Συννεφιασμένη Κυριακή
Συμπληρώθηκαν πριν λίγες μέρες είκοσι πέντε χρόνια από τον θάνατο του Βασίλη Τσιτσάνη και σε ένα από τα σχετικα αφιερώματα που έγιναν διάβασα μια ιστορία που δεν ξέρω αν είναι ευρέως γνωστή, εγώ πάντως ομολογώ ότι δεν την είχα ξανακούσει. Την αντιγράφω: «Η πιο βαριά μομφή που έχε αποδοθεί στον Τσιτάνη είναι ότι οι στίχοι του πιο φημισμένου τραγουδιού του, «Συννεφιασμένη Κυριακή», δεν είναι δικοί του. Γράφει ο Τάσος Σχορέλης στη «Ρεμπέτικη Ανθολογία» του: «Ο Τσιτσάνης βεβαιώνει πως τις μαύρες μέρες της Κατοχής έγραψε τους στίχους και τη μελωδία της «Συννεφιασμένης Κυριακής», «τότε που οι συνεργάτες των κατακτητών παράδιναν τους πατριώτες». Η αλήθεια απέχει πολύ. Τους στίχους έγραψε το 1947 ο Αλέκος Γκούβερης. Κάποια Κυριακή έχασε στο ποδόσφαιρο η Α.Ε. Λάρισας και ο Γκούβερης, φανατικός οπαδός της, έγραψε τους στίχους. Ο Τσιτσάνης έκανε διόρθωση στον τρίτο στίχο του πρώτου τετράστιχου. Ελεγε «που είναι μελαγχολική», και την έκανε «που έχει πάντα συννεφιά» (...) Η «εκκαθάριση» της ΑΕΠΙ και η ετικέτα του δίσκου της «Φίλιπς» αποδεικνύουν ποια είναι η αλήθεια»».
Προσωπικά δεν με ενδιαφέρει τόσο ποιά είναι η αλήθεια, ολόκληρη η αλήθεια ή ποσοστό της. Η αλήθεια είναι άλλωστε έννοια ναρκοπέδιο, έννοια υπερβολικά σίγουρη για τον εαυτό της, έννοια που νομίζει πως όλα τα ξέρει κι όλα τα εξηγεί. Αντίθετα, με ενδιαφέρει πολύ περισσότερο η εκδοχή της ποδοσφαιρικής «Συννεφιασμένης Κυριακής» ως ιστορία, αφού οι ιστορίες είτε είναι είτε δεν είναι αληθινές δεν μπορούν ποτέ να πουν ψέμματα.
Στην ιστορία αυτή η πρώτη «Συννεφιασμένη Κυριακή» ήταν η Κυριακή ενός ανθρώπου που συννέφιασε επειδή έχασε η Αελάρα του. Στην ιστορία αυτή δηλαδή, αν η μπάλα είχε αποφασίσει να πάει λίγα εκατοστά πιο έξω στο νικητήριο γκολ των αντιπάλων ή λίγα εκατοστά πιο μέσα στην ευκαιρία της Λάρισας, η συγκεκριμένη Κυριακή δεν θα είχε συννεφιά. Κι επειδή η έμπνευση είναι ζώο μυστήριο και γεμάτο καπρίτσια, το οποίο έρχεται και φεύγει όταν εκείνο νομίζει χωρίς να είναι stand by για την επόμενη φορά που θα χάσει η ομάδα σου, είναι πολύ πιθανό να μην ήταν συννεφιασμένη η Κυριακή του επόμενου στραβοπατήματος της ομάδας. Άσε δηλαδή που αν δεν έχανε εκείνη την Κυριακή μπορεί να άλλαζε και η ψυχολογία της ομάδας και να άρχιζε σερί που θα την ανέβαζε πολύ στο βαθμολογικό πίνακα, κάνοντας στο τέλος της χρονιάς περήφανο τον Αλέκο Γκούβερη και διώχνοντας κάθε νέφος από τον ψυχικό του ορίζοντα.
