Euro & Eurovision, πάρτ τού.
I. Σύνδεση με τα προηγούμενα:
Δυο είναι οι βασικές σχολές σκέψεις.
Η πρώτη, ας την πούμε σχολή του Νίκου Δήμου, ταυτίζει τις δυο πρωτιές δια του σνομπισμού και της απαξίωσής τους και αναρωτιέται ποιός είναι ο λόγος να νιώθουμε υπερήφανοι για την επιτυχία άλλων (http://www.ndimou.gr/newsarticle_gr.asp?news_id=114) .
Η δεύτερη είναι η επικρατούσα στα τηλεοπτικά κανάλια σχολή, βάσει της οποίας η επιτυχία της Έλενας είναι συνέχεια της περσινής ποδοσφαιρικής επιτυχίας και η οποία λίγο πολύ ταυτίζει τις δύο πρωτιές δια του "τραλαλά, τι ωραία τι καλά που περνάνε τα παιδιά".
Υπάρχει και μια τρίτη άποψη, εκείνη που προσπάθησα να εκφράσω κι εγώ με το προηγούμενο post μου περί Euro & Eurovision, όπου υποστήριξα ότι άβυσσος χωρίζει τις δυο επιτυχίες.
Με comment του στο post μου αυτό, ο φίλος μου ο Garine, αφενός με ρώτησε τι άλλαξε στο 105' και αφετέρου υπαινίχθηκε ότι, όντας άντρας και δη ποδοσφαιρόφιλος, τα συμπεράσματά μου είναι υπέρμετρα υποκειμενικά.
Εν συνεχεία κι ενώ είχα υποστηρίξει ότι αν νικήσει η Έλενα ο κόσμος δεν θα βγει στους δρόμους, τα τηλεοπτικά πλάνα με διέψευσαν.
O Crazy Monkey και η Mindstripper συμφώνησαν όμως ότι ο ψυχικός αντίκτυπος των δυο επιτυχιών διαφέρει και μάλιστα η Μindstripper έγραψε ένα εξαιρετικό post (http://mindstripper.blogspot.com/2005/05/euro-eurovision.html)
Aφού λοιπόν έχουν μπει τόσα θέματα στο διαδικτυακό τραπέζι ας επεκταθούμε λίγο περισσότερο:
II. Το 105΄:
Η Ντόνα Ταρτ στο μυθιστόρημά της με τίτλο "Μυστική Ιστορία" αναφέρεται στα διονυσιακά μυστήρια και κάνει λόγο για το βάρος του εαυτού μας, για τη δυστυχία που μας προκαλεί η συνείδησή μας, για την λαχτάρα μας να βγούμε για λίγο εκτός εαυτού, για την ιδέα της απώλειας του ελέγχου που γοητεύει τους χαλιναγωγημένους ανθρώπους περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Λέγοντας το με τα δικά της λόγια: "Το βίωμα της απόλυτης ελευθερίας. Αν έχουμε αρκετή ψυχική δύναμη μπορούμε να σκίσουμε το πέπλο και να αντικρίσουμε κατά πρόσωπο αυτή τη γυμνή τρομακτική ομορφιά. Αφήστε το Θεό να μας κάνει δικούς του, να μας κατασπαράξει, να αποσυναρμολογήσει τα κόκαλά μας και μετά να μας φτύσει ξαναγεννημένους. Αυτή είναι η τρομερή γοητεία των διονυσιακών μυστηρίων, αυτή η φωτιά της καθαρής ύπαρξης".
Όπως η Μindstripper, έτσι κι εγώ βρέθηκα πέρυσι στο στάδιο Ντραγκάο. Βρίσκομαι στο γαλάζιο ύψιλον που σχηματίζουν οι θύρες που έχουν γεμίσει με γαλανόλευκες σημαίες, μπλε μπλούζες και βαμμένα μπλε πρόσωπα, βρίσκομαι στο Καλλιμάρμαρο εκατόν οκτώ χρόνια πριν και ο Σπύρος Λούης τερματίζει πρώτος, βρίσκομαι στο 105', στο τελευταίο λεπτό της παράτασης, όταν ακούγεται ένα κρακ, και το ύψιλον του Ντραγκάο, η συντεταγμένη αυτή του χωρόχρονου, τουμπάρει τρεις μοίρες προς τα κάτω.
Γκολ.
Βγαίνω από τον εαυτό μου, χάνω την ατομικότητά μου, χαμένος στο ύψιλον δεν είμαι ο εαυτός μου, το όνομά μου και η ηλικία μου, οι προσδοκίες μου και οι φόβοι μου, οι προκαταλήψεις μου και οι ενοχές μου, τα φωτεινά και τα μαύρα σημεία της ψυχής μου, είμαι ολόιδιος με τον διπλανό μου που αγκαλιάζω, είμαι ο διπλανός μου που κλαίει και με φιλάει, είμαι μια κουκίδα του γαλάζιου, μια μπλε μπλούζα ακόμη που χοροπηδά, μια φωνή ακόμη που κραυγάζει, κραυγή μεσ' τις κραυγές, αγκαλιά μεσ' τις αγκαλιές, δάκρυ μεσ' τα δάκρυα, έκσταση μεσ' τις εκστάσεις, είμαι πανηγυρισμός, είμαι ένας απ' όλους, είμαι έξι σειρές πιο κάτω, είμαι τρεις θύρες πιο πέρα, δεν είμαι εγώ, είμαι κάπου αλλού, σε έναν χώρο παράπλευρο του συνειδητού, ελεύθερος επιτέλους από μένα και τα βαρίδια μου, ολόγυμνη ευτυχία, απροστάτευτος αλαλαγμός, άνθρωπος που αξιώθηκε στη ζωή του να δει κατάφατσα το Απόλυτο και το θέαμα του κλόνισε το νου και τον κατέλαβε, μετατρέποντάς τον σε παροξυσμένο θύμα του, δύσπιστο πιστό του και άναρθρο υμνωδό του.
Ρωτάω λοιπόν: ένιωσα μια τέτοια εμπειρία επειδή ήμουν μέσα στο γήπεδο; Εσύ Garine στην μακρινή αλλοδαπή και όλοι οι υπόλοιποι μπροστά στις τηλεοράσεις τους στην Ελλάδα και το εξωτερικό δεν βγήκατε από τον εαυτό σας τη στιγμή εκείνου του συγκεκριμένου γκολ; Πόσες φορές στη διάρκεια της ζωής μας βγαίνουμε εντελώς από τον εαυτό μας; Είναι αυτή μια εμπειρία συνήθης; Πολύ περισσότερο, υπάρχει έστω κι ένας άνθρωπος, η μαμά της Έλενας, η ίδια η Έλενα, που να ένιωσε έτσι προχθές; Δεν μιλάω για ευτυχία, δεν αμφισβητώ την ευτυχία τους, μιλάω για έκσταση.
Δυο είναι οι βασικές σχολές σκέψεις.
Η πρώτη, ας την πούμε σχολή του Νίκου Δήμου, ταυτίζει τις δυο πρωτιές δια του σνομπισμού και της απαξίωσής τους και αναρωτιέται ποιός είναι ο λόγος να νιώθουμε υπερήφανοι για την επιτυχία άλλων (http://www.ndimou.gr/newsarticle_gr.asp?news_id=114) .
Η δεύτερη είναι η επικρατούσα στα τηλεοπτικά κανάλια σχολή, βάσει της οποίας η επιτυχία της Έλενας είναι συνέχεια της περσινής ποδοσφαιρικής επιτυχίας και η οποία λίγο πολύ ταυτίζει τις δύο πρωτιές δια του "τραλαλά, τι ωραία τι καλά που περνάνε τα παιδιά".
Υπάρχει και μια τρίτη άποψη, εκείνη που προσπάθησα να εκφράσω κι εγώ με το προηγούμενο post μου περί Euro & Eurovision, όπου υποστήριξα ότι άβυσσος χωρίζει τις δυο επιτυχίες.
Με comment του στο post μου αυτό, ο φίλος μου ο Garine, αφενός με ρώτησε τι άλλαξε στο 105' και αφετέρου υπαινίχθηκε ότι, όντας άντρας και δη ποδοσφαιρόφιλος, τα συμπεράσματά μου είναι υπέρμετρα υποκειμενικά.
Εν συνεχεία κι ενώ είχα υποστηρίξει ότι αν νικήσει η Έλενα ο κόσμος δεν θα βγει στους δρόμους, τα τηλεοπτικά πλάνα με διέψευσαν.
