Eκλεκτικές Συγγένειες
1)
2)
&
ΑΝΑΒΑΛΕ ΓΙΑ ΛΙΓΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΣΟΥ, ΓΙΑ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ. ΙΣΤΟΡΙΕΣ, ΑΜΑΡΤΙΕΣ & ΜΕΓΑΛΑ ΛΑΘΗ («Οι σχολιαστές σημειώνουν σ' αυτό το χωρίο: Η ορθή αντίληψη ενός ζητήματος και η παρανόηση ενός ζητήματος δεν αποκλείονται αμοιβαίως». Φραντς Κάφκα, "Η Δίκη").
15 Comments:
ωραίος συνδυασμός, απαιχτουά! :)
Κάποια σχολαστικά από μνήμης, σχετικά με το 2:
η 'Midland Bank plc' λέγεται HSBC από το 1998,
η Lloyds TSB συγχωνεύτηκε πρόσφατα με την HSBC, το σύνολο κρατικοποιήθηκε μερικώς χτες,
η 'Westminster' λέγεται NatWest ('National Westminster') από τον καιρό που βγήκε το ρύζι. Εξαγοράστηκε επιθετικά κι απροσδόκητα από τη Royal Bank of Scotland το 1999, η οποία επίσης κρατικοποιήθηκε μερικώς χτες.
Όσο για το 1, ακόμα δεν μπορώ να το πιστέψω.
και τι έγινε που'παν αυτοί αυτά? όσοι τα'πιαν αυτά,
δεν είναι αφεντικά, ούτε καθοδηγητές, ούτε το άμεμπτον έχουν όπως ο Εφραίμ.
Γιατί τα βάζει αυτά ρε ο old, ποιος ο ΣΤΟΧΟΣ ?
never said never / φραγκοφονιάς
Τί λέει γι' αυτά ο ε-λώυερ?
Ασχημο πραμα η απολυτη πιστη σε μια ιδεολογια, οποια κι αν ειναι αυτη.
Λεπτομέρειες, Sraosha, ασήμαντες λεπτομέρειες. Άλλωστε το άρθρο του Ανδριανόπουλου είναι δέκα ημερών και. Αν το έγραφε σήμερα αυτή η παράγραφος θα είχε αποφευχθεί.
Άλλωστε στον σημερινό κόσμο της καλπάζουσας τεχνολογίας οι εξελίξεις τρέχουν και δέκα μέρες είναι ισοδύναμες με έναν αιώνααχαλίνωτης ανάπτυξης.
Αλλά έτσι είναι, αμέσως να πέσετε να τον φάτε τον αγαπητότατο, αμαθή όρνια - σοσιαλιστές, μετά Χριστόν προφήτες...
Η Λοϋντς με την Χαλιφαξ νομίζω (HBOS). Τα λαμόγια οι Άγγλοι βρίκαν ευκαιρία και αγόρασαν άλλοι μια σκωτσέζικη τράπεζα :-))))
spiretos72, έχετε δίκιο. Έκανα λάθος. Βεβαίως, οι ΣΚωτσέζοι έχουνε το πάνω χέρι, έτσι που ρούφηξαν τη NatWest σχεδόν εν μια νυκτί. Ααααχ, εκείνα ήτανε χρόνια, με τα aggressive takeover τους. Μετά ήρθε ο Χρουστσώφ...
Για το τρίτο σημείο, του Περλικού, δείτε την αντίκρουση εδώ. Τα "τεχνητά χαμηλά επιτόκια" θα ήθελα να είχαν βγει να τα πουν όσοι ανακάλυψαν πρόσφατα την νοσηρότητά τους τότε (και έπαψαν να ηρωοποιούν τον Greenspan πάρα πολύ πρόσφατα).
Καλύτερος ο Εγγονόπουλος:
ΠΟΙΗΜΑ Ή ΟΧΙ ΠΟΙΗΜΑ – ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΔΙΑΦΟΡΟ – ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΔΑΙΜΟΝΙΩΔΗ ΚΟΡΝΑΡΙΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΤΙ ΕΙΝΑΙ: ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΗ ΝΙΚΗ Ή ΜΙΑ ΣΥΝΗΘΗΣ ΑΝΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΡΩΜΙΟΣΥΝΗΣ
Η Λογική λατρεύει τα μακαρόνια. Η αλήθεια ετούτη συμπίπτει με την ανακάλυψη της φωτιάς. Κάλλιο, βέβαια, να μην είχαμε ούτε τη φωτιά, που αναφέραμε, ούτε την αλήθεια. Κάλλιο απλώς να υπήρχαμε. Συχώρεση, το λοιπόν, αρχόντοι μου και προεστοί στο πνευματικό μας Δυρράχιο, αν είν’ ο τίτλος ένα τέτοιο μακρυνάρι.
