Ανταποκρίσεις απ' το βάθος της ύπαρξης
Μίμησις πράξεως μη σπουδαίας: Προφανώς και δεν μπορώ να σου εγγυηθώ ότι αν δεις το «Mια Χρονιά Ακόμα» θα έχει και σε σένα την επίδραση που είχε σε μένα. Σε αντίθεση με τους -αληθινούς ή πλαστούς- μονοδρόμους της πολιτικής, κανένας μονόδρομος δεν ξεκινά από το κινηματογραφικό έργο για να καταλήξει στην καρδιά του θεατή. Όσοι θεατές -και όσο διαφορετικοί είμαστε ο ένας από τον άλλο- τόσοι και οι διαφορετικοί δρόμοι που θα ακολουθήσει η κάθε ταινία. Το μόνο που μπορώ λοιπόν να σου πω, είναι ότι αν το δεις, υπάρχει ένα ενδεχόμενο να διασταυρωθεί και ο δικός σου δρόμος σου με το καλλιτεχνικό ήθος του Μάικ Λι, με τον τρόπο κινηματογραφικής προσέγγισης που έχει εξελίξει με τα χρόνια, με το βλέμμα του πάνω στην ανθρώπινη κατάσταση, και να βγεις από τον κινηματογράφο νιώθοντας κάτι σαν λύτρωση, κάτι σαν κάθαρση· κάτι σαν κάθαρση, μολονότι η ταινία ούτε τέτοιου είδους κατάληξη έχει ούτε ούτε τραγωδία είναι· και δεν είναι τραγωδία όχι μόνο γιατί δείχνει τη συνύπαρξη της ευτυχίας με τη δυστυχία, όχι μόνο γιατί όπως κι ο ίδιος επαναλαμβάνει σε αυτή την συνέντευξη η ζωή είναι ταυτόχρονα τραγική και αστεία (κι έτσι και οι ταινίες του συνοδεύονται σχεδόν πάντα από το χαρακτηρισμό «γλυκόπικρες»), αλλά και γιατί το έργο του Μάικ Λι είναι μίμησις πράξεως μη σπουδαίας. Φαινομενικά τουλάχιστον. Στο «Μια Χρονιά Ακόμη» δεν υπάρχει ιδιαίτερη πλοκή, δεν υπάρχουν μεγάλες ατάκες, δεν υπάρχουν κορυφώσεις. Οι κορυφώσεις του Μάικ Λι είναι καταδύσεις. Ανταποκρίσεις από το βάθος της ύπαρξης. Πετά όλα τα περιττά στην άκρη για να αναδείξει το ουσιώδες σε κάθε χαρακτήρα. Αν οι τραγωδίες απαιτούν μεγάλα μεγέθη, στο σινεμά του Λι όλα είναι σε μικρή κλίμακα. Παίρνει το μικρό, το τετριμμένο και απομυζεί από μέσα του το ουσιώδες και το αληθινό. Τραπεζώματα επι τραπεζωμάτων, ο τρόπος που οι άνθρωποι μπαίνουν στο σπίτι, ο τρόπος που βγαίνουν, ο τρόπος που χαιρετιούνται. Γεύματα επί γευμάτων και ούτε ένα κοντινό στα φαγητά. Επιτέλους δεν έχουν σημασία τα φαγητά, αλλά οι άνθρωποι γύρω από ένα τραπέζι. Ας γνωρίσουμε μερικούς από αυτούς.
- Τα τραπεζώματα τα κάνει ο Τομ και η Τζέρι. Το σχεδόν καρτουνιστικά -όπως ίσως υποδηλώνουν και τα ονόματά τους- ευτυχισμένο ζευγάρι που συγκεντρώνει γύρω του πολύ λιγότερο ευτυχισμένους φίλους και συγγενείς. Η Τζέρι το λέει κάπου στην αρχή: ήμασταν τυχεροί. Γιατί, για ζευγάρια σαν αυτό, δεν αρκούν μόνο δύο για το ταγκό. Χρειάζονται οι δυο τους και το τυχαίο, η τύχη να βρεθούν μαζί. Αν το δούμε και αντίστροφα, όταν ένας άνθρωπος την έχει μέσα του την προοπτική για σταθερότητα στη σχέση και για οικογενειακή γαλήνη, δεν θα αναποδογυρίσει τον κόσμο για να βρει εκείνον ή εκείνη που του ταιριάζει καπάκι. Θα κολλήσει στην σχέση του τη νεανική. Ο Τομ και η Τζέρι γνωρίστηκαν στο πρώτο έτος στο πανεπιστήμιο, την πρώτη τους μέρα. Αν είχαν γνωρίσει άλλους, μάλλον θα είχαν ζήσει πολύ λιγότερο ευτυχισμένοι. Ο εαυτός σου σου δίνει τις βάσεις για να διατηρείσαι πάνω από ένα επίπεδο, αλλά το από εκεί και πέρα, το πώς θα είναι η σχέση σου και η ζωή σου με τον άλλο, εξαρτάται και από τον άλλο και όχι μόνο από σένα.
