Η τιμή στα μάτια του άλλου
Μ' ένα πουκάμισο σομόν / είδα χθες το «Ρασομόν».
Ένα από τα δύο σκέλη του εξόχου αυτού διστίχου ψευδές εστί, δεν μπορώ όμως να αποκαλύψω ποιό. Επίσης να προσθέσω ότι -κατά την υπερφίαλή μου γνώμη- η ταινία (τέσσερις εκδοχές για το θάνατο ενός σαμουράι, μετά τον βιασμό της γυναίκας του από έναν ληστή) δεν μιλά για την σχετικότητα της αλήθειας, ούτε μας παρουσιάζει τέσσερις ισοδύναμες υποκειμενικές εκδοχές της πραγματικότητας. Στην ταινία δεν συγκρούονται υποκειμενικότητες, αλλά η πραγματικότητα με τρεις μυθοποιημένες - εξωραϊσμένες εκδοχές της. Το ότι οι τρεις αυτές εκδοχές καταλήγουν σε τρεις ομολογίες για τον θάνατο του σαμουράι, καθόλου δεν σημαίνει ότι καταλήγουν σε τρεις ομολογίες ενοχής. Πρωτεύουσα αρχή για τους τρεις (και προφανώς και για τον ιαπωνικό πολιτισμό) δεν είναι η μη νομική ενοχή, αλλά η μη ηθική ενοχή, η διατήρηση της τιμής τους. Ο ληστής κι η γυναίκα ομολογούν τον φόνο κι ο σαμουράι (μέσω ενός μέντιουμ) την αυτοκτονία, προκειμένου να διαφυλάξουν την τιμή τους. Κι έρχεται στο τέλος ο αυτόπτης μάρτυρας και καταθέτει τα γεγονότα όπως έγιναν: Η γυναίκα ανάγκασε τον ληστή να μονομαχήσει με τον σαμουράι και η μονομαχία τους αντί για εκατέρωθεν ένδοξη και τιμημένη, ήταν εκατέρωθεν αξιοθρήνητη και κωμική. Η γυναίκα βιαζόμενη χάνει την τιμή της ως γυναίκα. Για να συνεχίσει να έχει τιμή, πρέπει ή ο άντρας της να αποδεχτεί τον βιασμό, να τη συγχωρέσει ως μη ψυχικά συμμετέχουσα και να σκοτώσει τον βιαστή της ή ο ληστής να την πάρει μαζί του, να την ανυψώσει σε γυναίκα του (προσδίδοντάς της έτσι μια καινούρια τιμή) και να σκοτώσει τον σαμουράι (μάρτυρα της έως τον βιασμό τιμής της). Ένας από τους δύο πρέπει να πεθάνει - κι οι δύο ζωντανοί, σημαίνει ότι στα μάτια κάποιου είναι ξεφτιλισμένη. Γι' αυτό αρχίζει να προσβάλει τους δύο απρόθυμους να μονομαχήσουν για πάρτη της άντρες, αρχίζει να τους αποκαλεί δειλούς και ανάξιους, κι έτσι, με τις προσβολές της, χάνουν στα μάτια της την τιμή τους ως άντρες. Για να την αποκαταστήσουν πρέπει να σκοτώσουν τον άλλο - έλα όμως που μονομαχούν με τρεμάμενα χέρια και οπισθοχωρώντας σαν φοβισμένα κοπρόσκυλα. Ο αυτόπτης μάρτυρας λοιπόν, στην τέταρτη και τελευταία εκδοχή, μας λέει τι πράγματι συνέβη. Ούτε η δική του αντικειμενικότητα όμως δεν είναι απόλυτη, καθώς καλύπτει μόνο το σκέλος στο οποίο δεν είχε συμμετοχή, καλύπτει μόνο όσα είδε. Αποσιωπώντας ότι, όταν όλα τελείωσαν, πήγε και έκλεψε ένα μαχαίρι από το σημείο του φονικού, μας παρουσιάζει κι αυτός μια εξωραϊσμένη εκδοχή της πραγματικότητας. Η πραγματικότητα όμως δεν είναι σχετική, απλώς μακιγιάρεται από τον κάθε αφηγητή για να καλυφθούν τα ντροπιαστικά γι' αυτόν σημεία της.