O Crazy Monkey και η Mindstripper συμφώνησαν όμως ότι ο ψυχικός αντίκτυπος των δυο επιτυχιών διαφέρει και μάλιστα η Μindstripper έγραψε ένα εξαιρετικό post (http://mindstripper.blogspot.com/2005/05/euro-eurovision.html)
Aφού λοιπόν έχουν μπει τόσα θέματα στο διαδικτυακό τραπέζι ας επεκταθούμε λίγο περισσότερο:
II. Το 105΄:
Η Ντόνα Ταρτ στο μυθιστόρημά της με τίτλο "Μυστική Ιστορία" αναφέρεται στα διονυσιακά μυστήρια και κάνει λόγο για το βάρος του εαυτού μας, για τη δυστυχία που μας προκαλεί η συνείδησή μας, για την λαχτάρα μας να βγούμε για λίγο εκτός εαυτού, για την ιδέα της απώλειας του ελέγχου που γοητεύει τους χαλιναγωγημένους ανθρώπους περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Λέγοντας το με τα δικά της λόγια: "Το βίωμα της απόλυτης ελευθερίας. Αν έχουμε αρκετή ψυχική δύναμη μπορούμε να σκίσουμε το πέπλο και να αντικρίσουμε κατά πρόσωπο αυτή τη γυμνή τρομακτική ομορφιά. Αφήστε το Θεό να μας κάνει δικούς του, να μας κατασπαράξει, να αποσυναρμολογήσει τα κόκαλά μας και μετά να μας φτύσει ξαναγεννημένους. Αυτή είναι η τρομερή γοητεία των διονυσιακών μυστηρίων, αυτή η φωτιά της καθαρής ύπαρξης".
Όπως η Μindstripper, έτσι κι εγώ βρέθηκα πέρυσι στο στάδιο Ντραγκάο. Βρίσκομαι στο γαλάζιο ύψιλον που σχηματίζουν οι θύρες που έχουν γεμίσει με γαλανόλευκες σημαίες, μπλε μπλούζες και βαμμένα μπλε πρόσωπα, βρίσκομαι στο Καλλιμάρμαρο εκατόν οκτώ χρόνια πριν και ο Σπύρος Λούης τερματίζει πρώτος, βρίσκομαι στο 105', στο τελευταίο λεπτό της παράτασης, όταν ακούγεται ένα κρακ, και το ύψιλον του Ντραγκάο, η συντεταγμένη αυτή του χωρόχρονου, τουμπάρει τρεις μοίρες προς τα κάτω.
Γκολ.
Βγαίνω από τον εαυτό μου, χάνω την ατομικότητά μου, χαμένος στο ύψιλον δεν είμαι ο εαυτός μου, το όνομά μου και η ηλικία μου, οι προσδοκίες μου και οι φόβοι μου, οι προκαταλήψεις μου και οι ενοχές μου, τα φωτεινά και τα μαύρα σημεία της ψυχής μου, είμαι ολόιδιος με τον διπλανό μου που αγκαλιάζω, είμαι ο διπλανός μου που κλαίει και με φιλάει, είμαι μια κουκίδα του γαλάζιου, μια μπλε μπλούζα ακόμη που χοροπηδά, μια φωνή ακόμη που κραυγάζει, κραυγή μεσ' τις κραυγές, αγκαλιά μεσ' τις αγκαλιές, δάκρυ μεσ' τα δάκρυα, έκσταση μεσ' τις εκστάσεις, είμαι πανηγυρισμός, είμαι ένας απ' όλους, είμαι έξι σειρές πιο κάτω, είμαι τρεις θύρες πιο πέρα, δεν είμαι εγώ, είμαι κάπου αλλού, σε έναν χώρο παράπλευρο του συνειδητού, ελεύθερος επιτέλους από μένα και τα βαρίδια μου, ολόγυμνη ευτυχία, απροστάτευτος αλαλαγμός, άνθρωπος που αξιώθηκε στη ζωή του να δει κατάφατσα το Απόλυτο και το θέαμα του κλόνισε το νου και τον κατέλαβε, μετατρέποντάς τον σε παροξυσμένο θύμα του, δύσπιστο πιστό του και άναρθρο υμνωδό του.
Ρωτάω λοιπόν: ένιωσα μια τέτοια εμπειρία επειδή ήμουν μέσα στο γήπεδο; Εσύ Garine στην μακρινή αλλοδαπή και όλοι οι υπόλοιποι μπροστά στις τηλεοράσεις τους στην Ελλάδα και το εξωτερικό δεν βγήκατε από τον εαυτό σας τη στιγμή εκείνου του συγκεκριμένου γκολ; Πόσες φορές στη διάρκεια της ζωής μας βγαίνουμε εντελώς από τον εαυτό μας; Είναι αυτή μια εμπειρία συνήθης; Πολύ περισσότερο, υπάρχει έστω κι ένας άνθρωπος, η μαμά της Έλενας, η ίδια η Έλενα, που να ένιωσε έτσι προχθές; Δεν μιλάω για ευτυχία, δεν αμφισβητώ την ευτυχία τους, μιλάω για έκσταση.
ΙΙΙ. Άλλαξε κάτι;
O Garine επισημαίνει ότι και μετά το Euro οι θεσμοί του ελληνικού ποδοσφαίρου παραμένουν το ίδιο ανυπόληπτοι. Άλλοι επισημαίνουν ότι τέτοιες επιτυχίες δεν αλλάζουν την καθημερινή μας ζωή. Σωστά όλα αυτά. Κατά τη γνώμη μου όμως, πέραν της εμπειρίας των ημερών εκείνων (που θα ήταν από μόνη της υπεραρκετή), από πέρυσι το καλοκαίρι κερδίσαμε επιπρόσθετα και τη δυνατότητα ενός άλλου τρόπου θεώρησης των πραγμάτων. Εκείνο που μπορεί να κερδηθεί από όσα συνέβησαν πέρυσι, μπορεί να κερδηθεί όχι μόνον από έναν Έλληνα, αλλά από οποιονδήποτε έχει τα μάτια του ανοικτά και τη διάνοιά του ανήσυχη. Δεν νομιμοποιούμαστε πλέον να λέμε ότι κάτι δε γίνεται, ότι υπάρχουν απραγματοποίητα όνειρα. Ό,τι είναι θεωρητικά δυνατό, είναι και πρακτικά δυνατό. Δεν μιλάω για την πίστη που μετακινεί βουνά, δεν μιλάω για υπέρβαση φυσικών νόμων, δεν μιλάω μεταφυσικά. Εννοώ πως ό,τι μπορεί να συμβεί με βάση τους νόμους της φύσης, μπορεί τελικά να συμβεί, όσο στατιστικά απίθανο και αδιανόητο κι αν φαίνεται. Δε νομιμοποιούμαστε να πούμε "Καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ". Θα μπορούσε να αλλάξει αν το θέλαμε αρκετά, αν το προσπαθούσαμε αρκετά. Ότι όλα μα όλα μπορούν να γίνουν, είναι το πρώτο δίδαγμα. Ότι όλα μπορεί να γίνουν, αλλά δεν θα γίνουν από μόνα τους, με χαζή αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση, είναι το δεύτερο. Τόνοι ιδρώτα χρειάζονται για να επιτευχθεί αυτό που λέγεται θαύμα. Ίσως δεν πρέπει καν να ελπίζουμε, τουλάχιστον στην αρχή, πρέπει απλώς να αρνούμαστε να πεθάνουμε, να προσπαθούμε με αίμα αλιγάτορα να μείνουμε ζωντανοί στο ματς, στιγμή με τη στιγμή, φάση με την φάση, διεκδίκηση της μπάλλας με διεκδίκηση της μπάλλας και το όποιο όνειρό μας, ας είναι αρχικά εσωτερικό και ανομολόγητο, κι όσο το προσεγγίζουμε -γύρο με τον γύρο, αποκλεισμό με τον αποκλεισμό- όσο έρχεται πιο κοντά μας, τότε ας αρχίζει επιτέλους να μας φωτίζει και να τυφλώνει τους αντιπάλους. Από τον Ιούλιο του 2004 όλα γίνονται, όλα είναι πλέον δυνατά, όλα παίζουν, όλα είναι εφικτά, το "αδύνατον" πέθανε, το "αδύνατον" δεν είναι πια μαζί μας, πέρασε ξυστά άουτ πέντε-έξι φορές από την εστία του Νικοπολίδη, μπήκε με κεφαλιά στα δίκτυα του Μπαρτέζ, του Τσεχ και του Ρικάρντο, σηκώθηκε το γαμημένο το "αδύνατον" και, όταν μέσα στα χέρια του αρχηγού αντίκρισε τον ουρανό, έγινε για πάντα, στον αιώνα τον άπαντα, δυνατόν. Σβήστε τη λέξη "αδύνατον" από τα λεξικά.