Θα πρέπει τώρα να συνεχίσω την έμπνευση. Πώς όμως αυτό μπορεί να γίνει στα καλά καθούμενα. Δεν έχω δυστυχώς το αξιοθαύμαστο χάρισμα των ελλήνων πεζογράφων, έτσι οπού συμπλησιάζουν εναυσματικά τις λέξεις, αναπτύσσοντας άνεμο, διανύοντας με ένα παλιό φορτάκι τη γραμματική, στο χασαπιό «Η Σύνταξη» κόβοντας, με αφάνταστη γρηγοράδα, τα κρέατα, πάνω στο αδιάσειστο κούτσουρο. Κι από άλλη άποψη, συγχρωτίζοντας τις πουτάνες τις φράσεις ωσάν λουλούδια-ερπετά. Τι θα μπορούσα να προσθέσω, μάγκα μου, σ’ αυτό το σημείο; Α, ναι. Συχνότατα, λοιπόν, αυτοί οι άνθρωποι, που ονομάζονται ρωμαίοι πεζογράφοι, μου θυμίζουν ευάρεστα τις εργαζόμενες μ’ ένα πάμφθηνο μπλουζάκι στα ζαχαροπλαστεία, για το ρημαδιακό το μεροκάματο, την ώρα οπού συσκευάζουν ένα κάποιο πακέτο με γλυκίσματα, τυλίγοντάς το με στιλπνότατη χρωματιστή κορδέλα, προσεχτικά και με τέτοια προσήλωση –σαν άσκηση θα έλεγα ενάντια στο άγχος-, μη παραλείποντας, βέβαια, εκείνη την έσχατη αισθητική λεπτομέρεια: να χτενίζουν ελαφρά προς τ’ απάνω τις άκριες της πειθαρχημένης γεωμετρικά κορδέλας –τον υποτυπώδη φιόγκο- με σίγουρο μαχαιράκι, για να πάρουν έναν οπτικά ευχάριστο τόνο σγουράδας. Η Λογική… Βασικά, λατρεύω και εγώ τη θάλασσα. Το μυαλό μου δεν έχει –να πάρει ο διάβολος- τίποτα για χτίσιμο. Να τραγουδήσω κατιτίς; - αλλά δεν υπάρχει πεντάγραμμο. Ναν το ρίξω στη στόχαση; Να σας πω, παραδείγματος χάρη, τι εννοώ λέγοντας ενίοτε πως πρέπει να μεταβάλλουμε σε θεολογία το περπάτημα; Ή να σας πω το άλλο που κάποτε μου συμβαίνει: να βγάζω το κεφάλι μου έξω απ’ τα ηλίθια τ’ αστέρια, χαζεύοντας τη στυμμένη λεμονόκουπα που κρατεί στα χέρια του ο αρχαίος φιλόσοφος Αναξίμανδρος. Βρίσκομαι πάντως στο μικρό μου ησυχαστήριο. Τις περισσότερες ώρες κοιμάμαι. Κατ’ αυτό τον τρόπο γλιτώνω την ύπαρξη. Δεν έχει κανένα τέταρτο που ξύπνησα. Πίνω τον πρώτο μου καφέ στο μεγάλο ποτήρι. Θα ’ναι δέκα και – η ώρα -, κι απ’ έξω, φαντάζομαι, θα μαίνεται κιόλας η εκμετάλλευση. Για σκέψου –λέω- υπάρχω και σήμερα, με το τίποτα, με το φακόσπυρο. Πώς τα κατάφερα να πιάσω κι άλλο ένα εικοσιτετράωρο… Σ’ αυτό τον κωλότοπο. Με τα γαλάζια κατάγματα του αχρείου Παρθενώνα. Με δούρειες πρασινάδες τύπου Πασόκ. Αυτό το λέω, βέβαια, γιατί είμαι αναρχοκομουνιστής. Αλλά μιας προσωπικής μου θεωρίας. Ή σωστότερα διασχίζοντας την έκφραση: μη-θεωρίας. Εμ, τι ρε μάγκα, παίζουμε; (Χειροτερεύω. Παραλιγάκι να γράψω: Χειροκροτήματα). Λίγο θέλει τώρα να ανοίξω το ραδιόφωνο, αλλά βαριέμαι να απλώσω το χέρι μου. Σας είπα, όμως, το τελευταίο μου ποίημα; Μη στραβομουτσουνιάζετε, είναι μικρούλικο: Βλέποντας και εγώ την όμορφη τιποτιέρα το σύμπαν /με ένα λόφο μαύρα δροσερά τίποτα στο κρύσταλλό της /όπως ο χρόνος ήτανε γερμένος / στην κατάσταση που ονομάζουμε Αύγουστο /γυρεύοντας ο έρμος άπλωσα και εγώ ένα τίποτα /οπού συνήθισα να το λέω χέρι μου. – Δεν είναι τρέλα; Μα όμως πλησιάζει το δελτίο, να ανοίξω το ράδιο, να ιδούμε τι έγινε στο Αφγανιστάν. Επικράτησε το φιλοσοβιετικό πραξικόπημα. Εμ, τι ρε μάγκα, παίζουμε; Ακολουθεί στη συνέχεια δημοτική μουσική… Θρήνος μεγάλος, γίνεται μέσα στο Μεσολόγγι, /το Μάρκο παν’ στην εκκλησιά, το Μάρκο πάν’ στον τάφο. /Ξήντα παπάδες πάν’ μπροστά και δέκα δεσποτάδες, /κι από κοντά Σουλιώτισσες… Το μεγαλύτερο ελάττωμα της ζωής (π’ ανάθεμά την) είναι που είν’ αδιάκοπη η αθεόφοβη.
