομοταγής, εάν έχω συνείδηση του ερχομού του τέλους μου, όποτε αυτό καταφθάσει, θα ήθελα να φύγω μαστουρωμένος υπό την επήρεια ενός άλφα-άλφα ποιότητας μπάφου διαρκείας και υπό την υπόκρουση αγαπημένης μου μουσικής. Κι όσες εικόνες και λέξεις έρθουν ανείπωτες κι άγραφες στο νου να τις πάρω μαζί μου. Όσοι εναπομείναντες εν ζωή με πλαισιώνουν κατόπιν αποχώρησης, θα προτιμούσα να φερθούν ωσάν να υφίσταμαι ως μη αντιληπτός γύρω του χώρου ταφής και να μην με εκνευρίσουν γιατί έτσι και μπορώ, θα τα κάνω όλα στην κυριολεξία γης μαδιάμ.
«Πέποιθα, τέλος, ότι είναι αδύνατη η κατάργηση της Ύπαρξης».
Αυτά είναι πέραν από κάθε αμφισβήτηση τα πιο αισιόδοξα και φωτεινά λόγια που έχω ακούσει ποτέ μου.
Τα έβαλα χωρίς την άδειά σου στο προφίλ του μπλογκ.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home