IV. Γιατί να χαιρόμαστε;
IV. Γιατί να χαιρόμαστε;
Γράφει ο Νίκος Δήμου: "Ας το ξεκαθαρίσουμε. Στην Πορτογαλία δεν νίκησε «η Ελλάδα», αλλά μερικοί ποδοσφαιριστές και ο προπονητής τους (και τους αξίζει ο μέγιστος έπαινος)". Ωστόσο, ως τι αγωνίστηκαν οι ποδοσφαιριστές αυτοί; Ως Θοδωρής, Γιώργος, Άγγελος κλπ; Ως η ομάδα της ΕΠΟ; Δεν αγωνίστηκαν ως το αντιπροσωπευτικό ποδοσφαιρικό συγκρότημα του συνόλου των Ελλήνων ποδοσφαιριστών; Δεν είχαν ένα εθνόσημο στις φανέλλες τους; Δεν ακούγονταν εθνικοί ύμνοι πριν αρχίσουν οι αγώνες; Αν η "ελληνική ψυχή" είναι ένα όμορφο παραμύθι, οι παίκτες πιστεύοντας σε αυτό το παραμύθι το έκαναν πραγματικότητα. Με άλλα λόγια, η "ελληνική ψυχή" υφίσταται όχι αυτοτελώς, όχι γονιδιακά, αλλά όταν πιστέψουμε στο μύθο της και ενεργήσουμε ωσάν να υπήρχε αυτοτελώς. Η κορυφή ανήκει συνήθως στους Ζιντάν, τους Ραούλ, τους Νέτβεντ και τους Φίγκο αυτού του κόσμου δηλαδή σε αυτούς που προίκισε η φύση. Οι συγκεκριμένοι ποδοσφαιριστές όμως, προίκισαν τον εαυτό τους με την ψυχή, την πίστη, τη λύσσα, το φρόνημα, το πείσμα, το καθαρό μυαλό, το θάρρος, την ομαδικότητα, την υπακοή στο σύστημα και την αυταπάρνηση και ένιωσαν ότι αυτό που ήταν κολλημένο στο στήθος τους δεν εκπροσωπεί την Ελλάδα που γνώρισαν στο άθλιο επαγγελματικό τους περιβάλλον, αλλά την άλλη (την άλλη που ίσως ψυχανεμίστηκαν στην τρίτη δημοτικού από το δάσκαλο τους ή όταν έβλεπαν την Βούλα Πατουλίδου ντυμένη με τη σημαία στην Βαρκελώνη- κι ας ήταν φουλ στη ντόπα) παίρνοντας έτσι δύναμη από αυτό που ήταν κολλημένο στο στήθος τους, προσδίδοντάς του ένα νέο νόημα, φορτίζοντάς το ξανά, εμπλουτίζοντάς το με το δικό τους περίσσευμα, με αποτέλεσμα να αφυπνήσουν ένα λαό που ήρθε στην Πορτογαλία και τους έσπρωξε εκεί που είχαν κουραστεί και δεν άντεχαν άλλο και με τελικό αποτέλεσμα την κατάκτηση της κορυφής. Αυτό λοιπόν κέρδισε στην Πορτογαλία και αυτό που κέρδισε είναι όντως "Ελλάδα", μια εκδοχή της "Ελλάδας", μια από τις πιο κολακευτικές της εκδοχές.
Γιατί να νιώθουμε υπερήφανοι για κάτι που πέτυχαν άλλοι, αναρωτιέται ο Νίκος Δήμου. Έχει βρεθεί ομορφότερος στίβος ειρηνικής και φιλικής αναμέτρησης των λαών από τον αθλητισμό; Στον αθλητισμό δεν αναμετρώνται οι εκλεκτότεροι του κάθε λαού και δεν συγκρίνουν τις επιδεξιότητές τους; ΄Οταν οι δικοί μου εκπρόσωποι, οι δικοί μου εκλεκτοί αναδεικνύονται οι κορυφαίοι, χρειάζεται άλλος λόγος για να πανηγυρίσω ; Αν εγώ θεωρώ το Νίκο Δήμου φιλόσοφο ισάξιο του Πλάτωνα δικαιούμαι να νιώθω περήφανος που είναι Έλληνας κι αυτός όπως κι εγώ; Στον κόσμο αυτό ζούμε ως άτομα εντελώς ξεκομμένα από τους άλλους; Δεν είμαστε ενταγμένοι σε μικρότερες και μεγαλύτερες ομάδες, κοινωνίες, κράτη κλπ; Δικαιούμαστε να νιώθουμε υπερήφανοι μόνον για ότι επιτύχουμε εμείς ή μόνον για όσα έχουμε συμβάλλει κι εμείς; Είναι συναισθηματική υγεία αυτό; Αν η αδελφή μου αύριο πετύχει κάτι σπουδαίο, δικαιούμαι να νιώσω υπερήφανος γι' αυτήν; Ή πρέπει πρώτα να εξετάσω αν είχα κάποια συμβολή στην επιτυχία της, κι αν τυχόν δεν είχα μερίδιο, τότε να αδιαφορήσω πλήρως, να μη συγκινηθώ, γιατί δικιά της επιτυχία είναι και μένα δεν μου αναγνωρίζεται δικαίωμα χαράς και υπερηφάνειας; Δικαιούμαι να νιώσω υπερήφανος για τα έργα τέχνης που αγάπησα; Δικαιούμαι να νοιώθω ότι όπως ανήκω στα βιβλία του Κούντερα και στις ταινίες του Κόππολα, μπορώ να ανήκω και στις τούμπες του Καραγκούνη; Είναι κακό πράγμα η αίσθηση του ανήκειν; Μόνο ο εαυτός μας είμαστε; Όχι όσα πιστέψαμε, όχι όσα αγαπήσαμε; Μόνο για τις δικές μας επιτυχίες επιτρέπεται να χαιρόμαστε;
Ο Νίκος Δήμου κάνει ένα λογικό άλμα κι εκεί που δεν βρίσκει λογική βάση για να νιώσει υπερήφανος για μια επιτυχία που δεν είναι δική του, βρίσκει λογική βάση για να διαμαρτυρηθεί για πράξεις, παραλείψεις και νοοτροπίες της ελληνικής πολιτείας και της ελληνικής κοινωνίας. Μα γιατί; Δικές του πράξεις, παραλείψεις και νοοτροπίες είναι; Γιατί στεναχωριέται; Γιατί είναι πάγια δυστυχισμένος επειδή είναι Έλληνας; Δεν θα έπρεπε να είναι δυστυχισμένος που είναι Έλληνας, γιατί με τον χαρακτηρισμό "Έλληνας" αναγνωρίζει ότι συνδέεται με κοινά χαρακτηριστικά -νομικά έστω χαρακτηριστικά- με κάποια άλλα εκατομμύρια συνελλήνων. Αν ήθελε να είναι συνεπής με την επιχειρηματολογία του, θα έπρεπε να αρκείται στην πάγια ευτυχία του να είναι ο Νίκος Δήμου.
Γιατί να νιώθουμε υπερήφανοι για κάτι που πέτυχαν άλλοι, αναρωτιέται ο Νίκος Δήμου. Έχει βρεθεί ομορφότερος στίβος ειρηνικής και φιλικής αναμέτρησης των λαών από τον αθλητισμό; Στον αθλητισμό δεν αναμετρώνται οι εκλεκτότεροι του κάθε λαού και δεν συγκρίνουν τις επιδεξιότητές τους; ΄Οταν οι δικοί μου εκπρόσωποι, οι δικοί μου εκλεκτοί αναδεικνύονται οι κορυφαίοι, χρειάζεται άλλος λόγος για να πανηγυρίσω ; Αν εγώ θεωρώ το Νίκο Δήμου φιλόσοφο ισάξιο του Πλάτωνα δικαιούμαι να νιώθω περήφανος που είναι Έλληνας κι αυτός όπως κι εγώ; Στον κόσμο αυτό ζούμε ως άτομα εντελώς ξεκομμένα από τους άλλους; Δεν είμαστε ενταγμένοι σε μικρότερες και μεγαλύτερες ομάδες, κοινωνίες, κράτη κλπ; Δικαιούμαστε να νιώθουμε υπερήφανοι μόνον για ότι επιτύχουμε εμείς ή μόνον για όσα έχουμε συμβάλλει κι εμείς; Είναι συναισθηματική υγεία αυτό; Αν η αδελφή μου αύριο πετύχει κάτι σπουδαίο, δικαιούμαι να νιώσω υπερήφανος γι' αυτήν; Ή πρέπει πρώτα να εξετάσω αν είχα κάποια συμβολή στην επιτυχία της, κι αν τυχόν δεν είχα μερίδιο, τότε να αδιαφορήσω πλήρως, να μη συγκινηθώ, γιατί δικιά της επιτυχία είναι και μένα δεν μου αναγνωρίζεται δικαίωμα χαράς και υπερηφάνειας; Δικαιούμαι να νιώσω υπερήφανος για τα έργα τέχνης που αγάπησα; Δικαιούμαι να νοιώθω ότι όπως ανήκω στα βιβλία του Κούντερα και στις ταινίες του Κόππολα, μπορώ να ανήκω και στις τούμπες του Καραγκούνη; Είναι κακό πράγμα η αίσθηση του ανήκειν; Μόνο ο εαυτός μας είμαστε; Όχι όσα πιστέψαμε, όχι όσα αγαπήσαμε; Μόνο για τις δικές μας επιτυχίες επιτρέπεται να χαιρόμαστε;
Ο Νίκος Δήμου κάνει ένα λογικό άλμα κι εκεί που δεν βρίσκει λογική βάση για να νιώσει υπερήφανος για μια επιτυχία που δεν είναι δική του, βρίσκει λογική βάση για να διαμαρτυρηθεί για πράξεις, παραλείψεις και νοοτροπίες της ελληνικής πολιτείας και της ελληνικής κοινωνίας. Μα γιατί; Δικές του πράξεις, παραλείψεις και νοοτροπίες είναι; Γιατί στεναχωριέται; Γιατί είναι πάγια δυστυχισμένος επειδή είναι Έλληνας; Δεν θα έπρεπε να είναι δυστυχισμένος που είναι Έλληνας, γιατί με τον χαρακτηρισμό "Έλληνας" αναγνωρίζει ότι συνδέεται με κοινά χαρακτηριστικά -νομικά έστω χαρακτηριστικά- με κάποια άλλα εκατομμύρια συνελλήνων. Αν ήθελε να είναι συνεπής με την επιχειρηματολογία του, θα έπρεπε να αρκείται στην πάγια ευτυχία του να είναι ο Νίκος Δήμου.