Ένα από τα δύο σκέλη του εξόχου αυτού διστίχου ψευδές εστί, δεν μπορώ όμως να αποκαλύψω ποιό. Επίσης να προσθέσω ότι -κατά την υπερφίαλή μου γνώμη- η ταινία (τέσσερις εκδοχές για το θάνατο ενός σαμουράι, μετά τον βιασμό της γυναίκας του από έναν ληστή) δεν μιλά για την σχετικότητα της αλήθειας, ούτε μας παρουσιάζει τέσσερις ισοδύναμες υποκειμενικές εκδοχές της πραγματικότητας. Στην ταινία δεν συγκρούονται υποκειμενικότητες, αλλά η πραγματικότητα με τρεις μυθοποιημένες - εξωραϊσμένες εκδοχές της. Το ότι οι τρεις αυτές εκδοχές καταλήγουν σε τρεις ομολογίες για τον θάνατο του σαμουράι, καθόλου δεν σημαίνει ότι καταλήγουν σε τρεις ομολογίες ενοχής. Πρωτεύουσα αρχή για τους τρεις (και προφανώς και για τον ιαπωνικό πολιτισμό) δεν είναι η μη νομική ενοχή, αλλά η μη ηθική ενοχή, η διατήρηση της τιμής τους. Ο ληστής κι η γυναίκα ομολογούν τον φόνο κι ο σαμουράι (μέσω ενός μέντιουμ) την αυτοκτονία, προκειμένου να διαφυλάξουν την τιμή τους. Κι έρχεται στο τέλος ο αυτόπτης μάρτυρας και καταθέτει τα γεγονότα όπως έγιναν: Η γυναίκα ανάγκασε τον ληστή να μονομαχήσει με τον σαμουράι και η μονομαχία τους αντί για εκατέρωθεν ένδοξη και τιμημένη, ήταν εκατέρωθεν αξιοθρήνητη και κωμική. Η γυναίκα βιαζόμενη χάνει την τιμή της ως γυναίκα. Για να συνεχίσει να έχει τιμή, πρέπει ή ο άντρας της να αποδεχτεί τον βιασμό, να τη συγχωρέσει ως μη ψυχικά συμμετέχουσα και να σκοτώσει τον βιαστή της ή ο ληστής να την πάρει μαζί του, να την ανυψώσει σε γυναίκα του (προσδίδοντάς της έτσι μια καινούρια τιμή) και να σκοτώσει τον σαμουράι (μάρτυρα της έως τον βιασμό τιμής της). Ένας από τους δύο πρέπει να πεθάνει - κι οι δύο ζωντανοί, σημαίνει ότι στα μάτια κάποιου είναι ξεφτιλισμένη. Γι' αυτό αρχίζει να προσβάλει τους δύο απρόθυμους να μονομαχήσουν για πάρτη της άντρες, αρχίζει να τους αποκαλεί δειλούς και ανάξιους, κι έτσι, με τις προσβολές της, χάνουν στα μάτια της την τιμή τους ως άντρες. Για να την αποκαταστήσουν πρέπει να σκοτώσουν τον άλλο - έλα όμως που μονομαχούν με τρεμάμενα χέρια και οπισθοχωρώντας σαν φοβισμένα κοπρόσκυλα. Ο αυτόπτης μάρτυρας λοιπόν, στην τέταρτη και τελευταία εκδοχή, μας λέει τι πράγματι συνέβη. Ούτε η δική του αντικειμενικότητα όμως δεν είναι απόλυτη, καθώς καλύπτει μόνο το σκέλος στο οποίο δεν είχε συμμετοχή, καλύπτει μόνο όσα είδε. Αποσιωπώντας ότι, όταν όλα τελείωσαν, πήγε και έκλεψε ένα μαχαίρι από το σημείο του φονικού, μας παρουσιάζει κι αυτός μια εξωραϊσμένη εκδοχή της πραγματικότητας. Η πραγματικότητα όμως δεν είναι σχετική, απλώς μακιγιάρεται από τον κάθε αφηγητή για να καλυφθούν τα ντροπιαστικά γι' αυτόν σημεία της.
