Τετάρτη, Αυγούστου 27, 2014

Fun Time Beach café

Πριν την έναρξη των προημιτελικών του μουντιάλ, οι αρχηγοί των ομάδων διάβασαν ένα μήνυμα της FIFA: «Καταδικάζουμε ολόψυχα τις διακρίσεις από όποια αιτία κι αν προέρχονται, συμπεριλαμβανομένης της φυλής, του φύλου, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της εθνικής καταγωγής και της θρησκείας». Και όσο άνετα μπορεί να προσυπογράψει κανείς αυτή την καταδίκη, άλλο τόσο άνετα μπορεί να εντοπίσει τη φωναχτή απουσία από την λίστα: τις διακρίσεις ανάμεσα σε φτωχούς και πλούσιους. Οι ταξικές διακρίσεις δεν αναφέρονται επειδή μάλλον κατά τη FIFA -και γενικότερα στον μετά το 1989 κόσμο- δεν θεωρούνται αθέμιτες, επειδή ζούμε σε έναν κόσμο ίσων ευκαιριών, όπου ο καθένας ανταμείβεται για αυτό που προσφέρει, κι άρα αν π.χ. μένει σε φαβέλες, τότε δεν υπάρχει τίποτα το περίεργο στην «κοινωνική εκκαθάριση» που προηγήθηκε του μουντιάλ, καθώς αυτή δεν ήταν προϊόν καταδικαστέας διάκρισης, αλλά τμήμα της φυσικής τάξης των πραγμάτων.

Λίγα βράδια αργότερα, στους ημιτελικούς, στο παραθαλάσσιο Fun Time Beach café, στην περιοχή Καν Γιουνίς της Γάζας, εννέα πολίτες σκοτώθηκαν από πύραυλο κι άλλοι τρεις τραυματίστηκαν. Είχαν μαζευτεί εκεί για να παρακολουθήσουν το Αργεντινή – Ολλανδία. Αλλά δεν πρόλαβαν. Απέναντί τους, σε ένα λόφο στην πόλη Σντερότ, Ισραηλινοί με ποπ κορν στο χέρι είχαν καβατζάρει ένα λόφο για να απολαύσουν το θέαμα. Θεατής ο βομβαρδιζόμενος, θεατής κι ο βομβαρδιστης. Θεατές κι όλοι εμείς οι τρίτοι, καταναλώνουμε στα σόσιαλ μίντια τις εικόνες της φρίκης, σε ένα timeline που δεν σταματά να μας τροφοδοτεί και να αυτοτροφοδοτείται, υπερκθέτοντάς μας στον ζόφο, ίσως ευαισθητοποιώντας μας - ίσως αναισθητοποιώντας μας, ποιός ξέρει, όλα στο τέλος θα αποδειχθούν έτσι ή αλλιώς. Προς το παρόν κοιτάζουμε αυτούς που κοιτάζουν εκείνους που, ενώ κοιτούσαν τον Μέσι, δολοφονήθηκαν.

Μήπως όμως ο ειδικός αποτροπιασμός μας για τη συμπεριφορά τους θέλει να συγκαλύψει κάτι κρυμμένο; Πόσο καθοριστική είναι η διαφορά ανάμεσα στο να κάθεσαι να βλέπεις τους βομβαρισμούς λάιβ και στο να κάθεσαι να τους βλέπεις σπίτι σου από ένα live feed, ή έστω από το να έχεις κάτσει σπίτι σου και να καταριέσαι άλλους στο δικό σου ηλεκτρονικό μετερίζι; To ίδιο δεν βομβαρδίζονται; Το ίδιο δεν θα σκοτωθούν; Και γιατί το πρόβλημα να είναι η αποκτήνωση του να τα παρακολουθείς κι όχι η αποκτήνωση του να τα επιτρέπεις, να τα επιτρέπεις τουλάχιστον στο βαθμό που σου αναλογεί; Και ποιός είναι αυτός ο βαθμός; Μήπως ένα είναι τελικά το ζήτημα, ότι έχουμε στάση θεατή απέναντι σε όσα συμβαίνουν στους άλλους και σε μας; Ως ποιόν βαθμό είμαστε θεατές και σχολιαστές αυτού του κόσμου; Και πώς θα μπορούσαμε να γίνουμε πιο ενεργοί διαμορφωτές του; Θεσμικά; Ή μήπως με τη βία; Κάνει όμως να καταφύγουμε σε αυτήν;