22 Comments:
Ο Νικος Δημου ειναι ο Νταλαρας του γραπτου λογου,που ειναι με τη σειρα του, η Αντζελα Δημητριου της εντεχνης μουσικης.
Υπαρχει συλογος εχθρων του ΝΔ.Απο χρονια!
Πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση! Χαίρομαι πολύ, old boy, που έθεσες τα επιχειρήματά σου με τόσο ωραίο τρόπο ώστε να μπορέσουμε να κάνουμε λίγη διαδικτυακή κουβέντα.
Στην Eurovision, η νίκη της Ελλάδας δεν σημαίνει ότι το ελληνικό έθνος είναι καλύτερο στο χώρο του τραγουδιού, από τα υπόλοιπα έθνη που έλαβαν μέρος στο διαγωνισμό. Κέρδισε η Παπαρίζου, τραγουδιστές και τραγουδίστριες άλλων χωρών. Η νίκη της, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ανωτερότητα της ελληνικής φυλής. Πράγμα το οποίο με τη σειρά του σημαίνει ότι αυτοί που πανηγυρίζουν στα σπίτια τους κανένα λόγο δεν έχουν να αισθάνονται υπερήφανοι επειδή είναι, και αυτοί, Έλληνες.
Αντιθέτως, στην περίπτωση που αναφέρει ο Δήμου για την Ακρόπολη, θεωρώ ότι ένας πολίτης του ελληνικού κράτους μπορεί κάλλιστα να απογοητεύεται και να ντρέπεται για τις πράξεις των υπολοίπων μελών της ομάδας της οποίας έχει αποφασίσει να αποτελεί μέλος. Γιατί το κράτος με τους πολίτες του, σε αντίθεση με το έθνος, είναι μια πραγματική ομάδα, στη οποία όλοι έχουμε το ρόλο μας και τη δυνατότητα να επηρεάσουμε τις καταστάσεις.
Ο Δήμου δεν λέει ότι δεν πρέπει να χαρούμε που νίκησε η Παπαρίζου. Προσωπικά χαίρομαι (αν και όχι πολύ γιατί δεν μου άρεσε το κομμάτι) που κατάφεραν οι οργανωτές της ελληνικής αποστολής να ερμηνεύσουν σωστά την "αγορά" και να στείλουν ένα κατάλληλο για τη νίκη τραγούδι. Αλλά αυτό απέχει χιλιόμετρα από τη γιαγιά που, γνωρίζοντας ελάχιστα περί Eurovision, θα χαρεί μόνο και μόνο επειδή επιτέλους "αποκαλύφτηκε" η εθνική υπεροχή. Αυτό είναι εθνικισμός. Και όπως λέει και ο Δήμου, είναι επικίνδυνος.
Τα παραπάνω έχουν να κάνουν με το κείμενο του Δήμου και το δικό σου σχολιασμό. Ελπίζω να τα κατάλαβα σωστά.
Το δικό μου πρόβλημα με την όλη ιστορία έχει δύο κομμάτια. Το ένα έχει να κάνει με τους κωλοβάρες ελληνάρες που μια χαρά ξέρουν να χαίρονται για τις εθνικές επιτυχίες, αλλά όταν χρειάζεται οι ίδιοι να αποτελέσουν γρανάζια της μηχανής που λέγεται Ελλάδα, "ξεχνούν" να παίξουν σωστά το ρόλο τους. Το "δε βαριέσαι" εξαφανίζεται μόνο όταν έρθει η ώρα να κλείσουν εισιτήρια για την Πορτογαλία αλλά, συνήθως, εμφανίζεται σε όλες τις άλλες εκφάνσεις της ζωής τους.
Το δεύτερο είναι ότι, για τους Έλληνες, η χαρά της εθνικής νίκης, δεν είναι απλά χαρά, είναι δικαίωση. Και εδώ έρχονται να κολλήσουν αυτά που έλεγα πριν, και που ο Δήμου λέει εδώ και χρόνια, περί εθνικής υπεροχής. Ο Έλληνας πιστεύει ότι δικαιούται την νίκη. Δικαιούται το καλύτερο, και πιστεύει ότι αυτό του έχει στερηθεί επειδή οι ξένες δυνάμης διαπλοκής τον έχουν βάλει στο μάτι. Το όλο σκεπτικό φυσικά είναι γελοίο. Και πολλές φορές βοηθάει στο να εντείνει τον σταρχειδισμό και τον ωχαδερφισμό μιας και, όταν έχεις ήδη στέψει τον εαυτό σου νικητή, κι όταν πιστεύεις ότι καμία σου προσπάθεια δεν πρόκειται να αλλάξει τα πράγματα, ποιος ο λόγος να προσπαθήσεις;
Lefty, κάνεις μια πολύ σωστή διάκριση ανάμεσα στο αν ανήκουμε κάπου επειδή το επιλέγουμε και στο αν ανήκουμε κάπου αυτόματα, με τη γέννησή μας. Δεν θα διαφωνήσω κατά βάση. Kι εγώ διακρίνω ανάμεσα στην εθνική ποδοσφαίρου και στη Φανή Χαλκιά, ανάμεσα στον Θανάση Παπακωνσταντίνου και στο My Number One. Πρόκειται για διαφορετικές εκδοχές του εθνικού. Μπορώ λοιπόν να νιώσω υπερήφανος και για το Euro και για τον Θανάση, όχι γιατί αποδεικνύουν τη γονιδιακή ανωτερότητα της φυλής, αλλά γιατί η εθνική πέτυχε κάτι που φάνταζε ακατόρθωτο και ανεξήγητο και γιατί ο Θανάσης που γράφει αυτή την μουσική και αυτά τα λόγια είναι συμπατριώτης μου. Ωστόσο, η ένστασή μου απέναντι στον Δήμου είναι ότι δεν επιλέγει κι εκείνος ποιά εκδοχή της Ελλάδας προτιμά, αλλά αενάως μουρμουράει, μεμψιμοιρεί και σχολιάζει δεινά της ελληνικής πραγματικότητας διαχωρίζοντας τον εαυτό του και θέτοντάς τον υπεράνω όλων των υπολοίπων απολίτιστων και αβάσταχτων συμπατριωτών του. Είναι μονόπαντος.Δυστυχεί και ντρέπεται που είναι Έλληνας, χωρίς αντίστοιχα να ευτυχεί για ό,τι καλό συμβαίνει στον τόπο. Εμένα η θέση μου είναι ότι καταρχήν ο κάθε άνθρωπος πρέπει να είναι υπερήφανος για την εθνικότητά του. Ο Έλληνας για το ότι είναι Έλληνας, ο Αλβανός για το ότι είναι Αλβανός, ο Τούρκος για το ότι είναι Τούρκος. Όχι άκριτα υπερήφανος. Να στεναχωριέται για τα κακώς κείμενα του τόπου του και τις εθνικές ντροπές, να πασχίζει να τα αλλάξει, να επιλέγει τις εθνικές εκδοχές που θα κάνουν τον αυριανό Έλληνα, Αλβανό, Τούρκο να έχει περισσότερους λόγους να είναι υπερήφανος.
Lukulius, συμφωνώ με πολλά απ' όσα λες, ωστόσο το να χαίρεσαι και να νοιώθεις υπερήφανος γιατί η εθνική ή η Παπαρίζου νίκησαν, δεν είναι εθνικισμός. Αντίθετα, όταν δεν χαίρεσαι ποτέ, ούτε όταν νικά η εθνική, ούτε όταν νικά η Παπαρίζου, ούτε οποιοσδήποτε τυχαίνει να είναι Έλληνας, είναι κομπλεξισμός (δεν μιλάω για σένα φυσικα, μιλάω για τον Δήμου). Εθνικισμός είναι όταν η καρδιά σου δεν είναι γεμάτη χαρά και ευτυχία που κερδίσαμε το Ευρωπαϊκό, αλλά έχει χώρο και για χολή και έχεις κατέβει στην Ομόνοια και αρχίσεις να φωνάζεις "Δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ, Αλβανέ - Αλβανέ" ή αντί να αγκαλιάσεις τους μαύρους με τις ελληνικές σημαίες τους πλακώνεις στις σφαλιάρες. Αυτό είναι εθνικισμός και είναι αρρώστια. Το να χαίρεσαι με τις επιτυχίες άλλων Ελλήνων είναι υγεία.