Μπορεί λοιπόν αν ήθελε η μπάλα λίγο περισσότερο την ΑΕΛ εκείνη την Κυριακή, να μην την είχε παραλάβει ποτέ τα σύννεφα της ο Τσιτσάνης και να μην τους έβαζε ποτέ την μουσική που τους έβαλε. Και το περαιτέρω ενδιαφέρον ερώτημα της ιστορίας είναι μήπως, ανεξάρτητα από τον στιχουργό, ο Τσιτσάνης έβγαλε ως συνθέτης όλο αυτό το συναίσθημα σκεφτόμενος πάνω στους στίχους εικόνες Κατοχής, Γερμανών και αντιστασιακών. Ή, αντίθετα, αυτοί εφευρέθηκαν εκ των υστέρων, προκειμένου η πραγματικότητα να διορθωθεί προς το «καλλιτεχνικά ορθότερον» και να συμμορφωθεί στο επικολυρικό job descriprion ενός μεγάλου τραγουδιού, το οποίο οφείλει να τραγουδά υψηλά συναισθήματα και ηθικοπλαστικές ιστορίες, ιστορίες δηλαδή για αδικοχαμένους ήρωες και όχι για οπαδικά μαραζώματα;
Ό,τι από τα δύο κι αν συνέβη στην ιστορία, είναι σίγουρο ότι δίπλα στη «Συννεφιασμένη Κυριακή» του στιχουργού και τη «Συννεφιασμένη Κυριακή» του συνθέτη, υπάρχουν πάνω από εξήντα χρόνια τώρα οι εκατομμύρια συννεφιασμένες Κυριακές των ακροατών. Και μάλιστα πιθανότατα περισσότερες και από τους ακροατές της, καθώς καθόλου δεν αποκλείεται ο ίδιος ακροατής άλλα να σκέφτεται τραγουδώντας τη «Συννεφιασμένη Κυριακή» όταν ήταν 25 κι άλλα όταν έγινε 45.
Αλλά εκτός από τη Συννεφιασμένη Κυριακή του ερωτευμένου που εκείνος καίγεται κι εκείνη όχι, του οικογενειάρχη που ξεκινάει η βδομάδα και βλέπει ότι δεν την βγάζει με τον μισθό του, του ανθρώπου που κυριακάτικα δεν βρίσκει τρόπο να παραπλανήσει την μοναξιά του, μπορεί να απενοχοποιηθεί και η δική σου και η δική μου ποδοσφαιρική Κυριακή, αφού είναι μια μέρα σαν κι αυτή που ‘χάσα τη χαρά μου, που μου ματώνει τη ψυχή, Χριστέ και Πάναγιά μου.
Προσωπικά δεν με ενδιαφέρει τόσο ποιά είναι η αλήθεια, ολόκληρη η αλήθεια ή ποσοστό της. Η αλήθεια είναι άλλωστε έννοια ναρκοπέδιο, έννοια υπερβολικά σίγουρη για τον εαυτό της, έννοια που νομίζει πως όλα τα ξέρει κι όλα τα εξηγεί. Αντίθετα, με ενδιαφέρει πολύ περισσότερο η εκδοχή της ποδοσφαιρικής «Συννεφιασμένης Κυριακής» ως ιστορία, αφού οι ιστορίες είτε είναι είτε δεν είναι αληθινές δεν μπορούν ποτέ να πουν ψέμματα.
Στην ιστορία αυτή η πρώτη «Συννεφιασμένη Κυριακή» ήταν η Κυριακή ενός ανθρώπου που συννέφιασε επειδή έχασε η Αελάρα του. Στην ιστορία αυτή δηλαδή, αν η μπάλα είχε αποφασίσει να πάει λίγα εκατοστά πιο έξω στο νικητήριο γκολ των αντιπάλων ή λίγα εκατοστά πιο μέσα στην ευκαιρία της Λάρισας, η συγκεκριμένη Κυριακή δεν θα είχε συννεφιά. Κι επειδή η έμπνευση είναι ζώο μυστήριο και γεμάτο καπρίτσια, το οποίο έρχεται και φεύγει όταν εκείνο νομίζει χωρίς να είναι stand by για την επόμενη φορά που θα χάσει η ομάδα σου, είναι πολύ πιθανό να μην ήταν συννεφιασμένη η Κυριακή του επόμενου στραβοπατήματος της ομάδας. Άσε δηλαδή που αν δεν έχανε εκείνη την Κυριακή μπορεί να άλλαζε και η ψυχολογία της ομάδας και να άρχιζε σερί που θα την ανέβαζε πολύ στο βαθμολογικό πίνακα, κάνοντας στο τέλος της χρονιάς περήφανο τον Αλέκο Γκούβερη και διώχνοντας κάθε νέφος από τον ψυχικό του ορίζοντα.