Με την οπτική των 56 χρόνων μετά το γύρισμα της ταινίας, το τελευταίο κομμάτι της με το μωρό, καθώς και η ερμηνεία του Τοσίρο Μιφούνε, φαίνονται γελοία και αντάξια απογευματινής φωσκολιάδας, η ατάκα όμως στην αρχή της έγραψε (μέσα μου και συνακόλουθα εδώ):
«Μας είπες πως θα μας πεις μια ιστορία, μέχρι να κοπάσει η μπόρα. Αν είναι να μας κάνεις κήρυγμα, καλύτερα να βγω στην μπόρα».
Γιατί κανείς δεν είναι διατεθειμένος ν' αναβάλει τον θάνατό του, για ν' ακούσει ένα κήρυγμα.
19 Comments:
"το τελευταίο κομμάτι της με το μωρό, καθώς και η ερμηνεία του Τοσίρο Μιφούνε, φαίνονται γελοία και αντάξια απογευματινής φωσκολιάδας".
Χοντρό. Πολύ χοντρό. Η βούρτσα και το άλλο (που κάνει σχεδόν ομοιοκαταληξία) σχηματίζουν την εξίσωση στο σχόλιό σου. Αυτό που μ'αρέσει πάνω από όλα σε σένα είναι ότι είσαι και ο πρώτος στην αυτοαναίρεση και ο πρώτος που θα σαρκάσει με αφοπλιστικό τρόπο και γλώσσα την ίδια του τη σκέψη. Δεν χωράει συζήτηση: δίνεις νόημα στις after συζητήσεις μας και τις γλιτώνεις από το αμπελοφιλοσόφημα που είχαμε συνηθίσει στα διάφορα florum. Εύγε λοιπόν...
Τι το γελοιο ειχε η ερμηνεια του Τοσίρο Μιφούνε?
Έκανε γκριμάτσες πάνω στις μούτες και μούτες πάνω στις γκριμάτσες, μούγκριζε, βρυχώταν, χτύπαγε μανιωδώς τα πόδια του και γενικά η ερμηνεία του μου φάνηκε σαν φεστιβάλ υπερβολής και «overacting».
Νομίζω πως αυτός που υπερβάλλει είσαι εσύ OldBoy. Θα πρέπει να ξαναναφέρω τα όσα συζητούσαμε περί γενικού context μέσα στο οποίο γίνεται αντιληπτή μια δράση, μια πράξη, μια συμπεριφορά, μια ερμηνεία κλπ.
Ανεξάρτητα απ'το ότι θεωρώ (και ΕΙΝΑΙ, όχι μόνο τον θεωρώ) τον Μιφούνε έναν από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς του σινεμά παγκοσμίως, στο "Ρασομόν" δεν νομίζω πως κάνει αυτό που εσύ ονομάζεις "overacting". Μόλις έβλεπα μια αμερικάνικη χαζοταινία στο Star με τον Μάθιου Μπρόντερικ για να με πάρει ο ύπνος και μπορώ να σου βάλω σε μια πραγματική βάση τι σημαίνει "overacting" και "overacting που βγάζει μάτι"...
Το στυλ του Μιφουνε δεν διαφερει πολυ απο των υπολοιπων ηθοποιων της ταινιας (θυμησου τη γυναικα του σαμουραι), ολοι μπορεις να πεις οτι κανουν "overacting". Οποτε η ο Kurosawa ατυχησε και διαλεξε κακους ηθοποιους η καποια πιο λογικη εξηγηση υπαρχει, π.χ. οτι ετσι ακριβως ηθελε να παιξουν. Ο Kurosawa ειχε αδυναμια στα silent movies και στο γιαπωνεζικο θεατρο Noh στοιχεια του οποιου μεταφερει στον κινηματογραφο. (Φανταζομαι οτι και ενας αμερικανος που βλεπει Hollywood σ'ολη του τη ζωη, αν δει αρχαια τραγωδια στην Επιδαυρο θa πει οτι οι ηθοποιοι κανουν overacting.)