Αυτή η ισοπέδωση των πάντων,και η γενίκευση "στην Πορτογαλία νίκησε η Ελλάδα,στο Κίεβο η Παπαρίζου,μπράβο,αλλά το ίδιο είναι", είναι που τσακίζει κόκκαλα,και που σιχαίνομαι περισσότερο από οτιδήποτε άλλο.
Στην Πορτογαλία νίκησε η Εθνική, όχι ο Δέλλας, ή ο Σειταρίδης ή ο Νικοπολίδης,που στο κάτω κάτω κάποιοι δεν τους ήξεραν,άλλοι μπορεί να τους αντιπαθούσαν.Για μας ήταν ένα και η ψυχή μας έπαιζε μαζί τους δίπλα στη δική τους.
Εκστασιαστήκαμε,ουρλιάξαμε για τη νίκη της Ελλάδας,είδαμε όλοι «μαζί»σε ένα απέραντο μπαλκόνι που ήταν τα σπίτια μας,τα ματς,τον τελικό. Ήταν πραγματική ψυχική ανάταση και κρίμα σε αυτούς που ισχυρίζονται πως δεν το΄ένιωσαν.Ποδόσφαιρο βλέπω από παιδάκι,παλιότερα ίσως πιο πολύ,έχω πανηγυρίσει για την ομάδα,εδώ όμως μιλάμε για το διαφορετικό,για το απίστευτο που έγινε,για τα απίστευτα συναισθήματα που νιώσαμε και εκδηλώσαμε.Δεν νομίζω πάντως ότι είχε κανείς στο νου του να πάμε να πάρουμε την Πόλη εκείνες τις στιγμές…Και οι όποιες υπερβολικές αηδίες ακούστηκαν για τη φυλή μας που υπερέχει, άνθρωποι κυρίως των μέσων ενημέρωσης τις ξεστόμισαν ,τις έγραψαν.
Δεν μπορώ να φανταστώ ότι έγινε έτσι με την νίκη στη Γιουροβίζιον,δεν ταυτίζονται οι καταστάσεις δεν μοιάζουν και είναι απαράδεκτο να τις συγκρίνουμε.Μπράβο που νικήσαμε,μπράβο στην Παπαρίζου,αλλά εως εκεί.Σε καμία περίπτωση δεν αισθάνθηκα ίχνος συγκίνησης,πόσο μάλλον άγριας χαράς και εθνικής υπερηφάνειας.Ήταν ένας διαγωνισμός τραγουδιού απλώς!Και δεν είναι θέμα σνομπαρίσματος.Εκεί που ήμουν,άρκετοί έβλεπαν την Γιουροβίζιον με φανατισμό θα έλεγα.Μα δεν υπήρξε ούτε μία κραυγή, ούτε μία εκδήλωση υπερβολής,και συγκίνησης.Η αλήθεια είναι ότι εγώ ανατρίχιασα από φρίκη με τις βλακείες που άκουσα σε διάφορες εκπομπές αργότερα.Δεν ξέρω σε πόσους λείπει μια Όπερα.Το σίγουρο είναι πως αυτό που ζήσαμε το καλοκαίρι μας έλειπε,το είχαμε ανάγκη ,μας εκανε περήφανους.
Όλες οι εξισώσεις του τύπου τι γάλα τι Καβάλα,είναι τουλάχιστον αντιαισθητικές και εντέλει αυθαίρετες και μίζερες.Κανείς δεν δικαιούται να χαρακτηρίζει έστω και εμμέσως ένα λαό που πανηγυρίζει για την Εθνική του,ότι παρουσιάζει επικίνδυνη εθνικιστική απόκλιση.Όπως είπα τις αηδίες άλλοι τις είπαν με ελαφρυντικό-εγώ δεν το δίνω-ότι ήταν υπό την επήρρεια της «μέθης».Πρόβλημα είναι το τι λέμε και γράφουμε όντας νηφάλιοι,βάζοντας τα πάντα μέσα σε μία μαρμίτα.
i cannot speak your language, so i cannot read your blog. but please read mine!
justin
http://justincash.blogspot.com/
http://justinmcashportfolio.blogspot.com/
Old Boy, εγώ προσωπικά θα ήθελα να σε συγχαρώ που έθιξες αυτό το θέμα και μου έδωσες και μένα την ευκαιρία ( και την έμπνευση :-) ) να θυμηθώ το περασμένο καλοκαίρι και να βγάλω από τον οργανισμό μου αυτό το "μπλιαχ" που μου έρχεται όταν βλέπω τα κανάλια και τους δημοσιογράφους (ένα ποσοστό τους για να είμαστε δίκαιοι) να τολμάνε έστω και να συγκρίνουν αυτές τις δύο πρωτιές της χώρας μας.
Θα ήθελα να τοποθετηθώ περισσότερο στο θέμα, αλλά η εβδομάδα ετούτη και πολύ πιθανόν και η επόμενη, είναι γεμάτες από τρέξιμο, δουλειά και λίγο ύπνο. :-( Απλά θέλω να πω ένα μόνο πράγμα, όσο στερεότυπο και κλισέ κι αν ακουστεί αυτό: είμαι και ανέκαθεν ήμουν - και ΘΑ είμαι - πολύ περήφανη που είμαι Ελληνίδα. Κι όσο κι αν υπάρχουν άνθρωποι και καταστάσεις στην καθημερινή μου ζωή, που κάποτε-πότε μπορεί να με οδηγήσουν στο να σκεφτώ το αντίθετο, εγώ απλά αρνούμαι να τα παίρνω ως γενίκευση και ως κανόνα, ακόμα κι αν έχουμε τόσα στραβά σ' αυτή τη χώρα. Σ' αυτή τη ζωή άλλωστε, ο καθένας έχει το δικαίωμα να επιλέγει και την πορεία του και τα πιστεύω του και τελικώς να πλάθει ο ίδιος τον χαρακτήρα του. Εγώ έχω επιλέξει εδώ και καιρό το δικό μου δικαίωμα να μην αφήνω τους άλλους να μου μαυρίζουν τη χαρά και τον ενθουσιασμό μου, ειδικά όταν αυτά τα συναισθήματα είναι τόσο καθάρια και δυνατά όπως ήταν τον καιρό που ήμουν παιδί. Ναι στον προβληματισμό, όχι στη μαυρίλα και τη μιζέρια.
Τίποτε άλλο δε θα πω, παρά μόνο θα καληνυχτίσω ακούγωντας ένα από τα πολύ αγαπημένα μου κομμάτια από την Χαρούλα: "Έλα αγάπη μου έλα, να κάνουμε έναν Έλληνα ακόμα..."
old boy αναφέρεις έναν σχολιαστή. Μερικές φορές διαβάζοντας τα κείμενα κάποιου καταλαβαίνουμε και την ψυχική κατάσταση που βρίκσκεται την εποχή που τα γράφει. Αν για παράδειγμα εγώ είμαι βαριά άρρωστος, ίσως τα κείμενά μου να αποπνέουν άρνηση και τη μυρωδιά του θανάτου. Έξυπνο παιδί είσαι, νομίζω πως κατάλαβες τι λέω.
Πιτσιρίκο, ίσως και όταν πενθείς για ένα πρόσωπο που αγάπησες, να μην είσαι σε κατάλλληλη ψυχολογικά φάση για να δεχθείς και μια υπόκλιση για τα κείμενά σου.
old boy σε ευχαριστώ για το λόγο τον καλό. Αν τον έγραφες σε οποιοδήποτε άλλο post δεν θα αντιδρούσα. Να είσαι πάντα καλά. (Ο άνθρωπος στον οποίο αναφέρεσαι στο παρόν post είναι άρρωστος.Το έμαθα πρόσφατα, αν και το υποψιαζόμουν, επειδή τα τελευταία κείμενά του μυρίζουν θάνατο.)
Δυσάρεστο αυτό. Τουλάχιστον, θέλω να πιστεύω ότι δεν τον αδίκησα, καθώς νομίζω ότι το επίμαχο άρθρό του απηχεί τη γενική του στάση ζωής και τον εκφράζει αυθεντικά. Όσο για το συγκεκριμένο post σου, προσπάθησα να πω ότι ήταν συγκινητικό. Ίσως δεν ήμουν σαφής, ίσως θα έπρεπε να ξαναδιαβάσω το comment πριν το στείλω, ίσως θα έπρεπε να ξαναδιαβασεις κι εσύ την απάντησή σου στο comment πριν τη στείλεις.