Μπορεί λοιπόν αν ήθελε η μπάλα λίγο περισσότερο την ΑΕΛ εκείνη την Κυριακή, να μην την είχε παραλάβει ποτέ τα σύννεφα της ο Τσιτσάνης και να μην τους έβαζε ποτέ την μουσική που τους έβαλε. Και το περαιτέρω ενδιαφέρον ερώτημα της ιστορίας είναι μήπως, ανεξάρτητα από τον στιχουργό, ο Τσιτσάνης έβγαλε ως συνθέτης όλο αυτό το συναίσθημα σκεφτόμενος πάνω στους στίχους εικόνες Κατοχής, Γερμανών και αντιστασιακών. Ή, αντίθετα, αυτοί εφευρέθηκαν εκ των υστέρων, προκειμένου η πραγματικότητα να διορθωθεί προς το «καλλιτεχνικά ορθότερον» και να συμμορφωθεί στο επικολυρικό job descriprion ενός μεγάλου τραγουδιού, το οποίο οφείλει να τραγουδά υψηλά συναισθήματα και ηθικοπλαστικές ιστορίες, ιστορίες δηλαδή για αδικοχαμένους ήρωες και όχι για οπαδικά μαραζώματα;
Ό,τι από τα δύο κι αν συνέβη στην ιστορία, είναι σίγουρο ότι δίπλα στη «Συννεφιασμένη Κυριακή» του στιχουργού και τη «Συννεφιασμένη Κυριακή» του συνθέτη, υπάρχουν πάνω από εξήντα χρόνια τώρα οι εκατομμύρια συννεφιασμένες Κυριακές των ακροατών. Και μάλιστα πιθανότατα περισσότερες και από τους ακροατές της, καθώς καθόλου δεν αποκλείεται ο ίδιος ακροατής άλλα να σκέφτεται τραγουδώντας τη «Συννεφιασμένη Κυριακή» όταν ήταν 25 κι άλλα όταν έγινε 45.
Αλλά εκτός από τη Συννεφιασμένη Κυριακή του ερωτευμένου που εκείνος καίγεται κι εκείνη όχι, του οικογενειάρχη που ξεκινάει η βδομάδα και βλέπει ότι δεν την βγάζει με τον μισθό του, του ανθρώπου που κυριακάτικα δεν βρίσκει τρόπο να παραπλανήσει την μοναξιά του, μπορεί να απενοχοποιηθεί και η δική σου και η δική μου ποδοσφαιρική Κυριακή, αφού είναι μια μέρα σαν κι αυτή που ‘χάσα τη χαρά μου, που μου ματώνει τη ψυχή, Χριστέ και Πάναγιά μου.
(Κείμενο γραμμένο για το «SMS» της «SportDay»)
24 Comments:
Ως εκ τούτου, μάλλον σήμερα είναι συννεφιασμένη Κυριακή για τον Παναθηναϊκό... ;)
Τέτοιες ώρες σε συλλυπούμαι, σκύβω δίπλα σου και ακούω το κλάμα σου... Ούτε στη μνήμη φίλημα ούτε ελεημοσύνη, ούτε ο Βωβός δεν μπορεί να μετριάσει τον πόνο, ούτε ο Βono δεν μπορεί να μετριάσει το Βωβό, το βωβό πόνο του Ερμή του Εργοτέλη. Καλές μαλακίες γράφω λοιπόν. Τι λες; Κάνω για τρολ; :))
Α ρε καριόλη γάβρε... Πάλι την έβγαλες καθαρή γαμώτο. Ποιος τους μαζεύει τώρα τους δικούς μου. Άντε πάλι να τσακώνομαι μαζί τους. Γιατί, είναι γεγονός, πως με τους βάζελους (καλή ώρα), μια χαρά τα βρίσκω. :)
Κι αύριο μέρα είναι, όμως, καλέ Ολντμπόη. Και του χρόνου νέο πρωτάθλημα ξεκινά. Όσο για τον Τσιτσάνη, είναι πολλά τα κρίματά του και οι λαθροχειρίες που τον συνοδεύουν. Ευτυχώς, είναι πολλά και τα τραγούδια του.
Έχω ακούσει διάφορες τέτοιες ιστορίες για τον Τσιτσάνη που όμως, κατά τη γνώμη μου, δεν μειώνουν την αξία του.