Ας μιλήσουμε λίγο για μια θεμελιώδη αντίφαση. Ο κάθε λάτρης της εγχώριας νομιμότητας κι ο κάθε διαπρύσιος κήρυκας κατά της βίας επικαλείται ως δικαιολογητική του βάση ότι στις αστικές δημοκρατίες όλα είναι ρυθμισμένα όπως πρέπει, τουλάχιστον ως προς τις καταστατικές αρχές τους. Το κράτος έχει το μονοπώλιο της βίας, προκειμένου να προστατεύσει το δικαίωμα όλων μας να απολαύσουμε τη δημοκρατία. Όποιος βιαιοπραγεί σε δημοκρατικό καθεστώς, το κάνει επειδή οι ιδέες του χάνουν. Η βία δεν είναι μέσο επίλυσης των διαφορών, επειδή έχουμε κάθε δυνατότητα να τα συζητήσουμε ειρηνικά τα θέματα. Κάθε τετραετία τα ξαναβάζουμε όλα κάτω κι όλοι μαζί αποφασίζουμε ποιός τα λέει πειστικότερα. Και αν πείσει, μετά γίνεται αυτό που εκείνος θέλει. Έτσι παίζεται το παιχνίδι και είναι ένα παιχνίδι που η βία έχασε από τη πειθώ.

Όταν όμως η διεθνής νομιμότητα γίνεται εξακολουθητικά κουρέλι, αλλάζει ο σκοπός του τραγουδιού: εκεί καταφεύγουμε στον πραγματισμό, στη γεωπολιτική σκακιέρα, στο δεν θα κάνουμε εμείς τους μάγκες εις βάρος των εθνικών συμφερόντων. Ο καλά καμωμένος κόσμος φεύγει, το δίκαιο της ισχύος έρχεται. Κι έτσι κατ΄ αποτέλεσμα η ένστολη βία του ισχυρού και στην μία και στην άλλη περίπτωση επιδοκιμάζεται. Στα της εγχώριας εξουσίας της βάζουμε κι ένα νόμιμο περιτύλιγμα, στα της παγκόσμιας εξουσίας το περιτύλιγμα πετιέται εκ των πραγμάτων, αλλά δεν πειράζει, το αποτέλεσμα το ίδιο είναι, αρκεί η στολή να φοράει τα χρώματα της Δύσης. Όταν η βία ασκείται από σημείο ισχύος είναι μια αποδεκτή βία κι οι ένστολοι είναι ο σκληρός πυρήνας του φαντασιακού μας. Αν όμως ο κυνισμός και το δίκαιο του ισχυρότερου είναι οκ, τότε γιατί να μην πάρω κι εγώ το όπλο; Αν το δίκαιο του ισχυρότερου δεν ενοχλεί, αν δεν είναι όλα φτιαγμένα όπως πρέπει, αν τα όπλα τα διεθνή δεν ενοχλούν γιατί να ενοχλούν τα εγχώρια; Ή έτσι παίζεται το παιχνίδι ή αλλιώς. Αν ο κόσμος δεν είναι καμωμένος καλά και αν θεσμικά φτάνουμε μέχρι το σήκωμα των ώμων, γιατί να μην αντιδράσει κανείς εξωθεσμικά;

Ίσως, επειδή εκτός όλων των άλλων ενστάσεων και αντιρρήσεων, παίρνοντας το όπλο γίνεσαι οργανικότατο μέρος του θεάματος και της κυρίαρχης αφήγησης. Και το γεγονός ότι το κράτος δεν σταματά να κάνει ό,τι μπορεί για να παράξει «τρομοκράτες», δείχνει πόσο απόλυτα χρήσιμοι του είναι ως εχθροί του. Και έτσι ο κάθε Μαζιώτης καταλήγει να συμπρωταγωνιστεί στην ίδια φαντασίωση με την κάθε Μίνα Καραμήτρου. Και κάπως έτσι, για κάθε δέκα ρεπορτάζ για τον κάθε Μαζιώτη αντιστοιχούν μηδέν ρεπορτάζ για τον κάθε Μαρινάκη. Πριν λίγα μόλις χρόνια η δικαστική έρευνα για τον Μαρινάκη θα προξενούσε σκάνδαλο. Και πουθενά να μην οδηγούσε, το θέμα ως θέμα θα συζητούνταν και με το παραπάνω. Τώρα δεν υπάρχει σοκ ούτε καν για την αποσιώπησή του από τα ΜΜΕ. Αυτού του βαθμού ο μιθριδατισμός της κοινωνίας είναι καινούριο εξελικτικό στάδιο. Και τρέχει παράλληλα με την υποχώρηση της κοινωνίας στην προέλαση της νεοφιλελεύθερης ατζέντας.