Μου άρεσε πολύ το ότι έγινε αυτή η κουβέντα, που διάβασα εκ των υστέρων. Αυτό που περιγράφεις old boy είναι ο μηχανισμός της ομαδικής ταύτισης, ιδωμένος από την πλευρά αυτού που ταυτίζεται, και μάλιστα μετά την λήξη της (ή μήπως όχι ακόμη;). Είναι κάτι αναγκαίο η ταύτιση, διότι άνευ αυτής δεν θα μπορούσαμε να μεγαλώσουμε, να ενηλικιωθούμε, δεν θα είχαμε κανένα "είδωλο", με το οποίο ακριβώς να ταυτιστούμε, συνειδητά ή ασυνείδητα. Η ταύτιση με άλλους αρχίζει από τότε που βγαίνουμε στο φως, πρώτα με τη μητέρα, μετά με τον πατέρα ή τα υποκατάστατά του. Το συναίσθημα του ότι "είμαι μέλος" κάποιας ομάδας πηγάζει από κει.
Όμως, θα πρέπει να γνωρίζεις κιόλας ότι η ταύτιση είναι και δίκοπο μαχαίρι, ειδικά ως ασυνείδητη. Αυτά που με τόσο ωραίες κουβέντες περιγράφεις, όλα όσα δημιουργούν το υψιπετές συναίσθημα της συμμετοχής για τον συμμετέχοντα, που αποτελεί μέρος ευρύτερων ομάδων κλπ, είναι ακριβώς το ίδια με όσα ζήσανε φερ' ειπείν οι Γερμανοί που έφεραν το Χίτλερ στην εξουσία (το πάω μακριά; Ας είναι, έστω ως νοητικό πείραμα). Εκεί οι ταυτίσεις ήσαν ασυνείδητες εν πολλοίς, ήταν κυρίως με τους αφρούς στο στόμα του ορυομένου δικτάτορα που ταυτίζονταν οι οικογενειάρχες γερμανοί, δεν ήταν λοιπόν και τόσο περίεργο που τον ψήφισαν after all. Βέβαια, ασυνείδητη ταύτιση σημαίνει ότι δεν αισθάνονταν πως ταυτίζονταν με τα κακά στοιχεία του, αλλά με το "όραμά" του για τη Γερμανία κλπ.
Μη με παρεξηγήσεις, δεν λέω ότι είναι το ίδιο πράγμα, είναι κάτι τελείως διαφορετικό, το ποδόσφαιρο είναι πρωτίστως μια συμβολική αναμέτρηση στο μυαλό των οπαδών και υποστηρικτών, της οποίας κινητήρια δύναμη είναι μια πραγματική και στυλιζαρισμένη αναμέτρηση εντός πλαισίων και βάσει κανόνων, και ως τέτοια προκαλεί ταυτίσεις, αλλά ο μηχανισμός που στήνεται στην ψυχή είναι ο ίδιος, τα συναισθήματα που δοκιμάζουν οι ταυτιζόμενοι ομοίως. Κι εγώ χάρηκα, ενθουσιάστηκα που κερδίσαμε στην Πορτογαλία, η καρδιά μου πήγαινε να σπάσει κατά τη διάρκεια των αγώνων. Κανένας δεν μπορεί να μου στερήσει το συναίσθημα αυτό. Όμως μετά τον αγώνα... μετά θα πρέπει να έχουμε τη διαύγεια και την ψυχραιμία να δούμε τα πράγματα και αλλιώς. Ίσως ο Νίκος Δήμου να φάνηκε σαν παραφωνία, αλλά όπως και να το έθετε, ως παραφωνία θα φαινόταν αν το επικρατούν κλίμα ήταν αυτό. Μετά τη γιορτή και το όργιο, αρχίζουμε να παίρνουμε ξανά τις αποστάσεις μας. Συμφωνώ, ο άνθρωπος ίσως να είναι γκρινιάρης, με ενδιαφέροντα τρόπο όμως. Στο περιοδικό ΡΑΜ κρατούσε μια στήλη ακριβώς γεμάτη γκρίνια για τα απρόβλεπτα του λογισμικού και του υλικού κλπ, τη στιγμή που ακριβώς αυτά τα απρόβλεπτα του δίναν τη δυνατότητα να γράφει.
Η αλήθεια είναι πως ίσως ο εσώτατος πυρήνας του εαυτού μας να είναι όντως "ένας άλλος", να μην υπάρχει δηλαδή αυθεντικότητα όπως την εννοούν ίσως οι περισσότεροι, ως κάτι τελείως δικό μας. Ναι, αυτό που είμαστε έχει έρθει απ' έξω, και βέβαια ως "τραύμα". Έτσι είμαστε επιρρεπείς σε κάθε είδους ταυτίσεις, που τις περισσότερες φορές μας διαφεύγουν, αλλά και όταν ακόμη τις αναγνωρίσουμε, και πάλι δεν τις εννοούμε. Το ότι όμως αναγνωρίζω κάτι τέτοιο δεν σημαίνει ότι νομιμοποιώ και κάθε του δυνατή έκφανση.
Όσο για την Ντόνα Ταρτ και την "Μυστική Ιστορία", δεν νομίζω ότι μιλάει από πρώτο χέρι. Οι μεταφορές που χρησιμοποιεί: το πέπλο, που όταν το ανασηκώνω ή το σκίζω βλέπω κατά πρόσωπο τη "γυμνή τρομακτική ομορφιά", αυτές είναι μεταφορές αποκάλυψης της κεκρυμμένης αλήθειας. Η ίδια η αλήθεια όμως ίσως είναι προϊόν της απόκρυψης, του μηχανισμού αυτού, ως αναγκαίου. Το πέπλο μπορεί να μη κρύβει παρά τον εαυτό του, ή ίσως τίποτε άλλο εκτός από μια πεζότητα, ή και κάτι το τρομακτικό, που κανένας άνθρωπος δεν θα μπορούσε να αντέξει, όπως και να το ονομάσουμε. Χρησιμοποιεί και μεταφορές καταβροχθισμού, κατασπαραγμού, διάλυσης στο μεγάλο στομάχι του απολύτου και εκ νέου γέννησης. Εγώ βλέπω μάλλον εδώ ακριβώς την φαντασίωση της "εκ νέου γέννησης" ως φαντασίωση αθανασίας. Ωραία θα ήταν [και πάλι ίσως], αν συνέβαινε, αλλά έλα ντε που δεν συμβαίνει έτσι.
Αυτά έτσι πρόχειρα, και ζητώ συγγνώμη για το άκομψο του ύφους και το ατημέλητο της εκφράσεως.
Yπνοβάτη, σ' ευχαριστώ για το εξαιρετικό σου σχόλιο. Επειδή το θέμα είναι τεράστιο, παραθέτω αυτούσιο το απόσπασμα της Ντόνα και τα ξαναλέμε:
"Ηe began by talking about what he called the burden of the self, and why people want to lose the self in the first place.
"Why does that obstinate little voice in our heads torments us so?" he said, looking round the table. "Could it be because it reminds us that we are alive, of our mortality, of our individual souls -which after all, we are too afraid to surrender but yet make us feel more miserable than any other thing? But isn't it also pain that often makes us most aware of self? It is a terrible thing to learn as a child that one is being separate from all the world, that no one and no thing hurts along with one's burned tongues and skinned knees, that one's aches and pains are all one's own. Even more terrible, as we grow older, to learn that no person, no matter how beloved, can ever trully understand us. Our own selves make us most unhappy, and that's why we're so anxious to lose them. don't you think? Remember the Erinyes? How did they drive people mad? They turned up the volume of the inner monologue, magnified qualities already present to great excess, made people so much themselves that they couldn't stand it."
"Which is by far the most mysterious" said Julian "We have been accustomed to thinking of religious ecstasy as a thing found only in primitive societies, though it frequently occurs in the most cultivated peoples. The Greeks, you know, really weren't very different from us. They were a formal people, extremely civilized, rather repressed. And yet they were frequently swept away en masse by the wildest enthusiasms -dancing, frenzies, slaughter, visions- which for us, I suppose, would seem clinical madness, irreversible. Yet the Greeks -some of them, anyway- could go in and out of it as they pleased. We cannot dismiss these accounts entirely as myth. They are quite well documented, though ancient commentators were as mystyfied by them as we are. Some say they were the results of prayer and fasting, others that they were brought about by drink. Certainly the group nature of the hysteria had something to do with it as well. Even so, it is hard to account for the extremism of the phenomenon. The revelers were apparently hurled back into a non-rational, pre-intellectual state, where the prsonality was repalced by something different - and by "different" I mean something to all appearances non mortal. Inhuman."
I thought of the Bacchae, a play whose violence and savagery made me uneasy, as did the sadism of its bloodthirsty god. Compared to the other tragedies, which were recognizable principles of justice no matter how harsh, it was a triumph of barbarism over reason: dark, chaotic, inexplicable.