Πάντως, οι Κυριακές είναι πάντα συννεφιασμένες και βροχερές και για έναν άλλο σπουδαίο τραγουδοποιό, τον Θανάση Παπακωνσταντίνου. "...βροχερή σαν Κυριακή" στην Αγρύπνια και "Ζεϊμπέκικο της Κυριακής, σαν τη βροχή στο τζάμι...". Στο "Ζεϊμπέκικο Της Κυριακής" μάλιστα, έχουμε και αναφορά στο ποδόσφαιρο ("απάνω τους το Σάββατο, ήττα την Κυριακή") που το κάνει ακόμα πιο συγγενές με το τραγούδι του Τσιτσάνη ("...βήματα, φτερουγίσματα από παλιό Τσιτσάνη")
ειδικά αν η ιστορία που έγραψες είναι αληθής.
δεν ξέρω αν είναι ευρέως γνωστή
Ευρεώτατα.
Να προσθέσω ότι και ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου ως Λαρισαίος πιθανότατα να αναφερόταν κι αυτός σε μια ήττα της ΑΕΛ ή έστω μια τραγική ισοπαλία σαν τη σημερινή...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.
φαντάσου δηλαδή να είσαι ταυτόχρονα στριμωγμένος με λογαριασμούς οικογενειάρχης, ερωτευμένος (με άλλην) και βάζελος
πώς καταπίνεται τόση πίκρα ;
εντελώς goth ποστ αυτό..
Ατιμωτικές ήττες ο ένας
Ατιμωτικές νίκες ο άλλος
Τζάμπα στενοχωριέστε
Τζάμπα χαιρόσαστε
Τζάμπα στενοχωριέστε
Τζάμπα χαιρόσαστε
Αυτός είναι και ο καλύτερος τρόπος στεναχώριας ή χαράς.
Για φαντάσου να στεναχωριόμασταν επί πληρωμή.
Για φαντάσου να στεναχωριόμασταν επί πληρωμή.
Κάτσε καλά!
Αυτοι πληρώνουν για να στεναχωριούνται/χαίρονται!!!!!!!!
Δις γουόζ έη βέρυ γαμάτο πόουστ :)
Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου παρεπιπτόντως κατά δήλωσή του σε συνέντευξη ήταν ολυμπιακός (και τώρα τίποτα, είπε ...)
At 1/26/2009 01:28:00 πμ, Blogger Comet Hale-Bopp said...
Αυτή η ανάρτηση έχει καταργηθεί από ένα διαχειριστή του ιστολογίου.
Σου τέλειωσε ο ελεύθερος σχολιασμός δημοκρατικέ διαχειριστή ιστολογίου??????????
Ανώνυμε, κάνε οικονομία στα question marks σου. Ομολογώ ότι το έχω ρίξει στην λογοκρισία εσχάτως.
Αν ενδιαφέρεσαι πάντως ιδιαίτερα για το σχόλιο έλεγε ότι ο Γνωμοδότης είναι φασίστας. Έλεγε επίσης και κάτι άλλο το οποίο με την λογοκριτική μου μανία το έκοψα.
Κ.Κ. Μοίρη, περισσότερο από goth ήταν αυτοεκπληρωθείσα προφητεία, τόσο για την Κυριακή του Παναθηναϊκού (που με αφορά), όσο και για την Κυριακή της Λάρισας (που αφορούσε τον Γκούβερη) :(((
«Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου παρεπιπτόντως κατά δήλωσή του σε συνέντευξη ήταν ολυμπιακός (και τώρα τίποτα, είπε ...)»
Αυτό έλειπε να παρέμενε Ολυμπιακός. Costinho, παιδί μου, ποτέ δεν είναι αργά να ξεπλυθείς από μια ντροπή για την οποία δεν ευθύνεσαι εσύ. Δεν ευθυνόμαστε για τις επιλογές μας εντός εισαγωγικών της παιδικής ηλικίας. Ευθυνόμαστε για τις εκτός εισαγωγικών επιλογές της μη παιδικής ηλικίας.
Φόλου γιουρ χαρτ, φόλου Θανάση, πάψε να είσαι γάβρος. ΔΕΝ κάνει, ΔΕΝ, αν μη τι άλλο γιατί μου χαλάς τα στερεότυπα ;)
ποστάκι μαλακία, χοντρη πολύ
χοντρή.