Για να συνεισφέρω κι εγώ μια πληροφορία (ή ίσως θέση) στη συζήτηση, ήθελα να θυμίσω πως ο Kurosawa είχε αντιμετωπιστεί από τους συμπατριώτες του ως "ευρωπαϊστής Ιάπωνας". Και πράγματι, μπορεί εμείς να αναγνωρίζουμε θεμελιώδη στοιχεία της αρχαίας και μεσαιωνικής ιαπωνικής κουλτούρας στη σκηνοθεσία, στο κάδρο και στα plot των ταινιών του, η θεώρησή του όμως απέχει αρκετά από την κλασική ιαπωνική παράδοση. Χαρακτηρίζεται από μια ανθρωπιστική κατεύθυνση που περισσότερο δανείζεται στοιχεία από την ευρωπαϊκή διανόηση, παρά τα αρχαία ιαπωνικά κείμενα και το Ζεν. Στην περίπτωση των Σαμουράι, όλες οι μορφές που έχουν παρελάσει από τις ταινίες του και κυρίως εκείνες που αφορούν πρωταγωνιστικούς ρόλους (δηλαδή κατ'εξοχήν ο Μιφούνε), έχουν αρκετά στοιχεία καρικατούρας. Υπάρχει μια τάση απομυθοποίησης της ιδέας του Σαμουράι. Συνήθως (στις ταινίες του), τοποθετούνται χρονικά προς την περίοδο των τελευταίων ταγμάτων σαμουράι, όπου ήδη ο "θεσμός" είχε αρχίσει να εκφυλίζεται -και να μετατρέπονται σε φεουδάρχες-πολεμιστές-νταβατζήδες. Ας θυμηθούμε και τους "7 Σαμουράι", όπου όλοι τους είναι απόμαχοι ή μαθητευόμενοι (με μορφή που λάμπει τον "τρελό" και επιπόλαιο Κικουτσίγιο που ερμηνεύει ο Μιφούνε) και όλοι τους δεν έχουν πολεμήσει ποτέ τους... Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της ταινίας, βλέπει κανείς πως γκρεμίζεται (από τους ίδιους) ο μύθος του αυστηρού κώδικα και όλοι υποκύπτουν σε πειρασμούς και παρεκκλίσεις (παράνομοι έρωτες, κλοπές, λιποταξίες κλπ.).
Με την πολυλογία μου αυτή, θέλω να πω πως οι Σαμουράι του Kurosawa σε κάθε ταινία του σχεδόν, είναι ένα σχόλιο πάνω στην ιδέα και την εικόνα των Σαμουράι -και φυσικά αναφορικά με την κατάληξή τους, ως έμμεσο σχόλιο για την εξέλιξη της ιαπωνικής κουλτούρας και παράδοσης με το πέρασμα των αιώνων και, φυσικά, κατά τον τελευταίο αιώνα. Αν για κάποιο λόγο μας θυμίζουν καρικατούρες κομικές (εννοώντας τα κόμικς και όχι την κωμωδία), είναι γιατί σχεδιάστηκαν από το δημιουργό να είναι έτσι και φυσικά αποδόθηκαν με υπέρλαμπρη μαεστρία από τον Μιφούνε, που πάντα προσέθετε και το κάτι παραπάνω. Παραπέμπω με την ευκαιρία (για όσους μπορεί να το αγνοούν) στην αυτοβιογραφία του Kurosawa, ένα χρήσιμο εργαλείο για να κατανοήσει κανείς το πλαίσιο μέσα στο οποίο φτιάχνονταν αυτά τα σενάρια και γυρίζονταν αυτές οι ταινίες, σε μια εντελώς απόμακρη (για μας) γωνιά του πλανήτη και σε μια ακόμα πιο απόμακρη (για όλους) εποχή. Έβαλα και ξαναείδα το DVD του "Rashomon" με την ευκαιρία. Τι μάεστρος!!!
Τον γοητευτικό μουΤοσίρο τον βλέπω με μισόκλειστα μάτια -σαν γιαπωνέζα. Σε προτρέπω να βλέπεις με παρόμοιο τρόπο τις γιαπωνέζικες ταινίες -μισόκλεινε τα μάτια. Θα τις λατρέψεις!
:-)
Ευχαριστώ για τα τόσο πλούσια σε περιεχόμενο σχόλια. Δεν έχει νόημα να επιμείνω περαιτέρω στην άποψή μου, καθώς, ούτως ή άλλως, το τι αρέσει στον καθένα δεν μπορεί να μπει σε καλούπια. Απλά θα παρατηρήσω ότι, στο Ρασομόν, ο ηθοποιός που έπαιζε τον σαμουράι μου άρεσε, καθώς και ότι προσωπικά με ενοχλεί το υπερβολικό παίξιμο και στην αρχαία τραγωδία. Οπότε εδώ μπαίνει το θέμα του context που λέει ο Kamenidis. OK το δέχομαι, αλλά δεν νομίζω ότι θα πρόδιδε κάτι ο Μιφούνε, αν ήταν λίγο λιγότερο υπερβολικός στις γκριμάτσες και τα γέλια του.