"We don't like to admit it" said Julian "but the idea of losing control is one that fascinates controlled people such as ourselves more than almost anything. All trully civilized people -the ancients no less than us- have civilized themselves through the willful repression of the old, animal self. Are we, in this room, really very different from the Greeks or the Romans? Obsessed with duty, piety, loyalty, sacrifice? All those things which are to modern taste so chillng?
And what could be more terrifying and beautiful, to souls like the Greeks or our own, than to lose control completely? To throw off the chains of being for an instant, to shatter the accident of our mortal selves? Euripides speaks of the Maenads: head thrown back, throat to the stars, mpre like deer than human being. To be absolutely free! One is quite capable, of course, of working out these destructive passions in more vulgar and less efficient ways. But how glorious to release them in a single burst! To sing, to scream, to dance barefoot in the woods in the dead of night, with no more awareness of mortality than an animal! These are powerful mysteries. The bellowing of bulls. Springs of honey bubbling from the ground. If we are strong enough in our souls we can rip away the vail and look that naked, terrible bauty right in the face; let God consume us, devour us, unstring our bones. Then spit us out reborn. And that, to me, is the terrible seduction of Dionysiac ritual. Hard for us to imagine. That fire of pure being".
Ναι, old boy, το απόσπασμα ήταν περισσότερο διαφωτιστικό. Ενισχύει ακριβώς την άποψή μου ότι και η Ντόνα παρατηρεί αμήχανη (αν και με αρκετά εφόδια εγκυκλοπαιδικής και ορθολογικής - επιστημονικής γνώσης, ίσως και διαίσθησης) αυτά που μας έχουν παραδοθεί ως μυστήρια. Το θέμα είναι οντως τεράστιο, διότι τι είναι το "animal self", στο οποίο αναφέρεται; Είναι όντως "self" καθαυτό ή μήπως η αναίρεση του self, που εμπεριέχεται εντός του ιδίου του self ως όριό του; Προφανώς, η έννοια του self στους Αγγλοσάξωνες είναι διαφορετική απ' αυτό που θα εννοούσαμε εμείς με το "εαυτός" επί παραδείγματι. Έστω ότι κάτι τέτοιο πάλι υπάρχει ας πούμε. Δεν προϋπήρχε, αλλά είναι καθαυτό το αποτέλεσμα της repression (της απώθησης), ήτοι υφίσταται μόνον ως απωθημένο. Με την ίδια κίνηση κατά κάποιο τρόπο δημιουργείται και το "συμβατικώς" εννοούμενο self και το "animal self". Με αυτό θέλω να πω ότι δεν είναι απλώς κάτι το οποίο προϋπήρχε και απωθείται από μια χειρονομία της λογικής ή της οντογενετικής εξέλιξης στον άνθρωπο, αλλά υπάρχει και είναι νοητό (το animal self) μόνο εν σχέσει προς το "κανονικό" self. Το σχίσιμο (rip away) του πέπλου είναι η απώλεια της διάκρισης. Μετά το σχίσιμο δεν θα μπορούσε να υπάρχει ούτε self ούτε animal self. Δεν είναι επανεύρεση του animal self από το self που ποθεί την επανένωση, αλλά διάλυση αμφοτέρων. Κανένας δεν θα μπορούσε να πει τι συμβαίνει εκεί, ούτε ίσως και οι ίδιοι που υποτίθεται ότι πέρασαν από κει. Δεν είναι ένα in and out of it (as they pleased), αλλά η διάλυση της διάκρισης μέσα και έξω. Δεν είναι απλώς ένα pre-intellectual state, διότι ακριβώς υπάρχει μόνο εν σχέσει με τον νου, μόνο που η αντίθεση intellectual - pre-intellectual ξεδιπλώνεται εδώ στον ίδιο το νου ως χρονική "εξέλιξη".
Δεν είναι μόνον αυτά. Για παράδειγμα τι αντιπροσωπεύει ο inner monologue, ο εσωτερικός μονόλογος, που εκμεταλλεύονταν οι Ερινύες; Θα προτιμούσα ένα πιο σοφιστικέ μοντέλο του, όσο θελκτική κι αν παρουσιάζεται η μεταφορά που χρησιμοποιεί η Ντόνα. Θα προτιμούσα εδώ τα κείμενα τα ίδια, διότι αυτά φιλτράρονται μέσα από τα λόγια της. Αλλά για να μη μπλέξω εδώ και ξεφύγω τελείως από το εναρκτήριο λάκτισμα του σχολίου μου, που ήταν σε σχέση με το δικό σου κείμενο, ας βάλω μια (προσωρινή) τελεία.
ΥΓ
Το έχεις το κείμενο της Ντόνα υπό ηλεκτρονική (preferably plain text) μορφή;
Δυστυχώς όχι.
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.
Αγαπητέ υπνοβάτη, οι γνώσεις μου τόσο αναφορικά με αρχαία κείμεανα όπως οι "Βάκχες", όσο και με το τι ορίζεται επιστημονικά ως "εαυτός", "εγώ", "υπερεγώ", "συνειδητό", "ασυνείδητο" κλπ είναι δυστυχώς ελλιπείς. Ας πούμε ότι έχω μια εγκυκλοπαιδική ημιμάθεια. Είναι πολύ συναρπαστικά όσα επισημαίνεις και μου δίνουν ιδιαίτερη χαρά. Ας προσπαθήσω να συνοψίσω τη δική μου οπτική γωνία. Είμαστε ο "εαυτός" μας, αλλά ταυτόχρονα κουβαλάμε παντού και πάντα τον εαυτό μας σαν βαρίδι. Δεν απαλλασσόμαστε απ' αυτόν ούτε στον ύπνο μας (αντίθετα εκεί είναι που μας κατακυριεύει). Δεν θα ήταν όμορφα να μπορούσαμε για πέντε λεπτά την μέρα ή για πέντε λεπτά το χρόνο ή για πέντε στιγμές στη ζωή μας να απαλλαγούμε εντελώς απ' αυτόν; Να μην έχουμε καμία μα καμία σκέψη Του στο μυαλό μας, κανένα μα κανένα άγχος Του, καμιά μα καμιά ενοχή Του; Γίνεται; Ίσως δεν γίνεται. Άλλοι παλεύουν να εκμηδενισθούν ή να γίνουν ένα με το Θείο δια της άκρας προσευχής και του μοναχισμού. Άλλοι καταλήγουν στην τρέλλα. Δεν αρνιέμαι τον εαυτό μου, δεν επιζητώ να τον χάσω. Αλλά δεν θα ήταν άσχημα να μπορώ να τον βγάλω για λίγο σαν να ήταν στολή και να μείνω γυμνός. Αυτό που θα μείνει γυμνό θα είμαι και πάλι εγώ; Ίσως να μην είμαι. Αλλά δεν θα με νοιάζει εκείνη την ώρα, γιατί εκείνη την ώρα θα είμαι ελεύθερος από σκέψεις που σκοτίζουν το νου, από σκοτούρες. Δεν θα έχω νου καν; Δεν μπορεί, θα έχω. Απλώς θα έχει πατηθεί για λίγο το pause στις καλωδιώσεις του εγκεφάλου μου που συνιστούν εμένα. Πεσ' το όπως θες, αλλά στο Ντραγκάο για κάποια (μισό; - ένα; - δύο;) δευτερόλεπτα ΕΦΥΓΑ, για λίγο ΚΑΤΙ ΜΕ ΞΕΠΕΡΑΣΕ, για λίγο ήμουν ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ.
Old boy, όταν "έφυγες" το είχες επιζητήσει; Έγινε σκοπίμως; Δεν νομίζω να το περίμενες καν. Είναι όπως μια φράση που είχα διαβάσει: "όσο το ψάχνεις δεν είσαι εκεί" ή κάπως έτσι τέλος πάντων, και αν το δεις και τελείως λογικά, it makes sense, αφού για να το ψάχνεις δεν θα βρίσκεσαι εκεί που είναι αυτό, ό,τι κι αν είναι. Περιέγραψες μιαν εκστατική εμπειρία που είχες στο Ντραγκάο. Ίσως να είχες δίχως να το ξέρεις προετοιμαστεί για κάτι τέτοιο. Δεν ήταν ούτε είναι σκοπός μου να το αμφισβητήσω, όταν αποφάσισα να γράψω το πρώτο μου σχόλιο. Ήταν απλώς να δείξω την άλλη πλευρά ταυτίσεων, που πολλές φορές εκκινούν από τέτοιου τύπου εκστατικές εμπειρίες. Έκανα σχόλιο πάνω σε ό,τι προσπάθησες να συναγάγεις εκ της εμπειρίας σου, όχι στην εμπειρία καθαυτή, αυτή είναι καταδική σου. Επεχείρησες, πάντως, αφού αυτό σε κατέπληξε όπως αντιλαμβάνομαι, να βρεις κάτι που να μπορεί να περιγράψει με λόγια αυτό που εσύ βίωσες δίχως να γνωρίζεις τι ήταν, και η Ντόνα Ταρτ είχε μια καταρχήν περιγραφή που ταίριαζε με αυτό. Εγώ παρενεβλήθην, ως οχληρός κώνωψ, στο σημείο εκείνο που αυτό το πράγμα σταματάει να είναι μια δική σου βουβή εμπειρία και γίνεται λόγος, με τον οποίο προσπαθείς να την κάνεις γνωστή, να τη μεταδώσεις, να μας την κοινωνήσεις. Εδώ αρχινάει, είτε το θέλεις είτε όχι, κάποιου είδους "θεωρία", από τη δική σου μεριά μάλιστα. Και πέραν της ντόνα, στο τελευταίο σου σχόλιο χρησιμοποιείς και μεταφορές από τους υπολογιστές και τα δίκτυα, χεχε, εύλογο και θεμιτό, αφού στη σημερινή εποχή ζούμε, όχι στην αρχαία ελλάδα και τον καιρό των ελευσινείων μυστηρίων. Μάλιστα η δική σου μεταφορά μου αρέσει περισσότερο από της ντόνα.