Υστερόγραφο:
Ανακάλυψα την περασμένη εβδομάδα μερικές ανομοιότητες που υπάρχουν ανάμεσα στο Marx και στον Μπακούνιν. Θα ’θελα ναν τις αναφέρω την ώρα τούτη για κάθε ανθρώπινη χρήση. Πρώτη ανομοιότητα: Ο Marx έκανε συλλογή γραμματοσήμων. Ο Μπακούνιν έκανε συλλογή χαρτοσήμων (αυτό το χόμπι δεν το είχα ξανακούσει). Δεύτερη: Ο Marx ήτανε μεγάλος μυθιστοριογράφος, που έπαιρνε πάντα το υλικό του απ’ την πραγματικότητα. Ο Μπακούνιν ήτανε μεγάλος ποιητής, με εκρηχτική φαντασία, μα όμως αφόρητα φλύαρος. Τρίτη: Ο Marx είν’ ένας άνθρωπος εξαιρετικά διάσημος. Ο Μπακούνιν είν’ ένας άνθρωπος αφαιρετικά διάσημος. Τέταρτη: Από μουσική άποψη, ο Marx ομοιάζει με Berlioz, ο Μπακούνιν με Bruckner. Πέμπτη: Από ζωγραφική άποψη, ο Marx ήτανε κάτι σαν το Cezanne,* ο Μπακούνιν φτυστός ο Van Gogh. Έκτη ανομοιότητα: Ο Marx ήτανε (παρ’ όλο που και εβραίος) άνθρωπος της Ευρώπης. Ο Μπακούνιν ήτανε ασιάτης. Έβδομη: Ο αφάνταστος Marx έβαλε στο χέρι του Λένιν ένα σημείωμα με μακρουλές προθεσμίες. Ο ευφάνταστος Μπακούνιν έβαλε στο χέρι του Λένιν ένα απριλιάτικο δαυλί της Ρουσίας. – Το μόνο κοινό που είχαν εκείνοι οι δυο άνθρωποι, ο Κάρολος Marx και ο Μιχάλης Μπακούνιν, ήτανε βέβαια οι γενειάδες τους. Τελικά, την πιότερη στον αιώνα μας οικουμενική επαλήθευση την κατάφερε ένας παράμερος άνθρωπος της τοτινής εποχής, με χοντρουλό και φουσκωτό μουστάκι, κι όχι ο Marx ή ο Μπακούνιν (αν και με τις τόσο επίκαιρες γενειάδες τους). Το λοιπόν εκείνος ο παράμερος άνθρωπος έγραψε με κάτι φοβερά ορνιθοσκαλίσματα στο κούτελο της ανθρώπινης μοίρας τις πιο γερμανικές λέξεις που υπάρχουν στον κόσμο και στο γαλαξία μας: θέληση για δύναμη.
*Ενδιαφέρει η πραγματική πραγματικότητα και όχι η νομιζόμενη πραγματικότητα.
Tάλω, ωραίο ως αφήγημα το σχόλιό σου. Σπανίζουν οι καλές αφηγήσεις, όσο πασέ κι αν είναι, κι ας μην κόβεται το χούι σου με τα παραπλανητικά λινκ ;)
Στο ΚΚΕ το λένε "αδυναμίες και παρεκκλίσεις" και στους νεο-φιλελευθερους το "μεικτό σύστημα". Κανεις τους δε παραδέχεται την κατάρευση αυτών που υποστήριζαν.
Δε μασάμε πια. Τέρμα τα φούμαρα
εν μερει ασχετο αλλα ηθελα να το σχολιασω: ο ανδριανοπουλος υπονοει οτι η Μπερ Στερνς ή η Μεριλ Λυντς δεν ηταν μεγαλη ή γνωστη?
Άβυσσος το μυαλό του Ανδρέα :)
Δημοσίευση σχολίου
<< Home