- Ο αδελφός του Τομ, ο Ρόνι, έχει χάσει μόλις τη γυναίκα του και μαζί της τον προσανατολισμό του. Είναι αποσβολωμένος, είναι νεκροζώντανος. Έχει ένα χρώμα μολυβί. Η βουβή ένταση που μεταδίδει είναι υπεράνω περιγραφής. Σκηνοθέτης και ηθοποιός έχουν ζωγραφίσει μια εικόνα απίστευτης ακρίβειας και ευστοχίας, πρόκειται για ένα καλλιτεχνικό επίτευγμα φτιαγμένο με τα πιο ταπεινά υλικά. Ο Ρόνι κοιτάζει διαρκώς στο κενό. «Δεν ξέρω τι να κάνω τώρα». Μπορούμε για αυτόν να εικάσουμε ότι είναι μονόχνωτος, ότι η σχέση του με τη γυναίκα του δεν θα πρέπει να κολυμπούσε στη ζεστασιά. Τι κάνεις όμως όταν ζούσες μια ζωή με μια γυναίκα, που εκτός από τον τομέα της συντροφιάς σε φρόντιζε και πρακτικά;
- Ο γιος του Ρόνι είναι ένας δυναμίτης. Οργισμένος, ματαιωμένος, συμπεριφέρεται στα τριαντακάτι του σαν έξαλλος με τον πατέρα του έφηβος. Φταίει ο τρόπος που μεγάλωσε, φταίει ο εαυτός του; Φαύλος κύκλος.
- Ο Κεν. «Στα νιάτα του πρέπει να ήταν ωραίος άντρας», λέει η Μαίρη. Οι ηθοποιοί του Μάικ Λι μεγαλώνουν μαζί του και το μεγάλωμά τους αποτυπώνεται στις ταινίες του. Νά, στον «Γυμνό» πόσο λιγότερο αφημένος ήταν. Ο Κεν μπορεί να βγει στη σύνταξη, αλλά δεν έχει τι να κάνει. Περιγράφει και μια άλλη όψη του να μεγαλώνεις: μπορείς να βγαίνεις λιγότερο, η εποχή σου σε ξεπερνάει, η παμπ σου γίνεται μπαρ, ο κολλητός σου πεθαίνει. Ο Λι δεν χρειάζεται να σου πει μια πλαστή ιστορία για τον Κεν, δεν χρειάζεται να τον αναδείξει μέσα από μια πλοκή. Μεγαλώνει, χοντραίνει, πίνει, είναι μόνος. Αυτή είναι η ιστορία του σε εξέλιξη.
- Στο πρόσωπο της Ιμέλντα Στόντον έχει κατακαθίσει η σκόνη της κατάθλιψης μιας ζωής, μιας χρονιάς ακόμα, και μιας χρονιάς ακόμα, και μιας χρονιάς ακόμα κατάθλιψης. Θα μάθουμε λίγα για αυτήν, ωστόσο θα καταλάβουμε πως σε αντίθεση με τον Κεν και την Μαίρη, το δικό της πρόβλημα δεν είναι ότι τα χρόνια πέρασαν, αλλά ο τρόπος με τον οποίο πέρασαν. «Ποιά ήταν η πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής σου;» Δεν ξέρει να απαντήσει. Kαι αν η Στόντον είδε στη «Βέρα Ντρέικ» την ευτυχισμένη ζωή της να καταρρέει σε μια στιγμή, εδώ το πρόσωπό της είναι διαφορετικό, εδώ δεν έχουμε τη συνειδητοποίηση πως η ευτυχία τελειώνει, αλλά πως η συσσώρευση μιας ζωή δυστυχίας είναι κάτι παραπάνω από αφόρητη.
- Η Μαίρη. Κάτι τρέχει με την Μαίρη που επενδύει στους λάθος μεταχειρισμένους άντρες και στα λάθος μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, με την Μαίρη που επενδύει φαντασιώσεις σε ολοκαίνουρια μοντέλα αντρών, με την Μαίρη που δυσκολεύεται να βρει το μοντέλο που ταιριάζει στις δικές της ανάγκες. Η Μαίρη που έκανε όλες τις λάθος επιλογές, που εξαπατήθηκε και εξαπατούσε τον εαυτό της, η Μαίρη που όμως μέσα στην αφέλειά της πρέπει να πέρασε και ωραία στη ζωή της και που εκτός της επιπολαιότητάς της στερήθηκε και την τύχη που είχε ο Τομ και η Τζέρι. Η Μαίρη δηλαδή ούτε καμμένη από χέρι ήταν ούτε αυτοκαταστροφική. Κάηκε από το χρόνο. Και δεν βλέπω τι μας εμποδίζει να τη φανταστούμε μια χρονιά αργότερα; ευτυχισμένη. Συμφιλιωμένη με το κάψιμο του χρόνου μπορεί επιτέλους να κάνει μια σωστή επιλογή.