Ο λόγος στον κομπέρ του καθεστώτος, Άδωνη: «Έχουμε τον μεγαλύτερο αιγιαλό στον πλανήτη. Να μην βγάλουμε κανένα φράγκο, να βρει και κανένας άνθρωπος δουλειά, να μειωθούν οι φόροι να περνάμε καλύτερα; Να τα έχουμε μονίμως έτσι, επειδή γουστάρει ο κάθε αριστερός;». Να μην τα έχουμε μονίμως έτσι λοιπόν, όχι μόνο σε αιγιαλούς, αλλά και στις δασικές εκτάσεις με το νομοσχέδιο που προωθείται τώρα για ψήφιση, ό,τι ήταν δάσος θα παραμείνει δάσος, εκτός από αυτό που δεν θα παραμείνει δάσος πια, ό,τι ήταν αιγιαλός ή δάσος θα μας βοηθήσει να βγάλουμε κανένα φράγκο, ό,τι είναι περιβάλλον μάς περιβάλλει ακριβώς ως μια ακόμη ευκαιρία για φράγκα, ο ρόλος των μεν είναι να βγάλουν κανένα φράγκο, ο ρόλος των δε να σχολιάσουν τα του περιβάλλοντος, σαν να βλέπουν από τον απέναντι λόφο την ίδιο τους τη ζωή να βομβαρδίζεται. Ό,τι ήταν θέαμα θα παραμείνει θέαμα.
(Κείμενο γραμμένο για το Unfollow) 

3 Comments:

At 8/28/2014 10:43:00 π.μ., Blogger Xenoudis - Ξενούδης said...

... και πότε δέχτηκε η ιστορία να συμβαδίζει με τα διεθνή νόμιμα; Και πότε τα μεγάλα συμφέροντα υποχώρησαν ουσιαστικά μπροστά στο δίκιο; Θα σταματήσει ποτέ το μεγάλο ψάρι να τρώει το μικρό;
Ξενούδης

 
At 8/28/2014 04:45:00 μ.μ., Anonymous Σωτήρης said...

“—Αυτή όμως η πικρή διαπίστωση, αυτή η πολύ χαμηλής ποιότητας σύνεση, την οποία διαθέτουν ακόμη και τα έντομα (τα οποία, όταν βρίσκονται σε μεγάλο κίνδυνο, κάνουν πως είναι πεθαμένα, για να μην κάνουν τίποτε «υπερβολικό»), φοράει, χάρη σ' αυτήν την παραχάραξη και την αυτοκοροΐδία που προσιδιάζουν στην ανημπόρια, τον επιδεικτικό μανδύα της αρετής, της αρετής που ξέρει να περιμένει, που αποποιείται και που σιωπά, λες και ήταν η αδυναμία του αδύναμου —δηλαδή η ουσία του, η δράση του, η μοναδική, αναπόφευκτη και ακλόνητη πραγματικότητά του— μια ηθελημένη πράξη, κάτι εσκεμμένο, επιλεγμένο, ένας άθλος, μια αξιέπαινη πράξη. Αυτό το είδος ανθρώπου έχει ανάγκη να πιστεύει σε ένα ουδέτερο, αυτεξούσιο «υποκείμενο», και τούτο λόγω ενός ενστίκτου αυτοδιατήρησης και αυτοκατάφα-σης, μέσα στο οποίο φροντίζει να καθαγιαστεί κάθε ψέμα. Το υποκείμενο (ή, για να μιλήσω στη γλώσσα του λαού, η ψυχή) ίσως να υπήρξε μέχρι τώρα πάνω στη γη το καλύτερο άρθρο πίστης, επειδή επιτρέπει στη μεγάλη πλειονότητα των θνητών, στους αδύναμους και στους κάθε λογής καταπιεσμένους, εκείνη την εξαίσια αυτοκοροϊδία που συνίσταται στο να θεωρούν την ίδια την αδυναμία ελευθερία και το ούτως-και-ούτως-είναι τους προσόν.”

 
At 8/30/2014 08:00:00 μ.μ., Blogger Strider said...

Σε διαβάζω καιρό. Άλλες φορές σε γουστάρω, άλλες όχι. Πρώτη φορά σχολιάζω. "Ή έτσι παίζεται το παιχνίδι ή αλλιώς." γράφεις. Το "παιχνίδι" τελικά είναι δύσκολο ακριβώς επειδή παίζεται με τόσους διαφορετικούς τρόπους, με τόσους διαφορετικούς κανόνες. Ένα είναι σίγουρο χαρακτηριστικό. Η βία. Ακόμα και όταν η πειθώς είναι το κυρίαρχο εργαλείο, η βία λειτουργεί υπόγεια, παίρνοντας περίεργες μορφές, για να ορίσει τελικά ποιος "πείθει". And that is the "Game of Thrones".

 

Δημοσίευση σχολίου

<< Home