Η μη επιχειρηματολογία σας όμως για το τέλος της ταινίας με το μωρό, με κάνει να σας βάλω λόγια στο στόμα και να σας ζητήσω να παραδεχτείτε ότι φαντάζει αφενός δραματουργικά εντελώς ξεκάρφωτο και αφετέρου σαν το μόνο κομμάτι της ταινίας που δεν αντέχει στη δοκιμασία του χρόνου.
Κλείνοντας με μια εξυπνάδα, λέω ότι στο τέλος της ταινίας ένα ΞΕΝΟ ΣΩΜΑ εισβάλλει στο φιλμ, το σώμα ενός μωρού.
Διαφημίσεις και σε λίγο και πάλι χαζοί.
Το μωρο ειναι ο απο μηχανης θεος :)
Οταν ειδα την ταινια πρωτη φορα, μου φανηκε και μενα ξεκαρφωτο, οχι ομως και οταν την ξαναειδα. Ο Kurosawa ηθελε ενα τελος που να αφηνει μια αισθηση ελπιδας.
Έχοντας στο μυαλό μας την εικόνα ενός σκηνοθέτη που γυρίζει επικές ταινίες και προσπαθεί να τις μπολιάσει με βαθιά νοήματα και αλήθειες, ξεχνάμε το πιο σημαντικό -που ισχύει κατ'εξοχήν στην περίπτωση Kurosawa. Ότι έχουμε να κάνουμε με έναν πραγματικά ανθρωπιστή δημιουργό, όπερ σημαίνει πως το καλλιτεχνικό του άγχος είναι να ξεπηδήσει μέσα από το έργο του η ζωή και οι ποικίλες εκφάνσεις της, η αγάπη για τον άνθρωπο και τις πράξεις του, η πίστη στη δύναμή του ανθρώπου για εξέλιξη. Και αυτό μεταφράζεται και σε δημιουργικούς όρους, γι αυτό και δεν βλέπουμε μόνο επικά πλάνα και επικά σενάρια, αλλά (σχεδόν σε όλες τις ταινίες του) συναντάμε χιούμορ (πλάκες, μούτες, αστειάκια, ειρωνείες κλπ.), πένθος, καθημερινές στιγμές, σοφές κουβέντες, απλές κουβέντες, σπίτια φτωχικά, σπίτια καθημερινά και τον άνθρωπο στο χώρο της δράσης του. Αν, για παράδειγμα, το σενάριο προβλέπει ότι ο ήρωας "πέφτει στη λάσπη και τρώει ξύλο", ο Kurosawa έχει έναν πολύ απλό τρόπο να το κάνει: ρίχνει τον ηθοποιό στη λάσπη και τον βάζει να φάει ξύλο, αντί να τροποποιήσει λίγο το μακιγιάζ.
Και πέρα από αυτά -απ'ό,τι θυμάμαι συμβαίνει σε μεγάλο μέρος των ταινιών του- προσπαθεί μετά το πέρας της κάθε ιστορίας και των συμπερασμάτων να δείξει έντονα ως δημιουργός την πίστη του στα ανθρώπινα ιδανικά με ένα εύρημα όπως καλή ώρα το μωρό και όπως πολύ όμορφα και λακωνικά (σε αντίθεση με μένα...) έγραψε παραπάνω ο tslyns.
Αν δεν κάνω λάθος, η ιστορία με το μωρό είναι και η ουσιαστική προσθήκη του σεναριογράφου στο κείμενο του Ακουταγκάουα (δηλαδή στα δύο διηγήματα που περιέχονται στο βιβλίο-συλλογή "Ρασομόν").
Aνθρωπιστικό τέλος ταινίας: το τέλος της ταινίας ενός μεγάλου δημιουργού.
Ηθικοπλαστικό τέλος ταινίας: το τέλος της ταινίας ενός μικρού δημιουργού.