- Τα τραπεζώματα τα κάνει ο Τομ και η Τζέρι. Το σχεδόν καρτουνιστικά -όπως ίσως υποδηλώνουν και τα ονόματά τους- ευτυχισμένο ζευγάρι που συγκεντρώνει γύρω του πολύ λιγότερο ευτυχισμένους φίλους και συγγενείς. Η Τζέρι το λέει κάπου στην αρχή: ήμασταν τυχεροί. Γιατί, για ζευγάρια σαν αυτό, δεν αρκούν μόνο δύο για το ταγκό. Χρειάζονται οι δυο τους και το τυχαίο, η τύχη να βρεθούν μαζί. Αν το δούμε και αντίστροφα, όταν ένας άνθρωπος την έχει μέσα του την προοπτική για σταθερότητα στη σχέση και για οικογενειακή γαλήνη, δεν θα αναποδογυρίσει τον κόσμο για να βρει εκείνον ή εκείνη που του ταιριάζει καπάκι. Θα κολλήσει στην σχέση του τη νεανική. Ο Τομ και η Τζέρι γνωρίστηκαν στο πρώτο έτος στο πανεπιστήμιο, την πρώτη τους μέρα. Αν είχαν γνωρίσει άλλους, μάλλον θα είχαν ζήσει πολύ λιγότερο ευτυχισμένοι. Ο εαυτός σου σου δίνει τις βάσεις για να διατηρείσαι πάνω από ένα επίπεδο, αλλά το από εκεί και πέρα, το πώς θα είναι η σχέση σου και η ζωή σου με τον άλλο, εξαρτάται και από τον άλλο και όχι μόνο από σένα.
- Ο αδελφός του Τομ, ο Ρόνι, έχει χάσει μόλις τη γυναίκα του και μαζί της τον προσανατολισμό του. Είναι αποσβολωμένος, είναι νεκροζώντανος. Έχει ένα χρώμα μολυβί. Η βουβή ένταση που μεταδίδει είναι υπεράνω περιγραφής. Σκηνοθέτης και ηθοποιός έχουν ζωγραφίσει μια εικόνα απίστευτης ακρίβειας και ευστοχίας, πρόκειται για ένα καλλιτεχνικό επίτευγμα φτιαγμένο με τα πιο ταπεινά υλικά. Ο Ρόνι κοιτάζει διαρκώς στο κενό. «Δεν ξέρω τι να κάνω τώρα». Μπορούμε για αυτόν να εικάσουμε ότι είναι μονόχνωτος, ότι η σχέση του με τη γυναίκα του δεν θα πρέπει να κολυμπούσε στη ζεστασιά. Τι κάνεις όμως όταν ζούσες μια ζωή με μια γυναίκα, που εκτός από τον τομέα της συντροφιάς σε φρόντιζε και πρακτικά;
- Ο γιος του Ρόνι είναι ένας δυναμίτης. Οργισμένος, ματαιωμένος, συμπεριφέρεται στα τριαντακάτι του σαν έξαλλος με τον πατέρα του έφηβος. Φταίει ο τρόπος που μεγάλωσε, φταίει ο εαυτός του; Φαύλος κύκλος.
- Ο Κεν. «Στα νιάτα του πρέπει να ήταν ωραίος άντρας», λέει η Μαίρη. Οι ηθοποιοί του Μάικ Λι μεγαλώνουν μαζί του και το μεγάλωμά τους αποτυπώνεται στις ταινίες του. Νά, στον «Γυμνό» πόσο λιγότερο αφημένος ήταν. Ο Κεν μπορεί να βγει στη σύνταξη, αλλά δεν έχει τι να κάνει. Περιγράφει και μια άλλη όψη του να μεγαλώνεις: μπορείς να βγαίνεις λιγότερο, η εποχή σου σε ξεπερνάει, η παμπ σου γίνεται μπαρ, ο κολλητός σου πεθαίνει. Ο Λι δεν χρειάζεται να σου πει μια πλαστή ιστορία για τον Κεν, δεν χρειάζεται να τον αναδείξει μέσα από μια πλοκή. Μεγαλώνει, χοντραίνει, πίνει, είναι μόνος. Αυτή είναι η ιστορία του σε εξέλιξη.
- Στο πρόσωπο της Ιμέλντα Στόντον έχει κατακαθίσει η σκόνη της κατάθλιψης μιας ζωής, μιας χρονιάς ακόμα, και μιας χρονιάς ακόμα, και μιας χρονιάς ακόμα κατάθλιψης. Θα μάθουμε λίγα για αυτήν, ωστόσο θα καταλάβουμε πως σε αντίθεση με τον Κεν και την Μαίρη, το δικό της πρόβλημα δεν είναι ότι τα χρόνια πέρασαν, αλλά ο τρόπος με τον οποίο πέρασαν. «Ποιά ήταν η πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής σου;» Δεν ξέρει να απαντήσει. Kαι αν η Στόντον είδε στη «Βέρα Ντρέικ» την ευτυχισμένη ζωή της να καταρρέει σε μια στιγμή, εδώ το πρόσωπό της είναι διαφορετικό, εδώ δεν έχουμε τη συνειδητοποίηση πως η ευτυχία τελειώνει, αλλά πως η συσσώρευση μιας ζωή δυστυχίας είναι κάτι παραπάνω από αφόρητη.
