Τετάρτη, Οκτωβρίου 05, 2011

Eυθιξία

«Ο χωρισμός» ξεκινά με το Ναντερ και τη Σιμίν, ένα ζευγάρι μεσοαστών, ενώπιον του δικαστή. Η Σιμίν έχει ζητήσει διαζύγιο. «Επιτρέπεται μόνο αν πίνει, σε χτυπάει ή δεν σου παρέχει τα αναγκαία». Η Σιμίν εξηγεί ότι τίποτα από αυτά δεν συμβαίνει. Είναι καλός άνθρωπος. Για την ακρίβεια κι εκείνη θέλει να ζουν μαζί, κι εκείνος θέλει να ζουν μαζί. Ωστόσο εκείνη θέλει να φύγουν από τη χώρα (μαζί και με την εντεκάχρονη κόρη τους), ενώ εκείνος θέλει να μείνουν στη χώρα. Είχαν συμφωνήσει ότι θα φύγουν και τώρα οι βίζες τους έχουν εγκριθεί μετά από χρόνια. Αλλά στο μεταξύ ο πατέρας του έπαθε αλτσχάιμερ και δεν θέλει να τον αφήσει. «Μα δεν καταλαβαίνει τίποτα πια». «Δεν έχει σημασία, καταλαβαίνω εγώ». Κατά τη διάρκεια της ταινίας θα υπάρξει εξέλιξη στα του χωρισμού τους, ωστόσο η ταινία δεν επικεντρώνεται σε αυτόν ούτε είναι αυτός η μοναδική πηγή ενδιαφέροντός της. Στην ταινία εμπλέκεται ένα ακόμα ζευγάρι, φτωχό αυτή τη φορά, που έχει ένα μικρό κοριτσάκι. Η γυναίκα είναι έγκυος και αν εξετάσουμε το έργο από πλευράς δομής, έχουμε ουσιαστικά οκτώ πρωταγωνιστές στη σκηνή να αλληλοεπηρεάζονται: τα δυο ζευγάρια με τα προβλήματά τους (τόσο τα μεταξύ τους, όσο και το ένα με το άλλο), τις δύο κόρες να τα υφίστανται, και το μοιραίο «ζεύγος» που αποτελεί τον εν πλήρει και αντικειμενική αγνοία του καταλύτη όλων των εξελίξεων είναι δύο άνθρωποι «μισοί»: ένα έμβρυο που θα είναι πλήρης άνθρωπος κάποια στιγμή στο μέλλον και ένας παππούς που ήταν μια ζωή πλήρης, αλλά τώρα ό,τι συνιστούσε την προσωπικότητά του τον έχει εγκαταλείψει σχεδόν ολοκληρωτικά κι έχει απομείνει από αυτόν μόνο το κέλυφός του.

Το τέχνασμα: Όπως ακριβώς συνέβαινε στην προηγούμενη ταινία του Φαραντί, το «Τι απέγινε η Έλι», έτσι κι εδώ διανύουμε σημαντικό τμήμα του έργου χωρίς να έχουμε ψυλλιαστεί πού το πάει και πού θα οδηγήσει η ως εκείνο το σημείο μη επεισοδιακή καταγραφή της πραγματικότητας. Τότε στην καρδιά των δύο ταινιών εγκαθιδρύεται ένα -σχεδόν αστυνομικού τύπου- μυστήριο και αρχίζουν να περιστρέφονται γύρω από τον άξονα της λύσης του, παρασύροντάς σε στην περιστροφή τους. Γιατί όταν τίθεται ενώπιον του θεατή ένα βασικό αίνιγμα προς επίλυση, ακόμα και ο θεατής που ως τότε τους είχε αντισταθεί, αρχίζει πλέον να παρακολουθεί με την προσοχή του τεταμένη. Αν όμως η γλώσσα της αγωνίας για την ανακάλυψη του τι ακριβώς έχει γίνει είναι παγκοσμίως η ίδια, η ιδιοφυής σύλληψη και τεχνική του Φαραντί είναι ότι πλέκει πάνω της τις ιδιαιτερότητες της ιρανικής κοινωνίας. Το σασπένς είναι η παγίδα που στήνει για να κερδίσει το πλήρες ενδιαφέρον μας, ώστε να αναδείξει πτυχές της ζωής στη χώρα του. Αντί να μας δείξει σε πρώτο πλάνο τα κοινωνικά θέματα, μας δείχνει σε πρώτο πλάνο το μυστήριο και μέσω αυτού μας εντυπώνονται καλύτερα. Όχι ως «κατηγορώ» (ή εν πάση περιπτώσει ως ευθεία καταγραφή), αλλά ως κλειδιά της λύσης του μυστηρίου, ως αιτίες που οδήγησαν σε αυτό. Και που δεν θα μπορούσαν να είχαν οδηγήσει σε αυτό σε άλλες κοινωνίες, γιατί όταν ξετυλίγεται το κουβάρι, στη βάση του βρίσκονται συμπεριφορές που συνιστούν σκάνδαλο σύμφωνα με τα ιρανικά ήθη, καθώς και η προσπάθεια αποφυγής του δια της πλαγίας οδού, δια αποκρύψεων, δια τεχνασμάτων. Σκανδαλίζοντάς μας με ένα μυστήριο μας οδηγεί στην πηγή του σκανδάλου. Το ακόμη πιο γόνιμο είναι πως όλα αυτά δεν τα εξετάζει μονοσήμαντα. Ο Φαραντί δεν σκηνοθετεί έξω από την κοινωνία που μας δείχνει, αλλά εντελώς από μέσα της. Οι ήρωές του δεν είναι σύμβολα της μιας ή της άλλης ιδέας, αλλά ολοζώντανοι άνθρωποι μιας ολοζώντανης ψυχικά κοινωνίας. Στον «Χωρισμό» δεν παλεύει το σωστό με το λάθος, αλλά όλοι οι ήρωες με το σωστό και το λάθος μέσα τους.