Eπίσης διάβασα κι εγώ ότι η ιστορία με το μωρό είναι προσθήκη του Κουροσάβα στα διηγήματα στα οποία βασίστηκε το σενάριο. Οπότε εδώ μπαίνει κι ένα θέμα καλλιτεχνικής νομιμοποίησης, στο τι δηλαδή συνιστά διασκευή ενός λογοτεχνικού έργου και στο τι συνιστά διαστροφή του νοήματός του.
OldBoy φοβάμαι πως η νοηματική διάσπαση που προκύπτει από την ηθική υποχρέωση (?!?) να τσεκάρεις τα comments στα τρέχοντα posts των ημερών -τα οποία εξ ορισμού προέρχονται από ετερόκλητα ερεθίσματα και καταστάσεις- σε αναγκάζει να διατυπώνεις και βιαστικές και γενικευμένες θέσεις. Γι αυτό και πολλές φορές το αρχικό σου post είναι όλα τα λεφτά.
Προφανώς πολυλογώ καθ'ότι ιδιαίτερα ευαίσθητος και ευαισθητοποιημένος με την περίπτωση Kurosawa, αλλά δεν κατάλαβα αν θεωρείς το τέλος της ταινίας ανθρωπιστικό ή ηθικοπλαστικό και αντίστοιχα τον δημιουργό μικρό ή μεγάλο (δική σου αυτή η συνεπαγωγή).
Η πιο βεβιασμένη όμως θέση σου είναι αυτή περί της ανασκευής ενός σεναρίου. "Καλλιτεχνική νομιμοποιήση" είναι ένας όρος που χρησιμοποιούν οι κριτικοί τέχνης και ποτέ οι καλλιτέχνες. Κανένα καλλιτεχνικό έργο δεν είναι υποχρεωμένο να είναι συνεπές και πιστό απέναντι σε ένα άλλο (είτε αυτό χρησιμοποιείται ως έμπνευση και αρχική ιδέα είτε ως materia prima είτε ως αναφορά). Για να δεις που μπορεί να οδηγήσει αυτό το άτυπο "δικαστήριο" (μια και μιλάμε για "νομιμοποίηση"), θα σου αναφέρω ως παράδειγμα την περίπτωση "Σολάρις" το οποίο έχει γυριστεί από δύο σκηνοθέτες μέχρι τώρα. Η πρώτη του μεταφορά (από βιβλίο σε οθόνη) έγινε από τον Ταρκόφσκι και συνιστά (για πολλούς, αλλά για μένα σίγουρα) μια από τις μεγαλύτερες στιγμές στην ιστορία των ταινιών επιστημονικής φαντασίας. Ο συγγραφέας του "Σολάρις", Στάνισλαβ Λεμ, μόλις το είδε είχε γίνει έξω φρενών και δεν ήθελε να βλέπει ούτε ζωγραφιστό τον σκηνοθέτη. Τα κοσμιτικά επίθετα που του φόρτωσε δεν ήταν λίγα. Αντίθετα, όταν ο λίγος Σόντεμπεργκ καταπιάστηκε πριν λίγα χρόνια με το ίδιο έργο, αυτό έγινε κάτω από τις ευλογίες του Λεμ. Το αποτέλεσμα βέβαια έκανε κάθε νοήμονα άνθρωπο και σινεφίλο, έξω φρενών.