συμαζέψου τζάμπα ταλεντάκι.
δεν βρήκες τίποτα άλλο να γράψεις;
Οι ειδήμονες της μουσικής λένε ότι η μουσική της "Συννεφιασμένης Κυριακής" είναι η ίδια με του ακάθιστου ύμνου, όπως άλλωστε και πολλά τραγουδια του Τσιτσάνη είναι μεταγραφές βυζαντινών ύμνων.
Αν ενδιαφέρεσαι πάντως ιδιαίτερα για το σχόλιο έλεγε ότι ο Γνωμοδότης είναι φασίστας.
Φασίστας;!
Καλά, ορισμένοι αγγάλονται με ό,τι ενθυμούνται ―και ζουν μέρες του '33.
Ευτυχώς που σας ειδοποίησαν πάντως, να φυλάγεστε.
Ευτυχώς δεν λες τίποτα :)
Αφού είσαι μεγάλος ρε πούστη
(Νίκος από Κρήτη)
Πραγματικά, με όλο το σεβασμό θα πρέπει να είμαστε τουλάχιστον αφελείς εάν θα πιστεύαμε πως τούτο το τραγούδι γράφτηκε για... έναν αγώνα, την ίδια εποχή που οι Γερμανοί κατακτητές εκτελούσαν τον έναν πίσω από τον άλλον αντάρτες της Αντίστασης!
Ντάξει, ο καθένας μπορεί και έχει φυσικά το δικαίωμα να το εκλαμβάνει όπως θέλει, π.χ. για μια γκόμενα που χώρισε και ήταν Κυριακή ή δεν ξέρω και γω τι άλλο...
Παραθέτω σχετικό άρθρο από τα "Νέα"
http://www.tanea.gr/politismos/article/?aid=4641480
Το 1948 είναι μια σκληρή χρονιά για την Ελλάδα. Ο Εμφύλιος κορυφώνεται ενώ η χώρα δεν έχει προλάβει να μετρήσει τα τραύματά της από την ιταλογερμανική κατοχή.
Στις 24 Φεβρουαρίου φτάνει στην Αθήνα ο στρατηγός Βαν Φλιτ, διοικητής της Αμερικανικής Στρατιωτικής Συμβουλευτικής και Προγραμματικής Ομάδας που ηγείται των προσπαθειών για την οριστική συντριβή του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.
...Τα λόγια του ίδιου του τρικαλινού συνθέτη σε δύο πολύ μεταγενέστερες συνεντεύξεις του φωτίζουν τον πυρήνα της έμπνευσης ενός λαϊκού τραγουδιού που έμελλε να χαρακτηριστεί δεύτερος εθνικός ύμνος και εγγράφηκε στο συλλογικό DNA με τις εκατοντάδες επανεκτελέσεις του.
«Θυμάμαι αποβραδίς είχε γίνει μπλόκο από τους Γερμανούς σ' ένα κουτούκι και κανείς μας δεν ήξερε ποιος θα φύγει ζωντανός από μέσα. Μ' έβαλαν και έπαιζα μέχρι το πρωί. Το χάραμα μας άφησαν να φύγουμε. Εξω το χιόνι ήταν στρωμένο και όπως πήγαινα για το σπίτι είδα τόπους τόπους πηχτό κόκκινο αίμα. Μέσα στο λίγο φως είδα το παλικάρι που ήταν σκοτωμένο. Γύρισα σπίτι μου και έγραψα το τραγούδι. Ο πρώτος του τίτλος ήταν "Ματωμένη Κυριακή"» αφηγείται ο δημιουργός το 1972 στον Γιώργο Λιάνη και στο περιοδικό «Επίκαιρα».
Εναν χρόνο αργότερα, στον Γιώργο Πηλιχό και στα «ΝΕΑ» χαρτογραφεί ακόμη περισσότερο το πλαίσιο: «To ζοφερό κλίμα της Κατοχής που μου είχε εμπνεύσει τους στίχους του τραγουδιού μού ενέπνευσε και τη μουσική του... Ηθελα να φωνάξω για τη μαύρη απελπισία που μας έδερνε όλους εκείνη την εποχή της Κατοχής, όλο για την απελπισία να μιλάνε οι νότες».
