Τετάρτη, Ιανουαρίου 27, 2010

To παιδί που έγινε βασιλιάς

Πώς γίνεται να μην συγκαταλέγεις αυτόματα στους αγαπημένους σου έναν σκηνοθέτη που έχει υπογράψει δύο από τις πολύ αγαπημένες σου ταινίες («Αdaptation» και «Στο Μυαλό του Τζον Μάλκοβιτς»); Γίνεται επειδή αυτές οι ταινίες φέρουν πρώτα απ΄ όλα (και όχι μόνο στο δικό σου το μυαλό) την υπογραφή του σεναριογράφου τους, κάτι όχι ακριβώς άδικο όταν ο σεναριογράφος είναι ο Τσάρλι Κάουφμαν, αλλά από την άλλη όχι και εντελώς δίκαιο αν ληφθεί υπόψη ο τρόπος που τις σκηνοθέτησε ο Σπάικ Τζόουνζ. Όπως και να ΄χει, μόλις μαθαίνεις ότι είναι έτοιμη η καινούρια ταινία του Τζόουνζ (μετά από μακροχρόνια μάλιστα προετοιμασία) και όταν βλέπεις και το γεμάτο υποσχέσεις τρέιλερ πηγαίνεις στο σινεμά με τις υψηλότερες των προσδοκιών. Αυτό όμως είναι πάντα δίκοπο μαχαίρι, αφού αν με κάτι συγκρούονται και συγκρίνονται οι ταινίες είναι με τις προσδοκίες μας: η αρχική αποτίμηση μιας ταινίας -γιατί η μακροχρόνια επίδραση είναι αρκετά πιο ανεξάρτητη- εξαρτάται από το αν ξεπερνά τον πήχη που έχουμε εκ των προτέρων τοποθετήσει. Αν τον έχουμε τοποθετήσει χαμηλά, μια μέτρια ταινία μπορεί μέχρι και να μας γοητεύσει, αν τον έχουμε τοποθετήσει ψηλά, μια καλή ταινία μπορεί μέχρι και να μας απογοητεύσει. Έτσι, το «Στη Χώρα των Μαγικών Πλασμάτων» ρίχνει τον πήχη του, μην πετυχαίνοντας να διατηρήσει την αίσθηση του τρέιλερ, μην πετυχαίνοντας να αναπτύξει σε ένα πλήρες σενάριο τις 338 όλες κι όλες αρχικές λέξεις του υπερ-επιτυχημένου παιδικού βιβλίου που διασκεύασε.
Εννιάχρονο αγόρι, ονόματι Μαξ, φορά στολή λύκου, πατέρας δεν υπάρχει στο σπίτι, η μαμά καλή - χρυσή αλλά έχει και δουλειά (και προβλήματα δουλειάς), έχει και καινούριο φίλο που αναπληρώνει τον άντρα που της λείπει (αλλά πώς να αναπληρώσει τον μπαμπά που του λείπει;), η έφηβη αδελφή του έχει τους δικούς της φίλους να ασχοληθεί, ο Μαξ δεν έχει αυτήν την περίοδο κολλητούς φίλους, έχει το ιγκλού του που φτιάχνει στην χιονισμένη αυλή του σπιτιού, έχει τις ιστορίες που διηγείται στην μαμά του, την μαμά του που μια μέρα θα δαγκώσει θυμωμένος σαν λύκος, κι εκείνη θα θυμώσει ακόμα περισσότερο κι ο Μαξ έχοντας ανάγκη να ξεφύγει, θα βάλει πλώρη για τη χώρα όχι των μαγικών πλασμάτων (όπως λέει ο ελληνικός τίτλος, προφανώς για να μην αγριευτεί ο γονιός υποψήφιων θεατών), αλλά των άγριων πλασμάτων, για εκεί που είναι τα άγρια πλάσματα, τα άγρια πράγματα γενικότερα. Και ο Μαξ δεν θα φοβηθεί τα άγρια πλάσματα (μια περίεργη κοινότητα λιγοστών, γιγαντιαίων, ζωόμορφων όντων), θα τα κοιτάξει στα μάτια και θα τους πει να μην τον φάνε, αλλά να τον υπακούσουν. Και έτσι θα γίνει βασιλιάς όλων των άγριων πραγμάτων. Στο νησί τους, κυριαρχούν τα βράχια, η άμμος, τα δέντρα, αλλά όχι τόσο το πράσινο, το νέο βασίλειο του Μαξ είναι μάλλον άγριο, απέχοντας παρασάγγας από την οργασμικής βλάστησης φύση της Πανδώρας του «Άβαταρ».
Η φυγή του Μαξ στη χώρα της φαντασίας του δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας τραγωδίας, ούτε κάποιας ιδιαιτερότητάς του. Είναι ένα παιδί σαν όλα τα παιδιά, με τα προβλήματά του, που έχει και την άγρια πλευρά του, που θέλει να είναι διαρκώς ο βασιλιάς του κόσμου του, το επίκεντρο της προσοχής, που του αρέσει να τρέχει και να γίνεται σαματάς, που θέλει να παίζει πόλεμο, αλλά και να μη χτυπά στ’ αλήθεια κανείς. Του δίνεται λοιπόν η ευκαιρία. Ωστόσο γρήγορα διαπιστώνει πως δεν μπορεί να πραγματοποιήσει το αίτημα των υπηκόων του να τους διώχνει τη λύπη και να τους κάνει όλους ευτυχισμένους, όπως και γενικότερα δεν μπορεί να μετατρέψει το βασίλειό του σε ένα μέρος που όλες οι επιθυμίες θα πραγματοποιούνται: Δεν είναι και τόσο εύκολο να ικανοποιηθούν αυτά τα πλάσματα, που προκύπτουν γεμάτα αντιφάσεις, αμφιθυμίες, αντιζηλίες, ματαιώσεις.
Όσο κι αν υπάρχει μια υποβόσκουσα απειλή από τα πλάσματα, κινηματογραφικά η πλευρά «φόβος» δεν λειτουργεί (πιθανώς από επιλογή και όχι από αδυναμία), καθώς ποτέ το ταξίδι του Μαξ δεν μετατρέπεται σε αυθεντικό εφιάλτη, η πλευρά «πλοκή» είναι μηδαμινή, η πλευρά που ο Μαξ κι οι υπήκοοί του ξεσαλώνουν λειτουργεί λίγο (με μερικές πανέμορφες πάντως σκηνές), αφού τελικά τη χαρά του παιχνιδιού ή και της δημιουργίας καταπλακώνει η απάλευτη μελαγχολία των υπηκόων του, με το νησί να μετατρέπεται σε άτυπο χώρο διεξαγωγής ομαδικής συνεδρίας επτά τεραστίων ζωόμορφων πλασμάτων, χωρίς έστω ένα ψυχοθεραπευτή να βάζει τα ποικίλα «θέματά τους» σε μια τάξη. Από τα πλάσματα ξεχωρίζει πάντως η φιγούρα του Κάρολ, ο οποίος δεν έχει μόνο τη φωνή του Τζέιμς Γκαντολφίνι (άρα και του Τόνι Σοπράνο), αλλά μοιάζει να έχει πάρει και στοιχεία της περσόνας του Τόνι Σοπράνο, έτσι όπως περιφέρεται συνεχώς ανοικονόμητος, παλαντζάροντας διαρκώς ανάμεσα στην απειλή και την λατρεία, έτσι όπως δεν ξέρεις ανά πάσα στιγμή αν θα σε αγκαλιάσει ή θα σε φάει ή και τα δύο ταυτόχρονα.
Μπορεί συνεπώς να προσάψει κανείς στην ταινία πολλά. Όπως όμως υπάρχουν άτιμες επιτυχίες, έτσι υπάρχουν κι έντιμες αποτυχίες, ταινίες που μπορείς να εκτιμάς ειλικρινά τις προθέσεις τους και ένα τμήμα του αποτελέσματός τους, ακόμη κι αν έπιανες τον εαυτό σου να κοιτά πού και πού το ρολόι του. Έτσι, ενώ η ταινία ενδεχομένως να απογοητεύσει ακόμη και φανατικούς του Σπάικ Τζόουνζ, (ένεκα της «προσδοκίτιδας»), ίσως αξίζει το ρίσκο για όχι πολύ μικρής ηλικίας παιδιά. Βλέποντας την ταινία σε μια αίθουσα που αποτελούνταν κυρίως από παιδιά, αναρωτιόμουν πώς θα καταγράφονταν οι εικόνες της μέσα τους. Μερικά ασχολούνταν με τα κινητά τους. Κάποια άλλα μπαινόβγαιναν στην αίθουσα. Σε κάποια άλλα όμως, μπορεί η ταινία με τα μεγάλα άγρια και νευρωτικά μαζί πλάσματά της και το μικρό αγόρι που έγινε βασιλιάς τους να έμεινε σαν εμπειρία ξεχωριστή.
(Κείμενο γραμμένο για το ελculture)