- Η Μαίρη. Κάτι τρέχει με την Μαίρη που επενδύει στους λάθος μεταχειρισμένους άντρες και στα λάθος μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, με την Μαίρη που επενδύει φαντασιώσεις σε ολοκαίνουρια μοντέλα αντρών, με την Μαίρη που δυσκολεύεται να βρει το μοντέλο που ταιριάζει στις δικές της ανάγκες. Η Μαίρη που έκανε όλες τις λάθος επιλογές, που εξαπατήθηκε και εξαπατούσε τον εαυτό της, η Μαίρη που όμως μέσα στην αφέλειά της πρέπει να πέρασε και ωραία στη ζωή της και που εκτός της επιπολαιότητάς της στερήθηκε και την τύχη που είχε ο Τομ και η Τζέρι. Η Μαίρη δηλαδή ούτε καμμένη από χέρι ήταν ούτε αυτοκαταστροφική. Κάηκε από το χρόνο. Και δεν βλέπω τι μας εμποδίζει να τη φανταστούμε μια χρονιά αργότερα; ευτυχισμένη. Συμφιλιωμένη με το κάψιμο του χρόνου μπορεί επιτέλους να κάνει μια σωστή επιλογή.
(Κείμενο γραμμένο για το ελculture)
24 Comments:
"όταν ένας άνθρωπος την έχει μέσα του την προοπτική για σταθερότητα στη σχέση και για οικογενειακή γαλήνη, δεν θα αναποδογυρίσει τον κόσμο για να βρει εκείνον ή εκείνη που του ταιριάζει καπάκι"
Έτσι. Έτσι και χειρότερα. ;)
Αν κατάλαβα καλά ( που λέει ο λόγος, αφού είμαι άσχετος)
το έργο είναι μίμησης πράξεως σπουδαίας και τελείας
σκοπούσης στο ου μαθείν τι αλλά παθείν και διατεθήναι.
Αποφάσισα να το δω. Όχι γ’αυτό που κατάλαβα , αλλά
για να έχω την ευκαιρία να κρίνω βιωματικά , αν το έργο
είναι καλύτερο από το σχόλιο σου για το έργο, ή το σχόλιο
σου για το έργο είναι καλύτερο από το έργο.
(ξέρω πως δεν ενδιαφέρεται κανένας ιδιαίτερα αλλά) η εισαγωγή με καλύπτει απόλυτα, το σινεμά του Leigh αγγίζει (αν αγγίζει) τον κάθε θεατή εντελώς διαφορετικά. Προσωπικά, ποτέ δεν κατάλαβα γιατί ο Michael Leigh θεωρείται σημαντικός σκηνοθέτης. Ένας κινηματογραφιστής χωρίς σπουδαίες εικόνες, χωρίς σπουδαίες ιστορίες κολλημένος σε έναν απλοϊκό νατουραλισμό. Αν ήταν Έλληνας θα μιλάγαμε για τηλεοπτικής αισθητικής ταινίες, ένα διπλό επεισόδιο των Eastenders. Αλλά τελικά κανένας δεν βλέπει το ίδιο πράγμα οπότε I'll shut up now :)
Σωτήρη, να το δεις, θέλω να πιστεύω ότι θα σου αρέσει.
Auslaender, αντιγράφω από τη Wikipedia.
Leigh states, "I make very stylistic films indeed, but style doesn't become a substitute for truth and reality. It's an integral, organic part of the whole thing."
Kαι συνεχίζω να αντιγράφω στα της μεθόδου:
Leigh uses lengthy improvisations developed over a period of weeks to build characters and storylines for his films. He starts with some sketch ideas of how he thinks things might develop, but does not reveal all his intentions with the cast who discover their fate and act out their responses as their destinies are gradually revealed. Initial preparation is in private with the director and then the actors are introduced to each other in the order that their characters would have met in their lives. Intimate moments are explored that will not even be referred to in the final film to build insight and understanding of history, character and inner motivation.
The critical scenes in the eventual story are performed and recorded in full-costumed, real-time improvisations where the actors encounter for the first time new characters, events or information which may dramatically affect their characters' lives. Final filming is more traditional as definite sense of story, action and dialogue is then in place. The director reminds the cast of material from the improvisations that he hopes to capture on film.
Αλλά πέραν της προεργασίας, πέραν του τρόπου που δουλεύει, γιατί δεν είναι τηλεοπτικής αισθητικής οι ταινίες του; Γιατί πχ σε όλη τη «Μια Χρονιά Ακόμα» και στο μεγαλύτερο μέρος της «Βέρα Ντρέικ» δεν μας δείχνει ΤΙΠΟΤΑ το με την κλασική έννοια δραματικό. Καθημερινότητα, καθημερινότητα, καθημερινότητα και μάλιστα καθημερινότητα ΧΩΡΙΣ εξελίξεις, ΧΩΡΙΣ αυτό που λέμε πλοκή. Από τις σαπουνόπερες έως την αρχαία τραγωδία κάτι «πρέπει να γίνεται», κάτι το εξαιρετικό, κάτι το διαφορετικό, κάτι που θα γεννήσει την ιστορία. Στον Λι η ιστορία είναι η ίδια η ζωή και το εξαιρετικό είναι ό,τι λιγότερο εξαιρετικό. Στη Βέρα Ντρέικ η κόρη γνωρίζει έναν άντρα. Η «ιστορία» τους δεν έχει ανατροπές, δεν έχει κάτι το πικάντικο ή το διαφορετικό. Η ιστορία τους είναι ότι γνωρίστηκαν. Στο «Μια Χρονιά Ακόμα» δεν γνωρίζουμε καν την νεκρή γυναίκα του αδελφού του πρωταγωνιστή. Πρωτογνωρίζουμε τον αδελφό του πρωταγωνιστή μετά το μισό της ταινίας την μέρα που η γυναίκα του έχει πεθάνει. Δεν πρόκειται καν για την ιστορία ενός θανάτου, πρόκειται για την ιστορία ενός ανθρώπου που πέθανε η γυναίκα του. Για την ΜΗ ιστορία για την ακρίβεια: για την εικόνα του που έχει χάσει τη γη κάτω από τα πόδια του.