Για την ιστορία: η πρώτη εκτέλεση του τραγουδιού είναι από τον Πρόδρομο Τσαουσάκη και τη Σωτηρία Μπέλλου
... Από νωρίς τίθεται ζήτημα πατρότητας του τραγουδιού και οι αντιδικίες μεταξύ του Τσιτσάνη και των αμφισβητιών του χτυπάνε κόκκινο.
«Πες μου, με το χέρι στην καρδιά, εσύ έγραψες τα λόγια για τη "Συννεφιασμένη Κυριακή" ή κάποιος άλλος;». «Αστειεύεσαι; Εγώ βέβαια! Και ξέρεις πώς το εμπνεύσθηκα; Ημουνα στη Θεσσαλονίκη. Είχε χιονίσει. Βγήκα να περπατήσω και είδα, πάνω στο χιόνι, αίματα από συμπλοκή ανάμεσα σε στρατιώτες και αντάρτες. Μαράθηκε η ψυχή μου. Ηταν Κυριακή».
«Εμένα άλλα μου 'χει πει ο Αλέκος Γκούβερης, ο συμπατριώτης σου. Εχω και κασέτα...».
«Τι σου είπε;».
«Πως αυτός έχει γράψει τους στίχους... Ηταν μια συννεφιασμένη Κυριακή στα Τρίκαλα κι αυτός πήγαινε για το γήπεδο. Στον δρόμο, εμπνεύσθηκε το τραγούδι. Και μετά το ματς, έκατσε και το έγραψε. Μου είπε μάλιστα ότι παίρνει και ποσοστά...».
«Ας τα αφήσει αυτά. Ακου ο Γκούβερης! Γι' αυτό σου λέω ότι δεν είναι άνθρωποι» ανέφερε ο Βασίλης Τσιτσάνης σε συνέντευξή του στον Λευτέρη Παπαδόπουλο που δημοσιεύθηκε στο «Δίφωνο» τον Ιανουάριο του 1998.
Το 1973 ο δημοσιογράφος Γιώργος Κοντογιάννης δημοσίευσε στον «Ταχυδρόμο» την άποψη του Ηλία Πετρόπουλου ότι η «Συννεφιασμένη Κυριακή» δεν είχε στίχους του Βασίλη Τσιτσάνη αλλά του Αλέκου Γκούβερη και του Νίκου Ρούτσου.
Τον Ιανουάριο του 2004 δημοσιεύθηκε στο αφιέρωμα των «ΝΕΩΝ» χειρόγραφη δήλωση του Γκούβερη από το Ιστορικό Αρχείο Τσιτσάνη με ημερομηνία Σεπτεμβρίου 1947, με την οποία δηλώνει ότι έγραψε τους στίχους μόνο μιας στροφής...
Η "Συννεφιασμενη Κυριακη" γραφτηκε το
1947 για τον Απολλωνα Αθηνων οχι για την ΑΕ Λαρισα η οποια δεν ειχε ιδρυθει καν τοτε (ιδρυση 1964)!! Γραφτηκε σ' ενα πακετο από τσιγαρα πανω στη γεφυρα του Περισσου (κοντα στο γηπεδο του Απόλλωνα Αθηνων στη Ριζουπολη) για ενα χαμενο ματς της αγαπημενης ομαδας του Α.Γκουβερη. Το 1947 δεν ειχαμε κατοχη !!! Εχω δει και την αποδειξη πληρωμων απο την ΑΕΠΙ προς τον Α.Γκουβερη (1981).
Μεγας ο Τσιτσανης αλλά και μεγας παραμυθας.
Θα ήθελα να σχολιάσω το αρχικό άρθρο σύμφωνα με το οποίο στιχουργός είναι ο Α. Γκούβερης που το 1947 μετά την ήττα της ΑΕ Λάρισας εμπνεύστηκε και έγραψε τους στίχους. Ιστορική λεπτομέρεια ο ΑΕ Λάρισας ιδρύθηκε το 1964. Λίγη προσοχή δεν βλάπτει από τους δημοσίως γράφοντες.
ΝΚ
Οι στίχοι είναι του Αλέκου Γκούβερη και όντως γράφτηκε για την ποδοσφαιρική του ομάδα που έχασε σε ματς της Κυριακής...Ο πατέρας μου υπήρξε παλιός ρεμπέτης και καλός φίλος του Αλέκου Γκούβερη.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home