Όσον αφορά το "Ρασομόν", ο Κουροσάβα πολύ σοφά έχει επιλέξει να δώσει στην ταινία του τον τίτλο του βιβλίου και ουχί εκέινον του διηγήματος από το οποίο προέρχεται το κύριο σώμα του σεναρίου. Ακριβώς για να αποφύγει σχόλια περί πιστότητας της μεταφοράς. Όταν προβάλλεται η ταινία, ο δημιουργός προτείνει προς τον κόσμο ένα αυτοτελές έργο, στην περίπτωση μια ταινία. Και όχι μια διασκευή ενός άλλου έργου. Στο τέλος, εμείς οι θεατές καλούμαστε να το αντιμετωπίσουμε και να το κρίνουμε (το κάθε έργο) στην αυτοτέλειά του -εκτός αν ο καλλιτέχνης έχει θέσει άλλους σκοπούς (αρκετά συχνό στη σύγχρονη τέχνη). Το διήγημα "Ρασομόν" δανείζει στο κινηματογραφικό σενάριο ένα πολύ μικρό μέρος της ιστορίας, το οποίο αφορά τους γέρους στο τέλος της ταινίας. Γι αυτό και σχεδόν όλες οι ταινίες των οποίων το σενάριο πατάει πάνω σε κάποιο λογοτεχνικό έργο, γράφουν "βασισμένο σε". Η "καλλιτεχνική νομιμοποίηση" πέραν του ότι είναι επικίνδυνη (γιατί ποιος νομιμοποιείται για να κάνει την τελική κρίση;) οδηγεί και στις αθλιότητες που είδαμε και ακούσαμε για (εξίσου άθλιες) ταινίες τύπου "Da Vinci Code" και "Μέγας Αλέξανδρος" (του Stone). Τα καλλιτεχνικά έργα δεν είναι δοκίμια, δεν είναι ιστορία. Οι καλλιτέχνες έχουν κάθε δικαίωμα να είναι ανιστόρητοι. Κρίνονται γι αυτό από το θεατή. Αυτοί που δεν έχουν αυτό το δικαίωμα (αν και τελευταία το διεκδικούν πεισματικά) είναι οι ιστορικοί και οι επιστήμονες...
«δεν κατάλαβα αν θεωρείς το τέλος της ταινίας ανθρωπιστικό ή ηθικοπλαστικό και αντίστοιχα τον δημιουργό μικρό ή μεγάλο (δική σου αυτή η συνεπαγωγή)».
Ειρωνικά το έγραψα εννοώντας ότι ένα τέλος που θα χαρακτηρίζαμε ηθικοπλαστικό σε έναν ήσσονα δημιουργό, σε έναν αναμφίβολα μεγάλο δημιουργό όπως ο Κουροσάβα το ονομάζουμε ανθρωπιστικό.
Όσο για το κύριο μέρος του σχολίου σου, επιφυλάσσομαι να απαντήσω αύριο.
Ας υποθέσουμε πως είσαι συγγραφέας. Ας υποθέσουμε πως γράφεις ένα μυθιστόρημα, που δούλευες για χρόνια, που είναι έργο ζωής. Έρχεται λοιπόν ο σκηνοθέτης και σου λέει θα το κάνω ταινία. Ωραία κάνε το. Εννοείται ότι άλλο το σενάριο που θα γραφτεί και άλλο το μυθιστόρημα. Ωραία εννοείται. Εννοείται ότι άλλο έργο τέχνης θα είναι τελικά ή ταινία και άλλο έργο τέχνης το μυθιστόρημα. Ωραία εννοείται. Αν όμως στο μυθιστόρημα π.χ. έχω τρεις ήρωες που πάνε στον πόλεμο και λιποτακτούν επειδή αντικρύζουν την βαρβαρότητα του πολέμου, αν έχω φτιάξει ένα αντιπολεμικό μυθιστόρημα που δικαιώνει τους ήρωες μου και εσύ στην ταινία μου τους παρουσιάζεις ως δειλούς, μου αλλάζεις το τέλος και τους ξευτυλίζεις, τότε τι θα πούμε; Ότι καλώς καμωμένο το έργο σου; Θέλω να πω, όντως οι φραγμοί στην καλλιτεχνική ελευθερία είναι κατακριτέοι, αλλά όταν βασίζεσαι στο έργο ενός άλλου καλλιτέχνη, πρέπει τουλάχιστον να σέβεσαι το πνεύμα του έργου.
Υπάρχουν πράγματα που λειτουργούν στη λογοτεχνική γραφή και όχι στον κινηματογράφο και το αντίστροφο. Για αυτό μιλάμε για ΑΛΛΟ έργο. Όταν το έργο μιλάει μέσα από τις λέξεις, μεταχειρίζεται ένα συγκεκριμένο κώδικα και σύστημα. Όταν μιλάει μέσα από τις εικόνες (ή ξέρω'γω τη μουσική, την πρόξα κλπ.), πάλι μεταχειρίζεται έναν διαφορετικό κώδικα και σύστημα. Ο κάθε καλλιτεχνικός κώδικας έχει το δικό του συντακτικό και τους δικούς του κανόνες είτε μιλώντας σε αισθητικό επίπεδο είτε και σε καθαρά τεχνικό. Στην περίπτωσή μας, δεν περιμένει ο Ακουταγκάουα τον Κουροσάβα για να δώσει νόημα στο έργο του ή να το απαξιώσει. Κι αυτό ισχύει με όλες τις μεταφορές λογοτεχνικών έργων στο σινεμά. Βλέπω όμως, ότι για να βρεις δίκιο σε αυτά που λες, φτιάχνεις ένα παράδειγμα καρικατούρα (δηλαδή ακραίο) και του χώνεις. Εννοώ πως άλλο είναι να πούμε π.χ. "άστοχη" η παρέμβαση του σκηνοθέτη ή "μας τα μπέρδεψε λιγάκι" ή "ήταν περιττό" και άλλο να λέμε "ξεφτιλίζει το νόημα του βιβλίου".