Και καλό θα ήταν, δε λέω, να μπορούσες να βγάζεις το εγώ σου ως στολή ή ένδυμα, αλλά οπωσδήποτε εξίσου καλό θα ήταν να μπορούσες μετά να το ξαναβρείς (αυτό ή κάποιο άλλο), και βέβαια να μη κυκλοφορεί καμιά πεινασμένη τίγρις στα πέριξ την ώρα αυτή. Αυτήν θα την βάραινε η πείνα της και θα ξαλάφρωνε με το δικό σου "βάρος".
Και γιατί θα ήταν ο εαυτός που έχει το βάρος; Δεν λέω ότι δεν μπορεί να είναι αυτός, αλλά είναι αναγκαίο να είναι αυτός; Τα πράγματα έχουν το δικό τους βάρος, πώς θα ήταν δυνατόν να απαλλαγούμε από αυτά; Το ίδιο το σώμα μας έχει το δικό του βάρος, τους δικούς του χυμούς, ρυθμούς, αρρυθμίες, ασθένειες, δυσφορίες, ευφορίες... Και πώς γνωρίζεις ότι ο εαυτός μας είναι αυτός που μας κυριεύει στα όνειρά μας; Από ποια μεριά στέκεσαι όταν διατυπώνεις την κρίση αυτή; (Ιδού πάλι οι αθέλητες ριπές ερωτήσεων, αυτός είναι ο δικός μου τρόπος, και ίσως δεν απευθύνομαι μόνο σε σένα). Δεν υπάρχει συμμετρία μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας (ή μή ονείρου).
Φαίνεται ότι ξύπνησα όπως τα έγραφα αυτά και βρήκα τον εαυτό μου να ακροβατεί στο χείλος της βεράντας.
nuff said
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.
"Τα πράγματα έχουν το δικό τους βάρος, πώς θα ήταν δυνατόν να απαλλαγούμε από αυτά;".
Αν και φοβάμαι ότι το παρατραβάω, ρωτάω: Το βάρος των πραγμάτων εξαρτάται από τους νόμους της φυσικής και μόνο ή και από τη δική μας συνείδηση και υποταγή σε αυτούς; Αν δεν κάνω λάθος έχουν καταγραφεί περιπτώσεις μανάδων που βλέποντας το παιδί τους κάτω από μπουλντόζες, σήκωσαν τις μπουλντόζες. Ίσως η έκσταση μας ανατοποθετεί απέναντι στη φύση που χάνει πια την παντοδυναμία της. Ακρότητες; Μα για τα άκρα μιλάμε. Δεν λέω ότι έτσι είναι. Αναρωτιέμαι.
"Και πώς γνωρίζεις ότι ο εαυτός μας είναι αυτός που μας κυριεύει στα όνειρά μας; Από ποια μεριά στέκεσαι όταν διατυπώνεις την κρίση αυτή;".
Δηλαδή, αν δεν είναι ο εαυτός μας, ποιός θα μπορούσε να είναι; Τι είναι τα όνειρα και οι εφιάλτες μας παρά αναδιατυπώσεις των φόβων μας, των πόθων μας, των ενοχών μας, των βιωμάτων μας;
Περιληπτικά:
Όταν λέω βάρος των πραγμάτων δεν εννοώ το φυσικό τους βάρος, το φυσικό μέγεθος που εκφράζει την ελκτική δύναμη της γης πάνω στη μάζα τους, τα πράγματα δεν είναι τα φυσικά αντικείμενα στην πρότασή μου. Είναι το "βάρος που κουβαλούν τα πράγματα", η αντίστασή τους στη δική μου επέμβαση κάθε τύπου. Και οι αναμνήσεις ας πούμε έχουν ένα βάρος, και οι συνήθειες και το πρωινό ξύπνημα. Και η βαρεμάρα εκφράζει αυτό το βάρος πολλές φορές. Όλα παρουσιάζουν τριβές. Κάθε προσπάθειά μου δεν γίνεται αέρινα, άκοπα. Είναι μεταφορική η χρήση. Από κει μάλλον παρεννόησες το τι ήθελα να πω.
Όσο για το δεύτερο, ας το επαναδιατυπώσω, εννοούσα περισσότερο το εγώ παρά τον εαυτό. Αλλά και πάλι: τα όνειρα φέρονται προς εμάς ως εικόνες, γρίφοι, γλώσσα. Όταν τα λέμε χρησιμοποιούμε τη γλώσσα, κάποια γλώσσα τέλος πάντων. Η γλώσσα δεν είναι ο εαυτός μας, έχει έρθει απέξω, και μας υπερβαίνει. Πώς θα μπορούσε το όνειρο να είναι μόνο ο εαυτός μας που μας κατακλύζει; Μπορεί και να είναι ακριβώς το πέραν του εαυτού μας, η σύνδεση με το άχρονο στοιχείο που θα ήταν ο άλλος που περιέχουμε. Δεν ταυτίζομαι με τα όνειρά μου, αν και αυτά είναι δικά μου και ανήκουν σε μένα. Και εγώ ρωτούσα πώς μπορείς να διατυπώνεις αυτή την κρίση, σε ποια μεριά στέκεσαι; Δεν στέκεσαι στην πλευρά του ονείρου για να μπορείς να την λες, έτσι δεν είναι; Δεν ονειρεύεσαι εκείνη τη στιγμή που την εκφέρεις. Ο εαυτός σου ως εγώ υπάρχει όταν είσαι ξύπνιος. Τώρα τι υπάρχει όταν κοιμάσαι, είναι άλλου παπά βαγγέλιο. Μπορεί κατά τινες να υπάρχει εκεί και το εγώ ως φιγούρα πάνω σε μια θεατρική σκηνή, όχι πάντως όπως το βιώνουμε όταν είμαστε ξύπνιοι.
Όταν ρωτάς ρητορικά "τι είναι τα όνειρα παρά αναδιατυπώσεις των φόβων μας, των πόθων μας..." τότε αυτό που εννοείς είναι βέβαια "τι νόημα έχουν αυτά για μας, τι σημασία έχουν για μας κλπ", όχι τι είναι. Και ως "αναδιατυπώσεις" ανήκουν σίγουρα σε κάποιου είδους γλώσσα όπου διατυπώνουν κάτι, και επίσης υποθέτεις ότι τα βιώματά μας, οι πόθοι μας κλπ επιδέχονται διατύπωσης, πολύ περισσότερο είναι ΗΔΗ διατυπωμένα, και τα όνειρα είναι "ανα"-διατυπώσεις.
Αυτά τα ολίγα, που δε ξέρω αν θα σε καλύψουν, ως είδος συμπύκνωσης αυτού που δεν είναι δυνατον να συμπυκνωθεί δίχως να απωλέσει την εμβέλειά του. Δεν είμαι ικανός να επεκταθώ επ' αυτού περισσότερο, και ειδικά σε σχόλια που γίνονται σιγά-σιγά μακροσκελέστερα αυτού που θα επεδίωκα. Δια πάσα περαιτέρω συζήτηση, έχω και το ypnovatis (παπάκι) gmail (τελεία) com
ΥΓ
Δηλαδή "το βάρος των πραγμάτων" όπως όταν λέμε: "η φωνή των πραγμάτων", "η αύρα των πραγμάτων", κλπ.
Μόλις σήμερα πληροφορήθηκα τα περιεχόμενα αυτού του blog και αναγκάστηκα να ανεβάσω ένα κείμενο στο site μου. Για τον θάνατο γράφω μία ζωή (όπως και για του Ελληνες). Το πιο θανατερό μου βιβλίο ήταν ο "Σκοτεινός Θάλαμος" (1983) έντεκα χρόνια πριν πάθω καρκίνο από τον οποίο έχω αναρρώσει εντελώς (και τον οποίο ουδέποτε απέκρυψα). Η δημοσιογράφος που πληροφόρησε τον Πιτσιρίκο ήταν ηλίθια ή παράφρων. Μπορεί βέβαια να πεθάνω αύριο και να δικαιωθεί, αλλά θα είναι από αιφνίδιο θάνατο - όχι από αρρώστεια.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home