Οπότε τελικά τι πάει να πει μεγάλες εικόνες; Για μένα μεγάλες εικόνες οι εικόνες που τον δείχνουν σοκαρισμένο από την απώλεθα, μεγάλη εικόνα είναι η σκηνή που το πρόσωπο της Ιμέλντα Στόντον παγώνει στο Βέρα Ντρέικ, μεγάλη εικόνα είναι η σκηνή που το πρόσωπο της Ιμέλντα Στόντον είναι παγωμένο στο Μια Χρονιά Ακόμα: για αυτήν και αν δεν ξέρουμε τίποτα, αυτή και αν βγαίνει εντελώς εκτός πλοκής: Η ιστορία της είναι ότι έχει βαριά κατάθλιψη. Το δούλεψαν μαζί με τον Λι με τέτοιο τρόπο και σε τόση έκταση ώστε το πρόσωπό της να μεταδίδει μια πραγματικότητα πέρα από την ίδια, πέρα από την ιστορία της, μια εικόνα που να μεταδίδει την πραγματικότητα πάμπολλων καταθλιπτικών ανθρώπων.
Και τέλος σε τηλεόραση και σινεμά τα έργα έχουν συνήθως μια κατάληξη -πώς να το πω;- μονομερή. Αισιοδοξία ή απαισιοδοξία. Τέλος έτσι ή τέλος αλλιώς. Στο «Μια Χρονιά Ακόμα» γύρω από ένα τραπέζι υπάρχει ταυτόχρονα η αισιοδοξία και η απαισιοδοξία, η ευτυχία και η δυστυχία.
Οκ, μιας και έκανες τον κόπο να απαντήσεις ας συμπληρώσω τα παρακάτω:
-Το πια διαδικασία ακολουθεί ο κάθε σκηνοθέτης για την προετοιμασία της ταινίας του επέτρεψε μου να με αφήνει ανάλογα αδιάφορο με το αν ο Houellebeck γράφει σε Mac ή σε PC και αν ο Bob Dylan είχε χωρίσει με τη γκόμενα του όταν ηχογραφούσε το Blonde on Blonde ή όχι. Αυτό που απολαμβάνω (ή όχι) και "κρίνω" είναι το έργο. Αν ήμουν σκηνοθέτης, συγγραφέας ή μουσικός μπορεί η διαδικασία να ήταν σημαντικότερη.
β) Έχω δει τα Naked και Secret and Lies, μετά παραιτήθηκα. Αυτά τα έργα κάθε άλλο παρά μίμισης πράξης σπουδαίας και τελείας είναι. Όπως έγραψες, στα έργα του Leigh σπουδαίες πράξεις δεν υπάρχουν. Υπάρχει μια λαγνεία της καθημερινότητας της εργατικής τάξης και μια προσκόληση στην προσπάθεια δημιουργίας μιας αληθοφάνειας χωρίς τέχνη αρκετά υψηλή για να αναδειχτεί μια βαθύτερη αλήθεια. Δεν ειναι καν μίμισης όμως - είναι προσπάθεια, εκ προοιμίου καταδικασμένης, να μεταφερθεί η πραγματικότητα στο φιλμ.
Θα διαφωνήσω όμως στο θέμα της πλοκής - στο Secret and Lies πχ SPOILER ALERT η υπόθεση είναι μια μαύρη γυναίκα που ανακαλύπτει πως η πραγματική της μητέρα είναι μια μεσήλικη λευκή. Μια πλοκή που άνετα χωράει σε 3-4 επεισόδια του Coronation street. Οι ηθοποιοί έχουν βέβαια πιο πειστικές ερμηνείες, οι χαρακτήρες αυθεντικές προφορές και slang αλλά το αποτέλεσμα στα μάτια μου όχι πολλά βήματα ανώτερο. Συν του ότι οι σαπουνόπερες δεν έχουν αρχή και τέλος - όπως και οι ταινίες του Mike.
Η δε κάμερα του Leigh απλώς καταγράφει πρόσωπα σε μεγάλα κάδρα την περισσότερη ώρα - ακόμα και ο Χριστόφορος (Θεέ μου βόηθα) μερικές φορές είναι πιο εμπνευσμένος κινηματογραφιστής.
Για να κλείσω, για εμένα σπουδαίος σκηνοθέτης είναι ένας σκηνοθέτης που καταφέρνει να δημιουργήσει τον δικό του κόσμο-αυτό κατάφερε πχ ο Λάνθιμος με τον Κυνόδοντα και μέσα από μια εντελώς σουρεαλιστική και αναληθοφανή ιστορία προέβαλαν πολλές αλήθειες για την ελληνική οικογένεια και κοινωνία. O Leigh απλώς προσπαθεί να καθρεφτίσει τον υπάρχοντα -ματαιοπονία.