6 Comments:

At 1/27/2010 08:14:00 π.μ., Blogger ο δείμος του πολίτη said...

Έχω ακούσει καλές κριτικές για αυτή την ταινία. Μαγική, παιδική και πολύ συναισθηματική.

 
At 1/27/2010 10:36:00 π.μ., Blogger ΠΑΝΟΣ said...

Πραγματικά, είναι. Δεν θα την έλεγα παιδική, ωστόσο.

 
At 1/27/2010 10:45:00 π.μ., Blogger ΠΑΝΟΣ said...

By the way, είχα γράψει ένα μικρό κομματάκι.

http://2i3.blogspot.com/2010/01/where-wild-things-are-2009-spike-jonze.html

 
At 1/27/2010 04:12:00 μ.μ., Blogger Old Boy said...

Πολύ ωραίο το «κομματάκι» σου, Πάνο :)
Δείμο, προσοχή στις προσδοκίες σου μόνο :)

 
At 1/27/2010 05:32:00 μ.μ., Blogger ΠΑΝΟΣ said...

Σ'ευχαριστώ πολύ. Έχω την εντύπωση πως δεν αρέσει και πολύ στον κόσμο το φιλμ. Κρίμα που δεν σου άρεσε. Αυτό που του χάρηκα είναι ότι τα (δεδομένα) προβλήματά του σχεδόν αναγκάστηκα να τα παραβλέψω γιατί με ταξίδεψε. Καλησπέρα.

 
At 1/27/2010 11:52:00 μ.μ., Blogger Old Boy said...

Σχετικά είναι όλα. Ο Σέρλοκ Χολμς, ας πούμε, που μάλλον «μου άρεσε», όταν τελειώνει αφήνει πίσω του πολύ λιγότερα πράγματα από αυτήν την ταινία που μάλλον «δεν μου άρεσε».

 

Δημοσίευση σχολίου

<< Home