Δυο λόγια για το νόμο και το Θεό: Σε αντίθεση ίσως με αυτό που θα είχαμε στο νου μας για τους εκεί νόμους και τους εκεί Θεούς, βλέπουμε στην ταινία δυο περιπτώσεις όπου και ο νόμος ο κανονικός και ο νόμος ο θρησκευτικός δεν είναι άκαμπτοι, αλλά γίνονται αντικείμενο συζήτησης και τελικά υποχωρούν στο παρακάλι, την εύλογη εξήγηση, το δίκαιο αίτημα. Βλέπουμε ακόμη ότι η έντονη παρουσία του εκεί Θεού στα πράγματα δεν έχει μόνο οπισθοδρομικές συνέπειες, αλλά σε ένα βαθμό λειτουργεί ως ηθικός νόμος και ως πηγή βεβαιότητας και πειθούς στις σχέσεις των ανθρώπων για το ποια είναι η αλήθεια.

Δυο λόγια για την τιμή: Ο ρόλος που παίζει ο Θεός στη ζωή των πρωταγωνιστών ποικίλλει. Σε άλλους έχει πρωταρχική σημασία, σε άλλους μικρότερη. Όλοι ανεξαίρετα όμως δίνουν μεγάλη σημασία στην τιμή τους. Ποινική διαδικασία έχει ξεκινήσει, κατηγορίες ποινικές εκκρεμούν και στο πλαίσιο της προανάκρισης λένε συνεχώς ο ένας στον άλλο «Μην με προσβάλλεις». Η ταινία είναι πήχτρα στις λογομαχίες, αλλά όχι σε στυλ κατινιάς, μα σαν σε κάθε φράση να υπάρχει ένα προσωπικό δίκιο που πνίγει τον ομιλούντα και πρέπει να διακηρυχθεί. Και ίσως αντίστοιχο ρόλο παίζει η ευρύτερη έννοια ενός «εγώ» που θέλει να μην προσβάλλεται με κανένα τρόπο. Η ρίζα του κακού στη σχέση του Ναντερ και της Σιμίν μοιάζει να είναι μια πληγωμένη περηφάνια. «Δεν θέλω εγώ να φύγεις, αλλά αφού θες εσύ να φύγεις, δεν θα σε εμποδίσω» - «Μα γιατί με αφήνει να φύγω, γιατί δεν μου ζητάει να γυρίσω πίσω;». Ίσως τελικά η σωστότερη συνολική λέξη, είναι η «ευθιξία».

Δυο λόγια για την φτώχεια: Πιο εύθικτος όλων, ο φτωχός άντρας. Προσβάλλεται με τα πάντα. Εδώ ας αφήσουμε στην άκρη τις πολιτισμικές διαφορές και ας μιλήσουμε για ένα παγκόσμιο ταξικό φαινόμενο, για την αυξημένη ευθιξία του φτωχού, την διαρκή προσβολή που είναι το να μην έχεις να ζήσεις.
(Κείμενο γραμμένο για το ελculture)

4 Comments:

At 10/05/2011 07:27:00 μ.μ., Anonymous Ανώνυμος said...

Ο φτωχός είναι ''κουταβάκι'' όλο τσαμπουκαλεύεται, κλαψουρίζει και ουσία μηδέν. Αν ήταν φιλελεύθερος όμως, καλός τσαγγάρης ήταν, ε θα είχε βρει την άκρη. Είναι θέμα πολιτικής οπτικής. ;)

Πολύ καλή ταινία.
gasireu

 
At 10/05/2011 07:47:00 μ.μ., Blogger The Thieving Magpie said...

Πολύ καλό όντως!
Πέραν των σχετικών με την πολύ καλή σκηνοθεσία, την πλοκή (όλο ανατροπές τελικά),τις εξαιρετικά δομημένες αναφορές στην κοινωνία, την οικογένεια και έμμεσα την θρησκεία, η κόρη ήταν όλα τα λεφτά.
Μπορεί κάλλιστα να παραδώσει μαθήματα υποκριτικής σε πολλά - μάλλον σε όλα - τα παιδιά θαύματα του Χόλλυγουντ.
Το αισιόδοξο; Μια σχεδόν γεμάτη αίθουσα Δευτέρα απόγευμα και ουρές στο ταμείο στη βραδινή παράσταση!
Εξαιρετική αφήγηση, εξαιρετική κινηματογραφική διαδρομή!!

 
At 10/06/2011 01:19:00 μ.μ., Blogger enescu666 said...

Τελικά στο τέλος ποιον διάλεξε η μικρή; :P

 
At 10/06/2011 04:07:00 μ.μ., Anonymous Σωτήρης said...

Θα πάω να το δω αν και μου κάρφωσες μαχαίρι στην καρδιά μ’ αυτό το,
“Πιο εύθικτος όλων, ο φτωχός άντρας. Προσβάλλεται με τα πάντα.”
Κατάλαβα γιατί είμαι έτσι τώρα τελευταία.

 

Δημοσίευση σχολίου

<< Home