Προφανώς για "Άλλη μια χρονιά" δεν θα δω τη νέα ταινία του Leigh (συγγνώμη για το φτηνό λογοπαίγνιο), προφανώς την είδες και ευφράνθηκες, και οι δύο κερδισμένοι!
Nαι, οκ, προφανώς δεν προσπαθώ να σε πείσω για κάτι, όπως κι εσύ δεν προσπαθείς να με πείσεις. Ψιλοεξήγησα γιατί βρίσκω το σινεμά του πολύ διαφορετικό, ψιλοεξήγησες και συ γιατί το βρίσκεις ανέμπνευστο, όποτε όντως και οι δυο μας κερδισμένοι είμαστε :)))
Άσε που συμφωνούμε και για τον Κυνόδοντα :)
Οπότε τελικά τι πάει να πει μεγάλες εικόνες; Για μένα μεγάλες εικόνες οι εικόνες που τον δείχνουν σοκαρισμένο από την απώλεθα, μεγάλη εικόνα είναι η σκηνή που το πρόσωπο της Ιμέλντα Στόντον παγώνει στο Βέρα Ντρέικ, μεγάλη εικόνα είναι η σκηνή που το πρόσωπο της Ιμέλντα Στόντον είναι παγωμένο στο Μια Χρονιά Ακόμα
Και φυσικά η συγκλονιστική σκηνή (ένα πλάνο 8 λεπτών) της συνάντησης μάνας και κόρης στα Μυστικά και ψέματα και το πρόσωπο της Μπρέντα Μπλέθιν.
Auslaender, λες ότι «η δε κάμερα του Leigh απλώς καταγράφει πρόσωπα σε μεγάλα κάδρα την περισσότερη ώρα», για μένα όμως το ανθρώπινο πρόσωπο είναι η συναρπαστικότερη ιστορία.
(το κείμενο στο ελculture θα το διαβάσω αφού δω την ταινία)
Chien Andalu, και για εμένα ένα ανθρώπινο πρόσωπο μπορεί να είναι συναρπαστικό. Αλλά βλέπω πολύ πιο συνταρακτικά στην καθημερινή μου ζωή απ'ότι στις απομιμήσεις του Leigh.Στο σινεμά προτιμώ να βλέπω τη γιορτή της φαντασίας, όχι τη μάταια απόπειρα απομίμισης της ανθρωπότητας. Ενδιαφέρον πάντως το ότι αυτή η άποψη που εξέφρασες προέρχεται απο κάποιον με ψευδώνυμο-φόρο τιμής στο αριστούργημα 2 μεγάλων σουρεαλιστών :)
Πήγα και το είδα αντί για την άλλη μαζοχιστική επιλογή που είχα στις 7.30μμ(ξέρεις εσύ..)
Clueless...
Αυτή η λέξη επανερχόταν στο μυαλό μου βλέποντας το κενό βλέμμα του Ρόνι και ώριμη απελπισία της Μαιρυ...
Ο Ρόνι δεν ήταν έτσι λόγω της απώλεια της γυναίκας του.Απ'οτι είχαν συζητήσει πριν τον θάνατό της ο Κεν κι ο Τομ,έτσι ήταν κι όσο ζούσε εκείνη,και απλώς τον φρόντιζε.Τώρα,δίχως την φροντίδα της,λογικά ήταν ακόμα πιο εμβρόντητος,αλλά το γεγονός παραμένει οτι από χρόνια δεν είχε ιδέα ΓΙΑΤΙ ζούσε...
Όπως κι η Μαίρη,που το κάπως πιο νεανικό παρουσιαστικό της (σε΄σχέση με τις περισσότερες γυναίκες της ηλικίας της)δρούσε ανασχετικά στο να συμφιλιωθεί με τις πραγματικές δυνατότητες των επιλογών της βυθίζοντάς την ολοένα βαθύτερα στην απελπισία..
Ή ο Κεν,που προσπαθεί να δραπετεύσει απ το υπαρξιακό του κενό με όλους τους δυνατούς "ύπουλους" τρόπους,τρώγοντας,πίνοντας και καπνίζοντας ασταμάτητα...
Γιατί όμως αυτή η ανατομία της απελπισίας πρέπει να θεωρηθεί μεγάλο Σινεμά,ειλικρινά ούτε εγώ το καταλαβαίνω...Αν χαίρομαι που πήγα και το είδα στο κιν/φο είναι μόνο διότι δεν υπήρχε περίπτωση να ολοκληρωθεί η προβολή του στο σπίτι.
Την άλλη μαζοχιστική επιλογή προτίμησα να μην τη δω ούτε εγώ.
Πιο καλά τους διάβασες και τους τρεις ήρωες από μένα. Προσυπογράφω όσα λες για αυτούς.
Γιατί τώρα αυτή η ανατομία της απελπισίας να πρέπει να θεωρηθεί μεγάλο σινεμά; Γιατί -κατά τη γνώμη μου πάντα- α) το να φτάνει κανείς να μεταδίδει την απελπισία δεν είναι εύκολο, ούτε γίνεται αυτόματα, αλλά χρειάζεται να σκάβει βαθιά να τη βρει και β) γιατί αφενός και η ταινία στο σύνολό της με την προσθήκη των ευτυχισμένων ηρώων δεν δείχνει μόνο την μια όψη της ζωής, αλλά και αφετέρου οι τρεις που ανέφερες δεν είναι πομποί σκέτης απελπισίας, αλλά κάτι πιο σύνθετο.