Όταν βασίζεσαι σε ένα άλλο έργο δεν υπάρχει καμία υποχρέωση ή δέσμευση (και δεν θα έπρεπε να υπάρχει). Το κάθε έργο κρίνεται ξεχωριστά και η πορεία του καθενός στο χρόνο δεν έχει σχέση αλληλοεξάρτησης με κάποιο άλλο.
Βέβαια, αν παρακάμψω την αρχή αυτή, μπορώ να σου αναφέρω πως το βιβλίο "Ρασομόν" έγινε παγκοσμίως γνωστό, εξ αιτίας του όσκαρ που πήρε (που εξαναγκάσε τους κριτές καλύτερα) η ταινία. Όπως και ο ιαπωνικός κινηματογράφος. Όπως και συνολικά ο "ξένος" κινηματογράφος.
Η θέση σου θα είχε βάση αν κάποιος δεν είχε τη δυνατότητα βλέποντας την ταινία, να διαβάσει και το βιβλίο.
Εντάξει, κι εγώ είδα το "Fight Club" και είπα ΄"γαμώ τις ταινίες". Και μετά διάβασα το βιβλίο και διαπίστωσα πως δεν έπρεπε να είχε γυριστεί ταινία...
«Βλέπω όμως, ότι για να βρεις δίκιο σε αυτά που λες, φτιάχνεις ένα παράδειγμα καρικατούρα (δηλαδή ακραίο) και του χώνεις».
Όντως. Αν όμως ίσχυε απολύτως η άποψη περί απόλυτης ελευθερίας του σκηνοθέτη σε σχέση με το λογοτεχνικό έργο στο οποίο βασίστηκε, δεν θα έπρεπε να συνιστά πρόβλημα ούτε η καρικατούρα που έφτιαξα ;)
Σε γενικές γραμμές δεν διαφωνώ, απλά πιστεύω ότι από ένα σημείο και ύστερα σταματά η ελευθερία του σκηνοθέτη. Κι αυτό το σημείο τοποθετείται μάλλον κάπου εκεί που αρχίζει να διαστρεβλώνεται το πνεύμα του λογοτεχνικού έργου.
Δεν χρειάζεται να κουραζόμαστε γι αυτά που συμφωνούμε. Το ζήτημα για μένα παραμένει: ποιος αποφασίζει πότε και αν διαστρεβλώνεται το πνεύμα του λογοτεχνικού έργου; Εδώ είναι η παγίδα. Γιατί αν ρωτήσεις εμένα, και ειδικά για το "Ρασομόν", ίσα ίσα που το αναδεικνύει -με τον δικό του τρόπο. Κι άντε βρες άκρη έτσι...
Όσον αφορά την τέχνη, δεν με ενοχλεί και τόσο η έννοια που εσύ ορίζεις ως "καλλιτεχνική νομιμοποίηση". Η ιστορία όμως μου έχει δείξει πως πρέπει να φοβάμαι πολύ αυτόν που την ορίζει...
This is very interesting site...
» » »
Best regards from NY! lowsuit on topamax Cybersitter fool Audi a3 fog light nissan Nissan sunny 1975 Cellulite bottom spanked business insurance bahama 1957 mercedes 300 sl I am big brother parental control Sulindac versus celebrex http://www.strategy-roulette.info/parentalcontrolreview.html free anal gallerys Pictures generic paxil nobo electric heaters uk vw bug stuffcom cybersitter clean32 bowls are dishwasher Fucking  paris  hilton latina nova patent trademark office
Δημοσίευση σχολίου
<< Home