Ίσως το ότι σε ενόχλησε τόσο να είναι ένα δείγμα πως η ταινία επιδρά και συγκινεί: άλλους θετικά, άλλους αρνητικά.
Νομίζω δηλαδή ότι δεν ήθελες να φύγεις επειδή ήταν μια κακή ταινία, αλλά επειδή ήταν μια ταινία που έδειχνε δυσάρεστες καταστάσεις.
όχι,δεν θελησα να φύγω,αλλωστε γνωρίζω από Mike Leigh...
Και ουτε φυσικά λέω οτι ηταν κακή ταινία...
Και φυσικά,συνήθως τα πιο σημαντικά πράγματα λέγονται υπόγεια ή στο σινεμά δεν λέγονται καθόλου,αλλά καθρεφτίζονται στο κενό βλέμμα του Ρόνι ή στη μεθυσμένη λογοδιάρροια της Μαίρη...
Ηταν μια καλή ταινία στο είδος της,που όμως δεν μου προσθέτει κάτι ή για να το πω κι αλλιώς,οι σκέψεις στις οποίες σε βάζει δεν σου ανοίγουν κάποιους ορίζοντες...
Οπότε,ναι,η ένστασή μου δεν είναι ακριβώς επειδή απεικονίζει δυσάρεστες καταστάσεις,αλλά επειδή δεν διαφαίνεται και κάποια ελπίδα ή λύση μεσα απ την απεικόνιση τους...
όπως συμβαίνει και στην Ζωή συχνά δηλαδή...
ΥΓ.έπιασες εξαιρετικά εύστοχα,οτι πέρα απ την ποιότητα και τις προσπάθειες που καταβάλλουν 2 άνθρωποι για να συνυπάρξουν χρειάζεται και Τύχη!
Και μέρος αυτής της Τύχης πιθανότατα είναι η δυνατότητα να αρκείσαι,να κατασταλάζεις,και να μην τινάζεις τις σχέσεις σου στον αέρα αναζητώντας το ανέφικτο Καλύτερο...
την είδα κι εγώ την ταινία χτες βράδυ και νομίζω πως είναι ένα δριμύ κοινωνικό σχόλιο.διαφορά χάους την χώριζε από τα κιν/κα previews-το υποτιθέμενο δράμα του άναρθρου βρετανού βασιλιά, τη φάρσα του πολιτικού ψεύτη, τις διαφημίσεις χαζοlifestyle που προηγήθηκαν.
στους αριστοτεχνικούς διαλόγους, αποκαλυπτόταν συνέχεια η υπόρρητη βία του καθενός για τον άλλο και για τον εαυτό του.στείροι κώδικες, ελάχιστη επικοινωνία, αυτιστικά συναισθήματα.κανείς δεν έμεινε αλώβητος σ'αυτήν την αφήγηση για τη σχέση των ανθρώπων με το χρόνο.κάποιοι δεν ήθελαν να θυμηθούν οτι δεν υπήρξαν για κανέναν, κάποιοι παρίσταν οτι υπήρξαν για κάποιους επειδή τα "έκαναν σωστά".μεγάλη ταινία.
Auslaender, κι εγώ θα έλεγα θεωρητικά ότι στο σινεμά προτιμώ να βλέπω ό,τι δεν βιώνω στην καθημερινότητά μου, όταν όμως βλέπω ταινίες τίγκα στον ρεαλισμό που με αρπάζουν από τα μαλλιά τότε κάθε θεωρητική διακήρυξη γίνεται κουρελόχαρτο. Όσο για το ιστώνυμο, δεν αποτελεί τόσο φόρο τιμής στον σουρεαλισμό ως κίνημα τέχνης όσο στον σουρεαλισμό με την «ευρύτερη» και πιο «καθημερινή» έννοια. Για να παραφράσω το αλήστου μνήμης προεκλογικό σύνθημα του ΓΑΠ, σουρεαλισμός ή βαρβαρότητα. :p
x, όσα λες για αυτισμούς και ελάχιστη επικοινωνία, περιλαμβάνουν και τον Τομ και τη Τζέρι; Αν ναι, διαφωνώ.
αν κάτι μ'αρέσει σ'αυτήν την ταινία, είναι οτι δεν προσφέρει καρικατούρες αλλά ανθρώπους-ούτε καλούς ούτε κακούς.όλοι τους έχουν κάνει επιλογές που καλούνται να αναστοχαστούν.η δική μου ερμηνεία για το "πετυχημένο" ζευγάρι, είναι οτι έχει φτιάξει ένα κουκούλι απο "εναλλακτικό" ύφασμα.συχνά είχα την αίσθηση οτι επιδείκνυαν το κατόρθωμα τους στα ναυάγια που τους περιστοίχιζαν.και στο τραπέζι όταν πέφτουν οι ερωτήσεις για το τί κάνουν, ο ένας ματαιώνει τον άλλο: τι κάνει ο σύζυγος?-ανοίγει τρύπες/τι καταφέρνει η γυναίκα του με τους ασθενείς της?-τίποτα.η Τζέρι δεν μοιράζεται ποτέ πραγματικά και ισότιμα στη σχέση της με τη Μαίρη, την αντιμετωπίζει μάλλον σαν περιστατικό.με μια αίσθηση που μυρίζει περισσότερο καθήκον παρά αγάπη.στους επίσης φοβερούς διαλόγους με τη νιόφερτη νύφη, είναι σαν να ανταλλάσουν "σημεία", και να ικανοποιούνται αμφότεροι που ανοίκουν στην ίδια ομάδα.σαν να πληρούν απλά την αντι(?)-σύμβαση.η ταινία προσφέρει εναύσματα για συζητήσεις, ακριβώς γιατί κινείται στα "γκρι": σε όλους αναγνώρισα κάτι δικό μου, αλλά και όχι ακριβώς.
Aναιρώ τη διαφωνία μου. Όχι γιατί δεν εξακολουθώ να πιστεύω περίπου τα αντίθετα απ΄όσα λες για το ζευγάρι, αλλά γιατί συμφωνώ ότι προσθέτει στην ομορφιά ενός έργου να υπάρχουν διαφορετικές αναγνώσεις των βασικών του ηρώων :)
το ωραίο είναι οτι η ταινία δεν γίνεται κυνική, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο της ανατροπής προς ένα καλύτερο αύριο για όλους, αρκεί να το αναλάβουν.
ναι, όπως λες ο καθένας μας θα κάνει τις δικές του ερμηνείες, θα προβάλει τα δικά του σχήματα.ο διάλογος μας βοηθάει σίγουρα να ξεκαθαρίζουμε τις σκέψεις μας.οπότε σ'ευχαριστώ για τα μίνι συμπόσια που στήνεις!
καλημέρα
Αγαπητέ κύριε Old Boy,
Επειδή το έργο το είδα μετά από δική σου προτροπή, θα ήθελα να σου ανταποδώσω ως αντίδωρο το τι κατάλαβε ένας άσχετος με τον κινηματογράφο. Με την εξής σημείωση όμως. Επειδή η αναφορά μου ( στο πρώτο σχόλιο πριν δω την ταινία) στον ορισμό του Αριστοτέλη για τη μύηση , έγινε ως λογοπαίγνιο σε κάποιες δικές σου λέξεις , ενδέχεται να είδα την ταινία προκατειλημμένος από αυτή τη “ματιά.”
Κατάλαβα ότι το έργο είναι μια πραγματική μύηση στην πραγματική ζωή.
Τέσσερις εποχές , δύο ηλιοστάσια ( γέννηση- θάνατος ) , δύο ισημερίες
( καθημερινότητα-(Ζωή)-καθημερινότητα ).
Δύο βασικούς χαρακτήρες ( το ζευγάρι )που μελετούν τη φύση , αποδέχονται την εξελικτική της διαδικασία ( ίσως μοιρολατρικά) και έχουν εξασφαλίσει τη μισή προϋπόθεση για την συν-ύπαρξη ( σχέση ) και την διαιώνιση της, χωρίς όμως να βιώνουν έντονες εκφάνσεις της. Αυτή δε η διαδικασία ( τρόπος ζωής) γίνεται περισσότερο αποδεκτή αν έχεις μάθει και πέντε γράμματα( το ζευγάρι , ο γιος τους και η νύφη , είναι πτυχιούχοι.)
Διάφορους χαρακτήρες που όλα τα πιο πάνω τα γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια και γεύονται το αλατοπίπερο της ζωής έντονα ( χαρά – απελπισία),
με όρους όμως που ανά πάσα στιγμή μπορούν να αντιστραφούν ( αν ο Κεν γνώριζε στο μετρό μια γυναίκα που έτρωγε πολύ, έπινε και κάπνιζε, μια χαρά ζωή θα ζούσαν – όταν η Μαίρη συνειδητοποιήσει και αποδεχθεί την ηλικία της , μια χαρά ζωή θα ζήση.)
Μου άρεσε δε ιδιαίτερα που ο σκηνοθέτης δεν χρησιμοποίησε ως μέσο εργαλεία
έντονα ,( ακραία ) φορτισμένες λέξεις και εικόνες , αλλά την ίδια μου την απλή ζωή,
ίσως θέλοντας να μου πει πως αν κατανοήσω και αποδεχθώ και την φυσική εξελικτική διαδικασία και τις ιδιαιτερότητες που προκύπτουν από τη μοναδικότητα μου , μια χαρά ζωή θα ζήσω την επόμενη χρονιά. Πρώτα ο θεός βέβαια .
Υ/Γ Τη μουσική της ταινίας που άρεσε πολύ στη γυναίκα μου , μπορώ να τη βρω ;
Σωτήρη, χαίρομαι πολύ που σου άρεσε και συμφωνώ με την ανάλυσή σου. Νομίζω -αλλά δεν παίρνω κι όρκο- ότι δεν κυκλοφορεί το σάουντρακ στην Ελλάδα. Ίσως να μπορούσε να το κατεβάσει κανείς και να στο στείλει.
O.K. θα το ψάξω. Thanks.
(και γαμώ τα αγγλικά μου)
Δημοσίευση σχολίου
<< Home